2020-04-07 13:59:59
Ὁ ἅγιος Καλλιόπιος καταγόταν ἀπό τήν Πέργη τῆς Παμφυλίας καί ἔζησε στά χρόνια τοῦ βασιλιά Μαξιμιανοῦ. Ἡ εὐσεβής μητέρα του Θεόκλεια τόν ἀνέθρεψε «ἐν παιδείᾳ καί νουθεσίᾳ Κυρίου».
Ὅταν ξέσπασε ὁ διωγμός ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, ὁ Καλλιόπιος, ὁ ὁποῖος διακρινόταν γιά τήν πνευματική του ἀνδρεία καί τό ἀγωνιστικό του φρόνημα, παρουσιάστηκε μόνος του μπροστά στόν ἡγεμόνα Μάξιμο, πού βρισκόταν τότε στήν Πομπηϊούπολη. Ἄς λεχθῆ παρενθετικά ὅτι πρόκειται γιά τήν Γαλατία, ἡ ὁποία ὀνομάσθηκε Πομπηϊούπολη ἀπό τόν Πομπήϊο, ὅταν ἐκεῖνος νίκησε τόν Μιθριδάτη.
Ὁ ἅγιος Καλλιόπιος, λοιπόν, ὁμολόγησε μέ θάρρος τήν πίστη του μπροστά στόν ἡγεμόνα καί ἐκεῖνος τόν ὑπέβαλε σέ φρικτά βασανιστήρια. Τοῦ ἔδεσε πίσω τά χέρια, τέντωσε τό σῶμα του σέ τροχό καί ἀπό κάτω ἄναψε φωτιά. Ἄγγελος Κυρίου, ὅμως, ἔσβησε τήν φωτιά καί σταμάτησε τόν τροχό. Τότε, γεμάτον πληγές, τόν ὁδήγησαν στήν φυλακή.
Ἡ μητέρα του ζήτησε νά τόν ἐπισκεφθῆ καί περέμεινε στήν φυλακή μαζί του. Κατά τά μεσάνυκτα, ἐνῶ προσεύχονταν καί συνέψαλλαν, ἡ φυλακή γέμισε ἀπό οὐράνιο φῶς καί ἀκού-σθηκε φωνή πού ἐνθάρρυνε τόν μάρτυρα.
Τέλος, ἐπειδή ὁ Καλλιόπιος ἔμεινε σταθερός καί ἀκλόνητος στήν πίστη του τόν σταύρωσαν, καί ἔτσι, ἔγινε κοι-νωνός καί τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ. Μάλιστα, ἡ ἡμέρα κατά τήν ὁποία τόν σταύρωσαν ἦταν Μεγάλη Πέμπτη καί ξημερώματα Μεγάλης Παρασκευῆς παρέδωσε τό πνεῦμα.
Τόν σταύρωσαν μέ τό κεφάλι πρός τά κάτω, γι’ αὐτό καί ὁ ἱερός ὑμνογράφος, ἐξυμνώντας τόν μάρτυρα, ἀναφωνεῖ: «Καλλιόπιος ἔμπαλιν παγείς ξύλῳ, Τόν ὀρθίως παγέντα δοξάζει Λόγον. Ζωήν Καλλιόπιος ἀγήρω ἑβδόμῃ εὗρεν. Δηλαδή, ὁ Καλλιόπιος, ὁ ὁποῖος καρφώθηκε ἀνάποδα στό ξύλο, δοξάζει τόν Λόγον, τόν Χριστόν, ὁ ὁποῖος σταυρώθηκε ὄρθιος. Ὁ Καλλιόπιος στίς 7 Ἀπριλίου βρῆκε τήν αἰώνια ζωή.
Ἡ μητέρα του, ὅταν ἄκουσε ὅτι θά τόν σταυρώσουν, δόξασε τόν Θεό γιά τήν μεγάλη τιμή πού ἐπεφύλαξε στόν υἱό της καί ἔσπευσε νά συναντήση τούς δημίους γιά νά τούς δώση χρήματα, προκειμένου νά μήν ἀλλάξουν γνώμη καί τόν θανατώσουν μέ ἄλλον τρόπο. Ὅταν ὁ μάρτυρας παρέδωσε τήν ἁγία ψυχή του στά χέρια τοῦ Θεοῦ, τήν στιγμή πού κατέβαζαν τό σῶμα του ἀπό τόν σταυρό ἡ μητέρα του τόν ἀγκάλιασε, καί ὅπως τόν εἶχε στήν ἀγλκαλιά της ξεψύχησε, γι’ αὐτό καί ἐνταφιάστηκαν μαζί.
Μάλιστα, ἡ ἡμέρα κατά τήν ὁποία τόν σταύρωσαν ἦταν Μεγάλη Πέμπτη καί ξημερώματα Μεγάλης Παρασκευῆς παρέδωσε τό πνεῦμα Ὁ βίος καί ἡ πολιτεία τοῦ μάρτυρος, καθώς καί τῆς μητέρας του, μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα:
Πρῶτον. Ὁ σταυρικός θάνατος ἐθεωρεῖτο ὡς ὁ πιό ἀτιμωτικός τρόπος θανατώσεως καί τό ξύλο τοῦ σταυροῦ ὡς ξύλο ντροπῆς καί καταδίκης. Συνήθως καταδικάζονταν σέ σταυρικό θάνατο ἐπικίνδυνοι ἐγκληματίες, ὅπως φονιάδες, ληστές κλπ., προκειμένου νά ὑποφέρουν ὅσο γίνεται περισσότερο, ἐπειδή γιά τούς σταυρωμένους ὁ θάνατος ἐρχόταν ἀργά καί βασανιστικά. Ἦταν ἀληθινό μαρτύριο. Μάλιστα, στό τέλος τούς ἔσπαζαν τά σκέλη καί ἔτσι πέθαιναν μέσα σέ φρικτούς πόνους. Ἀπό τότε, ὅμως, πού σταυρώθηκε ὁ Χριστός, τό ξύλο τοῦ σταυροῦ ἁγιάσθηκε. Ἔγινε ὅπλο ἰσχυρότατο ἐναντίον τῶν δαιμόνων, βακτηρία καί στήριγμα τῶν πιστῶν, ἀλλά καί καύχημά τους, ἀφοῦ σηκώνοντας τόν σταυρό τους καί ἀκολουθώντας τόν Χριστό γίνονται κοινωνοί τοῦ σταυρικοῦ Πάθους Του, ἀλλά καί τῆς Ἀναστάσεώς Του. Γι’ αὐτό καί οἱ μάρτυρες ἐθεωροῦσαν ὡς ὕψιστη τιμή καί εὐλογία τό νά τελειωθοῦν μέ σταυρικό θάνατο. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέγει ὅτι ὁ σταυρός πρίν τήν σταύρωση τοῦ Χριστοῦ ἦταν ἡ λέξη πού σήμαινε καταδίκη, τώρα ὅμως ἔγινε ἀντικείμενο τιμῆς καί προϋπόθεση τῆς σωτηρίας. Καί στήν συνέχεια τονίζει ὅτι ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ «φάνηκε περισσότερο στόν σταυρό, παρά ὅταν ἀνέστησε νεκρό, ὅταν ἐπετίμησε τήν θάλασσα καί τούς ἀνέμους, ὅταν ἀπομάκρυνε τούς δαίμονες», γιατί τότε, «ὅταν τόν σταύρωναν, ὅταν τόν κάρφωναν, ὅταν τόν εἰρωνεύονταν, ὅταν τόν κακολογοῦσαν, κατόρθωσε νά ἀλλάξη τήν πονηρή σκέψη τοῦ ληστή, γιά νά δῆς τήν δύναμή Του καί ἀπό τίς δύο πλευρές». Ἐπάνω στόν Σταυρό «ὁλόκληρη τήν κτίση συγκλόνισε καί τίς πέτρες ράγισε, καί τήν ψυχή τοῦ ληστή πού ἦταν πιό ἀναίσθητη ἀπό τήν πέτρα, τήν συγκίνησε καί τήν τίμησε». Καί «γιά νά μάθης πόσο σεβαστό πράγμα εἶναι ὁ σταυρός, γι’ αὐτό καί τόν ὀνόμασε δόξα».
Ἑπομένως, ἡ ἄρση τοῦ προσωπικοῦ σταυροῦ τοῦ καθενός ἀπό ἐμᾶς, πού εἶναι κυρίως ὁ ἀγώνας γιά τήν κατανίκηση τῶν παθῶν μας, καθώς ἐπίσης καί ἡ ὑπομονή στίς θλίψεις, τίς ἀσθένειες καί τούς πολυποίκιλους καθημερινούς πειρασμούς, ἀποτελεῖ μετοχή στό Πάθος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί στήν δόξα Του.
Ἐπίσης, ὁ Σταυρός, ὅπως τονίζει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, εἶναι μυστήριο, τό ὁποῖο, πολύ πρίν στηθῆ τό ξύλο τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ στόν Γολγοθᾶ, ἐνεργοῦσε καί ἔσωζε τούς Προπάτορές μας στήν Παλαιά Διαθήκη. Λέγει χαρακτηριστικά ὅτι «καί πρό τοῦ τόν σταυρόν παγῆναι, σταυρός ἦν ὁ σώζων».
Δεύτερον. Ὁ Χριστός εἶπε σέ ἐκείνους πού τοῦ ἀνήγγειλαν τόν ἐρχομό τῆς Μητέρας Του καί τῶν ἀδελφῶν Του, δηλαδή τῶν παιδιῶν του Ἰωσήφ πού ὀνο-μάζονται καί Ἀδελφόθεοι, ὅτι «μητέρα μου καί ἀδελφοί εἶναι αὐτοί πού ποιοῦν τό θέλημα τοῦ Οὐράνιου Πατέρα μου». Αὐτό σημαίνει ὅτι, ὅσοι ἀγαποῦν τόν Χριστό ἀληθινά, θυσιαστικά, καί ἀγωνίζονται νά ζοῦν σύμφωνα μέ τίς ἐντολές Του, αὐτοί γίνονται μητέρες, ἀδελφοί καί ἀδελφές τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ «ζοῦν ἐν Αὐτῷ», καί «Αὐτός ἐν αὐτοῖς», δηλαδή Τόν ἔχουν μέσα τους «νά κατοικῆ καί νά ἐμπεριπατῆ». Καί ἐπειδή ἀγαποῦν ἀληθινά τόν Χριστό, γι’ αὐτό ἀγαποῦν καί τίς ἔμψυχες εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, τούς ἀνθρώπους, ὅλους ἀνεξαιρέτως, καί αὐτούς ἀκόμα τούς ἐχθρούς τους. Ὅσον ἀφορᾶ τά παιδιά τους, τά ἀγαποῦν μέ μιά ἀγάπη καθαρή, λαμπικαρισμένη, ἀπαλλαγμένη ἀπό τά πάθη τῆς ἰδιοτέλειας καί τῆς φιλαυτίας. Τά ἀντιμετωπίζουν ὄχι σάν προσωπικό τους κτῆμα, ἀλλά ὡς δῶρα τοῦ Θεοῦ, καί χαίρονται ἀληθινά, ὅταν ἐκεῖνα δίνονται ὁλοκληρωτικά στόν Χριστό καί εἶναι ἕτοιμα νά θυσιαστοῦν γιά τήν ἀγάπη Του. Οἱ γονεῖς αὐτοί νοιάζονται, ἀσφαλῶς, γιά τήν μόρφωση, τήν πρόοδο, καί τήν προκοπή τῶν παιδιῶν τους, παράλληλα ὅμως φροντίζουν καί γιά τό αἰώνιο μέλλον τους, ἤτοι γιά τήν ἐπιμέλεια καί τήν σωτηρία τῆς ἀθανάτου ψυχῆς τους.
Ἑπομένως, πραγματικοί γονεῖς δέν εἶναι ἐκεῖνοι πού ἁπλῶς γεννοῦν, γιατί αὐτό τό κάνουν καί τά ἄλογα ζῶα, ἀλλά αὐτοί πού ἀναγεννοῦν, μέ τήν ἔννοια ὅτι φροντίζουν γιά τήν πνευματική ἀναγέννηση καί τήν σωτηρία τῶν παιδιῶν τους.
Πηγή: parembasis
paraklisi
Ὅταν ξέσπασε ὁ διωγμός ἐναντίον τῶν Χριστιανῶν, ὁ Καλλιόπιος, ὁ ὁποῖος διακρινόταν γιά τήν πνευματική του ἀνδρεία καί τό ἀγωνιστικό του φρόνημα, παρουσιάστηκε μόνος του μπροστά στόν ἡγεμόνα Μάξιμο, πού βρισκόταν τότε στήν Πομπηϊούπολη. Ἄς λεχθῆ παρενθετικά ὅτι πρόκειται γιά τήν Γαλατία, ἡ ὁποία ὀνομάσθηκε Πομπηϊούπολη ἀπό τόν Πομπήϊο, ὅταν ἐκεῖνος νίκησε τόν Μιθριδάτη.
Ὁ ἅγιος Καλλιόπιος, λοιπόν, ὁμολόγησε μέ θάρρος τήν πίστη του μπροστά στόν ἡγεμόνα καί ἐκεῖνος τόν ὑπέβαλε σέ φρικτά βασανιστήρια. Τοῦ ἔδεσε πίσω τά χέρια, τέντωσε τό σῶμα του σέ τροχό καί ἀπό κάτω ἄναψε φωτιά. Ἄγγελος Κυρίου, ὅμως, ἔσβησε τήν φωτιά καί σταμάτησε τόν τροχό. Τότε, γεμάτον πληγές, τόν ὁδήγησαν στήν φυλακή.
Ἡ μητέρα του ζήτησε νά τόν ἐπισκεφθῆ καί περέμεινε στήν φυλακή μαζί του. Κατά τά μεσάνυκτα, ἐνῶ προσεύχονταν καί συνέψαλλαν, ἡ φυλακή γέμισε ἀπό οὐράνιο φῶς καί ἀκού-σθηκε φωνή πού ἐνθάρρυνε τόν μάρτυρα.
Τέλος, ἐπειδή ὁ Καλλιόπιος ἔμεινε σταθερός καί ἀκλόνητος στήν πίστη του τόν σταύρωσαν, καί ἔτσι, ἔγινε κοι-νωνός καί τοῦ σταυρικοῦ θανάτου τοῦ Χριστοῦ. Μάλιστα, ἡ ἡμέρα κατά τήν ὁποία τόν σταύρωσαν ἦταν Μεγάλη Πέμπτη καί ξημερώματα Μεγάλης Παρασκευῆς παρέδωσε τό πνεῦμα.
Τόν σταύρωσαν μέ τό κεφάλι πρός τά κάτω, γι’ αὐτό καί ὁ ἱερός ὑμνογράφος, ἐξυμνώντας τόν μάρτυρα, ἀναφωνεῖ: «Καλλιόπιος ἔμπαλιν παγείς ξύλῳ, Τόν ὀρθίως παγέντα δοξάζει Λόγον. Ζωήν Καλλιόπιος ἀγήρω ἑβδόμῃ εὗρεν. Δηλαδή, ὁ Καλλιόπιος, ὁ ὁποῖος καρφώθηκε ἀνάποδα στό ξύλο, δοξάζει τόν Λόγον, τόν Χριστόν, ὁ ὁποῖος σταυρώθηκε ὄρθιος. Ὁ Καλλιόπιος στίς 7 Ἀπριλίου βρῆκε τήν αἰώνια ζωή.
Ἡ μητέρα του, ὅταν ἄκουσε ὅτι θά τόν σταυρώσουν, δόξασε τόν Θεό γιά τήν μεγάλη τιμή πού ἐπεφύλαξε στόν υἱό της καί ἔσπευσε νά συναντήση τούς δημίους γιά νά τούς δώση χρήματα, προκειμένου νά μήν ἀλλάξουν γνώμη καί τόν θανατώσουν μέ ἄλλον τρόπο. Ὅταν ὁ μάρτυρας παρέδωσε τήν ἁγία ψυχή του στά χέρια τοῦ Θεοῦ, τήν στιγμή πού κατέβαζαν τό σῶμα του ἀπό τόν σταυρό ἡ μητέρα του τόν ἀγκάλιασε, καί ὅπως τόν εἶχε στήν ἀγλκαλιά της ξεψύχησε, γι’ αὐτό καί ἐνταφιάστηκαν μαζί.
Μάλιστα, ἡ ἡμέρα κατά τήν ὁποία τόν σταύρωσαν ἦταν Μεγάλη Πέμπτη καί ξημερώματα Μεγάλης Παρασκευῆς παρέδωσε τό πνεῦμα Ὁ βίος καί ἡ πολιτεία τοῦ μάρτυρος, καθώς καί τῆς μητέρας του, μᾶς δίνουν τήν ἀφορμή νά τονίσουμε τά ἀκόλουθα:
Πρῶτον. Ὁ σταυρικός θάνατος ἐθεωρεῖτο ὡς ὁ πιό ἀτιμωτικός τρόπος θανατώσεως καί τό ξύλο τοῦ σταυροῦ ὡς ξύλο ντροπῆς καί καταδίκης. Συνήθως καταδικάζονταν σέ σταυρικό θάνατο ἐπικίνδυνοι ἐγκληματίες, ὅπως φονιάδες, ληστές κλπ., προκειμένου νά ὑποφέρουν ὅσο γίνεται περισσότερο, ἐπειδή γιά τούς σταυρωμένους ὁ θάνατος ἐρχόταν ἀργά καί βασανιστικά. Ἦταν ἀληθινό μαρτύριο. Μάλιστα, στό τέλος τούς ἔσπαζαν τά σκέλη καί ἔτσι πέθαιναν μέσα σέ φρικτούς πόνους. Ἀπό τότε, ὅμως, πού σταυρώθηκε ὁ Χριστός, τό ξύλο τοῦ σταυροῦ ἁγιάσθηκε. Ἔγινε ὅπλο ἰσχυρότατο ἐναντίον τῶν δαιμόνων, βακτηρία καί στήριγμα τῶν πιστῶν, ἀλλά καί καύχημά τους, ἀφοῦ σηκώνοντας τόν σταυρό τους καί ἀκολουθώντας τόν Χριστό γίνονται κοινωνοί τοῦ σταυρικοῦ Πάθους Του, ἀλλά καί τῆς Ἀναστάσεώς Του. Γι’ αὐτό καί οἱ μάρτυρες ἐθεωροῦσαν ὡς ὕψιστη τιμή καί εὐλογία τό νά τελειωθοῦν μέ σταυρικό θάνατο. Ὁ ἱερός Χρυσόστομος λέγει ὅτι ὁ σταυρός πρίν τήν σταύρωση τοῦ Χριστοῦ ἦταν ἡ λέξη πού σήμαινε καταδίκη, τώρα ὅμως ἔγινε ἀντικείμενο τιμῆς καί προϋπόθεση τῆς σωτηρίας. Καί στήν συνέχεια τονίζει ὅτι ἡ δύναμη τοῦ Χριστοῦ «φάνηκε περισσότερο στόν σταυρό, παρά ὅταν ἀνέστησε νεκρό, ὅταν ἐπετίμησε τήν θάλασσα καί τούς ἀνέμους, ὅταν ἀπομάκρυνε τούς δαίμονες», γιατί τότε, «ὅταν τόν σταύρωναν, ὅταν τόν κάρφωναν, ὅταν τόν εἰρωνεύονταν, ὅταν τόν κακολογοῦσαν, κατόρθωσε νά ἀλλάξη τήν πονηρή σκέψη τοῦ ληστή, γιά νά δῆς τήν δύναμή Του καί ἀπό τίς δύο πλευρές». Ἐπάνω στόν Σταυρό «ὁλόκληρη τήν κτίση συγκλόνισε καί τίς πέτρες ράγισε, καί τήν ψυχή τοῦ ληστή πού ἦταν πιό ἀναίσθητη ἀπό τήν πέτρα, τήν συγκίνησε καί τήν τίμησε». Καί «γιά νά μάθης πόσο σεβαστό πράγμα εἶναι ὁ σταυρός, γι’ αὐτό καί τόν ὀνόμασε δόξα».
Ἑπομένως, ἡ ἄρση τοῦ προσωπικοῦ σταυροῦ τοῦ καθενός ἀπό ἐμᾶς, πού εἶναι κυρίως ὁ ἀγώνας γιά τήν κατανίκηση τῶν παθῶν μας, καθώς ἐπίσης καί ἡ ὑπομονή στίς θλίψεις, τίς ἀσθένειες καί τούς πολυποίκιλους καθημερινούς πειρασμούς, ἀποτελεῖ μετοχή στό Πάθος τοῦ Χριστοῦ, ἀλλά καί στήν δόξα Του.
Ἐπίσης, ὁ Σταυρός, ὅπως τονίζει ὁ ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, εἶναι μυστήριο, τό ὁποῖο, πολύ πρίν στηθῆ τό ξύλο τοῦ Σταυροῦ τοῦ Χριστοῦ στόν Γολγοθᾶ, ἐνεργοῦσε καί ἔσωζε τούς Προπάτορές μας στήν Παλαιά Διαθήκη. Λέγει χαρακτηριστικά ὅτι «καί πρό τοῦ τόν σταυρόν παγῆναι, σταυρός ἦν ὁ σώζων».
Δεύτερον. Ὁ Χριστός εἶπε σέ ἐκείνους πού τοῦ ἀνήγγειλαν τόν ἐρχομό τῆς Μητέρας Του καί τῶν ἀδελφῶν Του, δηλαδή τῶν παιδιῶν του Ἰωσήφ πού ὀνο-μάζονται καί Ἀδελφόθεοι, ὅτι «μητέρα μου καί ἀδελφοί εἶναι αὐτοί πού ποιοῦν τό θέλημα τοῦ Οὐράνιου Πατέρα μου». Αὐτό σημαίνει ὅτι, ὅσοι ἀγαποῦν τόν Χριστό ἀληθινά, θυσιαστικά, καί ἀγωνίζονται νά ζοῦν σύμφωνα μέ τίς ἐντολές Του, αὐτοί γίνονται μητέρες, ἀδελφοί καί ἀδελφές τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ «ζοῦν ἐν Αὐτῷ», καί «Αὐτός ἐν αὐτοῖς», δηλαδή Τόν ἔχουν μέσα τους «νά κατοικῆ καί νά ἐμπεριπατῆ». Καί ἐπειδή ἀγαποῦν ἀληθινά τόν Χριστό, γι’ αὐτό ἀγαποῦν καί τίς ἔμψυχες εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ, τούς ἀνθρώπους, ὅλους ἀνεξαιρέτως, καί αὐτούς ἀκόμα τούς ἐχθρούς τους. Ὅσον ἀφορᾶ τά παιδιά τους, τά ἀγαποῦν μέ μιά ἀγάπη καθαρή, λαμπικαρισμένη, ἀπαλλαγμένη ἀπό τά πάθη τῆς ἰδιοτέλειας καί τῆς φιλαυτίας. Τά ἀντιμετωπίζουν ὄχι σάν προσωπικό τους κτῆμα, ἀλλά ὡς δῶρα τοῦ Θεοῦ, καί χαίρονται ἀληθινά, ὅταν ἐκεῖνα δίνονται ὁλοκληρωτικά στόν Χριστό καί εἶναι ἕτοιμα νά θυσιαστοῦν γιά τήν ἀγάπη Του. Οἱ γονεῖς αὐτοί νοιάζονται, ἀσφαλῶς, γιά τήν μόρφωση, τήν πρόοδο, καί τήν προκοπή τῶν παιδιῶν τους, παράλληλα ὅμως φροντίζουν καί γιά τό αἰώνιο μέλλον τους, ἤτοι γιά τήν ἐπιμέλεια καί τήν σωτηρία τῆς ἀθανάτου ψυχῆς τους.
Ἑπομένως, πραγματικοί γονεῖς δέν εἶναι ἐκεῖνοι πού ἁπλῶς γεννοῦν, γιατί αὐτό τό κάνουν καί τά ἄλογα ζῶα, ἀλλά αὐτοί πού ἀναγεννοῦν, μέ τήν ἔννοια ὅτι φροντίζουν γιά τήν πνευματική ἀναγέννηση καί τήν σωτηρία τῶν παιδιῶν τους.
Πηγή: parembasis
paraklisi
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Τα νούμερα τηλεθέασης(18/54) στα κεντρικά δελτία ειδήσεων (6/4/20)
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ