2019-01-31 10:43:21
Κατά αποκλειστικότητα το News 24/7 παρουσιάζει την έρευνα-μελέτη του ΕΛΙΑΜΕΠ για την στρατιωτική θητεία. Η κατάσταση της άμυνας και οι ρεαλιστικές μεταρρυθμιστικές προτάσεις. Πώς πρέπει να αντιμετωπιστεί η τουρκική προκλητικότητα.
Κωνσταντίνος Σαρρηκώστας
Την επιτακτική ανάγκη εκσυγχρονισμού του θεσμού της στρατιωτικής θητείας στην Ελλάδα, μέσα από την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που από τη μία θα είναι “συμβατές” με την οικονομική κατάσταση της χώρας και από την άλλη δεν θα παραβλέπουν την αστάθεια και τη ρευστότητα που επικρατεί στη “γειτονιά” της, εξετάζει νέα μελέτη του Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ) την οποία εξασφάλισε το News24/7.
Τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στο κείμενο εργασίας 50 σελίδων που “υπογράφουν” ένας εκ των πλέον καταξιωμένων αμυντικών αναλυτών, ο κ. Μάνος Ηλιάδης και ο Γενικός Διευθυντής του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής, Δρ Θάνος Ντόκος, προκαλούν προβληματισμό, αφού καταδεικνύουν με τον πλέον αξιόπιστο τρόπο πως “ο ελληνικός αμυντικός μηχανισμός βρίσκεται στη συγκριτικά χειρότερη κατάσταση που έχει βρεθεί μετά την μεταπολίτευση” αλλά και πως είναι επιτακτικότερο όσο ποτέ άλλοτε να υπάρξουν “αλλαγές σε έναν εκ των σημαντικότερων συντελεστών ισχύος στο πλαίσιο της ελληνικής αμυντικής πολιτικής: την αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού μέσω της στρατιωτικής θητείας”.
Η κατάσταση της άμυνας
Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στη μελέτη που διενήργησε το ΕΛΙΑΜΕΠ, για μια χώρα όπως η Ελλάδα που βρίσκεται σε μια «δύσκολη γειτονιά», οι Ένοπλες Δυνάμεις αποτελούν ένα από τα βασικότερα «εργαλεία» αντιμετώπισης απειλών και διαχείρισης κρίσεων
. Στόχος θα πρέπει να αποτελεί η μέγιστη δυνατή αξιοποίηση των διατιθέμενων πόρων και η διατήρηση της αποτρεπτικής ικανότητας της χώρας, στοιχείο που θα βελτιώσει επιπροσθέτως και τη διαπραγματευτική μας ισχύ και περιφερειακό ρόλο.
Υπάρχουν τρεις τρόποι για να καταστραφεί ένα στράτευμα, και δυστυχώς στην Ελλάδα τους βλέπουμε και τους τρεις σε πλήρη εφαρμογή “καθ’ υπαγόρευση των θεσμών, από όλες τις κυβερνήσεις μετά την υπογραφή του πρώτου Μνημονίου”. Οι τρόποι αυτοί είναι α) η μη ανανέωση του εξοπλισμού, με αποτέλεσμα να καθίσταται σύντομα απηρχαιωμένο και να καθορίζει την μορφή των επιχειρήσεων που είναι δυνατόν να αναλάβει, β) ο δραστικός περιορισμός των λειτουργικών δαπανών που πλήττει άμεσα τη συντήρηση του υπάρχοντος υλικού και που σε συνδυασμό με την μεγάλη υποβάθμιση της εκπαίδευσης (μείωση ασκήσεων, βολών κ.λπ.) και την έλλειψη καυσίμων οδηγεί στην κάθετη μείωση του αξιόμαχου και το όλο σύστημα σε ακινησία και γ) η μείωση του προσωπικού και η καταδίκη στην εξαθλίωση αυτών που παραμένουν μέσω της σημαντικής και μη-αναστρέψιμης μείωσης των μισθών και συντάξεων.
Έχει ενδιαφέρον, άλλωστε ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία που της έκθεσης το News24/7 από την μελέτη, φαίνεται ότι παρά το γεγονός ότι ο τομέας της Άμυνας και των Ενόπλων Δυνάμεων αποτελεί διαχρονικά εκείνον που σε όλες τις δημοσκοπήσεις συγκεντρώνει την μεγαλύτερη εκτίμηση και εμπιστοσύνη των πολιτών, τα τελευταία χρόνια είναι και εκείνος που βρίσκεται σε συγκριτικά χειρότερη κατάσταση.
Η θέση στην οποία έχει, δε, περιέλθει βρίσκεται σε ευθεία συνάρτηση με την πορεία των δαπανών. Αναλυτικότερα: ο πρώτος μνημονιακός αμυντικός προϋπολογισμός, από 6,317 δισ. το 2009, μειώθηκε σε 4,531 δισ. το 2010 (2,03% του ΑΕΠ), ενώ για την πενταετία 2006-2010 η αξία των εξοπλιστικών προγραμμάτων και για τους τρεις Κλάδους των Ε.Δ. “έπεσε” στα 962 εκατ. Ευρώ το οποίο αποτελεί ιστορικό ρεκόρ (προς τα κάτω) από την Μεταπολίτευση. Οι αμυντικές δαπάνες του 2011 μειώνονται, ωστόσο, περαιτέρω στο επίπεδο των 3,603 δισ. ευρώ (1,73% του ΑΕΠ), εν συνεχεία στα 3,436 δισ. το 2012 και ακολούθως στα 3,692 δισ. το 2013, με τα ποσά αυτά να σταθεροποιούνται στο ίδιο περίπου ύψος και τα επόμενα έτη, μέχρι και τώρα.
“Με τον αμυντικό προϋπολογισμό του 2017 και 2018 να είναι σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα, 3,08 δισ. το 2017 και 3,18 δισ. το 2018 και την κατάσταση στη χρηματοδότηση της άμυνας να εκτιμάται σχεδόν μετά βεβαιότητας ότι θα παραμείνει η ίδια τουλάχιστον μέχρι το 2022, οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, όπως τις ξέραμε μέχρι πρόσφατα, θα είναι πλέον μία μακρινή ανάμνηση. Να σημειωθεί ότι στις ένοπλες δυνάμεις, ό,τι χτίζεται με κόπο, εμπειρία ετών και αίμα, δεν ξαναφτιάχνεται παρά σε βάθος χρόνου και ικανή χρηματοδότηση και ότι αυτή η υποβάθμιση του αμυντικού μηχανισμού της χώρας σημειώθηκε ακριβώς την περίοδο της κάθετης ανόδου της στρατιωτικής ισχύος της Τουρκίας” υπογραμμίζεται στο κείμενο της ανάλυσης των δύο έμπειρων στα αμυντικά θέματα συντακτών.
Ρεαλιστικές προτάσεις πολιτικής
Υπάρχει, ωστόσο, κάποια μεταρρυθμιστική πρόταση που θα μπορούσε να συνεισφέρει προς την κατεύθυνση του εξορθολογισμού και εκσυγχρονισμού του θεσμού της στρατιωτικής θητείας, ώστε τελικά αυτός να καταφέρει να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις δύο μεγαλύτερες υφιστάμενες προκλήσεις: δηλαδή την εξασφάλιση επαρκούς αριθμού στρατευσίμων και την αλλαγή αντίληψης των στρατευσίμων περί “χαμένου χρόνου” όσο διαρκεί η στράτευση;
Η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πρώτον υπό την προϋπόθεση της μη ουσιαστικής αλλαγής στην εκτίμηση απειλής και τις βασικές συνιστώσες στην εξίσωση εθνικής ασφαλείας και δεύτερον με βάση την παραδοχή ότι η μετεξέλιξη των ελληνικών ΕΔ σε (ημι)-επαγγελματική στρατιωτική δύναμη δεν είναι εφικτή λόγω οικονομικών και άλλων περιορισμών, υπάρχουν οι ακόλουθες επιλογές:
Πρόταση 1:
διεύρυνση της στρατολογικής βάσης μέσω της υποχρεωτικής στράτευσης στα 18-19 (με κατοχύρωση θέσης στα ΑΕΙ)
ουσιαστική αύξηση μηνιαίας αποζημίωσης για στρατευσίμους
διερεύνηση της δυνατότητας παροχής πρόσθετων δεξιοτήτων κατά τη διάρκεια της θητείας
Πρόταση 2 (συμπληρωματική της Πρότασης 1):
Αύξηση διάρκειας θητείας κατά 3 μήνες και
Πρόταση 3 (συμπληρωματική των Προτάσεων 1 & 2):
Στράτευση γυναικών, μικρότερης διάρκειας και αξιοποίηση αυτών κυρίως –αλλά όχι αποκλειστικά- σε διοικητικά καθήκοντα.
“Εφόσον η αίσθηση απειλής έχει ίσως μεταβληθεί ποιοτικά (όσον αφορά στο κέντρο βάρους της ενέργειας του αντιπάλου), χωρίς να έχει μειωθεί ποσοτικά και η ανάγκη για ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις παραμένει, κάτι πρέπει να αλλάξει στην κεντρική εξίσωση ασφαλείας (αποτρεπτική ισχύς= έμψυχο δυναμικό + οικονομικοί πόροι + οπλικά συστήματα + στρατηγικό/επιχειρησιακό δόγμα + συμμαχίες) για να μπορεί η χώρα να διατηρήσει την αποτρεπτική της ικανότητα. Όταν μια μεταβλητή μειώνεται σημαντικά, υποχρεωτικά κάτι πρέπει να αλλάξει για να διατηρηθεί το άθροισμα στα ίδια περίπου επίπεδα” αναφέρουν οι δύο συγγραφείς της μελέτης, επιλέγοντας να κλείσουν τα συμπεράσματά τους με μία φράση γεμάτη νόημα: “Για όλα αυτά τα ζητήματα, είναι απολύτως αναγκαία μια σοβαρή συζήτηση, τόσο εντός της σφαίρας του δημοσίου διαλόγου, όσο και, κυρίως, εντός του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου”.
Μέσο-μακροπρόθεσμη στρατηγική απέναντι στην Τουρκία
Για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις η έρευνα του ΕΛΙΑΜΕΠ σημειώνει ότι “μπορούν να ομαλοποιηθούν πλήρως μόνο μέσω της διπλωματικής οδού. Μια πολεμική σύγκρουση θα μας εμπλέξει σε φαύλους κύκλους εντάσεων για τα επόμενα 30 χρόνια και ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί ως ενδεχόμενο, δεν θα πρέπει να θεωρείται και ως αναπόφευκτη. Επειδή όμως ατυχήματα συμβαίνουν, οι κακές εκτιμήσεις δεν είναι σπάνιες και εσωτερικές πολιτικές κρίσεις μπορεί να οδηγήσουν σε εξωτερικές περιπέτειες για λόγους αντιπερισπασμού, ο στόχος θα πρέπει να είναι να κρατήσουμε τους όποιους γείτονες μακριά από επικίνδυνες σκέψεις και ενέργειες. Η επιδίωξη μας πρέπει να είναι η διατήρηση αρνητικής σχέσης κόστους οφέλους σε οποιοδήποτε σενάριο κλιμάκωσης και σύγκρουσης. Η απαραίτητη τεχνογνωσία και οι ιδέες υπάρχουν στις τάξεις των ΕΕΔ (αν και θα χρειαστούν και αντι-συμβατικές προσεγγίσεις/out of thebox thinking), χρειάζονται όμως πολιτικές αποφάσεις από διαδοχικές κυβερνήσεις, με αίσθημα ευθύνης, διάθεση να αγνοήσουν το πολιτικό κόστος και να συγκρουστούν με κατεστημένα συμφέροντα όπου αυτό απαιτηθεί”.
Και προτείνεται:
- αρραγές εσωτερικό μέτωπο σε εθνικά θέματα
- ισχυρές προσπάθειες για τη διατήρηση της ισορροπίας στρατιωτικών δυνάμεων (μέσω ρηξικέλευθων επιλογών)
- κάλυψη θεσμικού κενού στους τομείς του στρατηγικού σχεδιασμού και χειρισμού κρίσεων
- οικοδόμηση και εμβάθυνση συμμαχιών
- ενίσχυση του περιορισμένης δυναμικότητας μηχανισμού για την παρακολούθηση και ανάλυση εσωτερικών και εξωτερικών εξελίξεων στη γειτονική χώρα
- κλείσιμο άλλων εξωτερικών μετώπων με λύσεις ανεκτού κόστους
- συνδιαμόρφωση σχέσεων ΕΕ και Τουρκίας και συμβολή στην ενίσχυση ευρωπαϊκών ικανοτήτων σε θέματα άμυνας με στόχο την έμμεση κατοχύρωση της ελληνικής ασφάλειας.
Διαβάστε την έρευνα:
staratalogia
Κωνσταντίνος Σαρρηκώστας
Την επιτακτική ανάγκη εκσυγχρονισμού του θεσμού της στρατιωτικής θητείας στην Ελλάδα, μέσα από την εφαρμογή μεταρρυθμίσεων που από τη μία θα είναι “συμβατές” με την οικονομική κατάσταση της χώρας και από την άλλη δεν θα παραβλέπουν την αστάθεια και τη ρευστότητα που επικρατεί στη “γειτονιά” της, εξετάζει νέα μελέτη του Ελληνικό Ίδρυμα Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής (ΕΛΙΑΜΕΠ) την οποία εξασφάλισε το News24/7.
Τα στοιχεία που περιλαμβάνονται στο κείμενο εργασίας 50 σελίδων που “υπογράφουν” ένας εκ των πλέον καταξιωμένων αμυντικών αναλυτών, ο κ. Μάνος Ηλιάδης και ο Γενικός Διευθυντής του Ελληνικού Ιδρύματος Ευρωπαϊκής και Εξωτερικής Πολιτικής, Δρ Θάνος Ντόκος, προκαλούν προβληματισμό, αφού καταδεικνύουν με τον πλέον αξιόπιστο τρόπο πως “ο ελληνικός αμυντικός μηχανισμός βρίσκεται στη συγκριτικά χειρότερη κατάσταση που έχει βρεθεί μετά την μεταπολίτευση” αλλά και πως είναι επιτακτικότερο όσο ποτέ άλλοτε να υπάρξουν “αλλαγές σε έναν εκ των σημαντικότερων συντελεστών ισχύος στο πλαίσιο της ελληνικής αμυντικής πολιτικής: την αξιοποίηση του ανθρώπινου δυναμικού μέσω της στρατιωτικής θητείας”.
Η κατάσταση της άμυνας
Πιο συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στη μελέτη που διενήργησε το ΕΛΙΑΜΕΠ, για μια χώρα όπως η Ελλάδα που βρίσκεται σε μια «δύσκολη γειτονιά», οι Ένοπλες Δυνάμεις αποτελούν ένα από τα βασικότερα «εργαλεία» αντιμετώπισης απειλών και διαχείρισης κρίσεων
Υπάρχουν τρεις τρόποι για να καταστραφεί ένα στράτευμα, και δυστυχώς στην Ελλάδα τους βλέπουμε και τους τρεις σε πλήρη εφαρμογή “καθ’ υπαγόρευση των θεσμών, από όλες τις κυβερνήσεις μετά την υπογραφή του πρώτου Μνημονίου”. Οι τρόποι αυτοί είναι α) η μη ανανέωση του εξοπλισμού, με αποτέλεσμα να καθίσταται σύντομα απηρχαιωμένο και να καθορίζει την μορφή των επιχειρήσεων που είναι δυνατόν να αναλάβει, β) ο δραστικός περιορισμός των λειτουργικών δαπανών που πλήττει άμεσα τη συντήρηση του υπάρχοντος υλικού και που σε συνδυασμό με την μεγάλη υποβάθμιση της εκπαίδευσης (μείωση ασκήσεων, βολών κ.λπ.) και την έλλειψη καυσίμων οδηγεί στην κάθετη μείωση του αξιόμαχου και το όλο σύστημα σε ακινησία και γ) η μείωση του προσωπικού και η καταδίκη στην εξαθλίωση αυτών που παραμένουν μέσω της σημαντικής και μη-αναστρέψιμης μείωσης των μισθών και συντάξεων.
Έχει ενδιαφέρον, άλλωστε ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία που της έκθεσης το News24/7 από την μελέτη, φαίνεται ότι παρά το γεγονός ότι ο τομέας της Άμυνας και των Ενόπλων Δυνάμεων αποτελεί διαχρονικά εκείνον που σε όλες τις δημοσκοπήσεις συγκεντρώνει την μεγαλύτερη εκτίμηση και εμπιστοσύνη των πολιτών, τα τελευταία χρόνια είναι και εκείνος που βρίσκεται σε συγκριτικά χειρότερη κατάσταση.
Η θέση στην οποία έχει, δε, περιέλθει βρίσκεται σε ευθεία συνάρτηση με την πορεία των δαπανών. Αναλυτικότερα: ο πρώτος μνημονιακός αμυντικός προϋπολογισμός, από 6,317 δισ. το 2009, μειώθηκε σε 4,531 δισ. το 2010 (2,03% του ΑΕΠ), ενώ για την πενταετία 2006-2010 η αξία των εξοπλιστικών προγραμμάτων και για τους τρεις Κλάδους των Ε.Δ. “έπεσε” στα 962 εκατ. Ευρώ το οποίο αποτελεί ιστορικό ρεκόρ (προς τα κάτω) από την Μεταπολίτευση. Οι αμυντικές δαπάνες του 2011 μειώνονται, ωστόσο, περαιτέρω στο επίπεδο των 3,603 δισ. ευρώ (1,73% του ΑΕΠ), εν συνεχεία στα 3,436 δισ. το 2012 και ακολούθως στα 3,692 δισ. το 2013, με τα ποσά αυτά να σταθεροποιούνται στο ίδιο περίπου ύψος και τα επόμενα έτη, μέχρι και τώρα.
“Με τον αμυντικό προϋπολογισμό του 2017 και 2018 να είναι σε ακόμη χαμηλότερα επίπεδα, 3,08 δισ. το 2017 και 3,18 δισ. το 2018 και την κατάσταση στη χρηματοδότηση της άμυνας να εκτιμάται σχεδόν μετά βεβαιότητας ότι θα παραμείνει η ίδια τουλάχιστον μέχρι το 2022, οι Ελληνικές Ένοπλες Δυνάμεις, όπως τις ξέραμε μέχρι πρόσφατα, θα είναι πλέον μία μακρινή ανάμνηση. Να σημειωθεί ότι στις ένοπλες δυνάμεις, ό,τι χτίζεται με κόπο, εμπειρία ετών και αίμα, δεν ξαναφτιάχνεται παρά σε βάθος χρόνου και ικανή χρηματοδότηση και ότι αυτή η υποβάθμιση του αμυντικού μηχανισμού της χώρας σημειώθηκε ακριβώς την περίοδο της κάθετης ανόδου της στρατιωτικής ισχύος της Τουρκίας” υπογραμμίζεται στο κείμενο της ανάλυσης των δύο έμπειρων στα αμυντικά θέματα συντακτών.
Ρεαλιστικές προτάσεις πολιτικής
Υπάρχει, ωστόσο, κάποια μεταρρυθμιστική πρόταση που θα μπορούσε να συνεισφέρει προς την κατεύθυνση του εξορθολογισμού και εκσυγχρονισμού του θεσμού της στρατιωτικής θητείας, ώστε τελικά αυτός να καταφέρει να ανταποκριθεί αποτελεσματικά στις δύο μεγαλύτερες υφιστάμενες προκλήσεις: δηλαδή την εξασφάλιση επαρκούς αριθμού στρατευσίμων και την αλλαγή αντίληψης των στρατευσίμων περί “χαμένου χρόνου” όσο διαρκεί η στράτευση;
Η μελέτη καταλήγει στο συμπέρασμα ότι πρώτον υπό την προϋπόθεση της μη ουσιαστικής αλλαγής στην εκτίμηση απειλής και τις βασικές συνιστώσες στην εξίσωση εθνικής ασφαλείας και δεύτερον με βάση την παραδοχή ότι η μετεξέλιξη των ελληνικών ΕΔ σε (ημι)-επαγγελματική στρατιωτική δύναμη δεν είναι εφικτή λόγω οικονομικών και άλλων περιορισμών, υπάρχουν οι ακόλουθες επιλογές:
Πρόταση 1:
διεύρυνση της στρατολογικής βάσης μέσω της υποχρεωτικής στράτευσης στα 18-19 (με κατοχύρωση θέσης στα ΑΕΙ)
ουσιαστική αύξηση μηνιαίας αποζημίωσης για στρατευσίμους
διερεύνηση της δυνατότητας παροχής πρόσθετων δεξιοτήτων κατά τη διάρκεια της θητείας
Πρόταση 2 (συμπληρωματική της Πρότασης 1):
Αύξηση διάρκειας θητείας κατά 3 μήνες και
Πρόταση 3 (συμπληρωματική των Προτάσεων 1 & 2):
Στράτευση γυναικών, μικρότερης διάρκειας και αξιοποίηση αυτών κυρίως –αλλά όχι αποκλειστικά- σε διοικητικά καθήκοντα.
“Εφόσον η αίσθηση απειλής έχει ίσως μεταβληθεί ποιοτικά (όσον αφορά στο κέντρο βάρους της ενέργειας του αντιπάλου), χωρίς να έχει μειωθεί ποσοτικά και η ανάγκη για ισχυρές Ένοπλες Δυνάμεις παραμένει, κάτι πρέπει να αλλάξει στην κεντρική εξίσωση ασφαλείας (αποτρεπτική ισχύς= έμψυχο δυναμικό + οικονομικοί πόροι + οπλικά συστήματα + στρατηγικό/επιχειρησιακό δόγμα + συμμαχίες) για να μπορεί η χώρα να διατηρήσει την αποτρεπτική της ικανότητα. Όταν μια μεταβλητή μειώνεται σημαντικά, υποχρεωτικά κάτι πρέπει να αλλάξει για να διατηρηθεί το άθροισμα στα ίδια περίπου επίπεδα” αναφέρουν οι δύο συγγραφείς της μελέτης, επιλέγοντας να κλείσουν τα συμπεράσματά τους με μία φράση γεμάτη νόημα: “Για όλα αυτά τα ζητήματα, είναι απολύτως αναγκαία μια σοβαρή συζήτηση, τόσο εντός της σφαίρας του δημοσίου διαλόγου, όσο και, κυρίως, εντός του κατάλληλου θεσμικού πλαισίου”.
Μέσο-μακροπρόθεσμη στρατηγική απέναντι στην Τουρκία
Για τις ελληνοτουρκικές σχέσεις η έρευνα του ΕΛΙΑΜΕΠ σημειώνει ότι “μπορούν να ομαλοποιηθούν πλήρως μόνο μέσω της διπλωματικής οδού. Μια πολεμική σύγκρουση θα μας εμπλέξει σε φαύλους κύκλους εντάσεων για τα επόμενα 30 χρόνια και ενώ δεν μπορεί να αποκλειστεί ως ενδεχόμενο, δεν θα πρέπει να θεωρείται και ως αναπόφευκτη. Επειδή όμως ατυχήματα συμβαίνουν, οι κακές εκτιμήσεις δεν είναι σπάνιες και εσωτερικές πολιτικές κρίσεις μπορεί να οδηγήσουν σε εξωτερικές περιπέτειες για λόγους αντιπερισπασμού, ο στόχος θα πρέπει να είναι να κρατήσουμε τους όποιους γείτονες μακριά από επικίνδυνες σκέψεις και ενέργειες. Η επιδίωξη μας πρέπει να είναι η διατήρηση αρνητικής σχέσης κόστους οφέλους σε οποιοδήποτε σενάριο κλιμάκωσης και σύγκρουσης. Η απαραίτητη τεχνογνωσία και οι ιδέες υπάρχουν στις τάξεις των ΕΕΔ (αν και θα χρειαστούν και αντι-συμβατικές προσεγγίσεις/out of thebox thinking), χρειάζονται όμως πολιτικές αποφάσεις από διαδοχικές κυβερνήσεις, με αίσθημα ευθύνης, διάθεση να αγνοήσουν το πολιτικό κόστος και να συγκρουστούν με κατεστημένα συμφέροντα όπου αυτό απαιτηθεί”.
Και προτείνεται:
- αρραγές εσωτερικό μέτωπο σε εθνικά θέματα
- ισχυρές προσπάθειες για τη διατήρηση της ισορροπίας στρατιωτικών δυνάμεων (μέσω ρηξικέλευθων επιλογών)
- κάλυψη θεσμικού κενού στους τομείς του στρατηγικού σχεδιασμού και χειρισμού κρίσεων
- οικοδόμηση και εμβάθυνση συμμαχιών
- ενίσχυση του περιορισμένης δυναμικότητας μηχανισμού για την παρακολούθηση και ανάλυση εσωτερικών και εξωτερικών εξελίξεων στη γειτονική χώρα
- κλείσιμο άλλων εξωτερικών μετώπων με λύσεις ανεκτού κόστους
- συνδιαμόρφωση σχέσεων ΕΕ και Τουρκίας και συμβολή στην ενίσχυση ευρωπαϊκών ικανοτήτων σε θέματα άμυνας με στόχο την έμμεση κατοχύρωση της ελληνικής ασφάλειας.
Διαβάστε την έρευνα:
staratalogia
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Πόλεμος στους δρόμους -959 τροχαία τον Νοέμβριο, με 64 νεκρούς
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ