2017-03-07 11:42:55
Η ιδιόχειρη διαθήκη της δημοσιεύτηκε στο Ειρηνοδικείο Βόλου. Η 91χρονη γυναίκα, πέθανε σε οίκο ευγηρίας στην Αθήνα μόνη Αναγνώρισε εν ζωή την υποδειγματική λειτουργία της Λαϊκής Βιβλιοθήκης Βόλου και την ευεργέτησε μετά θάνατον. Η 91χρονη Μαρία Σπέντζα, η οποία έφυγε από τη ζωή τον περασμένο Οκτώβριο, κληροδότησε στη Λαϊκή Βιβλιοθήκη Βόλου 43 γραφεία που βρίσκονται στο μέγαρο Κισσού στην Ιωλκού. Η ιδιόχειρη διαθήκη της δημοσιεύτηκε στο Ειρηνοδικείο Βόλου. Η 91χρονη γυναίκα, σύμφωνα με πληροφορίες, πέθανε στις 30 Οκτωβρίου σε οίκο ευγηρίας στην Αθήνα μόνη. Στις 18 Δεκεμβρίου, τα μέλη της Διοικητικής Επιτροπής τέλεσαν μνημόσυνο με τη συμπλήρωση σαράντα ημερών από το θάνατο της 91χρονης στον Μητροπολιτικό Ναό Αγίου Νικολάου Βόλου. Η Λαϊκή Βιβλιοθήκη Βόλου πραγματοποίησε πολλές εκδηλώσεις στη μνήμη της.
Η Μαρία Σπέντζα γεννήθηκε στο Παρίσι και έμενε στην Ελβετία όμως από τότε που έχασε το σύζυγό της Γεώργιο Σπέντζα είχε αποτραβηχτεί στη Λωζάνη. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της επισκεπτόταν ανά διαστήματα το Βόλο απ’ όπου καταγόταν. Ηταν κόρη του Δαμιανού Κυριαζή πρωτότοκου γιου του Ιωάννη Κυριαζή, καπνοβιομήχανου από τον Κισσό Πηλίου. Η οικογένεια είχε μία από τις σημαντικότερες καπνοβιομηνίες της Αιγύπτου.
Η διαθήκη που έκρυβε εκπλήξεις
Η ιδιόγραφή διαθήκη, σύμφωνα με πληροφορίες, είχε συνταχθεί πριν από περίπου εφτά χρόνια και είχε παραδοθεί στη Λαϊκή Βιβλιοθήκη Βόλου. Δημοσιεύτηκε πριν από δεκαπέντε μέρες στο Ειρηνοδικείο Βόλου. Σε κείμενο της διαθήκης η 91χρονη ανέφερε: «Επιθυμώ μετά το θάνατό μου η εις Βόλο επί της οδού Ελ. Βενιζελου 6 Δημητριάδος και Ιωλκού περιουσία μου, τα 43 γραφεία, που βρίσκονται στο Μέγαρο Κισσός, να περιέλθουν στο κληροδότημα του πατέρα μου και τούτο γιατί η επί 40 χρονια υποδειγματική λειτουργία της με έπεισε ότι πρέπει κι εγώ να συνεισφέρω στη μετά θάνατο εις Βόλο κειμένη ιδιοκτησία μου εις το ίδρυμα αυτό».
Το προφίλ της Μαρίας Σπέντζα
Σύμφωνα με την Επιτροπή της Λαϊκής Βιβλιοθήκης Βόλου, η 91χρονη είχε ευαισθησίες αξιόλογου πνευματικού ανθρώπου και αγάπη για κάθε πολιτιστική και πνευματική κίνηση της πόλης. Η ίδια συνέχισε το έργο του πατέρα της, Διαμανιού Κυριαζή, που ήταν και ο ευεργέτης της Λαϊκής Βιβλιοθήκης Βόλου και απεβίωσε το 1948. Επιτροπή υπό τον Κωνσταντίνο Τσάτσο τέως πρόεδρο της Δημοκρατίας είχε αναλάβει την αγορά του οικοπέδου στην Κωνσταντά με Καρτάλη.
Η Διοίκηση του ιδρύματος είχε ανατεθεί σε τρεις από τους στενότερους φίλους του Διαμιανού Κυριαζή στα φοιτητικά και πολιτικά του χρόνια: τον μεγάλο παιδαγωγό και εκπαιδευτικό μεταρρυθμιστή Αλέξανδρο Δελμούζο, τον επιφανή νεοέλληνα φιλόσοφο, ακαδημαϊκό και καθηγητή του Πανεπιστημίου Ιωάννη Θεοδωρακόπουλο και τον έγκριτο αθηναίο δικηγόρο Αριστείδη Κυριακίδη. Όλοι τους συνδέονταν μεταξύ τους από τα νεανικά τους χρόνια με αγώνες κοινούς για την πνευματική, την κοινωνική και την πολιτική αναγέννηση του τόπου. Η διοίκηση του ιδρύματος άλλαξε χέρια πολλές φορές. Τελικά, η Λαϊκή Βιβλιοθήκη ανεγέρθηκε και ξεκίνησε να λειτουργεί το 1981.
Η Λαϊκή Βιβλιοθήκη Βόλου γνωρίζει την αγάπη του αναγνωστικού κοινού της πόλης. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της διοίκησης, το 2015 προσήλθαν στη βιβλιοθήκη και δανείστηκαν βιβλία 8.000 άτομα.Η βιβλιοθήκη φιλοξενεί 80.000 βιβλία, τα οποία κάθε χρόνο ανανεώνονται από δωρεές είτε από συνδρομή του Μουσείου Μπενάκη. Μάλιστα, από το 1994, μετά από δωρεά της Μαρίας Σπέντζα, οι δύο εργαζόμενες στη βιβλιοθήκη αμείβονται από το Μουσείο Μπενάκη, όμως από τις αρχές του 2016 παρουσιάστηκαν προβλήματα με τη μισθοδοσία τους.
Πηγή: Εφημερίδα Ταχυδρόμος Βόλου
Tromaktiko
Η Μαρία Σπέντζα γεννήθηκε στο Παρίσι και έμενε στην Ελβετία όμως από τότε που έχασε το σύζυγό της Γεώργιο Σπέντζα είχε αποτραβηχτεί στη Λωζάνη. Καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής της επισκεπτόταν ανά διαστήματα το Βόλο απ’ όπου καταγόταν. Ηταν κόρη του Δαμιανού Κυριαζή πρωτότοκου γιου του Ιωάννη Κυριαζή, καπνοβιομήχανου από τον Κισσό Πηλίου. Η οικογένεια είχε μία από τις σημαντικότερες καπνοβιομηνίες της Αιγύπτου.
Η διαθήκη που έκρυβε εκπλήξεις
Η ιδιόγραφή διαθήκη, σύμφωνα με πληροφορίες, είχε συνταχθεί πριν από περίπου εφτά χρόνια και είχε παραδοθεί στη Λαϊκή Βιβλιοθήκη Βόλου. Δημοσιεύτηκε πριν από δεκαπέντε μέρες στο Ειρηνοδικείο Βόλου. Σε κείμενο της διαθήκης η 91χρονη ανέφερε: «Επιθυμώ μετά το θάνατό μου η εις Βόλο επί της οδού Ελ. Βενιζελου 6 Δημητριάδος και Ιωλκού περιουσία μου, τα 43 γραφεία, που βρίσκονται στο Μέγαρο Κισσός, να περιέλθουν στο κληροδότημα του πατέρα μου και τούτο γιατί η επί 40 χρονια υποδειγματική λειτουργία της με έπεισε ότι πρέπει κι εγώ να συνεισφέρω στη μετά θάνατο εις Βόλο κειμένη ιδιοκτησία μου εις το ίδρυμα αυτό».
Το προφίλ της Μαρίας Σπέντζα
Σύμφωνα με την Επιτροπή της Λαϊκής Βιβλιοθήκης Βόλου, η 91χρονη είχε ευαισθησίες αξιόλογου πνευματικού ανθρώπου και αγάπη για κάθε πολιτιστική και πνευματική κίνηση της πόλης. Η ίδια συνέχισε το έργο του πατέρα της, Διαμανιού Κυριαζή, που ήταν και ο ευεργέτης της Λαϊκής Βιβλιοθήκης Βόλου και απεβίωσε το 1948. Επιτροπή υπό τον Κωνσταντίνο Τσάτσο τέως πρόεδρο της Δημοκρατίας είχε αναλάβει την αγορά του οικοπέδου στην Κωνσταντά με Καρτάλη.
Η Διοίκηση του ιδρύματος είχε ανατεθεί σε τρεις από τους στενότερους φίλους του Διαμιανού Κυριαζή στα φοιτητικά και πολιτικά του χρόνια: τον μεγάλο παιδαγωγό και εκπαιδευτικό μεταρρυθμιστή Αλέξανδρο Δελμούζο, τον επιφανή νεοέλληνα φιλόσοφο, ακαδημαϊκό και καθηγητή του Πανεπιστημίου Ιωάννη Θεοδωρακόπουλο και τον έγκριτο αθηναίο δικηγόρο Αριστείδη Κυριακίδη. Όλοι τους συνδέονταν μεταξύ τους από τα νεανικά τους χρόνια με αγώνες κοινούς για την πνευματική, την κοινωνική και την πολιτική αναγέννηση του τόπου. Η διοίκηση του ιδρύματος άλλαξε χέρια πολλές φορές. Τελικά, η Λαϊκή Βιβλιοθήκη ανεγέρθηκε και ξεκίνησε να λειτουργεί το 1981.
Η Λαϊκή Βιβλιοθήκη Βόλου γνωρίζει την αγάπη του αναγνωστικού κοινού της πόλης. Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία της διοίκησης, το 2015 προσήλθαν στη βιβλιοθήκη και δανείστηκαν βιβλία 8.000 άτομα.Η βιβλιοθήκη φιλοξενεί 80.000 βιβλία, τα οποία κάθε χρόνο ανανεώνονται από δωρεές είτε από συνδρομή του Μουσείου Μπενάκη. Μάλιστα, από το 1994, μετά από δωρεά της Μαρίας Σπέντζα, οι δύο εργαζόμενες στη βιβλιοθήκη αμείβονται από το Μουσείο Μπενάκη, όμως από τις αρχές του 2016 παρουσιάστηκαν προβλήματα με τη μισθοδοσία τους.
Πηγή: Εφημερίδα Ταχυδρόμος Βόλου
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ