2017-03-26 08:19:25
ΠΙΣΤΙ, ΑΠΙΣΤΙΑ, ΟΛΙΓΟΠΙΣΤΙΑ
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«Πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ» (Μᾶρκ. 9,24)
ΚΑΙ ΠΑΛΙ, ἀγαπητοί μου, θὰ μιλήσουμε. Ἀλλὰ τὴν ὥρα αὐτὴ κάποιος μοῦ σφυρίζει· ―Τί κηρύττεις; δὲ βαριέσαι; Τόσα χρόνια τώρα λὲς τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ· καὶ ποιός σ᾽ ἀκούει, ποιός τὰ ἐφαρμόζει;… Τίνος εἶνε ἡ φωνὴ αὐτή; Τοῦ σατανᾶ, ποὺ ζητεῖ ν᾽ ἀπογοητεύσῃ, νὰ σιωπήσουν ὅλα τὰ στόματα τῶν κηρύκων.
Ἀλλ᾽ ἀπαντῶ· «Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ» (Ματθ. 4,10). Ἔχω πείσει τὴν ψυχή μου νὰ κηρύττω τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ μέχρι τελευταίας πνοῆς. Καὶ ἐλπίζω ὅτι ὑπάρχουν αὐτιὰ ποὺ ἀκοῦνε. Ἀλλὰ κι ἂν οἱ ἄνθρωποι κλείσουν τὰ αὐτιά τους, θὰ πῶ· «Εἶπα καὶ ἐλάλησα, ἁμαρτίαν οὐκ ἔχω».
Μὲ τὴν ἐλπίδα αὐτὴ λοιπὸν ἀρχίζω.
* * *
Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο τῆς Δ΄ (τετάρτης) Κυριακῆς τῶν Νηστειῶν περιγράφει ἕνα θαῦμα ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
Μιὰ μέρα, ἐκεῖ ποὺ δίδασκε, τοῦ ἔφεραν ἕνα παιδί. Ἦταν κάποτε ἤρεμο καὶ ἥσυχο, χαρὰ τῶν γονέων του. Ἀλλ᾽ αἴφνης τὸ παιδὶ ὑπέστη μεγάλη διαταραχή. Τὸ μυαλό του θόλωσε, ἡ γλῶσσα του ἄρχισε νὰ τραυλίζῃ, καὶ σὲ λίγο ἔγινε ἄλαλο καὶ κωφό, δὲν ἄκουγε καὶ δὲν μιλοῦσε.
Τὸ ἔπιανε κρίσι, ποὺ δὲν ὠφείλετο σὲ φυσιολογικὰ αἴτια· ὠφείλετο σὲ αἴτια ὑπερφυσικά· εἶχε ὑποστῆ ἐπήρεια πονηροῦ πνεύματος. Ἀλλοιωνόταν ὁλόκληρο· τρίκλιζε, ἔπεφτε κάτω, ἄφριζε ἀπ᾽ τὸ στόμα, ἔτριζε τὰ δόντια, ἔπεφτε στὴ φωτιὰ ἢ στὸ νερό, σπάραζε σὰν τὸ ψάρι ἔξω ἀπ᾽ τὴ θάλασσα. Ἦταν δαιμονισμένο.
Δυστυχισμένο τὸ παιδί, ἀλλὰ πολὺ δυστυχέστερος ὁ πατέρας. Ὅταν δὲν εἶνε καλὰ τὸ παιδί, καίγεται ἡ καρδιὰ τῶν γονέων. Ὁ πατέρας, φιλόστοργος, τὸ πῆγε παντοῦ σὲ γιατρούς, ἀκόμη καὶ σὲ μάγους. Ἀπελπισμένος τὸ ἔφερε καὶ στοὺς μαθητὰς τοῦ Χριστοῦ. Κι αὐτοὶ ὅμως δὲν μπόρεσαν νὰ βγάλουν τὸ δαιμόνιο. Ἔτσι στὸ τέλος στράφηκε στὸ Χριστὸ λέγοντας· «Εἴ τι δύνασαι», ἂν μπορῇς νὰ κάνῃς κάτι, «βοήθησον ἡμῖν», βοήθησέ μας. Ὅταν ἄκουσε αὐτὸ τὸ «Εἴ τι δύνασαι», ὁ Χριστός, τοῦ λέει· Ἐὰν μπορῇς νὰ πιστέψῃς, «πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι» (Μᾶρκ. 9,22-23).
Τί σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά; Ὅτι αἰτία ποὺ δὲν θεραπευόταν τὸ παιδὶ δὲν ἦταν ἡ ἀδυναμία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶνε παντοδύναμος· ἡ ἀδυναμία βρισκόταν στὸν πατέρα, ποὺ δὲν πίστευε. Ὅταν λοιπὸν συνειδητοποίησε τὴν ἀδυναμία του, εἶπε· «Πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ» (ἔ.ἀ. 9,24)· παρακάλεσε τὸ Χριστὸ νὰ τοῦ δώσῃ πίστι, καὶ ἔτσι ἔγινε ἡ θεραπεία.
Μὲ ἀφορμὴ τώρα τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο θὰ πῶ λίγα λόγια περὶ πίστεως.
* * *
Ὡς πρὸς τὴν πίστι, οἱ ἄνθρωποι διαιροῦνται σὲ τρεῖς κατηγορίες – ἰδίως στὸν αἰῶνα μας. Ἡ πρώτη εἶνε οἱ ἄπιστοι. Εἶνε ὑλισταί· πέρα ἀπ᾽ τὴν ὕλη (τὰ ὑλικὰ πράγματα, χρήματα, ἀξιώματα) καὶ πέρα ἀπ᾽ τὸ τομάρι τους δὲν βλέπουν τίποτ᾽ ἄλλο. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ αὐξάνουν τόσο, ὥστε γιὰ τοὺς ἐσχάτους χρόνους ὁ Χριστὸς εἶπε ἐκεῖνο τὸ μεγάλο λόγο· Ὅταν ξανάρθω στὴ γῆ, θὰ βρῶ ἆραγε τὴν πίστι μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων; (βλ. Λουκ. 18,8).
Ἡ δευτέρα κατηγορία εἶνε οἱ πιστοί. Αὐτοὶ εἶνε βέβαια λίγοι, ἀλλὰ ἔχουν ἀκράδαντη προσήλωσι στὸ λόγο τοῦ Κυρίου.
Τέλος ἡ τρίτη κατηγορία. Ἐδῶ ὑπάγονται ἄνθρωποι ποὺ οὔτε ἄπιστοι οὔτε πιστοὶ εἶνε. Μοιάζουν μὲ τὸ ἐκκρεμὲς τοῦ ὡρολογίου· κυμαίνονται δεξιὰ – ἀριστερά, μεταξὺ πίστεως καὶ ἀπιστίας, μεταξὺ φωτὸς καὶ σκότους, μεταξὺ Χριστοῦ καὶ βελίαρ – σατανᾶ. Εἶνε οἱ ὀλιγόπιστοι. Τοὺς βλέπεις· εἶνε Λαμπρὴ – Πάσχα; νάτους κ᾽ ἔρχονται στὴν ἐκκλησία. Καὶ τὸν ἄλλο καιρὸ κάνουν σταυρὸ – ἔστω ὑποτυπωδῶς, προσκυνοῦν εἰκόνες, παίρνουν ἀντίδωρο, κάνουν ἁγιασμούς, ἀκοῦνε καὶ κανένα κήρυγμα. Φαίνονται πιστοί· δὲν πιστεύουν ὅμως, ἔχουν ὀλιγοπιστία. Τὴν ὥρα ποὺ ἀκούγονται τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου ἢ κηρύττει ὁ ἱεροκήρυκας, αὐτοὶ μέσα τους ἔχουν ἕνα «ἐάν», μιὰ ἀμφιβολία. Νά ᾽νε ἆραγε σωστὰ αὐτά; συλλογίζονται· νὰ τὰ πιστέψω;… Ἀπ᾽ τὴ στιγμὴ ὅμως ποὺ βάζεις ἕνα «ἐάν», ἕνα «ἆραγε;» δὲν εἶσαι πλέον πιστός. Πρέπει νὰ πιστεύῃς ἑκατὸ τοῖς ἑκατὸ αὐτὰ ποὺ διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας, τὸ Εὐαγγέλιο, ὁ Ἀπόστολος, τὰ ἱερὰ βιβλία. Τὰ πιστεύεις; ἔλα στὴν ἐκκλησία· δὲν τὰ πιστεύεις; κάθησε στὸ καφενεῖο καὶ παῖζε κομπολόϊ, κάνε ὅ,τι θέλεις. Ζήτημα πίστεως εἶνε. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ μοιάζουν μὲ τὸν πατέρα τοῦ παιδιοῦ ποὺ εἶπε· «Ἂν μπορῇς νὰ κάνῃς κάτι, βοήθησέ μας». Ἔχουν ἀμφιβολίες. Μοιάζουν καὶ μὲ τὸν ἀπόστολο Θωμᾶ, ποὺ ἐνῷ οἱ ἄλλοι μαθηταὶ τοῦ εἶπαν «Εἴδαμε τὸν Κύριο μὲ τὰ μάτια μας», ἐκεῖνος ἔλεγε· «Ἂν δὲ βάλω τὸ χέρι νὰ ψηλαφήσω ὁ ἴδιος προσωπικῶς, δὲν πιστεύω». Πείστηκε βέβαια κατόπιν καὶ ἀναγκάστηκε νὰ ὁμολογήσῃ «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου», ἀλλὰ ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε· «Πίστεψες γιατὶ μὲ εἶδες· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες» (Ἰωάν. 20,25-29). Ὅσοι πιστεύουν χωρὶς τὴν ἀπαίτησι νὰ δοῦν, αὐτοὶ πιστεύουν ἀληθινά, αὐτοὶ ἀξίζουν, κι ἂς εἶνε λίγοι.
* * *
Ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, σὲ ποιά κατηγορία ἀνήκουμε; Εἴμαστε πιστοὶ ἢ ἄπιστοι; Μᾶλλον ὀλιγόπιστοι εἴμαστε. Νά μερικὰ παραδείγματα ποὺ δείχνουν τὴν ὀλιγοπιστία μας.
⃝ Λὲς στὸν ἕνα· ―Τὸ Εὐαγγέλιο διδάσκει, νὰ ζοῦμε τίμια, νὰ μὴν ποῦμε ψέμα. Κι αὐτὸς ἀπαντᾷ· ―Ἄσ᾽ τὴν τιμιότητα· ποιός πρόκοψε μὲ τὸ Εὐαγγέλιο;… Ὁ κόσμος λέει «Ἅρπαξε νὰ φᾶς καὶ κλέψε νά ᾽χῃς»· ἐσὺ ὅμως, ἂν πιστεύῃς στὸ Χριστό, πές· «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ» (Ψαλμ. 33,11).
⃝ Ὁ ἄλλος εἶνε νέος. ―Ζῆσε μὲ ἐγκράτεια, τοῦ λές. ―Ἀδύνατη ἡ ἐγκράτεια, λέει! Ἀλλ᾽ ὅποιος πιστεύει, ξέρει καλὰ ὅτι ὁ Χριστὸς βγάζει ἀπ᾽ τὴν καρδιὰ τὰ δαιμόνια λαγνείας καὶ πορνείας.
⃝ Βλέπεις τὸν ἄλλο· εἶνε τακτοποιημένος καὶ τοῦ λὲς νὰ παντρευτῇ. Δὲν παντρεύομαι ἐγώ, σοῦ λέει, δὲν μπορῶ νὰ ζήσω οἰκογένεια. Τὰ φτωχαδάκια ὅμως ποὺ πιστεύουν στὸ Χριστὸ κάνουν οἰκογένεια καὶ ζοῦν εὐτυχισμένα.
⃝ Ὁ ἄλλος παντρεύτηκε, ἀλλὰ μετὰ ἀφήνει τὴ γυναῖκα του γιὰ κάποια ἄλλη καὶ πέφτει στὴ μοιχεία. Ἔτσι, σοῦ λέει, κάνουν σήμερα οἱ πολλοί. Ἀλλ᾽ αὐτὸς ποὺ πιστεύει στὸ Εὐαγγέλιο μένει πιστὸς στὸ γάμο του, ξέρει ὅτι μόνο τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη χωρίζει τὸ ἀντρόγυνο.
⃝ Κι ὁ ἄλλος παντρεύτηκε ἀλλὰ δὲν κάνει παιδιά. Πῶς νὰ τὰ ζήσῃς σήμερα; σοῦ λέει. Καὶ μεταχειρίζονται σατανικὰ δολοφονικὰ μέσα – ὅποιος σκοτώνει παιδί, σκοτώνει τὸ Χριστό. Ἀλλ᾽ αὐτοὶ ποὺ πιστεύουν στὸ Μεγαλοδύναμο τεκνογονοῦν. Σ᾽ ἕνα χωριὸ τῆς Φλωρίνης, τὴ Μελίτη, μιὰ φτωχὴ γυναῖκα ἔκανε 10 παιδιά. Στὸ 11ο κάποιοι ἄπιστοι γιατροὶ τὴν ἀπέτρεπαν καὶ τὴν κορόιδευαν, ἐκείνη ὅμως μὲ τὴν πίστι στὸ Θεὸ προχώρησε.
Ὅλα αὐτὰ εἶνε ζητήματα πίστεως. Ὅσοι πιστεύουν ζοῦν ζωὴ χριστιανική· λένε ἀλήθεια, ἔχουν τιμιότητα καὶ ἐγκράτεια, προχωροῦν στὸ γάμο, φέρνουν παιδιὰ στὸν κόσμο. Προτιμοῦν νὰ τρῶνε ξερὸ ψωμὶ μὲ τὸ Χριστό, παρὰ νὰ ζοῦν στὰ πλούτη χωρὶς Χριστό.
Πιστεύεις; Δὲν εἶνε μῦθος τὸ Εὐαγγέλιο. Μὴν παίζεις μὲ τὴ φωτιά. Ἢ εἶνε ἀληθινὸ τὸ Εὐαγγέλιο ἢ δὲν εἶνε. Ἂν εἶνε ψεύτικο, νὰ πᾶμε κ᾽ ἐμεῖς μὲ τοὺς ἀθέους καὶ νὰ τὸ κάψουμε. Ἀλλὰ εἶνε ντροπή, τὴν ὥρα ποὺ ἀλλοῦ ὅπως λ.χ. στὴ ῾Ρωσία ἐπιστρέφουν στὴν πίστι, ἐμεῖς ἐδῶ νὰ ὀλιγοπιστοῦμε. Πιστεύεις; «Δεῖξόν μοι τὴν πίστιν σου ἐκ τῶν ἔργων σου» (Ἰακ. 2,18).
* * *
Ἀμφιβάλλεις; πάρε τὸ Εὐαγγέλιο, διάβασέ το ἀπ᾽ τὴν ἀρχὴ ὣς τὸ τέλος, καὶ θὰ θαυμάσῃς· πήγαινε στὴν Ἐκκλησία καὶ ἄκουσε προσεκτικὰ τὰ λόγια της· πλησίασε καὶ προσκύνησε ὅπου ὑπάρχουν ἱερὰ λείψανα καὶ ἅγιες εἰκόνες, ὅπως στὴν Κέρκυρα καὶ ἀλλοῦ· πήγαινε στὴ Παναγία στὴν Τῆνο, ποὺ κάνει θαύματα· πήγαινε στὴν Κεφαλλονιά, ὅπου ὁ ἅγιος Γεράσιμος θεραπεύει δαιμονιζομένους.
Ἀμφιβάλλεις; ἄκουσέ με· Πήγαινε νὰ ἐξομολογηθῇς, νὰ πῇς τὰ κρίματά σου, ὅλα τ᾽ ἁμαρτήματά σου, μετὰ δακρύων ὅπως συμβουλεύει ὁ σημερινὸς ἅγιος, ὁ Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Κι ὅταν τὸ κάνῃς αὐτό, «παράδεισος θὰ φυτρώσῃ μέσα σου», ὅπως εἶπε ὁ Ντοστογιέφσκυ, ποὺ πίστεψε ἀφοῦ ἐξωμολογήθηκε σ᾽ ἕνα στάρετς, ῾Ρῶσο γέροντα – πνευματικό.
Ἀμφιβάλλεις; Κραύγασε κ᾽ ἐσὺ ὅπως σήμερα ὁ πατέρας τοῦ παιδιοῦ· «Πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ». Τί νὰ κάνουμε, ἀδέρφια μου; Νὰ προσευχηθοῦμε καὶ νὰ ποῦμε·
Ὦ Χριστέ! διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων, δός μας πίστι· τὴν πίστι τῶν πτωχῶν γονέων μας, τὴν πίστι τῶν ἀγραμμάτων παππούδων καὶ γιαγιάδων μας, τὴν πίστι τῶν ἁγίων προγόνων μας, γιὰ νὰ ζήσουμε μ᾽ αὐτὴν στὴ γωνιὰ αὐτὴ εὐλογημένα καὶ τιμημένα· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΓΟΝΕΩΝ
+Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος
ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, εἶνε Τετάρτη (Δ΄) Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν. Θέλω νὰ στρέψω τὴν προσοχή σας στὸ εὐαγγέλιο τῆς ἡμέρας. Εἶνε ἡ ἱστορία ἑνὸς πατέρα, καὶ συγχρόνως ἡ ἱστορία ὅλων τῶν οἰκογενειαρχῶν ὅλων τῶν αἰώνων κάθε ἐποχῆς καὶ ἰδίως τῆς σημερινῆς.
* * *
Τί λέει τὸ εὐαγγέλιο;
Ἕνας πατέρας εἶχε ἕνα παιδὶ ποὺ ἀρρώστησε ἀπὸ ἀρρώστια φοβερή· τὰ αἴτιά της ἦταν ὄχι φυσικὰ ἀλλὰ ὑπερφυσικά· ὀνομάζεται δαιμονισμός. Καὶ σήμερα πολλὰ πράγματα ποὺ συμβαίνουν στὶς οἰκογένειες πιστεύω ὅτι δὲν ἐξηγοῦνται ἀλλιῶς· εἶνε δαιμονισμός, ὅπως περιέγραψε ὁ ῾Ρῶσος Ντοστογιέφσκυ στὸ ἔργο του Δαιμονισμένοι. Ὅπως τὸ βόδι, ποὺ ἅμα τὸ πιάσῃ ὁ τάβανος δὲν ἡσυχάζει πιὰ ἀλλὰ τρέχει ἀσυγκράτητο μὲ τὸ κεφάλι κάτω, ἔτσι μοιάζουν πολλὰ παιδιά. Δὲν ἡσυχάζουν· εἶνε δυστυχισμένα, καὶ πιὸ δυστυχισμένοι οἱ γονεῖς τους.
Τὸ παιδὶ αὐτὸ λοιπὸν δαιμονίστηκε, τὸ «τσίμπησε μῦγα» δαιμονική. Ὅταν τό ᾽πιανε κρίσις ἔπεφτε κάτω καὶ χτυπιόταν, σπαρταροῦσε σὰν τὸ ψάρι, ἔβγαζε ἀφροὺς ἀπ᾽ τὸ στόμα κ᾽ ἔτριζε τὰ δόντια. Ὁ πατέρας τὸ εἶχε πάει παντοῦ, ἀλλὰ δὲν μπόρεσαν οὔτε γιατροὶ οὔτε μάγοι οὔτε κανεὶς ἄλλος νὰ τὸ θεραπεύσουν. Ἀπελπισμένος πιὰ πῆγε στὸ Χριστό. Καὶ ὁ Χριστός, ποὺ εἶδε τὸ παιδὶ νὰ κυλιέται μπροστὰ στὰ πόδια του, ρώτησε τὸν πατέρα· ―Πόσον καιρὸ εἶνε ἔτσι τὸ παιδί; Καὶ ὁ πατέρας ἀπήντησε· ―«Παιδιόθεν», ἀπὸ μικρό (Μᾶρκ. 19,21).
Γεννᾶται ἡ ἀπορία· γιατί ρωτάει ὁ Χριστός; δὲν ξέρει; Ὡς Θεὸς παντογνώστης ξέρει ὅλες τὶς λεπτομέρειες, ἀλλὰ ρώτησε ἐπίτηδες. Ὅπως ὁ δάσκαλος ρωτάει τὸ μαθητὴ ὄχι διότι ἀγνοεῖ, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸν διδάξῃ κάτι, ἔτσι καὶ ὁ Χριστός, ὁ αἰώνιος διδάσκαλος· ρώτησε, διότι ἀπὸ τὴν ἀπάντησι τοῦ πατέρα ἤθελε νὰ βγάλῃ μιὰ μεγάλη διδασκαλία· ὅτι οἱ γονεῖς πρέπει νὰ ἐνδιαφέρωνται γιὰ τὰ παιδιά τους ἀπὸ νωρίς, ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ γεννιῶνται κι ἀκούγεται τὸ πρῶτο τους κλάμα, ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θηλάζουν καὶ λένε τὶς πρῶτες λέξεις.
Τὸ ἐπεισόδιο λοιπὸν αὐτὸ ἔχει μεγάλη παιδαγωγικὴ σημασία, ἰδίως γιὰ τοὺς γονεῖς. Τότε ἦταν αὐτὸς ὁ πατέρας μὲ δαιμονισμένο τὸ παιδί· σήμερα χιλιάδες παιδιὰ εἶνε δαιμονισμένα. Ποιός φταίει, ποιός εὐθύνεται γι᾽ αὐτό; Εὐθύνη φέρει καὶ ἡ πολιτεία – τὸ κράτος, εὐθύνη φέρει καὶ ἡ Ἐκκλησία, εὐθύνη φέρει καὶ ἡ κοινωνία· ἀλλὰ σὲ τελευταία ἀνάλυσι τὸ μεγάλο μερίδιο εὐθύνης φέρουν ὁ πατέρας καὶ ἡ μάνα, οἱ γονεῖς. Ἐξετάζοντας τὴ διαγωγὴ τῶν γονέων μποροῦμε νὰ τοὺς κατατάξουμε στὶς ἀκόλουθες τέσσερις κατηγορίες.
⃝ Πρώτη κατηγορία γονέων εἶνε οἱ ἀδιάφοροι.
Γι᾽ αὐτοὺς «πέρα βρέχει».
Εἶνε ἄνθρωποι ποὺ συνήθισαν νὰ κάνουν πάντα τὰ κέφια τους.
Ἔτσι καὶ στὸ γάμο.
Παντρεύονται καὶ γεννοῦν παιδιά, ἀλλ᾽ ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θὰ γεννηθῇ τὸ παιδὶ ἀμελοῦν τὸ χρέος τους ἀπέναντί του· δὲ νοιάζονται γιὰ τὴν ἀνατροφή του. Συνεχίζουν τὴ ζωή τους ὅπως πρίν· κυνηγοῦν τὶς διασκεδάσεις καὶ τὰ θεάματα, τρέχουν στὰ κέντρα, στὸ χαρτοπαίγνιο, στὸ ξενύχτι, στὸ πιοτὸ καὶ στὸ μεθύσι…. Ὡς πρὸς τὴ διαπαιδαγώγησι τοῦ παιδιοῦ μένουν τελείως ἀδιάφοροι.
Ἔγραψαν οἱ ἐφημερίδες τὸ ἑξῆς φοβερό. Κάποιο εὐκατάστατο ἀντρόγυνο στὴν Ἀθήνα ἔκλεισαν τὰ δυὸ μικρά τους παιδιά, ἡλικίας 3 – 4 ἐτῶν, μέσα στὸ πολυτελὲς διαμέρισμά τους, τοὺς ἔδωσαν καὶ ὑπνωτικὸ νὰ κοιμηθοῦν, κι αὐτοὶ βγῆκαν σὲ κέντρο στὴ Γλυφάδα νὰ διασκεδάσουν. Ξύπνησαν ὅμως τὰ παιδιά, εἶδαν ὅτι ὁ πατέρας καὶ ἡ μάνα λείπουν, ἔβαλαν τὶς φωνὲς μέσ᾽ στὸ σκοτάδι κι ἀναστάτωσαν ὅλη τὴν πολυκατοικία. Οἱ συγκάτοικοι εἰδοποίησαν καὶ ἡ ἀστυνομία ἦρθε καὶ τὰ βρῆκε ὁλομόναχα. Τὸ πρωὶ κατὰ τὶς 5 ἡ ὥρα γύρισαν οἱ προκομμένοι οἱ γονεῖς. Προτίμησαν τὴ διασκέδασι ἀδιαφορώντας γιὰ τὰ παιδιά τους.
Δὲν εἶνε πολὺς καιρὸς ποὺ ἦρθε στὴ μητρόπολι ἀπὸ ἕνα χωριὸ μιὰ γυναίκα μὲ πέντε παιδάκια. Εἶμαι δυστυχισμένη, λέει. Ὁ ἄντρας μου μᾶς ἄφησε, πῆγε στὴ Γερμανία τάχα νὰ ἐργαστῇ, καὶ ἕνα χρόνο τώρα οὔτε ἕνα μάρκο δὲν ἔστειλε. Τρώει τὰ λεφτά του μὲ ξένες γυναῖκες. Ἔγραψα στὸν πρόξενο ἐκεῖ, μὰ ποῦ νὰ τὸν βρῇ κι αὐτὸς στὴν ἀχανῆ χώρα; Μᾶς ξέχασε Αὐτοὶ οἱ γονεῖς δὲ διδάσκονται ἔστω ἀπὸ τὰ ζῷα; Πῆγα σ᾽ ἕνα χωριὸ κι ἄκουσα μιὰ ἀγελάδα νὰ κλαίῃ ὅλη νύχτα. ―Τί ἔπαθε; ρωτῶ. ―Τῆς πῆραν τὸ μοσχαράκι, μοῦ λένε. Δὲν πᾷς νὰ πάρῃς ἀπὸ μιὰ προβατίνα τὸ ἀρνάκι της; Δὲν τολμᾷς νὰ πάρῃς τὸ λιονταράκι ἀπὸ τὴ λέαινα; θὰ σὲ ξεσχίσῃ. Ἀνέβηκε κυνηγὸς στὴ φωλιὰ ἑνὸς ἀετοῦ νὰ πάρῃ τὰ πουλιά του, κι ὁ ἀετὸς ἔπεσε πάνω του καὶ τὸν σκότωσε. Τὰ ζῷα ἔχουν περισσότερη φροντίδα γιὰ τὰ μικρά τους.
Ὑπάρχουν βέβαια γονεῖς ποὺ φροντίζουν νὰ ἔχουν τὰ παιδιά τους ροῦχα, παπούτσια, κάλτσες, βιβλία, καὶ πρὸ παντὸς φαῒ καλὸ καὶ πλούσιο – γι᾽ αὐτὸ δὲν τὰ νηστεύουν Τετάρτη – Παρασκευή. Φροντίζουν δηλαδὴ γιὰ τὰ ὑλικά, καὶ νομίζουν ὅτι ἔτσι τελείωσε ἡ ὑποχρέωσί τους, ἀλλὰ γιὰ τὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ κανένας λόγος. Τὸ ἀποτέλεσμα εἶνε, ὅτι τέτοια παιδιά, ποὺ στεροῦνται τὴν ψυχικὴ καλλιέργεια, γίνονται ἀνάγωγα καὶ διεστραμμένα.
⃝ Ἡ δεύτερη κατηγορία εἶνε οἱ μοντέρνοι γονεῖς.
Αὐτοὶ ἐνδιαφέρονται γιὰ τὰ παιδιά· τὸ ἐνδιαφέρον τους ὅμως εἶνε νὰ ἐξελιχθοῦν κατὰ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου, σύμφωνα μὲ τὸ ῥεῦμα τῆς ἐποχῆς. Ἡ κόρη τους νὰ ντυθῇ μὲ τὴν τελευταία μόδα· ὁ γυιός τους νὰ μετέχῃ σὲ ὅλες τὶς κοινωνικὲς ἐκδηλώσεις καὶ τὰ παιχνίδια· νὰ μάθουν μουσική, ξένες γλῶσσες, τρόπους εὐγενείας. Θέλουν νὰ ἔχουν παιδιὰ ἐξελιγμένα κατὰ τὰ εὐρωπαϊκὰ καὶ ἀμερικανικὰ πρότυπα, ὄχι χωριάτες. Ἐνδιαφέρονται λοιπόν, ἀλλὰ λανθασμένα.
Ἀδιαφοροῦν γιὰ τὴν πνευματικὴ διάπλασι τῶν παιδιῶν, ἀποφεύγουν νὰ τοὺς δώσουν χριστιανικὴ ἀνατροφή, δὲν τ᾽ ἀφήνουν νὰ ἔρθουν σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴ διδασκαλία της. Ἀλλ᾽ ἐὰν τὸ παιδί σου μάθῃ ὅλες τὶς γλῶσσες τοῦ κόσμου, δὲν γίνῃ ὅμως ἄνθρωπος, τί νὰ τὸ κάνῃς;
⃝ Τρίτη κατηγορία γονέων εἶνε οἱ ἄθεοι.
Αὐτοὶ δὲν πιστεύουν, καὶ εἶνε ὄχι ἁπλῶς ἀδιάφοροι ἀλλὰ καὶ ἐπιθετικοί· πᾶνε κόντρα στὴ χριστιανικὴ διαπαιδαγώγησι τῶν παιδιῶν τους. Θέλουν νὰ ξερριζώσουν ἀπὸ τὴν ψυχή τους τὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα καὶ νὰ τὰ κάνουν ἄθεα.
Μιὰ φορὰ σὰν ἱεροκήρυκας, ὅταν πλησιάσα σ᾽ ἕνα χωριό, ἄκουσα μιὰ φοβερὴ βλαστήμια. Πλησιάζω καὶ τί νὰ δῶ· κάτω ἀπὸ ἕνα δέντρο ἕνας πατέρας κρατοῦσε τὸ παιδάκι του στὴν ἀγκαλιὰ καὶ τὸ μάθαινε νὰ βλαστημάῃ τὸ Θεό!
Σ᾽ ἕνα χωριὸ τῆς Πτολεμαΐδος ἕνα παιδὶ τελείωσε τὸ σχολεῖο μὲ ἄριστα καὶ παίρνοντας τὸ ἀπολυτήριο εἶπε στοὺς γονεῖς του, ὅτι θὰ σπουδάσῃ θεολόγος, γιὰ νὰ γίνῃ ἱεροκήρυκας καὶ νὰ πάῃ μάλιστα στὴν Οὐγκάντα ἱεραπόστολος. Κι ὁ πατέρας σήκωσε καρέκλα νὰ τὸ χτυπήσῃ. Ἔκαναν οἰκογενειακὸ συμβούλιο κ᾽ ἔβαλαν τοὺς συγγενεῖς ὅλους νὰ πιέσουν τὸ παιδὶ ν᾽ ἀλλάξῃ ἀπόφασι καὶ νὰ σπουδάσῃ κάτι προσοδοφόρο. Καὶ ἦταν τέτοιος ὁ πόλεμος νεύρων, ὥστε τώρα τὸ παιδὶ ἀπὸ ἀριστοῦχος κατήντησε νὰ εἶνε στὸ ψυχιατρεῖο. Γι᾽ αὐτὸ ὑπάρχει σήμερα τόση ἔλλειψις κληρικῶν.
⃝ Πρώτη κατηγορία λοιπὸν οἱ ἀδιάφοροι, δευτέρα κατηγορία οἱ μοντέρνοι, τρίτη κατηγορία οἱ ἄπιστοι καὶ ἄθεοι, καὶ τετάρτη κατηγορία οἱ εἰδωλολάτρες.
Γονεῖς εἰδωλολάτρες εἶνε ἐκεῖνοι ποὺ κάνουν τὸ παιδί τους εἴδωλο καὶ τὸ λατρεύουν.
Σπεύδουν ν᾽ ἀνταποκριθοῦν σὲ κάθε ἐπιθυμία του, ἱκανοποιοῦν ὅλες τὶς ἀπαιτήσεις του, ἀκόμα καὶ τὶς πιὸ παράλογες, δὲν τοῦ χαλοῦν ποτέ χατίρι. Οἱ γονεῖς αὐτοὶ δὲν βλέπουν στὸ παιδί τους κάτι ποὺ νὰ θέλῃ διόρθωσι, θεωροῦν τὸν κανακάρη τους ἰδανικό. Γι᾽ αὐτὸ δὲν φροντίζουν νὰ τὸν διαπλάσουν, νὰ περικόψουν ἐλαττώματα καὶ νὰ καλλιεργήσουν ἀγαθὰ στοιχεῖα ποὺ λείπουν. Δὲν παιδεύουν, δὲν μαλώνουν, δὲν τιμωροῦν τὸ παιδί. Τὸ ἐπαινοῦν μπροστά του, καὶ καυχῶνται στοὺς ἄλλους γι᾽ αὐτὸ μπροστὰ καὶ πίσω του. Ἂν κάποιος τοὺς ἐνημερώσῃ γιὰ κάποια ἀταξία του καὶ τοὺς ἐπισημάνῃ κάποια ἀδυναμία του, τὸν κάνουν ἐχθρό.
Ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς κακῆς ἀγωγῆς εἶνε ὅτι διαπλάθονται φίλαυτοι καὶ ἐγωιστικοὶ τύποι, ἀπαιτητικοὶ καὶ ἐριστικοί, ἀκοινώνητοι καὶ ἀγύμναστοι στὶς δυσκολίες τῆς ζωῆς. Καὶ αὐτὰ τὰ γεύονται πρῶτοι οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς πού, ἀντὶ τῶν τόσων περιποιήσεων, εἰσπράττουν συχνὰ ἀπὸ τὸ κακομαθημένο παιδί τους ἀστοργία καὶ ἀδιαφορία, ὅπως περιγράφει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς στὶς διδαχές του.
* * *
Ὁ σωστὸς γονεύς, ἀγαπητοί μου, οὔτε ἀδιαφορεῖ γιὰ τὸ παιδί του, ἀλλ᾽ οὔτε τὸ κάνει εἴδωλο. Ἐνδιαφέρεται καὶ προσπαθεῖ νὰ τὸ διαπαιδαγωγήσῃ ἀπὸ τὴ μικρή του ἡλικία μακριὰ ἀπὸ τὴ μόδα καὶ τὴν ἀθεΐα. Σκοπός του εἶνε νὰ τοῦ κληροδοτήσῃ τὴν πίστι καὶ νὰ τοῦ διδάξῃ τὴν ἀγάπη στὸ Θεὸ καὶ τὸν πλησίον.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
kranos
Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«Πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ» (Μᾶρκ. 9,24)
ΚΑΙ ΠΑΛΙ, ἀγαπητοί μου, θὰ μιλήσουμε. Ἀλλὰ τὴν ὥρα αὐτὴ κάποιος μοῦ σφυρίζει· ―Τί κηρύττεις; δὲ βαριέσαι; Τόσα χρόνια τώρα λὲς τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ· καὶ ποιός σ᾽ ἀκούει, ποιός τὰ ἐφαρμόζει;… Τίνος εἶνε ἡ φωνὴ αὐτή; Τοῦ σατανᾶ, ποὺ ζητεῖ ν᾽ ἀπογοητεύσῃ, νὰ σιωπήσουν ὅλα τὰ στόματα τῶν κηρύκων.
Ἀλλ᾽ ἀπαντῶ· «Ὕπαγε ὀπίσω μου, σατανᾶ» (Ματθ. 4,10). Ἔχω πείσει τὴν ψυχή μου νὰ κηρύττω τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ μέχρι τελευταίας πνοῆς. Καὶ ἐλπίζω ὅτι ὑπάρχουν αὐτιὰ ποὺ ἀκοῦνε. Ἀλλὰ κι ἂν οἱ ἄνθρωποι κλείσουν τὰ αὐτιά τους, θὰ πῶ· «Εἶπα καὶ ἐλάλησα, ἁμαρτίαν οὐκ ἔχω».
Μὲ τὴν ἐλπίδα αὐτὴ λοιπὸν ἀρχίζω.
* * *
Τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο τῆς Δ΄ (τετάρτης) Κυριακῆς τῶν Νηστειῶν περιγράφει ἕνα θαῦμα ποὺ ἔκανε ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός.
Μιὰ μέρα, ἐκεῖ ποὺ δίδασκε, τοῦ ἔφεραν ἕνα παιδί. Ἦταν κάποτε ἤρεμο καὶ ἥσυχο, χαρὰ τῶν γονέων του. Ἀλλ᾽ αἴφνης τὸ παιδὶ ὑπέστη μεγάλη διαταραχή. Τὸ μυαλό του θόλωσε, ἡ γλῶσσα του ἄρχισε νὰ τραυλίζῃ, καὶ σὲ λίγο ἔγινε ἄλαλο καὶ κωφό, δὲν ἄκουγε καὶ δὲν μιλοῦσε.
Τὸ ἔπιανε κρίσι, ποὺ δὲν ὠφείλετο σὲ φυσιολογικὰ αἴτια· ὠφείλετο σὲ αἴτια ὑπερφυσικά· εἶχε ὑποστῆ ἐπήρεια πονηροῦ πνεύματος. Ἀλλοιωνόταν ὁλόκληρο· τρίκλιζε, ἔπεφτε κάτω, ἄφριζε ἀπ᾽ τὸ στόμα, ἔτριζε τὰ δόντια, ἔπεφτε στὴ φωτιὰ ἢ στὸ νερό, σπάραζε σὰν τὸ ψάρι ἔξω ἀπ᾽ τὴ θάλασσα. Ἦταν δαιμονισμένο.
Δυστυχισμένο τὸ παιδί, ἀλλὰ πολὺ δυστυχέστερος ὁ πατέρας. Ὅταν δὲν εἶνε καλὰ τὸ παιδί, καίγεται ἡ καρδιὰ τῶν γονέων. Ὁ πατέρας, φιλόστοργος, τὸ πῆγε παντοῦ σὲ γιατρούς, ἀκόμη καὶ σὲ μάγους. Ἀπελπισμένος τὸ ἔφερε καὶ στοὺς μαθητὰς τοῦ Χριστοῦ. Κι αὐτοὶ ὅμως δὲν μπόρεσαν νὰ βγάλουν τὸ δαιμόνιο. Ἔτσι στὸ τέλος στράφηκε στὸ Χριστὸ λέγοντας· «Εἴ τι δύνασαι», ἂν μπορῇς νὰ κάνῃς κάτι, «βοήθησον ἡμῖν», βοήθησέ μας. Ὅταν ἄκουσε αὐτὸ τὸ «Εἴ τι δύνασαι», ὁ Χριστός, τοῦ λέει· Ἐὰν μπορῇς νὰ πιστέψῃς, «πάντα δυνατὰ τῷ πιστεύοντι» (Μᾶρκ. 9,22-23).
Τί σημαίνουν τὰ λόγια αὐτά; Ὅτι αἰτία ποὺ δὲν θεραπευόταν τὸ παιδὶ δὲν ἦταν ἡ ἀδυναμία τοῦ Χριστοῦ, ποὺ εἶνε παντοδύναμος· ἡ ἀδυναμία βρισκόταν στὸν πατέρα, ποὺ δὲν πίστευε. Ὅταν λοιπὸν συνειδητοποίησε τὴν ἀδυναμία του, εἶπε· «Πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ» (ἔ.ἀ. 9,24)· παρακάλεσε τὸ Χριστὸ νὰ τοῦ δώσῃ πίστι, καὶ ἔτσι ἔγινε ἡ θεραπεία.
Μὲ ἀφορμὴ τώρα τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο θὰ πῶ λίγα λόγια περὶ πίστεως.
* * *
Ὡς πρὸς τὴν πίστι, οἱ ἄνθρωποι διαιροῦνται σὲ τρεῖς κατηγορίες – ἰδίως στὸν αἰῶνα μας. Ἡ πρώτη εἶνε οἱ ἄπιστοι. Εἶνε ὑλισταί· πέρα ἀπ᾽ τὴν ὕλη (τὰ ὑλικὰ πράγματα, χρήματα, ἀξιώματα) καὶ πέρα ἀπ᾽ τὸ τομάρι τους δὲν βλέπουν τίποτ᾽ ἄλλο. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ αὐξάνουν τόσο, ὥστε γιὰ τοὺς ἐσχάτους χρόνους ὁ Χριστὸς εἶπε ἐκεῖνο τὸ μεγάλο λόγο· Ὅταν ξανάρθω στὴ γῆ, θὰ βρῶ ἆραγε τὴν πίστι μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων; (βλ. Λουκ. 18,8).
Ἡ δευτέρα κατηγορία εἶνε οἱ πιστοί. Αὐτοὶ εἶνε βέβαια λίγοι, ἀλλὰ ἔχουν ἀκράδαντη προσήλωσι στὸ λόγο τοῦ Κυρίου.
Τέλος ἡ τρίτη κατηγορία. Ἐδῶ ὑπάγονται ἄνθρωποι ποὺ οὔτε ἄπιστοι οὔτε πιστοὶ εἶνε. Μοιάζουν μὲ τὸ ἐκκρεμὲς τοῦ ὡρολογίου· κυμαίνονται δεξιὰ – ἀριστερά, μεταξὺ πίστεως καὶ ἀπιστίας, μεταξὺ φωτὸς καὶ σκότους, μεταξὺ Χριστοῦ καὶ βελίαρ – σατανᾶ. Εἶνε οἱ ὀλιγόπιστοι. Τοὺς βλέπεις· εἶνε Λαμπρὴ – Πάσχα; νάτους κ᾽ ἔρχονται στὴν ἐκκλησία. Καὶ τὸν ἄλλο καιρὸ κάνουν σταυρὸ – ἔστω ὑποτυπωδῶς, προσκυνοῦν εἰκόνες, παίρνουν ἀντίδωρο, κάνουν ἁγιασμούς, ἀκοῦνε καὶ κανένα κήρυγμα. Φαίνονται πιστοί· δὲν πιστεύουν ὅμως, ἔχουν ὀλιγοπιστία. Τὴν ὥρα ποὺ ἀκούγονται τὰ λόγια τοῦ Εὐαγγελίου ἢ κηρύττει ὁ ἱεροκήρυκας, αὐτοὶ μέσα τους ἔχουν ἕνα «ἐάν», μιὰ ἀμφιβολία. Νά ᾽νε ἆραγε σωστὰ αὐτά; συλλογίζονται· νὰ τὰ πιστέψω;… Ἀπ᾽ τὴ στιγμὴ ὅμως ποὺ βάζεις ἕνα «ἐάν», ἕνα «ἆραγε;» δὲν εἶσαι πλέον πιστός. Πρέπει νὰ πιστεύῃς ἑκατὸ τοῖς ἑκατὸ αὐτὰ ποὺ διδάσκει ἡ Ἐκκλησία μας, τὸ Εὐαγγέλιο, ὁ Ἀπόστολος, τὰ ἱερὰ βιβλία. Τὰ πιστεύεις; ἔλα στὴν ἐκκλησία· δὲν τὰ πιστεύεις; κάθησε στὸ καφενεῖο καὶ παῖζε κομπολόϊ, κάνε ὅ,τι θέλεις. Ζήτημα πίστεως εἶνε. Οἱ ἄνθρωποι αὐτοὶ μοιάζουν μὲ τὸν πατέρα τοῦ παιδιοῦ ποὺ εἶπε· «Ἂν μπορῇς νὰ κάνῃς κάτι, βοήθησέ μας». Ἔχουν ἀμφιβολίες. Μοιάζουν καὶ μὲ τὸν ἀπόστολο Θωμᾶ, ποὺ ἐνῷ οἱ ἄλλοι μαθηταὶ τοῦ εἶπαν «Εἴδαμε τὸν Κύριο μὲ τὰ μάτια μας», ἐκεῖνος ἔλεγε· «Ἂν δὲ βάλω τὸ χέρι νὰ ψηλαφήσω ὁ ἴδιος προσωπικῶς, δὲν πιστεύω». Πείστηκε βέβαια κατόπιν καὶ ἀναγκάστηκε νὰ ὁμολογήσῃ «Ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου», ἀλλὰ ὁ Χριστὸς τοῦ εἶπε· «Πίστεψες γιατὶ μὲ εἶδες· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες» (Ἰωάν. 20,25-29). Ὅσοι πιστεύουν χωρὶς τὴν ἀπαίτησι νὰ δοῦν, αὐτοὶ πιστεύουν ἀληθινά, αὐτοὶ ἀξίζουν, κι ἂς εἶνε λίγοι.
* * *
Ἐμεῖς, ἀδελφοί μου, σὲ ποιά κατηγορία ἀνήκουμε; Εἴμαστε πιστοὶ ἢ ἄπιστοι; Μᾶλλον ὀλιγόπιστοι εἴμαστε. Νά μερικὰ παραδείγματα ποὺ δείχνουν τὴν ὀλιγοπιστία μας.
⃝ Λὲς στὸν ἕνα· ―Τὸ Εὐαγγέλιο διδάσκει, νὰ ζοῦμε τίμια, νὰ μὴν ποῦμε ψέμα. Κι αὐτὸς ἀπαντᾷ· ―Ἄσ᾽ τὴν τιμιότητα· ποιός πρόκοψε μὲ τὸ Εὐαγγέλιο;… Ὁ κόσμος λέει «Ἅρπαξε νὰ φᾶς καὶ κλέψε νά ᾽χῃς»· ἐσὺ ὅμως, ἂν πιστεύῃς στὸ Χριστό, πές· «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ» (Ψαλμ. 33,11).
⃝ Ὁ ἄλλος εἶνε νέος. ―Ζῆσε μὲ ἐγκράτεια, τοῦ λές. ―Ἀδύνατη ἡ ἐγκράτεια, λέει! Ἀλλ᾽ ὅποιος πιστεύει, ξέρει καλὰ ὅτι ὁ Χριστὸς βγάζει ἀπ᾽ τὴν καρδιὰ τὰ δαιμόνια λαγνείας καὶ πορνείας.
⃝ Βλέπεις τὸν ἄλλο· εἶνε τακτοποιημένος καὶ τοῦ λὲς νὰ παντρευτῇ. Δὲν παντρεύομαι ἐγώ, σοῦ λέει, δὲν μπορῶ νὰ ζήσω οἰκογένεια. Τὰ φτωχαδάκια ὅμως ποὺ πιστεύουν στὸ Χριστὸ κάνουν οἰκογένεια καὶ ζοῦν εὐτυχισμένα.
⃝ Ὁ ἄλλος παντρεύτηκε, ἀλλὰ μετὰ ἀφήνει τὴ γυναῖκα του γιὰ κάποια ἄλλη καὶ πέφτει στὴ μοιχεία. Ἔτσι, σοῦ λέει, κάνουν σήμερα οἱ πολλοί. Ἀλλ᾽ αὐτὸς ποὺ πιστεύει στὸ Εὐαγγέλιο μένει πιστὸς στὸ γάμο του, ξέρει ὅτι μόνο τὸ φτυάρι τοῦ νεκροθάφτη χωρίζει τὸ ἀντρόγυνο.
⃝ Κι ὁ ἄλλος παντρεύτηκε ἀλλὰ δὲν κάνει παιδιά. Πῶς νὰ τὰ ζήσῃς σήμερα; σοῦ λέει. Καὶ μεταχειρίζονται σατανικὰ δολοφονικὰ μέσα – ὅποιος σκοτώνει παιδί, σκοτώνει τὸ Χριστό. Ἀλλ᾽ αὐτοὶ ποὺ πιστεύουν στὸ Μεγαλοδύναμο τεκνογονοῦν. Σ᾽ ἕνα χωριὸ τῆς Φλωρίνης, τὴ Μελίτη, μιὰ φτωχὴ γυναῖκα ἔκανε 10 παιδιά. Στὸ 11ο κάποιοι ἄπιστοι γιατροὶ τὴν ἀπέτρεπαν καὶ τὴν κορόιδευαν, ἐκείνη ὅμως μὲ τὴν πίστι στὸ Θεὸ προχώρησε.
Ὅλα αὐτὰ εἶνε ζητήματα πίστεως. Ὅσοι πιστεύουν ζοῦν ζωὴ χριστιανική· λένε ἀλήθεια, ἔχουν τιμιότητα καὶ ἐγκράτεια, προχωροῦν στὸ γάμο, φέρνουν παιδιὰ στὸν κόσμο. Προτιμοῦν νὰ τρῶνε ξερὸ ψωμὶ μὲ τὸ Χριστό, παρὰ νὰ ζοῦν στὰ πλούτη χωρὶς Χριστό.
Πιστεύεις; Δὲν εἶνε μῦθος τὸ Εὐαγγέλιο. Μὴν παίζεις μὲ τὴ φωτιά. Ἢ εἶνε ἀληθινὸ τὸ Εὐαγγέλιο ἢ δὲν εἶνε. Ἂν εἶνε ψεύτικο, νὰ πᾶμε κ᾽ ἐμεῖς μὲ τοὺς ἀθέους καὶ νὰ τὸ κάψουμε. Ἀλλὰ εἶνε ντροπή, τὴν ὥρα ποὺ ἀλλοῦ ὅπως λ.χ. στὴ ῾Ρωσία ἐπιστρέφουν στὴν πίστι, ἐμεῖς ἐδῶ νὰ ὀλιγοπιστοῦμε. Πιστεύεις; «Δεῖξόν μοι τὴν πίστιν σου ἐκ τῶν ἔργων σου» (Ἰακ. 2,18).
* * *
Ἀμφιβάλλεις; πάρε τὸ Εὐαγγέλιο, διάβασέ το ἀπ᾽ τὴν ἀρχὴ ὣς τὸ τέλος, καὶ θὰ θαυμάσῃς· πήγαινε στὴν Ἐκκλησία καὶ ἄκουσε προσεκτικὰ τὰ λόγια της· πλησίασε καὶ προσκύνησε ὅπου ὑπάρχουν ἱερὰ λείψανα καὶ ἅγιες εἰκόνες, ὅπως στὴν Κέρκυρα καὶ ἀλλοῦ· πήγαινε στὴ Παναγία στὴν Τῆνο, ποὺ κάνει θαύματα· πήγαινε στὴν Κεφαλλονιά, ὅπου ὁ ἅγιος Γεράσιμος θεραπεύει δαιμονιζομένους.
Ἀμφιβάλλεις; ἄκουσέ με· Πήγαινε νὰ ἐξομολογηθῇς, νὰ πῇς τὰ κρίματά σου, ὅλα τ᾽ ἁμαρτήματά σου, μετὰ δακρύων ὅπως συμβουλεύει ὁ σημερινὸς ἅγιος, ὁ Ἰωάννης τῆς Κλίμακος. Κι ὅταν τὸ κάνῃς αὐτό, «παράδεισος θὰ φυτρώσῃ μέσα σου», ὅπως εἶπε ὁ Ντοστογιέφσκυ, ποὺ πίστεψε ἀφοῦ ἐξωμολογήθηκε σ᾽ ἕνα στάρετς, ῾Ρῶσο γέροντα – πνευματικό.
Ἀμφιβάλλεις; Κραύγασε κ᾽ ἐσὺ ὅπως σήμερα ὁ πατέρας τοῦ παιδιοῦ· «Πιστεύω, κύριε· βοήθει μου τῇ ἀπιστίᾳ». Τί νὰ κάνουμε, ἀδέρφια μου; Νὰ προσευχηθοῦμε καὶ νὰ ποῦμε·
Ὦ Χριστέ! διὰ πρεσβειῶν τῆς ὑπεραγίας Θεοτόκου καὶ πάντων τῶν ἁγίων, δός μας πίστι· τὴν πίστι τῶν πτωχῶν γονέων μας, τὴν πίστι τῶν ἀγραμμάτων παππούδων καὶ γιαγιάδων μας, τὴν πίστι τῶν ἁγίων προγόνων μας, γιὰ νὰ ζήσουμε μ᾽ αὐτὴν στὴ γωνιὰ αὐτὴ εὐλογημένα καὶ τιμημένα· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
ΤΕΣΣΕΡΙΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ ΓΟΝΕΩΝ
+Μητροπολίτης Φλωρίνης Αυγουστίνος
ΣΗΜΕΡΑ, ἀγαπητοί μου, εἶνε Τετάρτη (Δ΄) Κυριακὴ τῶν Νηστειῶν. Θέλω νὰ στρέψω τὴν προσοχή σας στὸ εὐαγγέλιο τῆς ἡμέρας. Εἶνε ἡ ἱστορία ἑνὸς πατέρα, καὶ συγχρόνως ἡ ἱστορία ὅλων τῶν οἰκογενειαρχῶν ὅλων τῶν αἰώνων κάθε ἐποχῆς καὶ ἰδίως τῆς σημερινῆς.
* * *
Τί λέει τὸ εὐαγγέλιο;
Ἕνας πατέρας εἶχε ἕνα παιδὶ ποὺ ἀρρώστησε ἀπὸ ἀρρώστια φοβερή· τὰ αἴτιά της ἦταν ὄχι φυσικὰ ἀλλὰ ὑπερφυσικά· ὀνομάζεται δαιμονισμός. Καὶ σήμερα πολλὰ πράγματα ποὺ συμβαίνουν στὶς οἰκογένειες πιστεύω ὅτι δὲν ἐξηγοῦνται ἀλλιῶς· εἶνε δαιμονισμός, ὅπως περιέγραψε ὁ ῾Ρῶσος Ντοστογιέφσκυ στὸ ἔργο του Δαιμονισμένοι. Ὅπως τὸ βόδι, ποὺ ἅμα τὸ πιάσῃ ὁ τάβανος δὲν ἡσυχάζει πιὰ ἀλλὰ τρέχει ἀσυγκράτητο μὲ τὸ κεφάλι κάτω, ἔτσι μοιάζουν πολλὰ παιδιά. Δὲν ἡσυχάζουν· εἶνε δυστυχισμένα, καὶ πιὸ δυστυχισμένοι οἱ γονεῖς τους.
Τὸ παιδὶ αὐτὸ λοιπὸν δαιμονίστηκε, τὸ «τσίμπησε μῦγα» δαιμονική. Ὅταν τό ᾽πιανε κρίσις ἔπεφτε κάτω καὶ χτυπιόταν, σπαρταροῦσε σὰν τὸ ψάρι, ἔβγαζε ἀφροὺς ἀπ᾽ τὸ στόμα κ᾽ ἔτριζε τὰ δόντια. Ὁ πατέρας τὸ εἶχε πάει παντοῦ, ἀλλὰ δὲν μπόρεσαν οὔτε γιατροὶ οὔτε μάγοι οὔτε κανεὶς ἄλλος νὰ τὸ θεραπεύσουν. Ἀπελπισμένος πιὰ πῆγε στὸ Χριστό. Καὶ ὁ Χριστός, ποὺ εἶδε τὸ παιδὶ νὰ κυλιέται μπροστὰ στὰ πόδια του, ρώτησε τὸν πατέρα· ―Πόσον καιρὸ εἶνε ἔτσι τὸ παιδί; Καὶ ὁ πατέρας ἀπήντησε· ―«Παιδιόθεν», ἀπὸ μικρό (Μᾶρκ. 19,21).
Γεννᾶται ἡ ἀπορία· γιατί ρωτάει ὁ Χριστός; δὲν ξέρει; Ὡς Θεὸς παντογνώστης ξέρει ὅλες τὶς λεπτομέρειες, ἀλλὰ ρώτησε ἐπίτηδες. Ὅπως ὁ δάσκαλος ρωτάει τὸ μαθητὴ ὄχι διότι ἀγνοεῖ, ἀλλὰ γιὰ νὰ τὸν διδάξῃ κάτι, ἔτσι καὶ ὁ Χριστός, ὁ αἰώνιος διδάσκαλος· ρώτησε, διότι ἀπὸ τὴν ἀπάντησι τοῦ πατέρα ἤθελε νὰ βγάλῃ μιὰ μεγάλη διδασκαλία· ὅτι οἱ γονεῖς πρέπει νὰ ἐνδιαφέρωνται γιὰ τὰ παιδιά τους ἀπὸ νωρίς, ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ γεννιῶνται κι ἀκούγεται τὸ πρῶτο τους κλάμα, ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θηλάζουν καὶ λένε τὶς πρῶτες λέξεις.
Τὸ ἐπεισόδιο λοιπὸν αὐτὸ ἔχει μεγάλη παιδαγωγικὴ σημασία, ἰδίως γιὰ τοὺς γονεῖς. Τότε ἦταν αὐτὸς ὁ πατέρας μὲ δαιμονισμένο τὸ παιδί· σήμερα χιλιάδες παιδιὰ εἶνε δαιμονισμένα. Ποιός φταίει, ποιός εὐθύνεται γι᾽ αὐτό; Εὐθύνη φέρει καὶ ἡ πολιτεία – τὸ κράτος, εὐθύνη φέρει καὶ ἡ Ἐκκλησία, εὐθύνη φέρει καὶ ἡ κοινωνία· ἀλλὰ σὲ τελευταία ἀνάλυσι τὸ μεγάλο μερίδιο εὐθύνης φέρουν ὁ πατέρας καὶ ἡ μάνα, οἱ γονεῖς. Ἐξετάζοντας τὴ διαγωγὴ τῶν γονέων μποροῦμε νὰ τοὺς κατατάξουμε στὶς ἀκόλουθες τέσσερις κατηγορίες.
⃝ Πρώτη κατηγορία γονέων εἶνε οἱ ἀδιάφοροι.
Γι᾽ αὐτοὺς «πέρα βρέχει».
Εἶνε ἄνθρωποι ποὺ συνήθισαν νὰ κάνουν πάντα τὰ κέφια τους.
Ἔτσι καὶ στὸ γάμο.
Παντρεύονται καὶ γεννοῦν παιδιά, ἀλλ᾽ ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ θὰ γεννηθῇ τὸ παιδὶ ἀμελοῦν τὸ χρέος τους ἀπέναντί του· δὲ νοιάζονται γιὰ τὴν ἀνατροφή του. Συνεχίζουν τὴ ζωή τους ὅπως πρίν· κυνηγοῦν τὶς διασκεδάσεις καὶ τὰ θεάματα, τρέχουν στὰ κέντρα, στὸ χαρτοπαίγνιο, στὸ ξενύχτι, στὸ πιοτὸ καὶ στὸ μεθύσι…. Ὡς πρὸς τὴ διαπαιδαγώγησι τοῦ παιδιοῦ μένουν τελείως ἀδιάφοροι.
Ἔγραψαν οἱ ἐφημερίδες τὸ ἑξῆς φοβερό. Κάποιο εὐκατάστατο ἀντρόγυνο στὴν Ἀθήνα ἔκλεισαν τὰ δυὸ μικρά τους παιδιά, ἡλικίας 3 – 4 ἐτῶν, μέσα στὸ πολυτελὲς διαμέρισμά τους, τοὺς ἔδωσαν καὶ ὑπνωτικὸ νὰ κοιμηθοῦν, κι αὐτοὶ βγῆκαν σὲ κέντρο στὴ Γλυφάδα νὰ διασκεδάσουν. Ξύπνησαν ὅμως τὰ παιδιά, εἶδαν ὅτι ὁ πατέρας καὶ ἡ μάνα λείπουν, ἔβαλαν τὶς φωνὲς μέσ᾽ στὸ σκοτάδι κι ἀναστάτωσαν ὅλη τὴν πολυκατοικία. Οἱ συγκάτοικοι εἰδοποίησαν καὶ ἡ ἀστυνομία ἦρθε καὶ τὰ βρῆκε ὁλομόναχα. Τὸ πρωὶ κατὰ τὶς 5 ἡ ὥρα γύρισαν οἱ προκομμένοι οἱ γονεῖς. Προτίμησαν τὴ διασκέδασι ἀδιαφορώντας γιὰ τὰ παιδιά τους.
Δὲν εἶνε πολὺς καιρὸς ποὺ ἦρθε στὴ μητρόπολι ἀπὸ ἕνα χωριὸ μιὰ γυναίκα μὲ πέντε παιδάκια. Εἶμαι δυστυχισμένη, λέει. Ὁ ἄντρας μου μᾶς ἄφησε, πῆγε στὴ Γερμανία τάχα νὰ ἐργαστῇ, καὶ ἕνα χρόνο τώρα οὔτε ἕνα μάρκο δὲν ἔστειλε. Τρώει τὰ λεφτά του μὲ ξένες γυναῖκες. Ἔγραψα στὸν πρόξενο ἐκεῖ, μὰ ποῦ νὰ τὸν βρῇ κι αὐτὸς στὴν ἀχανῆ χώρα; Μᾶς ξέχασε Αὐτοὶ οἱ γονεῖς δὲ διδάσκονται ἔστω ἀπὸ τὰ ζῷα; Πῆγα σ᾽ ἕνα χωριὸ κι ἄκουσα μιὰ ἀγελάδα νὰ κλαίῃ ὅλη νύχτα. ―Τί ἔπαθε; ρωτῶ. ―Τῆς πῆραν τὸ μοσχαράκι, μοῦ λένε. Δὲν πᾷς νὰ πάρῃς ἀπὸ μιὰ προβατίνα τὸ ἀρνάκι της; Δὲν τολμᾷς νὰ πάρῃς τὸ λιονταράκι ἀπὸ τὴ λέαινα; θὰ σὲ ξεσχίσῃ. Ἀνέβηκε κυνηγὸς στὴ φωλιὰ ἑνὸς ἀετοῦ νὰ πάρῃ τὰ πουλιά του, κι ὁ ἀετὸς ἔπεσε πάνω του καὶ τὸν σκότωσε. Τὰ ζῷα ἔχουν περισσότερη φροντίδα γιὰ τὰ μικρά τους.
Ὑπάρχουν βέβαια γονεῖς ποὺ φροντίζουν νὰ ἔχουν τὰ παιδιά τους ροῦχα, παπούτσια, κάλτσες, βιβλία, καὶ πρὸ παντὸς φαῒ καλὸ καὶ πλούσιο – γι᾽ αὐτὸ δὲν τὰ νηστεύουν Τετάρτη – Παρασκευή. Φροντίζουν δηλαδὴ γιὰ τὰ ὑλικά, καὶ νομίζουν ὅτι ἔτσι τελείωσε ἡ ὑποχρέωσί τους, ἀλλὰ γιὰ τὴν ψυχὴ τοῦ παιδιοῦ κανένας λόγος. Τὸ ἀποτέλεσμα εἶνε, ὅτι τέτοια παιδιά, ποὺ στεροῦνται τὴν ψυχικὴ καλλιέργεια, γίνονται ἀνάγωγα καὶ διεστραμμένα.
⃝ Ἡ δεύτερη κατηγορία εἶνε οἱ μοντέρνοι γονεῖς.
Αὐτοὶ ἐνδιαφέρονται γιὰ τὰ παιδιά· τὸ ἐνδιαφέρον τους ὅμως εἶνε νὰ ἐξελιχθοῦν κατὰ τὸ πνεῦμα τοῦ κόσμου, σύμφωνα μὲ τὸ ῥεῦμα τῆς ἐποχῆς. Ἡ κόρη τους νὰ ντυθῇ μὲ τὴν τελευταία μόδα· ὁ γυιός τους νὰ μετέχῃ σὲ ὅλες τὶς κοινωνικὲς ἐκδηλώσεις καὶ τὰ παιχνίδια· νὰ μάθουν μουσική, ξένες γλῶσσες, τρόπους εὐγενείας. Θέλουν νὰ ἔχουν παιδιὰ ἐξελιγμένα κατὰ τὰ εὐρωπαϊκὰ καὶ ἀμερικανικὰ πρότυπα, ὄχι χωριάτες. Ἐνδιαφέρονται λοιπόν, ἀλλὰ λανθασμένα.
Ἀδιαφοροῦν γιὰ τὴν πνευματικὴ διάπλασι τῶν παιδιῶν, ἀποφεύγουν νὰ τοὺς δώσουν χριστιανικὴ ἀνατροφή, δὲν τ᾽ ἀφήνουν νὰ ἔρθουν σὲ ἐπαφὴ μὲ τὴν Ἐκκλησία καὶ τὴ διδασκαλία της. Ἀλλ᾽ ἐὰν τὸ παιδί σου μάθῃ ὅλες τὶς γλῶσσες τοῦ κόσμου, δὲν γίνῃ ὅμως ἄνθρωπος, τί νὰ τὸ κάνῃς;
⃝ Τρίτη κατηγορία γονέων εἶνε οἱ ἄθεοι.
Αὐτοὶ δὲν πιστεύουν, καὶ εἶνε ὄχι ἁπλῶς ἀδιάφοροι ἀλλὰ καὶ ἐπιθετικοί· πᾶνε κόντρα στὴ χριστιανικὴ διαπαιδαγώγησι τῶν παιδιῶν τους. Θέλουν νὰ ξερριζώσουν ἀπὸ τὴν ψυχή τους τὸ θρησκευτικὸ συναίσθημα καὶ νὰ τὰ κάνουν ἄθεα.
Μιὰ φορὰ σὰν ἱεροκήρυκας, ὅταν πλησιάσα σ᾽ ἕνα χωριό, ἄκουσα μιὰ φοβερὴ βλαστήμια. Πλησιάζω καὶ τί νὰ δῶ· κάτω ἀπὸ ἕνα δέντρο ἕνας πατέρας κρατοῦσε τὸ παιδάκι του στὴν ἀγκαλιὰ καὶ τὸ μάθαινε νὰ βλαστημάῃ τὸ Θεό!
Σ᾽ ἕνα χωριὸ τῆς Πτολεμαΐδος ἕνα παιδὶ τελείωσε τὸ σχολεῖο μὲ ἄριστα καὶ παίρνοντας τὸ ἀπολυτήριο εἶπε στοὺς γονεῖς του, ὅτι θὰ σπουδάσῃ θεολόγος, γιὰ νὰ γίνῃ ἱεροκήρυκας καὶ νὰ πάῃ μάλιστα στὴν Οὐγκάντα ἱεραπόστολος. Κι ὁ πατέρας σήκωσε καρέκλα νὰ τὸ χτυπήσῃ. Ἔκαναν οἰκογενειακὸ συμβούλιο κ᾽ ἔβαλαν τοὺς συγγενεῖς ὅλους νὰ πιέσουν τὸ παιδὶ ν᾽ ἀλλάξῃ ἀπόφασι καὶ νὰ σπουδάσῃ κάτι προσοδοφόρο. Καὶ ἦταν τέτοιος ὁ πόλεμος νεύρων, ὥστε τώρα τὸ παιδὶ ἀπὸ ἀριστοῦχος κατήντησε νὰ εἶνε στὸ ψυχιατρεῖο. Γι᾽ αὐτὸ ὑπάρχει σήμερα τόση ἔλλειψις κληρικῶν.
⃝ Πρώτη κατηγορία λοιπὸν οἱ ἀδιάφοροι, δευτέρα κατηγορία οἱ μοντέρνοι, τρίτη κατηγορία οἱ ἄπιστοι καὶ ἄθεοι, καὶ τετάρτη κατηγορία οἱ εἰδωλολάτρες.
Γονεῖς εἰδωλολάτρες εἶνε ἐκεῖνοι ποὺ κάνουν τὸ παιδί τους εἴδωλο καὶ τὸ λατρεύουν.
Σπεύδουν ν᾽ ἀνταποκριθοῦν σὲ κάθε ἐπιθυμία του, ἱκανοποιοῦν ὅλες τὶς ἀπαιτήσεις του, ἀκόμα καὶ τὶς πιὸ παράλογες, δὲν τοῦ χαλοῦν ποτέ χατίρι. Οἱ γονεῖς αὐτοὶ δὲν βλέπουν στὸ παιδί τους κάτι ποὺ νὰ θέλῃ διόρθωσι, θεωροῦν τὸν κανακάρη τους ἰδανικό. Γι᾽ αὐτὸ δὲν φροντίζουν νὰ τὸν διαπλάσουν, νὰ περικόψουν ἐλαττώματα καὶ νὰ καλλιεργήσουν ἀγαθὰ στοιχεῖα ποὺ λείπουν. Δὲν παιδεύουν, δὲν μαλώνουν, δὲν τιμωροῦν τὸ παιδί. Τὸ ἐπαινοῦν μπροστά του, καὶ καυχῶνται στοὺς ἄλλους γι᾽ αὐτὸ μπροστὰ καὶ πίσω του. Ἂν κάποιος τοὺς ἐνημερώσῃ γιὰ κάποια ἀταξία του καὶ τοὺς ἐπισημάνῃ κάποια ἀδυναμία του, τὸν κάνουν ἐχθρό.
Ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς κακῆς ἀγωγῆς εἶνε ὅτι διαπλάθονται φίλαυτοι καὶ ἐγωιστικοὶ τύποι, ἀπαιτητικοὶ καὶ ἐριστικοί, ἀκοινώνητοι καὶ ἀγύμναστοι στὶς δυσκολίες τῆς ζωῆς. Καὶ αὐτὰ τὰ γεύονται πρῶτοι οἱ ἴδιοι οἱ γονεῖς πού, ἀντὶ τῶν τόσων περιποιήσεων, εἰσπράττουν συχνὰ ἀπὸ τὸ κακομαθημένο παιδί τους ἀστοργία καὶ ἀδιαφορία, ὅπως περιγράφει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλὸς στὶς διδαχές του.
* * *
Ὁ σωστὸς γονεύς, ἀγαπητοί μου, οὔτε ἀδιαφορεῖ γιὰ τὸ παιδί του, ἀλλ᾽ οὔτε τὸ κάνει εἴδωλο. Ἐνδιαφέρεται καὶ προσπαθεῖ νὰ τὸ διαπαιδαγωγήσῃ ἀπὸ τὴ μικρή του ἡλικία μακριὰ ἀπὸ τὴ μόδα καὶ τὴν ἀθεΐα. Σκοπός του εἶνε νὰ τοῦ κληροδοτήσῃ τὴν πίστι καὶ νὰ τοῦ διδάξῃ τὴν ἀγάπη στὸ Θεὸ καὶ τὸν πλησίον.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
kranos
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Μπακογιάννη: Να ξαναπιστέψουμε ότι μπορούμε να είμαστε περήφανοι
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Παρέλαση Εθνοφυλάκων μετά από 40 χρόνια στη Σάμο
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ