2017-04-12 09:08:24
Όλοι γνωρίζουν ότι μαζί με τον Ιησού σταυρώθηκαν και δύο ληστές. Δίπλα στον σταυρό του μαρτυρίου του Εσταυρωμένου, όπως μας παραδίδεται από την Καινή Διαθήκη, υπήρχαν ένας καλός και ένας κακός ληστής Ο επίσημος Κανόνας της Αγίας Γραφής σταματά ωστόσο εδώ, αφήνοντας τους δύο σταυρωμένους ληστές στη λήθη της Ιστορίας.
Και είναι μόνο στα απόκρυφα πατερικά κείμενα, τα ευαγγέλια που δεν περιλαμβάνονται δηλαδή στο επίσημο σώμα της Αγίας Γραφής, που μαθαίνουμε για το ποιόν των ληστών και τον συμβολικά μανιχαϊστικό ρόλο τους στην ιστορία της σταύρωσης του Ιησού.
Όπως ξέρουμε, παρά το γεγονός ότι δεν περιλαμβάνονται στην Καινή Διαθήκη, τα απόκρυφα αυτά κείμενα χρησιμοποιήθηκαν ως αφετηρία για τη θέσπιση εορτών αλλά και για να αποσαφηνιστούν λεπτομέρειες που δεν υπάρχουν στα Ευαγγέλια και τα άλλα ιερά κείμενα, όπως για παράδειγμα τα ονόματα των τριών μάγων ή των δύο ληστών που σταυρώθηκαν πλάι στον Χριστό.
Οι μαρτυρίες των απόκρυφων ευαγγελίων για τα θεία πάθη του Θεανθρώπου πολλές και διάφορες, εδώ θα μιλήσουμε ωστόσο για τους δύο ανώνυμους στην Καινή Διαθήκη ληστές που αποκτούν ονόματα και βιογραφίες στα εκτός Κανόνα κείμενα. Οι ερευνητές έχουν κατατάξει τα απόκρυφα ευαγγέλια, το Ευαγγέλιο Πέτρου, το Ευαγγέλιο Νικοδήμου, τις Πράξεις Πιλάτου, το Ευαγγέλιο Βαρθολομαίου και την Επιστολή των Αποστόλων σε μια ειδική μελετητική κατηγορία που αποκαλείται «Ευαγγέλια Πάθους, Καθόδου στον Άδη και Ανάστασης του Χριστού», συνάγοντας πολύτιμες πληροφορίες για τα περιστατικά που αφήνουν εκτός ή περιγράφουν αποσπασματικά τα τέσσερα κανονικά ευαγγέλια (Λουκά, Μάρκου, Ματθαίου και Ιωάννη).
Τα οποία εκθέτουν μεν με δωρική λιτότητα τα γεγονότα των Παθών και της Ανάστασης χωρίς συναισθηματισμούς και λυρικές εξάρσεις, ενδιαφέρονται ωστόσο περισσότερο να καταδείξουν τη σημασία των γεγονότων για τη λύτρωση των ανθρώπων και όχι να περιβάλλουν με ιστορική σαφήνεια τις αφηγήσεις τους.
Όπως ξέρουμε, τα τέσσερα συνοδικά ευαγγέλια τοποθετούνται στο δεύτερο μισό του 1ου αιώνα μ.Χ. Λίγο αργότερα ωστόσο, από τον 2ο αιώνα μ.Χ. και ύστερα, παρουσιάζονται κάποια κείμενα στις παρυφές της Εκκλησίας που ονομάστηκαν «απόκρυφα», μέσα στα οποία μύθος και Ιστορία συμπλέκονται με τρόπο δυσδιάκριτο. Στα απόκρυφα αυτά κείμενα ενσωματώνονται κάποιες λαϊκές παραδόσεις ή αφήνεται να λειτουργήσει η φαντασία των συγγραφέων, η οποία συμπληρώνει τα κατά τη γνώμη τους κενά των κανονικών ευαγγελίων, για λόγους κυρίως απολογητικούς ή ακόμα και για εντυπωσιασμό των αναγνωστών.
Και βέβαια, παρά το γεγονός ότι τα κείμενα αυτά ζούσαν στην περιφέρεια και ποτέ στο κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής, διαβάστηκαν ωστόσο στη διάρκεια των αιώνων και ενέπνευσαν τους βυζαντινούς αλλά και τους δυτικούς καλλιτέχνες.
Κι έτσι τα ονόματα των δύο συσταυρωθέντων ληστών, του Δυσμά και του Γεστά, τα πληροφορούμαστε μόνο από το απόκρυφο Ευαγγέλιο του Νικόδημου (το οποίο δεν αποδίδεται στον Νικόδημο των Γραφών, τον Φαρισαίο που ως μέλος του Μεγάλου Συνεδρίου υπερασπίστηκε τον Ιησού, αλλά σε μεταγενέστερο ανώνυμο συντάκτη) και τις αποκαλούμενες Πράξεις Πιλάτου: «καὶ Δυσμᾶς καὶ Γέστας οἱ δύο κακοῦργοι συσταυρωθήτωσάν σοι και αλλού ὄνομα αὐτῷ ᾖν Γίστας, ὁ δὲ ἐκ δεξιῶν ἐσταυρωμένος ὀνόματι Δυσμᾶς».
Δυσμάς λεγόταν λοιπόν ο ένας και Γεστάς (ή Γέστας ή και Στέγας) ο άλλος. O Γεστάς είναι ο χλευαστής. O Δυσμάς, μια ανάσα πριν από το τέλος, προλαβαίνει να πει το «μνήσθητί μου, κύριε». Από άλλο απόκρυφο κείμενο εξάλλου, την Υφήγηση Ιωσήφ του από Αριμαθαίας (το οποίο αποδίδεται και πάλι σε μεταγενέστερο συντάκτη του 11ου αιώνα και όχι στον μυστικό μαθητή του Ιησού), μαθαίνουμε τη δράση των ληστών.
O μεν Γέστας «οδοιπορούντας φόνω μαχαίρας απέκτεινεν, γυναίκας δε εκ των σφυρών κατά κεφαλής κρημνών τους μασθούς εξέκοπτεν», ο δε Δυσμάς (που εδώ αποκαλείται Δημάς) «πλουσίων πειρατηρίοις εκέχρητο, πτωχοίς δε ευ εποίει».
Περιχαρακωμένοι στον απόκρυφο μανδύα των μη επίσημων κειμένων της Αγίας Γραφής, οι δυο ληστές λειτουργούν αλληγορικά ως η προαιώνια μάχη του καλού με το κακό, αν και φαίνεται πως κάτι περισσότερο υπάρχει εδώ πέρα Σπάργανα βιογραφίας
Οι δυο ληστές που πλαισίωναν τον Θεάνθρωπο στον Σταυρό του Μαρτυρίου ήταν ο Δυσμάς και ο Γεστάς (ή Γέστας ή Στέγας). O Δυσμάς έδειξε όπως θυμόμαστε μεταμέλεια πριν εκπνεύσει και είπε το περιβόητο «μνήσθητί μου, κύριε», ενώ ο Γεστάς συνέχισε να χλευάζει τον Σωτήρα, μένοντας αμετανόητος.
Όταν μάλιστα δεν σταμάτησε να βλαστημά εναντίον του Ιησού, ο μετανοημένος Δυσμάς υπερασπίστηκε τον Χριστό λέγοντας: «Ένας δε από τους κρεμασμένους κακοποιούς άρχισε να του λέει υβριστικά: ‘‘Δεν είσαι εσύ ο Χριστός; Σώσε τον εαυτό σου και εμάς’’. Απαντώντας ο άλλος τον επέπληξε και είπε: ‘‘Δεν φοβάσαι καθόλου τον Θεό, τώρα που είσαι στην ίδια κρίση; Και εμείς μεν δίκαια, γιατί λαβαίνουμε στο πλήρες ό,τι μας αξίζει για αυτά που κάναμε· αλλά αυτός δεν έκανε τίποτα το άτοπο’’. Και άρχισε να λέει: ‘‘Ιησού, θυμήσου με όταν έρθεις στη βασιλεία σου’’. Και αυτός του είπε: ‘‘Αληθινά σου λέω σήμερα, θα είσαι μαζί μου στον Παράδεισο’’» (Λουκάς 23, 39-43).
Τα ονόματα των δύο ληστών, όπως και του Πετρώνιου που φρουρούσε τον τάφο του Ιησού ή του Λογγίνου, του εκατόνταρχου της Σταύρωσης, επικράτησαν τελικά στην παράδοση της χριστιανικής εκκλησίας και απεικονίζονται στην εικονογραφία της. Διαβάζοντας άλλωστε κανείς τα απόκρυφα ευαγγέλια σε σύγκριση με τα τέσσερα ευαγγέλια που περιλαμβάνονται στον Κανόνα της Καινής Διαθήκης, διαπιστώνει ότι εκεί δίνονται απαντήσεις σε ερωτήματα σχετικά με κάποια δευτερεύοντα σημεία ή πρόσωπα των διηγήσεων των Παθών και της Ανάστασης, προερχόμενα είτε από παραδόσεις είτε από τη φαντασία των συγγραφέων τους.
Για τον Δυσμά βέβαια πληροφορούμαστε και κάτι άλλο από την ανεπίσημη χριστιανική παράδοση του ρωμαιοκαθολικισμού, καθώς φαίνεται να συναντάται και σε ένα περιστατικό από τη ζωή του Χριστού ως θείου βρέφους. Όταν η αγία οικογένεια καταφεύγει λοιπόν στην Αίγυπτο, εμφανίζονται στον δρόμο κάποιοι ληστές με πρόθεση να κατακλέψουν τους οδοιπόρους, τον Ιωσήφ που οδηγούσε το γαϊδουράκι και την Παναγία με τον υιό της κατάστηθα.
Οι ληστές άρπαξαν το γαϊδουράκι όταν ένας από αυτούς πλησίασε τη μητέρα για να δει τι κρύβει στην αγκαλιά της. Μόλις αντίκρισε το βρέφος, εξεπλάγη από την ασυνήθιστη ομορφιά του και τότε, μέσα στην έκπληξή του, αναφώνησε: «Και ο Θεός αν έπαιρνε σάρκα ανθρώπινη, δεν θα μπορούσε να είναι πιο όμορφος από αυτό το παιδί!». Κατόπιν πρόσταξε τους συνεργούς του να μην κλέψουν τίποτα από αυτούς τους οδοιπόρους.
Γεμάτη ευγνωμοσύνη προς τον καλό ληστή, η Θεοτόκος του είπε: «Γνώριζε ότι το παιδί αυτό θα σε ανταμείψει με ανταμοιβή μεγάλη, επειδή εσύ σήμερα τον προστάτευσες». Τριάντα τρία χρόνια αργότερα, ο ίδιος άνθρωπος κρεμιόταν στον σταυρό για τα εγκλήματά του, στα δεξιά του Χριστού. Το όνομά του ήταν Δυσμάς! Και βλέποντας δίπλα του τον αναμάρτητο Ιησού, μετανόησε για κάθε κακό που είχε κάνει στη ζωή του.
Σύμφωνα πάλι με τα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης, ο Χριστός συσταυρώθηκε με δύο ληστές, γεγονός που σύμφωνα με τον Μάρκο εκπλήρωνε την προφητεία του Ησαΐα (Ησαΐας 53, 12): «διὰ τοῦτο αὐτὸς κληρονομήσει πολλοὺς καὶ τῶν ἰσχυρῶν μεριεῖ σκῦλα, ἀνθ᾿ ὧν παρεδόθη εἰς θάνατον ἡ ψυχὴ αὐτοῦ, καὶ ἐν τοῖς ἀνόμοις ἐλογίσθη· καὶ αὐτὸς ἁμαρτίας πολλῶν ἀνήνεγκε καὶ διὰ τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν παρεδόθη».
Οι δυο ληστές χλεύαζαν τον Ιησού από κοινού με το πλήθος των αρχιερέων, γραμματέων, πρεσβυτέρων, φαρισαίων, υπηρετών κ.λπ. (καὶ οἱ λῃσταὶ οἱ συσταυρωθέντες αὐτῷ ὠνείδιζον αὐτόν, καὶ οἱ συνεσταυρωμένοι αὐτῷ ὠνείδιζον αὐτόν), μέχρι ένας από αυτούς να μετανοήσει, όπως μας λέει ο Λουκάς: «καὶ ἡμεῖς μὲν δικαίως· ἄξια γὰρ ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν· οὗτος δὲ οὐδὲν ἄτοπον ἔπραξε»…
Πατερικές και άλλες πηγές
Στα τέσσερα ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης, οι ληστές περιγράφονται χωρίς ονόματα και αμαρτήματα. Ο Ματθαίος μάς λέει χαρακτηριστικά στο Κατά Ματθαίον, 27, 38-44: «Τότε σταυροῦνται σὺν αὐτῷ δύο λῃσταί, εἷς ἐκ δεξιῶν καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων. Οἱ δὲ παραπορευόμενοι ἐβλασφήμουν αὐτὸν κινοῦντες τὰς κεφαλὰς αὐτῶν καὶ λέγοντες· ὁ καταλύων τὸν ναὸν καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις οἰκοδομῶν! σῶσον σεαυτόν· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, κατάβηθι ἀπὸ τοῦ σταυροῦ. ὁμοίως δὲ καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐμπαίζοντες μετὰ τῶν γραμματέων καὶ πρεσβυτέρων καὶ Φαρισαίων ἔλεγον· ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι· εἰ βασιλεὺς ᾿Ισραήλ ἐστι, καταβάτω νῦν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ καὶ πιστεύσομεν ἐπ᾿ αὐτῷ· πέποιθεν ἐπὶ τὸν Θεόν, ρυσάσθω νῦν αὐτόν, εἰ θέλει αὐτόν· εἶπε γὰρ ὅτι Θεοῦ εἰμι υἱός. τὸ δ᾿ αὐτὸ καὶ οἱ λῃσταὶ οἱ συσταυρωθέντες αὐτῷ ὠνείδιζον αὐτόν».
Κάτι αντίστοιχο καταμαρτυρεί και ο Μάρκος στο Κατά Μάρκον, 15, 27-32: «Καὶ σὺν αὐτῷ σταυροῦσι δύο λῃστάς, ἕνα ἐκ δεξιῶν καὶ ἕνα ἐξ εὐωνύμων αὐτοῦ. καὶ ἐπληρώθη ἡ γραφὴ ἡ λέγουσα· καὶ μετὰ ἀνόμων ἐλογίσθη. Καὶ οἱ παραπορευόμενοι ἐβλασφήμουν αὐτὸν κινοῦντες τὰς κεφαλὰς αὐτῶν καὶ λέγοντες· οὐά, ὁ καταλύων τὸν ναὸν καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις οἰκοδομῶν! σῶσον σεαυτὸν καὶ κατάβα ἀπὸ τοῦ σταυροῦ. ὁμοίως δὲ καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐμπαίζοντες πρὸς ἀλλήλους μετὰ τῶν γραμματέων ἔλεγον· ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι. ὁ Χριστὸς ὁ βασιλεὺς τοῦ ᾿Ισραὴλ καταβάτω νῦν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ, ἵνα ἴδωμεν καὶ πιστεύσωμεν αὐτῷ. καὶ οἱ συνεσταυρωμένοι αὐτῷ ὠνείδιζον αὐτόν».
Όπως και ο Λουκάς στο Κατά Λουκάν, 33, 39-43: «Εἷς δὲ τῶν κρεμασθέντων κακούργων ἐβλασφήμει αὐτὸν λέγων· εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστός, σῶσον σεαυτὸν καὶ ἡμᾶς. ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἕτερος ἐπετίμα αὐτῷ λέγων· οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ κρίματι εἶ; καὶ ἡμεῖς μὲν δικαίως· ἄξια γὰρ ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν· οὗτος δὲ οὐδὲν ἄτοπον ἔπραξε. καὶ ἔλεγε τῷ ᾿Ιησοῦ· μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου. καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· ἀμὴν λέγω σοι, σήμερον μετ᾿ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ».
Όσο για τον Ιωάννη, αυτός περιορίζεται να διηγηθεί στο Κατά Ιωάννην, 19, 18: «ὅπου αὐτὸν ἐσταύρωσαν, καὶ μετ' αὐτοῦ ἄλλους δύο ἐντεῦθεν καὶ ἐντεῦθεν, μέσον δὲ τὸν ᾿Ιησοῦν». Τίποτα άλλο δεν είναι γνωστό στην Αγία Γραφή για τους ληστές που πλαισίωσαν τον Ιησού στον σταυρό. Ο Φλάβιος Ιώσηπος αναφέρει πάντως στην «Ιουδαϊκή αρχαιολογία» του πως και οι δύο ήταν περιπλανώμενοι ληστές και μέλη των σπειρών που λυμαίνονταν την Ιουδαία. Αυτές τις συμμορίες κάθε ρωμαίος επίτροπος είχε υποχρέωση να τις συντρίψει, καθώς όπως μας λέει ο εβραίος ιστορικός είχαν αποθρασυνθεί και έφτασαν να επιτίθενται στους ταξιδιώτες ακόμη και στη λεωφόρο από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ.
Κάτι που επιβεβαιώνει και ο Λουκάς στο Κατά Λουκάν 10, 30: «ἄνθρωπός τις κατέβαινεν ἀπὸ ῾Ιερουσαλὴμ εἰς ῾Ιεριχώ, καὶ λῃσταῖς περιέπεσεν· οἳ καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν καὶ πληγὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον ἀφέντες ἡμιθανῆ τυγχάνοντα». Κάποιες φορές βέβαια, μας λέει ο Λουκάς και συμφωνεί και ο Μάρκος, η άγρια ζωή του ληστή συνδεόταν και με πόθους για ελευθερία, όπως η περίπτωση του Βαραββά, που έβλεπε τις επιδρομές ως κάλεσμα για λαϊκές εξεγέρσεις κατά του ρωμαϊκού ζυγού: «ἦν δὲ ὁ λεγόμενος Βαραββᾶς μετὰ τῶν συστασιαστῶν δεδεμένος, οἵτινες ἐν τῇ στάσει φόνον πεποιήκεισαν» (Κατά Μάρκον 15, 7). Για τέτοιους είδους εγκλήματα, οι Ρωμαίοι είχαν μία και μόνο μία καταδίκη: την άμεση σταύρωση, είτε ήταν απλός ληστής είτε φλογερός επαναστάτης.
Όπως είπαμε, μόνο στην απόκρυφη Υφήγησις Ιωσήφ του από Αριμαθαίας, γραμμένη μετά τον 11ο αιώνα, μαθαίνουμε για την εγκληματική δράση των δύο ληστών. O μεν Γέστας: «Ο πρώτος, ονόματι Γέστας, σκότωνε με μαχαίρι οδοιπόρους, άλλους τους γύμνωνε, κρεμούσε γυναίκες από τα σφυρά με το κεφάλι προς τα κάτω για να κόψει τους μαστούς τους, έκοβε τα μέλη νηπίων κι έπινε το αίμα τους κι ούτε για μια στιγμή δεν είχε γνωρίσει τον Θεό, ενώ δεν ακολουθούσε τους ανθρώπινους νόμους κι ήταν βίαιος από την αρχή κιόλας σ’ αυτές τις ενέργειές του».
Ο δε Δυσμάς (Δημάς στο απόκρυφο κείμενο): «Η κατηγορία εναντίον του άλλου υπήρξε η ακόλουθη: Ονομαζόταν Δήμας, και ήταν στην καταγωγή του Γαλιλαίος. Μάλιστα υπήρξε ιδιοκτήτης πανδοχείου. Πειρατής και ληστής στους πλούσιους, ευεργετούσε τους φτωχούς. Ήταν κλέφτης μεν όπως ο Τωβίτ, αλλά έθαβε τους φτωχούς όταν πέθαιναν. Δοκίμασε να ληστέψει το πλήθος των Ιουδαίων, που συνέρρεε στα Ιεροσόλυμα κλέβοντας ο ιερόσυλος ως και τα βιβλία του νόμου, ενώ γύμνωσε και τη θυγατέρα του Καϊάφα, που ήταν ιέρεια στον ναό, και αφαίρεσε ακόμη και τη μυστική παρακαταθήκη του Σολομώντος, που ο ίδιος την είχε βάλει στον τόπο εκείνο. Τέτοιες ήταν οι πράξεις του».
Μόνο από τα απόκρυφα κείμενα μαθαίνουμε λοιπόν κάτι περισσότερο για τους δύο ληστές δίπλα στον Εσταυρωμένο, που τόσο συχνά συναντώνται στη χριστιανική αγιογραφία. Στα δεξιά του Ιησού παρουσιάζεται πάντα ο σταυρωμένος Δυσμάς, ο οποίος γίνεται και ο πρώτος ένοικος του Παραδείσου, ενώ στα αριστερά του Χριστού παρουσιάζεται ο αμετανόητος Γεστάς, ο οποίος κατακρίνει και χλευάζει τον Ιησού.
Και όπως υπαινίσσονται τα απόκρυφα Ευαγγέλια, το μισό καλό νίκησε τελικά το κακό έτερον ήμισυ δείχνοντας έστω και την ύστατη στιγμή μεταμέλεια… Tromaktiko
Και είναι μόνο στα απόκρυφα πατερικά κείμενα, τα ευαγγέλια που δεν περιλαμβάνονται δηλαδή στο επίσημο σώμα της Αγίας Γραφής, που μαθαίνουμε για το ποιόν των ληστών και τον συμβολικά μανιχαϊστικό ρόλο τους στην ιστορία της σταύρωσης του Ιησού.
Όπως ξέρουμε, παρά το γεγονός ότι δεν περιλαμβάνονται στην Καινή Διαθήκη, τα απόκρυφα αυτά κείμενα χρησιμοποιήθηκαν ως αφετηρία για τη θέσπιση εορτών αλλά και για να αποσαφηνιστούν λεπτομέρειες που δεν υπάρχουν στα Ευαγγέλια και τα άλλα ιερά κείμενα, όπως για παράδειγμα τα ονόματα των τριών μάγων ή των δύο ληστών που σταυρώθηκαν πλάι στον Χριστό.
Οι μαρτυρίες των απόκρυφων ευαγγελίων για τα θεία πάθη του Θεανθρώπου πολλές και διάφορες, εδώ θα μιλήσουμε ωστόσο για τους δύο ανώνυμους στην Καινή Διαθήκη ληστές που αποκτούν ονόματα και βιογραφίες στα εκτός Κανόνα κείμενα. Οι ερευνητές έχουν κατατάξει τα απόκρυφα ευαγγέλια, το Ευαγγέλιο Πέτρου, το Ευαγγέλιο Νικοδήμου, τις Πράξεις Πιλάτου, το Ευαγγέλιο Βαρθολομαίου και την Επιστολή των Αποστόλων σε μια ειδική μελετητική κατηγορία που αποκαλείται «Ευαγγέλια Πάθους, Καθόδου στον Άδη και Ανάστασης του Χριστού», συνάγοντας πολύτιμες πληροφορίες για τα περιστατικά που αφήνουν εκτός ή περιγράφουν αποσπασματικά τα τέσσερα κανονικά ευαγγέλια (Λουκά, Μάρκου, Ματθαίου και Ιωάννη).
Τα οποία εκθέτουν μεν με δωρική λιτότητα τα γεγονότα των Παθών και της Ανάστασης χωρίς συναισθηματισμούς και λυρικές εξάρσεις, ενδιαφέρονται ωστόσο περισσότερο να καταδείξουν τη σημασία των γεγονότων για τη λύτρωση των ανθρώπων και όχι να περιβάλλουν με ιστορική σαφήνεια τις αφηγήσεις τους.
Όπως ξέρουμε, τα τέσσερα συνοδικά ευαγγέλια τοποθετούνται στο δεύτερο μισό του 1ου αιώνα μ.Χ. Λίγο αργότερα ωστόσο, από τον 2ο αιώνα μ.Χ. και ύστερα, παρουσιάζονται κάποια κείμενα στις παρυφές της Εκκλησίας που ονομάστηκαν «απόκρυφα», μέσα στα οποία μύθος και Ιστορία συμπλέκονται με τρόπο δυσδιάκριτο. Στα απόκρυφα αυτά κείμενα ενσωματώνονται κάποιες λαϊκές παραδόσεις ή αφήνεται να λειτουργήσει η φαντασία των συγγραφέων, η οποία συμπληρώνει τα κατά τη γνώμη τους κενά των κανονικών ευαγγελίων, για λόγους κυρίως απολογητικούς ή ακόμα και για εντυπωσιασμό των αναγνωστών.
Και βέβαια, παρά το γεγονός ότι τα κείμενα αυτά ζούσαν στην περιφέρεια και ποτέ στο κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής, διαβάστηκαν ωστόσο στη διάρκεια των αιώνων και ενέπνευσαν τους βυζαντινούς αλλά και τους δυτικούς καλλιτέχνες.
Κι έτσι τα ονόματα των δύο συσταυρωθέντων ληστών, του Δυσμά και του Γεστά, τα πληροφορούμαστε μόνο από το απόκρυφο Ευαγγέλιο του Νικόδημου (το οποίο δεν αποδίδεται στον Νικόδημο των Γραφών, τον Φαρισαίο που ως μέλος του Μεγάλου Συνεδρίου υπερασπίστηκε τον Ιησού, αλλά σε μεταγενέστερο ανώνυμο συντάκτη) και τις αποκαλούμενες Πράξεις Πιλάτου: «καὶ Δυσμᾶς καὶ Γέστας οἱ δύο κακοῦργοι συσταυρωθήτωσάν σοι και αλλού ὄνομα αὐτῷ ᾖν Γίστας, ὁ δὲ ἐκ δεξιῶν ἐσταυρωμένος ὀνόματι Δυσμᾶς».
Δυσμάς λεγόταν λοιπόν ο ένας και Γεστάς (ή Γέστας ή και Στέγας) ο άλλος. O Γεστάς είναι ο χλευαστής. O Δυσμάς, μια ανάσα πριν από το τέλος, προλαβαίνει να πει το «μνήσθητί μου, κύριε». Από άλλο απόκρυφο κείμενο εξάλλου, την Υφήγηση Ιωσήφ του από Αριμαθαίας (το οποίο αποδίδεται και πάλι σε μεταγενέστερο συντάκτη του 11ου αιώνα και όχι στον μυστικό μαθητή του Ιησού), μαθαίνουμε τη δράση των ληστών.
O μεν Γέστας «οδοιπορούντας φόνω μαχαίρας απέκτεινεν, γυναίκας δε εκ των σφυρών κατά κεφαλής κρημνών τους μασθούς εξέκοπτεν», ο δε Δυσμάς (που εδώ αποκαλείται Δημάς) «πλουσίων πειρατηρίοις εκέχρητο, πτωχοίς δε ευ εποίει».
Περιχαρακωμένοι στον απόκρυφο μανδύα των μη επίσημων κειμένων της Αγίας Γραφής, οι δυο ληστές λειτουργούν αλληγορικά ως η προαιώνια μάχη του καλού με το κακό, αν και φαίνεται πως κάτι περισσότερο υπάρχει εδώ πέρα Σπάργανα βιογραφίας
Οι δυο ληστές που πλαισίωναν τον Θεάνθρωπο στον Σταυρό του Μαρτυρίου ήταν ο Δυσμάς και ο Γεστάς (ή Γέστας ή Στέγας). O Δυσμάς έδειξε όπως θυμόμαστε μεταμέλεια πριν εκπνεύσει και είπε το περιβόητο «μνήσθητί μου, κύριε», ενώ ο Γεστάς συνέχισε να χλευάζει τον Σωτήρα, μένοντας αμετανόητος.
Όταν μάλιστα δεν σταμάτησε να βλαστημά εναντίον του Ιησού, ο μετανοημένος Δυσμάς υπερασπίστηκε τον Χριστό λέγοντας: «Ένας δε από τους κρεμασμένους κακοποιούς άρχισε να του λέει υβριστικά: ‘‘Δεν είσαι εσύ ο Χριστός; Σώσε τον εαυτό σου και εμάς’’. Απαντώντας ο άλλος τον επέπληξε και είπε: ‘‘Δεν φοβάσαι καθόλου τον Θεό, τώρα που είσαι στην ίδια κρίση; Και εμείς μεν δίκαια, γιατί λαβαίνουμε στο πλήρες ό,τι μας αξίζει για αυτά που κάναμε· αλλά αυτός δεν έκανε τίποτα το άτοπο’’. Και άρχισε να λέει: ‘‘Ιησού, θυμήσου με όταν έρθεις στη βασιλεία σου’’. Και αυτός του είπε: ‘‘Αληθινά σου λέω σήμερα, θα είσαι μαζί μου στον Παράδεισο’’» (Λουκάς 23, 39-43).
Τα ονόματα των δύο ληστών, όπως και του Πετρώνιου που φρουρούσε τον τάφο του Ιησού ή του Λογγίνου, του εκατόνταρχου της Σταύρωσης, επικράτησαν τελικά στην παράδοση της χριστιανικής εκκλησίας και απεικονίζονται στην εικονογραφία της. Διαβάζοντας άλλωστε κανείς τα απόκρυφα ευαγγέλια σε σύγκριση με τα τέσσερα ευαγγέλια που περιλαμβάνονται στον Κανόνα της Καινής Διαθήκης, διαπιστώνει ότι εκεί δίνονται απαντήσεις σε ερωτήματα σχετικά με κάποια δευτερεύοντα σημεία ή πρόσωπα των διηγήσεων των Παθών και της Ανάστασης, προερχόμενα είτε από παραδόσεις είτε από τη φαντασία των συγγραφέων τους.
Για τον Δυσμά βέβαια πληροφορούμαστε και κάτι άλλο από την ανεπίσημη χριστιανική παράδοση του ρωμαιοκαθολικισμού, καθώς φαίνεται να συναντάται και σε ένα περιστατικό από τη ζωή του Χριστού ως θείου βρέφους. Όταν η αγία οικογένεια καταφεύγει λοιπόν στην Αίγυπτο, εμφανίζονται στον δρόμο κάποιοι ληστές με πρόθεση να κατακλέψουν τους οδοιπόρους, τον Ιωσήφ που οδηγούσε το γαϊδουράκι και την Παναγία με τον υιό της κατάστηθα.
Οι ληστές άρπαξαν το γαϊδουράκι όταν ένας από αυτούς πλησίασε τη μητέρα για να δει τι κρύβει στην αγκαλιά της. Μόλις αντίκρισε το βρέφος, εξεπλάγη από την ασυνήθιστη ομορφιά του και τότε, μέσα στην έκπληξή του, αναφώνησε: «Και ο Θεός αν έπαιρνε σάρκα ανθρώπινη, δεν θα μπορούσε να είναι πιο όμορφος από αυτό το παιδί!». Κατόπιν πρόσταξε τους συνεργούς του να μην κλέψουν τίποτα από αυτούς τους οδοιπόρους.
Γεμάτη ευγνωμοσύνη προς τον καλό ληστή, η Θεοτόκος του είπε: «Γνώριζε ότι το παιδί αυτό θα σε ανταμείψει με ανταμοιβή μεγάλη, επειδή εσύ σήμερα τον προστάτευσες». Τριάντα τρία χρόνια αργότερα, ο ίδιος άνθρωπος κρεμιόταν στον σταυρό για τα εγκλήματά του, στα δεξιά του Χριστού. Το όνομά του ήταν Δυσμάς! Και βλέποντας δίπλα του τον αναμάρτητο Ιησού, μετανόησε για κάθε κακό που είχε κάνει στη ζωή του.
Σύμφωνα πάλι με τα Ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης, ο Χριστός συσταυρώθηκε με δύο ληστές, γεγονός που σύμφωνα με τον Μάρκο εκπλήρωνε την προφητεία του Ησαΐα (Ησαΐας 53, 12): «διὰ τοῦτο αὐτὸς κληρονομήσει πολλοὺς καὶ τῶν ἰσχυρῶν μεριεῖ σκῦλα, ἀνθ᾿ ὧν παρεδόθη εἰς θάνατον ἡ ψυχὴ αὐτοῦ, καὶ ἐν τοῖς ἀνόμοις ἐλογίσθη· καὶ αὐτὸς ἁμαρτίας πολλῶν ἀνήνεγκε καὶ διὰ τὰς ἁμαρτίας αὐτῶν παρεδόθη».
Οι δυο ληστές χλεύαζαν τον Ιησού από κοινού με το πλήθος των αρχιερέων, γραμματέων, πρεσβυτέρων, φαρισαίων, υπηρετών κ.λπ. (καὶ οἱ λῃσταὶ οἱ συσταυρωθέντες αὐτῷ ὠνείδιζον αὐτόν, καὶ οἱ συνεσταυρωμένοι αὐτῷ ὠνείδιζον αὐτόν), μέχρι ένας από αυτούς να μετανοήσει, όπως μας λέει ο Λουκάς: «καὶ ἡμεῖς μὲν δικαίως· ἄξια γὰρ ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν· οὗτος δὲ οὐδὲν ἄτοπον ἔπραξε»…
Πατερικές και άλλες πηγές
Στα τέσσερα ευαγγέλια της Καινής Διαθήκης, οι ληστές περιγράφονται χωρίς ονόματα και αμαρτήματα. Ο Ματθαίος μάς λέει χαρακτηριστικά στο Κατά Ματθαίον, 27, 38-44: «Τότε σταυροῦνται σὺν αὐτῷ δύο λῃσταί, εἷς ἐκ δεξιῶν καὶ εἷς ἐξ εὐωνύμων. Οἱ δὲ παραπορευόμενοι ἐβλασφήμουν αὐτὸν κινοῦντες τὰς κεφαλὰς αὐτῶν καὶ λέγοντες· ὁ καταλύων τὸν ναὸν καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις οἰκοδομῶν! σῶσον σεαυτόν· εἰ υἱὸς εἶ τοῦ Θεοῦ, κατάβηθι ἀπὸ τοῦ σταυροῦ. ὁμοίως δὲ καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐμπαίζοντες μετὰ τῶν γραμματέων καὶ πρεσβυτέρων καὶ Φαρισαίων ἔλεγον· ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι· εἰ βασιλεὺς ᾿Ισραήλ ἐστι, καταβάτω νῦν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ καὶ πιστεύσομεν ἐπ᾿ αὐτῷ· πέποιθεν ἐπὶ τὸν Θεόν, ρυσάσθω νῦν αὐτόν, εἰ θέλει αὐτόν· εἶπε γὰρ ὅτι Θεοῦ εἰμι υἱός. τὸ δ᾿ αὐτὸ καὶ οἱ λῃσταὶ οἱ συσταυρωθέντες αὐτῷ ὠνείδιζον αὐτόν».
Κάτι αντίστοιχο καταμαρτυρεί και ο Μάρκος στο Κατά Μάρκον, 15, 27-32: «Καὶ σὺν αὐτῷ σταυροῦσι δύο λῃστάς, ἕνα ἐκ δεξιῶν καὶ ἕνα ἐξ εὐωνύμων αὐτοῦ. καὶ ἐπληρώθη ἡ γραφὴ ἡ λέγουσα· καὶ μετὰ ἀνόμων ἐλογίσθη. Καὶ οἱ παραπορευόμενοι ἐβλασφήμουν αὐτὸν κινοῦντες τὰς κεφαλὰς αὐτῶν καὶ λέγοντες· οὐά, ὁ καταλύων τὸν ναὸν καὶ ἐν τρισὶν ἡμέραις οἰκοδομῶν! σῶσον σεαυτὸν καὶ κατάβα ἀπὸ τοῦ σταυροῦ. ὁμοίως δὲ καὶ οἱ ἀρχιερεῖς ἐμπαίζοντες πρὸς ἀλλήλους μετὰ τῶν γραμματέων ἔλεγον· ἄλλους ἔσωσεν, ἑαυτὸν οὐ δύναται σῶσαι. ὁ Χριστὸς ὁ βασιλεὺς τοῦ ᾿Ισραὴλ καταβάτω νῦν ἀπὸ τοῦ σταυροῦ, ἵνα ἴδωμεν καὶ πιστεύσωμεν αὐτῷ. καὶ οἱ συνεσταυρωμένοι αὐτῷ ὠνείδιζον αὐτόν».
Όπως και ο Λουκάς στο Κατά Λουκάν, 33, 39-43: «Εἷς δὲ τῶν κρεμασθέντων κακούργων ἐβλασφήμει αὐτὸν λέγων· εἰ σὺ εἶ ὁ Χριστός, σῶσον σεαυτὸν καὶ ἡμᾶς. ἀποκριθεὶς δὲ ὁ ἕτερος ἐπετίμα αὐτῷ λέγων· οὐδὲ φοβῇ σὺ τὸν Θεόν, ὅτι ἐν τῷ αὐτῷ κρίματι εἶ; καὶ ἡμεῖς μὲν δικαίως· ἄξια γὰρ ὧν ἐπράξαμεν ἀπολαμβάνομεν· οὗτος δὲ οὐδὲν ἄτοπον ἔπραξε. καὶ ἔλεγε τῷ ᾿Ιησοῦ· μνήσθητί μου, Κύριε, ὅταν ἔλθῃς ἐν τῇ βασιλείᾳ σου. καὶ εἶπεν αὐτῷ ὁ ᾿Ιησοῦς· ἀμὴν λέγω σοι, σήμερον μετ᾿ ἐμοῦ ἔσῃ ἐν τῷ παραδείσῳ».
Όσο για τον Ιωάννη, αυτός περιορίζεται να διηγηθεί στο Κατά Ιωάννην, 19, 18: «ὅπου αὐτὸν ἐσταύρωσαν, καὶ μετ' αὐτοῦ ἄλλους δύο ἐντεῦθεν καὶ ἐντεῦθεν, μέσον δὲ τὸν ᾿Ιησοῦν». Τίποτα άλλο δεν είναι γνωστό στην Αγία Γραφή για τους ληστές που πλαισίωσαν τον Ιησού στον σταυρό. Ο Φλάβιος Ιώσηπος αναφέρει πάντως στην «Ιουδαϊκή αρχαιολογία» του πως και οι δύο ήταν περιπλανώμενοι ληστές και μέλη των σπειρών που λυμαίνονταν την Ιουδαία. Αυτές τις συμμορίες κάθε ρωμαίος επίτροπος είχε υποχρέωση να τις συντρίψει, καθώς όπως μας λέει ο εβραίος ιστορικός είχαν αποθρασυνθεί και έφτασαν να επιτίθενται στους ταξιδιώτες ακόμη και στη λεωφόρο από την Ιερουσαλήμ στην Ιεριχώ.
Κάτι που επιβεβαιώνει και ο Λουκάς στο Κατά Λουκάν 10, 30: «ἄνθρωπός τις κατέβαινεν ἀπὸ ῾Ιερουσαλὴμ εἰς ῾Ιεριχώ, καὶ λῃσταῖς περιέπεσεν· οἳ καὶ ἐκδύσαντες αὐτὸν καὶ πληγὰς ἐπιθέντες ἀπῆλθον ἀφέντες ἡμιθανῆ τυγχάνοντα». Κάποιες φορές βέβαια, μας λέει ο Λουκάς και συμφωνεί και ο Μάρκος, η άγρια ζωή του ληστή συνδεόταν και με πόθους για ελευθερία, όπως η περίπτωση του Βαραββά, που έβλεπε τις επιδρομές ως κάλεσμα για λαϊκές εξεγέρσεις κατά του ρωμαϊκού ζυγού: «ἦν δὲ ὁ λεγόμενος Βαραββᾶς μετὰ τῶν συστασιαστῶν δεδεμένος, οἵτινες ἐν τῇ στάσει φόνον πεποιήκεισαν» (Κατά Μάρκον 15, 7). Για τέτοιους είδους εγκλήματα, οι Ρωμαίοι είχαν μία και μόνο μία καταδίκη: την άμεση σταύρωση, είτε ήταν απλός ληστής είτε φλογερός επαναστάτης.
Όπως είπαμε, μόνο στην απόκρυφη Υφήγησις Ιωσήφ του από Αριμαθαίας, γραμμένη μετά τον 11ο αιώνα, μαθαίνουμε για την εγκληματική δράση των δύο ληστών. O μεν Γέστας: «Ο πρώτος, ονόματι Γέστας, σκότωνε με μαχαίρι οδοιπόρους, άλλους τους γύμνωνε, κρεμούσε γυναίκες από τα σφυρά με το κεφάλι προς τα κάτω για να κόψει τους μαστούς τους, έκοβε τα μέλη νηπίων κι έπινε το αίμα τους κι ούτε για μια στιγμή δεν είχε γνωρίσει τον Θεό, ενώ δεν ακολουθούσε τους ανθρώπινους νόμους κι ήταν βίαιος από την αρχή κιόλας σ’ αυτές τις ενέργειές του».
Ο δε Δυσμάς (Δημάς στο απόκρυφο κείμενο): «Η κατηγορία εναντίον του άλλου υπήρξε η ακόλουθη: Ονομαζόταν Δήμας, και ήταν στην καταγωγή του Γαλιλαίος. Μάλιστα υπήρξε ιδιοκτήτης πανδοχείου. Πειρατής και ληστής στους πλούσιους, ευεργετούσε τους φτωχούς. Ήταν κλέφτης μεν όπως ο Τωβίτ, αλλά έθαβε τους φτωχούς όταν πέθαιναν. Δοκίμασε να ληστέψει το πλήθος των Ιουδαίων, που συνέρρεε στα Ιεροσόλυμα κλέβοντας ο ιερόσυλος ως και τα βιβλία του νόμου, ενώ γύμνωσε και τη θυγατέρα του Καϊάφα, που ήταν ιέρεια στον ναό, και αφαίρεσε ακόμη και τη μυστική παρακαταθήκη του Σολομώντος, που ο ίδιος την είχε βάλει στον τόπο εκείνο. Τέτοιες ήταν οι πράξεις του».
Μόνο από τα απόκρυφα κείμενα μαθαίνουμε λοιπόν κάτι περισσότερο για τους δύο ληστές δίπλα στον Εσταυρωμένο, που τόσο συχνά συναντώνται στη χριστιανική αγιογραφία. Στα δεξιά του Ιησού παρουσιάζεται πάντα ο σταυρωμένος Δυσμάς, ο οποίος γίνεται και ο πρώτος ένοικος του Παραδείσου, ενώ στα αριστερά του Χριστού παρουσιάζεται ο αμετανόητος Γεστάς, ο οποίος κατακρίνει και χλευάζει τον Ιησού.
Και όπως υπαινίσσονται τα απόκρυφα Ευαγγέλια, το μισό καλό νίκησε τελικά το κακό έτερον ήμισυ δείχνοντας έστω και την ύστατη στιγμή μεταμέλεια… Tromaktiko
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ