2017-04-30 07:38:09
(Φωτό αρχείου kranosgr. Ι.Μ. Θεοσκεπάστου Σοχού Λαγκαδά Θεσσαλονίκης. Λιτανεία σύμφωνα με το Αγιορείτικο τυπικό την τρίτη ημέρα του Πάσχα. Απρίλιος 2917)
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΟΣ
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστινου Καντιώτου
Η θρησκεία μας, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶνε ἕνα παραμύθι, ἕνα ψέμα. Εἶνε ἡ μόνη ἀληθινὴ στὸν κόσμο. Δὲν τὸ λέμε ἐμεῖς· τὸ ἀποδεικνύουν τὰ πράγματα, ἡ ἱστορία εἴκοσι αἰώνων. Εἶνε δέντρο ποὺ δὲν τὸ φύτεψε ἄνθρωπος ἀλλὰ ὁ Θεός. Κι ὅ,τι φυτεύει ὁ Θεός, ὅλοι οἱ δαίμονες δὲν θὰ μπορέσουν νὰ τὸ ξερριζώσουν. Θὰ σπάσουν τὰ τσεκούρια τους ἐπάνω του, μὰ ἡ ῥίζα του μένει ἀνεκρίζωτος.
id="m_5287241643226829020yiv7126929676yui_3_16_0_ym19_1_1493487205319_5942">Εἶνε ἀληθινὴ ἡ θρησκεία μας, διότι αὐτὸς ποὺ τὴν ἵδρυσε δὲν εἶνε ἁπλῶς ἕνας μεγάλος ἄνθρωπος, ὅπως τόσοι ἄλλοι· εἶνε ὁ ἀληθινὸς Θεός. Ὅτι εἶνε ὁ Θεὸς τὸ ἀποδεικνύουν καὶ τὸ φωνάζουν τὰ ἄπειρα θαύματά του, ἡ ἁγία ζωή του, ἡ ἄφθαστη διδασκαλία του, καὶ τέλος τὸ ὅτι ὄντως ἀνέστη ἀπὸ τὸν τάφο. Τὸ χάρο κανείς δὲ μπόρεσε νὰ τὸ νικήσῃ, οὔτε πλούσιος οὔτε ἐπιστήμονας οὔτε στρατηγὸς οὔτε βασιλιᾶς. Τὸ χάρο πάλεψε καὶ τὸ νίκησε μόνο ὁ Χριστός· αὐτὸς εἶνε ὁ ἀληθινὸς Θεός.
Μὰ ἀφοῦ εἶνε ἀληθινὸς Θεός, θὰ ρωτήσετε, γιατί δὲν τὸν πιστεύουν ὅλοι; Δὲν θά ᾽πρεπε νὰ ὑπάρχῃ οὔτε ἕνας ἄπιστος. Καὶ ὅμως ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ γεννήθηκε καὶ βγῆκε στὸ δημόσιο βίο μέχρι ποὺ σταυρώθηκε καὶ ἀναστήθηκε, ὁ κόσμος διαιρέθηκε ἀπέναντί του.
* * *
Πράγματι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν χωριστῆ σὲ δυὸ παρατάξεις. Ἄλλοι μισοῦν τὸ Χριστὸ ὅσο τίποτε ἄλλο καὶ ἄλλοι τὸν λατρεύουν. Ἄλλοι εἶνε μὲ τὸ μέρος του καὶ ἄλλοι ἐναντίον του.
Ποιοί τὸν μίσησαν; Τὸν μίσησε ὁ Ἡρῴδης. Μόλις ὁ Χριστὸς γεννήθηκε μέσα στὰ ἄχυρα τοῦ στάβλου, αὐτὸς ταράχτηκε καὶ τρόχισε τὰ μαχαίρια του νὰ τὸν σφάξῃ. Τὸν φθόνησαν ἔπειτα οἱ φαρισαῖοι καὶ γραμματεῖς, ὁ Ἄννας καὶ ὁ Καϊάφας οἱ ἀρχιερεῖς. Τέλος ὁ μὲν Πιλᾶτος τὸν ἀδίκησε, οἱ δὲ ῾Ρωμαῖοι στρατιῶτες τὸν σταύρωσαν. Ὅλοι αὐτοὶ τὸν μίσησαν.
Καὶ ποιοί τὸν ἀγάπησαν; Οἱ ταπεινοὶ τῆς γῆς. Οἱ βοσκοί, ποὺ φύλαγαν τὴ νύχτα στὴ Βηθλεὲμ τὰ πρόβατά τους καὶ ἄκουσαν τὸ ὁλόγλυκο τραγούδι τῶν ἀγγέλων «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. 2,14). Καὶ μέχρι σήμερα τέτοιοι ἄνθρωποι τὸν ἀγαποῦν. Στὰ ψηλὰ βουνὰ τῆς Πίνδου γνώρισα τσοπάνηδες, ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ πᾶνε στὴν ἐκκλησιά, ἀλλ᾽ ἅμα ἄκουγαν ἀπὸ μακριὰ νὰ χτυπᾷ ἡ καμπάνα, τοὺς ἔβλεπες νὰ γονατίζουν στὰ ἐξωκκλήσια καὶ νὰ βρέχουν τὴ γῆ μὲ δάκρυα.
Τὸν ἀγάπησαν ἀκόμα οἱ ἄνθρωποι τοῦ μόχθου, οἱ ἐργατικοὶ ἄνθρωποι, οἱ δουλευτάδες, αὐτοὶ ποὺ κοπιάζουν καὶ μοχθοῦν στὴ γῆ. Τὸν ἀγάπησαν ἰδίως οἱ ψαρᾶδες τῆς Γαλιλαίας, ποὺ ἔρριχναν τὴ νύχτα τὰ δίχτυα τους, γιὰ νὰ πιάσουν ψάρια καὶ νὰ ζήσουν τὶς οἰκογένειές τους· αὐτοὶ τὸν πίστεψαν καὶ τὸν ἀκολούθησαν. Καὶ μέχρι σήμερα, περισσότερο κι ἀπ᾽ τοὺς βοσκοὺς καὶ τοὺς γεωργούς, τὸν πιστεύουν αὐτοὶ ποὺ δουλεύουν στὴ θάλασσα, οἱ ναυτικοί, ποὺ πλέουν μέσ᾽ στὰ ἄγρια πελάγη. Σπανίως θὰ βρῇς ναυτικὸ ἄπιστο καὶ ἄθεο. Μπρὸς στὰ πελώρια κύματα, ἐκεῖ στὸν Ἀτλαντικὸ ὠκεανό, ὅταν ἡ τρικυμία μαίνεται, ἡ ἀθεΐα σβήνει. Ὅλοι λένε «Παναγία Δέσποινα…», «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ…»· ὅλοι ἔχουν μέσ᾽ στὰ καράβια τους τὴν εἰκόνα τοῦ ἁγίου Νικολάου, τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας, τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ.
Τὸν ἀγάπησαν λοιπὸν οἱ βοσκοὶ καὶ οἱ ἐργατικοὶ ἄνθρωποι. Τὸν ἀγάπησαν ἀκόμα, περισσότερο ἀπὸ αὐτούς, – ποιοί; Τὰ παιδιά. Ὤ τὰ ἀθῷα παιδιά! Ἅμα ἔβλεπαν καὶ ἄκουγαν τὸ Χριστό, ἔτρεχαν πίσω του ὅπως τὰ ἀρνάκια πίσω ἀπὸ τὴν προβατίνα. Καὶ ὁ Χριστὸς τά ᾽παιρνε στὴν ἀγκαλιά του καὶ τὰ εὐλογοῦσε. Τὰ παιδιὰ ἦταν πάντα κοντά του. Τὴν ἡμέρα μάλιστα τῶν Βαΐων πῆραν κλαδιὰ στὰ χέρια καὶ ἔψαλλαν καὶ ὑμνοῦσαν τὸ Χριστό. Αὐτὸ προκάλεσε τὴν κακία τῶν ἀρχόντων. Βλέποντας τὰ παιδιὰ καὶ τὸν κόσμο νὰ ζητωκραυγάζουν εἶπαν στὸ Χριστό· Πές τους νὰ σωπάσουν. Καὶ τότε ἐκεῖνος ἀπήντησε· Ἂν αὐτοὶ σωπάσουν, καὶ οἱ πέτρες θὰ φωνάξουν (Λουκ. 19,40).
Τὸν ἀγάπησαν ἐπαναλαμβάνω οἱ βοσκοί, οἱ ἐργατικοὶ ἄνθρωποι, οἱ ναυτικοί, τὰ ἀθῷα παιδιά. Τὸν ἀγάπησαν ―ἕνα σκαλὶ παραπάνω― ποιοί; Τὸ φωνάζει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο – τί νὰ κάνουμε, αὐτή εἶνε ἡ ἀλήθεια. Παραπάνω κι ἀπὸ τοὺς δώδεκα μαθητὰς ἀγάπησαν τὸ Χριστὸ οἱ γυναῖκες. Ποιές γυναῖκες; Ὄχι γυναῖκες τοῦ συρμοῦ, ἐκεῖνες ποὺ χόρευαν στὰ παλάτια τοῦ Ἡρῴδη ντυμένες στὸ μετάξι, στὴν πολυτέλεια καὶ στὸ λοῦσσο· ὄχι νυχτερίδες τοῦ διαβόλου σὰν αὐτὲς ποὺ φωλιάζουν τώρα στὰ κέντρα διασκεδάσεως. Ὄχι αὐτές. Ἄλλες γυναῖκες. Δόξα τῷ Θεῷ ὑπάρχουν πάντα. Εἶνε οἱ νοικοκυρές, οἱ μανάδες ποὺ γέννησαν κι ἀνέθρεψαν παιδιὰ καὶ ξέρουν τί θὰ πῇ ζωή.
Τὸ Χριστὸ ἀγάπησαν ἰδίως οἱ γυναῖκες ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο· οἱ μυροφόρες. Αὐτές, ἐνῷ ἀκόμα ἦταν νύχτα καὶ κανείς δὲν τολμοῦσε νὰ βγῇ ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι κ᾽ ἐνῷ τὸν τάφο τοῦ Χριστοῦ φρουροῦσαν στρατιῶτες τῆς ῾Ρώμης, δὲν φοβήθηκαν οὔτε τῆς νύχτας τὰ σκοτάδια οὔτε τοὺς ῾Ρωμαίους στρατιῶτες οὔτε τοὺς γραμματεῖς καὶ φαρισαίους. Σὰν νὰ εἶχαν φτερὰ στὰ πόδια ―δὲν ἦταν γυναῖκες πλέον αὐτές, ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι ἦταν―, ἔφθασαν ἐκεῖ ποὺ ἦταν θαμμένος ὁ Χριστὸς καὶ ἔφεραν τὰ πολύτιμα δῶρα τους, τὰ μύρα.
id="m_5287241643226829020yiv7126929676yui_3_16_0_ym19_1_1493487205319_5967">Καὶ μέχρι σήμερα ἡ θρησκεία ―ἂς τὸ ποῦμε― στηρίζεται στὴν καρδιὰ τῆς γυναίκας. Πηγαίνετε σὲ ὁποιαδήποτε ἐκκλησία, σὲ χωριὰ καὶ σὲ πόλεις· θὰ δῆτε, ὅτι τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ ἐκκλησιάσματος ἀποτελοῦν οἱ γυναῖκες. Αὐτὲς ἐκκλησιάζονται, νηστεύουν, ἐξομολογοῦνται, κοινωνοῦν. Οἱ ἄντρες εἶνε σκληροὶ σὰν τὸν Ἡρῴδη, τὸν Ἄννα καὶ τὸν Καϊάφα. Καμμιά γυναίκα δὲν βλέπουμε στὰ Εὐαγγέλια νὰ πρόδωσε τὸ Χριστό, καμμιά δὲν τὸν σταύρωσε, καμμιά δὲν τὸν βλαστήμησε. Ἄντρες τὰ ἔκαναν αὐτά· ἄντρας ἦταν ὁ προδότης, ἄντρας αὐτὸς ποὺ τὸν ἀρνήθηκε, ἄντρες αὐτοὶ ποὺ τὸν κάρφωσαν. Οἱ γυναῖκες ἦταν πάντα κοντὰ στὸ Χριστό. Καὶ θὰ μείνουν μέχρι τέλους. Καὶ ἂν ὁ κόσμος ἀλλάξῃ κ᾽ ἐγκαταλείψουν ὅλοι τὸ Χριστό, κοντά του θὰ μείνῃ πάντα ἡ μανούλα του, ἡ γυναίκα, ἡ ἁγία γυναίκα. Αὐτὴ εἶνε ἡ θρησκεία μας, ἀγαπητοί.
Σᾶς εἶπα κατηγορίες ἀνθρώπων ποὺ ἀγάπησαν τὸ Χριστό· εἶνε οἱ βοσκοί, οἱ ἐργατικοὶ ἄνθρωποι ποὺ δουλεύουν στὴ γῆ καὶ στὴ θάλασσα, τὰ παιδιά, οἱ μυροφόρες γυναῖκες. Καὶ μόνο αὐτοί; Τὸν ἀγάπησαν ἀκόμη καὶ οἱ ἄγριοι. Ἄνθρωποι ἄξεστοι, ποὺ δὲν εἶχαν σχολειὰ καὶ πανεπιστήμια καὶ δὲν ἔμαθαν γράμματα, ποὺ ἔζησαν μὲ τραχύτητα καὶ ἦταν μαθημένοι στὸ ἔγκλημα καὶ τὸ φόνο. Ἕνα χαρακτηριστικὸ παράδειγμα εἶνε ὁ ἅγιος Χριστοφόρος, ποὺ ἑορτάζει στὶς 9 Μαΐου. Ἦταν σὰν τὸ ἄγριο δέντρο, ποὺ ὁ Χριστὸς τὸ μπόλιασε καὶ ἔγινε ἥμερο. Ἀνῆκε σὲ οἰκογένεια ἀνθρωποφάγων. Ἦταν γίγαντας, ψηλὸς δυόμισυ μέτρα, μὲ γερὰ μπράτσα καὶ γροθιές. Τὸν πῆρε σωματοφύλακα ἕνας βασιλιᾶς. Μιὰ μέρα ὅμως εἶδε τὸ βασιλιᾶ νὰ τρέμῃ μπροστὰ σ’ ἕνα μάγο, ποὺ συνεργαζόταν μὲ τὸ διάβολο. Ἀφήνει λοιπὸν τὸ βασιλιᾶ καὶ πηγαίνει νὰ ὑπηρετήσῃ τὸ μάγο, ποὺ τὸν θεώρησε πιὸ δυνατό. Ἀργότερα ὅμως, περνώντας ἀπὸ μιὰ ἐκκλησία, εἶδε καὶ τὸ μάγο νὰ παραλύῃ μπροστὰ στὴ δύναμι τοῦ Χριστοῦ. Τότε ἄφησε καὶ τὸ μάγο καὶ ζήτησε νὰ ὑπηρετήσῃ τὸ Χριστό. Πίστεψε, μετανόησε, ἐξωμολογήθηκε, βαπτίστηκε, ἔγινε Χριστιανὸς καὶ πῆρε τὸ ὄνομα Χριστοφόρος. Ἔζησε ζωὴ ἐνάρετη, ἔκανε θαύματα, καὶ τέλος μαρτύρησε γιὰ τὸ Χριστό.
* * *
Θὰ πῇ ἴσως κάποιος, ὅτι αὐτὰ συνέβαιναν σὲ ἄλλες ἐποχές, «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ». Λάθος. Καὶ σήμερα, ἀγαπητοί μου, βλέπουμε νὰ πιστεύουν στὸ Χριστὸ ἰθαγενεῖς τῆς ᾽Αφρικῆς καὶ τῆς Ἀσίας. Ἄγριοι, ποὺ τρῶνε ἀνθρώπους, δέχονται τὸ κήρυγμα καὶ βαπτίζονται στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ἐκλεκτοὶ ἱεραπόστολοι, λαμπρὰ παιδιά, φθάνουν ἐκεῖ, μὲ κίνητρο ὄχι τὰ λεπτὰ ἀλλὰ τὸν πόθο νὰ φωτίσουν τοὺς ἐν σκότει. Διακινδυνεύουν μέσα σὲ ἀντίξοες συνθῆκες, καὶ πολλοὶ θυσιάζονται. Κηρύττουν τὸ εὐαγγέλιο. Κι ὅταν οἱ ἄγριοι ἀκοῦνε γιὰ τὸ Χριστό, πολλὲς φορὲς κλαῖνε. Γίνονται Χριστιανοὶ καλύτεροι ἀπὸ μᾶς. Καὶ ὑπάρχει φόβος ἡ Ὀρθοδοξία νὰ φύγῃ ἀπὸ μᾶς τοὺς «πολιτισμένους» καὶ νὰ πάῃ στοὺς ἀγρίους.
Δόξα σοι, Χριστέ, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων! Τὰ ἄστρα θὰ πέσουν, ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθῇ, ὁ κόσμος θὰ γίνῃ ἄνω – κάτω, μὰ ὁ Χριστὸς θὰ μείνῃ. Ὅλα φωνάζουν· Αὐτὸς εἶνε ὁ ἀληθινὸς Θεός.
Παιδιὰ ποὺ μ᾽ ἀκοῦτε, ἀγαπῆστε τὸ Χριστὸ παραπάνω ἀπ᾽ τοὺς γονεῖς σας. Γυναῖκες ποὺ μ᾽ ἀκοῦτε, ἀγαπῆστε τὸ Χριστὸ παραπάνω ἀπ᾽ τοὺς ἄντρες σας. Ἄντρες ποὺ μ᾽ ἀκοῦτε, ἀγαπῆστε τὸ Χριστὸ παραπάνω ἀπ᾽ τὶς γυναῖκες σας. Ὅλοι ν᾽ ἀγαπήσουμε τὸ Χριστὸ πάνω ἀπ᾽ ὅλα. Γιατὶ ὁ Χριστὸς δὲν ἀπέθανε. Ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας. Αὐτῷ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πίστη και τόλμη
Κυριακή τῶν Μυροφόρων! Μέσα στήν Πασχαλινή ἀτμόσφαιρα ἡ ἑορτή αὐτή μᾶς γυρίζει λίγο πίσω, στό πένθιμο κλίμα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Ὄχι χωρίς λόγο βέβαια, ἀφοῦ τά περιστατικά τῆς ἑορτῆς ἀρχίζουν νά ἐκτυλίσσονται ἀπό τό ἀπόγευμα ἀκριβῶς τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Καί εἶναι θαυμαστά περιστατικά, ὅπως θά δοῦμε νά μᾶς τά περιγράφει τό Εὐαγγελικό μας ἀνάγνωσμα.
Μεγάλη Παρασκευή ἀπόγευμα. Ὁ οὐρανός κατάμαυρος. Ἡ ἀτμόσφαιρα ἀπειλητική. Ὁ ἕνας μαθητής προδότης. Ὁ Πέτρος συντετριμμένος ἀπό τήν ἄρνηση. Οἱ ὑπόλοιποι σκορπισμένοι. Ὁ Κύριος νεκρός ἐπάνω στό Σταυρό. Καί ὁ κίνδυνος νά μείνει ἄταφο ἐπί ἡμέρες τό πανάγιο Σῶμα Του προφανής. Διότι σέ λίγες ὧρες, μέ τή δύση τοῦ ἡλίου, ἄρχιζε ἡ ἀργία τοῦ Σαββάτου καί κάθε κίνηση γιά τούς Ἑβραίους ἦταν ἀπολύτως ἀπαγορευμένη. Μποροῦμε νά φανταστοῦμε τώρα τήν θλίψη τῆς Παναγίας μας Σ' αὐτήν τήν κρίσιμη στιγμή κάνει τήν ἐμφάνισή του ἕνας ἄγνωστος, κρυφός μαθητής τοῦ Κυρίου, ὁ Ἰωσήφ, πού καταγόταν ἀπό τήν Ἀριμαθαία καί ἦταν βουλευτής, ἐπίσημο δηλαδή μέλος τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου. Αὐτός τόλμησε νά πάει νά ζητήσει ἀπό τόν Πιλᾶτο τήν ἄδεια νά ἐνταφιάσει τό Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Μιά κίνηση, πού φαινόταν ἀπελπισμένη, καταδικασμένη σέ ἀποτυχία.
Καί ὅμως πέτυχε! Ὁ Πιλᾶτος, ἀφοῦ διαπίστωσε τό θάνατο τοῦ Κυρίου, ἔδωσε τή σχετική ἄδεια στόν Ἰωσήφ, ὁ ὁποῖος βοηθούμενος ἀπό τό Νικόδημο ἐνταφίασε τό σῶμα τοῦ Διδασκάλου, βεβιασμένα μέν, ἀλλά καί μέ πολύ σεβασμό καί τιμή καί εὐλάβεια. Τό ἐνταφίασε σέ ἕνα μνῆμα σκαλισμένο σέ βράχο καί ἔκλεισε τήν εἴσοδο μέ μιά μεγάλη πέτρα. Ὁ κίνδυνος νά μείνει ἄταφο τό Σῶμα τοῦ Κυρίου εἶχε ἀπροσδόκητα ξεπεραστεῖ.
Οἱ μαθήτριες τώρα τοῦ Χριστοῦ μας μέ ἐπικεφαλῆς τή Μαρία τή Μαγδαληνή, δέν ἔμειναν ἱκανοποιημένες ἀπό μιά τόσο βιαστική ταφή καί θέλησαν νά ἀναπληρώσουν αὐτή τήν ἔλλειψη.
Ὅταν λοιπόν πέρασε ἡ ἀργία τοῦ Σαββάτου, ἀγόρασαν ἀρώματα, καί τό πρωΐ τῆς ἑπομένης ἡμέρας παίρνουν τόν δρόμο γιά τό μνημεῖο. Ἀλλά ἡ βαρειά ἐκείνη ταφόπετρα πιέζει τίς ψυχές τους περισσότερο ἀπ' ὅ,τι τόν Τάφο τοῦ Κυρίου. Μπροστά τους βλέπουν ἀδιέξοδο. Ποιός θά μᾶς κυλήσει τήν πέτρα ἀπό τήν εἴσοδο τοῦ μνημείου; Αὐτό εἶναι τό ἐρώτημα πού τίς βασανίζει. Ἀλλά δέν τίς ἀποθαρρύνει. Προχωροῦν! Προχωροῦν μέ τόλμη καί πίστη. Καί σέ λίγο γίνονται μάρτυρες τοῦ πιό μεγάλου θαύματος. Ἡ βαρειά πέτρα εἶναι ἀποκυλισμένη καί ὁ ὁλόλαμπρος ἄγγελος τούς μεταδίδει τό συγκλονιστικότατο μήνυμα. Ὁ Κύριος ἀνέστη! «Ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ᾦδε».
Τά γεγονότα, τό βλέπουμε, φωνάζουν μόνα τους. Γιά τό Θεό δέν ὑπάρχουν ἀδιέξοδα! Πίστη χρειάζεται. Πίστη καί τόλμη! Ὁ Ἰωσήφ καί οἱ Μυροφόρες ἔβλεπαν μπροστά τους σκοτάδι, ἀπειλές, κινδύνους. Ὅμως δέν ἔκαναν πίσω· προχώρησαν. Καί τελικά οἱ δυσκολίες ἐξαφανίστηκαν καί τά ἀδιέξοδα ἔγιναν πλατειές λεωφόροι.
Ἀσφαλῶς ὅλοι μας σέ κάποιες περιόδους τῆς ζωῆς μας βρισκόμαστε σέ ἀνάλογες καταστάσεις. Οἱ δοκιμασίες ἀπανωτές, οἱ κίνδυνοι πολλοί, ἡ καταστροφή αἰσθανόμαστε νά μᾶς πλησιάζει σέ ἀπόσταση ἀναπνοῆς. Τότε ὁ πειρασμός, νά ἐγκαταλείψουμε τό καθῆκον μας, νά χαλαρώσουμε τόν ἀγώνα μας γίνεται μέγας, μᾶς πιέζει ἀσφυκτικά. Αὐτό εἶναι τό κρίσιμο σημεῖο. Ἐδῶ παίζονται ὅλα. Εἶναι ἡ ἀποφασιστική στιγμή, πού θά πρέπει νά δώσουμε τή μάχη μας. Νά ριψοκινδυνεύσουμε. Νά βαδίζουμε ἐπάνω στά κύματα. Νά προχωρήσουμε μέ πίστη καί τόλμη. Νά προχωροῦμε μέ τή βεβαιότητα πώς ὁ Θεός εἶναι κοντά μας, παρακολουθεῖ τόν ἀγώνα μας καί στήν κρίσιμη στιγμή θά ἐπέμβει διαλύοντας τά μαῦρα σύννεφα, ἀνοίγοντας δρόμο σέ ὅλα τά ἀδιέξοδα.
Ὁ ἀστραπηβόλος ἄγγελος θαμπώνει τίς ἀδύναμες Μυροφόρες γυναῖκες. Τά λόγια του τίς συγκλονίζουν. Μή τά χάνετε, τίς λέει.Ἐσεῖς ζητᾶτε «Ἰησοῦν τόν Ναζαρηνόν τόν ἐσταυρωμένον». Ἀλλά μάθετέ το· ἀναστήθηκε, δέν εἶναι πλέον ἐδῶ! Νά ὁ τόπος, πού τόν εἶχαν βάλει. Πηγαίνετε λοιπόν νά πεῖτε στούς μαθητές Του καί στόν Πέτρο ἰδιαιτέρως, ὅτι ὁ Κύριος ἀναστήθηκε καί θά τούς συναντήσει στήν Γαλιλαία, ὅπως ἀκριβῶς τούς τό εἶχε προαναγγείλει.
Κάθε λόγος τοῦ ἀγγέλου εἶναι καί μιά νέα ἔκπληξη γιά τίς Μυροφόρες. Καί φεύγουν ἀπό τό μνημεῖο μέ «τρόμο καί ἔκσταση». Μέ τρόμο, διότι ἀντιλήφθηκαν πώς κάτι μοναδικό, πρωτοφανές, συγκλονιστικό συνέβη στό Σύμπαν. Κάποιος, πού τόσο καλά Τόν γνώριζαν, κι ὅμως τούς ἦταν τόσο ἄγνωστος, γιά πρώτη φορά εἶχε νικήσει αὐτοδύναμα τό θάνατο! Τώρα μόλις ἄρχισαν νά καταλαβαίνουν ποιός πράγματι ἦταν ὁ Διδάσκαλος, κοντά στόν ὁποῖο γιά τρία ἔτη εἶχαν ζήσει. Τώρα μόλις ἄρχισαν νά ὑποψιάζονται τίς ἄπειρες διαστάσεις Του. Νά διαισθάνονται τήν καταγωγή Του, τήν πηγή τῆς ὑπάρξεώς Του. Ὁ νοῦς τους ἀδυνατοῦσε νά τό χωρέσει: Ὁ Θεός εἶχε γίνει καί ἄνθρωπος, εἶχε περπατήσει κοντά τους, εἶχε ζήσει μαζί τους. Ἡ συγκίνηση ἔπνιγε τίς ψυχές τους! Κι αὐτό ἦταν πού τούς προκαλοῦσε καί τήν ἔκσταση, τήν ἀπέραντη ἔκπληξη, τόν χωρίς ὅρια ἐνθουσιασμό. Ὁ ἄπειρος Θεός ἦταν ό Διδάσκαλός τους, ἐκεῖνος πού τόν εἶχαν ἀγαπήσει μέ τόσο μεγάλη ἀγάπη.
Γι' αὐτό καί δέν ἔλεγαν τίποτε σέ κανέναν στό δρόμο. Τί νά ποῦν; Σέ ποιόν νά μιλήσουν; Τά πόδια τους εἶχαν βγάλει φτερά, ἀλλά τά στόματά τους ἔμεναν βουβά. Θά ἤθελαν νά φωνάξουν μέσα ἀπό τά τρίσβαθα τῆς ψυχῆς τους:
Ἄνθρωποι, ἀνέστη ὁ Κύριος. «Ἑάλω ὁ θάνατος θανάτῳ»! Χαρῆτε, ἄνθρωποι! Λουλούδια καί πουλιά κι ἀστέρια μακρινά, χαρῆτε! Ναί, χαρῆτε, ἄς χαροῦμε ὅλοι, ἀδελφοί!
Χ ρ ι σ τ ό ς Ἀ ν έ σ τ η!
kranos
Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΤΟ ΚΕΝΤΡΟ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΟΤΗΤΟΣ
Τοῦ Μητροπολίτου Φλωρίνης π. Αὐγουστινου Καντιώτου
Η θρησκεία μας, ἀγαπητοί μου, δὲν εἶνε ἕνα παραμύθι, ἕνα ψέμα. Εἶνε ἡ μόνη ἀληθινὴ στὸν κόσμο. Δὲν τὸ λέμε ἐμεῖς· τὸ ἀποδεικνύουν τὰ πράγματα, ἡ ἱστορία εἴκοσι αἰώνων. Εἶνε δέντρο ποὺ δὲν τὸ φύτεψε ἄνθρωπος ἀλλὰ ὁ Θεός. Κι ὅ,τι φυτεύει ὁ Θεός, ὅλοι οἱ δαίμονες δὲν θὰ μπορέσουν νὰ τὸ ξερριζώσουν. Θὰ σπάσουν τὰ τσεκούρια τους ἐπάνω του, μὰ ἡ ῥίζα του μένει ἀνεκρίζωτος.
id="m_5287241643226829020yiv7126929676yui_3_16_0_ym19_1_1493487205319_5942">Εἶνε ἀληθινὴ ἡ θρησκεία μας, διότι αὐτὸς ποὺ τὴν ἵδρυσε δὲν εἶνε ἁπλῶς ἕνας μεγάλος ἄνθρωπος, ὅπως τόσοι ἄλλοι· εἶνε ὁ ἀληθινὸς Θεός. Ὅτι εἶνε ὁ Θεὸς τὸ ἀποδεικνύουν καὶ τὸ φωνάζουν τὰ ἄπειρα θαύματά του, ἡ ἁγία ζωή του, ἡ ἄφθαστη διδασκαλία του, καὶ τέλος τὸ ὅτι ὄντως ἀνέστη ἀπὸ τὸν τάφο. Τὸ χάρο κανείς δὲ μπόρεσε νὰ τὸ νικήσῃ, οὔτε πλούσιος οὔτε ἐπιστήμονας οὔτε στρατηγὸς οὔτε βασιλιᾶς. Τὸ χάρο πάλεψε καὶ τὸ νίκησε μόνο ὁ Χριστός· αὐτὸς εἶνε ὁ ἀληθινὸς Θεός.
Μὰ ἀφοῦ εἶνε ἀληθινὸς Θεός, θὰ ρωτήσετε, γιατί δὲν τὸν πιστεύουν ὅλοι; Δὲν θά ᾽πρεπε νὰ ὑπάρχῃ οὔτε ἕνας ἄπιστος. Καὶ ὅμως ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ γεννήθηκε καὶ βγῆκε στὸ δημόσιο βίο μέχρι ποὺ σταυρώθηκε καὶ ἀναστήθηκε, ὁ κόσμος διαιρέθηκε ἀπέναντί του.
* * *
Πράγματι οἱ ἄνθρωποι ἔχουν χωριστῆ σὲ δυὸ παρατάξεις. Ἄλλοι μισοῦν τὸ Χριστὸ ὅσο τίποτε ἄλλο καὶ ἄλλοι τὸν λατρεύουν. Ἄλλοι εἶνε μὲ τὸ μέρος του καὶ ἄλλοι ἐναντίον του.
Ποιοί τὸν μίσησαν; Τὸν μίσησε ὁ Ἡρῴδης. Μόλις ὁ Χριστὸς γεννήθηκε μέσα στὰ ἄχυρα τοῦ στάβλου, αὐτὸς ταράχτηκε καὶ τρόχισε τὰ μαχαίρια του νὰ τὸν σφάξῃ. Τὸν φθόνησαν ἔπειτα οἱ φαρισαῖοι καὶ γραμματεῖς, ὁ Ἄννας καὶ ὁ Καϊάφας οἱ ἀρχιερεῖς. Τέλος ὁ μὲν Πιλᾶτος τὸν ἀδίκησε, οἱ δὲ ῾Ρωμαῖοι στρατιῶτες τὸν σταύρωσαν. Ὅλοι αὐτοὶ τὸν μίσησαν.
Καὶ ποιοί τὸν ἀγάπησαν; Οἱ ταπεινοὶ τῆς γῆς. Οἱ βοσκοί, ποὺ φύλαγαν τὴ νύχτα στὴ Βηθλεὲμ τὰ πρόβατά τους καὶ ἄκουσαν τὸ ὁλόγλυκο τραγούδι τῶν ἀγγέλων «Δόξα ἐν ὑψίστοις Θεῷ καὶ ἐπὶ γῆς εἰρήνη, ἐν ἀνθρώποις εὐδοκία» (Λουκ. 2,14). Καὶ μέχρι σήμερα τέτοιοι ἄνθρωποι τὸν ἀγαποῦν. Στὰ ψηλὰ βουνὰ τῆς Πίνδου γνώρισα τσοπάνηδες, ποὺ δὲν μποροῦσαν νὰ πᾶνε στὴν ἐκκλησιά, ἀλλ᾽ ἅμα ἄκουγαν ἀπὸ μακριὰ νὰ χτυπᾷ ἡ καμπάνα, τοὺς ἔβλεπες νὰ γονατίζουν στὰ ἐξωκκλήσια καὶ νὰ βρέχουν τὴ γῆ μὲ δάκρυα.
Τὸν ἀγάπησαν ἀκόμα οἱ ἄνθρωποι τοῦ μόχθου, οἱ ἐργατικοὶ ἄνθρωποι, οἱ δουλευτάδες, αὐτοὶ ποὺ κοπιάζουν καὶ μοχθοῦν στὴ γῆ. Τὸν ἀγάπησαν ἰδίως οἱ ψαρᾶδες τῆς Γαλιλαίας, ποὺ ἔρριχναν τὴ νύχτα τὰ δίχτυα τους, γιὰ νὰ πιάσουν ψάρια καὶ νὰ ζήσουν τὶς οἰκογένειές τους· αὐτοὶ τὸν πίστεψαν καὶ τὸν ἀκολούθησαν. Καὶ μέχρι σήμερα, περισσότερο κι ἀπ᾽ τοὺς βοσκοὺς καὶ τοὺς γεωργούς, τὸν πιστεύουν αὐτοὶ ποὺ δουλεύουν στὴ θάλασσα, οἱ ναυτικοί, ποὺ πλέουν μέσ᾽ στὰ ἄγρια πελάγη. Σπανίως θὰ βρῇς ναυτικὸ ἄπιστο καὶ ἄθεο. Μπρὸς στὰ πελώρια κύματα, ἐκεῖ στὸν Ἀτλαντικὸ ὠκεανό, ὅταν ἡ τρικυμία μαίνεται, ἡ ἀθεΐα σβήνει. Ὅλοι λένε «Παναγία Δέσποινα…», «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ…»· ὅλοι ἔχουν μέσ᾽ στὰ καράβια τους τὴν εἰκόνα τοῦ ἁγίου Νικολάου, τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας, τὴν εἰκόνα τοῦ Χριστοῦ.
Τὸν ἀγάπησαν λοιπὸν οἱ βοσκοὶ καὶ οἱ ἐργατικοὶ ἄνθρωποι. Τὸν ἀγάπησαν ἀκόμα, περισσότερο ἀπὸ αὐτούς, – ποιοί; Τὰ παιδιά. Ὤ τὰ ἀθῷα παιδιά! Ἅμα ἔβλεπαν καὶ ἄκουγαν τὸ Χριστό, ἔτρεχαν πίσω του ὅπως τὰ ἀρνάκια πίσω ἀπὸ τὴν προβατίνα. Καὶ ὁ Χριστὸς τά ᾽παιρνε στὴν ἀγκαλιά του καὶ τὰ εὐλογοῦσε. Τὰ παιδιὰ ἦταν πάντα κοντά του. Τὴν ἡμέρα μάλιστα τῶν Βαΐων πῆραν κλαδιὰ στὰ χέρια καὶ ἔψαλλαν καὶ ὑμνοῦσαν τὸ Χριστό. Αὐτὸ προκάλεσε τὴν κακία τῶν ἀρχόντων. Βλέποντας τὰ παιδιὰ καὶ τὸν κόσμο νὰ ζητωκραυγάζουν εἶπαν στὸ Χριστό· Πές τους νὰ σωπάσουν. Καὶ τότε ἐκεῖνος ἀπήντησε· Ἂν αὐτοὶ σωπάσουν, καὶ οἱ πέτρες θὰ φωνάξουν (Λουκ. 19,40).
Τὸν ἀγάπησαν ἐπαναλαμβάνω οἱ βοσκοί, οἱ ἐργατικοὶ ἄνθρωποι, οἱ ναυτικοί, τὰ ἀθῷα παιδιά. Τὸν ἀγάπησαν ―ἕνα σκαλὶ παραπάνω― ποιοί; Τὸ φωνάζει τὸ σημερινὸ εὐαγγέλιο – τί νὰ κάνουμε, αὐτή εἶνε ἡ ἀλήθεια. Παραπάνω κι ἀπὸ τοὺς δώδεκα μαθητὰς ἀγάπησαν τὸ Χριστὸ οἱ γυναῖκες. Ποιές γυναῖκες; Ὄχι γυναῖκες τοῦ συρμοῦ, ἐκεῖνες ποὺ χόρευαν στὰ παλάτια τοῦ Ἡρῴδη ντυμένες στὸ μετάξι, στὴν πολυτέλεια καὶ στὸ λοῦσσο· ὄχι νυχτερίδες τοῦ διαβόλου σὰν αὐτὲς ποὺ φωλιάζουν τώρα στὰ κέντρα διασκεδάσεως. Ὄχι αὐτές. Ἄλλες γυναῖκες. Δόξα τῷ Θεῷ ὑπάρχουν πάντα. Εἶνε οἱ νοικοκυρές, οἱ μανάδες ποὺ γέννησαν κι ἀνέθρεψαν παιδιὰ καὶ ξέρουν τί θὰ πῇ ζωή.
Τὸ Χριστὸ ἀγάπησαν ἰδίως οἱ γυναῖκες ποὺ λέει σήμερα τὸ εὐαγγέλιο· οἱ μυροφόρες. Αὐτές, ἐνῷ ἀκόμα ἦταν νύχτα καὶ κανείς δὲν τολμοῦσε νὰ βγῇ ἔξω ἀπὸ τὸ σπίτι κ᾽ ἐνῷ τὸν τάφο τοῦ Χριστοῦ φρουροῦσαν στρατιῶτες τῆς ῾Ρώμης, δὲν φοβήθηκαν οὔτε τῆς νύχτας τὰ σκοτάδια οὔτε τοὺς ῾Ρωμαίους στρατιῶτες οὔτε τοὺς γραμματεῖς καὶ φαρισαίους. Σὰν νὰ εἶχαν φτερὰ στὰ πόδια ―δὲν ἦταν γυναῖκες πλέον αὐτές, ἄγγελοι καὶ ἀρχάγγελοι ἦταν―, ἔφθασαν ἐκεῖ ποὺ ἦταν θαμμένος ὁ Χριστὸς καὶ ἔφεραν τὰ πολύτιμα δῶρα τους, τὰ μύρα.
id="m_5287241643226829020yiv7126929676yui_3_16_0_ym19_1_1493487205319_5967">Καὶ μέχρι σήμερα ἡ θρησκεία ―ἂς τὸ ποῦμε― στηρίζεται στὴν καρδιὰ τῆς γυναίκας. Πηγαίνετε σὲ ὁποιαδήποτε ἐκκλησία, σὲ χωριὰ καὶ σὲ πόλεις· θὰ δῆτε, ὅτι τὸ μεγαλύτερο μέρος τοῦ ἐκκλησιάσματος ἀποτελοῦν οἱ γυναῖκες. Αὐτὲς ἐκκλησιάζονται, νηστεύουν, ἐξομολογοῦνται, κοινωνοῦν. Οἱ ἄντρες εἶνε σκληροὶ σὰν τὸν Ἡρῴδη, τὸν Ἄννα καὶ τὸν Καϊάφα. Καμμιά γυναίκα δὲν βλέπουμε στὰ Εὐαγγέλια νὰ πρόδωσε τὸ Χριστό, καμμιά δὲν τὸν σταύρωσε, καμμιά δὲν τὸν βλαστήμησε. Ἄντρες τὰ ἔκαναν αὐτά· ἄντρας ἦταν ὁ προδότης, ἄντρας αὐτὸς ποὺ τὸν ἀρνήθηκε, ἄντρες αὐτοὶ ποὺ τὸν κάρφωσαν. Οἱ γυναῖκες ἦταν πάντα κοντὰ στὸ Χριστό. Καὶ θὰ μείνουν μέχρι τέλους. Καὶ ἂν ὁ κόσμος ἀλλάξῃ κ᾽ ἐγκαταλείψουν ὅλοι τὸ Χριστό, κοντά του θὰ μείνῃ πάντα ἡ μανούλα του, ἡ γυναίκα, ἡ ἁγία γυναίκα. Αὐτὴ εἶνε ἡ θρησκεία μας, ἀγαπητοί.
Σᾶς εἶπα κατηγορίες ἀνθρώπων ποὺ ἀγάπησαν τὸ Χριστό· εἶνε οἱ βοσκοί, οἱ ἐργατικοὶ ἄνθρωποι ποὺ δουλεύουν στὴ γῆ καὶ στὴ θάλασσα, τὰ παιδιά, οἱ μυροφόρες γυναῖκες. Καὶ μόνο αὐτοί; Τὸν ἀγάπησαν ἀκόμη καὶ οἱ ἄγριοι. Ἄνθρωποι ἄξεστοι, ποὺ δὲν εἶχαν σχολειὰ καὶ πανεπιστήμια καὶ δὲν ἔμαθαν γράμματα, ποὺ ἔζησαν μὲ τραχύτητα καὶ ἦταν μαθημένοι στὸ ἔγκλημα καὶ τὸ φόνο. Ἕνα χαρακτηριστικὸ παράδειγμα εἶνε ὁ ἅγιος Χριστοφόρος, ποὺ ἑορτάζει στὶς 9 Μαΐου. Ἦταν σὰν τὸ ἄγριο δέντρο, ποὺ ὁ Χριστὸς τὸ μπόλιασε καὶ ἔγινε ἥμερο. Ἀνῆκε σὲ οἰκογένεια ἀνθρωποφάγων. Ἦταν γίγαντας, ψηλὸς δυόμισυ μέτρα, μὲ γερὰ μπράτσα καὶ γροθιές. Τὸν πῆρε σωματοφύλακα ἕνας βασιλιᾶς. Μιὰ μέρα ὅμως εἶδε τὸ βασιλιᾶ νὰ τρέμῃ μπροστὰ σ’ ἕνα μάγο, ποὺ συνεργαζόταν μὲ τὸ διάβολο. Ἀφήνει λοιπὸν τὸ βασιλιᾶ καὶ πηγαίνει νὰ ὑπηρετήσῃ τὸ μάγο, ποὺ τὸν θεώρησε πιὸ δυνατό. Ἀργότερα ὅμως, περνώντας ἀπὸ μιὰ ἐκκλησία, εἶδε καὶ τὸ μάγο νὰ παραλύῃ μπροστὰ στὴ δύναμι τοῦ Χριστοῦ. Τότε ἄφησε καὶ τὸ μάγο καὶ ζήτησε νὰ ὑπηρετήσῃ τὸ Χριστό. Πίστεψε, μετανόησε, ἐξωμολογήθηκε, βαπτίστηκε, ἔγινε Χριστιανὸς καὶ πῆρε τὸ ὄνομα Χριστοφόρος. Ἔζησε ζωὴ ἐνάρετη, ἔκανε θαύματα, καὶ τέλος μαρτύρησε γιὰ τὸ Χριστό.
* * *
Θὰ πῇ ἴσως κάποιος, ὅτι αὐτὰ συνέβαιναν σὲ ἄλλες ἐποχές, «τῷ καιρῷ ἐκείνῳ». Λάθος. Καὶ σήμερα, ἀγαπητοί μου, βλέπουμε νὰ πιστεύουν στὸ Χριστὸ ἰθαγενεῖς τῆς ᾽Αφρικῆς καὶ τῆς Ἀσίας. Ἄγριοι, ποὺ τρῶνε ἀνθρώπους, δέχονται τὸ κήρυγμα καὶ βαπτίζονται στὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ. Ἐκλεκτοὶ ἱεραπόστολοι, λαμπρὰ παιδιά, φθάνουν ἐκεῖ, μὲ κίνητρο ὄχι τὰ λεπτὰ ἀλλὰ τὸν πόθο νὰ φωτίσουν τοὺς ἐν σκότει. Διακινδυνεύουν μέσα σὲ ἀντίξοες συνθῆκες, καὶ πολλοὶ θυσιάζονται. Κηρύττουν τὸ εὐαγγέλιο. Κι ὅταν οἱ ἄγριοι ἀκοῦνε γιὰ τὸ Χριστό, πολλὲς φορὲς κλαῖνε. Γίνονται Χριστιανοὶ καλύτεροι ἀπὸ μᾶς. Καὶ ὑπάρχει φόβος ἡ Ὀρθοδοξία νὰ φύγῃ ἀπὸ μᾶς τοὺς «πολιτισμένους» καὶ νὰ πάῃ στοὺς ἀγρίους.
Δόξα σοι, Χριστέ, νῦν καὶ ἀεὶ καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων! Τὰ ἄστρα θὰ πέσουν, ὁ ἥλιος θὰ σκοτισθῇ, ὁ κόσμος θὰ γίνῃ ἄνω – κάτω, μὰ ὁ Χριστὸς θὰ μείνῃ. Ὅλα φωνάζουν· Αὐτὸς εἶνε ὁ ἀληθινὸς Θεός.
Παιδιὰ ποὺ μ᾽ ἀκοῦτε, ἀγαπῆστε τὸ Χριστὸ παραπάνω ἀπ᾽ τοὺς γονεῖς σας. Γυναῖκες ποὺ μ᾽ ἀκοῦτε, ἀγαπῆστε τὸ Χριστὸ παραπάνω ἀπ᾽ τοὺς ἄντρες σας. Ἄντρες ποὺ μ᾽ ἀκοῦτε, ἀγαπῆστε τὸ Χριστὸ παραπάνω ἀπ᾽ τὶς γυναῖκες σας. Ὅλοι ν᾽ ἀγαπήσουμε τὸ Χριστὸ πάνω ἀπ᾽ ὅλα. Γιατὶ ὁ Χριστὸς δὲν ἀπέθανε. Ζῇ καὶ βασιλεύει εἰς τοὺς αἰῶνας. Αὐτῷ ἡ δόξα καὶ τὸ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων· ἀμήν.
† ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Πίστη και τόλμη
Κυριακή τῶν Μυροφόρων! Μέσα στήν Πασχαλινή ἀτμόσφαιρα ἡ ἑορτή αὐτή μᾶς γυρίζει λίγο πίσω, στό πένθιμο κλίμα τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Ὄχι χωρίς λόγο βέβαια, ἀφοῦ τά περιστατικά τῆς ἑορτῆς ἀρχίζουν νά ἐκτυλίσσονται ἀπό τό ἀπόγευμα ἀκριβῶς τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Καί εἶναι θαυμαστά περιστατικά, ὅπως θά δοῦμε νά μᾶς τά περιγράφει τό Εὐαγγελικό μας ἀνάγνωσμα.
Μεγάλη Παρασκευή ἀπόγευμα. Ὁ οὐρανός κατάμαυρος. Ἡ ἀτμόσφαιρα ἀπειλητική. Ὁ ἕνας μαθητής προδότης. Ὁ Πέτρος συντετριμμένος ἀπό τήν ἄρνηση. Οἱ ὑπόλοιποι σκορπισμένοι. Ὁ Κύριος νεκρός ἐπάνω στό Σταυρό. Καί ὁ κίνδυνος νά μείνει ἄταφο ἐπί ἡμέρες τό πανάγιο Σῶμα Του προφανής. Διότι σέ λίγες ὧρες, μέ τή δύση τοῦ ἡλίου, ἄρχιζε ἡ ἀργία τοῦ Σαββάτου καί κάθε κίνηση γιά τούς Ἑβραίους ἦταν ἀπολύτως ἀπαγορευμένη. Μποροῦμε νά φανταστοῦμε τώρα τήν θλίψη τῆς Παναγίας μας Σ' αὐτήν τήν κρίσιμη στιγμή κάνει τήν ἐμφάνισή του ἕνας ἄγνωστος, κρυφός μαθητής τοῦ Κυρίου, ὁ Ἰωσήφ, πού καταγόταν ἀπό τήν Ἀριμαθαία καί ἦταν βουλευτής, ἐπίσημο δηλαδή μέλος τοῦ Ἰουδαϊκοῦ Συνεδρίου. Αὐτός τόλμησε νά πάει νά ζητήσει ἀπό τόν Πιλᾶτο τήν ἄδεια νά ἐνταφιάσει τό Σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Μιά κίνηση, πού φαινόταν ἀπελπισμένη, καταδικασμένη σέ ἀποτυχία.
Καί ὅμως πέτυχε! Ὁ Πιλᾶτος, ἀφοῦ διαπίστωσε τό θάνατο τοῦ Κυρίου, ἔδωσε τή σχετική ἄδεια στόν Ἰωσήφ, ὁ ὁποῖος βοηθούμενος ἀπό τό Νικόδημο ἐνταφίασε τό σῶμα τοῦ Διδασκάλου, βεβιασμένα μέν, ἀλλά καί μέ πολύ σεβασμό καί τιμή καί εὐλάβεια. Τό ἐνταφίασε σέ ἕνα μνῆμα σκαλισμένο σέ βράχο καί ἔκλεισε τήν εἴσοδο μέ μιά μεγάλη πέτρα. Ὁ κίνδυνος νά μείνει ἄταφο τό Σῶμα τοῦ Κυρίου εἶχε ἀπροσδόκητα ξεπεραστεῖ.
Οἱ μαθήτριες τώρα τοῦ Χριστοῦ μας μέ ἐπικεφαλῆς τή Μαρία τή Μαγδαληνή, δέν ἔμειναν ἱκανοποιημένες ἀπό μιά τόσο βιαστική ταφή καί θέλησαν νά ἀναπληρώσουν αὐτή τήν ἔλλειψη.
Ὅταν λοιπόν πέρασε ἡ ἀργία τοῦ Σαββάτου, ἀγόρασαν ἀρώματα, καί τό πρωΐ τῆς ἑπομένης ἡμέρας παίρνουν τόν δρόμο γιά τό μνημεῖο. Ἀλλά ἡ βαρειά ἐκείνη ταφόπετρα πιέζει τίς ψυχές τους περισσότερο ἀπ' ὅ,τι τόν Τάφο τοῦ Κυρίου. Μπροστά τους βλέπουν ἀδιέξοδο. Ποιός θά μᾶς κυλήσει τήν πέτρα ἀπό τήν εἴσοδο τοῦ μνημείου; Αὐτό εἶναι τό ἐρώτημα πού τίς βασανίζει. Ἀλλά δέν τίς ἀποθαρρύνει. Προχωροῦν! Προχωροῦν μέ τόλμη καί πίστη. Καί σέ λίγο γίνονται μάρτυρες τοῦ πιό μεγάλου θαύματος. Ἡ βαρειά πέτρα εἶναι ἀποκυλισμένη καί ὁ ὁλόλαμπρος ἄγγελος τούς μεταδίδει τό συγκλονιστικότατο μήνυμα. Ὁ Κύριος ἀνέστη! «Ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ᾦδε».
Τά γεγονότα, τό βλέπουμε, φωνάζουν μόνα τους. Γιά τό Θεό δέν ὑπάρχουν ἀδιέξοδα! Πίστη χρειάζεται. Πίστη καί τόλμη! Ὁ Ἰωσήφ καί οἱ Μυροφόρες ἔβλεπαν μπροστά τους σκοτάδι, ἀπειλές, κινδύνους. Ὅμως δέν ἔκαναν πίσω· προχώρησαν. Καί τελικά οἱ δυσκολίες ἐξαφανίστηκαν καί τά ἀδιέξοδα ἔγιναν πλατειές λεωφόροι.
Ἀσφαλῶς ὅλοι μας σέ κάποιες περιόδους τῆς ζωῆς μας βρισκόμαστε σέ ἀνάλογες καταστάσεις. Οἱ δοκιμασίες ἀπανωτές, οἱ κίνδυνοι πολλοί, ἡ καταστροφή αἰσθανόμαστε νά μᾶς πλησιάζει σέ ἀπόσταση ἀναπνοῆς. Τότε ὁ πειρασμός, νά ἐγκαταλείψουμε τό καθῆκον μας, νά χαλαρώσουμε τόν ἀγώνα μας γίνεται μέγας, μᾶς πιέζει ἀσφυκτικά. Αὐτό εἶναι τό κρίσιμο σημεῖο. Ἐδῶ παίζονται ὅλα. Εἶναι ἡ ἀποφασιστική στιγμή, πού θά πρέπει νά δώσουμε τή μάχη μας. Νά ριψοκινδυνεύσουμε. Νά βαδίζουμε ἐπάνω στά κύματα. Νά προχωρήσουμε μέ πίστη καί τόλμη. Νά προχωροῦμε μέ τή βεβαιότητα πώς ὁ Θεός εἶναι κοντά μας, παρακολουθεῖ τόν ἀγώνα μας καί στήν κρίσιμη στιγμή θά ἐπέμβει διαλύοντας τά μαῦρα σύννεφα, ἀνοίγοντας δρόμο σέ ὅλα τά ἀδιέξοδα.
Ὁ ἀστραπηβόλος ἄγγελος θαμπώνει τίς ἀδύναμες Μυροφόρες γυναῖκες. Τά λόγια του τίς συγκλονίζουν. Μή τά χάνετε, τίς λέει.Ἐσεῖς ζητᾶτε «Ἰησοῦν τόν Ναζαρηνόν τόν ἐσταυρωμένον». Ἀλλά μάθετέ το· ἀναστήθηκε, δέν εἶναι πλέον ἐδῶ! Νά ὁ τόπος, πού τόν εἶχαν βάλει. Πηγαίνετε λοιπόν νά πεῖτε στούς μαθητές Του καί στόν Πέτρο ἰδιαιτέρως, ὅτι ὁ Κύριος ἀναστήθηκε καί θά τούς συναντήσει στήν Γαλιλαία, ὅπως ἀκριβῶς τούς τό εἶχε προαναγγείλει.
Κάθε λόγος τοῦ ἀγγέλου εἶναι καί μιά νέα ἔκπληξη γιά τίς Μυροφόρες. Καί φεύγουν ἀπό τό μνημεῖο μέ «τρόμο καί ἔκσταση». Μέ τρόμο, διότι ἀντιλήφθηκαν πώς κάτι μοναδικό, πρωτοφανές, συγκλονιστικό συνέβη στό Σύμπαν. Κάποιος, πού τόσο καλά Τόν γνώριζαν, κι ὅμως τούς ἦταν τόσο ἄγνωστος, γιά πρώτη φορά εἶχε νικήσει αὐτοδύναμα τό θάνατο! Τώρα μόλις ἄρχισαν νά καταλαβαίνουν ποιός πράγματι ἦταν ὁ Διδάσκαλος, κοντά στόν ὁποῖο γιά τρία ἔτη εἶχαν ζήσει. Τώρα μόλις ἄρχισαν νά ὑποψιάζονται τίς ἄπειρες διαστάσεις Του. Νά διαισθάνονται τήν καταγωγή Του, τήν πηγή τῆς ὑπάρξεώς Του. Ὁ νοῦς τους ἀδυνατοῦσε νά τό χωρέσει: Ὁ Θεός εἶχε γίνει καί ἄνθρωπος, εἶχε περπατήσει κοντά τους, εἶχε ζήσει μαζί τους. Ἡ συγκίνηση ἔπνιγε τίς ψυχές τους! Κι αὐτό ἦταν πού τούς προκαλοῦσε καί τήν ἔκσταση, τήν ἀπέραντη ἔκπληξη, τόν χωρίς ὅρια ἐνθουσιασμό. Ὁ ἄπειρος Θεός ἦταν ό Διδάσκαλός τους, ἐκεῖνος πού τόν εἶχαν ἀγαπήσει μέ τόσο μεγάλη ἀγάπη.
Γι' αὐτό καί δέν ἔλεγαν τίποτε σέ κανέναν στό δρόμο. Τί νά ποῦν; Σέ ποιόν νά μιλήσουν; Τά πόδια τους εἶχαν βγάλει φτερά, ἀλλά τά στόματά τους ἔμεναν βουβά. Θά ἤθελαν νά φωνάξουν μέσα ἀπό τά τρίσβαθα τῆς ψυχῆς τους:
Ἄνθρωποι, ἀνέστη ὁ Κύριος. «Ἑάλω ὁ θάνατος θανάτῳ»! Χαρῆτε, ἄνθρωποι! Λουλούδια καί πουλιά κι ἀστέρια μακρινά, χαρῆτε! Ναί, χαρῆτε, ἄς χαροῦμε ὅλοι, ἀδελφοί!
Χ ρ ι σ τ ό ς Ἀ ν έ σ τ η!
kranos
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Τασούλας: Μου δημιουργεί ανησυχία η αισιοδοξία του κ. Τσίπρα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ