2017-06-30 20:17:32
Ιδιαίτερη φυσιογνωμία της πολιτικής ζωής της Γαλλίας, ακαδημαϊκός και πρώτη γυναίκα πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, η Σιμόν Βέιλ, που πέθανε σήμερα το πρωί λίγες μέρες πριν κλείσει τα 90 χρόνια της, ήταν επιζήσασα του Άουσβιτς και πρωτεργάτρια του νόμου που το 1974 νομιμοποίησε τις αμβλώσεις στη Γαλλία.
Για τους Γάλλους, η Βέιλ ήταν μια διαρκής υπενθύμιση του Ολοκαυτώματος. Έχαιρε σεβασμού από όλο το πολιτικό φάσμα της Γαλλίας και είχε τιμηθεί με μερικές από τις σημαντικότερες διακρίσεις της χώρας. Έγινε επίσης η έκτη γυναίκα στην ιστορία που έγινε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας.
Ήταν ανάμεσα στους τουλάχιστον 76.00 Εβραίους που εκδιώχθηκαν από τη Γαλλία στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και το όνομά της εμφανίζεται στου Μνημείο του Ολοκαυτώματος στο Παρίσι, με το πατρικό της: Σιμόν Γιάκομπ. Το ίδιο και τα ονόματα του πατέρα της Αντρέ, της μητέρας της Υβόν, της αδελφής της Μαντλέν και του αδελφού της Ζαν. Από τους πέντε μόνο η Μαντλέν και η Σιμόν επέζησαν, αλλά η Μαντλέν σκοτώθηκε σε τροχαίο μόλις επτά χρόνια μετά τον πόλεμο.
Η Σιμόν ήταν η μικρότερη από τα τέσσερα αδέλφια. Ήταν γεννημένη στη Νίκαια της Γαλλίας, στις 13 Ιουλίου 1927, από οικογένεια μη θρησκευόμενων εβραίων. Ο πατέρας της, βραβευμένος αρχιτέκτονας, είχε επιμείνει να εγκαταλείψει η μητέρα της τις σπουδές της στη Χημεία μετά τον γάμο τους, όπως γράφει το ΑΜΠΕ σκιαγραφώντας το πορτρέτο της Βέιλ. Όπως οι περισσότεροι άλλοι εβραίοι της Γαλλίας, ακολουθούσε υποχρεωτικά τις εντολές των αρχών όταν ανήλθε στην εξουσία η φιλοναζιστική κυβέρνηση του Βισί, τον Ιούνιο 1940, εγγράφοντας την οικογένειά του στον διαβόητο «Φάκελο των εβραίων», κάτι το οποίο αργότερα θα βοηθούσε τη γαλλική αστυνομία και τη γερμανική Γκεστάπο να συγκεντρώσουν τους εβραίους της Γαλλίας και να τους απελάσουν.
Το νούμερο 78651
Τον Απρίλιο του 1944 η Βέιλ μεταφέρθηκε στο Άουσβιτς. Ενώ στην ηλικία της όλοι οι εβραίοι στέλνονταν απευθείας στους θαλάμους αερίων, εκείνη είπε ψέματα για την ηλικία της ακολουθώντας τη συμβουλή συγκρατούμενού της που μιλούσε Γαλλικά. Στάλθηκε σε καταναγκαστικά έργα, της ξύρισαν το κεφάλι και για την υπόλοιπη ζωή της είχε χαραγμένο στο μπράτσο της τον αριθμό 78651. «Από τότε, ο καθένας μας ήταν απλώς ένας αριθμός, χαραγμένος στη σάρκα μας. Ένας αριθμός που έπρεπε να απομνημονεύσουμε αφού είχαμε χάσει κάθε άλλη ταυτότητα» έγραφε αργότερα στα απομνημονεύματά της.
Όταν επέστρεψε στη Γαλλία, συντετριμμένη από τον θάνατο των γονιών και της αδελφής της, ήταν αποφασισμένη να επιδιώξει την καριέρα που είχε στερηθεί η μητέρα της. Σπούδασε Νομική στο διάσημο πανεπιστήμιο Sciences Po, όπου γνωρίστηκε με τον Αντουάν Βέιλ (1926-2013), ο οποίος αργότερα έγινε επιχειρηματίας. Παντρεύτηκαν το 1946 και απέκτησαν τρεις γιούς.
Η Βέιλ ξεκίνησε να εργάζεται ως δικηγόρος και το 1956 έγινε δικαστής. Μια δεκαετία αργότερα διορίστηκε υπουργός Υγείας στην κυβέρνηση του προέδρου Βαλερί Ζισκάρ ντ΄Εστέν και έτσι ξεκίνησε την πολιτική της σταδιοδρομία, δίνοντας μάχη για την πρόσβαση των γυναικών στην αντισύλληψη.
«Καμία γυναίκα δεν καταφεύγει σε άμβλωση ελαφρά τη καρδία. Πρέπει κάποιος απλά να τις ακούσει: πρόκειται πάντα για μια τραγωδία» είχε πει η Βέιλ στην εναρκτήρια ομιλία της που άφησε ιστορία, στις 26 Νοεμβρίου 1974, ενώπιον της Εθνοσυνέλευσης, η οποία απαρτιζόταν σχεδόν αποκλειστικά από άνδρες. «Δεν μπορούμε πλέον να κλείνουμε τα μάτια μπροστά στις 300.000 αμβλώσεις που κάθε χρόνο ακρωτηριάζουν τις γυναίκες αυτής της χώρας, ποδοπατούν τους νόμους της και ταπεινώνουν και τραυματίζουν εκείνες οι οποίες υποβάλλονται στην πρακτική» είχε τονίσει. Τελικά ο νόμος ψηφίστηκε χάρις στην υποστήριξη της αριστερής αντιπολίτευσης.
Το όραμα για ευρωπαϊκή ολοκλήρωση
Το μεγαλύτερο μέρος της δεύτερης φάσης της πολιτικής της καριέρας η Βέιλ το αφιέρωσε στο όραμα για ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, αποχωρώντας από την κυβέρνηση το 1979 για να θέσει υποψηφιότητα για τις πρώτες απευθείας εκλογές για το ευρωκοινοβούλιο. Έγινε η πρώτη γυναίκα πρόεδρος του Σώματος, μια θέση που διατήρησε μέχρι το 1982.
Επέστρεψε στη θέση της υπουργού Υγείας το διάστημα 1993-1995 και τρία χρόνια αργότερα διορίστηκε στο Συνταγματικό Συμβούλιο της Γαλλίας, την ύψιστη συνταγματική αρχή. Το 2005 πήρε άδεια από το Συμβούλιο για να ξεκινήσει εκστρατεία για το «ναι» στο δημοψήφισμα για την Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη. Όταν αναπάντεχα επικράτησε το «όχι», η Βέιλ έκανε λόγο για «καταστροφή» για τη Γαλλία και την Ευρώπη.
Την προεκλογική περίοδο το 2007 εξέπληξε πολλούς καθώς τάχθηκε υπέρ του υποψήφιου προέδρου Νικολά Σαρκοζί. Ωστόσο, άσκησε ανοιχτά κριτική εις βάρος της απόφασής του να ιδρύσει ένα υπουργείο Μετανάστευσης και Εθνικής Ταυτότητας, ενώ πήρε θέση απέναντι στην αμφιλεγόμενη πρότασή του να υποχρεώσει κάθε δεκάχρονο μαθητή να τιμά τα παιδιά-θύματα του Ολοκαυτώματος, μια πρόταση την οποία χαρακτήρισε «απαράδεκτη, δραματική και κυρίως άδικη».
Tromaktiko
Για τους Γάλλους, η Βέιλ ήταν μια διαρκής υπενθύμιση του Ολοκαυτώματος. Έχαιρε σεβασμού από όλο το πολιτικό φάσμα της Γαλλίας και είχε τιμηθεί με μερικές από τις σημαντικότερες διακρίσεις της χώρας. Έγινε επίσης η έκτη γυναίκα στην ιστορία που έγινε μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας.
Ήταν ανάμεσα στους τουλάχιστον 76.00 Εβραίους που εκδιώχθηκαν από τη Γαλλία στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και το όνομά της εμφανίζεται στου Μνημείο του Ολοκαυτώματος στο Παρίσι, με το πατρικό της: Σιμόν Γιάκομπ. Το ίδιο και τα ονόματα του πατέρα της Αντρέ, της μητέρας της Υβόν, της αδελφής της Μαντλέν και του αδελφού της Ζαν. Από τους πέντε μόνο η Μαντλέν και η Σιμόν επέζησαν, αλλά η Μαντλέν σκοτώθηκε σε τροχαίο μόλις επτά χρόνια μετά τον πόλεμο.
Η Σιμόν ήταν η μικρότερη από τα τέσσερα αδέλφια. Ήταν γεννημένη στη Νίκαια της Γαλλίας, στις 13 Ιουλίου 1927, από οικογένεια μη θρησκευόμενων εβραίων. Ο πατέρας της, βραβευμένος αρχιτέκτονας, είχε επιμείνει να εγκαταλείψει η μητέρα της τις σπουδές της στη Χημεία μετά τον γάμο τους, όπως γράφει το ΑΜΠΕ σκιαγραφώντας το πορτρέτο της Βέιλ. Όπως οι περισσότεροι άλλοι εβραίοι της Γαλλίας, ακολουθούσε υποχρεωτικά τις εντολές των αρχών όταν ανήλθε στην εξουσία η φιλοναζιστική κυβέρνηση του Βισί, τον Ιούνιο 1940, εγγράφοντας την οικογένειά του στον διαβόητο «Φάκελο των εβραίων», κάτι το οποίο αργότερα θα βοηθούσε τη γαλλική αστυνομία και τη γερμανική Γκεστάπο να συγκεντρώσουν τους εβραίους της Γαλλίας και να τους απελάσουν.
Το νούμερο 78651
Τον Απρίλιο του 1944 η Βέιλ μεταφέρθηκε στο Άουσβιτς. Ενώ στην ηλικία της όλοι οι εβραίοι στέλνονταν απευθείας στους θαλάμους αερίων, εκείνη είπε ψέματα για την ηλικία της ακολουθώντας τη συμβουλή συγκρατούμενού της που μιλούσε Γαλλικά. Στάλθηκε σε καταναγκαστικά έργα, της ξύρισαν το κεφάλι και για την υπόλοιπη ζωή της είχε χαραγμένο στο μπράτσο της τον αριθμό 78651. «Από τότε, ο καθένας μας ήταν απλώς ένας αριθμός, χαραγμένος στη σάρκα μας. Ένας αριθμός που έπρεπε να απομνημονεύσουμε αφού είχαμε χάσει κάθε άλλη ταυτότητα» έγραφε αργότερα στα απομνημονεύματά της.
Όταν επέστρεψε στη Γαλλία, συντετριμμένη από τον θάνατο των γονιών και της αδελφής της, ήταν αποφασισμένη να επιδιώξει την καριέρα που είχε στερηθεί η μητέρα της. Σπούδασε Νομική στο διάσημο πανεπιστήμιο Sciences Po, όπου γνωρίστηκε με τον Αντουάν Βέιλ (1926-2013), ο οποίος αργότερα έγινε επιχειρηματίας. Παντρεύτηκαν το 1946 και απέκτησαν τρεις γιούς.
Η Βέιλ ξεκίνησε να εργάζεται ως δικηγόρος και το 1956 έγινε δικαστής. Μια δεκαετία αργότερα διορίστηκε υπουργός Υγείας στην κυβέρνηση του προέδρου Βαλερί Ζισκάρ ντ΄Εστέν και έτσι ξεκίνησε την πολιτική της σταδιοδρομία, δίνοντας μάχη για την πρόσβαση των γυναικών στην αντισύλληψη.
«Καμία γυναίκα δεν καταφεύγει σε άμβλωση ελαφρά τη καρδία. Πρέπει κάποιος απλά να τις ακούσει: πρόκειται πάντα για μια τραγωδία» είχε πει η Βέιλ στην εναρκτήρια ομιλία της που άφησε ιστορία, στις 26 Νοεμβρίου 1974, ενώπιον της Εθνοσυνέλευσης, η οποία απαρτιζόταν σχεδόν αποκλειστικά από άνδρες. «Δεν μπορούμε πλέον να κλείνουμε τα μάτια μπροστά στις 300.000 αμβλώσεις που κάθε χρόνο ακρωτηριάζουν τις γυναίκες αυτής της χώρας, ποδοπατούν τους νόμους της και ταπεινώνουν και τραυματίζουν εκείνες οι οποίες υποβάλλονται στην πρακτική» είχε τονίσει. Τελικά ο νόμος ψηφίστηκε χάρις στην υποστήριξη της αριστερής αντιπολίτευσης.
Το όραμα για ευρωπαϊκή ολοκλήρωση
Το μεγαλύτερο μέρος της δεύτερης φάσης της πολιτικής της καριέρας η Βέιλ το αφιέρωσε στο όραμα για ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, αποχωρώντας από την κυβέρνηση το 1979 για να θέσει υποψηφιότητα για τις πρώτες απευθείας εκλογές για το ευρωκοινοβούλιο. Έγινε η πρώτη γυναίκα πρόεδρος του Σώματος, μια θέση που διατήρησε μέχρι το 1982.
Επέστρεψε στη θέση της υπουργού Υγείας το διάστημα 1993-1995 και τρία χρόνια αργότερα διορίστηκε στο Συνταγματικό Συμβούλιο της Γαλλίας, την ύψιστη συνταγματική αρχή. Το 2005 πήρε άδεια από το Συμβούλιο για να ξεκινήσει εκστρατεία για το «ναι» στο δημοψήφισμα για την Ευρωπαϊκή Συνταγματική Συνθήκη. Όταν αναπάντεχα επικράτησε το «όχι», η Βέιλ έκανε λόγο για «καταστροφή» για τη Γαλλία και την Ευρώπη.
Την προεκλογική περίοδο το 2007 εξέπληξε πολλούς καθώς τάχθηκε υπέρ του υποψήφιου προέδρου Νικολά Σαρκοζί. Ωστόσο, άσκησε ανοιχτά κριτική εις βάρος της απόφασής του να ιδρύσει ένα υπουργείο Μετανάστευσης και Εθνικής Ταυτότητας, ενώ πήρε θέση απέναντι στην αμφιλεγόμενη πρότασή του να υποχρεώσει κάθε δεκάχρονο μαθητή να τιμά τα παιδιά-θύματα του Ολοκαυτώματος, μια πρόταση την οποία χαρακτήρισε «απαράδεκτη, δραματική και κυρίως άδικη».
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Καστελόριζο: Συνελήφθη 64χρονος Τούρκος με ευρωπαϊκό ένταλμα σύλληψης
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Γιατί τα μετρητά παραμένουν ο αδιαμφισβήτητος βασιλιάς
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ