2017-07-19 10:30:47
Η οικονομική και πολιτική υποβάθμιση συνοδεύεται από τη γεωπολιτική συρρίκνωση. Η άνοδος του Σύριζα στη κυβέρνηση, ολοκλήρωσε και την μετατροπή της σ’ ένα αποικιακό προσάρτημα της δυτικής Ευρώπης και κατεξοχήν της Γερμανίας, ενώ άνοιξε ακόμα περισσότερο τις ορέξεις της νέο/οθωμανικής Τουρκίας..
Η Ελλάδα αποτελούσε σ’ όλη τη νεότερη ιστορική της διαδρομή αυτό που έχουμε αποκαλέσει παρασιτική απόφυση της Δύσης, και κυβερνιόταν από ένα καθεστώς που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε καθεστώς εξάρτησης – σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, ανάλογα με την ιστορική περίοδο: Έτσι τα μεταπολιτευτικά χρόνια μέχρι το 1989, συνιστούν μία περίοδο σχετικής αυτονομίας, πάντα βέβαια στα πλαίσια της εξάρτησης. Αντίθετα με την επιβολή των μνημονίων και την ολοκλήρωσή τους από τους Σύριζα ΑΝ.ΕΛ, πραγματοποιείται μία ποιοτική μεταβολή, στο καθεστώς της χώρας. Η Ελλάδα, από παρασιτικό εξάρτημα της Δύσης, μεταβάλλεται σε αποικιακό προσάρτημα.
Αυτό σημαίνει πως το πεδίο της οικονομίας και της πολιτικής διαχείρισης δεν διαθέτει πλέον ούτε τα σχετικά πεδία αυτονομίας που απολάμβανε στο παρελθόν, δηλαδή να εφαρμόζει τις γενικές ντιρεκτίβες του παγκοσμίου συστήματος, με δική της ευθύνη και πρωτοβουλία. Πλέον εγκαθίσταται ένα καθεστώς άμεσης διαχείρισης και ελέγχου από τους ίδιους τους ξένους. Στο πεδίο της δημόσιας οικονομίας, η Τρόικα δηλαδή η Ε.Ε. με την επικουρία του ΔΝΤ, ρυθμίζουν την δημοσιονομική πολιτική και την κατανομή των πόρων ενώ ελέγχουν οι ίδιες την εφαρμογή των συγκεκριμένων μέτρων και κατευθύνσεων.
Η δημόσια περιουσία έχει εκχωρηθεί στους δανειστές, τα λιμάνια και τα αεροδρόμια το ίδιο, όλες οι συστημικές τράπεζες ελέγχονται από ξένους επενδυτές· καθορίζεται άμεσα από αυτούς η κατανομή των πόρων του προϋπολογισμού (π.χ. οι δαπάνες υγείας κατακρεουργούνται συστηματικά και προϋπολογίζεται περαιτέρω μείωσή τους κατά 500 εκατ. το 2018) – ακόμα και η πολιτική που θα εφαρμοστεί και στον τελευταίο δήμο της χώρας. Κατά συνέπεια, το πολιτικό προσωπικό μεταπίπτει άμεσα στην κατηγορία της μαριονέτας των δανειστών και η πολιτική διαχείριση είναι πλέον ελληνική μόνον κατ’ όνομα, κυριολεκτικώς.
Και η οικονομική αποικιοποίηση δεν περιορίζεται μόνον στον δημόσιο τομέα. Αναφερθήκαμε ήδη στις τράπεζες, ενώ στο χρηματιστήριο οι ξένοι κατέχουν πάνω από 60% της κεφαλαιοποίησης, τις μεγαλύτερες ασφαλιστικές εταιρείες, (πρόσφατα εξαγόρασαν την μεγαλύτερη από αυτές την Εθνική Ασφαλιστική) τις τηλεπικοινωνίες (ο ΟΤΕ κατέχεται από γερμανική κρατική εταιρεία) και ετοιμάζονται να ελέγξουν και τη ΔΕΗ.
Παράλληλα, η οικονομία της χώρας μετά την συρρίκνωση του δευτερογενούς τομέα, (των κατασκευών και της βιομηχανίας) μετατρέπεται αποκλειστικά σε οικονομία υπηρεσιών και δη τουριστική. Ο τουρισμός είναι όλο και περισσότερο εισαγόμενος, μεταβάλλοντας τους Έλληνες κυριολεκτικά σε γκαρσόνια της Ευρώπης. Επί πλέον, η μετανάστευση των νέων ανώτερης παιδείας μειώνει ακόμα περισσότερο τη δυνατότητα αυτόνομης οικονομικής ανάπτυξης, περιορίζοντας τις «ευκαιρίες» των Ελλήνων στον τουρισμό και σε παρασιτικές δραστηριότητες χαμηλής κλίμακας. (βλέπε αναλυτικά για την οικονομία, στο άρθρο του Γιάννη Ξένου που ακολουθεί.)
Αυτή η οικονομική και πολιτική υποβάθμιση συνοδεύεται από τη γεωπολιτική συρρίκνωση των δυνατοτήτων της χώρας με τη δραματική μείωση της ελληνικής παρουσίας στα Βαλκάνια, την αυξανόμενη οικονομική διείσδυση της Τουρκίας στη Β. Ελλάδα και τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, την εγκαταλειψη των στενών σχέσεων με την Κύπρο και την αναζήτηση της όποιας «ισορροπίας» μέσα από την εξισορρόπηση των επιρροών των ξένων δυνάμεων (η κάθε μία παίρνει ένα κομμάτι έτσι ώστε να μην κυριαρχήσουν απόλυτα και αποκλειστικά οι Γερμανοί). Έτσι οι Τούρκοι, το Ισραήλ, η Γαλλία, η Κίνα, η Ρωσία, κ.λπ. αποκτούν δικαιώματα σ’ αυτή την ιδιότυπη πολυμετοχική αποικία.
Η υπαγωγή της χώρας στην ξένη κυριαρχία δεν περιορίζεται όμως στο οικονομικό και πολιτικό πεδίο. Αφορά το σύνολο της κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής της χώρας. Η λυσσαλέα πάλη ενάντια στην ελληνικότητα που βαφτίζεται ελληνοκεντρισμός, Εθνολαϊκισμός, ορθόδοξος φονταμενταλισμός κ.λπ. επεκτείνεται από τον κινηματογράφο μέχρι το θέατρο, εξοβελίζοντας ή επιχειρώντας να εξοβελίσει κάθε εγχώρια παράδοση και παραγωγή.
Ο ελληνικός κινηματογράφος, επί παραδείγματι, θα περάσει από τον παλιό εμπορικό κινηματογράφο του ’50 και του ’60, στην ποιοτική και καλλιτεχνική άνθιση του νέου ελληνικού κινηματογράφου της δεκαετίας του 1960, στις τάσεις ερμητισμού αλλά και ερευνητικής διάθεσης τις πρώτες μεταπολιτευτικές δεκαετίες, σε μια παραγωγή εντελώς ξενόφερτη χωρίς καμία σχέση με την πραγματικότητα της χώρας (καθόλου τυχαία ελάχιστα έργα έχουν αναφερθεί στην τεράστια κοινωνική καταστροφή των μνημονιακών χρόνων). Μια παραγωγή που αναζητά την επιβίωσή της στη συμπόνια των δυτικών για τους «καθυστερημένους» Έλληνες.
Η προσπάθεια επιβολής του Γιάν Φαμπρ ως επικεφαλής του φεστιβάλ Αθηνών, δεν ήταν μια μοναδική περίπτωση. Ακολουθήθηκε από κάτι ακόμα χειρότερο. Το 2017 στα καλλιτεχνικά και εικαστικά πράγματα της χώρας θα κυριαρχούν τα γερμανικά «Ντοκουμέντα 14», στις εκδηλώσεις και τα χρήματα των οποίων θα συνωστίζονται οι Έλληνες καλλιτέχνες και καλλιτεχνίζοντες. Όσο για τη μαζική κουλτούρα το Σαρβάιβορ από Τούρκο επιχειρηματία, και τα τούρκικα σήριαλ που επέστρεψαν πλησίστια, θα ρυθμίζουν την ψυχαγωγία των ιθαγενών.
Η αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος που προωθείται από τους εθνομηδενιστές του Σύριζα, έρχεται να ολοκληρώσει την εικόνα. Θα πρέπει να αφαιρεθούν τα τελευταία εμπόδια από την αποεθνικοποίηση των Ελλήνων, δηλαδή η Γλώσσα, η Θρησκεία, η Ιστορία. Διότι μόνον όταν οι Έλληνες θα έχουν χάσει κάθε αίσθηση συλλογικής ταυτότητας θα μπορούν να είναι οι πειθήνιοι υπήκοοι ενός αποικιακού παρασίτου.
Όλες αυτές οι εξελίξεις τείνουν να διαμορφώσουν την μορφή ενός νέου Έλληνα που επιβιώνει μέσα από τα ψίχουλα που του παραχωρούν οι ξένοι, με ελίτ ξεπουλημένες και δουλικές, με μια νεολαία υποταγμένη σε μια ψευδή ιδεολογία δήθεν δικαιωματισμού και παγκοσμιότητας. Πρόκειται για τα εργαλεία που απαιτούνται ώστε να πάψουν οι Έλληνες να αντιστέκονται απέναντι σε μια πορεία εξανδραποδισμού που διαρκεί οκτώ αιώνες τουλάχιστον.
Απέναντι σ’ αυτή την κυριολεκτική αλλαγή καθεστώτος και θέσης της Ελλάδας και των Ελλήνων στον κόσμο, δυστυχώς δεν έχουμε μέχρι σήμερα αναπτύξει κάποια αποτελεσματική στρατηγική και όπλα αντιμετώπισής της. Η ελληνική κοινωνία όλα τα τελευταία χρόνια δεν έχει παραγάγει σε μαζική κλίμακα εκείνες τις νέες προτάσεις και προτάγματα που θα επέτρεπαν την ανάσχεση της καθολικής παρακμής μας.
Καθόλου τυχαία μόνο μία μικρή πολιτική κίνηση σαν το Άρδην και λίγες σκόρπιες φωνές διανοουμένων προσπαθούν να προτάξουν κάποιο νέο εθνικό όραμα, μίαν αφήγηση για την ανάταξη του ελληνισμού. Γι’ αυτό και Ακόμα περιοριζόμαστε σε κινήσεις αντίστασης, ανατρέχοντας στη γλώσσα μας, την ιστορία, την παράδοση (βλέπε την εξάπλωση της παραδοσιακής μουσικής και χορών ανάμεσα στους νέους). Δεν μπορούμε ακόμα να διατυπώσουμε να διαμορφώσουμε ένα μεγάλο κίνημα που από την παράδοσή μας να περνάει στον εκσυγχρονισμό της. Δηλαδή, μόλις έχουμε χάσει μια μεγάλη μάχη, και γυρνάμε στις ρίζες μας για να μπορέσουμε να ξαναβρούμε τις δυνάμεις μιας αποτελεσματικής απάντησης. Χωρίς ακόμα αυτό να έχει γίνει κατορθωτό σε μεγάλη κλίμακα.
Όμως είναι ο μοναδικός δρόμος. Παίρνοντας κουράγιο και δύναμη από μια παράδοση χωρίς ιστορικό προηγούμενο, με υπερηφάνεια και υψηλό φρόνημα απέναντι στους σιδερόφραχτους χρηματιστηριακούς αντιπάλους μας, να κατορθώσουμε εμείς, οι αποικιοκρατούμενοι κληρονόμοι αυτής της παράδοσης, μια επιστροφή.
Του Γιώργου Καραμπελιά από την Ρήξη φ. 135
ardin
olalathos
Η Ελλάδα αποτελούσε σ’ όλη τη νεότερη ιστορική της διαδρομή αυτό που έχουμε αποκαλέσει παρασιτική απόφυση της Δύσης, και κυβερνιόταν από ένα καθεστώς που θα μπορούσαμε να χαρακτηρίσουμε καθεστώς εξάρτησης – σε μεγαλύτερο ή μικρότερο βαθμό, ανάλογα με την ιστορική περίοδο: Έτσι τα μεταπολιτευτικά χρόνια μέχρι το 1989, συνιστούν μία περίοδο σχετικής αυτονομίας, πάντα βέβαια στα πλαίσια της εξάρτησης. Αντίθετα με την επιβολή των μνημονίων και την ολοκλήρωσή τους από τους Σύριζα ΑΝ.ΕΛ, πραγματοποιείται μία ποιοτική μεταβολή, στο καθεστώς της χώρας. Η Ελλάδα, από παρασιτικό εξάρτημα της Δύσης, μεταβάλλεται σε αποικιακό προσάρτημα.
Αυτό σημαίνει πως το πεδίο της οικονομίας και της πολιτικής διαχείρισης δεν διαθέτει πλέον ούτε τα σχετικά πεδία αυτονομίας που απολάμβανε στο παρελθόν, δηλαδή να εφαρμόζει τις γενικές ντιρεκτίβες του παγκοσμίου συστήματος, με δική της ευθύνη και πρωτοβουλία. Πλέον εγκαθίσταται ένα καθεστώς άμεσης διαχείρισης και ελέγχου από τους ίδιους τους ξένους. Στο πεδίο της δημόσιας οικονομίας, η Τρόικα δηλαδή η Ε.Ε. με την επικουρία του ΔΝΤ, ρυθμίζουν την δημοσιονομική πολιτική και την κατανομή των πόρων ενώ ελέγχουν οι ίδιες την εφαρμογή των συγκεκριμένων μέτρων και κατευθύνσεων.
Η δημόσια περιουσία έχει εκχωρηθεί στους δανειστές, τα λιμάνια και τα αεροδρόμια το ίδιο, όλες οι συστημικές τράπεζες ελέγχονται από ξένους επενδυτές· καθορίζεται άμεσα από αυτούς η κατανομή των πόρων του προϋπολογισμού (π.χ. οι δαπάνες υγείας κατακρεουργούνται συστηματικά και προϋπολογίζεται περαιτέρω μείωσή τους κατά 500 εκατ. το 2018) – ακόμα και η πολιτική που θα εφαρμοστεί και στον τελευταίο δήμο της χώρας. Κατά συνέπεια, το πολιτικό προσωπικό μεταπίπτει άμεσα στην κατηγορία της μαριονέτας των δανειστών και η πολιτική διαχείριση είναι πλέον ελληνική μόνον κατ’ όνομα, κυριολεκτικώς.
Και η οικονομική αποικιοποίηση δεν περιορίζεται μόνον στον δημόσιο τομέα. Αναφερθήκαμε ήδη στις τράπεζες, ενώ στο χρηματιστήριο οι ξένοι κατέχουν πάνω από 60% της κεφαλαιοποίησης, τις μεγαλύτερες ασφαλιστικές εταιρείες, (πρόσφατα εξαγόρασαν την μεγαλύτερη από αυτές την Εθνική Ασφαλιστική) τις τηλεπικοινωνίες (ο ΟΤΕ κατέχεται από γερμανική κρατική εταιρεία) και ετοιμάζονται να ελέγξουν και τη ΔΕΗ.
Παράλληλα, η οικονομία της χώρας μετά την συρρίκνωση του δευτερογενούς τομέα, (των κατασκευών και της βιομηχανίας) μετατρέπεται αποκλειστικά σε οικονομία υπηρεσιών και δη τουριστική. Ο τουρισμός είναι όλο και περισσότερο εισαγόμενος, μεταβάλλοντας τους Έλληνες κυριολεκτικά σε γκαρσόνια της Ευρώπης. Επί πλέον, η μετανάστευση των νέων ανώτερης παιδείας μειώνει ακόμα περισσότερο τη δυνατότητα αυτόνομης οικονομικής ανάπτυξης, περιορίζοντας τις «ευκαιρίες» των Ελλήνων στον τουρισμό και σε παρασιτικές δραστηριότητες χαμηλής κλίμακας. (βλέπε αναλυτικά για την οικονομία, στο άρθρο του Γιάννη Ξένου που ακολουθεί.)
Αυτή η οικονομική και πολιτική υποβάθμιση συνοδεύεται από τη γεωπολιτική συρρίκνωση των δυνατοτήτων της χώρας με τη δραματική μείωση της ελληνικής παρουσίας στα Βαλκάνια, την αυξανόμενη οικονομική διείσδυση της Τουρκίας στη Β. Ελλάδα και τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, την εγκαταλειψη των στενών σχέσεων με την Κύπρο και την αναζήτηση της όποιας «ισορροπίας» μέσα από την εξισορρόπηση των επιρροών των ξένων δυνάμεων (η κάθε μία παίρνει ένα κομμάτι έτσι ώστε να μην κυριαρχήσουν απόλυτα και αποκλειστικά οι Γερμανοί). Έτσι οι Τούρκοι, το Ισραήλ, η Γαλλία, η Κίνα, η Ρωσία, κ.λπ. αποκτούν δικαιώματα σ’ αυτή την ιδιότυπη πολυμετοχική αποικία.
Η υπαγωγή της χώρας στην ξένη κυριαρχία δεν περιορίζεται όμως στο οικονομικό και πολιτικό πεδίο. Αφορά το σύνολο της κοινωνικής και πολιτιστικής ζωής της χώρας. Η λυσσαλέα πάλη ενάντια στην ελληνικότητα που βαφτίζεται ελληνοκεντρισμός, Εθνολαϊκισμός, ορθόδοξος φονταμενταλισμός κ.λπ. επεκτείνεται από τον κινηματογράφο μέχρι το θέατρο, εξοβελίζοντας ή επιχειρώντας να εξοβελίσει κάθε εγχώρια παράδοση και παραγωγή.
Ο ελληνικός κινηματογράφος, επί παραδείγματι, θα περάσει από τον παλιό εμπορικό κινηματογράφο του ’50 και του ’60, στην ποιοτική και καλλιτεχνική άνθιση του νέου ελληνικού κινηματογράφου της δεκαετίας του 1960, στις τάσεις ερμητισμού αλλά και ερευνητικής διάθεσης τις πρώτες μεταπολιτευτικές δεκαετίες, σε μια παραγωγή εντελώς ξενόφερτη χωρίς καμία σχέση με την πραγματικότητα της χώρας (καθόλου τυχαία ελάχιστα έργα έχουν αναφερθεί στην τεράστια κοινωνική καταστροφή των μνημονιακών χρόνων). Μια παραγωγή που αναζητά την επιβίωσή της στη συμπόνια των δυτικών για τους «καθυστερημένους» Έλληνες.
Η προσπάθεια επιβολής του Γιάν Φαμπρ ως επικεφαλής του φεστιβάλ Αθηνών, δεν ήταν μια μοναδική περίπτωση. Ακολουθήθηκε από κάτι ακόμα χειρότερο. Το 2017 στα καλλιτεχνικά και εικαστικά πράγματα της χώρας θα κυριαρχούν τα γερμανικά «Ντοκουμέντα 14», στις εκδηλώσεις και τα χρήματα των οποίων θα συνωστίζονται οι Έλληνες καλλιτέχνες και καλλιτεχνίζοντες. Όσο για τη μαζική κουλτούρα το Σαρβάιβορ από Τούρκο επιχειρηματία, και τα τούρκικα σήριαλ που επέστρεψαν πλησίστια, θα ρυθμίζουν την ψυχαγωγία των ιθαγενών.
Η αλλαγή του εκπαιδευτικού συστήματος που προωθείται από τους εθνομηδενιστές του Σύριζα, έρχεται να ολοκληρώσει την εικόνα. Θα πρέπει να αφαιρεθούν τα τελευταία εμπόδια από την αποεθνικοποίηση των Ελλήνων, δηλαδή η Γλώσσα, η Θρησκεία, η Ιστορία. Διότι μόνον όταν οι Έλληνες θα έχουν χάσει κάθε αίσθηση συλλογικής ταυτότητας θα μπορούν να είναι οι πειθήνιοι υπήκοοι ενός αποικιακού παρασίτου.
Όλες αυτές οι εξελίξεις τείνουν να διαμορφώσουν την μορφή ενός νέου Έλληνα που επιβιώνει μέσα από τα ψίχουλα που του παραχωρούν οι ξένοι, με ελίτ ξεπουλημένες και δουλικές, με μια νεολαία υποταγμένη σε μια ψευδή ιδεολογία δήθεν δικαιωματισμού και παγκοσμιότητας. Πρόκειται για τα εργαλεία που απαιτούνται ώστε να πάψουν οι Έλληνες να αντιστέκονται απέναντι σε μια πορεία εξανδραποδισμού που διαρκεί οκτώ αιώνες τουλάχιστον.
Απέναντι σ’ αυτή την κυριολεκτική αλλαγή καθεστώτος και θέσης της Ελλάδας και των Ελλήνων στον κόσμο, δυστυχώς δεν έχουμε μέχρι σήμερα αναπτύξει κάποια αποτελεσματική στρατηγική και όπλα αντιμετώπισής της. Η ελληνική κοινωνία όλα τα τελευταία χρόνια δεν έχει παραγάγει σε μαζική κλίμακα εκείνες τις νέες προτάσεις και προτάγματα που θα επέτρεπαν την ανάσχεση της καθολικής παρακμής μας.
Καθόλου τυχαία μόνο μία μικρή πολιτική κίνηση σαν το Άρδην και λίγες σκόρπιες φωνές διανοουμένων προσπαθούν να προτάξουν κάποιο νέο εθνικό όραμα, μίαν αφήγηση για την ανάταξη του ελληνισμού. Γι’ αυτό και Ακόμα περιοριζόμαστε σε κινήσεις αντίστασης, ανατρέχοντας στη γλώσσα μας, την ιστορία, την παράδοση (βλέπε την εξάπλωση της παραδοσιακής μουσικής και χορών ανάμεσα στους νέους). Δεν μπορούμε ακόμα να διατυπώσουμε να διαμορφώσουμε ένα μεγάλο κίνημα που από την παράδοσή μας να περνάει στον εκσυγχρονισμό της. Δηλαδή, μόλις έχουμε χάσει μια μεγάλη μάχη, και γυρνάμε στις ρίζες μας για να μπορέσουμε να ξαναβρούμε τις δυνάμεις μιας αποτελεσματικής απάντησης. Χωρίς ακόμα αυτό να έχει γίνει κατορθωτό σε μεγάλη κλίμακα.
Όμως είναι ο μοναδικός δρόμος. Παίρνοντας κουράγιο και δύναμη από μια παράδοση χωρίς ιστορικό προηγούμενο, με υπερηφάνεια και υψηλό φρόνημα απέναντι στους σιδερόφραχτους χρηματιστηριακούς αντιπάλους μας, να κατορθώσουμε εμείς, οι αποικιοκρατούμενοι κληρονόμοι αυτής της παράδοσης, μια επιστροφή.
Του Γιώργου Καραμπελιά από την Ρήξη φ. 135
ardin
olalathos
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
«Εμπιστευτικός τοκετός», νεοταξίτικη διέξοδος για έγκυες σε δίλημμα
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Επίσκεψη Σχολής Πυροβολικού στο Πολεμικό Μουσείο
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ