2017-07-23 09:54:58
ΤO OΠΛΟ ΤΗΣ ΥΠΟΜΟΝΗΣ
Μητροπολίτου Φλωρίννης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«…Ἵνα διὰ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως τῶν γραφῶν τὴν ἐλπίδα ἔχωμεν» (῾Ρωμ. 15,4)
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, θὰ σᾶς παρακαλέσω πολὺ νὰ προσέξουμε τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου. Γιατὶ τώρα ἐμεῖς μοιάζουμε μὲ κάτι παιδιὰ ποὺ παίρνουν στὰ χέρια τους ἕνα βιβλίο, ἀλλὰ ἐ πειδὴ δὲν ξέρουν τὸ ἀλφάβητο, τὸ ξεφυλλίζουν χωρὶς νὰ καταλαβαίνουν τί λέει.
Ἀκούσατε τὸν ἀπόστολο; Τί μᾶς συνιστᾷ; Μᾶς λέει, νὰ ἐφοδιαστοῦμε μ᾽ ἕνα ὅπλο πνευματικό. Χαρὰ σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ τὸ ἔχει, καὶ δυστυχία σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ δὲν τὸ ἔχει.
Ποιό εἶνε τὸ ὅπλο αὐτό; Εἶνε ἡ «ὑπομονή» (῾Ρωμ. 15,4). Γιὰ τὴν ὑπομονὴ λοιπὸν θὰ μιλήσουμε.
* * *
Ἔχουμε ἀνάγκη ὅλοι, ὅπως εἶπα, τὸ ὅπλο αὐτό· πλούσιοι καὶ φτωχοί, μορφωμένοι καὶ ἀγράμματοι, λευκοὶ καὶ μαῦροι, κίτρινοι καὶ ἐρυθρόδερμοι, κάθε ἄνθρωπος γενικά.
Μὰ γιατί, θὰ πῆτε, ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ὑπομονή; Εἶνε ἀνάγκη ν᾿ ἀπαντήσουμε;
Ἡ ζωὴ αὐτὴ ἐδῶ στὴ γῆ εἶνε ζυμωμένη μὲ πόνο καὶ δάκρυ. Δὲν εἶνε ὅπως τὴ θέλουμε, δὲν εἶνε ἡ ἰδεώδης ζωὴ ποὺ λαχταρᾷ ἡ καρδιά μας.
Ποιός θέλει νὰ κάνῃ στὴ ζωή του σφάλματα, νὰ πέφτῃ σὲ ἁμαρτίες; Ποιός, ὅταν ἁμαρτάνῃ, δὲν αἰσθάνεται μέσα του ἕνα κάρβουνο, ἕνα σκορπιὸ νὰ τὸν κεντάῃ; Ποιός θέλει τὴν ἀρρώστια, νὰ πέσῃ στὸ κρεβάτι, νὰ τὸν πᾶνε στὸ νο σοκομεῖο, νὰ τὸν σέρνουν μὲ τὸ καρότσι μέσα στὸ χειρουργεῖο, νὰ τὸν κόβουν; Τὰ θέλει αὐ τὰ κανείς; Καὶ δὲν εἶνε μόνο ὁ σωματικὸς πόνος. Ποιός θέλει, ὁ γείτονάς του νὰ τὸν φαρμακώνῃ μὲ τὴ γλῶσσα του; Ποιός, ἂν εἶνε ἔγγαμος, θέλει, ὁ σύζυγος ἢ ἡ σύζυγός του νὰ μὴ ζῇ μὲ τιμιότητα; Ποιά γυναίκα θέλει, ὁ ἄντρας της νά ᾽νε ἄσωτος καὶ νὰ τὴν ἀφήνῃ στοὺς δρόμους μὲ τὰ παιδιά της ἀπροστάτευτα; Ποιός πατέρας θέλει τὸ παιδί του νά ᾽νε ἀνυπότακτο; Ποιά μάνα θέλει ἡ κόρη της νὰ τρέχῃ δεξιὰ κι ἀριστερά; Ποιός πολίτης θέλει στὴ χώρα του νὰ ὑπάρχῃ ταραχή; Ποιός κάτοικος τῆς γῆς θέλει νὰ γίνεται πόλεμος κ᾽ οἱ ἄνθρωποι νὰ σκο τώνωνται, νὰ ἀλ ληλοσπαράσσωνται; Ποιός τοῦ ἀρέσει νὰ βλέ πῃ φέρετρα καὶ νεκροταφεῖα; Καὶ ὅμως, ἀδελφοί μου, τὰ ἀντίθετα συμβαίνουν στὸν κόσμο αὐτόν. Καὶ ἀσθένειες ὑπάρχουν, καὶ συκοφαντίες, καὶ διαβολές, καὶ δράματα οἰκογενειακά, καὶ διαζύγια, καὶ ἀσωτίες ἀνδρῶν, καὶ ἀπιστίες γυναικῶν, καὶ παιδιὰ ἀνυπότακτα, καὶ θυγατέρες ἐπαναστατημένες, καὶ ἐμφύλιοι σπαραγμοί, καὶ παγκόσμιοι πόλεμοι. Νά λοιπὸν ὅτι δὲν ζοῦμε σ᾿ ἕνα παράδεισο ὅπως οἱ ἄγγελοι, ἀλλὰ σὲ μιὰ γῆ ποὺ εἶνε, ὅπως εἶπα, ζυμωμένη μὲ τὸν πόνο καὶ τὸ δάκρυ.
–Καὶ λοιπόν τί πρέπει νὰ κάνουμε; τί μᾶς κηρύττεις; Ἀπαισιοδοξία; ν᾿ ἀπελπιστοῦμε;
Ὄχι ἀσφαλῶς. Ὅσο κι ἂν ἡ ζωὴ αὐτὴ ἔχῃ γίνει κόλασι, ὅσο κι ἂν τὰ δάκρυα πέφτουν ἀπὸ τὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων, ὅσο κι ἂν γίνων ται ἀτιμίες καὶ ἐγκλήματα, ὅσο κι ἂν ταράζεται ἡ γῆ, ὅσο κι ἂν ὁ διάβολος βάζῃ φωτιὲς ἐδῶ κ᾽ ἐκεῖ, δὲν πρέπει ν᾿ ἀπελπιστοῦμε, ἀλλὰ τί· νὰ ἀγωνιστοῦμε. Ν᾿ ἀγωνιστοῦμε ὅλοι· οἱ γιατροὶ γιὰ νὰ βροῦν φάρμακα γιὰ τὶς ἀσθένειες, οἱ ἐκπαιδευτικοὶ γιὰ νὰ πετύχουν καλύτερους τρόπους μορφώσεως τῶν παιδιῶν, οἱ γεωπόνοι γιὰ νὰ κάνουν πιὸ ἀποδοτικὴ τὴν καλλιέργεια τῆς γῆς, οἱ κυβερνῆτες τῶν λαῶν γιὰ νὰ βασιλεύῃ στὰ ἔθνη ἡ ἀγάπη καὶ ἡ εἰρήνη· ὅ λοι ν᾽ ἀγωνιστοῦν γιὰ καλύτερες συνθῆκες ζωῆς.
Ἀλλά, ἀδελφοί μου, μὴ ζοῦμε στὰ σύννεφα. Ὅσο κι ἂν προοδεύσῃ ἡ ἐπιστήμη, ὅσο κι ἂν βελτιωθῇ ἡ ἐκπαίδευσι, ὅσο κι ἂν οἱ ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες ἐπιβάλουν τάξι καὶ εἰρήνη στὰ ἔθνη, ὅσο κι ἂν οἱ ἱεροκήρυκες κηρύξουμε, τὸ κακὸ –σημειῶστε το– μπορεῖ μὲν νὰ περιοριστῇ, ἀλλὰ τελείως δὲν θὰ ἐξαλειφθῇ. Γιατὶ ἔχει ῥίζα βαθειά, πολὺ βαθειά, μέσα στὴν ἀνθρώπινη καρδιά. Τὸ κακὸ δὲν εἶνε ἐξωτερικό, εἶνε ἐσωτερικό. Γι᾿ αὐτὸ θὰ ὑπάρχουν πάντοτε ἀσθενεῖς ποὺ θὰ ὑποφέρουν, ἀθῷοι ποὺ θὰ συκοφαντοῦνται, ἀδύναμοι ποὺ θὰ ἀδικοῦνται, θύματα ποικίλης ἐκμεταλλεύσεως· πάντοτε θὰ ὑπάρχῃ τὸ δάκρυ καὶ ὁ πόνος πάνω στὴ γῆ.
Τὸ εἶπε ὁ Κύριος· «Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε», στὸν κόσμο θὰ δοκιμάσετε θλῖψι (Ἰω. 16,33). Ναί· κ᾽ ἐσὺ ποὺ ποτίζεις τὴ γῆ μὲ τὸν ἱδρῶτα σου, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ κάθεσαι στὸν οὐρανοξύστη· κ᾽ ἐσὺ ποὺ περπατᾷς μὲ τὰ πόδια, ἀλ λὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ τρέχεις μὲ τὶς λιμουζῖνες· κ᾽ ἐσὺ ποὺ δὲν ἔχεις εἰσιτήριο γιὰ τὸ λεωφορεῖο, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ ἔχεις κότερα καὶ ἀεροπλάνα· κ᾽ ἐσὺ ποὺ κατοικεῖς στὴν καλύβα, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ ζῇς στὰ παλάτια· κ᾽ ἐσὺ ὁ μικρός, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ὁ μεγάλος· κ᾽ ἐσὺ ὁ ἀγράμματος, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ὁ ἐπιστήμονας· ὅποιος καὶ νά ᾿σαι, τὸ σκουλήκι τῆς θλίψεως τό ᾿χεις μέσα σου, εἶνε μέσα στὴ φύσι τοῦ ἀνθρώπου. Ἅμα ἄνθρωπος, ἅμα θλῖψις.
Καὶ τί ἄλλο λέει ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιο· Θ᾽ ἀκούσετε, λέει, πολέμους καὶ κόντρα πολέμους· «ἐγερθήσεται ἔθνος ἐπὶ ἔθνος». Κ᾽ ἐν συνεχείᾳ λέει, ὅτι θὰ γίνῃ «θλῖψις μεγάλη, οἵα οὐ γέγονεν ἀπ᾽ ἀρχῆς κόσμου» (Ματθ. 24,7,21), θλῖψις ποὺ ποτέ ἄλλοτε δὲν συνέβη. Ἡ θλῖψις αὐτὴ θὰ ξεπεράσῃ κάθε ἄλλη. Ἂς διασκεδάζῃ ὁ κόσμος καὶ ἂς μολύνῃ τὰ νησιά μας, ποὺ ἄλλοτε μοσχοβολοῦσαν ἀπὸ θυμάρι καὶ λιβάνι καὶ τώρα τὰ κάναμε διεθνῆ πορνεῖα· ἔρχεται θλῖψις μεγάλη. Πιστεύω στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Δὲν πιστεύω στὰ λόγια τῶν πολιτικάντηδων, τῶν φιλοσόφων, τῶν ἐπιστημόνων· πιστεύω στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ μας, πού ᾿νε γραμμένα ὄχι μὲ μολύβι ἀλλὰ μὲ τὸ αἷμα του· θὰ γίνῃ θλῖψις «οἵα οὐ γέγονεν» ἐπὶ τῆς γῆς.
Ποιά θά ᾽νε ἡ θλῖψις αὐτή, ποὺ ἔρχεται σὰν ἠλεκτρικὴ σκούπα νὰ σαρώσῃ τὰ σκουπίδια ποὺ μάζεψε ὁ διάβολος; Δὲν εἶμαι προφήτης. Ρωτῆστε τοὺς προφήτας, ἀνοῖξ τε τὰ Εὐαγγέλια καὶ τὴν Ἀποκάλυψι, διαβάστε καὶ θὰ δῆτε. Μήπως καμμιὰ νύχτα, καθὼς ἀδειάσαμε τὰ χωριά μας καὶ μαζευτήκαμε στὶς πολιτεῖες, σὰν σκου λήκια μέσ᾿ στὸ βόρβορο, στὴν ἀτιμία τὴν πορνεία τὴ μοιχεία καὶ τὴ βλασφημία, γίνῃ καν ένας σεισμὸς καὶ δὲν μείνῃ τίποτα ὄρθιο; Μήπως ἀνοίξῃ ἡφαίστειο ἢ μᾶλλον ἡφαίστεια κι ἀπὸ τὶς κορυφές τους ξεράσουν μύδρους φωτιᾶς καὶ λάβας ἐπάνω στὰ κεφάλια τῶν ἀτίμων καὶ διεφθαρμένων καὶ κλεπτῶν καὶ ἐκμεταλλευ τῶν; Μήπως καμμιὰ μέρα ἡ θάλασσα φουσκώσῃ καὶ τὰ νερά της ὑψωθοῦν καὶ σκεπάσουν τὰ βουνά; Μήπως γίνῃ καμμιὰ ἐπιδημία κ᾽ οἱ ἄνθρωποι πέφτουν σὰν τὶς μῦγες στὰ πεζοδρόμια; Δὲν εἶπα τίποτα, ὑπάρχει κάτι χειρότερο. Μήπως γίνῃ κανένας ἐμφύλιος πόλεμος καὶ πετσοκόβει ἀδελφὸς τὸν ἀδελφὸ καὶ παιδὶ τὸν πατέρα, καὶ γεμίσουν τὰ πεζοδρόμια ἀπὸ κεφάλια ἀδελφῶν κατὰ ἀδελφῶν; Μήπως –τὸ χειρότερο ἀπ᾿ ὅλα– γίνῃ κανένας παγκόσμιος πόλεμος, ὁ Ἁρμαγεδών (Ἀπ. 16,16), ποὺ θά ᾿νε τὸ τέλος τῆς ἄπιστης γενεᾶς μας;
Δὲν τὰ ξέρω. Ἕνα ξέρω· ὅ,τι εἶπε ὁ Κύριος θὰ πραγματοποιηθῇ. Τὰ ἄστρα θὰ πέσουνε, τὰ ποτάμια θὰ ξεραθοῦνε, τὰ βουνὰ θὰ λειώσουνε, ἀλλὰ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ εἶνε αἰώνια· «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται», εἶ πε, «οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35). Θὰ γίνουν αὐτά. Καὶ τότε ποῦ πᾶνε τὰ γράμματα, τὰ πανεπιστήμια, οἱ γραμματισμένοι, οἱ ἄθεοι; ποῦ πᾶνε ὅλοι αὐτοί;
Ποῦ πᾶνε; τὸ λέει ἡ Ἀποκάλυψις (βλ. 16,9,10-11,21). Θὰ πονέσουν τόσο πολὺ οἱ ἄνθρωποι ὥστε, ὅπως τὸ λυσσασμένο σκυλὶ δὲν γνωρίζει τὸ ἀφεντικό του, ἀλλὰ δαγκώνει τὸ χέρι τοῦ κυρίου του, ἔτσι οἱ ἄνθρωποι θὰ λυσσάξουν ἀπὸ τὸ χρῆμα καὶ τὴν ἀτιμία καὶ τὴν πορνεία καὶ τὴν ἀχαριστία, καὶ θὰ βλαστημᾶνε τὸ Θεό, θὰ λένε, Ὁ Θεὸς τὰ φταίει. Θὰ δαγκώνουν τὶς γλῶσσες τους καὶ δαγκώνοντας τὶς γλῶσσες τους θὰ βλαστημοῦν τὸ Θεό. Ἄλλοι θὰ πηγαίνουν στὰ μνήματα καὶ θὰ λένε· Πατέρα καὶ μάνα, σηκωθῆτε ἀπ᾽ τὸν τάφο νὰ μποῦμε μέσα ἐμεῖς. Ἄλλοι θὰ πηγαίνουν στὰ βουνὰ καὶ θὰ λένε· Ἀνοῖξτε, βουνά, νὰ κρυφτοῦμε ἀπὸ τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ (βλ. ἔ.ἀ. 6,16. Λουκ. 23,30). Κι ἄλλοι θὰ τινάζουν τὰ μυαλά τους στὸν ἀέρα, γιατὶ ὁ πόνος θά ᾿νε φοβερὸς καὶ ἀβάσταχτος. Θὰ γίνῃ «θλῖψις μεγάλη, οἵα οὐ γέγονεν» ἐπὶ τῆς γῆς.
* * *
Μέσα στὸ χάος αὐτό, ἀγαπητοί μου, μέσα στὸν ὠκεανὸ ποὺ φουσκώνει τὰ κύματά του καὶ πνίγει καράβια, ποιός θὰ μᾶς σώσῃ;
Μέσα στὴ θύελλα τὴ μεγάλη ποὺ ἔρχεται, ἀ δελφοί μου, –δὲν εἶνε λόγια αὐτά, δὲν τὰ λέμε γιὰ νὰ περάσῃ ἡ ὥρα–, μέσα στὸν φοβερὸ αὐτὸ ὠκεανό, στὴ φουρτούνα αὐτὴ τὴ μεγάλη, –ἔχε τε θάρρος, ἔχετε πίστι Χρι στιανοί– ὑ πάρχει ἕνα σωσίβιο, πάνω στὸν ὠ κεανὸ ἐπιπλέει ἕνα σωσίβιο· τὸ σωσίβιο εἶνε ὁ τίμιος σταυ ρός. Ὅποιος πιαστῇ ἀπ᾽ τὸ σωσίβιο, ὅποιος πιαστῇ ἀπὸ τὸν τίμιο σταυρό, αὐτὸς θὰ σωθῇ.
Μέσα στὴν κατάρα αὐτή, μέσα στὴν κόλασι αὐτὴ ποὺ ζοῦμε, ἀδέρφια μου, μία εἶνε ἡ ἐλπίδα, ἕνα εἶνε τὸ ὅπλο μας, ὁ τίμιος σταυρός, ὃν προσκυνοῦντες λέγομεν· Τίμιε σταυρέ, σῶ σον ἡμᾶς διὰ πρεσβειῶν τῆς ἁγίας Θεοτόκου· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἄνοιξε τὴν καρδιά σου στὸ Χριστό
«Κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν»
Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα παρακολουθήσαμε δύο θαύματα τοῦ Κυρίου: τὸ ἕνα ἡ θεραπεία δύο τυφλῶν, καὶ τὸ ἄλλο ἡ ἀπελευθέρωση ἑνὸς δαιμονισμένου κωφαλάλου ἀπὸ τὸ δαιμόνιο ποὺ τὸν κατεῖχε καὶ τοῦ προκαλοῦσε τὴν ἀναπηρία αὐτή. Οἱ τυφλοὶ μάλιστα ἐπίμονα Τὸν παρακαλοῦσαν νὰ τοὺς θεραπεύσει.
Ὁ Κύριος ὅμως τοὺς ρώτησε: «Πιστεύετε ὅτι μπορῶ νὰ τὸ κάνω αὐτὸ ποὺ μοῦ ζητᾶτε;». «Ναί, Κύριε», Τοῦ ἀπάντησαν ἐκεῖνοι. Τότε ἄγγιξε τὰ μάτια τους λέγοντας: «Ἂς γίνει αὐτὸ ποὺ ζητᾶτε, σύμφωνα μὲ τὴν πίστη σας». Καὶ θεραπεύθηκαν ἀμέσως. Γιατί ὅμως ὁ Κύριος ζήτησε τὴν πίστη τῶν τυφλῶν καὶ τί σημαίνει αὐτὸ γιὰ τὴ ζωή μας;
1. Ἀπαραίτητη ἡ ἀνθρώπινη συμμετοχὴ σὲ κάθε θαῦμα
Τὸ κάθε θαῦμα τὸ ἐνεργεῖ ὁ Θεός. Ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄπειρη. Δὲν ὑπάρχει τίποτε ἀδύνατο γιὰ Ἐκεῖνον. Ἀλλὰ καὶ ἡ ἀγάπη Του εἶναι ἀπέραντο πέλαγος. Θέλει νὰ μᾶς εὐεργετεῖ, νὰ μᾶς γεμίζει μὲ τὰ δῶρα Του, νὰ μᾶς πλουτίζει μὲ τὶς χάριτές Του.
Ρώτησε ὅμως ὁ Κύριος τοὺς τυφλούς: Πιστεύετε σ᾿ Ἐμένα; «Κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν». Ἡ δική μου παντοδυναμία καὶ ἀγάπη εἶναι δεδομένα· Ἐγὼ θὰ κάνω τὸ πᾶν, ἀλλὰ ὄχι χωρὶς τὴ δική σας συμμετοχή· θὰ ἐνεργήσω κατὰ τὸν βαθμὸ τῆς πίστεώς σας. Γιατί ὅμως;
Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλή: διότι ὁ Θεὸς σέβεται τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἐπιθυμεῖ νὰ συνεργασθεῖ μαζί του γιὰ νὰ ἀλλάξει τὴ ζωή του. Ἂν ὁ Θεὸς μᾶς εὐεργετοῦσε παραβιάζοντας τὴν ἐλευθερία μας, θὰ μᾶς ἀφαιροῦσε τὸ μεγαλύτερο δῶρο ποὺ μᾶς ἔχει δώσει, δηλαδὴ τὴν ἐλευθερία μας, τὸ αὐτεξούσιο.
Βέβαια ὁ Θεὸς κάποτε ἐνεργεῖ θαῦμα, ἁπλῶς ἐπειδὴ βλέπει καλὴ διάθεση στὸν εὐεργετούμενο, χωρὶς νὰ ζητήσει πίστη, προκειμένου νὰ τὸν ἑλκύσει στὴν πίστη. Ἀλλὰ καὶ σ᾿ αὐτὴ τὴν περίπτωση ὁ Θεὸς δὲν παραβιάζει τὴν ἐλευθερία του. Παίρνει ἀφορμὴ ἀπὸ τὴν καλή του διάθεση.
Πάντως τὸ πόσο ἀναγκαία εἶναι ἡ πίστη, φάνηκε χαρακτηριστικὰ ὅταν ὁ Κύριος ἐπισκέφθηκε τὴν πατρίδα Του τὴ Ναζαρέτ. Οἱ συμπατριῶτες Του Τὸν ἀντιμετώπισαν μὲ ὀλιγοπιστία. Γι᾿ αὐτὸ «οὐκ ἠδύνατο ἐκεῖ οὐδεμίαν δύναμιν ποιῆσαι» (Μάρκ. Ϛ´ 5). «Οὐκ ἠδύνατο»! Δὲν μποροῦσε νὰ θαυματουργήσει! Τὸν ἐμπόδιζε ἡ ἀπιστία τους. Ὁ Θεὸς εἶναι μέγας, φοβερός· ἀλλὰ καὶ ἀπολύτως διακριτικὸς ἀπέναντι στὸ πλάσμα Του!
2. Νὰ δυναμώνουμε τὴν πίστη μας
Ἀπὸ τὰ παραπάνω τί δίδαγμα μποροῦμε νὰ βγάλουμε γιὰ τὴ ζωή μας; Κατ᾿ ἀρχὰς νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι ὁ πανάγαθος Θεὸς εἶναι ἕτοιμος νὰ μᾶς δώσει ὅ,τι ἔχουμε ἀνάγκη, καὶ μὲ τὸ παραπάνω. «Κύριος ποιμαίνει με, καὶ οὐδέν με ὑστερήσει», γράφει γεμάτος φωτισμένη πίστη ὁ Ψαλμωδός (Ψαλ. κβ´ [22] 1). Ὁ Θεὸς εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς δώσει «ὑπερεκπερισσοῦ ὧν αἰτούμεθα ἢ νοοῦμεν»· πολὺ περισσότερα ἀπὸ ὅσα ἐμεῖς Τοῦ ζητοῦμε ἢ μποροῦμε νὰ σκεφθοῦμε μὲ τὸ μυαλό μας (Ἐφ. γ΄ 20).
Γι᾿ αὐτὸ ὅταν Τοῦ ζητᾶμε κάτι καὶ δὲν τὸ λαμβάνουμε, νὰ μὴ θεωροῦμε ὅτι ὁ Θεὸς ἀδιαφορεῖ γιὰ μᾶς – νὰ διώξουμε κάθε τέτοια σκέψη· ἀλλὰ νὰ ἐξετάσουμε μήπως δὲν προσευχηθήκαμε μὲ ἀκλόνητη πίστη. Καὶ νὰ ἐνισχύσουμε τὴν πίστη μας πρὸς Ἐκεῖνον. Νὰ Τὸν παρακαλοῦμε ὅπως οἱ μαθητές Του: «Πρόσθες ἡμῖν πίστιν» (Λουκ. ιζ´ [17] 5). Ἐπίσης τὴν πίστη μας θὰ τὴν ἐνισχύουμε, ὅταν ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅταν δηλαδὴ τὴν δείχνουμε ἔμπρακτα μὲ τὴν ὑπακοή μας στὶς θεῖες ἐντολές· ἀκόμη ὅταν εὐχαριστοῦμε συνεχῶς τὸν Θεὸ γιὰ τὶς πολλές Του εὐεργεσίες· ἐπιπλέον ὅταν καλλιεργοῦμε ταπεινὸ φρόνημα, ὅταν ἀναγνωρίζουμε πὼς ὅ,τι κατορθώνουμε, τὸ κατορθώνουμε μὲ τὴ Χάρι τοῦ Θεοῦ. Γενικὰ ὅταν ζοῦμε μέσα στὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, θὰ ἔχουμε μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ δυνατὴ πίστη.
***
Λοιπὸν ἂς δώσουμε ὅλη μας τὴν ἐμπιστοσύνη, ὅλη μας τὴν καλὴ διάθεση στὸν Κύριο, καὶ Ἐκεῖνος θὰ ἐνεργεῖ τὰ πάντα στὴ ζωή μας. Ἂς ἀνοίξουμε ὅλα τὰ παράθυρα τῆς ψυχῆς μας στὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, κι Ἐκεῖνος θὰ πλημμυρίζει τὴν ὕπαρξή μας μὲ τὸ ζωογόνο καὶ εὐεργετικό Του φῶς!
Ἡ εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ (Κυριακή Ζ΄ Ματθαίου)
Ιωήλ Φραγκάκου Μητροπολίτου Εδέσσης
«Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυίδ»
Πολλὰ θαύματα ἔγιναν μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἴδιος, ὅταν πήγαινε πρὸς τὸ πάθος Του, εἶπε: «Ὅ,τι ἂν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, τοῦτο ποιήσω» (Ἰωάν. 14,13). Ἐπίσης, ὅταν ἀναλαμβανόταν στοὺς οὐρανοὺς κι ἔδιδε τὶς τελευταῖες ὑποθῆκες στοὺς μαθητές Του, πάλι τοὺς τόνισε: «Ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι, γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς...» (Μάρκ. 16,17). Μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ θὰ ἔκαναν θαύματα οἱ Ἀπόστολοι. Πράγματι ἔτσι ἔγινε. Τὸν χωλὸ ποὺ καθόταν ἔξω ἀπ’ τὸ Ναό, οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Ἰωάννης τὸν θεράπευσαν ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ (Πράξ. 3,6). Ἂς δοῦμε μὲ ἁπλᾶ λόγια τὸ ὄνομα τοῦΚυρίου μας.
Τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ
Σήμερα ἀκούσαμε στὸ Εὐαγγέλιο τοὺς δύο τυφλοὺς νὰ ἐπικαλοῦνται τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ νὰ ζητοῦν ἀπ’ Αὐτὸν νὰ τοὺς ἐλεήσει (Ματθ. 9,27). Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέγει πὼς δὲν πῆγαν ἁπλῶς νὰ συναντήσουν τὸ Χριστό, «ἀλλὰ μεγάλα βοῶντες καὶ οὐδὲν ἕτερον ἢ ἔλεον προβαλλόμενοι», δηλαδὴφώναζαν πολὺ δυνατά, τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καὶ τίποτε ἄλλο δὲ ζητοῦσαν παρὰ νὰ ἐπιδείξει ἔλεος σ’ αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς. Τὸ γλυκύτατο ὄνομα τοῦΧριστοῦ δὲν εἶναι ἀνθρώπινο, ἀλλὰ θεῖο καὶ οὐράνιο. Δὲ δόθηκε στὸ Χριστὸ ἀπὸ ἀνθρώπους, ἀλλ’ ἀπ’ τὸν οὐράνιο Πατέρα Του (Ματθ. 1,21). Εἶναι τὸγλυκὺ μελέτημα τοῦ νοῦ, τῆς γλώσσας καὶ τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης ἀναφέρει πὼς κάποιος Χριστιανὸς πέθανε πάνω στὸν τάφο τοῦ Κυρίου φωνάζοντας «Ἰησοῦ Χριστέ, γλυκεῖαἀγάπη». Εἶναι ἀλήθεια πὼς οἱ ἐνέργειες τοῦ Χριστοῦ φανερώνονται μέσα στὰ ὀνόματα, ὅπως π.χ. σοφία, εἰρήνη, χαρά, Κύριος, Βασιλεύς, Θεὸς κ. ἄ. Ἡ πίστη τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι ἀφηρημένη, ἀλλ’ ἀπευθύνεται σ’ ἕνα συγκεκριμένο πρόσωπο ποὺ ἔχει ὄνομα κι εἶναι ζωντανὸ πρόσωπο, ποὺμπορεῖ ν’ ἀγαπήσει καὶ νὰ ἔλθει σ’ ἐπικοινωνία μὲ τοὺς ἄλλους. Αὐτὸ τὸπρόσωπο εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ἦλθε σ’ ἐπικοινωνία μαζί μας, μᾶςἀγάπησε, ἔγινε ἄνθρωπος παρομοιοπρόσωπος μέ μᾶς.
Τὸ ὄνομά Του συνδέεται μὲ τὴ σωτηρία μας. Κάτω ἀπὸ τὸ ὄνομα αὐτὸθὰ βροῦμε τὴ σωτηρία μας, εἶπαν οἱ Ἀπόστολοι στοὺς ἄρχοντες τοῦ Ἰσραὴλ (Πράξ. α,ι΄ 2). Τὸ ὄνομα Ἰησοῦς ἔχει περιεχόμενο ἀνεξάντλητο. Εἶναιὀντολογικὰ συνδεδεμένο μ’Αὐτόν. Εἶναι ἕνα κανάλι μέσα ἀπὸ τὸ ὁποῖοἔρχεται χάρη σέ μᾶς καὶ γεμίζει ὅλο τὸ εἶναι μας μὲ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, μᾶς μεταδίδει ζωὴ καὶ δύναμη.
Ἡ εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ
Ἡ ἐπίκληση τῶν δύο τυφλῶν, δηλαδὴ «ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυίδ» (Ματθ. 9,27), εἶναι μιὰ παραλλαγὴ τῆς γνωστῆς προσευχῆς «Κύριε ἸησοῦΧριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον ἡμᾶς» ποὺ συνηθίζουμε νὰ χαρακτηρίζουμεὡς εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ. Ἡ εὐχὴ αὐτὴ δὲν εἶναι ἐφεύρεση τῶν μοναχῶν, ἀλλ’ὅπως εἴδαμε παραπάνω, τὴν προσευχὴ αὐτὴ τὴ συνέστησε ὁ Χριστὸς καὶ τὴχρησιμοποίησαν οἱ Ἀπόστολοι. Εἶναι ἕνα μαστίγιο ἐναντίον τῶν δαιμόνων: «Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους», γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακας.Ἡ προσευχὴ αὐτὴ κρύβει μέσα της τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ Ἰησοῦς εἶναι Υἱὸς τοῦ Πατέρα καὶ τὸ ἔλεος καὶ ἡ χάρη ἔρχεται σὲ μᾶς μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ εὐχὴ τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ χαρίζει στὸν ἄνθρωπο ποὺ συνεχῶς τὴ χρησιμοποιεῖ, δύναμη, ἐγρήγορση, καθαρότητα νοῦ, τὸ χάρισμα τῶν ζωοποιῶν δακρύων, ἀγάπη γιὰ τοὺς ἀδελφούς μας, πόθο γιὰ τὴ σωτηρία μας καὶ γενικὰ συνδέει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸ Θεό.
Ἡ χρησιμοποίηση τῆς εὐχῆς
Γιὰ νὰ μπορέσει νὰ καρποφορήσει ἡ εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ, θὰ πρέπει νὰταπεινώσουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ ν’ ἀγαπήσουμε τὸ Χριστό. Ἕναςἁγιορείτης ἔλεγε πώς, ὅταν λέμε «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς», νὰτονίζουμε τὸ ρῆμα, δηλαδὴ «ἐλέησον ἡμᾶς», ὅπως τὸ τόνιζαν οἱ σημερινοὶτυφλοί τοῦ Εὐαγγελίου. Νὰ ταπεινώνουμε τὸν ἑαυτό μας, νὰ κλαῖμε γιὰ τὶςἁμαρτίες μας, ν’ ἀναγνωρίζουμε στὸ Θεὸ τὴν προτεραιότητα στὴ ζωή μας κιἔτσι θὰ ἔχουμε καρποφορία μέσα μας. Ὅταν λέμε τὰ λόγια μὲ μιὰπνευματικὴ ξηρότητα καὶ χωρὶς ν’ ἀγαπᾶμε Αὐτὸν ποὺ ἐπικαλούμεθα, τότε δὲν μποροῦμε νὰ καρποφορήσουμε πνευματικά. Ἡ χωρὶς προσοχὴ προσευχὴ ἀφήνει μέσα μας ἕνα κενό.
Ἀδελφοί μου,
Τὰ λόγια ποὺ εἶπαν οἱ τυφλοί, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε πὼς ἦταν ἕνα θερμὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς» κι ὅμως βρῆκαν ἕνα ἀχανὲς πέλαγος σωτηρίας. Ἂς προσευχηθοῦμε κι ἐμεῖς λέγοντας τὴν εὐχὴ ζωντανά, γιὰ νὰ μᾶς ἐλεήσει ὁ Θεός.
kranos
Μητροπολίτου Φλωρίννης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«…Ἵνα διὰ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως τῶν γραφῶν τὴν ἐλπίδα ἔχωμεν» (῾Ρωμ. 15,4)
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, θὰ σᾶς παρακαλέσω πολὺ νὰ προσέξουμε τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου. Γιατὶ τώρα ἐμεῖς μοιάζουμε μὲ κάτι παιδιὰ ποὺ παίρνουν στὰ χέρια τους ἕνα βιβλίο, ἀλλὰ ἐ πειδὴ δὲν ξέρουν τὸ ἀλφάβητο, τὸ ξεφυλλίζουν χωρὶς νὰ καταλαβαίνουν τί λέει.
Ἀκούσατε τὸν ἀπόστολο; Τί μᾶς συνιστᾷ; Μᾶς λέει, νὰ ἐφοδιαστοῦμε μ᾽ ἕνα ὅπλο πνευματικό. Χαρὰ σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ τὸ ἔχει, καὶ δυστυχία σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ δὲν τὸ ἔχει.
Ποιό εἶνε τὸ ὅπλο αὐτό; Εἶνε ἡ «ὑπομονή» (῾Ρωμ. 15,4). Γιὰ τὴν ὑπομονὴ λοιπὸν θὰ μιλήσουμε.
* * *
Ἔχουμε ἀνάγκη ὅλοι, ὅπως εἶπα, τὸ ὅπλο αὐτό· πλούσιοι καὶ φτωχοί, μορφωμένοι καὶ ἀγράμματοι, λευκοὶ καὶ μαῦροι, κίτρινοι καὶ ἐρυθρόδερμοι, κάθε ἄνθρωπος γενικά.
Μὰ γιατί, θὰ πῆτε, ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ὑπομονή; Εἶνε ἀνάγκη ν᾿ ἀπαντήσουμε;
Ἡ ζωὴ αὐτὴ ἐδῶ στὴ γῆ εἶνε ζυμωμένη μὲ πόνο καὶ δάκρυ. Δὲν εἶνε ὅπως τὴ θέλουμε, δὲν εἶνε ἡ ἰδεώδης ζωὴ ποὺ λαχταρᾷ ἡ καρδιά μας.
Ποιός θέλει νὰ κάνῃ στὴ ζωή του σφάλματα, νὰ πέφτῃ σὲ ἁμαρτίες; Ποιός, ὅταν ἁμαρτάνῃ, δὲν αἰσθάνεται μέσα του ἕνα κάρβουνο, ἕνα σκορπιὸ νὰ τὸν κεντάῃ; Ποιός θέλει τὴν ἀρρώστια, νὰ πέσῃ στὸ κρεβάτι, νὰ τὸν πᾶνε στὸ νο σοκομεῖο, νὰ τὸν σέρνουν μὲ τὸ καρότσι μέσα στὸ χειρουργεῖο, νὰ τὸν κόβουν; Τὰ θέλει αὐ τὰ κανείς; Καὶ δὲν εἶνε μόνο ὁ σωματικὸς πόνος. Ποιός θέλει, ὁ γείτονάς του νὰ τὸν φαρμακώνῃ μὲ τὴ γλῶσσα του; Ποιός, ἂν εἶνε ἔγγαμος, θέλει, ὁ σύζυγος ἢ ἡ σύζυγός του νὰ μὴ ζῇ μὲ τιμιότητα; Ποιά γυναίκα θέλει, ὁ ἄντρας της νά ᾽νε ἄσωτος καὶ νὰ τὴν ἀφήνῃ στοὺς δρόμους μὲ τὰ παιδιά της ἀπροστάτευτα; Ποιός πατέρας θέλει τὸ παιδί του νά ᾽νε ἀνυπότακτο; Ποιά μάνα θέλει ἡ κόρη της νὰ τρέχῃ δεξιὰ κι ἀριστερά; Ποιός πολίτης θέλει στὴ χώρα του νὰ ὑπάρχῃ ταραχή; Ποιός κάτοικος τῆς γῆς θέλει νὰ γίνεται πόλεμος κ᾽ οἱ ἄνθρωποι νὰ σκο τώνωνται, νὰ ἀλ ληλοσπαράσσωνται; Ποιός τοῦ ἀρέσει νὰ βλέ πῃ φέρετρα καὶ νεκροταφεῖα; Καὶ ὅμως, ἀδελφοί μου, τὰ ἀντίθετα συμβαίνουν στὸν κόσμο αὐτόν. Καὶ ἀσθένειες ὑπάρχουν, καὶ συκοφαντίες, καὶ διαβολές, καὶ δράματα οἰκογενειακά, καὶ διαζύγια, καὶ ἀσωτίες ἀνδρῶν, καὶ ἀπιστίες γυναικῶν, καὶ παιδιὰ ἀνυπότακτα, καὶ θυγατέρες ἐπαναστατημένες, καὶ ἐμφύλιοι σπαραγμοί, καὶ παγκόσμιοι πόλεμοι. Νά λοιπὸν ὅτι δὲν ζοῦμε σ᾿ ἕνα παράδεισο ὅπως οἱ ἄγγελοι, ἀλλὰ σὲ μιὰ γῆ ποὺ εἶνε, ὅπως εἶπα, ζυμωμένη μὲ τὸν πόνο καὶ τὸ δάκρυ.
–Καὶ λοιπόν τί πρέπει νὰ κάνουμε; τί μᾶς κηρύττεις; Ἀπαισιοδοξία; ν᾿ ἀπελπιστοῦμε;
Ὄχι ἀσφαλῶς. Ὅσο κι ἂν ἡ ζωὴ αὐτὴ ἔχῃ γίνει κόλασι, ὅσο κι ἂν τὰ δάκρυα πέφτουν ἀπὸ τὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων, ὅσο κι ἂν γίνων ται ἀτιμίες καὶ ἐγκλήματα, ὅσο κι ἂν ταράζεται ἡ γῆ, ὅσο κι ἂν ὁ διάβολος βάζῃ φωτιὲς ἐδῶ κ᾽ ἐκεῖ, δὲν πρέπει ν᾿ ἀπελπιστοῦμε, ἀλλὰ τί· νὰ ἀγωνιστοῦμε. Ν᾿ ἀγωνιστοῦμε ὅλοι· οἱ γιατροὶ γιὰ νὰ βροῦν φάρμακα γιὰ τὶς ἀσθένειες, οἱ ἐκπαιδευτικοὶ γιὰ νὰ πετύχουν καλύτερους τρόπους μορφώσεως τῶν παιδιῶν, οἱ γεωπόνοι γιὰ νὰ κάνουν πιὸ ἀποδοτικὴ τὴν καλλιέργεια τῆς γῆς, οἱ κυβερνῆτες τῶν λαῶν γιὰ νὰ βασιλεύῃ στὰ ἔθνη ἡ ἀγάπη καὶ ἡ εἰρήνη· ὅ λοι ν᾽ ἀγωνιστοῦν γιὰ καλύτερες συνθῆκες ζωῆς.
Ἀλλά, ἀδελφοί μου, μὴ ζοῦμε στὰ σύννεφα. Ὅσο κι ἂν προοδεύσῃ ἡ ἐπιστήμη, ὅσο κι ἂν βελτιωθῇ ἡ ἐκπαίδευσι, ὅσο κι ἂν οἱ ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες ἐπιβάλουν τάξι καὶ εἰρήνη στὰ ἔθνη, ὅσο κι ἂν οἱ ἱεροκήρυκες κηρύξουμε, τὸ κακὸ –σημειῶστε το– μπορεῖ μὲν νὰ περιοριστῇ, ἀλλὰ τελείως δὲν θὰ ἐξαλειφθῇ. Γιατὶ ἔχει ῥίζα βαθειά, πολὺ βαθειά, μέσα στὴν ἀνθρώπινη καρδιά. Τὸ κακὸ δὲν εἶνε ἐξωτερικό, εἶνε ἐσωτερικό. Γι᾿ αὐτὸ θὰ ὑπάρχουν πάντοτε ἀσθενεῖς ποὺ θὰ ὑποφέρουν, ἀθῷοι ποὺ θὰ συκοφαντοῦνται, ἀδύναμοι ποὺ θὰ ἀδικοῦνται, θύματα ποικίλης ἐκμεταλλεύσεως· πάντοτε θὰ ὑπάρχῃ τὸ δάκρυ καὶ ὁ πόνος πάνω στὴ γῆ.
Τὸ εἶπε ὁ Κύριος· «Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε», στὸν κόσμο θὰ δοκιμάσετε θλῖψι (Ἰω. 16,33). Ναί· κ᾽ ἐσὺ ποὺ ποτίζεις τὴ γῆ μὲ τὸν ἱδρῶτα σου, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ κάθεσαι στὸν οὐρανοξύστη· κ᾽ ἐσὺ ποὺ περπατᾷς μὲ τὰ πόδια, ἀλ λὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ τρέχεις μὲ τὶς λιμουζῖνες· κ᾽ ἐσὺ ποὺ δὲν ἔχεις εἰσιτήριο γιὰ τὸ λεωφορεῖο, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ ἔχεις κότερα καὶ ἀεροπλάνα· κ᾽ ἐσὺ ποὺ κατοικεῖς στὴν καλύβα, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ ζῇς στὰ παλάτια· κ᾽ ἐσὺ ὁ μικρός, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ὁ μεγάλος· κ᾽ ἐσὺ ὁ ἀγράμματος, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ὁ ἐπιστήμονας· ὅποιος καὶ νά ᾿σαι, τὸ σκουλήκι τῆς θλίψεως τό ᾿χεις μέσα σου, εἶνε μέσα στὴ φύσι τοῦ ἀνθρώπου. Ἅμα ἄνθρωπος, ἅμα θλῖψις.
Καὶ τί ἄλλο λέει ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιο· Θ᾽ ἀκούσετε, λέει, πολέμους καὶ κόντρα πολέμους· «ἐγερθήσεται ἔθνος ἐπὶ ἔθνος». Κ᾽ ἐν συνεχείᾳ λέει, ὅτι θὰ γίνῃ «θλῖψις μεγάλη, οἵα οὐ γέγονεν ἀπ᾽ ἀρχῆς κόσμου» (Ματθ. 24,7,21), θλῖψις ποὺ ποτέ ἄλλοτε δὲν συνέβη. Ἡ θλῖψις αὐτὴ θὰ ξεπεράσῃ κάθε ἄλλη. Ἂς διασκεδάζῃ ὁ κόσμος καὶ ἂς μολύνῃ τὰ νησιά μας, ποὺ ἄλλοτε μοσχοβολοῦσαν ἀπὸ θυμάρι καὶ λιβάνι καὶ τώρα τὰ κάναμε διεθνῆ πορνεῖα· ἔρχεται θλῖψις μεγάλη. Πιστεύω στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Δὲν πιστεύω στὰ λόγια τῶν πολιτικάντηδων, τῶν φιλοσόφων, τῶν ἐπιστημόνων· πιστεύω στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ μας, πού ᾿νε γραμμένα ὄχι μὲ μολύβι ἀλλὰ μὲ τὸ αἷμα του· θὰ γίνῃ θλῖψις «οἵα οὐ γέγονεν» ἐπὶ τῆς γῆς.
Ποιά θά ᾽νε ἡ θλῖψις αὐτή, ποὺ ἔρχεται σὰν ἠλεκτρικὴ σκούπα νὰ σαρώσῃ τὰ σκουπίδια ποὺ μάζεψε ὁ διάβολος; Δὲν εἶμαι προφήτης. Ρωτῆστε τοὺς προφήτας, ἀνοῖξ τε τὰ Εὐαγγέλια καὶ τὴν Ἀποκάλυψι, διαβάστε καὶ θὰ δῆτε. Μήπως καμμιὰ νύχτα, καθὼς ἀδειάσαμε τὰ χωριά μας καὶ μαζευτήκαμε στὶς πολιτεῖες, σὰν σκου λήκια μέσ᾿ στὸ βόρβορο, στὴν ἀτιμία τὴν πορνεία τὴ μοιχεία καὶ τὴ βλασφημία, γίνῃ καν ένας σεισμὸς καὶ δὲν μείνῃ τίποτα ὄρθιο; Μήπως ἀνοίξῃ ἡφαίστειο ἢ μᾶλλον ἡφαίστεια κι ἀπὸ τὶς κορυφές τους ξεράσουν μύδρους φωτιᾶς καὶ λάβας ἐπάνω στὰ κεφάλια τῶν ἀτίμων καὶ διεφθαρμένων καὶ κλεπτῶν καὶ ἐκμεταλλευ τῶν; Μήπως καμμιὰ μέρα ἡ θάλασσα φουσκώσῃ καὶ τὰ νερά της ὑψωθοῦν καὶ σκεπάσουν τὰ βουνά; Μήπως γίνῃ καμμιὰ ἐπιδημία κ᾽ οἱ ἄνθρωποι πέφτουν σὰν τὶς μῦγες στὰ πεζοδρόμια; Δὲν εἶπα τίποτα, ὑπάρχει κάτι χειρότερο. Μήπως γίνῃ κανένας ἐμφύλιος πόλεμος καὶ πετσοκόβει ἀδελφὸς τὸν ἀδελφὸ καὶ παιδὶ τὸν πατέρα, καὶ γεμίσουν τὰ πεζοδρόμια ἀπὸ κεφάλια ἀδελφῶν κατὰ ἀδελφῶν; Μήπως –τὸ χειρότερο ἀπ᾿ ὅλα– γίνῃ κανένας παγκόσμιος πόλεμος, ὁ Ἁρμαγεδών (Ἀπ. 16,16), ποὺ θά ᾿νε τὸ τέλος τῆς ἄπιστης γενεᾶς μας;
Δὲν τὰ ξέρω. Ἕνα ξέρω· ὅ,τι εἶπε ὁ Κύριος θὰ πραγματοποιηθῇ. Τὰ ἄστρα θὰ πέσουνε, τὰ ποτάμια θὰ ξεραθοῦνε, τὰ βουνὰ θὰ λειώσουνε, ἀλλὰ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ εἶνε αἰώνια· «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται», εἶ πε, «οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35). Θὰ γίνουν αὐτά. Καὶ τότε ποῦ πᾶνε τὰ γράμματα, τὰ πανεπιστήμια, οἱ γραμματισμένοι, οἱ ἄθεοι; ποῦ πᾶνε ὅλοι αὐτοί;
Ποῦ πᾶνε; τὸ λέει ἡ Ἀποκάλυψις (βλ. 16,9,10-11,21). Θὰ πονέσουν τόσο πολὺ οἱ ἄνθρωποι ὥστε, ὅπως τὸ λυσσασμένο σκυλὶ δὲν γνωρίζει τὸ ἀφεντικό του, ἀλλὰ δαγκώνει τὸ χέρι τοῦ κυρίου του, ἔτσι οἱ ἄνθρωποι θὰ λυσσάξουν ἀπὸ τὸ χρῆμα καὶ τὴν ἀτιμία καὶ τὴν πορνεία καὶ τὴν ἀχαριστία, καὶ θὰ βλαστημᾶνε τὸ Θεό, θὰ λένε, Ὁ Θεὸς τὰ φταίει. Θὰ δαγκώνουν τὶς γλῶσσες τους καὶ δαγκώνοντας τὶς γλῶσσες τους θὰ βλαστημοῦν τὸ Θεό. Ἄλλοι θὰ πηγαίνουν στὰ μνήματα καὶ θὰ λένε· Πατέρα καὶ μάνα, σηκωθῆτε ἀπ᾽ τὸν τάφο νὰ μποῦμε μέσα ἐμεῖς. Ἄλλοι θὰ πηγαίνουν στὰ βουνὰ καὶ θὰ λένε· Ἀνοῖξτε, βουνά, νὰ κρυφτοῦμε ἀπὸ τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ (βλ. ἔ.ἀ. 6,16. Λουκ. 23,30). Κι ἄλλοι θὰ τινάζουν τὰ μυαλά τους στὸν ἀέρα, γιατὶ ὁ πόνος θά ᾿νε φοβερὸς καὶ ἀβάσταχτος. Θὰ γίνῃ «θλῖψις μεγάλη, οἵα οὐ γέγονεν» ἐπὶ τῆς γῆς.
* * *
Μέσα στὸ χάος αὐτό, ἀγαπητοί μου, μέσα στὸν ὠκεανὸ ποὺ φουσκώνει τὰ κύματά του καὶ πνίγει καράβια, ποιός θὰ μᾶς σώσῃ;
Μέσα στὴ θύελλα τὴ μεγάλη ποὺ ἔρχεται, ἀ δελφοί μου, –δὲν εἶνε λόγια αὐτά, δὲν τὰ λέμε γιὰ νὰ περάσῃ ἡ ὥρα–, μέσα στὸν φοβερὸ αὐτὸ ὠκεανό, στὴ φουρτούνα αὐτὴ τὴ μεγάλη, –ἔχε τε θάρρος, ἔχετε πίστι Χρι στιανοί– ὑ πάρχει ἕνα σωσίβιο, πάνω στὸν ὠ κεανὸ ἐπιπλέει ἕνα σωσίβιο· τὸ σωσίβιο εἶνε ὁ τίμιος σταυ ρός. Ὅποιος πιαστῇ ἀπ᾽ τὸ σωσίβιο, ὅποιος πιαστῇ ἀπὸ τὸν τίμιο σταυρό, αὐτὸς θὰ σωθῇ.
Μέσα στὴν κατάρα αὐτή, μέσα στὴν κόλασι αὐτὴ ποὺ ζοῦμε, ἀδέρφια μου, μία εἶνε ἡ ἐλπίδα, ἕνα εἶνε τὸ ὅπλο μας, ὁ τίμιος σταυρός, ὃν προσκυνοῦντες λέγομεν· Τίμιε σταυρέ, σῶ σον ἡμᾶς διὰ πρεσβειῶν τῆς ἁγίας Θεοτόκου· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ἄνοιξε τὴν καρδιά σου στὸ Χριστό
«Κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν»
Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα παρακολουθήσαμε δύο θαύματα τοῦ Κυρίου: τὸ ἕνα ἡ θεραπεία δύο τυφλῶν, καὶ τὸ ἄλλο ἡ ἀπελευθέρωση ἑνὸς δαιμονισμένου κωφαλάλου ἀπὸ τὸ δαιμόνιο ποὺ τὸν κατεῖχε καὶ τοῦ προκαλοῦσε τὴν ἀναπηρία αὐτή. Οἱ τυφλοὶ μάλιστα ἐπίμονα Τὸν παρακαλοῦσαν νὰ τοὺς θεραπεύσει.
Ὁ Κύριος ὅμως τοὺς ρώτησε: «Πιστεύετε ὅτι μπορῶ νὰ τὸ κάνω αὐτὸ ποὺ μοῦ ζητᾶτε;». «Ναί, Κύριε», Τοῦ ἀπάντησαν ἐκεῖνοι. Τότε ἄγγιξε τὰ μάτια τους λέγοντας: «Ἂς γίνει αὐτὸ ποὺ ζητᾶτε, σύμφωνα μὲ τὴν πίστη σας». Καὶ θεραπεύθηκαν ἀμέσως. Γιατί ὅμως ὁ Κύριος ζήτησε τὴν πίστη τῶν τυφλῶν καὶ τί σημαίνει αὐτὸ γιὰ τὴ ζωή μας;
1. Ἀπαραίτητη ἡ ἀνθρώπινη συμμετοχὴ σὲ κάθε θαῦμα
Τὸ κάθε θαῦμα τὸ ἐνεργεῖ ὁ Θεός. Ἡ δύναμη τοῦ Θεοῦ εἶναι ἄπειρη. Δὲν ὑπάρχει τίποτε ἀδύνατο γιὰ Ἐκεῖνον. Ἀλλὰ καὶ ἡ ἀγάπη Του εἶναι ἀπέραντο πέλαγος. Θέλει νὰ μᾶς εὐεργετεῖ, νὰ μᾶς γεμίζει μὲ τὰ δῶρα Του, νὰ μᾶς πλουτίζει μὲ τὶς χάριτές Του.
Ρώτησε ὅμως ὁ Κύριος τοὺς τυφλούς: Πιστεύετε σ᾿ Ἐμένα; «Κατὰ τὴν πίστιν ὑμῶν γενηθήτω ὑμῖν». Ἡ δική μου παντοδυναμία καὶ ἀγάπη εἶναι δεδομένα· Ἐγὼ θὰ κάνω τὸ πᾶν, ἀλλὰ ὄχι χωρὶς τὴ δική σας συμμετοχή· θὰ ἐνεργήσω κατὰ τὸν βαθμὸ τῆς πίστεώς σας. Γιατί ὅμως;
Ἡ ἀπάντηση εἶναι ἁπλή: διότι ὁ Θεὸς σέβεται τὴν ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου καὶ ἐπιθυμεῖ νὰ συνεργασθεῖ μαζί του γιὰ νὰ ἀλλάξει τὴ ζωή του. Ἂν ὁ Θεὸς μᾶς εὐεργετοῦσε παραβιάζοντας τὴν ἐλευθερία μας, θὰ μᾶς ἀφαιροῦσε τὸ μεγαλύτερο δῶρο ποὺ μᾶς ἔχει δώσει, δηλαδὴ τὴν ἐλευθερία μας, τὸ αὐτεξούσιο.
Βέβαια ὁ Θεὸς κάποτε ἐνεργεῖ θαῦμα, ἁπλῶς ἐπειδὴ βλέπει καλὴ διάθεση στὸν εὐεργετούμενο, χωρὶς νὰ ζητήσει πίστη, προκειμένου νὰ τὸν ἑλκύσει στὴν πίστη. Ἀλλὰ καὶ σ᾿ αὐτὴ τὴν περίπτωση ὁ Θεὸς δὲν παραβιάζει τὴν ἐλευθερία του. Παίρνει ἀφορμὴ ἀπὸ τὴν καλή του διάθεση.
Πάντως τὸ πόσο ἀναγκαία εἶναι ἡ πίστη, φάνηκε χαρακτηριστικὰ ὅταν ὁ Κύριος ἐπισκέφθηκε τὴν πατρίδα Του τὴ Ναζαρέτ. Οἱ συμπατριῶτες Του Τὸν ἀντιμετώπισαν μὲ ὀλιγοπιστία. Γι᾿ αὐτὸ «οὐκ ἠδύνατο ἐκεῖ οὐδεμίαν δύναμιν ποιῆσαι» (Μάρκ. Ϛ´ 5). «Οὐκ ἠδύνατο»! Δὲν μποροῦσε νὰ θαυματουργήσει! Τὸν ἐμπόδιζε ἡ ἀπιστία τους. Ὁ Θεὸς εἶναι μέγας, φοβερός· ἀλλὰ καὶ ἀπολύτως διακριτικὸς ἀπέναντι στὸ πλάσμα Του!
2. Νὰ δυναμώνουμε τὴν πίστη μας
Ἀπὸ τὰ παραπάνω τί δίδαγμα μποροῦμε νὰ βγάλουμε γιὰ τὴ ζωή μας; Κατ᾿ ἀρχὰς νὰ συνειδητοποιήσουμε ὅτι ὁ πανάγαθος Θεὸς εἶναι ἕτοιμος νὰ μᾶς δώσει ὅ,τι ἔχουμε ἀνάγκη, καὶ μὲ τὸ παραπάνω. «Κύριος ποιμαίνει με, καὶ οὐδέν με ὑστερήσει», γράφει γεμάτος φωτισμένη πίστη ὁ Ψαλμωδός (Ψαλ. κβ´ [22] 1). Ὁ Θεὸς εἶναι Ἐκεῖνος ποὺ μπορεῖ νὰ μᾶς δώσει «ὑπερεκπερισσοῦ ὧν αἰτούμεθα ἢ νοοῦμεν»· πολὺ περισσότερα ἀπὸ ὅσα ἐμεῖς Τοῦ ζητοῦμε ἢ μποροῦμε νὰ σκεφθοῦμε μὲ τὸ μυαλό μας (Ἐφ. γ΄ 20).
Γι᾿ αὐτὸ ὅταν Τοῦ ζητᾶμε κάτι καὶ δὲν τὸ λαμβάνουμε, νὰ μὴ θεωροῦμε ὅτι ὁ Θεὸς ἀδιαφορεῖ γιὰ μᾶς – νὰ διώξουμε κάθε τέτοια σκέψη· ἀλλὰ νὰ ἐξετάσουμε μήπως δὲν προσευχηθήκαμε μὲ ἀκλόνητη πίστη. Καὶ νὰ ἐνισχύσουμε τὴν πίστη μας πρὸς Ἐκεῖνον. Νὰ Τὸν παρακαλοῦμε ὅπως οἱ μαθητές Του: «Πρόσθες ἡμῖν πίστιν» (Λουκ. ιζ´ [17] 5). Ἐπίσης τὴν πίστη μας θὰ τὴν ἐνισχύουμε, ὅταν ζοῦμε σύμφωνα μὲ τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ, ὅταν δηλαδὴ τὴν δείχνουμε ἔμπρακτα μὲ τὴν ὑπακοή μας στὶς θεῖες ἐντολές· ἀκόμη ὅταν εὐχαριστοῦμε συνεχῶς τὸν Θεὸ γιὰ τὶς πολλές Του εὐεργεσίες· ἐπιπλέον ὅταν καλλιεργοῦμε ταπεινὸ φρόνημα, ὅταν ἀναγνωρίζουμε πὼς ὅ,τι κατορθώνουμε, τὸ κατορθώνουμε μὲ τὴ Χάρι τοῦ Θεοῦ. Γενικὰ ὅταν ζοῦμε μέσα στὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, θὰ ἔχουμε μὲ τὴ βοήθεια τοῦ Θεοῦ δυνατὴ πίστη.
***
Λοιπὸν ἂς δώσουμε ὅλη μας τὴν ἐμπιστοσύνη, ὅλη μας τὴν καλὴ διάθεση στὸν Κύριο, καὶ Ἐκεῖνος θὰ ἐνεργεῖ τὰ πάντα στὴ ζωή μας. Ἂς ἀνοίξουμε ὅλα τὰ παράθυρα τῆς ψυχῆς μας στὸ φῶς τοῦ Χριστοῦ, κι Ἐκεῖνος θὰ πλημμυρίζει τὴν ὕπαρξή μας μὲ τὸ ζωογόνο καὶ εὐεργετικό Του φῶς!
Ἡ εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ (Κυριακή Ζ΄ Ματθαίου)
Ιωήλ Φραγκάκου Μητροπολίτου Εδέσσης
«Ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυίδ»
Πολλὰ θαύματα ἔγιναν μὲ τὴν ἐπίκληση τοῦ ὀνόματος τοῦ Χριστοῦ. Ὁ ἴδιος, ὅταν πήγαινε πρὸς τὸ πάθος Του, εἶπε: «Ὅ,τι ἂν αἰτήσητε ἐν τῷ ὀνόματί μου, τοῦτο ποιήσω» (Ἰωάν. 14,13). Ἐπίσης, ὅταν ἀναλαμβανόταν στοὺς οὐρανοὺς κι ἔδιδε τὶς τελευταῖες ὑποθῆκες στοὺς μαθητές Του, πάλι τοὺς τόνισε: «Ἐν τῷ ὀνόματί μου δαιμόνια ἐκβαλοῦσι, γλώσσαις λαλήσουσι καιναῖς...» (Μάρκ. 16,17). Μὲ τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ θὰ ἔκαναν θαύματα οἱ Ἀπόστολοι. Πράγματι ἔτσι ἔγινε. Τὸν χωλὸ ποὺ καθόταν ἔξω ἀπ’ τὸ Ναό, οἱ Ἀπόστολοι Πέτρος καὶ Ἰωάννης τὸν θεράπευσαν ἐπικαλούμενοι τὸ ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ Χριστοῦ (Πράξ. 3,6). Ἂς δοῦμε μὲ ἁπλᾶ λόγια τὸ ὄνομα τοῦΚυρίου μας.
Τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ
Σήμερα ἀκούσαμε στὸ Εὐαγγέλιο τοὺς δύο τυφλοὺς νὰ ἐπικαλοῦνται τὸ ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ νὰ ζητοῦν ἀπ’ Αὐτὸν νὰ τοὺς ἐλεήσει (Ματθ. 9,27). Ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος λέγει πὼς δὲν πῆγαν ἁπλῶς νὰ συναντήσουν τὸ Χριστό, «ἀλλὰ μεγάλα βοῶντες καὶ οὐδὲν ἕτερον ἢ ἔλεον προβαλλόμενοι», δηλαδὴφώναζαν πολὺ δυνατά, τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ καὶ τίποτε ἄλλο δὲ ζητοῦσαν παρὰ νὰ ἐπιδείξει ἔλεος σ’ αὐτοὺς ὁ Ἰησοῦς. Τὸ γλυκύτατο ὄνομα τοῦΧριστοῦ δὲν εἶναι ἀνθρώπινο, ἀλλὰ θεῖο καὶ οὐράνιο. Δὲ δόθηκε στὸ Χριστὸ ἀπὸ ἀνθρώπους, ἀλλ’ ἀπ’ τὸν οὐράνιο Πατέρα Του (Ματθ. 1,21). Εἶναι τὸγλυκὺ μελέτημα τοῦ νοῦ, τῆς γλώσσας καὶ τῆς καρδιᾶς τοῦ ἀνθρώπου.
Ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ ἁγιορείτης ἀναφέρει πὼς κάποιος Χριστιανὸς πέθανε πάνω στὸν τάφο τοῦ Κυρίου φωνάζοντας «Ἰησοῦ Χριστέ, γλυκεῖαἀγάπη». Εἶναι ἀλήθεια πὼς οἱ ἐνέργειες τοῦ Χριστοῦ φανερώνονται μέσα στὰ ὀνόματα, ὅπως π.χ. σοφία, εἰρήνη, χαρά, Κύριος, Βασιλεύς, Θεὸς κ. ἄ. Ἡ πίστη τοῦ ἀνθρώπου δὲν εἶναι ἀφηρημένη, ἀλλ’ ἀπευθύνεται σ’ ἕνα συγκεκριμένο πρόσωπο ποὺ ἔχει ὄνομα κι εἶναι ζωντανὸ πρόσωπο, ποὺμπορεῖ ν’ ἀγαπήσει καὶ νὰ ἔλθει σ’ ἐπικοινωνία μὲ τοὺς ἄλλους. Αὐτὸ τὸπρόσωπο εἶναι ὁ Ἰησοῦς Χριστός. Ἦλθε σ’ ἐπικοινωνία μαζί μας, μᾶςἀγάπησε, ἔγινε ἄνθρωπος παρομοιοπρόσωπος μέ μᾶς.
Τὸ ὄνομά Του συνδέεται μὲ τὴ σωτηρία μας. Κάτω ἀπὸ τὸ ὄνομα αὐτὸθὰ βροῦμε τὴ σωτηρία μας, εἶπαν οἱ Ἀπόστολοι στοὺς ἄρχοντες τοῦ Ἰσραὴλ (Πράξ. α,ι΄ 2). Τὸ ὄνομα Ἰησοῦς ἔχει περιεχόμενο ἀνεξάντλητο. Εἶναιὀντολογικὰ συνδεδεμένο μ’Αὐτόν. Εἶναι ἕνα κανάλι μέσα ἀπὸ τὸ ὁποῖοἔρχεται χάρη σέ μᾶς καὶ γεμίζει ὅλο τὸ εἶναι μας μὲ τὴν παρουσία τοῦ Θεοῦ, μᾶς μεταδίδει ζωὴ καὶ δύναμη.
Ἡ εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ
Ἡ ἐπίκληση τῶν δύο τυφλῶν, δηλαδὴ «ἐλέησον ἡμᾶς, υἱὲ Δαυίδ» (Ματθ. 9,27), εἶναι μιὰ παραλλαγὴ τῆς γνωστῆς προσευχῆς «Κύριε ἸησοῦΧριστέ, Υἱὲ τοῦ Θεοῦ, ἐλέησον ἡμᾶς» ποὺ συνηθίζουμε νὰ χαρακτηρίζουμεὡς εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ. Ἡ εὐχὴ αὐτὴ δὲν εἶναι ἐφεύρεση τῶν μοναχῶν, ἀλλ’ὅπως εἴδαμε παραπάνω, τὴν προσευχὴ αὐτὴ τὴ συνέστησε ὁ Χριστὸς καὶ τὴχρησιμοποίησαν οἱ Ἀπόστολοι. Εἶναι ἕνα μαστίγιο ἐναντίον τῶν δαιμόνων: «Ἰησοῦ ὀνόματι μάστιζε πολεμίους», γράφει ὁ ἅγιος Ἰωάννης τῆς Κλίμακας.Ἡ προσευχὴ αὐτὴ κρύβει μέσα της τὸ μυστήριο τῆς Ἁγίας Τριάδος. Ὁ Ἰησοῦς εἶναι Υἱὸς τοῦ Πατέρα καὶ τὸ ἔλεος καὶ ἡ χάρη ἔρχεται σὲ μᾶς μὲ τὸ Ἅγιο Πνεῦμα. Ἡ εὐχὴ τοῦ ὀνόματος τοῦ Ἰησοῦ χαρίζει στὸν ἄνθρωπο ποὺ συνεχῶς τὴ χρησιμοποιεῖ, δύναμη, ἐγρήγορση, καθαρότητα νοῦ, τὸ χάρισμα τῶν ζωοποιῶν δακρύων, ἀγάπη γιὰ τοὺς ἀδελφούς μας, πόθο γιὰ τὴ σωτηρία μας καὶ γενικὰ συνδέει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸ Θεό.
Ἡ χρησιμοποίηση τῆς εὐχῆς
Γιὰ νὰ μπορέσει νὰ καρποφορήσει ἡ εὐχὴ τοῦ Ἰησοῦ, θὰ πρέπει νὰταπεινώσουμε τὸν ἑαυτό μας καὶ ν’ ἀγαπήσουμε τὸ Χριστό. Ἕναςἁγιορείτης ἔλεγε πώς, ὅταν λέμε «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς», νὰτονίζουμε τὸ ρῆμα, δηλαδὴ «ἐλέησον ἡμᾶς», ὅπως τὸ τόνιζαν οἱ σημερινοὶτυφλοί τοῦ Εὐαγγελίου. Νὰ ταπεινώνουμε τὸν ἑαυτό μας, νὰ κλαῖμε γιὰ τὶςἁμαρτίες μας, ν’ ἀναγνωρίζουμε στὸ Θεὸ τὴν προτεραιότητα στὴ ζωή μας κιἔτσι θὰ ἔχουμε καρποφορία μέσα μας. Ὅταν λέμε τὰ λόγια μὲ μιὰπνευματικὴ ξηρότητα καὶ χωρὶς ν’ ἀγαπᾶμε Αὐτὸν ποὺ ἐπικαλούμεθα, τότε δὲν μποροῦμε νὰ καρποφορήσουμε πνευματικά. Ἡ χωρὶς προσοχὴ προσευχὴ ἀφήνει μέσα μας ἕνα κενό.
Ἀδελφοί μου,
Τὰ λόγια ποὺ εἶπαν οἱ τυφλοί, θὰ μπορούσαμε νὰ ποῦμε πὼς ἦταν ἕνα θερμὸ «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησον ἡμᾶς» κι ὅμως βρῆκαν ἕνα ἀχανὲς πέλαγος σωτηρίας. Ἂς προσευχηθοῦμε κι ἐμεῖς λέγοντας τὴν εὐχὴ ζωντανά, γιὰ νὰ μᾶς ἐλεήσει ὁ Θεός.
kranos
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ