2017-07-25 19:30:21
Ο Homo erectus είναι ένα υποψήφιο είδος από το οποίο θα μπορούσε να είχε προέλθει το «ξένο» γονίδιοΑνθρώπινοι πληθυσμοί που ζουν σήμερα στην υποσαχάρια Αφρική έχουν στο σάλιο τους μια πρωτεΐνη την οποία δείχνουν να κληρονόμησαν από κάποιο αρχαίο αλλά άγνωστο είδος ανθρώπου, αποκαλύπτει διεθνής μελέτη με Eλληνική συμμετοχή.
Επιβεβαίωση της επιμειξίας Homo sapiens και... συγγενών
Η έρευνα, η οποία δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Molecular Biology and Evolution, έρχεται να προστεθεί σε προηγούμενα ευρήματα για επεισόδια επιμειξίας ανάμεσα στον Homo sapiens και συγγενικά του είδη.
Προηγούμενες μελέτες είχαν δείξει ότι οι σημερινοί Ευρωπαίοι και Ασιάτες φέρουν γονίδια που προήλθαν από τους Νεάντερταλ και τους Ντενίσοβαν, ένα μυστηριώδες ανθρώπινο είδος του ρωσικού βορρά. Η νέα γενετική μελέτη υποδεικνύει ότι οι Homo sapiens στην Αφρική είχαν κι αυτοί περιστασιακές σεξουαλικές σχέσεις με συγγενικά είδη.
«Φαίνεται ότι η επιμειξία μεταξύ αρχαίων ανθρώπινων ειδών δεν ήταν η εξαίρεση αλλά ο κανόνας» σχολιάζει ο Ομέρ Γκοκτσουμέν του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης στο Μπάφαλο, επικεφαλής της μελέτης.
«Η έρευνά μας ιχνηλάτησε την εξέλιξη μιας σημαντικής πρωτεΐνης στη βλέννα του σάλιου που ονομάζεται MUC7. Όταν εξετάσαμε την ιστορία του γονιδίου που κωδικοποιεί αυτήν την πρωτεΐνη, είδαμε την υπογραφή ενός αρχαϊκού συστατικού στους σημερινούς πληθυσμούς της υποσαχάριας Αφρικής» εξηγεί.
«Κλειδί» η MUC7
Η πρωτεΐνη MUC7 υπάρχει στο σάλιο όλων των ανθρώπων και πιστεύεται ότι βοηθά στην προσκόλληση της βλέννας σε μικρόβια που θα μπορούσαν να απειλήσουν την υγεία. Όμως η σύσταση της πρωτεΐνης και το γονίδιό της παρουσιάζουν διαφορές από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Η μελέτη εξέτασε το γονίδιο της MUC7 σε περισσότερα από 2.500 γονιδιώματα σημερινών ανθρώπων. Έδειξε ότι σε ορισμένους πληθυσμούς της υποσαχάριας Αφρικής το γονίδιο ήταν εντελώς διαφορετικό από τις ποικιλίες που απαντώνται σε άλλους πληθυσμούς. Μάλιστα αυτή η ποικιλία της υποσαχάριας Αφρικής έμοιαζε λιγότερο με τις υπόλοιπες ποικιλίες από ό,τι το γονίδιo της MUC7 στους Νεάντερταλ και τους Ντενίσοβαν.
Η πιο πιθανή εξήγηση γι' αυτήν την αφρικανική ποικιλία του γονιδίου είναι ότι εισήχθη στο ανθρώπινο γονιδίωμα λόγω διασταύρωσης με κάποιο άλλο, απροσδιόριστο είδος ανθρώπου.
Το είδος-φάντασμα
«Αυτός ο άγνωστος συγγενής του ανθρώπου θα μπορούσε να είναι κάποιο είδος που έχει ήδη ανακαλυφθεί, όπως κάποιο υποείδος του Homo erectus, ή κάποιο είδος που δεν γνωρίζουμε σήμερα» εξηγεί ο Γκοκτσουμέν. «Το αποκαλούμε είδος - φάντασμα επειδή δεν έχουμε απολιθώματα» επισημαίνει.
Βάσει του ρυθμού με τον οποίο το γονίδιο της MUC7 συσσωρεύει μεταλλάξεις στην πορεία του χρόνου, η ερευνητική ομάδα εκτιμά ότι η επιμειξία συνέβη πριν από περίπου 150.000 χρόνια, σχετικά νωρίς στην ανθρώπινη εξέλιξη, πριν αρχίσει η έξοδος του Homo sapiens από την Αφρική.
Φαίνεται όμως ότι οι Homo sapiens που μετανάστευσαν τελικά σε Ευρώπη και Ασία κατάγονταν από πληθυσμούς που δεν είχαν συμμετάσχει στην επιμειξία.
Διαφορετικές συνθέσεις του μικροβιώματος στο στόμα
Το γιατί αυτή η «ξένη» γονιδιακή ποικιλία διατηρήθηκε από την εξέλιξη μέχρι σήμερα παραμένει ανοιχτό θέμα. Η μελέτη υποδεικνύει πάντως ότι διαφορετικές ποικιλίες της MUC7 συνδέονται με διαφορετικές συνθέσεις του μικροβιώματος στο ανθρώπινο στόμα.
Από ελληνικής πλευράς, στη μελέτη συμμετείχαν ο Νικόλαος Αλαχιώτης και ο Παύλος Παυλίδης του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας στο Ηράκλειο.
Ιατρική – Βιολογία
olalathos
Επιβεβαίωση της επιμειξίας Homo sapiens και... συγγενών
Η έρευνα, η οποία δημοσιεύεται στην επιθεώρηση Molecular Biology and Evolution, έρχεται να προστεθεί σε προηγούμενα ευρήματα για επεισόδια επιμειξίας ανάμεσα στον Homo sapiens και συγγενικά του είδη.
Προηγούμενες μελέτες είχαν δείξει ότι οι σημερινοί Ευρωπαίοι και Ασιάτες φέρουν γονίδια που προήλθαν από τους Νεάντερταλ και τους Ντενίσοβαν, ένα μυστηριώδες ανθρώπινο είδος του ρωσικού βορρά. Η νέα γενετική μελέτη υποδεικνύει ότι οι Homo sapiens στην Αφρική είχαν κι αυτοί περιστασιακές σεξουαλικές σχέσεις με συγγενικά είδη.
«Φαίνεται ότι η επιμειξία μεταξύ αρχαίων ανθρώπινων ειδών δεν ήταν η εξαίρεση αλλά ο κανόνας» σχολιάζει ο Ομέρ Γκοκτσουμέν του Πανεπιστημίου της Νέας Υόρκης στο Μπάφαλο, επικεφαλής της μελέτης.
«Η έρευνά μας ιχνηλάτησε την εξέλιξη μιας σημαντικής πρωτεΐνης στη βλέννα του σάλιου που ονομάζεται MUC7. Όταν εξετάσαμε την ιστορία του γονιδίου που κωδικοποιεί αυτήν την πρωτεΐνη, είδαμε την υπογραφή ενός αρχαϊκού συστατικού στους σημερινούς πληθυσμούς της υποσαχάριας Αφρικής» εξηγεί.
«Κλειδί» η MUC7
Η πρωτεΐνη MUC7 υπάρχει στο σάλιο όλων των ανθρώπων και πιστεύεται ότι βοηθά στην προσκόλληση της βλέννας σε μικρόβια που θα μπορούσαν να απειλήσουν την υγεία. Όμως η σύσταση της πρωτεΐνης και το γονίδιό της παρουσιάζουν διαφορές από άνθρωπο σε άνθρωπο.
Η μελέτη εξέτασε το γονίδιο της MUC7 σε περισσότερα από 2.500 γονιδιώματα σημερινών ανθρώπων. Έδειξε ότι σε ορισμένους πληθυσμούς της υποσαχάριας Αφρικής το γονίδιο ήταν εντελώς διαφορετικό από τις ποικιλίες που απαντώνται σε άλλους πληθυσμούς. Μάλιστα αυτή η ποικιλία της υποσαχάριας Αφρικής έμοιαζε λιγότερο με τις υπόλοιπες ποικιλίες από ό,τι το γονίδιo της MUC7 στους Νεάντερταλ και τους Ντενίσοβαν.
Η πιο πιθανή εξήγηση γι' αυτήν την αφρικανική ποικιλία του γονιδίου είναι ότι εισήχθη στο ανθρώπινο γονιδίωμα λόγω διασταύρωσης με κάποιο άλλο, απροσδιόριστο είδος ανθρώπου.
Το είδος-φάντασμα
«Αυτός ο άγνωστος συγγενής του ανθρώπου θα μπορούσε να είναι κάποιο είδος που έχει ήδη ανακαλυφθεί, όπως κάποιο υποείδος του Homo erectus, ή κάποιο είδος που δεν γνωρίζουμε σήμερα» εξηγεί ο Γκοκτσουμέν. «Το αποκαλούμε είδος - φάντασμα επειδή δεν έχουμε απολιθώματα» επισημαίνει.
Βάσει του ρυθμού με τον οποίο το γονίδιο της MUC7 συσσωρεύει μεταλλάξεις στην πορεία του χρόνου, η ερευνητική ομάδα εκτιμά ότι η επιμειξία συνέβη πριν από περίπου 150.000 χρόνια, σχετικά νωρίς στην ανθρώπινη εξέλιξη, πριν αρχίσει η έξοδος του Homo sapiens από την Αφρική.
Φαίνεται όμως ότι οι Homo sapiens που μετανάστευσαν τελικά σε Ευρώπη και Ασία κατάγονταν από πληθυσμούς που δεν είχαν συμμετάσχει στην επιμειξία.
Διαφορετικές συνθέσεις του μικροβιώματος στο στόμα
Το γιατί αυτή η «ξένη» γονιδιακή ποικιλία διατηρήθηκε από την εξέλιξη μέχρι σήμερα παραμένει ανοιχτό θέμα. Η μελέτη υποδεικνύει πάντως ότι διαφορετικές ποικιλίες της MUC7 συνδέονται με διαφορετικές συνθέσεις του μικροβιώματος στο ανθρώπινο στόμα.
Από ελληνικής πλευράς, στη μελέτη συμμετείχαν ο Νικόλαος Αλαχιώτης και ο Παύλος Παυλίδης του Ιδρύματος Τεχνολογίας και Έρευνας στο Ηράκλειο.
Ιατρική – Βιολογία
olalathos
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ