2017-07-30 08:20:03
ΤO OΠΛΟ ΤΗΣ ΥΠΟΜΟΝΗΣ
Μητροπολίτου Φλωρίννης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«…Ἵνα διὰ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως τῶν γραφῶν τὴν ἐλπίδα ἔχωμεν» (῾Ρωμ. 15,4)
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, θὰ σᾶς παρακαλέσω πολὺ νὰ προσέξουμε τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου. Γιατὶ τώρα ἐμεῖς μοιάζουμε μὲ κάτι παιδιὰ ποὺ παίρνουν στὰ χέρια τους ἕνα βιβλίο, ἀλλὰ ἐ πειδὴ δὲν ξέρουν τὸ ἀλφάβητο, τὸ ξεφυλλίζουν χωρὶς νὰ καταλαβαίνουν τί λέει.
Ἀκούσατε τὸν ἀπόστολο; Τί μᾶς συνιστᾷ; Μᾶς λέει, νὰ ἐφοδιαστοῦμε μ᾽ ἕνα ὅπλο πνευματικό. Χαρὰ σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ τὸ ἔχει, καὶ δυστυχία σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ δὲν τὸ ἔχει.
Ποιό εἶνε τὸ ὅπλο αὐτό; Εἶνε ἡ «ὑπομονή» (῾Ρωμ. 15,4). Γιὰ τὴν ὑπομονὴ λοιπὸν θὰ μιλήσουμε.
* * *
Ἔχουμε ἀνάγκη ὅλοι, ὅπως εἶπα, τὸ ὅπλο αὐτό· πλούσιοι καὶ φτωχοί, μορφωμένοι καὶ ἀγράμματοι, λευκοὶ καὶ μαῦροι, κίτρινοι καὶ ἐρυθρόδερμοι, κάθε ἄνθρωπος γενικά.
Μὰ γιατί, θὰ πῆτε, ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ὑπομονή; Εἶνε ἀνάγκη ν᾿ ἀπαντήσουμε;
Ἡ ζωὴ αὐτὴ ἐδῶ στὴ γῆ εἶνε ζυμωμένη μὲ πόνο καὶ δάκρυ. Δὲν εἶνε ὅπως τὴ θέλουμε, δὲν εἶνε ἡ ἰδεώδης ζωὴ ποὺ λαχταρᾷ ἡ καρδιά μας.
Ποιός θέλει νὰ κάνῃ στὴ ζωή του σφάλματα, νὰ πέφτῃ σὲ ἁμαρτίες; Ποιός, ὅταν ἁμαρτάνῃ, δὲν αἰσθάνεται μέσα του ἕνα κάρβουνο, ἕνα σκορπιὸ νὰ τὸν κεντάῃ; Ποιός θέλει τὴν ἀρρώστια, νὰ πέσῃ στὸ κρεβάτι, νὰ τὸν πᾶνε στὸ νο σοκομεῖο, νὰ τὸν σέρνουν μὲ τὸ καρότσι μέσα στὸ χειρουργεῖο, νὰ τὸν κόβουν; Τὰ θέλει αὐ τὰ κανείς; Καὶ δὲν εἶνε μόνο ὁ σωματικὸς πόνος. Ποιός θέλει, ὁ γείτονάς του νὰ τὸν φαρμακώνῃ μὲ τὴ γλῶσσα του; Ποιός, ἂν εἶνε ἔγγαμος, θέλει, ὁ σύζυγος ἢ ἡ σύζυγός του νὰ μὴ ζῇ μὲ τιμιότητα; Ποιά γυναίκα θέλει, ὁ ἄντρας της νά ᾽νε ἄσωτος καὶ νὰ τὴν ἀφήνῃ στοὺς δρόμους μὲ τὰ παιδιά της ἀπροστάτευτα; Ποιός πατέρας θέλει τὸ παιδί του νά ᾽νε ἀνυπότακτο; Ποιά μάνα θέλει ἡ κόρη της νὰ τρέχῃ δεξιὰ κι ἀριστερά; Ποιός πολίτης θέλει στὴ χώρα του νὰ ὑπάρχῃ ταραχή; Ποιός κάτοικος τῆς γῆς θέλει νὰ γίνεται πόλεμος κ᾽ οἱ ἄνθρωποι νὰ σκο τώνωνται, νὰ ἀλ ληλοσπαράσσωνται; Ποιός τοῦ ἀρέσει νὰ βλέ πῃ φέρετρα καὶ νεκροταφεῖα; Καὶ ὅμως, ἀδελφοί μου, τὰ ἀντίθετα συμβαίνουν στὸν κόσμο αὐτόν. Καὶ ἀσθένειες ὑπάρχουν, καὶ συκοφαντίες, καὶ διαβολές, καὶ δράματα οἰκογενειακά, καὶ διαζύγια, καὶ ἀσωτίες ἀνδρῶν, καὶ ἀπιστίες γυναικῶν, καὶ παιδιὰ ἀνυπότακτα, καὶ θυγατέρες ἐπαναστατημένες, καὶ ἐμφύλιοι σπαραγμοί, καὶ παγκόσμιοι πόλεμοι. Νά λοιπὸν ὅτι δὲν ζοῦμε σ᾿ ἕνα παράδεισο ὅπως οἱ ἄγγελοι, ἀλλὰ σὲ μιὰ γῆ ποὺ εἶνε, ὅπως εἶπα, ζυμωμένη μὲ τὸν πόνο καὶ τὸ δάκρυ.
–Καὶ λοιπόν τί πρέπει νὰ κάνουμε; τί μᾶς κηρύττεις; Ἀπαισιοδοξία; ν᾿ ἀπελπιστοῦμε;
Ὄχι ἀσφαλῶς. Ὅσο κι ἂν ἡ ζωὴ αὐτὴ ἔχῃ γίνει κόλασι, ὅσο κι ἂν τὰ δάκρυα πέφτουν ἀπὸ τὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων, ὅσο κι ἂν γίνων ται ἀτιμίες καὶ ἐγκλήματα, ὅσο κι ἂν ταράζεται ἡ γῆ, ὅσο κι ἂν ὁ διάβολος βάζῃ φωτιὲς ἐδῶ κ᾽ ἐκεῖ, δὲν πρέπει ν᾿ ἀπελπιστοῦμε, ἀλλὰ τί· νὰ ἀγωνιστοῦμε. Ν᾿ ἀγωνιστοῦμε ὅλοι· οἱ γιατροὶ γιὰ νὰ βροῦν φάρμακα γιὰ τὶς ἀσθένειες, οἱ ἐκπαιδευτικοὶ γιὰ νὰ πετύχουν καλύτερους τρόπους μορφώσεως τῶν παιδιῶν, οἱ γεωπόνοι γιὰ νὰ κάνουν πιὸ ἀποδοτικὴ τὴν καλλιέργεια τῆς γῆς, οἱ κυβερνῆτες τῶν λαῶν γιὰ νὰ βασιλεύῃ στὰ ἔθνη ἡ ἀγάπη καὶ ἡ εἰρήνη· ὅ λοι ν᾽ ἀγωνιστοῦν γιὰ καλύτερες συνθῆκες ζωῆς.
Ἀλλά, ἀδελφοί μου, μὴ ζοῦμε στὰ σύννεφα. Ὅσο κι ἂν προοδεύσῃ ἡ ἐπιστήμη, ὅσο κι ἂν βελτιωθῇ ἡ ἐκπαίδευσι, ὅσο κι ἂν οἱ ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες ἐπιβάλουν τάξι καὶ εἰρήνη στὰ ἔθνη, ὅσο κι ἂν οἱ ἱεροκήρυκες κηρύξουμε, τὸ κακὸ –σημειῶστε το– μπορεῖ μὲν νὰ περιοριστῇ, ἀλλὰ τελείως δὲν θὰ ἐξαλειφθῇ. Γιατὶ ἔχει ῥίζα βαθειά, πολὺ βαθειά, μέσα στὴν ἀνθρώπινη καρδιά. Τὸ κακὸ δὲν εἶνε ἐξωτερικό, εἶνε ἐσωτερικό. Γι᾿ αὐτὸ θὰ ὑπάρχουν πάντοτε ἀσθενεῖς ποὺ θὰ ὑποφέρουν, ἀθῷοι ποὺ θὰ συκοφαντοῦνται, ἀδύναμοι ποὺ θὰ ἀδικοῦνται, θύματα ποικίλης ἐκμεταλλεύσεως· πάντοτε θὰ ὑπάρχῃ τὸ δάκρυ καὶ ὁ πόνος πάνω στὴ γῆ.
Τὸ εἶπε ὁ Κύριος· «Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε», στὸν κόσμο θὰ δοκιμάσετε θλῖψι (Ἰω. 16,33). Ναί· κ᾽ ἐσὺ ποὺ ποτίζεις τὴ γῆ μὲ τὸν ἱδρῶτα σου, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ κάθεσαι στὸν οὐρανοξύστη· κ᾽ ἐσὺ ποὺ περπατᾷς μὲ τὰ πόδια, ἀλ λὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ τρέχεις μὲ τὶς λιμουζῖνες· κ᾽ ἐσὺ ποὺ δὲν ἔχεις εἰσιτήριο γιὰ τὸ λεωφορεῖο, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ ἔχεις κότερα καὶ ἀεροπλάνα· κ᾽ ἐσὺ ποὺ κατοικεῖς στὴν καλύβα, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ ζῇς στὰ παλάτια· κ᾽ ἐσὺ ὁ μικρός, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ὁ μεγάλος· κ᾽ ἐσὺ ὁ ἀγράμματος, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ὁ ἐπιστήμονας· ὅποιος καὶ νά ᾿σαι, τὸ σκουλήκι τῆς θλίψεως τό ᾿χεις μέσα σου, εἶνε μέσα στὴ φύσι τοῦ ἀνθρώπου. Ἅμα ἄνθρωπος, ἅμα θλῖψις.
Καὶ τί ἄλλο λέει ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιο· Θ᾽ ἀκούσετε, λέει, πολέμους καὶ κόντρα πολέμους· «ἐγερθήσεται ἔθνος ἐπὶ ἔθνος». Κ᾽ ἐν συνεχείᾳ λέει, ὅτι θὰ γίνῃ «θλῖψις μεγάλη, οἵα οὐ γέγονεν ἀπ᾽ ἀρχῆς κόσμου» (Ματθ. 24,7,21), θλῖψις ποὺ ποτέ ἄλλοτε δὲν συνέβη. Ἡ θλῖψις αὐτὴ θὰ ξεπεράσῃ κάθε ἄλλη. Ἂς διασκεδάζῃ ὁ κόσμος καὶ ἂς μολύνῃ τὰ νησιά μας, ποὺ ἄλλοτε μοσχοβολοῦσαν ἀπὸ θυμάρι καὶ λιβάνι καὶ τώρα τὰ κάναμε διεθνῆ πορνεῖα· ἔρχεται θλῖψις μεγάλη. Πιστεύω στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Δὲν πιστεύω στὰ λόγια τῶν πολιτικάντηδων, τῶν φιλοσόφων, τῶν ἐπιστημόνων· πιστεύω στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ μας, πού ᾿νε γραμμένα ὄχι μὲ μολύβι ἀλλὰ μὲ τὸ αἷμα του· θὰ γίνῃ θλῖψις «οἵα οὐ γέγονεν» ἐπὶ τῆς γῆς.
Ποιά θά ᾽νε ἡ θλῖψις αὐτή, ποὺ ἔρχεται σὰν ἠλεκτρικὴ σκούπα νὰ σαρώσῃ τὰ σκουπίδια ποὺ μάζεψε ὁ διάβολος; Δὲν εἶμαι προφήτης. Ρωτῆστε τοὺς προφήτας, ἀνοῖξ τε τὰ Εὐαγγέλια καὶ τὴν Ἀποκάλυψι, διαβάστε καὶ θὰ δῆτε. Μήπως καμμιὰ νύχτα, καθὼς ἀδειάσαμε τὰ χωριά μας καὶ μαζευτήκαμε στὶς πολιτεῖες, σὰν σκου λήκια μέσ᾿ στὸ βόρβορο, στὴν ἀτιμία τὴν πορνεία τὴ μοιχεία καὶ τὴ βλασφημία, γίνῃ καν ένας σεισμὸς καὶ δὲν μείνῃ τίποτα ὄρθιο; Μήπως ἀνοίξῃ ἡφαίστειο ἢ μᾶλλον ἡφαίστεια κι ἀπὸ τὶς κορυφές τους ξεράσουν μύδρους φωτιᾶς καὶ λάβας ἐπάνω στὰ κεφάλια τῶν ἀτίμων καὶ διεφθαρμένων καὶ κλεπτῶν καὶ ἐκμεταλλευ τῶν; Μήπως καμμιὰ μέρα ἡ θάλασσα φουσκώσῃ καὶ τὰ νερά της ὑψωθοῦν καὶ σκεπάσουν τὰ βουνά; Μήπως γίνῃ καμμιὰ ἐπιδημία κ᾽ οἱ ἄνθρωποι πέφτουν σὰν τὶς μῦγες στὰ πεζοδρόμια; Δὲν εἶπα τίποτα, ὑπάρχει κάτι χειρότερο. Μήπως γίνῃ κανένας ἐμφύλιος πόλεμος καὶ πετσοκόβει ἀδελφὸς τὸν ἀδελφὸ καὶ παιδὶ τὸν πατέρα, καὶ γεμίσουν τὰ πεζοδρόμια ἀπὸ κεφάλια ἀδελφῶν κατὰ ἀδελφῶν; Μήπως –τὸ χειρότερο ἀπ᾿ ὅλα– γίνῃ κανένας παγκόσμιος πόλεμος, ὁ Ἁρμαγεδών (Ἀπ. 16,16), ποὺ θά ᾿νε τὸ τέλος τῆς ἄπιστης γενεᾶς μας;
Δὲν τὰ ξέρω. Ἕνα ξέρω· ὅ,τι εἶπε ὁ Κύριος θὰ πραγματοποιηθῇ. Τὰ ἄστρα θὰ πέσουνε, τὰ ποτάμια θὰ ξεραθοῦνε, τὰ βουνὰ θὰ λειώσουνε, ἀλλὰ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ εἶνε αἰώνια· «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται», εἶ πε, «οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35). Θὰ γίνουν αὐτά. Καὶ τότε ποῦ πᾶνε τὰ γράμματα, τὰ πανεπιστήμια, οἱ γραμματισμένοι, οἱ ἄθεοι; ποῦ πᾶνε ὅλοι αὐτοί;
Ποῦ πᾶνε; τὸ λέει ἡ Ἀποκάλυψις (βλ. 16,9,10-11,21). Θὰ πονέσουν τόσο πολὺ οἱ ἄνθρωποι ὥστε, ὅπως τὸ λυσσασμένο σκυλὶ δὲν γνωρίζει τὸ ἀφεντικό του, ἀλλὰ δαγκώνει τὸ χέρι τοῦ κυρίου του, ἔτσι οἱ ἄνθρωποι θὰ λυσσάξουν ἀπὸ τὸ χρῆμα καὶ τὴν ἀτιμία καὶ τὴν πορνεία καὶ τὴν ἀχαριστία, καὶ θὰ βλαστημᾶνε τὸ Θεό, θὰ λένε, Ὁ Θεὸς τὰ φταίει. Θὰ δαγκώνουν τὶς γλῶσσες τους καὶ δαγκώνοντας τὶς γλῶσσες τους θὰ βλαστημοῦν τὸ Θεό. Ἄλλοι θὰ πηγαίνουν στὰ μνήματα καὶ θὰ λένε· Πατέρα καὶ μάνα, σηκωθῆτε ἀπ᾽ τὸν τάφο νὰ μποῦμε μέσα ἐμεῖς. Ἄλλοι θὰ πηγαίνουν στὰ βουνὰ καὶ θὰ λένε· Ἀνοῖξτε, βουνά, νὰ κρυφτοῦμε ἀπὸ τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ (βλ. ἔ.ἀ. 6,16. Λουκ. 23,30). Κι ἄλλοι θὰ τινάζουν τὰ μυαλά τους στὸν ἀέρα, γιατὶ ὁ πόνος θά ᾿νε φοβερὸς καὶ ἀβάσταχτος. Θὰ γίνῃ «θλῖψις μεγάλη, οἵα οὐ γέγονεν» ἐπὶ τῆς γῆς.
* * *
Μέσα στὸ χάος αὐτό, ἀγαπητοί μου, μέσα στὸν ὠκεανὸ ποὺ φουσκώνει τὰ κύματά του καὶ πνίγει καράβια, ποιός θὰ μᾶς σώσῃ;
Μέσα στὴ θύελλα τὴ μεγάλη ποὺ ἔρχεται, ἀ δελφοί μου, –δὲν εἶνε λόγια αὐτά, δὲν τὰ λέμε γιὰ νὰ περάσῃ ἡ ὥρα–, μέσα στὸν φοβερὸ αὐτὸ ὠκεανό, στὴ φουρτούνα αὐτὴ τὴ μεγάλη, –ἔχε τε θάρρος, ἔχετε πίστι Χρι στιανοί– ὑ πάρχει ἕνα σωσίβιο, πάνω στὸν ὠ κεανὸ ἐπιπλέει ἕνα σωσίβιο· τὸ σωσίβιο εἶνε ὁ τίμιος σταυ ρός. Ὅποιος πιαστῇ ἀπ᾽ τὸ σωσίβιο, ὅποιος πιαστῇ ἀπὸ τὸν τίμιο σταυρό, αὐτὸς θὰ σωθῇ.
Μέσα στὴν κατάρα αὐτή, μέσα στὴν κόλασι αὐτὴ ποὺ ζοῦμε, ἀδέρφια μου, μία εἶνε ἡ ἐλπίδα, ἕνα εἶνε τὸ ὅπλο μας, ὁ τίμιος σταυρός, ὃν προσκυνοῦντες λέγομεν· Τίμιε σταυρέ, σῶ σον ἡμᾶς διὰ πρεσβειῶν τῆς ἁγίας Θεοτόκου· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ο Ζωοποιός Άρτος!!!
«Καὶ ἔφαγον πάντες καὶ χορτάσθησαν»
Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου ὁ Χριστὸς ἀναχωρεῖ στὴν ἔρημο. Ἀναχωρεῖ στὴν ἔρημο, γιὰ νὰ φυλάξει τὸν ἑαυτό Του γιὰ τὸν κατάλληλο καιρὸ τοῦ Σταυροῦ. Δὲν εἶχε ἔλθει ἡ ὥρα γιὰ τὸ πάθος Του. Ὁ ἄλλος Εὐαγγελιστὴς γράφει πὼς ἀναχώρησε στὴν ἔρημο γιὰ νὰ δώσει τὴν εὐκαιρία στοὺς μαθητές Του νὰ ξεκουρασθοῦν (Μάρκ. 6,31). Ἀνεχώρησαν σὲ κάποια ἔρημο τῆς πόλεως Βηθσαιδᾶ (Λουκ. 9,10).
Στὸ χῶρο αὐτὸ ἔκανε τὸ θαῦμα τῶν πέντε ἄρτων.
Οἱ συνθῆκες τοῦ θαύματος τὰ ἀρνητικὰ δεδομένα εἶναι περισσότερα ἀπ’ τὰ θετικὰ στὸ θαῦμα τῶν πέντε ἄρτων, γράφει ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς Δημήτριος. Ὁ τόπος ἦταν ἔρημος καὶ δὲν ὑπῆρχε κάποια ἑστία ἀνεφοδιασμοῦ γιὰ τὸν κόσμο. Ἡ ὥρα ἦταν περασμένη· «Ἡ μὲν ἡμέρα κλίνειν ἤρξατο», καθὼς εἶπε Λουκᾶς· «αὐτοὶ δὲ παρέμειναν ἄσιτοι», δηλαδὴ ἡ ἡμέρα τελείωνε, ἀλλὰ αὐτοὶ παρέμειναν ἄσιτοι, σημειώνει ὁ Εὐθύμιος Ζιγαβηνός. Ὁ πολὺς ὁ κόσμος εἶχε αἰχμαλωτευθεῖ ἀπ’ τὴ διδασκαλία, γιὰ νὰ μπορέσουν οἱ ἄνθρωποι νὰ ψάξουν νὰ βροῦν κάτι νὰ φᾶνε (ὅπ. π.). Κατὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ «‹οὐ λιμοκτονήσει Κύριος ψυχὴν δικαίαν» (Παροιμ. 10,3), δηλαδὴ ὁ Κύριος δὲν θὰ ἀφήσει νὰ πεθάνει ἀπ’ τὴν πείνα ἡ ψυχὴ ποὺ εἶναι δίκαιη. Ὁ Χριστὸς εἶχε ἀποφασίσει νὰ τοὺς θρέψει μὲ τὸν παράδοξο αὐτὸ τρόπο, ἀλλὰ περίμενε νὰ Τοῦ τὸ ζητήσουν νὰ μὴ φανεῖ πὼς κάνει θαύματα πρὸς ἐντυπωσιασμό. Ἄφησε νὰ πεινάσουν ὑπερβολικά, προκειμένου νὰ λάβουν μεγαλύτερη αἴσθηση τοῦ θαύματος.
Ἄλλες πλευρὲς τοῦ θαύματος
Πρὶν κάνει τὸ θαῦμα προσευχήθηκε στὸν Πατέρα Του· «ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησεν» (Ματθ. 14,19). Ἐδῶ βλέπουμε τὸ μυστήριο τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας, δηλαδὴ ὁ Χριστὸς ἦταν τέλειος ἄνθρωπος, γι’ αὐτὸ καὶ προσεύχεται ὅπως κάνουν ὅλοι ποὺ ἔχουν τὴν ἀνθρώπινη φύση. Μετὰ προσευχήθηκε στὸν Πατέρα Του, λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, γιὰ νὰ δώσει νὰ καταλάβουν ὅλοι πὼς δὲν εἶναι ἀντίθεος, ἀλλ’ ἔχει τὴν προέλευσή Του ἀπὸ τὸ Θεὸ «καὶ ὅτι ἴσος ἐστί», δηλαδὴ εἶναι ἴσος μὲ τὸ Θεὸ Πατέρα. Ὁ Μωϋσῆς στὴν ἔρημο παρακάλεσε τὸ Θεὸ κι ἔδωσε στοὺς Ἰσραηλίτες τὸ μάννα ἀνάλογα μὲ τὴν ἀνάγκη, ποὺ εἶχαν, ὅπως κι ὁ Ἠλίας ἔδωσε στὴ χήρα γυναίκα στὰ Σάρεπτα τῆς Σιδώνας τὸ λάδι καὶ τὸ ἀλεύρι μόνον γιὰ τὸν καιρὸ τοῦ λιμοῦ, ἐνῶ ὁ Κύριος πολλαπλασίασε τοὺς πέντε ἄρτους χωρὶς φειδώ, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἔχουν περισσεύματα «δώδεκα κοφίνους πλήρεις» (Ματθ. 14,20).
Στοὺς μαθητὲς του δίνει ἄρτους, γιὰ νὰ τοὺς μοιράσουν στὸ πλῆθος, γιὰ νὰ θυμοῦνται μόνιμα καὶ συνεχῶς τὸ θαῦμα. Ἀκόμη τοὺς δίνει τοὺς ἄρτους, γιὰ νὰ μὴ νομισθεῖ πὼς κατὰ φαντασία θαυματούργησε. Τὰ περισσεύματα εἶναι δείγματα ἀτράνταχτης ἀλήθειας. Τὸ θαῦμα τῶν πέντε ἄρτων εἶναι σύμβολο καὶ τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἡ θεία Εὐχαριστία εἶναι ὁ οὐράνιος ἄρτος τῶν ἀνθρώπων. Ἀκόμη μπορεῖ οἱ ἄρτοι νὰ συμβολίζουν καὶ τὰ πολλὰ χαρίσματα τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Κύριος τρέφει τὸ λαό Του καὶ τὴν Ἐκκλησία Του μὲ τὸν ἑαυτό Του. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ζωοποιὸς ἄρτος.
Τὸ κοινωνικὸ πρόβλημα
Πολλοὶ διαβάζοντας τὸ θαῦμα τῶν πέντε ἄρτων ἴσως κάνουν σκέψεις πὼς ὁ Χριστὸς πρέπει νὰ λύσει τὸ κοινωνικὸ πρόβλημα τῶν ἀνθρώπων ποὺ συνδέεται μὲ τὶς βιοποριστικές τους ἀνάγκες κατὰ τρόπο μαγικό. Κάπως ἔτσι πίστευαν καὶ οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς Του (Ἰωάν. 6,26). Νόμιζαν πὼς ὁ Χριστὸς θὰ ἔκανε κάθε μέρα τὸ ἴδιο θαῦμα καὶ θὰ τοὺς ἁπάλλασε ἀπὸ τὴν ἐργασία. Ὁ Χριστὸς δὲν περιφρονεῖ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, ἀλλὰ τὰ ἱεραρχεῖ. Πρῶτα εἶναι ἡ βρώση ἡ μένουσα (ὅπ. π. στίχ. 27) καὶ μετὰ ἡ πρόσκαιρη. Πρῶτα βάζει τὴν πνευματικὴ καλλιέργεια τοῦ ἀνθρώπου καὶ μετὰ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Ἡ ἀγχώδης μέριμνα καὶ ἡ ἐπίμονη προσπάθεια γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀγαθῶν ποὺ προέρχονται, εἶναι καταδικαστέες ἀπ’τὸ Χριστό.
Ἡ Ἐκκλησία ἐνδιαφέρεται τὸ ἴδιο γιὰ τὶς ὑλικὲς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ βάζει μία σειρὰ στὶς ἀπαιτήσεις μας. Δὲν πρέπει ποτὲ νὰ προηγοῦνται τῶν πνευματικῶν ἐνδιαφερόντων μας τὰ ὑλικά. Πρῶτα δίδαξε ὁ Χριστὸς τὸν ὄχλο καὶ μετὰ τοὺς ἔδωσε ψωμὶ νὰ φᾶνε. Τὸν ἄνθρωπο ὀφείλει νὰ τὸν διακατέχει ἡ ἀγωνία μήπως χάσει τὸν σύνδεσμό του μὲ τὸ Χριστό, ποὺ εἶναι ὁ ζωοποιὸς ἄρτος κι ὄχι ἡ ἐπιθυμία νὰ ἀποκτήσει πολλὰ ἐφήμερα ἀγαθά.
Ἀδελφοί μου,
Νὰ θεωροῦμε τὸν ἑαυτὸ μας πλούσιο, ὅταν ἀρκούμεθα στὰ ἀναγκαῖα κι ἔχουμε τὸν Χριστὸ ἐπιούσιο ἄρτο στὴ ζωή μας. Τότε ὄντως εἴμαστε πλούσιοι.
Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας Ἰωὴλ
Ποιοὺς χορταίνει ὁ Θεὸς
«Ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν»
Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀκούσαμε ὅτι ὁ Κύριος μὲ πέντε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια ἔθρεψε πλῆθος ἀνθρώπων, ἀπὸ τοὺς ὁποίους μόνο οἱ ἄνδρες ἦταν πέντε χιλιάδες! Ἔφαγαν ὅλοι καὶ χόρτασαν καὶ μάλιστα περίσσεψαν δώδεκα κοφίνια γεμάτα μέχρι πάνω! Ἡ περικοπὴ αὐτὴ εἶναι κατ᾿ ἐξοχὴν ἐπίκαιρη στὴν ἐποχή μας, ἐποχὴ οἰκονομικῆς κρίσεως, κατὰ τὴν ὁποία πολλοὶ συνάνθρωποί μας στεροῦνται ἀκόμη καὶ τὰ ἀναγκαῖα. Ὡστόσο, γιὰ νὰ κατανοήσουμε τὸ θαῦμα, θὰ πρέπει νὰ δοῦμε ποιὰ ἦταν ἡ περίσταση στὴν ὁποία ὁ Κύριος τὸ ἐνήργησε, καὶ κατόπιν τί σημαίνει αὐτὸ γιὰ τὴ ζωή μας.
1. Προνοεῖ ἰδιαιτέρως γιὰ ὅσους ἐπίμονα Τὸν ἀναζητοῦν
Ὁ Κύριος καὶ οἱ μαθητές Του εἶχαν ἀποσυρθεῖ σὲ ἔρημο τόπο γιὰ λίγη ξεκούραση. Τὸν ἀντιλήφθηκαν ὅμως τὰ πλήθη καὶ πῆγαν σ᾿ ἐκεῖνο τὸ μέρος. Ἐκεῖνος τοὺς σπλαχνίσθηκε, θεράπευσε τοὺς ἀσθενεῖς τους καὶ δίδαξε ἐπὶ πολλὴ ὥρα, μέχρι ποὺ ἄρχισε νὰ βραδιάζει. Τότε τοὺς ἔθρεψε μὲ αὐτὸ τὸ καταπληκτικὸ θαῦμα.
Αὐτοὺς ἔθρεψε. Αὐτοὺς ποὺ εἶχαν δείξει τέτοιο ζῆλο καὶ αὐταπάρνηση γιὰ τὸν Κύριο. Δὲν τοὺς βρῆκε Ἐκεῖνος· αὐτοὶ Τὸν βρῆκαν, περπατώντας ὧρες, καὶ μάλιστα κουβαλώντας τοὺς ἀρρώστους τους. Δὲν πῆγαν μόνο γιὰ νὰ θεραπευθοῦν, ἀλλὰ ἔδειξαν ἐνδιαφέρον νὰ ἀκούσουν τὴ διδασκαλία Του. Κάθισαν καὶ Τὸν ἄκουγαν ὧρες, χωρὶς νὰ δυσανασχετήσουν καὶ νὰ παραπονεθοῦν. Τόσο τοὺς εἵλκυσε ἡ θεία διδασκαλία Του, ὥστε ξέχασαν τὴν κούρασή τους καὶ δὲν τοὺς ἀπασχόλησε καθόλου οὔτε ποῦ θὰ κοιμηθοῦν οὔτε τί θὰ φᾶνε. Αὐτοὺς ἔθρεψε ὁ Κύριος· τοὺς ἐπίμονους ἀναζητητές Του καὶ φιλόπονους ἀκροατές Του, οἱ ὁποῖοι γιὰ χάρη τῶν πνευματικῶν λησμόνησαν τὰ σωματικά.
Τί σημαίνει ὅμως αὐτὸ γιὰ τὴ ζωή μας;
2. Πάνω ἀπὸ ὅλα ἡ ψυχή!
Ἀπὸ τὸ θαῦμα τοῦ χορτασμοῦ τῶν πεντακισχιλίων διδασκόμαστε ὅτι ὅταν φροντίζουμε περισσότερο ἀπὸ ὅλα γιὰ τὸν ἐξαγιασμό μας, τότε ὁ Κύριος δὲν θὰ μᾶς στερήσει τίποτε ἀπὸ ὅσα ἔχουμε ἀνάγκη. Τὸ θαῦμα αὐτὸ εἶναι ἀκριβῶς ἡ ἐφαρμογὴ τῆς ἐντολῆς τοῦ Κυρίου «ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν». Νὰ ζητᾶτε πρῶτα καὶ πάνω ἀπὸ ὅλα, τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν, καὶ τότε ὅλα αὐτὰ τὰ ἐπίγεια, τὰ ἀναγκαῖα γιὰ τὴ σωματική σας συντήρηση, θὰ σᾶς δοθοῦν (Ματθ. ς´ 33).
Εἶναι ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ψαλμικοῦ χωρίου ποὺ ψάλλουμε στὴν ἱερὴ Ἀκολουθία τῆς Ἀρτοκλασίας: «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ». Πλούσιοι ποὺ ἐξάρτησαν τὴν εὐτυχία τους ἀπὸ τὰ πλούτη τους, κατάντησαν φτωχοὶ καὶ πείνασαν· ἐνῶ ὅσοι στήριξαν τὴν ἐλπίδα τους στὸν Κύριο καὶ Τὸν ἀναζητοῦν μὲ πόθο, δὲν θὰ στερηθοῦν κανένα ἀγαθό (Ψαλ. λγ´ [33] 11).
Τὸ ζητούμενο λοιπὸν εἶναι νὰ βάλουμε σωστὲς προτεραιότητες: πρῶτα νὰ φροντίζουμε γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας καὶ μετὰ γιὰ τὴ συντήρηση τοῦ σώματός μας. Νὰ μὴ μᾶς ἀπορροφοῦν οἱ δουλειές μας καὶ παραμελοῦμε τὰ πνευματικά – τὴν καθημερινὴ προσευχὴ καὶ μελέτη, τὸν ἐκκλησιασμὸ κάθε Κυριακή, τὴν τακτικὴ Ἐξομολόγηση καὶ θεία Κοινωνία. Νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ πάνω ἀπὸ ὅλα πῶς θὰ ἀρέσουμε στὸ Θεό, καὶ τότε Ἐκεῖνος θὰ εὐλογεῖ τὴν ἐργασία μας καὶ δὲν θὰ μᾶς λείπει τίποτε.
Νὰ φυλάττουμε ἀκόμη τὴν ἀργία τῆς Κυριακῆς, ποὺ δυστυχῶς στὶς μέρες μας καταπατεῖται. Νὰ μὴν ἐργαζόμαστε τὴν Κυριακή, ὅση ἀνάγκη κι ἂν ἔχουμε, καὶ δὲν θὰ μᾶς ἀφήσει ὁ Θεός. «Τὸ κέρδος τῆς Κυριακῆς εἶναι καταραμένο», ὅπως μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, «καὶ βάνετε φωτιὰ καὶ κατάρα στὸ σπίτι σας καὶ ὄχι εὐλογία», ἔλεγε χαρακτηριστικὰ ὁ Ἅγιος. Τὴν Κυριακὴ νὰ τὴν ἀφιερώνουμε στὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ, σὲ πνευματικὴ μελέτη, σὲ ἀγαθοεργίες…
***
Εἶναι πραγματικὰ παράδοξο ὅτι ἕνα τόσο «ὑλικὸ» θαῦμα, ὁ χορτασμὸς τῶν πεντακισχιλίων, δίνει ἕνα τόσο πνευματικὸ μήνυμα. Τὸ μήνυμα νὰ στρέψουμε τὸ ἐνδιαφέρον, τὴν προσοχή, τὴν καρδιά μας ἀπὸ τὰ γήινα στὰ οὐράνια· νὰ ἀγαπήσουμε τὸν Χριστὸ μὲ ὅλη μας τὴ δύναμη, νὰ ἐμπιστευθοῦμε σ᾿ Αὐτὸν ὁλόκληρη τὴ ζωή μας· καὶ τότε Ἐκεῖνος θὰ φροντίσει γιὰ ὅ,τι ἔχουμε ἀνάγκη. Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ μόνη λύση στὴν κρίση τῆς ἐποχῆς μας: νὰ σταματήσουμε νὰ δίνουμε τὶς δικές μας ἀνθρώπινες λύσεις στὰ προβλήματα ποὺ μᾶς ταλαιπωροῦν, καὶ νὰ μᾶς ἀπασχολήσει ἕνα κυρίως ζήτημα: πῶς θὰ βροῦμε τὸν Θεό. Καὶ τότε Ἐκεῖνος θὰ δίνει τὶς δικές Του θαυμαστὲς θεϊκὲς λύσεις σὲ ὅλα τὰ προβλήματά μας.
kranos
Μητροπολίτου Φλωρίννης π. Αὐγουστίνου Καντιώτου
«…Ἵνα διὰ τῆς ὑπομονῆς καὶ τῆς παρακλήσεως τῶν γραφῶν τὴν ἐλπίδα ἔχωμεν» (῾Ρωμ. 15,4)
Σήμερα, ἀγαπητοί μου, θὰ σᾶς παρακαλέσω πολὺ νὰ προσέξουμε τὰ λόγια τοῦ ἀποστόλου. Γιατὶ τώρα ἐμεῖς μοιάζουμε μὲ κάτι παιδιὰ ποὺ παίρνουν στὰ χέρια τους ἕνα βιβλίο, ἀλλὰ ἐ πειδὴ δὲν ξέρουν τὸ ἀλφάβητο, τὸ ξεφυλλίζουν χωρὶς νὰ καταλαβαίνουν τί λέει.
Ἀκούσατε τὸν ἀπόστολο; Τί μᾶς συνιστᾷ; Μᾶς λέει, νὰ ἐφοδιαστοῦμε μ᾽ ἕνα ὅπλο πνευματικό. Χαρὰ σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ τὸ ἔχει, καὶ δυστυχία σ᾿ ἐκεῖνον ποὺ δὲν τὸ ἔχει.
Ποιό εἶνε τὸ ὅπλο αὐτό; Εἶνε ἡ «ὑπομονή» (῾Ρωμ. 15,4). Γιὰ τὴν ὑπομονὴ λοιπὸν θὰ μιλήσουμε.
* * *
Ἔχουμε ἀνάγκη ὅλοι, ὅπως εἶπα, τὸ ὅπλο αὐτό· πλούσιοι καὶ φτωχοί, μορφωμένοι καὶ ἀγράμματοι, λευκοὶ καὶ μαῦροι, κίτρινοι καὶ ἐρυθρόδερμοι, κάθε ἄνθρωπος γενικά.
Μὰ γιατί, θὰ πῆτε, ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀνάγκη ἀπὸ ὑπομονή; Εἶνε ἀνάγκη ν᾿ ἀπαντήσουμε;
Ἡ ζωὴ αὐτὴ ἐδῶ στὴ γῆ εἶνε ζυμωμένη μὲ πόνο καὶ δάκρυ. Δὲν εἶνε ὅπως τὴ θέλουμε, δὲν εἶνε ἡ ἰδεώδης ζωὴ ποὺ λαχταρᾷ ἡ καρδιά μας.
Ποιός θέλει νὰ κάνῃ στὴ ζωή του σφάλματα, νὰ πέφτῃ σὲ ἁμαρτίες; Ποιός, ὅταν ἁμαρτάνῃ, δὲν αἰσθάνεται μέσα του ἕνα κάρβουνο, ἕνα σκορπιὸ νὰ τὸν κεντάῃ; Ποιός θέλει τὴν ἀρρώστια, νὰ πέσῃ στὸ κρεβάτι, νὰ τὸν πᾶνε στὸ νο σοκομεῖο, νὰ τὸν σέρνουν μὲ τὸ καρότσι μέσα στὸ χειρουργεῖο, νὰ τὸν κόβουν; Τὰ θέλει αὐ τὰ κανείς; Καὶ δὲν εἶνε μόνο ὁ σωματικὸς πόνος. Ποιός θέλει, ὁ γείτονάς του νὰ τὸν φαρμακώνῃ μὲ τὴ γλῶσσα του; Ποιός, ἂν εἶνε ἔγγαμος, θέλει, ὁ σύζυγος ἢ ἡ σύζυγός του νὰ μὴ ζῇ μὲ τιμιότητα; Ποιά γυναίκα θέλει, ὁ ἄντρας της νά ᾽νε ἄσωτος καὶ νὰ τὴν ἀφήνῃ στοὺς δρόμους μὲ τὰ παιδιά της ἀπροστάτευτα; Ποιός πατέρας θέλει τὸ παιδί του νά ᾽νε ἀνυπότακτο; Ποιά μάνα θέλει ἡ κόρη της νὰ τρέχῃ δεξιὰ κι ἀριστερά; Ποιός πολίτης θέλει στὴ χώρα του νὰ ὑπάρχῃ ταραχή; Ποιός κάτοικος τῆς γῆς θέλει νὰ γίνεται πόλεμος κ᾽ οἱ ἄνθρωποι νὰ σκο τώνωνται, νὰ ἀλ ληλοσπαράσσωνται; Ποιός τοῦ ἀρέσει νὰ βλέ πῃ φέρετρα καὶ νεκροταφεῖα; Καὶ ὅμως, ἀδελφοί μου, τὰ ἀντίθετα συμβαίνουν στὸν κόσμο αὐτόν. Καὶ ἀσθένειες ὑπάρχουν, καὶ συκοφαντίες, καὶ διαβολές, καὶ δράματα οἰκογενειακά, καὶ διαζύγια, καὶ ἀσωτίες ἀνδρῶν, καὶ ἀπιστίες γυναικῶν, καὶ παιδιὰ ἀνυπότακτα, καὶ θυγατέρες ἐπαναστατημένες, καὶ ἐμφύλιοι σπαραγμοί, καὶ παγκόσμιοι πόλεμοι. Νά λοιπὸν ὅτι δὲν ζοῦμε σ᾿ ἕνα παράδεισο ὅπως οἱ ἄγγελοι, ἀλλὰ σὲ μιὰ γῆ ποὺ εἶνε, ὅπως εἶπα, ζυμωμένη μὲ τὸν πόνο καὶ τὸ δάκρυ.
–Καὶ λοιπόν τί πρέπει νὰ κάνουμε; τί μᾶς κηρύττεις; Ἀπαισιοδοξία; ν᾿ ἀπελπιστοῦμε;
Ὄχι ἀσφαλῶς. Ὅσο κι ἂν ἡ ζωὴ αὐτὴ ἔχῃ γίνει κόλασι, ὅσο κι ἂν τὰ δάκρυα πέφτουν ἀπὸ τὰ μάτια τῶν ἀνθρώπων, ὅσο κι ἂν γίνων ται ἀτιμίες καὶ ἐγκλήματα, ὅσο κι ἂν ταράζεται ἡ γῆ, ὅσο κι ἂν ὁ διάβολος βάζῃ φωτιὲς ἐδῶ κ᾽ ἐκεῖ, δὲν πρέπει ν᾿ ἀπελπιστοῦμε, ἀλλὰ τί· νὰ ἀγωνιστοῦμε. Ν᾿ ἀγωνιστοῦμε ὅλοι· οἱ γιατροὶ γιὰ νὰ βροῦν φάρμακα γιὰ τὶς ἀσθένειες, οἱ ἐκπαιδευτικοὶ γιὰ νὰ πετύχουν καλύτερους τρόπους μορφώσεως τῶν παιδιῶν, οἱ γεωπόνοι γιὰ νὰ κάνουν πιὸ ἀποδοτικὴ τὴν καλλιέργεια τῆς γῆς, οἱ κυβερνῆτες τῶν λαῶν γιὰ νὰ βασιλεύῃ στὰ ἔθνη ἡ ἀγάπη καὶ ἡ εἰρήνη· ὅ λοι ν᾽ ἀγωνιστοῦν γιὰ καλύτερες συνθῆκες ζωῆς.
Ἀλλά, ἀδελφοί μου, μὴ ζοῦμε στὰ σύννεφα. Ὅσο κι ἂν προοδεύσῃ ἡ ἐπιστήμη, ὅσο κι ἂν βελτιωθῇ ἡ ἐκπαίδευσι, ὅσο κι ἂν οἱ ἀρχὲς καὶ ἐξουσίες ἐπιβάλουν τάξι καὶ εἰρήνη στὰ ἔθνη, ὅσο κι ἂν οἱ ἱεροκήρυκες κηρύξουμε, τὸ κακὸ –σημειῶστε το– μπορεῖ μὲν νὰ περιοριστῇ, ἀλλὰ τελείως δὲν θὰ ἐξαλειφθῇ. Γιατὶ ἔχει ῥίζα βαθειά, πολὺ βαθειά, μέσα στὴν ἀνθρώπινη καρδιά. Τὸ κακὸ δὲν εἶνε ἐξωτερικό, εἶνε ἐσωτερικό. Γι᾿ αὐτὸ θὰ ὑπάρχουν πάντοτε ἀσθενεῖς ποὺ θὰ ὑποφέρουν, ἀθῷοι ποὺ θὰ συκοφαντοῦνται, ἀδύναμοι ποὺ θὰ ἀδικοῦνται, θύματα ποικίλης ἐκμεταλλεύσεως· πάντοτε θὰ ὑπάρχῃ τὸ δάκρυ καὶ ὁ πόνος πάνω στὴ γῆ.
Τὸ εἶπε ὁ Κύριος· «Ἐν τῷ κόσμῳ θλῖψιν ἕξετε», στὸν κόσμο θὰ δοκιμάσετε θλῖψι (Ἰω. 16,33). Ναί· κ᾽ ἐσὺ ποὺ ποτίζεις τὴ γῆ μὲ τὸν ἱδρῶτα σου, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ κάθεσαι στὸν οὐρανοξύστη· κ᾽ ἐσὺ ποὺ περπατᾷς μὲ τὰ πόδια, ἀλ λὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ τρέχεις μὲ τὶς λιμουζῖνες· κ᾽ ἐσὺ ποὺ δὲν ἔχεις εἰσιτήριο γιὰ τὸ λεωφορεῖο, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ ἔχεις κότερα καὶ ἀεροπλάνα· κ᾽ ἐσὺ ποὺ κατοικεῖς στὴν καλύβα, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ποὺ ζῇς στὰ παλάτια· κ᾽ ἐσὺ ὁ μικρός, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ὁ μεγάλος· κ᾽ ἐσὺ ὁ ἀγράμματος, ἀλλὰ κ᾽ ἐσὺ ὁ ἐπιστήμονας· ὅποιος καὶ νά ᾿σαι, τὸ σκουλήκι τῆς θλίψεως τό ᾿χεις μέσα σου, εἶνε μέσα στὴ φύσι τοῦ ἀνθρώπου. Ἅμα ἄνθρωπος, ἅμα θλῖψις.
Καὶ τί ἄλλο λέει ὁ Χριστὸς στὸ Εὐαγγέλιο· Θ᾽ ἀκούσετε, λέει, πολέμους καὶ κόντρα πολέμους· «ἐγερθήσεται ἔθνος ἐπὶ ἔθνος». Κ᾽ ἐν συνεχείᾳ λέει, ὅτι θὰ γίνῃ «θλῖψις μεγάλη, οἵα οὐ γέγονεν ἀπ᾽ ἀρχῆς κόσμου» (Ματθ. 24,7,21), θλῖψις ποὺ ποτέ ἄλλοτε δὲν συνέβη. Ἡ θλῖψις αὐτὴ θὰ ξεπεράσῃ κάθε ἄλλη. Ἂς διασκεδάζῃ ὁ κόσμος καὶ ἂς μολύνῃ τὰ νησιά μας, ποὺ ἄλλοτε μοσχοβολοῦσαν ἀπὸ θυμάρι καὶ λιβάνι καὶ τώρα τὰ κάναμε διεθνῆ πορνεῖα· ἔρχεται θλῖψις μεγάλη. Πιστεύω στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ. Δὲν πιστεύω στὰ λόγια τῶν πολιτικάντηδων, τῶν φιλοσόφων, τῶν ἐπιστημόνων· πιστεύω στὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ μας, πού ᾿νε γραμμένα ὄχι μὲ μολύβι ἀλλὰ μὲ τὸ αἷμα του· θὰ γίνῃ θλῖψις «οἵα οὐ γέγονεν» ἐπὶ τῆς γῆς.
Ποιά θά ᾽νε ἡ θλῖψις αὐτή, ποὺ ἔρχεται σὰν ἠλεκτρικὴ σκούπα νὰ σαρώσῃ τὰ σκουπίδια ποὺ μάζεψε ὁ διάβολος; Δὲν εἶμαι προφήτης. Ρωτῆστε τοὺς προφήτας, ἀνοῖξ τε τὰ Εὐαγγέλια καὶ τὴν Ἀποκάλυψι, διαβάστε καὶ θὰ δῆτε. Μήπως καμμιὰ νύχτα, καθὼς ἀδειάσαμε τὰ χωριά μας καὶ μαζευτήκαμε στὶς πολιτεῖες, σὰν σκου λήκια μέσ᾿ στὸ βόρβορο, στὴν ἀτιμία τὴν πορνεία τὴ μοιχεία καὶ τὴ βλασφημία, γίνῃ καν ένας σεισμὸς καὶ δὲν μείνῃ τίποτα ὄρθιο; Μήπως ἀνοίξῃ ἡφαίστειο ἢ μᾶλλον ἡφαίστεια κι ἀπὸ τὶς κορυφές τους ξεράσουν μύδρους φωτιᾶς καὶ λάβας ἐπάνω στὰ κεφάλια τῶν ἀτίμων καὶ διεφθαρμένων καὶ κλεπτῶν καὶ ἐκμεταλλευ τῶν; Μήπως καμμιὰ μέρα ἡ θάλασσα φουσκώσῃ καὶ τὰ νερά της ὑψωθοῦν καὶ σκεπάσουν τὰ βουνά; Μήπως γίνῃ καμμιὰ ἐπιδημία κ᾽ οἱ ἄνθρωποι πέφτουν σὰν τὶς μῦγες στὰ πεζοδρόμια; Δὲν εἶπα τίποτα, ὑπάρχει κάτι χειρότερο. Μήπως γίνῃ κανένας ἐμφύλιος πόλεμος καὶ πετσοκόβει ἀδελφὸς τὸν ἀδελφὸ καὶ παιδὶ τὸν πατέρα, καὶ γεμίσουν τὰ πεζοδρόμια ἀπὸ κεφάλια ἀδελφῶν κατὰ ἀδελφῶν; Μήπως –τὸ χειρότερο ἀπ᾿ ὅλα– γίνῃ κανένας παγκόσμιος πόλεμος, ὁ Ἁρμαγεδών (Ἀπ. 16,16), ποὺ θά ᾿νε τὸ τέλος τῆς ἄπιστης γενεᾶς μας;
Δὲν τὰ ξέρω. Ἕνα ξέρω· ὅ,τι εἶπε ὁ Κύριος θὰ πραγματοποιηθῇ. Τὰ ἄστρα θὰ πέσουνε, τὰ ποτάμια θὰ ξεραθοῦνε, τὰ βουνὰ θὰ λειώσουνε, ἀλλὰ τὰ λόγια τοῦ Χριστοῦ εἶνε αἰώνια· «Ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται», εἶ πε, «οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι» (Ματθ. 24,35). Θὰ γίνουν αὐτά. Καὶ τότε ποῦ πᾶνε τὰ γράμματα, τὰ πανεπιστήμια, οἱ γραμματισμένοι, οἱ ἄθεοι; ποῦ πᾶνε ὅλοι αὐτοί;
Ποῦ πᾶνε; τὸ λέει ἡ Ἀποκάλυψις (βλ. 16,9,10-11,21). Θὰ πονέσουν τόσο πολὺ οἱ ἄνθρωποι ὥστε, ὅπως τὸ λυσσασμένο σκυλὶ δὲν γνωρίζει τὸ ἀφεντικό του, ἀλλὰ δαγκώνει τὸ χέρι τοῦ κυρίου του, ἔτσι οἱ ἄνθρωποι θὰ λυσσάξουν ἀπὸ τὸ χρῆμα καὶ τὴν ἀτιμία καὶ τὴν πορνεία καὶ τὴν ἀχαριστία, καὶ θὰ βλαστημᾶνε τὸ Θεό, θὰ λένε, Ὁ Θεὸς τὰ φταίει. Θὰ δαγκώνουν τὶς γλῶσσες τους καὶ δαγκώνοντας τὶς γλῶσσες τους θὰ βλαστημοῦν τὸ Θεό. Ἄλλοι θὰ πηγαίνουν στὰ μνήματα καὶ θὰ λένε· Πατέρα καὶ μάνα, σηκωθῆτε ἀπ᾽ τὸν τάφο νὰ μποῦμε μέσα ἐμεῖς. Ἄλλοι θὰ πηγαίνουν στὰ βουνὰ καὶ θὰ λένε· Ἀνοῖξτε, βουνά, νὰ κρυφτοῦμε ἀπὸ τὴν ὀργὴ τοῦ Θεοῦ (βλ. ἔ.ἀ. 6,16. Λουκ. 23,30). Κι ἄλλοι θὰ τινάζουν τὰ μυαλά τους στὸν ἀέρα, γιατὶ ὁ πόνος θά ᾿νε φοβερὸς καὶ ἀβάσταχτος. Θὰ γίνῃ «θλῖψις μεγάλη, οἵα οὐ γέγονεν» ἐπὶ τῆς γῆς.
* * *
Μέσα στὸ χάος αὐτό, ἀγαπητοί μου, μέσα στὸν ὠκεανὸ ποὺ φουσκώνει τὰ κύματά του καὶ πνίγει καράβια, ποιός θὰ μᾶς σώσῃ;
Μέσα στὴ θύελλα τὴ μεγάλη ποὺ ἔρχεται, ἀ δελφοί μου, –δὲν εἶνε λόγια αὐτά, δὲν τὰ λέμε γιὰ νὰ περάσῃ ἡ ὥρα–, μέσα στὸν φοβερὸ αὐτὸ ὠκεανό, στὴ φουρτούνα αὐτὴ τὴ μεγάλη, –ἔχε τε θάρρος, ἔχετε πίστι Χρι στιανοί– ὑ πάρχει ἕνα σωσίβιο, πάνω στὸν ὠ κεανὸ ἐπιπλέει ἕνα σωσίβιο· τὸ σωσίβιο εἶνε ὁ τίμιος σταυ ρός. Ὅποιος πιαστῇ ἀπ᾽ τὸ σωσίβιο, ὅποιος πιαστῇ ἀπὸ τὸν τίμιο σταυρό, αὐτὸς θὰ σωθῇ.
Μέσα στὴν κατάρα αὐτή, μέσα στὴν κόλασι αὐτὴ ποὺ ζοῦμε, ἀδέρφια μου, μία εἶνε ἡ ἐλπίδα, ἕνα εἶνε τὸ ὅπλο μας, ὁ τίμιος σταυρός, ὃν προσκυνοῦντες λέγομεν· Τίμιε σταυρέ, σῶ σον ἡμᾶς διὰ πρεσβειῶν τῆς ἁγίας Θεοτόκου· ἀμήν.
(†) ἐπίσκοπος Αὐγουστῖνος
Ο Ζωοποιός Άρτος!!!
«Καὶ ἔφαγον πάντες καὶ χορτάσθησαν»
Μετὰ τὸ θάνατο τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Προδρόμου ὁ Χριστὸς ἀναχωρεῖ στὴν ἔρημο. Ἀναχωρεῖ στὴν ἔρημο, γιὰ νὰ φυλάξει τὸν ἑαυτό Του γιὰ τὸν κατάλληλο καιρὸ τοῦ Σταυροῦ. Δὲν εἶχε ἔλθει ἡ ὥρα γιὰ τὸ πάθος Του. Ὁ ἄλλος Εὐαγγελιστὴς γράφει πὼς ἀναχώρησε στὴν ἔρημο γιὰ νὰ δώσει τὴν εὐκαιρία στοὺς μαθητές Του νὰ ξεκουρασθοῦν (Μάρκ. 6,31). Ἀνεχώρησαν σὲ κάποια ἔρημο τῆς πόλεως Βηθσαιδᾶ (Λουκ. 9,10).
Στὸ χῶρο αὐτὸ ἔκανε τὸ θαῦμα τῶν πέντε ἄρτων.
Οἱ συνθῆκες τοῦ θαύματος τὰ ἀρνητικὰ δεδομένα εἶναι περισσότερα ἀπ’ τὰ θετικὰ στὸ θαῦμα τῶν πέντε ἄρτων, γράφει ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀμερικῆς Δημήτριος. Ὁ τόπος ἦταν ἔρημος καὶ δὲν ὑπῆρχε κάποια ἑστία ἀνεφοδιασμοῦ γιὰ τὸν κόσμο. Ἡ ὥρα ἦταν περασμένη· «Ἡ μὲν ἡμέρα κλίνειν ἤρξατο», καθὼς εἶπε Λουκᾶς· «αὐτοὶ δὲ παρέμειναν ἄσιτοι», δηλαδὴ ἡ ἡμέρα τελείωνε, ἀλλὰ αὐτοὶ παρέμειναν ἄσιτοι, σημειώνει ὁ Εὐθύμιος Ζιγαβηνός. Ὁ πολὺς ὁ κόσμος εἶχε αἰχμαλωτευθεῖ ἀπ’ τὴ διδασκαλία, γιὰ νὰ μπορέσουν οἱ ἄνθρωποι νὰ ψάξουν νὰ βροῦν κάτι νὰ φᾶνε (ὅπ. π.). Κατὰ τὴν Ἁγία Γραφὴ «‹οὐ λιμοκτονήσει Κύριος ψυχὴν δικαίαν» (Παροιμ. 10,3), δηλαδὴ ὁ Κύριος δὲν θὰ ἀφήσει νὰ πεθάνει ἀπ’ τὴν πείνα ἡ ψυχὴ ποὺ εἶναι δίκαιη. Ὁ Χριστὸς εἶχε ἀποφασίσει νὰ τοὺς θρέψει μὲ τὸν παράδοξο αὐτὸ τρόπο, ἀλλὰ περίμενε νὰ Τοῦ τὸ ζητήσουν νὰ μὴ φανεῖ πὼς κάνει θαύματα πρὸς ἐντυπωσιασμό. Ἄφησε νὰ πεινάσουν ὑπερβολικά, προκειμένου νὰ λάβουν μεγαλύτερη αἴσθηση τοῦ θαύματος.
Ἄλλες πλευρὲς τοῦ θαύματος
Πρὶν κάνει τὸ θαῦμα προσευχήθηκε στὸν Πατέρα Του· «ἀναβλέψας εἰς τὸν οὐρανὸν εὐλόγησεν» (Ματθ. 14,19). Ἐδῶ βλέπουμε τὸ μυστήριο τῆς ἐνσάρκου οἰκονομίας, δηλαδὴ ὁ Χριστὸς ἦταν τέλειος ἄνθρωπος, γι’ αὐτὸ καὶ προσεύχεται ὅπως κάνουν ὅλοι ποὺ ἔχουν τὴν ἀνθρώπινη φύση. Μετὰ προσευχήθηκε στὸν Πατέρα Του, λέγει ὁ ἱερὸς Χρυσόστομος, γιὰ νὰ δώσει νὰ καταλάβουν ὅλοι πὼς δὲν εἶναι ἀντίθεος, ἀλλ’ ἔχει τὴν προέλευσή Του ἀπὸ τὸ Θεὸ «καὶ ὅτι ἴσος ἐστί», δηλαδὴ εἶναι ἴσος μὲ τὸ Θεὸ Πατέρα. Ὁ Μωϋσῆς στὴν ἔρημο παρακάλεσε τὸ Θεὸ κι ἔδωσε στοὺς Ἰσραηλίτες τὸ μάννα ἀνάλογα μὲ τὴν ἀνάγκη, ποὺ εἶχαν, ὅπως κι ὁ Ἠλίας ἔδωσε στὴ χήρα γυναίκα στὰ Σάρεπτα τῆς Σιδώνας τὸ λάδι καὶ τὸ ἀλεύρι μόνον γιὰ τὸν καιρὸ τοῦ λιμοῦ, ἐνῶ ὁ Κύριος πολλαπλασίασε τοὺς πέντε ἄρτους χωρὶς φειδώ, μὲ ἀποτέλεσμα νὰ ἔχουν περισσεύματα «δώδεκα κοφίνους πλήρεις» (Ματθ. 14,20).
Στοὺς μαθητὲς του δίνει ἄρτους, γιὰ νὰ τοὺς μοιράσουν στὸ πλῆθος, γιὰ νὰ θυμοῦνται μόνιμα καὶ συνεχῶς τὸ θαῦμα. Ἀκόμη τοὺς δίνει τοὺς ἄρτους, γιὰ νὰ μὴ νομισθεῖ πὼς κατὰ φαντασία θαυματούργησε. Τὰ περισσεύματα εἶναι δείγματα ἀτράνταχτης ἀλήθειας. Τὸ θαῦμα τῶν πέντε ἄρτων εἶναι σύμβολο καὶ τῆς θείας Εὐχαριστίας. Ἡ θεία Εὐχαριστία εἶναι ὁ οὐράνιος ἄρτος τῶν ἀνθρώπων. Ἀκόμη μπορεῖ οἱ ἄρτοι νὰ συμβολίζουν καὶ τὰ πολλὰ χαρίσματα τοῦ ἁγίου Πνεύματος. Ὁ Κύριος τρέφει τὸ λαό Του καὶ τὴν Ἐκκλησία Του μὲ τὸν ἑαυτό Του. Ὁ Χριστὸς εἶναι ὁ ζωοποιὸς ἄρτος.
Τὸ κοινωνικὸ πρόβλημα
Πολλοὶ διαβάζοντας τὸ θαῦμα τῶν πέντε ἄρτων ἴσως κάνουν σκέψεις πὼς ὁ Χριστὸς πρέπει νὰ λύσει τὸ κοινωνικὸ πρόβλημα τῶν ἀνθρώπων ποὺ συνδέεται μὲ τὶς βιοποριστικές τους ἀνάγκες κατὰ τρόπο μαγικό. Κάπως ἔτσι πίστευαν καὶ οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς Του (Ἰωάν. 6,26). Νόμιζαν πὼς ὁ Χριστὸς θὰ ἔκανε κάθε μέρα τὸ ἴδιο θαῦμα καὶ θὰ τοὺς ἁπάλλασε ἀπὸ τὴν ἐργασία. Ὁ Χριστὸς δὲν περιφρονεῖ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά, ἀλλὰ τὰ ἱεραρχεῖ. Πρῶτα εἶναι ἡ βρώση ἡ μένουσα (ὅπ. π. στίχ. 27) καὶ μετὰ ἡ πρόσκαιρη. Πρῶτα βάζει τὴν πνευματικὴ καλλιέργεια τοῦ ἀνθρώπου καὶ μετὰ τὰ ὑλικὰ ἀγαθά. Ἡ ἀγχώδης μέριμνα καὶ ἡ ἐπίμονη προσπάθεια γιὰ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀγαθῶν ποὺ προέρχονται, εἶναι καταδικαστέες ἀπ’τὸ Χριστό.
Ἡ Ἐκκλησία ἐνδιαφέρεται τὸ ἴδιο γιὰ τὶς ὑλικὲς ἀνάγκες τοῦ ἀνθρώπου, ἀλλὰ βάζει μία σειρὰ στὶς ἀπαιτήσεις μας. Δὲν πρέπει ποτὲ νὰ προηγοῦνται τῶν πνευματικῶν ἐνδιαφερόντων μας τὰ ὑλικά. Πρῶτα δίδαξε ὁ Χριστὸς τὸν ὄχλο καὶ μετὰ τοὺς ἔδωσε ψωμὶ νὰ φᾶνε. Τὸν ἄνθρωπο ὀφείλει νὰ τὸν διακατέχει ἡ ἀγωνία μήπως χάσει τὸν σύνδεσμό του μὲ τὸ Χριστό, ποὺ εἶναι ὁ ζωοποιὸς ἄρτος κι ὄχι ἡ ἐπιθυμία νὰ ἀποκτήσει πολλὰ ἐφήμερα ἀγαθά.
Ἀδελφοί μου,
Νὰ θεωροῦμε τὸν ἑαυτὸ μας πλούσιο, ὅταν ἀρκούμεθα στὰ ἀναγκαῖα κι ἔχουμε τὸν Χριστὸ ἐπιούσιο ἄρτο στὴ ζωή μας. Τότε ὄντως εἴμαστε πλούσιοι.
Μητροπολίτης Ἐδέσσης, Πέλλης καί Ἀλμωπίας Ἰωὴλ
Ποιοὺς χορταίνει ὁ Θεὸς
«Ἔφαγον πάντες καὶ ἐχορτάσθησαν»
Στὸ σημερινὸ εὐαγγελικὸ ἀνάγνωσμα ἀκούσαμε ὅτι ὁ Κύριος μὲ πέντε ψωμιὰ καὶ δύο ψάρια ἔθρεψε πλῆθος ἀνθρώπων, ἀπὸ τοὺς ὁποίους μόνο οἱ ἄνδρες ἦταν πέντε χιλιάδες! Ἔφαγαν ὅλοι καὶ χόρτασαν καὶ μάλιστα περίσσεψαν δώδεκα κοφίνια γεμάτα μέχρι πάνω! Ἡ περικοπὴ αὐτὴ εἶναι κατ᾿ ἐξοχὴν ἐπίκαιρη στὴν ἐποχή μας, ἐποχὴ οἰκονομικῆς κρίσεως, κατὰ τὴν ὁποία πολλοὶ συνάνθρωποί μας στεροῦνται ἀκόμη καὶ τὰ ἀναγκαῖα. Ὡστόσο, γιὰ νὰ κατανοήσουμε τὸ θαῦμα, θὰ πρέπει νὰ δοῦμε ποιὰ ἦταν ἡ περίσταση στὴν ὁποία ὁ Κύριος τὸ ἐνήργησε, καὶ κατόπιν τί σημαίνει αὐτὸ γιὰ τὴ ζωή μας.
1. Προνοεῖ ἰδιαιτέρως γιὰ ὅσους ἐπίμονα Τὸν ἀναζητοῦν
Ὁ Κύριος καὶ οἱ μαθητές Του εἶχαν ἀποσυρθεῖ σὲ ἔρημο τόπο γιὰ λίγη ξεκούραση. Τὸν ἀντιλήφθηκαν ὅμως τὰ πλήθη καὶ πῆγαν σ᾿ ἐκεῖνο τὸ μέρος. Ἐκεῖνος τοὺς σπλαχνίσθηκε, θεράπευσε τοὺς ἀσθενεῖς τους καὶ δίδαξε ἐπὶ πολλὴ ὥρα, μέχρι ποὺ ἄρχισε νὰ βραδιάζει. Τότε τοὺς ἔθρεψε μὲ αὐτὸ τὸ καταπληκτικὸ θαῦμα.
Αὐτοὺς ἔθρεψε. Αὐτοὺς ποὺ εἶχαν δείξει τέτοιο ζῆλο καὶ αὐταπάρνηση γιὰ τὸν Κύριο. Δὲν τοὺς βρῆκε Ἐκεῖνος· αὐτοὶ Τὸν βρῆκαν, περπατώντας ὧρες, καὶ μάλιστα κουβαλώντας τοὺς ἀρρώστους τους. Δὲν πῆγαν μόνο γιὰ νὰ θεραπευθοῦν, ἀλλὰ ἔδειξαν ἐνδιαφέρον νὰ ἀκούσουν τὴ διδασκαλία Του. Κάθισαν καὶ Τὸν ἄκουγαν ὧρες, χωρὶς νὰ δυσανασχετήσουν καὶ νὰ παραπονεθοῦν. Τόσο τοὺς εἵλκυσε ἡ θεία διδασκαλία Του, ὥστε ξέχασαν τὴν κούρασή τους καὶ δὲν τοὺς ἀπασχόλησε καθόλου οὔτε ποῦ θὰ κοιμηθοῦν οὔτε τί θὰ φᾶνε. Αὐτοὺς ἔθρεψε ὁ Κύριος· τοὺς ἐπίμονους ἀναζητητές Του καὶ φιλόπονους ἀκροατές Του, οἱ ὁποῖοι γιὰ χάρη τῶν πνευματικῶν λησμόνησαν τὰ σωματικά.
Τί σημαίνει ὅμως αὐτὸ γιὰ τὴ ζωή μας;
2. Πάνω ἀπὸ ὅλα ἡ ψυχή!
Ἀπὸ τὸ θαῦμα τοῦ χορτασμοῦ τῶν πεντακισχιλίων διδασκόμαστε ὅτι ὅταν φροντίζουμε περισσότερο ἀπὸ ὅλα γιὰ τὸν ἐξαγιασμό μας, τότε ὁ Κύριος δὲν θὰ μᾶς στερήσει τίποτε ἀπὸ ὅσα ἔχουμε ἀνάγκη. Τὸ θαῦμα αὐτὸ εἶναι ἀκριβῶς ἡ ἐφαρμογὴ τῆς ἐντολῆς τοῦ Κυρίου «ζητεῖτε πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν». Νὰ ζητᾶτε πρῶτα καὶ πάνω ἀπὸ ὅλα, τὰ πνευματικὰ ἀγαθὰ τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν ἀπόκτηση τῶν ἀρετῶν, καὶ τότε ὅλα αὐτὰ τὰ ἐπίγεια, τὰ ἀναγκαῖα γιὰ τὴ σωματική σας συντήρηση, θὰ σᾶς δοθοῦν (Ματθ. ς´ 33).
Εἶναι ἡ ἐφαρμογὴ τοῦ ψαλμικοῦ χωρίου ποὺ ψάλλουμε στὴν ἱερὴ Ἀκολουθία τῆς Ἀρτοκλασίας: «Πλούσιοι ἐπτώχευσαν καὶ ἐπείνασαν, οἱ δὲ ἐκζητοῦντες τὸν Κύριον οὐκ ἐλαττωθήσονται παντὸς ἀγαθοῦ». Πλούσιοι ποὺ ἐξάρτησαν τὴν εὐτυχία τους ἀπὸ τὰ πλούτη τους, κατάντησαν φτωχοὶ καὶ πείνασαν· ἐνῶ ὅσοι στήριξαν τὴν ἐλπίδα τους στὸν Κύριο καὶ Τὸν ἀναζητοῦν μὲ πόθο, δὲν θὰ στερηθοῦν κανένα ἀγαθό (Ψαλ. λγ´ [33] 11).
Τὸ ζητούμενο λοιπὸν εἶναι νὰ βάλουμε σωστὲς προτεραιότητες: πρῶτα νὰ φροντίζουμε γιὰ τὴ σωτηρία τῆς ψυχῆς μας καὶ μετὰ γιὰ τὴ συντήρηση τοῦ σώματός μας. Νὰ μὴ μᾶς ἀπορροφοῦν οἱ δουλειές μας καὶ παραμελοῦμε τὰ πνευματικά – τὴν καθημερινὴ προσευχὴ καὶ μελέτη, τὸν ἐκκλησιασμὸ κάθε Κυριακή, τὴν τακτικὴ Ἐξομολόγηση καὶ θεία Κοινωνία. Νὰ μᾶς ἀπασχολεῖ πάνω ἀπὸ ὅλα πῶς θὰ ἀρέσουμε στὸ Θεό, καὶ τότε Ἐκεῖνος θὰ εὐλογεῖ τὴν ἐργασία μας καὶ δὲν θὰ μᾶς λείπει τίποτε.
Νὰ φυλάττουμε ἀκόμη τὴν ἀργία τῆς Κυριακῆς, ποὺ δυστυχῶς στὶς μέρες μας καταπατεῖται. Νὰ μὴν ἐργαζόμαστε τὴν Κυριακή, ὅση ἀνάγκη κι ἂν ἔχουμε, καὶ δὲν θὰ μᾶς ἀφήσει ὁ Θεός. «Τὸ κέρδος τῆς Κυριακῆς εἶναι καταραμένο», ὅπως μᾶς διδάσκει ὁ ἅγιος Κοσμᾶς ὁ Αἰτωλός, «καὶ βάνετε φωτιὰ καὶ κατάρα στὸ σπίτι σας καὶ ὄχι εὐλογία», ἔλεγε χαρακτηριστικὰ ὁ Ἅγιος. Τὴν Κυριακὴ νὰ τὴν ἀφιερώνουμε στὴ λατρεία τοῦ Θεοῦ, σὲ πνευματικὴ μελέτη, σὲ ἀγαθοεργίες…
***
Εἶναι πραγματικὰ παράδοξο ὅτι ἕνα τόσο «ὑλικὸ» θαῦμα, ὁ χορτασμὸς τῶν πεντακισχιλίων, δίνει ἕνα τόσο πνευματικὸ μήνυμα. Τὸ μήνυμα νὰ στρέψουμε τὸ ἐνδιαφέρον, τὴν προσοχή, τὴν καρδιά μας ἀπὸ τὰ γήινα στὰ οὐράνια· νὰ ἀγαπήσουμε τὸν Χριστὸ μὲ ὅλη μας τὴ δύναμη, νὰ ἐμπιστευθοῦμε σ᾿ Αὐτὸν ὁλόκληρη τὴ ζωή μας· καὶ τότε Ἐκεῖνος θὰ φροντίσει γιὰ ὅ,τι ἔχουμε ἀνάγκη. Αὐτὴ εἶναι καὶ ἡ μόνη λύση στὴν κρίση τῆς ἐποχῆς μας: νὰ σταματήσουμε νὰ δίνουμε τὶς δικές μας ἀνθρώπινες λύσεις στὰ προβλήματα ποὺ μᾶς ταλαιπωροῦν, καὶ νὰ μᾶς ἀπασχολήσει ἕνα κυρίως ζήτημα: πῶς θὰ βροῦμε τὸν Θεό. Καὶ τότε Ἐκεῖνος θὰ δίνει τὶς δικές Του θαυμαστὲς θεϊκὲς λύσεις σὲ ὅλα τὰ προβλήματά μας.
kranos
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ