2017-08-07 22:55:03
ΔΙΗΓΗΜΑ
''Μου φαίνεται πώς κάθε μυθιστόρημα, κάθε ποίημα, κάθε πίνακας ή μουσικό έργο, που δεν αυτοκαταστρέφεται - θέλω να πω, που δεν είναι πλασμένο σαν ''χαρούμενη θυσία'' στην οποία χάνει το ίδιο του το κεφάλι -είναι σκέτη απατεωνιά''
Ζαν Ζενέ
1. ΜΟΡΦΕΥΣ
.......ο αφηγητής κι εγώ -, καταστρέφεται η γιορτή, καταδιώκεται μια νύχτα, μια νύχτα - χρέος,- ότι κάποιος εξοντώνει τοπριν ή το ύστερα, - εξουσιάζει η εντύπωση πως ο άνεμος ήταν πάντοτε απόλυτος στο ατέρμονο είναι του, καταπιάνεται με τη μη-λογική, εκείνη που σταματάει στο άδειο παράθυρο ύστατη μορφή χλευαστική σαν φάρσα, έπειτα η πόρτα - χωρίς απόγεμα - εκείνη η γραμμή του απείρου στο χώρο - δεν έρχεται ποτέ ή προφταίνει στην ώρα της, ή το έλεος, ο ίδιος άνθρωπος που δραπετεύει από κάθε παιχνίδι, από κάθε τέλος που σκαλίζει ο παλιός μάστορας - κανείς μαθαίνει να ζει, με τον καιρό, εισητήριο κατακόρυφης ομορφιάς στούς ακροβάτες,- κάτω απ' τα πόδια του ισορροπιστή το αμαξίδιο - αναπηρικό- για κάθε απώλεια- για κάθε σκέψη που φτάνει εξαντλημένη, που θα χρειάζεται ν' ανασαίνει λαχανιαστά - καθώς σταματά ακίνητος - κάποιος - καθώς δεν ακούγεται, μόνο εφόδιο ο διάσπαρτος λόγος, επιζεί παρ' όλο το απόμερο, ό,τι γερνάει παράτολμα δεν αποτελεί αυτονόητο ή αυτεξούσιο ΟΤΑΝ ΑΥΛΑΙΑ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ ΟΤΑΝ ΕΦΗΜΕΡΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΟΤΑΝ ΥΠΝΟΣ ΟΤΑΝ ΔΡΑΜΑ ΠΛΗΡΕΣ ΕΦΗΜΕΡΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΣΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΣΚΟΤΑΔΙ ΚΟΡΥΦΩΣΗ ΜΥΘΙΚΗ- ΕΠΟΧΗ ΑΔΥΣΩΠΗΤΗ - ΕΥΛΙΓΙΣΤΟΣ ΣΑΝ ΝΕΡΟ ΣΤΟ ΣΤΕΡΕΩΜΑ επίχρυσες πτυχές με τα ψέμματα που έλαβαν το μανδύα τους χωίς ύπνο ΧΩΡΙΣ ΛΗΘΑΡΓΟ , ΠΕΡΙΠΟΥ ΑΝΟΡΓΑΝΟ - ψάχνω τη γαλήνη στο κορμί της άλλης πλευράς - πέστε μου,- είναι η σειρά μου στο απαιτητικό αυτό τσίρκο, το σκιερό Purgatorio;;; [1]
ΤΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ ΣΤΟ ΜΑΥΡΟ ΦΩΣ ΥΠΟΔΟΧΗ ΙΕΡΟ ΜΟΝΑΞΙΑΣΜΕΝΟ ΑΛΓΟΣ ΑΓΟΣ ΚΕΡΙΝΑ ΟΜΟΙΩΜΑΤΑ ΠΑΝΤΟΥ ΧΩΡΙΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ θα μιλήσουν χιλιάδες ερημιές ακατοίκητες ΜΟΝΟ ΧΟΡΟΣ Ή ΜΟΝΟ ΒΛΕΦΑΡΑ Ή ΣΩΜΑΤΑ ΑΦΗΜΕΝΑ - η νύχτα δεν έχει χάρτες, οι ναυτικοί έχουν χαθεί αιώνες τώρα, όσοι επιζούν ψάχνουν ένα σχήμα να χωρέσουν, ''τα βράδια είμαι εξόριστος'', μου λέει, ''πρέπει να ζήσει έναν ύπνο ο καθένας, να συνηθίσει την αιώνια φθορά, να συνθέσει τα συντρίμμια, να βάλει τις λέξεις στη σειρά, ν' αποχτήσει νόημα το χάος''- ΟΔΥΝΗ Ή ΠΡΟΣΧΗΜΑ ''πήγαινέ με στο σπίτι είναι αργά'', σαν ιδιότυπη μεταμέλεια, - η νύστα, - κι αυτή ανήκει στο φως, σ' ένα δικό της μεταίχμιο, ίσως γεννηθώ ξανά σ' ένα άλλο καλούπι ένα δέντρο που θ' ανεβαίνει στον ουράνιο θόλο θα χάνεται στα χέρια θα μοιράζει μια πράξη δε θά ξοδεύει ούτε λέξη ή συλλαβή- μόνο χέρια μόνο ζωή μόνο αυτό που εγκαταλείφθηκε -αυτό- που σωπαίνει -, ΤΟ ΕΙΔΩΛΟ - ο γέρο-Εγκούτσι στο δίχτυ του σχοινοβάτη, σχοινοβατεί σε άλλη δικαιοσύνη - σ' ένα σπίτι με κοιμισμένα κορίτσια, - ο καθένας αγαπάει το θάνατοαλλοιώς, στο δίχτυ ή στο δωμάτιο σωρεύονται τ' άστρα του Μινώταυρου, του Λαβυρίνθου οι οιμωγές, - ένας οίκος ανοχής χωρίς ανοχές ή ενοχές, ΛΙΓΟ ΦΩΣ ΤΟ ΦΩΣ ΤΟ ΔΕΡΜΑ Η ΜΥΡΩΔΙΑ ΟΤΑΝ ΑΡΩΜΑ, ''ζούσα καιρούς σε μια ασήμαντη πόλη'', είπε ο Εγκούτσι στον Kawabata,''στον κόρφο μιας γυναίκας, επίσης, με τον ίδιο τρόμο, - τα σπίτια μας όπως οι πόλεις στην αυστηρή γεωμετρία της λειψυδρίας τους [2] -,
[...ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ- ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ] :
1
. Α' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ τυλιγμένος σε δίχτυ
2. Β' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ σε αναπηρικό αμαξίδιο
3. ΜΟΡΦΕΥΣ
4. Α' ΓΥΝΑΙΚΑ
5. Β' ΓΥΝΑΙΚΑ
6. ΕΝΑΣ ΥΠΝΟΒΑΤΗΣ
7. ΕΓΚΟΥΤΣΙ
[παρακολουθούν ως βουβά πρόσωπα, o Kawabata, ο Genet, ο Becket]
[ΣΚΗΝΙΚΟ : Ένα μεταλλικό κρεβάτι, ένα δίχτυ που κρέμεται με συρματόσχοινο από ψηλά, το αμαξίδιο. Εκτυφλωτικό φως. Τα ΠΡΟΣΩΠΑ είναι όλα παρόντα στη σκηνή, εκτός του ΜΟΡΦΕΑ. Θόρυβοι. Ησυχία]
Β' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ : ....ήθελα να μαγειρέψω για όλους, αλλά η κατάστασή μου, βλέπετε....δεν το επιτρέπει - μια δική μου σπεσιαλιτέ [μικρή παύση]. Με βάση το λάχανο Α' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ :....μάς τόχεις πει τόσες πολλές φορές αυτό....Θα μπορούσες να κάνεις τουλάχιστο μια προσπάθεια, μιαν αρχή, κάποιος θα βοηθούσε.... Εγώ από δω λόγω της κατάστασής μου, επίσης, - θα αδυνατούσα, βέβαια, να βοηθήσω...Μέσα από το δίχτυ, θα ήθελα να ήμουν ένα ψάρι και μόνο - άραγε τα ψάρια έχουν αυπνίες;;[γελά]
Α' ΓΥΝΑΙΚΑ : ....[γελά], μα φυσικά και όχι εκτός κι αν είναι χρυσόψαρα, που βαρέθηκαν τη γυάλα τους[γελά δυνατά πάλι]. Αλλά ένα σοφό χρυσόψαρο δεν θ' άλλαζε ποτέ ενυδρείο. Δεν ξέρεις - μια αλλαγή σπιτιού, μπορεί να αποβεί καταστροφική, να φέρει τα πάνω κάτω [παύση]
[περνούν ο ΥΠΝΟΒΑΤΗΣ και οι συγγραφείς, στη σειρά, ο ένας πίσω απ' τον άλλο. Κάνουν έναν κύκλο πάνω στη σκηνή]
Α' ΓΥΝΑΙΚΑ : ...ποιοι είν' αυτοί;; τι θέλουν;;;
Β' ΓΥΝΑΙΚΑ : ....είναι οι νεκροί, οι υπνωτισμένοι μας, - όσοι κοιμήθηκαν με την ευλογία και τη χάρη του θεού, του Μορφέα Α' ΓΥΝΑΙΚΑ : ....ααα, εμείς αυτούς χρειαζόμαστε - από ζωντανούς έχουμε ένα σωρό, τους είδαμε κι αυτούς [παύση]
Α' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ : ....σιγά σιγά δε θάχουμε καμιά θέση εδώ. Στην Επανάσταση : Εκεί θα υποδεχτούμε τον Άνθρωπο σ' όλο του το μεγαλείο. Θάμαστε πέρα απ' τη σκηνή, θάμαστε η αλήθεια - το πραγματικό - σκηνή θα είναι ο κόσμος, το σύμπαν....il teatro mundi.
Β' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ :....πφφφ, ένα σύμπαν γεμάτο αναπηρικά αμαξίδια
ΥΠΝΟΒΑΤΗΣ :.....ας προσευχηθούμε ας προσευχηθούμε [...γονατίζει. Οι άλλοι μένουν ακίνητοι. Λίγο φως].
Η δέηση η αποψινή - περιλαμβάνει κατ' αρχάς την ομίχλη σου, χωμένη στην πολυθρόνα - n Ο βουβός μάρτυρας ενός ολόκληρου παρελθόντος, που εκφράζει τα υψηλά συναισθήματα
[Εκτυφλωτικό φως. Μπαίνει ο Μορφέας και οι ακόλουθοι του θεού.
Ο ΥΠΝΟΒΑΤΗΣ στρέφεται προς τον θεό]
Είμαι βέβαιος. ότι αυτό το δεύτερο έγκλημα θα διαπραχτεί από σένα - Με εξαιρετική τρυφερότητα, όπως όταν παραβιάζεται μια προφητεία.
Α' ΓΥΝΑΙΚΑ : ....ούτε λέξη για το θέμα
Β' ΓΥΝΑΙΚΑ : ...γι' αυτή την αόριστη αναπηρία του Έρωτα
Α' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ : ....ο θεός ανέλαβε την αντιπροσωπεία των φημισμένων χαπιών υπνο-ξαπλωτέν, σωθήκαμε. Πάω νασυνεχίσω την πρόβα, στο απόλυτο κενό, - στο δυσθεώρητο ύψος ΣΤΟΧΟΣ ΑΜΟΝΙ ΦΩΤΙΑ ΟΤΑΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ Ή ΕΚΤΙΝΑΞΗ ΟΜΟΡΦΙΑΣ ΟΤΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΡΟΠΗ ΣΤΟ ΑΙΜΑ [λίγο φως]
[σφυρίζει ένα σκοπό και τραγουδά]
Β' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ :....η γραβάτα του ήταν προσεκτικά σφιγμένη, στη σκηνή χωρούσαν όλοι, - ο αυτοκράτορας, οι σάτυροι κι εκείνος, - που οδήγησε τους πάντες στη σύλληψη της μεγαλοφυούς ιδέας, οι φοβίες, οι κάθε είδουςδιαστροφές, τα πένθιμα εμβατήρια, ο κόσμος της νύχτας, οι μεταμφιεσμένοι εσωστρεφείς, εγώ μετά την αποξένωση, η καρδιά μου που ανέπνεε έξω απ' το σώμα, το συκώτι του Προμηθέα, τα τυφλά μάτια του Τζόυς, ένα σπάνιο ουίσκυ 25 ετών, η δυναστεία των βρυκολάκων με την ασύλληπτη ξενική προφορά, εσύ μπροστά σ' ένα μπουκάλι κρασί που φύλαξε ο Μπόρχες για τον Μινώταυρο, η Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας στις 6 το πρωί, ο θάνατος του τελευταίου στρατιώτη και η μοίρα του - ένας άντρας με σελήνη άγνωστη ή ακόρεστη και ξαφνική. Αλλά όχι πλήρης. Σαν υψικάμινος.
ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ :......σαν ύπνος [με δυνατές φωνές][3]
Σκοτάδι. ΑΥΛΑΙΑ.
2. ΦΟΒΗΤΩΡ
......πόσο να ζούνε οι φόβοι σε μια απειλητική σιωπή που ακολουθεί το γέλιο των ερωτευμένων, γιατί εγώ φοβάμαι κάθε λέξη που φέρνει στο νου μου εκείνη σε μια ανύπαρχτη πρωία, υπάρχει πάντα ένας ανομολόγητος φόβος για τη βροχή πουκοιμάται δίπλα σου, - ήταν φοβισμένη μπροστά στον καθρέφτη στις δικές της τελετουργίες, καθώς αργεί ο ύπνος φοβάμαι τους αρχαίους ηθοποιούς, ο φόβος μπορεί να κρύβεται στο μεγάλο μεσαίο δάχτυλο και στο μαχαίρι, φοβάμαι ο,τι εξαφανίζεται ανάμεσα σε δυο νύχτες γιατί μπορεί να ξανάρθει σαν εκδίκηση στα πόδια του θεού, φοβάμαι ό,τι γεννιέται με εγκατάλειψη, φοβάμαι όταν μου λες πως άνοιξες τους δρόμους, φοβάμαι ό,τι δεν έρχεται επειδή το περίμενα, φοβάμαι τα τέρατα της τελευταίας στιγμής, φοβάμαι τις αξέχαστες γυναίκες που έχουν πεθάνει, φοβάμαι την αθώα επιφυλακτικότητα του Εγκούτσι, φοβάμαι αυτά που δεν έχουν αμφισημία, φοβάμαι αυτούς που ευχαριστούνε αλλήλους γιατι έζησαν τα πέρατα, φοβάμαι εκείνες τις λέξεις που απομένουν χωρίς αποδέκτες, φοβόμαστε μια νύχτα που μεταφέρει αινίγματα άλλης εποχής ή τα χαμόγελα του ανθρώπου που δεν επιστρέφει, ο παράξενος φόβος για τους ήρωες ενός βιβλίου που εμεινε στη μέση, φοβάμαι αυτά που θάβονται απρόσμενα σε άγνωστα σκοτάδια σε άγνωστα μέρη με μια τεχνητή μεγαλωσύνη που δεν αναγνώρισα, όλοι οι φόβοι επαναλαμβάνουν μια λεηλασία χιλιάδες φορές, φοβάμαι τα θλιβερά βλέμματα που συχνάζουν κάπου στην άκρη μιας θάλασσας, φοβάμαι τη παλίρροια ή ένα δέντρο γεμάτο σιωπή που είναι αθέατο από παντού [4]
....φοβάμαι τον αφηγητή που με συνοδεύει στην αρχή ή στο τέλος του παιχνιδιού σα λογοδοσία ή φιλοδώρημα, ο φόβος είναι η επικύρωση για τους έρωτες που χάθηκαν, φοβάμαι περισσότερο την Κόλαση του Δάντη επειδή εκεί τελειώνει η συχώρεση, η Γυναίκα είναι παντού - αλλά το νοιώθεις όταν φοβάσαι να γεράσεις, φοβάμαι μια άγονη γραμμή, αυτή, ανάμεσα στους ανθρώπους, φοβάμαι τους συγγραφείς πιο πολύ απ' τα πλάσματά τους καθώς παριδιαβαίνουν ό,τι έγραψαν, φοβάμαι τα πλάσματά τους γιατί θέλουν να γεννηθούν σε μια γωνιά κι ας είναι ακρωτήρι της έρημης χώρας μας, φοβάμαι εμένα στην ησυχία του εγωισμού που νομίζω ασκητική, φοβάμαι τους σχοινοβάτες γιατί ζούνε ανάμεσα στις ζητωκραυγές και το χειροκρότημα, φοβάμαι τον θεό Φοβήτορα γιατί αναπνέει στους εφιάλτες μιας ολόκληρης αποικίας ονείρων, φοβάμαι γιατί είσαι πάντα αλλού και τα παράθυρα είναι κλειστά, φοβάμαι το χρόνο γιατί έμαθε να μιλάει σαν απόρριψη, οι φόβοι μας όταν εκλιπαρούμε τους ήρωες που τελέσανε το θρίαμβό τους, είσαι μέσα στο φόβο όταν σβήνουν τα φώτα και η αυλαία πέφτει μεμιάς γιατί επιστρέφεις, φοβάμαι την προφητεία που δεν με βάζει στην άκρη στο έλεος, φοβάμαι όταν όλα είναι δικαιοσύνη, κάποτε οι φόβοι κρύβουν τη μεγάλη σιωπή ή το αίνιγμα που έφερνε τη λύση, φοβάμαι αφού κι ο φόβος μπορεί ν' αποκτήσει το καπέλο του Αρλεκίνου, φοβάμαι την Επανάσταση χωρίς τον Έρωτα, φοβάμαι αυτούς που ξερίζωσε η απεραντοσύνη του άδειου [5]....κι εγώ θα πάρω λίγη απ' τη δική σου ζεστασιά,- καλέ μου αφηγητή, εαυτέ μου,- πρέπει να ζήσουμε από τα χνώτα του κόσμου, από την συγκατάβαση που φαίνεται σκληρή, να γνωριστούμε, εκεί στα κοιμισμένα κορίτσια, να δώσουμε όχι τα χέρια, μα τα σώματα - οι δικοί μας ήρωες ν' αγκαλιαστούν με τους άλλους σ' ένα ευεργετικό μισοσκόταδο, όπου όλα είναι τίποτα και τα πάντα- οι ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΕΣ μας, σχεδόν ανάπηροι, τυλιγμένοι το σχοινί της τελευταίας ακροβασίας - .ΣΥΜΠΟΝΙΑ. - Οι ΓΥΝΑΙΚΕΣ θα έρθουν με μια απροσχημάτιστη όλο ακισμούς συγκατάθεση, ο ΥΠΝΟΒΑΤΗΣ, ο γερο Εγκούτσι, ο ΚΛΟΒ - ή ό Μπέκετ - θα πει για την μεγάλη αμηχανία πριν εγκαταλείψει τον εαυτό του, ή ο ΧΑΜ που σαν δυνάστης θ' αρνηθεί τον Ζενέ,- θα συνομιλήσουν όταν ο κήπος γεμίσει τα πολύχρωμα πουλιά του Καβαμπάτα, κι οι άλλοι, όσοι δεν έχουν πόδια - ο ΝΑΓΚ και η ΝΕΛ με κομμένα άκρα είτε όνειρα- δεν φοβούνται, ζούνε μέσα σε ντενεκέδες σκουπιδιών, εισπράττουν ένα πενιχρό προνοιακό επίδομα για να μη φωνάζουν ενοχλώντας τους καθωσπρέπει, είναι αυτοί που από τραγικότητα εξευμενίσαν το θεό, οι μοναδικοί προσήλυτοι από λύτρωση, κι έτσι ο θεός σταμάτησε να τρομάζει την ανάπηρη μοναξιά τους -, έχουν μια αιώνια συνθήκη ειρήνης - , αυτή η στιγμή είναι η αθώωση : οι ήρωές αγκαλιάζονται, ξαναυπάρχουν, ετοιμάζονται σε άλλου είδους ρόλους ή μεταίσθημα, στη φαντασία- που δεν υποχωρεί γιατί είναι καλωσύνη, και μέσα στο όνειρο, κάποιος, ξαπλώνει από τώρα με άνεση στην καμπούρα μιας θαλάσσιας χελώνας.[6]
3. ΦΑΝΤΑΣΟΣ
I was / And I no more exist / Here drifted / An hedonist - EZRA POUND, HUGH SELWYN MAUBERLEY
....όταν πλησιάζει ο ύπνος, αυτό το εφήμερο δάνειο θανάτου ανάμεσα στο μουγγρητό του ζώου και στις κραυγές του έρωτα απρόβλεπτα λες ''θέλω ν' ακούσω τη θάλασσα'', ή πάλι τα νεκρά κορμιά έχουν την καμπυλότητα ενός τοπίου του τοπίου που απλώνουν τα μάτια όσο μπορούν- η αναπνοή της γης που μάς ανοίγεται ξανά, χρωστάει την οριστική αγκαλιά του τυχαίου - το ξαναγράφω αυτό, είναι το επιμύθιο ενός θεού που δεν έχει μορφή είμαστε όλοι - πολύ σκληρά πράγματα σε μια πάσχουσα πραγματικότητα - αύριο βράδυ στις εννιά πρέπει να μ' εγκαταλείψεις - έτσι θα είμαι μόνο εγώ - απασχολημένος με την διαδικασία του προσωρινού υπαινικτικού θανάτου μου, σαν προαναγγελία κάποιας απροσδόκητης επιστροφής - και μη ξεχνάς - πρόκειται για τη δολοφονία κάποιου αθώου ανώνυμου αναρχικού ηδονιστή κι εραστή των απολαύσεων,- ενώ θα βγαίνεις, θα ξαναζήσεις τη νοσταλγία της αμέτρητης νύχτας - προμηνούσε βροχή αυτή η προσμονή είναι νωποί oi εγκλεισμοί των θεών μέσα μας, νοιώθουν κορεσμό μοιράζονται σαν απόκληροι μιαν ιδέα μόνο από ένα μέλος του σώματας, - ας πούμε-, για να εκφράσουν μια σκέψη διαίρεσης στα βάθη της παλάμης ή τα κατάβαθα του νου,
ΚΛΟΒ, Α' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ : [μαζί],...Ο ΚΟΣΜΟΣ ΜΙΚΡΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΕΣ ΜΕ ΤΟ ΝΥΧΙ......ΣΤΟΥΣ ΤΟΙΧΟΥΣ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΜΕΛΛΟΘΑΝΑΤΩΝ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΩΝ ΣΤΙΧΩΝ ΜΕΤΡΗΜΑ ΣΦΥΓΜΟΣ ΔΙΠΛΑ ΣΟΥ ΑΥΤΟΣ ΠΡΙΝ Ο ΥΠΝΟΣ ΟΤΑΝ ΥΠΝΟΣ
Β' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ : ΤΟ ΠΟΔΙ ΣΤΗ ΓΩΝΙΆ ΚΟΥΦΙΟ ΞΥΛΙΝΟ ΠΟΔΙ ΣΤΗ ΓΩΝΙΆ ΚΟΥΦΙΟ ΞΥΛΙΝΟ ΠΟΔΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΜΕ ΔΥΟ ΠΟΔΙΑ ΧΑΡΟΥΜΕΝΟ ΓΕΦΥΡΙ ΑΠΟ ΜΑΤΙΑ ΣΕ ΜΑΤΙΑ
ΚΛΟΒ : ΟΧΙ ΑΥΡΙΟ ΟΧΙ ΑΥΡΙΟ. [Σκοτάδι. Λίγο φως .Μεγάλη παύση].[7]
.....αυτός ο θεός είναι νεκρός, δεν υπάρχει, είναι διαμελισμένος στα κορμιά και στα στήθια μας, κάποτε στηλώνει πάνω μας το βλέμμα του, είναι απών, είναι ο Μεγάλος Απών και μάς ψάχνει μάς ψάχνει ΣΤΑ ΟΝΕΙΡΑ
Β' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ : ΟΧΙ ΑΥΡΙΟ ΤΩΡΑ ΤΩΡΑ ΕΔΩ ΣΤΟ ΌΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΎΠΝΟ
Α' ΓΥΝΑΙΚΑ : ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΔΕΚΑΝΙΚΙΑ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΣΑΚΑΤΕΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΑ [παύση]
....ποιες λέξεις απομένουν να εξευμενίσουμε το θεό να κοιτάξει προς το μέρος μας, να κουβαλήσει στη πλάτη του τη πέτρα όταν δεν κοιμόμαστε
Β' ΓΥΝΑΙΚΑ : ΤΟ ΚΑΤΑΠΡΑΥΝΤΙΚΟ ΜΟΥ, Ο ΜΟΡΦΕΑΣ ΑΥΤΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ ΔΙΑΘΕΤΗΣ ΚΑΙ ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΡΙΣΤΟΙ ΕΠΙΝΟΗΤΕΣ ΤΩΝ ΥΠΝΩΤΙΚΩΝ ΜΑΣ
Α' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ : .....είπαν ο θεός θα έρθει κοντά μας ακρωτηριασμένος σε σκέψεις και κομμάτια σάρκας, μέσα στον ύπνο θα δώσει τη χάρη του,- τη χάρη της Ανάστασης εκ νεκρών και ζώντων, έχει τρυπώσει στα μυστικά μας έχει χαθεί στις χρυσές ράβδους του μυαλού, θα σταματήσει να είναι νεκρός μόλις ενωθούμε μόλις κοιμηθούμε ο καθένας στην προσωπική του υδρία, μόλις ξυπνήσουμε και η ομίχλη μεταναστεύσει στα σύννεφα, ''Φάντασε, Φάντασε''- μέσα από ένα μυστικό προνόμιο μοναξιάς θ' αγκαλιάσει την Ανάστασή του στα σώματά μας, αυτή θα είναι και η ανυπεράσπιστη καλωσύνη του
ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ : ....εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
....''θα ξαναζήσεις τη νοσταλγία της αμέτρητης νύχτας'', ανάμεσα στα κοιμισμένα κορίτσια του Καβαμπάτα, θ' αφήσεις τις προφητείες που στέγνωσαν- το έλεος- ειναι με το μέρος σου κι ο θεός αν και ακόμα πεθαμένος σε περιμένει εκεί που τα πουλιά θα κάνουν τον πιο βαθύ θόρυβο σα να ξεριζώνεται ενας βράχος ή ένα βουνό βρίσκει το θρήνο του κι εκεί υπάρχει μια αγκαλιά κάτι ανάμεσα σε ανθρώπινα ίχνη και μετουσίωση άγνωστη - γιατί πρέπει απλά να κοιμηθείς [8]
4. ΊΚΕΛΟΣ
....κι έτσι πάντα κάτι τραβάει το δρόμο του, σαν την αναπαράσταση του ονείρου κάποιου άλλου ή ένα παρόμοιο γεγονός που δεν έχει λόγους να συμβεί στη δικιά μας οδύνη, αφού το ζήσαμε ή μια σκιά που κερδίζει τις πτυχές του πραγματικού - εγώ συνήθως είμαι απ' την άλλη μεριά, μιλώ με τους ήρωες καποιου άλλου έργου, προσπαθώ να κερδίσω προθανάτιο χρόνο - τότε όλα είναι τέλεια, είναι απλά, δε χρειάζεται προσπάθεια ν΄αφηγηθείς τίποτα, ο γερο -Εγκούτσι είναι ένας ακροβάτης της οριζοντιότητας ανάμεσα σε κοιμισμένα γυνακεία κορμιά ταξιδεύοντας κοιμισμένος την κοιμισμένη του λίμπιντο - υπάρχει ένας στόχος ερημιάς ή ένας θάνατος μέσα σ' ένα βαθύ ύπνο και οι σχοινοβάτες κοιτάζουν αλλού, ένα τόπο μη-τόπο καθώς φαίνεται ακυρωμένο το πάνω ή το κάτω, το εδώ και το εκεί ή το ύστερα - ο θεός θα μάς δείξει το παρόν- εκείνες τις σκιές που κάνουν ανάγλυφο το πεπρωμένο, ή τη μοίρα - μια μυστικη περιοχή μοναξιάς που απαιτεί ένα ιδιότυπο θάρρος,
- εκεί θα είναι η λήξη όλων, με μόνη τη διαφορά αν και οι νεκροί- μου είπαν- νυστάζουν επίσης,- δεν θα υπάρχει κανείς να δώσει πειστικές εξηγήσεις ή και απαντήσεις. Κάποτε ο αέρας και τα κύματα δεν ακούγονται άλλο, τα κορίτσια μετατρέπονται σ' απροσδιόριστες βασίλισσες της νύχτας, είμαι ΄σίγουρος ότι η βροχή αρχίζει κάπου αλλού.
ΧΑΜ : ....φοράει κραγιόν, - μια παρόρμηση των θλιβερών γερατειών, τα χρώματα περιέχουν την παρόρμηση της ζωής
ΕΓΚΟΥΤΣΙ : ....και τη διάψευση
ΧΑΜ :....όλα έχουν το δρόμο τους [παύση] [9]
ΕΓΚΟΥΤΣΙ :...είναι πολλές που έχουν ανάγκη να εξηγήσει κάποιος τα όνειρά τους
ΧΑΜ :....έζησα χρόνια σε υπόγεια κι ανήλιαγες στοές, για μένα το όνειρο ήταν ο ήλιος, μια μέρα δίπλα στη λίμνη ή τη θάλασσα ακούγοντας τα πουλιά
ΕΚΟΥΤΣΙ : ....κι εγώ θα ήθελα να πεθάνω σχοινοβάτης
ΧΑΜ : ....είναι πιο βολικό να πεθαίνεις ξαπλωμένος - η γωνία προσπτώσεως του θανάτου, το λένε κι οι αστρολόγοι...
ΕΓΚΟΥΤΣΙ : ....φαντασίες ή και πραγματικότητες ανώφελες, όμως ένα κοιμισμένο κορίτσι - μερικοί πληρώνουν και δύο-αποτελεί την πιο ευγενική πρόσκληση του θανάτου -μια επιστροφή όπου το γυναικείο κορμί γίνεται η επιβεβαίωση του ονειρικού, -ο ίδιος ο θεός συνεχίζει το ρεαλισμό στην μεταθανάτια χώρα
ΧΑΜ : ....υπερβολές, ετοιμάσου να γίνεις αστρική σκόνη - [μικρή παύση]
ΕΓΚΟΥΤΣΙ : ....κρύα νύχτα
ΧΑΜ : ....το λες σα ν' αποφάσισες να την κάνεις
ΕΓΚΟΥΤΣΙ : αλήθεια, ανάμεσα σε δυο κοιμισμένα κορίτσια θ' άξιζε
ΧΑΜ : ...μια υποψία ιδρώτα διακρίνω στο μέτωπό σου
ΕΓΚΟΥΤΣΙ : ...ένας μεγάλος έρωτας σέρνει πίσω του έναν περιπετειώδη κι αξιοπρεπή θάνατο
ΧΑΜ : ....δυο γυναικες καθώς κοιμούνται δίπλα σε παίρνουν μαζί τους στον ύπνο, κατά κάποιο τρόπο στο θάνατο
ΕΓΚΟΥΤΣΙ : ...ο Ναγκ και η Νελ, τι θ' απογίνουν;;
ΧΑΜ : ....θ' ασχοληθούν οι ΓΥΝΑΙΚΕΣ, ΟΙ ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΕΣ, υπάρχουν τόσοι- όλος ο θίασος... [Σκοταδι. ΑΥΛΑΙΑ].[10]
....τράβηξε το πόδι του σαν να μην ήθελε να ξανάρθει, η νύχτα έχει κάτι από τα σωθικά μας, μ' ένα σχοινί περασμένο στη μέση ή στο λαιμό γίνεσαι ο πιο καταπληκτικός χορευτής, - εαυτός;; τι είναι αυτό;; πού είναι;; -σαν σχοινοβάτης - ο δρόμος θα του είναι λιγότερο σίγουρος, είναι ο τρελός που τελικά νομίζει πως έφτασε το τέλος του κόσμου, η γυναίκα που κοιμόταν ενώ η υγρασία θόλωνε τα τζάμια - έμοιαζε να ήταν ξαπλωμένη πάνω στην κοιλιά μια θαλάσσιας χελώνας - οΊκελος μάζευε τις στάχτες σκουπίζοντας τα δάκρυα και τις πληγές με απόλυτες περιστροφές και φιγούρες κλασσικού μπαλλέτου - ο θίασος θα μαζευτεί σε λίγο να κάνει μια τελευταία πρόβα δίπλα στη δύση όπως θα φαίνεται- ''δάνεισέ μου
για μια νύχτα τον ώμο σου είναι μια αθανασία που καταγράφεται στη μέση της νεροποντής'', άρχισα να πιστεύω ότι συμβαδίζω με όλα τα σκηνικά, στους άδειους χώρους ένας άλλος ύπνος ευλογεί τις σκιές που μείναν απρόσκλητες, ατιμώρητες που δεν καταδέχτηκαν τη συμπόνια, ο ύπνος μάς ετοιμάζει για ό,τι θα έρθει ένα πρωινό- αθάνατος- και για όλους- ένα ζευγάρι πουλιά στο χρυσό κλουβί του σπιτιού με τα κοιμισμένα κορίτσια προμήνυαν το ελάχιστο μέγεθος σε μια ευτυχία που έψαχνε νόημα -''οριστε τώρα- χρειάζεσαι μια έπαυλη- σκέφτηκα - μια μεγάλη φιλοφροσύνη, γιατί ακόμα και το στέμμα παζαρεύεται τελευταία στιγμή. Περασμένα μεσάνυχτα. Τι μυθικοί που είναι οι βραδινοί εστεμμένοι. Και αστείρευτοι.
....παλιές φωτογραφίες και ακυρωμένα εισιτήρια. Με λίγα λόγια η συντέλεια
φωτης μισόπουλος
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
*Σ. Μπέκετ, Το τελος του παιχνιδιου
** Ζ. Ζενε, ο σχοινοβάτης
*** Γιασ. Καβαμπάτα, Το σπίτι των κοιμισμένων κοριτσιών
Ονειροι, Διαδίκτυο.
**** Γ. Ριτσος, ΤΟ ΚΑΠΝΙΣΜΕΝΟ ΤΣΟΥΚΑΛΙ [ελευθερη διασκευη για ένα θεατρικό μονολογο// φωτης μισόπουλος, 2012]
neinnewsgr
''Μου φαίνεται πώς κάθε μυθιστόρημα, κάθε ποίημα, κάθε πίνακας ή μουσικό έργο, που δεν αυτοκαταστρέφεται - θέλω να πω, που δεν είναι πλασμένο σαν ''χαρούμενη θυσία'' στην οποία χάνει το ίδιο του το κεφάλι -είναι σκέτη απατεωνιά''
Ζαν Ζενέ
1. ΜΟΡΦΕΥΣ
.......ο αφηγητής κι εγώ -, καταστρέφεται η γιορτή, καταδιώκεται μια νύχτα, μια νύχτα - χρέος,- ότι κάποιος εξοντώνει τοπριν ή το ύστερα, - εξουσιάζει η εντύπωση πως ο άνεμος ήταν πάντοτε απόλυτος στο ατέρμονο είναι του, καταπιάνεται με τη μη-λογική, εκείνη που σταματάει στο άδειο παράθυρο ύστατη μορφή χλευαστική σαν φάρσα, έπειτα η πόρτα - χωρίς απόγεμα - εκείνη η γραμμή του απείρου στο χώρο - δεν έρχεται ποτέ ή προφταίνει στην ώρα της, ή το έλεος, ο ίδιος άνθρωπος που δραπετεύει από κάθε παιχνίδι, από κάθε τέλος που σκαλίζει ο παλιός μάστορας - κανείς μαθαίνει να ζει, με τον καιρό, εισητήριο κατακόρυφης ομορφιάς στούς ακροβάτες,- κάτω απ' τα πόδια του ισορροπιστή το αμαξίδιο - αναπηρικό- για κάθε απώλεια- για κάθε σκέψη που φτάνει εξαντλημένη, που θα χρειάζεται ν' ανασαίνει λαχανιαστά - καθώς σταματά ακίνητος - κάποιος - καθώς δεν ακούγεται, μόνο εφόδιο ο διάσπαρτος λόγος, επιζεί παρ' όλο το απόμερο, ό,τι γερνάει παράτολμα δεν αποτελεί αυτονόητο ή αυτεξούσιο ΟΤΑΝ ΑΥΛΑΙΑ ΤΑΠΕΙΝΩΣΗ ΟΤΑΝ ΕΦΗΜΕΡΟΣ ΘΑΝΑΤΟΣ ΟΤΑΝ ΥΠΝΟΣ ΟΤΑΝ ΔΡΑΜΑ ΠΛΗΡΕΣ ΕΦΗΜΕΡΟΥ ΘΑΝΑΤΟΥ ΣΤΟ ΜΕΓΑΛΟ ΣΚΟΤΑΔΙ ΚΟΡΥΦΩΣΗ ΜΥΘΙΚΗ- ΕΠΟΧΗ ΑΔΥΣΩΠΗΤΗ - ΕΥΛΙΓΙΣΤΟΣ ΣΑΝ ΝΕΡΟ ΣΤΟ ΣΤΕΡΕΩΜΑ επίχρυσες πτυχές με τα ψέμματα που έλαβαν το μανδύα τους χωίς ύπνο ΧΩΡΙΣ ΛΗΘΑΡΓΟ , ΠΕΡΙΠΟΥ ΑΝΟΡΓΑΝΟ - ψάχνω τη γαλήνη στο κορμί της άλλης πλευράς - πέστε μου,- είναι η σειρά μου στο απαιτητικό αυτό τσίρκο, το σκιερό Purgatorio;;; [1]
ΤΑ ΕΠΙΦΑΝΕΙΑ ΤΟΥ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΥ ΣΤΟ ΜΑΥΡΟ ΦΩΣ ΥΠΟΔΟΧΗ ΙΕΡΟ ΜΟΝΑΞΙΑΣΜΕΝΟ ΑΛΓΟΣ ΑΓΟΣ ΚΕΡΙΝΑ ΟΜΟΙΩΜΑΤΑ ΠΑΝΤΟΥ ΧΩΡΙΣ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΗΣ ΝΥΧΤΑΣ θα μιλήσουν χιλιάδες ερημιές ακατοίκητες ΜΟΝΟ ΧΟΡΟΣ Ή ΜΟΝΟ ΒΛΕΦΑΡΑ Ή ΣΩΜΑΤΑ ΑΦΗΜΕΝΑ - η νύχτα δεν έχει χάρτες, οι ναυτικοί έχουν χαθεί αιώνες τώρα, όσοι επιζούν ψάχνουν ένα σχήμα να χωρέσουν, ''τα βράδια είμαι εξόριστος'', μου λέει, ''πρέπει να ζήσει έναν ύπνο ο καθένας, να συνηθίσει την αιώνια φθορά, να συνθέσει τα συντρίμμια, να βάλει τις λέξεις στη σειρά, ν' αποχτήσει νόημα το χάος''- ΟΔΥΝΗ Ή ΠΡΟΣΧΗΜΑ ''πήγαινέ με στο σπίτι είναι αργά'', σαν ιδιότυπη μεταμέλεια, - η νύστα, - κι αυτή ανήκει στο φως, σ' ένα δικό της μεταίχμιο, ίσως γεννηθώ ξανά σ' ένα άλλο καλούπι ένα δέντρο που θ' ανεβαίνει στον ουράνιο θόλο θα χάνεται στα χέρια θα μοιράζει μια πράξη δε θά ξοδεύει ούτε λέξη ή συλλαβή- μόνο χέρια μόνο ζωή μόνο αυτό που εγκαταλείφθηκε -αυτό- που σωπαίνει -, ΤΟ ΕΙΔΩΛΟ - ο γέρο-Εγκούτσι στο δίχτυ του σχοινοβάτη, σχοινοβατεί σε άλλη δικαιοσύνη - σ' ένα σπίτι με κοιμισμένα κορίτσια, - ο καθένας αγαπάει το θάνατοαλλοιώς, στο δίχτυ ή στο δωμάτιο σωρεύονται τ' άστρα του Μινώταυρου, του Λαβυρίνθου οι οιμωγές, - ένας οίκος ανοχής χωρίς ανοχές ή ενοχές, ΛΙΓΟ ΦΩΣ ΤΟ ΦΩΣ ΤΟ ΔΕΡΜΑ Η ΜΥΡΩΔΙΑ ΟΤΑΝ ΑΡΩΜΑ, ''ζούσα καιρούς σε μια ασήμαντη πόλη'', είπε ο Εγκούτσι στον Kawabata,''στον κόρφο μιας γυναίκας, επίσης, με τον ίδιο τρόμο, - τα σπίτια μας όπως οι πόλεις στην αυστηρή γεωμετρία της λειψυδρίας τους [2] -,
[...ΘΕΑΤΡΙΚΗ ΕΙΚΟΝΑ- ΤΑ ΠΡΟΣΩΠΑ] :
1
2. Β' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ σε αναπηρικό αμαξίδιο
3. ΜΟΡΦΕΥΣ
4. Α' ΓΥΝΑΙΚΑ
5. Β' ΓΥΝΑΙΚΑ
6. ΕΝΑΣ ΥΠΝΟΒΑΤΗΣ
7. ΕΓΚΟΥΤΣΙ
[παρακολουθούν ως βουβά πρόσωπα, o Kawabata, ο Genet, ο Becket]
[ΣΚΗΝΙΚΟ : Ένα μεταλλικό κρεβάτι, ένα δίχτυ που κρέμεται με συρματόσχοινο από ψηλά, το αμαξίδιο. Εκτυφλωτικό φως. Τα ΠΡΟΣΩΠΑ είναι όλα παρόντα στη σκηνή, εκτός του ΜΟΡΦΕΑ. Θόρυβοι. Ησυχία]
Β' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ : ....ήθελα να μαγειρέψω για όλους, αλλά η κατάστασή μου, βλέπετε....δεν το επιτρέπει - μια δική μου σπεσιαλιτέ [μικρή παύση]. Με βάση το λάχανο Α' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ :....μάς τόχεις πει τόσες πολλές φορές αυτό....Θα μπορούσες να κάνεις τουλάχιστο μια προσπάθεια, μιαν αρχή, κάποιος θα βοηθούσε.... Εγώ από δω λόγω της κατάστασής μου, επίσης, - θα αδυνατούσα, βέβαια, να βοηθήσω...Μέσα από το δίχτυ, θα ήθελα να ήμουν ένα ψάρι και μόνο - άραγε τα ψάρια έχουν αυπνίες;;[γελά]
Α' ΓΥΝΑΙΚΑ : ....[γελά], μα φυσικά και όχι εκτός κι αν είναι χρυσόψαρα, που βαρέθηκαν τη γυάλα τους[γελά δυνατά πάλι]. Αλλά ένα σοφό χρυσόψαρο δεν θ' άλλαζε ποτέ ενυδρείο. Δεν ξέρεις - μια αλλαγή σπιτιού, μπορεί να αποβεί καταστροφική, να φέρει τα πάνω κάτω [παύση]
[περνούν ο ΥΠΝΟΒΑΤΗΣ και οι συγγραφείς, στη σειρά, ο ένας πίσω απ' τον άλλο. Κάνουν έναν κύκλο πάνω στη σκηνή]
Α' ΓΥΝΑΙΚΑ : ...ποιοι είν' αυτοί;; τι θέλουν;;;
Β' ΓΥΝΑΙΚΑ : ....είναι οι νεκροί, οι υπνωτισμένοι μας, - όσοι κοιμήθηκαν με την ευλογία και τη χάρη του θεού, του Μορφέα Α' ΓΥΝΑΙΚΑ : ....ααα, εμείς αυτούς χρειαζόμαστε - από ζωντανούς έχουμε ένα σωρό, τους είδαμε κι αυτούς [παύση]
Α' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ : ....σιγά σιγά δε θάχουμε καμιά θέση εδώ. Στην Επανάσταση : Εκεί θα υποδεχτούμε τον Άνθρωπο σ' όλο του το μεγαλείο. Θάμαστε πέρα απ' τη σκηνή, θάμαστε η αλήθεια - το πραγματικό - σκηνή θα είναι ο κόσμος, το σύμπαν....il teatro mundi.
Β' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ :....πφφφ, ένα σύμπαν γεμάτο αναπηρικά αμαξίδια
ΥΠΝΟΒΑΤΗΣ :.....ας προσευχηθούμε ας προσευχηθούμε [...γονατίζει. Οι άλλοι μένουν ακίνητοι. Λίγο φως].
Η δέηση η αποψινή - περιλαμβάνει κατ' αρχάς την ομίχλη σου, χωμένη στην πολυθρόνα - n Ο βουβός μάρτυρας ενός ολόκληρου παρελθόντος, που εκφράζει τα υψηλά συναισθήματα
[Εκτυφλωτικό φως. Μπαίνει ο Μορφέας και οι ακόλουθοι του θεού.
Ο ΥΠΝΟΒΑΤΗΣ στρέφεται προς τον θεό]
Είμαι βέβαιος. ότι αυτό το δεύτερο έγκλημα θα διαπραχτεί από σένα - Με εξαιρετική τρυφερότητα, όπως όταν παραβιάζεται μια προφητεία.
Α' ΓΥΝΑΙΚΑ : ....ούτε λέξη για το θέμα
Β' ΓΥΝΑΙΚΑ : ...γι' αυτή την αόριστη αναπηρία του Έρωτα
Α' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ : ....ο θεός ανέλαβε την αντιπροσωπεία των φημισμένων χαπιών υπνο-ξαπλωτέν, σωθήκαμε. Πάω νασυνεχίσω την πρόβα, στο απόλυτο κενό, - στο δυσθεώρητο ύψος ΣΤΟΧΟΣ ΑΜΟΝΙ ΦΩΤΙΑ ΟΤΑΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ Ή ΕΚΤΙΝΑΞΗ ΟΜΟΡΦΙΑΣ ΟΤΑΝ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΡΟΠΗ ΣΤΟ ΑΙΜΑ [λίγο φως]
[σφυρίζει ένα σκοπό και τραγουδά]
Β' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ :....η γραβάτα του ήταν προσεκτικά σφιγμένη, στη σκηνή χωρούσαν όλοι, - ο αυτοκράτορας, οι σάτυροι κι εκείνος, - που οδήγησε τους πάντες στη σύλληψη της μεγαλοφυούς ιδέας, οι φοβίες, οι κάθε είδουςδιαστροφές, τα πένθιμα εμβατήρια, ο κόσμος της νύχτας, οι μεταμφιεσμένοι εσωστρεφείς, εγώ μετά την αποξένωση, η καρδιά μου που ανέπνεε έξω απ' το σώμα, το συκώτι του Προμηθέα, τα τυφλά μάτια του Τζόυς, ένα σπάνιο ουίσκυ 25 ετών, η δυναστεία των βρυκολάκων με την ασύλληπτη ξενική προφορά, εσύ μπροστά σ' ένα μπουκάλι κρασί που φύλαξε ο Μπόρχες για τον Μινώταυρο, η Βιβλιοθήκη της Αλεξάνδρειας στις 6 το πρωί, ο θάνατος του τελευταίου στρατιώτη και η μοίρα του - ένας άντρας με σελήνη άγνωστη ή ακόρεστη και ξαφνική. Αλλά όχι πλήρης. Σαν υψικάμινος.
ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ :......σαν ύπνος [με δυνατές φωνές][3]
Σκοτάδι. ΑΥΛΑΙΑ.
2. ΦΟΒΗΤΩΡ
......πόσο να ζούνε οι φόβοι σε μια απειλητική σιωπή που ακολουθεί το γέλιο των ερωτευμένων, γιατί εγώ φοβάμαι κάθε λέξη που φέρνει στο νου μου εκείνη σε μια ανύπαρχτη πρωία, υπάρχει πάντα ένας ανομολόγητος φόβος για τη βροχή πουκοιμάται δίπλα σου, - ήταν φοβισμένη μπροστά στον καθρέφτη στις δικές της τελετουργίες, καθώς αργεί ο ύπνος φοβάμαι τους αρχαίους ηθοποιούς, ο φόβος μπορεί να κρύβεται στο μεγάλο μεσαίο δάχτυλο και στο μαχαίρι, φοβάμαι ο,τι εξαφανίζεται ανάμεσα σε δυο νύχτες γιατί μπορεί να ξανάρθει σαν εκδίκηση στα πόδια του θεού, φοβάμαι ό,τι γεννιέται με εγκατάλειψη, φοβάμαι όταν μου λες πως άνοιξες τους δρόμους, φοβάμαι ό,τι δεν έρχεται επειδή το περίμενα, φοβάμαι τα τέρατα της τελευταίας στιγμής, φοβάμαι τις αξέχαστες γυναίκες που έχουν πεθάνει, φοβάμαι την αθώα επιφυλακτικότητα του Εγκούτσι, φοβάμαι αυτά που δεν έχουν αμφισημία, φοβάμαι αυτούς που ευχαριστούνε αλλήλους γιατι έζησαν τα πέρατα, φοβάμαι εκείνες τις λέξεις που απομένουν χωρίς αποδέκτες, φοβόμαστε μια νύχτα που μεταφέρει αινίγματα άλλης εποχής ή τα χαμόγελα του ανθρώπου που δεν επιστρέφει, ο παράξενος φόβος για τους ήρωες ενός βιβλίου που εμεινε στη μέση, φοβάμαι αυτά που θάβονται απρόσμενα σε άγνωστα σκοτάδια σε άγνωστα μέρη με μια τεχνητή μεγαλωσύνη που δεν αναγνώρισα, όλοι οι φόβοι επαναλαμβάνουν μια λεηλασία χιλιάδες φορές, φοβάμαι τα θλιβερά βλέμματα που συχνάζουν κάπου στην άκρη μιας θάλασσας, φοβάμαι τη παλίρροια ή ένα δέντρο γεμάτο σιωπή που είναι αθέατο από παντού [4]
....φοβάμαι τον αφηγητή που με συνοδεύει στην αρχή ή στο τέλος του παιχνιδιού σα λογοδοσία ή φιλοδώρημα, ο φόβος είναι η επικύρωση για τους έρωτες που χάθηκαν, φοβάμαι περισσότερο την Κόλαση του Δάντη επειδή εκεί τελειώνει η συχώρεση, η Γυναίκα είναι παντού - αλλά το νοιώθεις όταν φοβάσαι να γεράσεις, φοβάμαι μια άγονη γραμμή, αυτή, ανάμεσα στους ανθρώπους, φοβάμαι τους συγγραφείς πιο πολύ απ' τα πλάσματά τους καθώς παριδιαβαίνουν ό,τι έγραψαν, φοβάμαι τα πλάσματά τους γιατί θέλουν να γεννηθούν σε μια γωνιά κι ας είναι ακρωτήρι της έρημης χώρας μας, φοβάμαι εμένα στην ησυχία του εγωισμού που νομίζω ασκητική, φοβάμαι τους σχοινοβάτες γιατί ζούνε ανάμεσα στις ζητωκραυγές και το χειροκρότημα, φοβάμαι τον θεό Φοβήτορα γιατί αναπνέει στους εφιάλτες μιας ολόκληρης αποικίας ονείρων, φοβάμαι γιατί είσαι πάντα αλλού και τα παράθυρα είναι κλειστά, φοβάμαι το χρόνο γιατί έμαθε να μιλάει σαν απόρριψη, οι φόβοι μας όταν εκλιπαρούμε τους ήρωες που τελέσανε το θρίαμβό τους, είσαι μέσα στο φόβο όταν σβήνουν τα φώτα και η αυλαία πέφτει μεμιάς γιατί επιστρέφεις, φοβάμαι την προφητεία που δεν με βάζει στην άκρη στο έλεος, φοβάμαι όταν όλα είναι δικαιοσύνη, κάποτε οι φόβοι κρύβουν τη μεγάλη σιωπή ή το αίνιγμα που έφερνε τη λύση, φοβάμαι αφού κι ο φόβος μπορεί ν' αποκτήσει το καπέλο του Αρλεκίνου, φοβάμαι την Επανάσταση χωρίς τον Έρωτα, φοβάμαι αυτούς που ξερίζωσε η απεραντοσύνη του άδειου [5]....κι εγώ θα πάρω λίγη απ' τη δική σου ζεστασιά,- καλέ μου αφηγητή, εαυτέ μου,- πρέπει να ζήσουμε από τα χνώτα του κόσμου, από την συγκατάβαση που φαίνεται σκληρή, να γνωριστούμε, εκεί στα κοιμισμένα κορίτσια, να δώσουμε όχι τα χέρια, μα τα σώματα - οι δικοί μας ήρωες ν' αγκαλιαστούν με τους άλλους σ' ένα ευεργετικό μισοσκόταδο, όπου όλα είναι τίποτα και τα πάντα- οι ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΕΣ μας, σχεδόν ανάπηροι, τυλιγμένοι το σχοινί της τελευταίας ακροβασίας - .ΣΥΜΠΟΝΙΑ. - Οι ΓΥΝΑΙΚΕΣ θα έρθουν με μια απροσχημάτιστη όλο ακισμούς συγκατάθεση, ο ΥΠΝΟΒΑΤΗΣ, ο γερο Εγκούτσι, ο ΚΛΟΒ - ή ό Μπέκετ - θα πει για την μεγάλη αμηχανία πριν εγκαταλείψει τον εαυτό του, ή ο ΧΑΜ που σαν δυνάστης θ' αρνηθεί τον Ζενέ,- θα συνομιλήσουν όταν ο κήπος γεμίσει τα πολύχρωμα πουλιά του Καβαμπάτα, κι οι άλλοι, όσοι δεν έχουν πόδια - ο ΝΑΓΚ και η ΝΕΛ με κομμένα άκρα είτε όνειρα- δεν φοβούνται, ζούνε μέσα σε ντενεκέδες σκουπιδιών, εισπράττουν ένα πενιχρό προνοιακό επίδομα για να μη φωνάζουν ενοχλώντας τους καθωσπρέπει, είναι αυτοί που από τραγικότητα εξευμενίσαν το θεό, οι μοναδικοί προσήλυτοι από λύτρωση, κι έτσι ο θεός σταμάτησε να τρομάζει την ανάπηρη μοναξιά τους -, έχουν μια αιώνια συνθήκη ειρήνης - , αυτή η στιγμή είναι η αθώωση : οι ήρωές αγκαλιάζονται, ξαναυπάρχουν, ετοιμάζονται σε άλλου είδους ρόλους ή μεταίσθημα, στη φαντασία- που δεν υποχωρεί γιατί είναι καλωσύνη, και μέσα στο όνειρο, κάποιος, ξαπλώνει από τώρα με άνεση στην καμπούρα μιας θαλάσσιας χελώνας.[6]
3. ΦΑΝΤΑΣΟΣ
I was / And I no more exist / Here drifted / An hedonist - EZRA POUND, HUGH SELWYN MAUBERLEY
....όταν πλησιάζει ο ύπνος, αυτό το εφήμερο δάνειο θανάτου ανάμεσα στο μουγγρητό του ζώου και στις κραυγές του έρωτα απρόβλεπτα λες ''θέλω ν' ακούσω τη θάλασσα'', ή πάλι τα νεκρά κορμιά έχουν την καμπυλότητα ενός τοπίου του τοπίου που απλώνουν τα μάτια όσο μπορούν- η αναπνοή της γης που μάς ανοίγεται ξανά, χρωστάει την οριστική αγκαλιά του τυχαίου - το ξαναγράφω αυτό, είναι το επιμύθιο ενός θεού που δεν έχει μορφή είμαστε όλοι - πολύ σκληρά πράγματα σε μια πάσχουσα πραγματικότητα - αύριο βράδυ στις εννιά πρέπει να μ' εγκαταλείψεις - έτσι θα είμαι μόνο εγώ - απασχολημένος με την διαδικασία του προσωρινού υπαινικτικού θανάτου μου, σαν προαναγγελία κάποιας απροσδόκητης επιστροφής - και μη ξεχνάς - πρόκειται για τη δολοφονία κάποιου αθώου ανώνυμου αναρχικού ηδονιστή κι εραστή των απολαύσεων,- ενώ θα βγαίνεις, θα ξαναζήσεις τη νοσταλγία της αμέτρητης νύχτας - προμηνούσε βροχή αυτή η προσμονή είναι νωποί oi εγκλεισμοί των θεών μέσα μας, νοιώθουν κορεσμό μοιράζονται σαν απόκληροι μιαν ιδέα μόνο από ένα μέλος του σώματας, - ας πούμε-, για να εκφράσουν μια σκέψη διαίρεσης στα βάθη της παλάμης ή τα κατάβαθα του νου,
ΚΛΟΒ, Α' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ : [μαζί],...Ο ΚΟΣΜΟΣ ΜΙΚΡΑ ΟΝΟΜΑΤΑ ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΕΣ ΜΕ ΤΟ ΝΥΧΙ......ΣΤΟΥΣ ΤΟΙΧΟΥΣ ΤΑ ΧΕΡΙΑ ΤΩΝ ΜΕΛΛΟΘΑΝΑΤΩΝ ΤΟ ΤΕΛΟΣ ΤΩΝ ΣΤΙΧΩΝ ΜΕΤΡΗΜΑ ΣΦΥΓΜΟΣ ΔΙΠΛΑ ΣΟΥ ΑΥΤΟΣ ΠΡΙΝ Ο ΥΠΝΟΣ ΟΤΑΝ ΥΠΝΟΣ
Β' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ : ΤΟ ΠΟΔΙ ΣΤΗ ΓΩΝΙΆ ΚΟΥΦΙΟ ΞΥΛΙΝΟ ΠΟΔΙ ΣΤΗ ΓΩΝΙΆ ΚΟΥΦΙΟ ΞΥΛΙΝΟ ΠΟΔΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΜΕ ΔΥΟ ΠΟΔΙΑ ΧΑΡΟΥΜΕΝΟ ΓΕΦΥΡΙ ΑΠΟ ΜΑΤΙΑ ΣΕ ΜΑΤΙΑ
ΚΛΟΒ : ΟΧΙ ΑΥΡΙΟ ΟΧΙ ΑΥΡΙΟ. [Σκοτάδι. Λίγο φως .Μεγάλη παύση].[7]
.....αυτός ο θεός είναι νεκρός, δεν υπάρχει, είναι διαμελισμένος στα κορμιά και στα στήθια μας, κάποτε στηλώνει πάνω μας το βλέμμα του, είναι απών, είναι ο Μεγάλος Απών και μάς ψάχνει μάς ψάχνει ΣΤΑ ΟΝΕΙΡΑ
Β' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ : ΟΧΙ ΑΥΡΙΟ ΤΩΡΑ ΤΩΡΑ ΕΔΩ ΣΤΟ ΌΝΕΙΡΟ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΎΠΝΟ
Α' ΓΥΝΑΙΚΑ : ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΔΕΚΑΝΙΚΙΑ ΧΙΛΙΑΔΕΣ ΣΑΚΑΤΕΜΕΝΑ ΧΡΟΝΙΑ [παύση]
....ποιες λέξεις απομένουν να εξευμενίσουμε το θεό να κοιτάξει προς το μέρος μας, να κουβαλήσει στη πλάτη του τη πέτρα όταν δεν κοιμόμαστε
Β' ΓΥΝΑΙΚΑ : ΤΟ ΚΑΤΑΠΡΑΥΝΤΙΚΟ ΜΟΥ, Ο ΜΟΡΦΕΑΣ ΑΥΤΟΣ Ο ΕΥΓΕΝΙΚΟΣ ΔΙΑΘΕΤΗΣ ΚΑΙ ΟΛΟΙ ΟΙ ΑΡΙΣΤΟΙ ΕΠΙΝΟΗΤΕΣ ΤΩΝ ΥΠΝΩΤΙΚΩΝ ΜΑΣ
Α' ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΗΣ : .....είπαν ο θεός θα έρθει κοντά μας ακρωτηριασμένος σε σκέψεις και κομμάτια σάρκας, μέσα στον ύπνο θα δώσει τη χάρη του,- τη χάρη της Ανάστασης εκ νεκρών και ζώντων, έχει τρυπώσει στα μυστικά μας έχει χαθεί στις χρυσές ράβδους του μυαλού, θα σταματήσει να είναι νεκρός μόλις ενωθούμε μόλις κοιμηθούμε ο καθένας στην προσωπική του υδρία, μόλις ξυπνήσουμε και η ομίχλη μεταναστεύσει στα σύννεφα, ''Φάντασε, Φάντασε''- μέσα από ένα μυστικό προνόμιο μοναξιάς θ' αγκαλιάσει την Ανάστασή του στα σώματά μας, αυτή θα είναι και η ανυπεράσπιστη καλωσύνη του
ΟΛΟΙ ΜΑΖΙ : ....εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
....''θα ξαναζήσεις τη νοσταλγία της αμέτρητης νύχτας'', ανάμεσα στα κοιμισμένα κορίτσια του Καβαμπάτα, θ' αφήσεις τις προφητείες που στέγνωσαν- το έλεος- ειναι με το μέρος σου κι ο θεός αν και ακόμα πεθαμένος σε περιμένει εκεί που τα πουλιά θα κάνουν τον πιο βαθύ θόρυβο σα να ξεριζώνεται ενας βράχος ή ένα βουνό βρίσκει το θρήνο του κι εκεί υπάρχει μια αγκαλιά κάτι ανάμεσα σε ανθρώπινα ίχνη και μετουσίωση άγνωστη - γιατί πρέπει απλά να κοιμηθείς [8]
4. ΊΚΕΛΟΣ
....κι έτσι πάντα κάτι τραβάει το δρόμο του, σαν την αναπαράσταση του ονείρου κάποιου άλλου ή ένα παρόμοιο γεγονός που δεν έχει λόγους να συμβεί στη δικιά μας οδύνη, αφού το ζήσαμε ή μια σκιά που κερδίζει τις πτυχές του πραγματικού - εγώ συνήθως είμαι απ' την άλλη μεριά, μιλώ με τους ήρωες καποιου άλλου έργου, προσπαθώ να κερδίσω προθανάτιο χρόνο - τότε όλα είναι τέλεια, είναι απλά, δε χρειάζεται προσπάθεια ν΄αφηγηθείς τίποτα, ο γερο -Εγκούτσι είναι ένας ακροβάτης της οριζοντιότητας ανάμεσα σε κοιμισμένα γυνακεία κορμιά ταξιδεύοντας κοιμισμένος την κοιμισμένη του λίμπιντο - υπάρχει ένας στόχος ερημιάς ή ένας θάνατος μέσα σ' ένα βαθύ ύπνο και οι σχοινοβάτες κοιτάζουν αλλού, ένα τόπο μη-τόπο καθώς φαίνεται ακυρωμένο το πάνω ή το κάτω, το εδώ και το εκεί ή το ύστερα - ο θεός θα μάς δείξει το παρόν- εκείνες τις σκιές που κάνουν ανάγλυφο το πεπρωμένο, ή τη μοίρα - μια μυστικη περιοχή μοναξιάς που απαιτεί ένα ιδιότυπο θάρρος,
- εκεί θα είναι η λήξη όλων, με μόνη τη διαφορά αν και οι νεκροί- μου είπαν- νυστάζουν επίσης,- δεν θα υπάρχει κανείς να δώσει πειστικές εξηγήσεις ή και απαντήσεις. Κάποτε ο αέρας και τα κύματα δεν ακούγονται άλλο, τα κορίτσια μετατρέπονται σ' απροσδιόριστες βασίλισσες της νύχτας, είμαι ΄σίγουρος ότι η βροχή αρχίζει κάπου αλλού.
ΧΑΜ : ....φοράει κραγιόν, - μια παρόρμηση των θλιβερών γερατειών, τα χρώματα περιέχουν την παρόρμηση της ζωής
ΕΓΚΟΥΤΣΙ : ....και τη διάψευση
ΧΑΜ :....όλα έχουν το δρόμο τους [παύση] [9]
ΕΓΚΟΥΤΣΙ :...είναι πολλές που έχουν ανάγκη να εξηγήσει κάποιος τα όνειρά τους
ΧΑΜ :....έζησα χρόνια σε υπόγεια κι ανήλιαγες στοές, για μένα το όνειρο ήταν ο ήλιος, μια μέρα δίπλα στη λίμνη ή τη θάλασσα ακούγοντας τα πουλιά
ΕΚΟΥΤΣΙ : ....κι εγώ θα ήθελα να πεθάνω σχοινοβάτης
ΧΑΜ : ....είναι πιο βολικό να πεθαίνεις ξαπλωμένος - η γωνία προσπτώσεως του θανάτου, το λένε κι οι αστρολόγοι...
ΕΓΚΟΥΤΣΙ : ....φαντασίες ή και πραγματικότητες ανώφελες, όμως ένα κοιμισμένο κορίτσι - μερικοί πληρώνουν και δύο-αποτελεί την πιο ευγενική πρόσκληση του θανάτου -μια επιστροφή όπου το γυναικείο κορμί γίνεται η επιβεβαίωση του ονειρικού, -ο ίδιος ο θεός συνεχίζει το ρεαλισμό στην μεταθανάτια χώρα
ΧΑΜ : ....υπερβολές, ετοιμάσου να γίνεις αστρική σκόνη - [μικρή παύση]
ΕΓΚΟΥΤΣΙ : ....κρύα νύχτα
ΧΑΜ : ....το λες σα ν' αποφάσισες να την κάνεις
ΕΓΚΟΥΤΣΙ : αλήθεια, ανάμεσα σε δυο κοιμισμένα κορίτσια θ' άξιζε
ΧΑΜ : ...μια υποψία ιδρώτα διακρίνω στο μέτωπό σου
ΕΓΚΟΥΤΣΙ : ...ένας μεγάλος έρωτας σέρνει πίσω του έναν περιπετειώδη κι αξιοπρεπή θάνατο
ΧΑΜ : ....δυο γυναικες καθώς κοιμούνται δίπλα σε παίρνουν μαζί τους στον ύπνο, κατά κάποιο τρόπο στο θάνατο
ΕΓΚΟΥΤΣΙ : ...ο Ναγκ και η Νελ, τι θ' απογίνουν;;
ΧΑΜ : ....θ' ασχοληθούν οι ΓΥΝΑΙΚΕΣ, ΟΙ ΣΧΟΙΝΟΒΑΤΕΣ, υπάρχουν τόσοι- όλος ο θίασος... [Σκοταδι. ΑΥΛΑΙΑ].[10]
....τράβηξε το πόδι του σαν να μην ήθελε να ξανάρθει, η νύχτα έχει κάτι από τα σωθικά μας, μ' ένα σχοινί περασμένο στη μέση ή στο λαιμό γίνεσαι ο πιο καταπληκτικός χορευτής, - εαυτός;; τι είναι αυτό;; πού είναι;; -σαν σχοινοβάτης - ο δρόμος θα του είναι λιγότερο σίγουρος, είναι ο τρελός που τελικά νομίζει πως έφτασε το τέλος του κόσμου, η γυναίκα που κοιμόταν ενώ η υγρασία θόλωνε τα τζάμια - έμοιαζε να ήταν ξαπλωμένη πάνω στην κοιλιά μια θαλάσσιας χελώνας - οΊκελος μάζευε τις στάχτες σκουπίζοντας τα δάκρυα και τις πληγές με απόλυτες περιστροφές και φιγούρες κλασσικού μπαλλέτου - ο θίασος θα μαζευτεί σε λίγο να κάνει μια τελευταία πρόβα δίπλα στη δύση όπως θα φαίνεται- ''δάνεισέ μου
για μια νύχτα τον ώμο σου είναι μια αθανασία που καταγράφεται στη μέση της νεροποντής'', άρχισα να πιστεύω ότι συμβαδίζω με όλα τα σκηνικά, στους άδειους χώρους ένας άλλος ύπνος ευλογεί τις σκιές που μείναν απρόσκλητες, ατιμώρητες που δεν καταδέχτηκαν τη συμπόνια, ο ύπνος μάς ετοιμάζει για ό,τι θα έρθει ένα πρωινό- αθάνατος- και για όλους- ένα ζευγάρι πουλιά στο χρυσό κλουβί του σπιτιού με τα κοιμισμένα κορίτσια προμήνυαν το ελάχιστο μέγεθος σε μια ευτυχία που έψαχνε νόημα -''οριστε τώρα- χρειάζεσαι μια έπαυλη- σκέφτηκα - μια μεγάλη φιλοφροσύνη, γιατί ακόμα και το στέμμα παζαρεύεται τελευταία στιγμή. Περασμένα μεσάνυχτα. Τι μυθικοί που είναι οι βραδινοί εστεμμένοι. Και αστείρευτοι.
....παλιές φωτογραφίες και ακυρωμένα εισιτήρια. Με λίγα λόγια η συντέλεια
φωτης μισόπουλος
ΑΝΑΦΟΡΕΣ
*Σ. Μπέκετ, Το τελος του παιχνιδιου
** Ζ. Ζενε, ο σχοινοβάτης
*** Γιασ. Καβαμπάτα, Το σπίτι των κοιμισμένων κοριτσιών
Ονειροι, Διαδίκτυο.
**** Γ. Ριτσος, ΤΟ ΚΑΠΝΙΣΜΕΝΟ ΤΣΟΥΚΑΛΙ [ελευθερη διασκευη για ένα θεατρικό μονολογο// φωτης μισόπουλος, 2012]
neinnewsgr
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Οι κίνδυνοι που κρύβει η άμμος
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ο … θαυμαστός καινούργιος κόσμος
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ