2017-08-26 17:00:14
Έχει γίνει της μόδας τελευταία να διατηρούμε μέδουσες σε ενυδρεία. Πίσω από το γυαλί, μπορούν να είναι υπνωτικά όμορφες και βοηθάνε πολύ να χαλαρώσεις. Εκτός κι αν τις παρατηρούμε με αυτό τον τρόπο, συνήθως δεν σπαταλάμε πολύ σκέψη γι’ αυτά τα πλάσματα μέχρι που κάποιο από αυτά να μας τσιμπήσει.
Το τσίμπημα της μέδουσας συχνά δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα πονεμένο ιντερλούδιο κατά τη διάρκεια των διακοπών μας στη θάλασσα – εκτός κι αν μένεις στη βόρεια Αυστραλία. Εκεί, μπορεί να τύχει να σε τσιμπήσει το πιο δηλητηριώδες πλάσμα στη Γη: η κυβομέδουσα ή Chironex fleckeri.
Οι κυβομέδουσες έχουν κουκούλες (το «κεφάλι» τους που είναι σαν δίσκος) διαμέτρου περίπου 35 εκ., με πλοκάμια που σέρνονται από πίσω μέχρι και τα 180 μέτρα. Είναι αυτά τα πλοκάμια που περιλαμβάνουν τα δηγματικά κύτταρα, κι αν 5,5 μέτρα από το πλοκάμι ακουμπήσουν το δέρμα σου, έχεις, κατά μέσο όρο, γύρω στα τέσσερα λεπτά ζωής – αν και πιθανόν να πεθάνεις σε μόλις δύο. Εβδομήντα έξι θάνατοι έχουν καταγραφεί στην Αυστραλία από το 1884, και πολύ περισσότεροι μπορεί να έτυχαν λάθος διάγνωσης ή να μην αναφέρθηκαν.
Το 2000, ένα κάπως λιγότερο δηλητηριώδες είδος κυβομέδουσας, που ζει πιο νότια, απείλησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϋ. Άρχισαν να συναθροίζονταιι ακριβώς στο σημείο που είχε επιλεγεί για το υδάτινο κομμάτι του τριάθλου. Η Ολυμπιακή Επιτροπή μελέτησε πολλές λύσεις, ακόμη και τη δυνατότητα να «χτενίσουν» την περιοχή για να εκδιώξουν την απειλή, αλλά όλες θεωρήθηκαν ατελέσφορες. Τότε, μία βδομάδα περίπου πριν από την τελετή έναρξης, οι μέδουσες εξαφανίστηκαν το ίδιο μυστηριωδώς όπως είχαν εμφανιστεί.
Οι περισσότερες μέδουσες δεν είναι τίποτε άλλο από μια σακκούλα ζελατίνης με πεπτικά όργανα και σπερματικούς αδένες η οποία παρασύρεται από το ρεύμα. Αλλά οι κυβομέδουσες είναι διαφορετικές. Είναι δραστήριοι κυνηγοί μικρών ψαριών και οστρακόδερμων και μπορούν να κινηθούν με ταχύτητα ώς επτά μέτρα το λεπτό. Επίσης, είναι οι μοναδικές μέδουσες με αρκετά ανεπτυγμένα οπτικά όργανα, που περιλαμβάνουν αμφιβληστροειδή, κερατοειδή και φακό, κι έχουν εγκέφαλο ικανό να μαθαίνει, να θυμάται και να ωθεί σε περίπλοκες συμπεριφορές.
Τα Irukandji είναι οι μικρόσωμοι συγγενείς των κυβομεδουσών. Αναφέρονται πρώτη φορά το 1967, ενώ τα περισσότερα από τα δώδεκα γνωστά είδη έχουν μέγεθος φιστικιού ή αντίχειρα. Το όνομά τους προέρχεται από μια γλώσσα των Αβορίγινων της βόρειας Κουΐνσλαντ, οι οποίοι γνωρίζουν εδώ και χιλιάδες χρόνια πόσο θανάσιμα μπορούν να είναι αυτά τα μικροσκοπικά πλάσματα.
Οι Ευρωπαίοι πρωτοάκουσαν γι’ αυτά το 1964, όταν ο δρ. Τζακ Μπαρνς, ο οποίος προσπαθούσε να βρει την αιτία για τα συμπτώματα που εμφάνιζαν κολυμβητές στην Κουΐνσλαντ, άφησε ένα τέτοιο να τον τσιμπήσει. Καθώς κοντά του ήταν μόνο ένας ναυαγοσώστης και ο δεκατετράχρονος γιός του, ήταν τυχερός που επέζησε.
Είναι πλέον γνωστό ότι η απλή επαφή με ένα πλοκάμι είναι αρκετή για να επιφέρει το «σύνδρομο Irukandji». Επέρχεται σε είκοσι με τριάντα λεπτά μετά από ένα τσίμπημα τόσο ελαφρύ ώστε να μην αφήνει σημάδι, ενώ συχνά ούτε καν γίνεται αντιληπτό. Ο πόνος αρχικά επικεντρώνεται στο κάτω μέρος της πλάτης.
Σύντομα, όλη η οσφυϊκή χώρα εμφανίζει εξουθενωτικές κράμπες και πόνο που σφυροκοπάει – σαν κάποιος να χτυπάει τα νεφρά με ένα μπαστούνι του μπέιζμπολ. Μετά εμφανίζεται ναυτία και έμετος, τα οποία επαναλαμβάνονται περίπου κάθε λεπτό για σχεδόν δώδεκα ώρες. Ξαφνικοί έντονοι σπασμοί εμφανίζονται στα πόδια και τα χέρια, η πίεση του αίματος ανεβαίνει κατακόρυφα, η αναπνοή δυσκολεύει και το δέρμα αρχίζει να ανασηκώνεται σαν να τρυπώνουν μέσα του σκουλήκια. Τα θύματα καταλαμβάνονται συχνά από μια αίσθηση «επερχόμενης καταστροφής» και, στην απελπισία τους, ικετεύουν τον γιατρό να τα γλυτώσει από τη δυστυχία τους.
Είναι δύσκολο να υπολογίσουμε πόσα είναι τα θύματα των Irukandji. Η εξαιρετικά υψηλή πίεση του αίματος, που συχνά σκοτώνει, κάνει πολύ δύσκολη τη διάγνωση. Πολλοί θάνατοι έχουν αναμφίβολα αποδοθεί σε εγκεφαλικό, καρδιακό επεισόδιο, ή πνιγμό. Υπάρχουν ενδείξεις ότι το πρόβλημα μεγεθύνεται: Πρόσφατα ανιχνεύτηκαν Irukandji σε παραλιακά ύδατα από το Κέιπ Τάουν ώς τη Φλόριδα.
Συνέχεια
http://ardin-rixi.gr/archives/205180
Το τσίμπημα της μέδουσας συχνά δεν είναι τίποτα περισσότερο από ένα πονεμένο ιντερλούδιο κατά τη διάρκεια των διακοπών μας στη θάλασσα – εκτός κι αν μένεις στη βόρεια Αυστραλία. Εκεί, μπορεί να τύχει να σε τσιμπήσει το πιο δηλητηριώδες πλάσμα στη Γη: η κυβομέδουσα ή Chironex fleckeri.
Οι κυβομέδουσες έχουν κουκούλες (το «κεφάλι» τους που είναι σαν δίσκος) διαμέτρου περίπου 35 εκ., με πλοκάμια που σέρνονται από πίσω μέχρι και τα 180 μέτρα. Είναι αυτά τα πλοκάμια που περιλαμβάνουν τα δηγματικά κύτταρα, κι αν 5,5 μέτρα από το πλοκάμι ακουμπήσουν το δέρμα σου, έχεις, κατά μέσο όρο, γύρω στα τέσσερα λεπτά ζωής – αν και πιθανόν να πεθάνεις σε μόλις δύο. Εβδομήντα έξι θάνατοι έχουν καταγραφεί στην Αυστραλία από το 1884, και πολύ περισσότεροι μπορεί να έτυχαν λάθος διάγνωσης ή να μην αναφέρθηκαν.
Το 2000, ένα κάπως λιγότερο δηλητηριώδες είδος κυβομέδουσας, που ζει πιο νότια, απείλησε τους Ολυμπιακούς Αγώνες του Σίδνεϋ. Άρχισαν να συναθροίζονταιι ακριβώς στο σημείο που είχε επιλεγεί για το υδάτινο κομμάτι του τριάθλου. Η Ολυμπιακή Επιτροπή μελέτησε πολλές λύσεις, ακόμη και τη δυνατότητα να «χτενίσουν» την περιοχή για να εκδιώξουν την απειλή, αλλά όλες θεωρήθηκαν ατελέσφορες. Τότε, μία βδομάδα περίπου πριν από την τελετή έναρξης, οι μέδουσες εξαφανίστηκαν το ίδιο μυστηριωδώς όπως είχαν εμφανιστεί.
Οι περισσότερες μέδουσες δεν είναι τίποτε άλλο από μια σακκούλα ζελατίνης με πεπτικά όργανα και σπερματικούς αδένες η οποία παρασύρεται από το ρεύμα. Αλλά οι κυβομέδουσες είναι διαφορετικές. Είναι δραστήριοι κυνηγοί μικρών ψαριών και οστρακόδερμων και μπορούν να κινηθούν με ταχύτητα ώς επτά μέτρα το λεπτό. Επίσης, είναι οι μοναδικές μέδουσες με αρκετά ανεπτυγμένα οπτικά όργανα, που περιλαμβάνουν αμφιβληστροειδή, κερατοειδή και φακό, κι έχουν εγκέφαλο ικανό να μαθαίνει, να θυμάται και να ωθεί σε περίπλοκες συμπεριφορές.
Τα Irukandji είναι οι μικρόσωμοι συγγενείς των κυβομεδουσών. Αναφέρονται πρώτη φορά το 1967, ενώ τα περισσότερα από τα δώδεκα γνωστά είδη έχουν μέγεθος φιστικιού ή αντίχειρα. Το όνομά τους προέρχεται από μια γλώσσα των Αβορίγινων της βόρειας Κουΐνσλαντ, οι οποίοι γνωρίζουν εδώ και χιλιάδες χρόνια πόσο θανάσιμα μπορούν να είναι αυτά τα μικροσκοπικά πλάσματα.
Οι Ευρωπαίοι πρωτοάκουσαν γι’ αυτά το 1964, όταν ο δρ. Τζακ Μπαρνς, ο οποίος προσπαθούσε να βρει την αιτία για τα συμπτώματα που εμφάνιζαν κολυμβητές στην Κουΐνσλαντ, άφησε ένα τέτοιο να τον τσιμπήσει. Καθώς κοντά του ήταν μόνο ένας ναυαγοσώστης και ο δεκατετράχρονος γιός του, ήταν τυχερός που επέζησε.
Είναι πλέον γνωστό ότι η απλή επαφή με ένα πλοκάμι είναι αρκετή για να επιφέρει το «σύνδρομο Irukandji». Επέρχεται σε είκοσι με τριάντα λεπτά μετά από ένα τσίμπημα τόσο ελαφρύ ώστε να μην αφήνει σημάδι, ενώ συχνά ούτε καν γίνεται αντιληπτό. Ο πόνος αρχικά επικεντρώνεται στο κάτω μέρος της πλάτης.
Σύντομα, όλη η οσφυϊκή χώρα εμφανίζει εξουθενωτικές κράμπες και πόνο που σφυροκοπάει – σαν κάποιος να χτυπάει τα νεφρά με ένα μπαστούνι του μπέιζμπολ. Μετά εμφανίζεται ναυτία και έμετος, τα οποία επαναλαμβάνονται περίπου κάθε λεπτό για σχεδόν δώδεκα ώρες. Ξαφνικοί έντονοι σπασμοί εμφανίζονται στα πόδια και τα χέρια, η πίεση του αίματος ανεβαίνει κατακόρυφα, η αναπνοή δυσκολεύει και το δέρμα αρχίζει να ανασηκώνεται σαν να τρυπώνουν μέσα του σκουλήκια. Τα θύματα καταλαμβάνονται συχνά από μια αίσθηση «επερχόμενης καταστροφής» και, στην απελπισία τους, ικετεύουν τον γιατρό να τα γλυτώσει από τη δυστυχία τους.
Είναι δύσκολο να υπολογίσουμε πόσα είναι τα θύματα των Irukandji. Η εξαιρετικά υψηλή πίεση του αίματος, που συχνά σκοτώνει, κάνει πολύ δύσκολη τη διάγνωση. Πολλοί θάνατοι έχουν αναμφίβολα αποδοθεί σε εγκεφαλικό, καρδιακό επεισόδιο, ή πνιγμό. Υπάρχουν ενδείξεις ότι το πρόβλημα μεγεθύνεται: Πρόσφατα ανιχνεύτηκαν Irukandji σε παραλιακά ύδατα από το Κέιπ Τάουν ώς τη Φλόριδα.
Συνέχεια
http://ardin-rixi.gr/archives/205180
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Στον...αέρα οι μεταγραφές του ΠΑΟΚ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Το απίστευτο σπίτι του Φλόιντ Μέιγουεδερ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ