2017-08-27 00:55:09
Την ιστορία ξαναγράφει η έρευνα του αρχαίου DNA αποκαλύπτοντας τη γενετική σύδεση Μινωιτών, Μυκηναίων και σύγχρονων Ελλήνων
Της Ιωάννας Σουφλέρη από το Βήμα
Μπορεί όταν ήμασταν παιδιά να μας γοήτευσαν οι ιστορίες του Αγαμέμνονα και του Οδυσσέα, μπορεί κι εμείς τώρα που μεγαλώσαμε να νανουρίζουμε τα παιδιά μας με τον μύθο του Μινώταυρου, αλλά βαθιά μέσα μας ποτέ δεν ήμασταν βέβαιοι ότι οι αρχαίοι ήταν όντως πρόγονοί μας. Και πώς να είμαστε άλλωστε;
Ο μινωικός πολιτισμός, στην πραγματικότητα ο πρώτος ευρωπαϊκός πολιτισμός, άνθησε στην Κρήτη από το 2600 π.Χ. ως το 1400 π.Χ., ενώ η άνθηση των Μυκηνών χρονολογείται από το 1600 π.Χ. ως το 1200 π.Χ. Και καθώς η χώρα μας υπήρξε πάντοτε μεγάλο σταυροδρόμι, έχουν περάσει τόσοι και τόσοι στα χιλιάδες χρόνια που μας χωρίζουν από τους μυθικούς αυτούς πληθυσμούς.
Ε λοιπόν, παρά τον χρόνο που πέρασε και παρά τις επιδρομές που δεχθήκαμε, παραμένουμε απόγονοι του Μίνωα και του Αγαμέμνονα! Ποιος το λέει αυτό; Το DNA μας που αποδείχθηκε ανέλπιστα ίδιο με το αρχαίο DNA των Μινωιτών και των Μυκηναίων σε μια μελέτη η οποία ξαναγράφει την Ιστορία μας.
Τα επιστημονικά ευρήματα στα οποία θα αναφερθούμε σήμερα έχουν μια ιδιαιτερότητα: είναι απολύτως σύγχρονα καθώς προέκυψαν από την αξιοποίηση των πλέον εξελιγμένων τεχνικών της μοριακής βιολογίας και βιοπληροφορικής αλλά «διηγούνται» μια ιστορία χιλιάδων χρόνων.
Μια ιστορία που ξεκινά από τη Νεολιθική Ελλάδα, συνεχίζει στην Ελλάδα των Μινωιτών και των Μυκηναίων και φθάνει μέχρι τις ημέρες μας. Την ιστορία αυτή δεν την τραγούδησε ο Ομηρος αλλά τη φέρουμε όλοι μέσα μας καθώς είναι γραμμένη στο DNA μας. Κυριολεκτικά!
Στην πραγματικότητα το DNΑ μας είναι ο αφηγητής της ιστορίας και ο μόνος λόγος για τον οποίο δεν την ξέραμε μέχρι σήμερα ήταν η αδυναμία των επιστημόνων να ακούσουν τον αφηγητή. Ευτυχώς, όμως, οι τεχνολογικές πρόοδοι που ξεκίνησαν την τελευταία δεκαετία του περασμένου αιώνα και συνεχίζονται στις ημέρες μας έχουν επιτρέψει να εμβαθύνουμε στα μυστικά του γενετικού μας υλικού με τρόπους που θα ήταν αδιανόητοι πριν από 30-40 χρόνια.
Σπήλαιο-ψυγείο!
Ακριβώς 41 χρόνια έχουν περάσει από την ημέρα που μια ελεγχόμενη έκρηξη δυναμίτιδας κατά την εκτέλεση έργων διάνοιξης δρόμων στο οροπέδιο του Λασιθίου κοντά στο χωριό Αγιος Χαράλαμπος αποκάλυψε την ύπαρξη ενός σπηλαίου το οποίο επεφύλασσε μια υπέροχη έκπληξη για τους αρχαιολόγους: στους χώρους του εκτενούς σπηλαίου εντοπίστηκε πλήθος σκελετών μαζί με άλλα ταφικά στοιχεία που χρονολογούνται από τη Νεολιθική ως τη Μέση Μινωική Εποχή.
Οπως κατέδειξε η αρχαιολογική έρευνα, το σπήλαιο δεν είχε χρησιμοποιηθεί ποτέ ως πρωτογενής χώρος ταφής αλλά ως ένα είδος οστεοφυλακίου καθώς οι Μινωίτες είχαν τη συνήθεια να ξεθάβουν τους νεκρούς μετά την αποσύνθεσή τους και να τους τοποθετούν σε ειδικά κατασκευασμένα για τον σκοπό αυτό οστεοφυλάκια.
Η επιλογή του συγκεκριμένου σπηλαίου όμως για τη φύλαξη των οστών είχε μια αξιοσημείωτη «παρενέργεια»: οι σταθερά χαμηλές θερμοκρασίες που επικρατούσαν εκεί ακόμη και τους θερινούς μήνες έκαναν το σπήλαιο να λειτουργεί ως ψυγείο, με αποτέλεσμα την πρωτόγνωρα καλή διατήρηση ανθρωπίνων οστών αυτής της περιόδου.
Τόσο καλά ήταν διατηρημένα τα οστά, ώστε σε ορισμένα από αυτά να υπάρχει ανέπαφο το DNA. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι οι ερευνητές αναζητούν το αρχαίο DNA στον πολφό καλοσυντηρημένων δοντιών καθώς αυτό του μυελού των οστών αποσυντίθεται πολύ γρήγορα.
«Ακούγοντας το DNA»
Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ο καθηγητής Γονιδιωματικών Επιστημών και Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Ουάσιγκτον στο Σιάτλ των ΗΠΑ, κ. Γεώργιος Σταματογιαννόπουλος, αιτήθηκε πρόσβαση στο αρχαιολογικό υλικό τόσο της ανασκαφής του σπηλαίου του Αγίου Χαραλάμπους όσο και άλλων μινωικών και μυκηναϊκών θέσεων.
Στόχος του ήταν να χρησιμοποιήσει το DNA για να πάρει απαντήσεις σε ερωτήματα που ταλάνιζαν την κοινότητα των αρχαιολόγων και για τα οποία η αρχαιολογική σκαπάνη δεν είχε μπορέσει να δώσει απαντήσεις.
Με άλλα λόγια, ο ελληνικής καταγωγής επιστήμονας ήλπιζε να αφουγκρασθεί την ιστορία των Μινωιτών, των Μυκηναίων και, εν τέλει, των σύγχρονων Ελλήνων όπως τη διηγείται το DNA.
Απαιτήθηκαν πολλά χρόνια σκληρής δουλειάς από ένα μεγάλο πλήθος επιστημόνων διαφορετικών ειδικοτήτων για να επιτευχθεί ο στόχος όπως διαβάζουμε στο άρθρο του καθηγητή Σταματογιαννόπουλου και των συνεργατών του στο τεύχος της Πέμπτης 3 Αυγούστου 2017 της έγκριτης επιστημονικής επιθεώρησης «Nature».
«Γενετική προέλευση Μινωιτών και Μυκηναίων» (Genetic Origins of the Minoans and Myceneans) αναφέρει ο τίτλος του άρθρου στο οποίο πρώτος υπογράφων είναι ο δρ Ιωσήφ Λαζαρίδης, εκ Καβάλας ορμώμενος μεταδιδακτορικός υπότροφος βιοπληροφορικής στο Τμήμα Γενετικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ. Το ΒΗΜΑScience συνομίλησε τόσο με τον καθηγητή Σταματογιαννόπουλο όσο και με τον δρα Λαζαρίδη προκειμένου να αντιληφθούμε πώς το DNA αποκάλυψε την μυστική ιστορία των αρχαίων προγόνων μας και τι ακριβώς τους είπε!
«Πρόκειται για μια δουλειά που ξεκίνησε πριν από 15 χρόνια και η οποία δεν θα ήταν δυνατή χωρίς τη συνεργασία των αρχαιολόγων, όπως ο καθηγητής Γεώργιος Κορρές, ο δρ Αντώνης Βασιλάκης, η δρ Ελένη Κονσολάκη. Από το υλικό που μας προμήθευσαν προέκυψε το DNA που μελετήσαμε» μας είπε ο καθηγητής Σταματογιαννόπουλος. Και συνέχισε: «Πρέπει βεβαίως να σας πω ότι η διαδικασία εξαγωγής DNΑ από αρχαία δείγματα είναι εξαιρετικά δύσκολη και χρονοβόρα: χρειάστηκε να χτίσουμε ξεχωριστό εργαστήριο προκειμένου να εξασφαλίσουμε την καθαρότητα των δειγμάτων ενώ ο πειραματισμός επαναλήφθηκε και από τους συνεργάτες μας στη Γερμανία».
Ο παππούς μου, ο Μινωίτης!
Σύμφωνα με το άρθρο της ερευνητικής ομάδας, μόνο ένα μικρό ποσοστό (10%) οστών απέδωσε DNA που μπορούσε να μελετηθεί. Είναι ωστόσο ένας άθλος το ότι προέκυψαν 19 δείγματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι άρθρο γερμανών επιστημόνων, το οποίο δημοσιεύθηκε τον περασμένο Ιούνιο στην επιθεώρηση PNAS και σύμφωνα με το οποίο όλοι οι αρχαίοι αγροτικοί πληθυσμοί της Ευρώπης είναι απόγονοι των κατοίκων του Νεολιθικού Αιγαίου, αναφέρει ότι χρησιμοποιήθηκαν μόλις πέντε δείγματα αρχαίου DNA.
Η ύπαρξη επαρκών δειγμάτων υπήρξε καθοριστική στο να μπορέσουν οι ερευνητές να πάρουν τις απαντήσεις στα ερωτήματα που έθεσαν. Ποια ήταν αυτά; «Είναι σχεδόν καθολική η άποψη μεταξύ των αρχαιολόγων ότι οι Μινωίτες και οι Μυκηναίοι ήταν διαφορετικοί πληθυσμοί. Και ενώ, μετά την αποκωδικοποίηση της Γραμμικής Β’ ως ελληνικής γραφής, οι Μυκηναίοι θεωρούνται οι πρόγονοι των Ελλήνων της Κλασικής Περιόδου, οι θεωρίες για την προέλευση των Μινωιτών ποικίλλουν. Ο ίδιος ο Εβανς που πραγματοποίησε τις ανασκαφές στην Κνωσό θεωρούσε πως οι Μινωίτες είχαν προέλθει από την Αίγυπτο» σημείωσε ο κ. Σταματογιαννόπουλος. Και προσέθεσε: «Οπως θα θυμόσαστε ίσως, πριν από τρία χρόνια καταρρίψαμε την υπόθεση του Εβανς μελετώντας το μιτοχονδριακό DNA. Χρειάστηκε ωστόσο η μελέτη των αρχαίων γονιδιωμάτων για να καταδειχθεί η συγγένεια των Μινωιτών με τους Μυκηναίους, αλλά και με τους σύγχρονους Ελληνες».
Τι ακριβώς κατέδειξε η μελέτη της πολυπληθούς ερευνητικής ομάδας; «Μελετώντας DNA ατόμων από διαφορετικές ανασκαφικές θέσεις μπορέσαμε να διαπιστώσουμε ότι τόσο οι Μινωίτες όσο και οι Μυκηναίοι ήταν ομοιογενείς πληθυσμοί. Παραδείγματος χάριν, οι Μινωίτες του Λασιθίου αποκαλύφθηκαν όμοιοι με τους Μινωίτες των νοτίων παραλίων του νησιού. Οσο για τους Μυκηναίους, στη βιβλιογραφία επικρατούσε η άποψη ότι ο λαός είχε διαφορετική καταγωγή από τους βασιλείς. Λαμβάνοντας DNA από δείγματα βασιλικών τάφων μπορέσαμε να καταρρίψουμε αυτή την άποψη» μας είπε ο δρ Λαζαρίδης. Και προσέθεσε: «Εχοντας καταδείξει την ομοιογένεια των Μινωιτών μεταξύ τους, όπως επίσης και την ομοιογένεια των Μυκηναίων μεταξύ τους, προχωρήσαμε στη σύγκριση των Μινωιτών με τους Μυκηναίους αλλά και με τους κατοίκους της Πισιδίας καθώς και με άλλους αρχαίους πληθυσμούς. Από τη σύγκριση αυτή προέκυψε αφενός η στενή γενετική σχέση των δύο αρχαίων πληθυσμών ενώ ταυτόχρονα προέκυψαν πληροφορίες σχετικά με την προέλευσή τους. Μπορούμε λοιπόν σήμερα να πούμε ότι τόσο οι Μινωίτες όσο και οι Μυκηναίοι μοιράζονται γενετικό υλικό με προέλευση τους πρώτους γεωργικούς νεολιθικούς πληθυσμούς της Ελλάδας και της Δυτικής Ανατολίας και πως οι διαφορές τους οφείλονται στο ότι οι Μυκηναίοι δέχθηκαν προσμείξεις από τους αρχαίους κατοίκους της Ανατολικής Ευρώπης και του Καυκάσου. Τέλος, εξετάζοντας τη σχέση των Μινωιτών και Μυκηναίων με τους σύγχρονους Ελληνες, καταδείξαμε την ιστορική συνέχειά τους».
Ελληνικό Αιγαίο
Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι οι σημερινοί Ελληνες είναι ταυτόσημοι γενετικά με τους Μινωίτες ή τους Μυκηναίους, αλλά ότι μοιράζονται μαζί τους ένα σημαντικό ποσοστό του γενετικού υλικού τους, περίπου το 70%. Θα μπορούσε κανείς να οπτικοποιήσει τη σχέση μας με τους αρχαίους προγόνους μας αν φανταστεί το ελληνικό DNA ως ένα μεγάλο ποτάμι που ρέει και στο πέρασμα του χρόνου δέχεται τα νερά άλλων μικρότερων ποταμών.Kαι παρά το γεγονός ότι υπάρχει αυτή η ανάμειξη, ο κύριος όγκος του ποταμού παραμένει αναλλοίωτος. «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα ευρήματά μας αντανακλούν τα ιστορικά γεγονότα του ελλαδικού χώρου» τόνισε ο κ. Σταματογιανόπουλος προσθέτοντας ότι «η εικόνα της ιστορικής συνέχειας είναι ξεκάθαρη, όπως ξεκάθαρο επίσης είναι το γεγονός ότι διά μέσου των αιώνων οι Ελληνες εξελίχθηκαν δεχόμενοι γενετικές επιδράσεις από άλλους πληθυσμούς».
Συνολικά, η μελέτη του καθηγητού Σταματογιαννόπουλου και των συνεργατών του αποδεικνύει ότι, χάρη στα σύγχρονα εργαλεία της, η αρχαιο-γενετική μπορεί να αποκαταστήσει την ιστορική αλήθεια δίνοντας απαντήσεις σε θέματα τα οποία διχάζουν τους αρχαιολόγους και τους ιστορικούς.
Στην προκειμένη περίπτωση, ούτε λίγο ούτε πολύ, η γενετική επιβεβαιώνει την άποψη των Κλασικών ότι το Αιγαίο ήταν μια ελληνική θάλασσα από την εποχή του Ομήρου ενώ παράλληλα καταρρίπτει θεωρίες του 18ου και 19ου αιώνα οι οποίες ήθελαν το ελληνικό στοιχείο να εξαφανίζεται από την ηπειρωτική Ελλάδα κάπου στον Μεσαίωνα, υποκύπτοντας στη σφοδρότητα σλαβικών εισβολών. Φυσικά, η έρευνα δεν σταματά εδώ. Οπως χαρακτηριστικά σημειώνεται στο τέλος του άρθρου: «Δύο ερωτήσεις-κλειδιά παραμένουν να απαντηθούν σε επόμενες μελέτες. Πρώτον, πότε έφθασαν στο Αιγαίο οι κοινοί εξ Ανατολών πρόγονοι Μινωιτών και Μυκηναίων; Και δεύτερον, είναι η από Βορρά πρόσμειξη των Μυκηναίων αποτέλεσμα σποραδικών εισροών, ή ενός σημαντικού μεταναστευτικού γεγονότος;». Ας ελπίσουμε ότι οι σκαπανείς του DNA θα δώσουν απάντηση και σε αυτά τα ερωτήματα.
DNA: Ο θεματοφύλακας της ιστορίας μας
Η προσωπική ιστορία του καθενός από εμάς είναι γραμμένη στο γενετικό υλικό του, στο DNA που έχει κληρονομήσει από τους γονείς του και το οποίο περιέχει κάτι παραπάνω από 3 δισεκατομμύρια γράμματα. Κάθε παιδί που γεννιέται έχει κληρονομήσει το μισό γενετικό υλικό του από τη μητέρα του και το μισό από τον πατέρα του. Και καθώς οι γονείς του παιδιού έχουν κληρονομήσει το δικό τους γενετικό υλικό από τους παππούδες του και εκείνοι από τους προπαππούδες του, κάθε παιδί φέρει το μισό γενετικό υλικό καθενός από τους γονείς του, το ένα τέταρτο καθενός από τους παππούδες του, το ένα όγδοο καθενός από τους προπαππούδες του, το ένα δέκατο έκτο καθενός από τους προπροπαππούδες του Με άλλα λόγια, το μόριο του DNA που υπάρχει σε όλα μας τα κύτταρα μοιάζει με μια αόρατη κλωστή που μας συνδέει με το παρελθόν και αν μπορούσε κανείς να ακολουθήσει αυτή τη γραμμή, ως να ήταν ένας άλλος μίτος της Αριάδνης, θα έφθανε τελικά στον κοινό πρόγονο όλων των ανθρώπων.
Βεβαίως, το να ακολουθήσει κανείς τα ίχνη του DNA είναι ευκολότερο στα λόγια και δυσκολότερο στην πράξη! Επειδή όλοι οι άνθρωποι που κατοικούμε στον πλανήτη Γη ανήκουμε στο ίδιο είδος, το DNA όλων μας είναι σχεδόν ταυτόσημο. Εκτός από εκείνες τις μικρές διαφορές που έχουν ως συνέπεια να διαφέρουμε τόσο ώστε όταν κάποιος μας κοιτά να ξεχωρίζει τον Γιάννη από τον Κώστα και τη Λίνα από τη Στέλλα. Ή, αν προτιμάτε, εκείνες τις μικρές διαφορές που όταν μας κοιτά κανείς μπορεί να δει ότι έχουμε τα μάτια του παππού μας ή το χαμόγελο της προγιαγιάς που το πήρε επίσης ο εξάδελφός μας.
Αυτές τις μικρές διαφορές (που από χημικής άποψης δεν είναι παρά «ορθογραφικά λάθη», παραλλαγές στην αλληλουχία γραμμάτων στο μόριο του DNA) μελετούν οι ερευνητές όταν ακολουθούν την ιστορία μας στα χνάρια του DNA. Στην περίπτωση της μελέτης του καθηγητή Σταματογιαννόπουλου και των συνεργατών του χρειάστηκε να ακολουθηθεί η πορεία στον χρόνο 1,2 εκατομμυρίων μικρών διαφορών για να εξασφαλισθεί, χωρίς καμιά αμφιβολία, η εγκυρότητα των ευρημάτων.
Πώς ακριβώς παρακολουθείται η πορεία στον χρόνο αυτών των διαφορών; Μέσα από τη σύγκριση αρχαίων και σύγχρονων γονιδιωμάτων. Ειδικότερα, για τη μελέτη εξήχθη DNA από 10 μινωικά δείγματα προερχόμενα από το σπήλαιο του Αγίου Χαραλάμπους και την ανασκαφή στην Μονή της Οδηγήτριας, από τέσσερα μυκηναϊκά δείγματα με προέλευση την Αργολίδα και τη Σαλαμίνα, από ακόμη ένα μυκηναϊκό δείγμα από τους Αρμένους της Κρήτης, από ένα νεολιθικό δείγμα από το Σπήλαιο της Αλεπότρυπας στον Δυρό καθώς και από τρία δείγματα της Εποχής του Χαλκού με προέλευση την Ανατολία.
Οπως εξήγησε μιλώντας στο ΒΗΜΑScience ο δρ Λαζαρίδης: «Τα δείγματα των 19 ατόμων με μινωική και μυκηναϊκή προέλευση συγκρίθηκαν τόσο μεταξύ τους όσο και με ακόμη 332 δείγματα αρχαίου DNA από τις τράπεζες δεδομένων, αλλά και με 2.614 δείγματα DNA σύγχρονων ανθρώπων και δύο σύγχρονων Κρητών. Χρησιμοποιώντας τρεις διαφορετικές μεθόδους ανάλυσης, η καθεμιά από τις οποίες παρέχει διαφορετικού τύπου πληροφορία και επιτρέπει τη διαφορετική οπτικοποίησή της, μπορέσαμε με ασφάλεια να εξάγουμε συμπεράσματα που δείχνουν τη σχέση των Μινωιτών και των Μυκηναίων, αλλά και την ιστορική συνέχεια των δύο πληθυσμών με τους σημερινούς Ελληνες».
ΠΗΓΗ: http://ardin-rixi.gr/archives/205160
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
Της Ιωάννας Σουφλέρη από το Βήμα
Μπορεί όταν ήμασταν παιδιά να μας γοήτευσαν οι ιστορίες του Αγαμέμνονα και του Οδυσσέα, μπορεί κι εμείς τώρα που μεγαλώσαμε να νανουρίζουμε τα παιδιά μας με τον μύθο του Μινώταυρου, αλλά βαθιά μέσα μας ποτέ δεν ήμασταν βέβαιοι ότι οι αρχαίοι ήταν όντως πρόγονοί μας. Και πώς να είμαστε άλλωστε;
Ο μινωικός πολιτισμός, στην πραγματικότητα ο πρώτος ευρωπαϊκός πολιτισμός, άνθησε στην Κρήτη από το 2600 π.Χ. ως το 1400 π.Χ., ενώ η άνθηση των Μυκηνών χρονολογείται από το 1600 π.Χ. ως το 1200 π.Χ. Και καθώς η χώρα μας υπήρξε πάντοτε μεγάλο σταυροδρόμι, έχουν περάσει τόσοι και τόσοι στα χιλιάδες χρόνια που μας χωρίζουν από τους μυθικούς αυτούς πληθυσμούς.
Ε λοιπόν, παρά τον χρόνο που πέρασε και παρά τις επιδρομές που δεχθήκαμε, παραμένουμε απόγονοι του Μίνωα και του Αγαμέμνονα! Ποιος το λέει αυτό; Το DNA μας που αποδείχθηκε ανέλπιστα ίδιο με το αρχαίο DNA των Μινωιτών και των Μυκηναίων σε μια μελέτη η οποία ξαναγράφει την Ιστορία μας.
Τα επιστημονικά ευρήματα στα οποία θα αναφερθούμε σήμερα έχουν μια ιδιαιτερότητα: είναι απολύτως σύγχρονα καθώς προέκυψαν από την αξιοποίηση των πλέον εξελιγμένων τεχνικών της μοριακής βιολογίας και βιοπληροφορικής αλλά «διηγούνται» μια ιστορία χιλιάδων χρόνων.
Μια ιστορία που ξεκινά από τη Νεολιθική Ελλάδα, συνεχίζει στην Ελλάδα των Μινωιτών και των Μυκηναίων και φθάνει μέχρι τις ημέρες μας. Την ιστορία αυτή δεν την τραγούδησε ο Ομηρος αλλά τη φέρουμε όλοι μέσα μας καθώς είναι γραμμένη στο DNA μας. Κυριολεκτικά!
Στην πραγματικότητα το DNΑ μας είναι ο αφηγητής της ιστορίας και ο μόνος λόγος για τον οποίο δεν την ξέραμε μέχρι σήμερα ήταν η αδυναμία των επιστημόνων να ακούσουν τον αφηγητή. Ευτυχώς, όμως, οι τεχνολογικές πρόοδοι που ξεκίνησαν την τελευταία δεκαετία του περασμένου αιώνα και συνεχίζονται στις ημέρες μας έχουν επιτρέψει να εμβαθύνουμε στα μυστικά του γενετικού μας υλικού με τρόπους που θα ήταν αδιανόητοι πριν από 30-40 χρόνια.
Σπήλαιο-ψυγείο!
Ακριβώς 41 χρόνια έχουν περάσει από την ημέρα που μια ελεγχόμενη έκρηξη δυναμίτιδας κατά την εκτέλεση έργων διάνοιξης δρόμων στο οροπέδιο του Λασιθίου κοντά στο χωριό Αγιος Χαράλαμπος αποκάλυψε την ύπαρξη ενός σπηλαίου το οποίο επεφύλασσε μια υπέροχη έκπληξη για τους αρχαιολόγους: στους χώρους του εκτενούς σπηλαίου εντοπίστηκε πλήθος σκελετών μαζί με άλλα ταφικά στοιχεία που χρονολογούνται από τη Νεολιθική ως τη Μέση Μινωική Εποχή.
Οπως κατέδειξε η αρχαιολογική έρευνα, το σπήλαιο δεν είχε χρησιμοποιηθεί ποτέ ως πρωτογενής χώρος ταφής αλλά ως ένα είδος οστεοφυλακίου καθώς οι Μινωίτες είχαν τη συνήθεια να ξεθάβουν τους νεκρούς μετά την αποσύνθεσή τους και να τους τοποθετούν σε ειδικά κατασκευασμένα για τον σκοπό αυτό οστεοφυλάκια.
Η επιλογή του συγκεκριμένου σπηλαίου όμως για τη φύλαξη των οστών είχε μια αξιοσημείωτη «παρενέργεια»: οι σταθερά χαμηλές θερμοκρασίες που επικρατούσαν εκεί ακόμη και τους θερινούς μήνες έκαναν το σπήλαιο να λειτουργεί ως ψυγείο, με αποτέλεσμα την πρωτόγνωρα καλή διατήρηση ανθρωπίνων οστών αυτής της περιόδου.
Τόσο καλά ήταν διατηρημένα τα οστά, ώστε σε ορισμένα από αυτά να υπάρχει ανέπαφο το DNA. Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι οι ερευνητές αναζητούν το αρχαίο DNA στον πολφό καλοσυντηρημένων δοντιών καθώς αυτό του μυελού των οστών αποσυντίθεται πολύ γρήγορα.
«Ακούγοντας το DNA»
Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, ο καθηγητής Γονιδιωματικών Επιστημών και Ιατρικής στο Πανεπιστήμιο Ουάσιγκτον στο Σιάτλ των ΗΠΑ, κ. Γεώργιος Σταματογιαννόπουλος, αιτήθηκε πρόσβαση στο αρχαιολογικό υλικό τόσο της ανασκαφής του σπηλαίου του Αγίου Χαραλάμπους όσο και άλλων μινωικών και μυκηναϊκών θέσεων.
Στόχος του ήταν να χρησιμοποιήσει το DNA για να πάρει απαντήσεις σε ερωτήματα που ταλάνιζαν την κοινότητα των αρχαιολόγων και για τα οποία η αρχαιολογική σκαπάνη δεν είχε μπορέσει να δώσει απαντήσεις.
Με άλλα λόγια, ο ελληνικής καταγωγής επιστήμονας ήλπιζε να αφουγκρασθεί την ιστορία των Μινωιτών, των Μυκηναίων και, εν τέλει, των σύγχρονων Ελλήνων όπως τη διηγείται το DNA.
Απαιτήθηκαν πολλά χρόνια σκληρής δουλειάς από ένα μεγάλο πλήθος επιστημόνων διαφορετικών ειδικοτήτων για να επιτευχθεί ο στόχος όπως διαβάζουμε στο άρθρο του καθηγητή Σταματογιαννόπουλου και των συνεργατών του στο τεύχος της Πέμπτης 3 Αυγούστου 2017 της έγκριτης επιστημονικής επιθεώρησης «Nature».
«Γενετική προέλευση Μινωιτών και Μυκηναίων» (Genetic Origins of the Minoans and Myceneans) αναφέρει ο τίτλος του άρθρου στο οποίο πρώτος υπογράφων είναι ο δρ Ιωσήφ Λαζαρίδης, εκ Καβάλας ορμώμενος μεταδιδακτορικός υπότροφος βιοπληροφορικής στο Τμήμα Γενετικής της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Χάρβαρντ. Το ΒΗΜΑScience συνομίλησε τόσο με τον καθηγητή Σταματογιαννόπουλο όσο και με τον δρα Λαζαρίδη προκειμένου να αντιληφθούμε πώς το DNA αποκάλυψε την μυστική ιστορία των αρχαίων προγόνων μας και τι ακριβώς τους είπε!
«Πρόκειται για μια δουλειά που ξεκίνησε πριν από 15 χρόνια και η οποία δεν θα ήταν δυνατή χωρίς τη συνεργασία των αρχαιολόγων, όπως ο καθηγητής Γεώργιος Κορρές, ο δρ Αντώνης Βασιλάκης, η δρ Ελένη Κονσολάκη. Από το υλικό που μας προμήθευσαν προέκυψε το DNA που μελετήσαμε» μας είπε ο καθηγητής Σταματογιαννόπουλος. Και συνέχισε: «Πρέπει βεβαίως να σας πω ότι η διαδικασία εξαγωγής DNΑ από αρχαία δείγματα είναι εξαιρετικά δύσκολη και χρονοβόρα: χρειάστηκε να χτίσουμε ξεχωριστό εργαστήριο προκειμένου να εξασφαλίσουμε την καθαρότητα των δειγμάτων ενώ ο πειραματισμός επαναλήφθηκε και από τους συνεργάτες μας στη Γερμανία».
Ο παππούς μου, ο Μινωίτης!
Σύμφωνα με το άρθρο της ερευνητικής ομάδας, μόνο ένα μικρό ποσοστό (10%) οστών απέδωσε DNA που μπορούσε να μελετηθεί. Είναι ωστόσο ένας άθλος το ότι προέκυψαν 19 δείγματα. Είναι χαρακτηριστικό ότι άρθρο γερμανών επιστημόνων, το οποίο δημοσιεύθηκε τον περασμένο Ιούνιο στην επιθεώρηση PNAS και σύμφωνα με το οποίο όλοι οι αρχαίοι αγροτικοί πληθυσμοί της Ευρώπης είναι απόγονοι των κατοίκων του Νεολιθικού Αιγαίου, αναφέρει ότι χρησιμοποιήθηκαν μόλις πέντε δείγματα αρχαίου DNA.
Η ύπαρξη επαρκών δειγμάτων υπήρξε καθοριστική στο να μπορέσουν οι ερευνητές να πάρουν τις απαντήσεις στα ερωτήματα που έθεσαν. Ποια ήταν αυτά; «Είναι σχεδόν καθολική η άποψη μεταξύ των αρχαιολόγων ότι οι Μινωίτες και οι Μυκηναίοι ήταν διαφορετικοί πληθυσμοί. Και ενώ, μετά την αποκωδικοποίηση της Γραμμικής Β’ ως ελληνικής γραφής, οι Μυκηναίοι θεωρούνται οι πρόγονοι των Ελλήνων της Κλασικής Περιόδου, οι θεωρίες για την προέλευση των Μινωιτών ποικίλλουν. Ο ίδιος ο Εβανς που πραγματοποίησε τις ανασκαφές στην Κνωσό θεωρούσε πως οι Μινωίτες είχαν προέλθει από την Αίγυπτο» σημείωσε ο κ. Σταματογιαννόπουλος. Και προσέθεσε: «Οπως θα θυμόσαστε ίσως, πριν από τρία χρόνια καταρρίψαμε την υπόθεση του Εβανς μελετώντας το μιτοχονδριακό DNA. Χρειάστηκε ωστόσο η μελέτη των αρχαίων γονιδιωμάτων για να καταδειχθεί η συγγένεια των Μινωιτών με τους Μυκηναίους, αλλά και με τους σύγχρονους Ελληνες».
Τι ακριβώς κατέδειξε η μελέτη της πολυπληθούς ερευνητικής ομάδας; «Μελετώντας DNA ατόμων από διαφορετικές ανασκαφικές θέσεις μπορέσαμε να διαπιστώσουμε ότι τόσο οι Μινωίτες όσο και οι Μυκηναίοι ήταν ομοιογενείς πληθυσμοί. Παραδείγματος χάριν, οι Μινωίτες του Λασιθίου αποκαλύφθηκαν όμοιοι με τους Μινωίτες των νοτίων παραλίων του νησιού. Οσο για τους Μυκηναίους, στη βιβλιογραφία επικρατούσε η άποψη ότι ο λαός είχε διαφορετική καταγωγή από τους βασιλείς. Λαμβάνοντας DNA από δείγματα βασιλικών τάφων μπορέσαμε να καταρρίψουμε αυτή την άποψη» μας είπε ο δρ Λαζαρίδης. Και προσέθεσε: «Εχοντας καταδείξει την ομοιογένεια των Μινωιτών μεταξύ τους, όπως επίσης και την ομοιογένεια των Μυκηναίων μεταξύ τους, προχωρήσαμε στη σύγκριση των Μινωιτών με τους Μυκηναίους αλλά και με τους κατοίκους της Πισιδίας καθώς και με άλλους αρχαίους πληθυσμούς. Από τη σύγκριση αυτή προέκυψε αφενός η στενή γενετική σχέση των δύο αρχαίων πληθυσμών ενώ ταυτόχρονα προέκυψαν πληροφορίες σχετικά με την προέλευσή τους. Μπορούμε λοιπόν σήμερα να πούμε ότι τόσο οι Μινωίτες όσο και οι Μυκηναίοι μοιράζονται γενετικό υλικό με προέλευση τους πρώτους γεωργικούς νεολιθικούς πληθυσμούς της Ελλάδας και της Δυτικής Ανατολίας και πως οι διαφορές τους οφείλονται στο ότι οι Μυκηναίοι δέχθηκαν προσμείξεις από τους αρχαίους κατοίκους της Ανατολικής Ευρώπης και του Καυκάσου. Τέλος, εξετάζοντας τη σχέση των Μινωιτών και Μυκηναίων με τους σύγχρονους Ελληνες, καταδείξαμε την ιστορική συνέχειά τους».
Ελληνικό Αιγαίο
Αξίζει εδώ να σημειωθεί ότι τα παραπάνω δεν σημαίνουν ότι οι σημερινοί Ελληνες είναι ταυτόσημοι γενετικά με τους Μινωίτες ή τους Μυκηναίους, αλλά ότι μοιράζονται μαζί τους ένα σημαντικό ποσοστό του γενετικού υλικού τους, περίπου το 70%. Θα μπορούσε κανείς να οπτικοποιήσει τη σχέση μας με τους αρχαίους προγόνους μας αν φανταστεί το ελληνικό DNA ως ένα μεγάλο ποτάμι που ρέει και στο πέρασμα του χρόνου δέχεται τα νερά άλλων μικρότερων ποταμών.Kαι παρά το γεγονός ότι υπάρχει αυτή η ανάμειξη, ο κύριος όγκος του ποταμού παραμένει αναλλοίωτος. «Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τα ευρήματά μας αντανακλούν τα ιστορικά γεγονότα του ελλαδικού χώρου» τόνισε ο κ. Σταματογιανόπουλος προσθέτοντας ότι «η εικόνα της ιστορικής συνέχειας είναι ξεκάθαρη, όπως ξεκάθαρο επίσης είναι το γεγονός ότι διά μέσου των αιώνων οι Ελληνες εξελίχθηκαν δεχόμενοι γενετικές επιδράσεις από άλλους πληθυσμούς».
Συνολικά, η μελέτη του καθηγητού Σταματογιαννόπουλου και των συνεργατών του αποδεικνύει ότι, χάρη στα σύγχρονα εργαλεία της, η αρχαιο-γενετική μπορεί να αποκαταστήσει την ιστορική αλήθεια δίνοντας απαντήσεις σε θέματα τα οποία διχάζουν τους αρχαιολόγους και τους ιστορικούς.
Στην προκειμένη περίπτωση, ούτε λίγο ούτε πολύ, η γενετική επιβεβαιώνει την άποψη των Κλασικών ότι το Αιγαίο ήταν μια ελληνική θάλασσα από την εποχή του Ομήρου ενώ παράλληλα καταρρίπτει θεωρίες του 18ου και 19ου αιώνα οι οποίες ήθελαν το ελληνικό στοιχείο να εξαφανίζεται από την ηπειρωτική Ελλάδα κάπου στον Μεσαίωνα, υποκύπτοντας στη σφοδρότητα σλαβικών εισβολών. Φυσικά, η έρευνα δεν σταματά εδώ. Οπως χαρακτηριστικά σημειώνεται στο τέλος του άρθρου: «Δύο ερωτήσεις-κλειδιά παραμένουν να απαντηθούν σε επόμενες μελέτες. Πρώτον, πότε έφθασαν στο Αιγαίο οι κοινοί εξ Ανατολών πρόγονοι Μινωιτών και Μυκηναίων; Και δεύτερον, είναι η από Βορρά πρόσμειξη των Μυκηναίων αποτέλεσμα σποραδικών εισροών, ή ενός σημαντικού μεταναστευτικού γεγονότος;». Ας ελπίσουμε ότι οι σκαπανείς του DNA θα δώσουν απάντηση και σε αυτά τα ερωτήματα.
DNA: Ο θεματοφύλακας της ιστορίας μας
Η προσωπική ιστορία του καθενός από εμάς είναι γραμμένη στο γενετικό υλικό του, στο DNA που έχει κληρονομήσει από τους γονείς του και το οποίο περιέχει κάτι παραπάνω από 3 δισεκατομμύρια γράμματα. Κάθε παιδί που γεννιέται έχει κληρονομήσει το μισό γενετικό υλικό του από τη μητέρα του και το μισό από τον πατέρα του. Και καθώς οι γονείς του παιδιού έχουν κληρονομήσει το δικό τους γενετικό υλικό από τους παππούδες του και εκείνοι από τους προπαππούδες του, κάθε παιδί φέρει το μισό γενετικό υλικό καθενός από τους γονείς του, το ένα τέταρτο καθενός από τους παππούδες του, το ένα όγδοο καθενός από τους προπαππούδες του, το ένα δέκατο έκτο καθενός από τους προπροπαππούδες του Με άλλα λόγια, το μόριο του DNA που υπάρχει σε όλα μας τα κύτταρα μοιάζει με μια αόρατη κλωστή που μας συνδέει με το παρελθόν και αν μπορούσε κανείς να ακολουθήσει αυτή τη γραμμή, ως να ήταν ένας άλλος μίτος της Αριάδνης, θα έφθανε τελικά στον κοινό πρόγονο όλων των ανθρώπων.
Βεβαίως, το να ακολουθήσει κανείς τα ίχνη του DNA είναι ευκολότερο στα λόγια και δυσκολότερο στην πράξη! Επειδή όλοι οι άνθρωποι που κατοικούμε στον πλανήτη Γη ανήκουμε στο ίδιο είδος, το DNA όλων μας είναι σχεδόν ταυτόσημο. Εκτός από εκείνες τις μικρές διαφορές που έχουν ως συνέπεια να διαφέρουμε τόσο ώστε όταν κάποιος μας κοιτά να ξεχωρίζει τον Γιάννη από τον Κώστα και τη Λίνα από τη Στέλλα. Ή, αν προτιμάτε, εκείνες τις μικρές διαφορές που όταν μας κοιτά κανείς μπορεί να δει ότι έχουμε τα μάτια του παππού μας ή το χαμόγελο της προγιαγιάς που το πήρε επίσης ο εξάδελφός μας.
Αυτές τις μικρές διαφορές (που από χημικής άποψης δεν είναι παρά «ορθογραφικά λάθη», παραλλαγές στην αλληλουχία γραμμάτων στο μόριο του DNA) μελετούν οι ερευνητές όταν ακολουθούν την ιστορία μας στα χνάρια του DNA. Στην περίπτωση της μελέτης του καθηγητή Σταματογιαννόπουλου και των συνεργατών του χρειάστηκε να ακολουθηθεί η πορεία στον χρόνο 1,2 εκατομμυρίων μικρών διαφορών για να εξασφαλισθεί, χωρίς καμιά αμφιβολία, η εγκυρότητα των ευρημάτων.
Πώς ακριβώς παρακολουθείται η πορεία στον χρόνο αυτών των διαφορών; Μέσα από τη σύγκριση αρχαίων και σύγχρονων γονιδιωμάτων. Ειδικότερα, για τη μελέτη εξήχθη DNA από 10 μινωικά δείγματα προερχόμενα από το σπήλαιο του Αγίου Χαραλάμπους και την ανασκαφή στην Μονή της Οδηγήτριας, από τέσσερα μυκηναϊκά δείγματα με προέλευση την Αργολίδα και τη Σαλαμίνα, από ακόμη ένα μυκηναϊκό δείγμα από τους Αρμένους της Κρήτης, από ένα νεολιθικό δείγμα από το Σπήλαιο της Αλεπότρυπας στον Δυρό καθώς και από τρία δείγματα της Εποχής του Χαλκού με προέλευση την Ανατολία.
Οπως εξήγησε μιλώντας στο ΒΗΜΑScience ο δρ Λαζαρίδης: «Τα δείγματα των 19 ατόμων με μινωική και μυκηναϊκή προέλευση συγκρίθηκαν τόσο μεταξύ τους όσο και με ακόμη 332 δείγματα αρχαίου DNA από τις τράπεζες δεδομένων, αλλά και με 2.614 δείγματα DNA σύγχρονων ανθρώπων και δύο σύγχρονων Κρητών. Χρησιμοποιώντας τρεις διαφορετικές μεθόδους ανάλυσης, η καθεμιά από τις οποίες παρέχει διαφορετικού τύπου πληροφορία και επιτρέπει τη διαφορετική οπτικοποίησή της, μπορέσαμε με ασφάλεια να εξάγουμε συμπεράσματα που δείχνουν τη σχέση των Μινωιτών και των Μυκηναίων, αλλά και την ιστορική συνέχεια των δύο πληθυσμών με τους σημερινούς Ελληνες».
ΠΗΓΗ: http://ardin-rixi.gr/archives/205160
Ανάρτηση από:geromorias.blogspot.com
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ