2017-09-20 16:39:38
+ Διονυσίου, Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης
«Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν Χριστώ» (Ελάτε, ας προσκυνήσουμε κι ας λατρεύσουμε το Χριστό.)
Όταν ψάλλεται το τρίτο Αντίφωνο, τότε γίνεται και η Μικρά Είσοδος. Η Μικρά Είσοδος, σε αντίθεση προς τη Μεγάλη, που γίνεται παρακάτω στη θεία Λειτουργία, είναι η επίσημη μεταφορά του Ευαγγελίου από το Σκευοφυλάκιο, στην αγία Τράπεζα.
Στην αρχαία εποχή το Ευαγγέλιο φυλαγόταν στο Σκευοφυλάκιο, που ήταν έξω στην είσοδο του ναού. Τώρα λοιπόν που πλησιάζει η ώρα για να αναγνωσθεί, μεταφέρεται το Ευαγγέλιο, αν και δεν φυλάγεται πια στο Σκευοφυλάκιο, αλλά μένει πάντα επάνω στην αγία Τράπεζα. Συγχρόνως όμως αυτή την ώρα μπαίνει επίσημα στο ναό και στο ιερό Βήμα για τη θεία Λειτουργία ο επίσκοπος. Η Μικρά Είσοδος λοιπόν είναι μια τελετή με διπλό νόημα· τη μεταφορά του Ευαγγελίου και την είσοδο του επισκόπου. Το Ευαγγέλιο είναι το κήρυγμα του Χριστού και ο επίσκοπος στην Εκκλησία είναι «εις τόπον Χριστού». Με τα ίδια λοιπόν αισθήματα και με τον ίδιο ύμνο χαιρετίζει και υποδέχεται στην ιερή σύναξη ο λαός το Ευαγγέλιο και τον επίσκοπο, ψάλλοντας· «Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν Χριστώ…».
*
Οι αρχαίοι ερμηνευτές της θείας Λειτουργίας σε κάθε πράξη, που γίνεται στην ιερουργία, ανακαλύπτουν κάποιον συμβολισμό, κάτι δηλαδή βαθύτερο που υπάρχει κάτω από τα τελούμενα. Δεν θα θέλαμε να τους ακολουθήσουμε, όχι πως δεν έχουν δίκιο, αλλά γιατί δεν είναι αυτός ο σκοπός μας. Εμείς θέλουμε να εξηγήσουμε πολύ απλά αυτό που γίνεται στη θεία Λειτουργία, χωρίς να επιμένουμε ούτε στην ιστορική του εξέλιξη ούτε στη συμβολική του σημασία. Είναι χαρακτηριστικό κάτι που λέει εδώ, σχετικά με την είσοδο του Ευαγγελίου ο Νικόλαος ο Καβάσιλας· «γίνεται μεν έκαστον της χρείας ένεκα της ενισταμένης, σημαίνει δε καίτι των τον Χριστού έργων ή πράξεων ή παθών»· δηλαδή στην ιερουργία γίνεται το κάθε τι για να εξυπηρετηθεί κάθε φορά κάποια παρούσα ανάγκη, αλλά σημαίνει και κάτι από τα έργα ή τις πράξεις ή τα πάθη του Ιησού Χριστού.
Το Ευαγγέλιο είναι ο Χριστός και, καθώς μπαίνει υψωμένο στα χέρια του λειτουργού ιερέα, δείχνει τη φανέρωση του Ιησού Χριστού στον κόσμο, καθώς με αυτά τα λόγια εξηγεί το πράγμα ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής· «τελούμενης της αγίας συνάξεως, η μεν πρώτη είσοδος γενικώς μεν δηλοί την πρώτην του Θεού ημών παρουσίαν». Ο ίδιος ερμηνευτής αλλού, συνδυάζοντας την είσοδο του Ευαγγελίου με την είσοδο του επισκόπου, λέει τα εξής· «Την μεν ουν πρώτην εις την αγίαν Εκκλησίαν του αρχιερέως κατά την ιεράν σύναξιν της πρώτης του Υιού του Θεού και του Σωτήρος ημών Χριστού διά σαρκός εις τον κόσμον τούτον παρουσίας τύπον και εικόνα φέρειν εδίδασκε». Κάποιος παλαιότερος δηλαδή, από τον οποίον ο άγιος Μάξιμος το παίρνει, εδίδασκε ότι η πρώτη είσοδος του επισκόπου στην ιερή σύναξη είναι η εικόνα της πρώτης παρουσίας στον κόσμο του σαρκωθέντος θείου Λόγου. Αλλά είπαμε πως δεν θα σταματήσουμε περισσότερο στις αλληγορικές αυτές και συμβολικές ερμηνείες των αρχαίων εξηγητών της θείας Λειτουργίας.
Θα πρέπει να εξηγήσουμε και να πούμε ότι οι ερμηνείες αυτές, πολύ επιτυχημένες όλες και ιερές, έγιναν βέβαια ύστερα από τα πράγματα. Η ευσέβεια και η πίστη των ερμηνευτών ζητάει κάτω από τα πράγματα μια βαθύτερη πάντα σημασία, που εμείς χωρίς να μην την παραδεχόμαστε, δεν μένουμε όμως σ’ αυτήν, γιατί θαρρούμε πως δεν είναι λίγο να εξηγήσουμε τα πράγματα, καθώς τα βλέπουμε και τα ακούμε, αφήνοντας τις βαθύτερες ερμηνείες για τους πνευματικά τελειότερους. Ό,τι γίνεται κι ό,τι λέγεται στην Εκκλησία είναι πράξη και λόγος ιερός· αυτό μας είναι αρκετό. Ας βλέπουμε λοιπόν κι ας ακούμε με μια απόλυτη ευλάβεια όσα γίνονται και λέγονται μέσα στην Εκκλησία κι ας αφήνουμε ο καθένας τη σκέψη του και την ψυχή του να βαθαίνει όσο μπορεί πιο πολύ και να πετάει ψηλότερα. Εδώ δεν υπάρχει περιορισμός, γιατί το περιεχόμενο της πίστεως είναι μεν για όλους το ίδιο, μα ο καθένας ζει την πίστη του κατά δικό του και προσωπικό τρόπο. Το τι αισθάνεται και ζει μέσα του ο κάθε πιστός μόνο ο Θεός το ξέρει.
*
Φέρνοντας λοιπόν ο λειτουργός ιερέας το άγιο Ευαγγέλιο και κρατώντας το ψηλά, προχωρεί στη μέση του ναού. Μπροστά, όπως γίνεται σε κάθε λιτανεία, πηγαίνει αναμμένη λαμπάδα, ο τίμιος Σταυρός και τα εξαπτέρυγα. Στη μέση του ναού και στο ύψος του επισκοπικού θρόνου η λιτανεία σταματά. Σταματούν και οι ψάλτες την ψαλμωδία, και ο λειτουργός ιερέας, όπως πάντα όταν πρόκειται να διαβάσει ευχή, λέει· «Του Κυρίου δεηθώμεν». Και πάντα οι ψάλτες απαντούν «Κύριε ελέησον». Ύστερα ο ιερέας διαβάζει την ευχή της εισόδου, έτσι που να την ακούν όλοι· «Δέσποτα Κύριε ο Θεός ημών, ο καταστήσας εν ουρανοίς τάγματα και στρατιάς αγγέλων και αρχαγγέλων εις λειτουργίαν της σης δόξης, ποίησον συν τη εισόδω ημών είσοδον αγίων αγγέλων γενέσθαι, συλλειτουργούντων ημίν και συνδοξολογούντων την σην αγαθότητα». Δέσποτα Κύριε Θεέ μας, που έβαλες στους ουρανούς τάγματα και στρατιές αγγέλων και αρχαγγέλων για να υπηρετούν τη δόξα σου, κάνε τώρα με την είσοδό μας να μπουν και άγιοι άγγελοι, για να λειτουργούν μαζί μας και να δοξάζουν την καλωσύνη σου.
Στο τέλος ακολουθεί η εκφώνηση· «Ότι πρέπει σοι πάσα δόξα…». Είναι η πρώτη εκφώνηση που ακούσαμε στη θεία Λειτουργία και την εξηγήσαμε. Ύστερα ο ιερέας ευλογεί την είσοδο, με τη χαρακτηριστική χειρονομία της ιερατικής ευλογίας· «Ευλογημένη η είσοδος των αγίων σου· πάντοτε, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων». Ό,τι γίνεται στην Εκκλησία σφραγίζεται με το σημείο του σταυρού και κάθε ιερατική ευλογία παρέχεται με τον τύπο του Σταύρου. Παντού στη ζωή των πιστών, αλλά πολύ περισσότερο μέσα στο ναό την ώρα της θείας λατρείας, ξεχωρίζει ο τίμιος σταυρός· ο ιερέας κάθε πράξη τη σφραγίζει με το σημείο του σταυρού και κάθε πιστός μέσα στη σύναξη, σε κάθε δοξολογία της Αγίας Τριάδος, κάνει το σημείο του σταυρού. Με το σημείο του σταυρού «οι πιστοί των απίστων αποδιϊστάμεθα και γνωριζόμεθα», γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός· ο σταυρός είναι το σημείο που σημαδεύει και ξεχωρίζει τους χριστιανούς.
Ύστερα ο ιερέας υψώνει το άγιο Ευαγγέλιο και λέει με δυνατή φωνή· «Σοφία! Ορθοί!». Το «σοφία» λέγεται για το Ευαγγέλιο· το Ευαγγέλιο, είναι ο Ιησούς Χριστός, η αληθινή σοφία, η «άνωθεν κατερχόμενη». Και το «ορθοί» λέγεται για τους πιστούς, για να σηκωθούν ορθοί όχι μόνο να δείξουν εξωτερική ευλάβεια, αλλά και να υψώσουν την διάνοια και την καρδιά τους και να προσέξουν τι γίνεται τώρα· ότι ο Ιησούς Χριστός μαζί με τους αγγέλους ήρθαν στη σύναξη και μπαίνουν στο ιερό Βήμα, για να γίνει η θεία Λειτουργία. Τότε η σύναξη μ’ ένα στόμα ψάλλει πανηγυρικά το Εισοδικό· «Δεύτε προσκυνησωμεν και προσπέσωμεν Χριστώ»· είναι ο ύμνος, με τον οποίο υποδέχεται και χαιρετίζει την είσοδο του Ευαγγελίου και του επισκόπου. Πρέπει να εξηγήσουμε εδώ ότι αντιπροσωπευτικά είπαμε για το Εισοδικό μόνο της Κυριακής, γιατί βέβαια τα Εισοδικά των Δεσποτικών εορτών είναι κάθε φορά άλλα. Καθώς επίσης ότι μιλάμε για ένα μόνο λειτουργό ιερέα, ενώ η θεία Λειτουργία μπορεί να γίνεται από τον επίσκοπο με πολλούς ιερείς και με διάκονο. Πρέπει όμως να ξέρουμε ότι και όταν γίνεται συλλείτουργο, ένας είναι που λειτουργεί, ο επίσκοπος ή ο πρώτος των ιερέων. Όταν λειτουργεί επίσκοπος, καθώς μπαίνει στο ιερό Βήμα ευλογεί το λαό. Επάνω σ’ αυτό λέει ο άγιος Χρυσόστομος ότι «μπαίνοντας ο επίσκοπος δεν ανεβαίνει στο θρόνο, αν δεν ευλογήσει πρώτα το λαό». Ο θρόνος του επισκόπου δεν ήταν τότε έξω στο ναό, αλλά μέσα στο ιερό Βήμα, εκεί που είναι και τώρα το «σύνθρονον».
*
Πριν κλείσουμε τη σημερινή ομιλία, πρέπει να ξαναγυρίσουμε στην ευχή της εισόδου. Το αίτημα της ευχής είναι να έλθουν στη σύναξη της Εκκλησίας Άγγελοι συλλειτουργοί μαζί με τους ανθρώπους· «ποίησον συν τη εισόδω ημών είσοδον αγίων αγγέλων γενέσθαι». Μαζί με τον Βασιλέα Χριστό παρόντες στη θεία Λειτουργία, σαν τιμητική φρουρά, είναι άγγελοι και αρχάγγελοι. Σ’ έναν από τους περίφημους λόγους του «Περί ιεροσύνης» ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει· «Εγώ ήκουσα κάποιον να διηγείται ότι ένας αξιοσέβαστος γέροντας, που είχε το χάρισμα να δέχεται αποκαλύψεις, έλεγε ότι αξιώθηκε κάποτε την ώρα της θείας Λειτουργίας να δει ξαφνικά πλήθος από αγγέλους ντυμένους με λαμπρές στολές, να περικυκλώνουν την αγία Τράπεζα και να βλέπουν προς τα κάτω, σαν που θα έβλεπε κανείς στρατιώτες να στέκουν μπροστά στο βασιλέα. Η ευχή του ιερέα και το αίτημα της σύναξης είναι πραγματικότητα. Και ο εισοδικός ύμνος είναι λόγος αληθινός- «Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν Χριστώ…». Αμήν.
(+Διονυσίου, Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης, «Η Θεία Λειτουργία», εκδ. Αποστ. Διακονίας)
Πηγή
paraklisi
«Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν Χριστώ» (Ελάτε, ας προσκυνήσουμε κι ας λατρεύσουμε το Χριστό.)
Όταν ψάλλεται το τρίτο Αντίφωνο, τότε γίνεται και η Μικρά Είσοδος. Η Μικρά Είσοδος, σε αντίθεση προς τη Μεγάλη, που γίνεται παρακάτω στη θεία Λειτουργία, είναι η επίσημη μεταφορά του Ευαγγελίου από το Σκευοφυλάκιο, στην αγία Τράπεζα.
Στην αρχαία εποχή το Ευαγγέλιο φυλαγόταν στο Σκευοφυλάκιο, που ήταν έξω στην είσοδο του ναού. Τώρα λοιπόν που πλησιάζει η ώρα για να αναγνωσθεί, μεταφέρεται το Ευαγγέλιο, αν και δεν φυλάγεται πια στο Σκευοφυλάκιο, αλλά μένει πάντα επάνω στην αγία Τράπεζα. Συγχρόνως όμως αυτή την ώρα μπαίνει επίσημα στο ναό και στο ιερό Βήμα για τη θεία Λειτουργία ο επίσκοπος. Η Μικρά Είσοδος λοιπόν είναι μια τελετή με διπλό νόημα· τη μεταφορά του Ευαγγελίου και την είσοδο του επισκόπου. Το Ευαγγέλιο είναι το κήρυγμα του Χριστού και ο επίσκοπος στην Εκκλησία είναι «εις τόπον Χριστού». Με τα ίδια λοιπόν αισθήματα και με τον ίδιο ύμνο χαιρετίζει και υποδέχεται στην ιερή σύναξη ο λαός το Ευαγγέλιο και τον επίσκοπο, ψάλλοντας· «Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν Χριστώ…».
*
Οι αρχαίοι ερμηνευτές της θείας Λειτουργίας σε κάθε πράξη, που γίνεται στην ιερουργία, ανακαλύπτουν κάποιον συμβολισμό, κάτι δηλαδή βαθύτερο που υπάρχει κάτω από τα τελούμενα. Δεν θα θέλαμε να τους ακολουθήσουμε, όχι πως δεν έχουν δίκιο, αλλά γιατί δεν είναι αυτός ο σκοπός μας. Εμείς θέλουμε να εξηγήσουμε πολύ απλά αυτό που γίνεται στη θεία Λειτουργία, χωρίς να επιμένουμε ούτε στην ιστορική του εξέλιξη ούτε στη συμβολική του σημασία. Είναι χαρακτηριστικό κάτι που λέει εδώ, σχετικά με την είσοδο του Ευαγγελίου ο Νικόλαος ο Καβάσιλας· «γίνεται μεν έκαστον της χρείας ένεκα της ενισταμένης, σημαίνει δε καίτι των τον Χριστού έργων ή πράξεων ή παθών»· δηλαδή στην ιερουργία γίνεται το κάθε τι για να εξυπηρετηθεί κάθε φορά κάποια παρούσα ανάγκη, αλλά σημαίνει και κάτι από τα έργα ή τις πράξεις ή τα πάθη του Ιησού Χριστού.
Το Ευαγγέλιο είναι ο Χριστός και, καθώς μπαίνει υψωμένο στα χέρια του λειτουργού ιερέα, δείχνει τη φανέρωση του Ιησού Χριστού στον κόσμο, καθώς με αυτά τα λόγια εξηγεί το πράγμα ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής· «τελούμενης της αγίας συνάξεως, η μεν πρώτη είσοδος γενικώς μεν δηλοί την πρώτην του Θεού ημών παρουσίαν». Ο ίδιος ερμηνευτής αλλού, συνδυάζοντας την είσοδο του Ευαγγελίου με την είσοδο του επισκόπου, λέει τα εξής· «Την μεν ουν πρώτην εις την αγίαν Εκκλησίαν του αρχιερέως κατά την ιεράν σύναξιν της πρώτης του Υιού του Θεού και του Σωτήρος ημών Χριστού διά σαρκός εις τον κόσμον τούτον παρουσίας τύπον και εικόνα φέρειν εδίδασκε». Κάποιος παλαιότερος δηλαδή, από τον οποίον ο άγιος Μάξιμος το παίρνει, εδίδασκε ότι η πρώτη είσοδος του επισκόπου στην ιερή σύναξη είναι η εικόνα της πρώτης παρουσίας στον κόσμο του σαρκωθέντος θείου Λόγου. Αλλά είπαμε πως δεν θα σταματήσουμε περισσότερο στις αλληγορικές αυτές και συμβολικές ερμηνείες των αρχαίων εξηγητών της θείας Λειτουργίας.
Θα πρέπει να εξηγήσουμε και να πούμε ότι οι ερμηνείες αυτές, πολύ επιτυχημένες όλες και ιερές, έγιναν βέβαια ύστερα από τα πράγματα. Η ευσέβεια και η πίστη των ερμηνευτών ζητάει κάτω από τα πράγματα μια βαθύτερη πάντα σημασία, που εμείς χωρίς να μην την παραδεχόμαστε, δεν μένουμε όμως σ’ αυτήν, γιατί θαρρούμε πως δεν είναι λίγο να εξηγήσουμε τα πράγματα, καθώς τα βλέπουμε και τα ακούμε, αφήνοντας τις βαθύτερες ερμηνείες για τους πνευματικά τελειότερους. Ό,τι γίνεται κι ό,τι λέγεται στην Εκκλησία είναι πράξη και λόγος ιερός· αυτό μας είναι αρκετό. Ας βλέπουμε λοιπόν κι ας ακούμε με μια απόλυτη ευλάβεια όσα γίνονται και λέγονται μέσα στην Εκκλησία κι ας αφήνουμε ο καθένας τη σκέψη του και την ψυχή του να βαθαίνει όσο μπορεί πιο πολύ και να πετάει ψηλότερα. Εδώ δεν υπάρχει περιορισμός, γιατί το περιεχόμενο της πίστεως είναι μεν για όλους το ίδιο, μα ο καθένας ζει την πίστη του κατά δικό του και προσωπικό τρόπο. Το τι αισθάνεται και ζει μέσα του ο κάθε πιστός μόνο ο Θεός το ξέρει.
*
Φέρνοντας λοιπόν ο λειτουργός ιερέας το άγιο Ευαγγέλιο και κρατώντας το ψηλά, προχωρεί στη μέση του ναού. Μπροστά, όπως γίνεται σε κάθε λιτανεία, πηγαίνει αναμμένη λαμπάδα, ο τίμιος Σταυρός και τα εξαπτέρυγα. Στη μέση του ναού και στο ύψος του επισκοπικού θρόνου η λιτανεία σταματά. Σταματούν και οι ψάλτες την ψαλμωδία, και ο λειτουργός ιερέας, όπως πάντα όταν πρόκειται να διαβάσει ευχή, λέει· «Του Κυρίου δεηθώμεν». Και πάντα οι ψάλτες απαντούν «Κύριε ελέησον». Ύστερα ο ιερέας διαβάζει την ευχή της εισόδου, έτσι που να την ακούν όλοι· «Δέσποτα Κύριε ο Θεός ημών, ο καταστήσας εν ουρανοίς τάγματα και στρατιάς αγγέλων και αρχαγγέλων εις λειτουργίαν της σης δόξης, ποίησον συν τη εισόδω ημών είσοδον αγίων αγγέλων γενέσθαι, συλλειτουργούντων ημίν και συνδοξολογούντων την σην αγαθότητα». Δέσποτα Κύριε Θεέ μας, που έβαλες στους ουρανούς τάγματα και στρατιές αγγέλων και αρχαγγέλων για να υπηρετούν τη δόξα σου, κάνε τώρα με την είσοδό μας να μπουν και άγιοι άγγελοι, για να λειτουργούν μαζί μας και να δοξάζουν την καλωσύνη σου.
Στο τέλος ακολουθεί η εκφώνηση· «Ότι πρέπει σοι πάσα δόξα…». Είναι η πρώτη εκφώνηση που ακούσαμε στη θεία Λειτουργία και την εξηγήσαμε. Ύστερα ο ιερέας ευλογεί την είσοδο, με τη χαρακτηριστική χειρονομία της ιερατικής ευλογίας· «Ευλογημένη η είσοδος των αγίων σου· πάντοτε, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων». Ό,τι γίνεται στην Εκκλησία σφραγίζεται με το σημείο του σταυρού και κάθε ιερατική ευλογία παρέχεται με τον τύπο του Σταύρου. Παντού στη ζωή των πιστών, αλλά πολύ περισσότερο μέσα στο ναό την ώρα της θείας λατρείας, ξεχωρίζει ο τίμιος σταυρός· ο ιερέας κάθε πράξη τη σφραγίζει με το σημείο του σταυρού και κάθε πιστός μέσα στη σύναξη, σε κάθε δοξολογία της Αγίας Τριάδος, κάνει το σημείο του σταυρού. Με το σημείο του σταυρού «οι πιστοί των απίστων αποδιϊστάμεθα και γνωριζόμεθα», γράφει ο άγιος Ιωάννης ο Δαμασκηνός· ο σταυρός είναι το σημείο που σημαδεύει και ξεχωρίζει τους χριστιανούς.
Ύστερα ο ιερέας υψώνει το άγιο Ευαγγέλιο και λέει με δυνατή φωνή· «Σοφία! Ορθοί!». Το «σοφία» λέγεται για το Ευαγγέλιο· το Ευαγγέλιο, είναι ο Ιησούς Χριστός, η αληθινή σοφία, η «άνωθεν κατερχόμενη». Και το «ορθοί» λέγεται για τους πιστούς, για να σηκωθούν ορθοί όχι μόνο να δείξουν εξωτερική ευλάβεια, αλλά και να υψώσουν την διάνοια και την καρδιά τους και να προσέξουν τι γίνεται τώρα· ότι ο Ιησούς Χριστός μαζί με τους αγγέλους ήρθαν στη σύναξη και μπαίνουν στο ιερό Βήμα, για να γίνει η θεία Λειτουργία. Τότε η σύναξη μ’ ένα στόμα ψάλλει πανηγυρικά το Εισοδικό· «Δεύτε προσκυνησωμεν και προσπέσωμεν Χριστώ»· είναι ο ύμνος, με τον οποίο υποδέχεται και χαιρετίζει την είσοδο του Ευαγγελίου και του επισκόπου. Πρέπει να εξηγήσουμε εδώ ότι αντιπροσωπευτικά είπαμε για το Εισοδικό μόνο της Κυριακής, γιατί βέβαια τα Εισοδικά των Δεσποτικών εορτών είναι κάθε φορά άλλα. Καθώς επίσης ότι μιλάμε για ένα μόνο λειτουργό ιερέα, ενώ η θεία Λειτουργία μπορεί να γίνεται από τον επίσκοπο με πολλούς ιερείς και με διάκονο. Πρέπει όμως να ξέρουμε ότι και όταν γίνεται συλλείτουργο, ένας είναι που λειτουργεί, ο επίσκοπος ή ο πρώτος των ιερέων. Όταν λειτουργεί επίσκοπος, καθώς μπαίνει στο ιερό Βήμα ευλογεί το λαό. Επάνω σ’ αυτό λέει ο άγιος Χρυσόστομος ότι «μπαίνοντας ο επίσκοπος δεν ανεβαίνει στο θρόνο, αν δεν ευλογήσει πρώτα το λαό». Ο θρόνος του επισκόπου δεν ήταν τότε έξω στο ναό, αλλά μέσα στο ιερό Βήμα, εκεί που είναι και τώρα το «σύνθρονον».
*
Πριν κλείσουμε τη σημερινή ομιλία, πρέπει να ξαναγυρίσουμε στην ευχή της εισόδου. Το αίτημα της ευχής είναι να έλθουν στη σύναξη της Εκκλησίας Άγγελοι συλλειτουργοί μαζί με τους ανθρώπους· «ποίησον συν τη εισόδω ημών είσοδον αγίων αγγέλων γενέσθαι». Μαζί με τον Βασιλέα Χριστό παρόντες στη θεία Λειτουργία, σαν τιμητική φρουρά, είναι άγγελοι και αρχάγγελοι. Σ’ έναν από τους περίφημους λόγους του «Περί ιεροσύνης» ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος γράφει· «Εγώ ήκουσα κάποιον να διηγείται ότι ένας αξιοσέβαστος γέροντας, που είχε το χάρισμα να δέχεται αποκαλύψεις, έλεγε ότι αξιώθηκε κάποτε την ώρα της θείας Λειτουργίας να δει ξαφνικά πλήθος από αγγέλους ντυμένους με λαμπρές στολές, να περικυκλώνουν την αγία Τράπεζα και να βλέπουν προς τα κάτω, σαν που θα έβλεπε κανείς στρατιώτες να στέκουν μπροστά στο βασιλέα. Η ευχή του ιερέα και το αίτημα της σύναξης είναι πραγματικότητα. Και ο εισοδικός ύμνος είναι λόγος αληθινός- «Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν Χριστώ…». Αμήν.
(+Διονυσίου, Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης, «Η Θεία Λειτουργία», εκδ. Αποστ. Διακονίας)
Πηγή
paraklisi
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ