2017-10-01 21:28:22
Για δυο ολόκληρα εικοσιτετράωρα ο 55χρονος Ν.Ν. δεν είχε... δώσει κανένα σημείο ζωής. Δεν πήγε στο γραφείο του και δεν απαντούσε στα επίμονα τηλεφωνήματα φίλων και συγγενών. Οι δικοί του άνθρωποι ανησύχησαν καθώς δεν συνήθιζε να εξαφανίζεται. Έτσι, αποφάσισαν να τον αναζητήσουν στο σπίτι του.
Γράφει η Μαρία Ζαχαροπούλου
Ένας από τους συγγενείς του είχε κλειδιά του διαμερίσματος στο κέντρο Αθήνας και στις 18 Ιανουαρίου 1977 τα χρησιμοποίησε για πρώτη φορά. Μπαίνοντας στο σπίτι κατάλαβε πως κάτι κακό είχε συμβεί. Όλα ήταν άνω κάτω. Παντού στην κουζίνα υπήρχαν αίματα και σπασμένα γυαλιά, σημάδια ότι είχε προηγηθεί πάλη. Ο άνδρας έντρομος έλεγξε όλα τα δωμάτια του σπιτιού και όταν άνοιξε την πόρτα του μπάνιου έπαθε σοκ. Μέσα στην μπανιέρα βρήκε νεκρό και δεμένο χειροπόδαρα, με ένα καλώδιο, τον 55χρονο. Το στόμα του ήταν φιμωμένο με μια πετσέτα Η αστυνομία δεν άργησε να φτάσει στο διαμέρισμα του τρίτου ορόφου της πολυκατοικίας
. Όλα έδειχναν πως ο 55χρονος είχε πέσει θύμα αδίστακτων δολοφόνων. Εξετάζοντας, ένα προς ένα, όλα τα στοιχεία στον τόπο του εγκλήματος οι αστυνομικοί διαπίστωσαν ότι η πόρτα του διαμερίσματος δεν είχε παραβιαστεί, γεγονός που τους οδήγησε στο συμπέρασμα πως οι δράστες ήταν γνωστοί του θύματος. Επιπλέον, ανακάλυψαν πως σε όλο το σπίτι υπήρχαν «ορφανά» δακτυλικά αποτυπώματα και έλειπαν διάφορα αντικείμενα μεταξύ των οποίων το χρυσό ρολόι και τα μανικετόκουμπα του θύματος, η ξυριστική μηχανή του και ένα κασετόφωνο.
Επιπλέον, δεν βρέθηκαν οι 17.000 δρχ. που ο αδελφός του 55χρονου γνώριζε πως κρατούσε φυλαγμένα στο σπίτι. Στα στοιχεία των αστυνομικών προστέθηκε η μαρτυρία ενός γείτονα ο οποίος υποστήριξε πως, δυο εικοσιτετράωρα νωρίτερα, άκουσε καβγά στο διαμέρισμα και το θύμα να φωνάζει «μη Τ…». Η καθοριστική πληροφορία, όμως, που ο άτυχος 55χρονος κρατούσε ως επτασφράγιστο μυστικό απ’ όλους ήταν πως έφερνε τακτικά άγνωστους άνδρες στο σπίτι του. Μάλιστα, εντοπίστηκαν κρυμμένες, στα συρτάρια του, δεκάδες φωτογραφίες νεαρών ανδρών. Το γεγονός αυτό καθόρισε τις εξελίξεις και οδήγησε τις έρευνες των αρχών στις πιάτσες των ομοφυλόφιλων στο κέντρο της Αθήνας.
Στο στόμα του είχε σφηνωμένο ένα αχλάδι
Η ιατροδικαστική έκθεση έδειξε πως ο Ν.Ν. είχε ξυλοκοπηθεί άγρια, έφερε συντριπτικά κατάγματα στο κεφάλι, το στόμα του είχε σφηνωμένο ένα αχλάδι και ήταν δεμένο με μια πετσέτα. Ο θάνατος του επήλθε, σύμφωνα με τον ιατροδικαστή, από πνιγμό από το αχλάδι αλλά και εξαιτίας των τραυμάτων στο κεφάλι του.
Κατά τη διάρκεια των ερευνών, το κασετόφωνο που είχε κλαπεί από το διαμέρισμα εντοπίστηκε σ’ ένα ενεχυροδανειστήριο στο οποίο το είχε πουλήσει ένας νεαρός. Τα κομμάτια του πάζλ άρχισαν να συμπληρώνονται με τις αρχές να καταλήγουν στο συμπέρασμα πως στην αποτρόπαια δολοφονία εμπλέκονται δυο άνδρες, τους οποίους είχαν δει τελευταία φορά στην Ομόνοια, λίγες μόνο ώρες πριν το φονικό. Όλα τα στοιχεία οδήγησαν στον 22χροννο Α.Κ. τον οποίο η αστυνομία άρχισε να αναζητά έχοντας στη διάθεση της ως βασικό στοιχείο, εκτός από μαρτυρίες που τον τοποθετούσαν κοντά στο θύμα, τα δακτυλικά του αποτυπώματα τα οποία ταυτοποιήθηκαν στον τόπο του εγκλήματος. Τριάντα τρείς ημέρες μετά τη δολοφονία και ενώ η φωτογραφία του 22χρονου παρουσιάστηκε από την αστυνομία στην τηλεόραση, οι αποκαλούμενοι «δολοφόνοι με το αχλάδι» έπεσαν στα χέρια των αρχών. Ο 22χρονος υποχρεώθηκε να παραδοθεί και στη συνέχεια έδωσε τα στοιχεία του συνεργού του ο οποίος αμέσως μετά συνελήφθη. Επρόκειτο για τον 23χρονο Κ.Κ.
Όπως διαπιστώθηκε μετά το έγκλημα οι δυο νεαροί αποφάσισαν να ακολουθήσουν χωριστούς δρόμους σε μια προσπάθεια να εξαφανίσουν τα ίχνη τους. Ο ένας είχε καταφύγει σε συγγενικό του σπίτι στην Πελοπόννησο και ο δεύτερος είχε επιστρέψει στην στρατιωτική του μονάδα απ’ όπου, έξι μήνες νωρίτερα, είχε λιποτακτήσει.
Οι νεαροί παραδέχτηκαν στις προανακριτικές τους απολογίες πως είχαν σεξουαλικές σχέσεις με άνδρες έναντι αμοιβής και ομολόγησαν επίσης, πως είχαν προμελετήσει τη δολοφονία του 55χρονου τον οποίο, όπως είπαν, ήθελαν να ληστέψουν. Όταν, όμως, τον Φεβρουάριο 1978 βρέθηκαν ενώπιον της δικαιοσύνης οι δυο κατηγορούμενοι δήλωσαν μετανιωμένοι και αναίρεσαν τους αρχικούς τους ισχυρισμούς υποστηρίζοντας πως δεν είχαν πρόθεση να σκοτώσουν ρίχνοντας, μάλιστα, ο ένας την ευθύνη στον άλλον για το μοιραίο τέλος. Ήταν δε κατηγορηματικοί ότι, το προηγούμενο βράδυ του εγκλήματος, δεν «κοιμήθηκαν» με το θύμα.
«Οι αδελφές δεν μιλάνε. Φοβούνται.»
Ο 22χρονος Α. Κ. περιέγραψε απολογούμενος στο δικαστήριο πως γνώρισε εκείνο το Σάββατο τον 55χρονο στην Ομόνοια όπου, όπως είπε, είχε πάει με τον συγκατηγορούμενο του για να βρουν εισιτήριο στη «μαύρη αγορά» για τον Παναθηναϊκό που έπαιζε την επόμενη μέρα. Ισχυρίστηκε πως το θύμα έπιασε κουβέντα με τον Κ.Κ. και τους πρότεινε να τους κάνει το τραπέζι. «Μετά μας πρότεινε να πάμε στο σπίτι του για να ακούσουμε μουσική. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και πήγαμε» υποστήριξε ο κατηγορούμενος.
Πρόεδρος: Τι κάνατε εκεί;
Κατηγορούμενος: Τίποτα δεν κάναμε. Καθίσαμε, φάγαμε και κοιμηθήκαμε (…) Την άλλη μέρα ξύπνησα στις 10-11. Είδα τον συγκατηγορούμενό μου και τον 55χρονο να μαγειρεύουν. Φάγαμε ακούσαμε το ματς και παίξαμε τάβλι. Ύστερα μας έδωσε λεφτά να πάμε να πάρουμε γιαούρτι και αβγά για να ξαναφάμε.
Πρόεδρος: Πόση ώρα κάνατε για να γυρίσετε;
Κατηγορούμενος: Μιάμιση περίπου ώρα, γιατί πήγαμε πρώτα σε ένα σφαιριστήριο. Ο Κ.Κ. μου είπε να τον χτυπήσουμε και να του πάρουμε τα λεφτά. Εγώ του είπα να μην τον χτυπήσουμε αλλά να τον φοβίσουμε. Και όταν εκείνος μου είπε πως θα μας μαρτυρήσει του απάντησα: «οι αδελφές δεν μιλάνε. Φοβούνται».
Ο κατηγορούμενος, αναφερόμενος στην ώρα της δολοφονίας, επέρριψε όλες τις ευθύνες στον συγκατηγορούμενο του λέγοντας πως εκείνος ήταν που σήκωσε ένα μπουκάλι και χτύπησε το θύμα στο κεφάλι. Είχε προηγηθεί, όπως ισχυρίστηκε, καβγάς κατά τη διάρκεια του οποίου ενώ ο άνδρας έτρωγε ένα φιρίκι τον έφτυσε στο πρόσωπο. «Όταν μετά το χτύπημα με το μπουκάλι έπεσε κάτω τον φιμώσαμε, τον δέσαμε και αφού του πήραμε τα λεφτά, το ρολόι και τ’ άλλα, φύγαμε» τόνισε.
Πρόεδρος: Το αχλάδι ποιος του το έβαλε στο στόμα;
Κατηγορούμενος: Δεν βάλαμε κανένα αχλάδι. Αυτό μας το φόρτωσε η αστυνομία, μετά στις καταθέσεις μας. Δεν είχαμε προαποφασίσει τίποτα, ούτε είχαμε σκοπό να τον σκοτώσουμε.
Τη δική του εκδοχή για το έγκλημα έδωσε ο 23χρονος Κ.Κ. ο οποίος εμφανίστηκε ως θύμα του 22χρονου: «Ήμουν λιποτάκτης έξι μήνες και έκανα διάφορες δουλειές, οικοδόμος σερβιτόρος κλπ. Εκείνη την ημέρα ήμουν «ρέστος» και όταν ο 55χρονος πρότεινε να μας κεράσει άκουσα τον Α.Κ. και δέχτηκα. Ο Α.Κ. μου είπε να τον χτυπήσω με το μπουκάλι. Όταν τον χτύπησα έπεσε κάτω αλλά δεν έπαθε τίποτα σηκώθηκε και ρώτησε “τι είναι αυτά;”. Εγώ προσπάθησα να του κλείσω το στόμα με το χέρι μου για να μην φωνάζει αλλά αυτός με δάγκωσε. Έχω ακόμη το σημάδι… Ο Α.Κ. τον πέταξε κάτω και του χτυπούσε το κεφάλι στο πάτωμα. Ύστερα του έδεσε τα πόδια και τα χέρια και του έβαλε ένα μήλο ή ένα αχλάδι, δεν θυμάμαι, στο στόμα. Εγώ πήρα το ρολόι του και το φόρεσα. Ψάξαμε, πήραμε τα λεφτά και φύγαμε. Τώρα μετανιώνω».
Ο εισαγγελέας πρότεινε την ενοχή των κατηγορουμένων χωρίς κανένα ελαφρυντικό. «Η μόνη επιείκεια που μπορώ να προτείνω είναι να ευχηθώ να μην τους στείλετε στο εκτελεστικό απόσπασμα» είπε.
Τελικά, το δικαστήριο με οριακή πλειοψηφία έκρινε ένοχους τους δύο κατηγορούμενους αναγνωρίζοντας τους ελαφρυντικά. Ο 22χρονος Α.Κ. καταδικάστηκε σε κάθειρξη 25 ετών με το ελαφρυντικό της μετεφηβικής ηλικίας. Στον 23χρονο Κ.Κ. αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό της ειλικρινούς μεταμέλειας και του επιβλήθηκε κάθειρξη 23 ετών.
Πηγή Tromaktiko
Γράφει η Μαρία Ζαχαροπούλου
Ένας από τους συγγενείς του είχε κλειδιά του διαμερίσματος στο κέντρο Αθήνας και στις 18 Ιανουαρίου 1977 τα χρησιμοποίησε για πρώτη φορά. Μπαίνοντας στο σπίτι κατάλαβε πως κάτι κακό είχε συμβεί. Όλα ήταν άνω κάτω. Παντού στην κουζίνα υπήρχαν αίματα και σπασμένα γυαλιά, σημάδια ότι είχε προηγηθεί πάλη. Ο άνδρας έντρομος έλεγξε όλα τα δωμάτια του σπιτιού και όταν άνοιξε την πόρτα του μπάνιου έπαθε σοκ. Μέσα στην μπανιέρα βρήκε νεκρό και δεμένο χειροπόδαρα, με ένα καλώδιο, τον 55χρονο. Το στόμα του ήταν φιμωμένο με μια πετσέτα Η αστυνομία δεν άργησε να φτάσει στο διαμέρισμα του τρίτου ορόφου της πολυκατοικίας
Επιπλέον, δεν βρέθηκαν οι 17.000 δρχ. που ο αδελφός του 55χρονου γνώριζε πως κρατούσε φυλαγμένα στο σπίτι. Στα στοιχεία των αστυνομικών προστέθηκε η μαρτυρία ενός γείτονα ο οποίος υποστήριξε πως, δυο εικοσιτετράωρα νωρίτερα, άκουσε καβγά στο διαμέρισμα και το θύμα να φωνάζει «μη Τ…». Η καθοριστική πληροφορία, όμως, που ο άτυχος 55χρονος κρατούσε ως επτασφράγιστο μυστικό απ’ όλους ήταν πως έφερνε τακτικά άγνωστους άνδρες στο σπίτι του. Μάλιστα, εντοπίστηκαν κρυμμένες, στα συρτάρια του, δεκάδες φωτογραφίες νεαρών ανδρών. Το γεγονός αυτό καθόρισε τις εξελίξεις και οδήγησε τις έρευνες των αρχών στις πιάτσες των ομοφυλόφιλων στο κέντρο της Αθήνας.
Στο στόμα του είχε σφηνωμένο ένα αχλάδι
Η ιατροδικαστική έκθεση έδειξε πως ο Ν.Ν. είχε ξυλοκοπηθεί άγρια, έφερε συντριπτικά κατάγματα στο κεφάλι, το στόμα του είχε σφηνωμένο ένα αχλάδι και ήταν δεμένο με μια πετσέτα. Ο θάνατος του επήλθε, σύμφωνα με τον ιατροδικαστή, από πνιγμό από το αχλάδι αλλά και εξαιτίας των τραυμάτων στο κεφάλι του.
Κατά τη διάρκεια των ερευνών, το κασετόφωνο που είχε κλαπεί από το διαμέρισμα εντοπίστηκε σ’ ένα ενεχυροδανειστήριο στο οποίο το είχε πουλήσει ένας νεαρός. Τα κομμάτια του πάζλ άρχισαν να συμπληρώνονται με τις αρχές να καταλήγουν στο συμπέρασμα πως στην αποτρόπαια δολοφονία εμπλέκονται δυο άνδρες, τους οποίους είχαν δει τελευταία φορά στην Ομόνοια, λίγες μόνο ώρες πριν το φονικό. Όλα τα στοιχεία οδήγησαν στον 22χροννο Α.Κ. τον οποίο η αστυνομία άρχισε να αναζητά έχοντας στη διάθεση της ως βασικό στοιχείο, εκτός από μαρτυρίες που τον τοποθετούσαν κοντά στο θύμα, τα δακτυλικά του αποτυπώματα τα οποία ταυτοποιήθηκαν στον τόπο του εγκλήματος. Τριάντα τρείς ημέρες μετά τη δολοφονία και ενώ η φωτογραφία του 22χρονου παρουσιάστηκε από την αστυνομία στην τηλεόραση, οι αποκαλούμενοι «δολοφόνοι με το αχλάδι» έπεσαν στα χέρια των αρχών. Ο 22χρονος υποχρεώθηκε να παραδοθεί και στη συνέχεια έδωσε τα στοιχεία του συνεργού του ο οποίος αμέσως μετά συνελήφθη. Επρόκειτο για τον 23χρονο Κ.Κ.
Όπως διαπιστώθηκε μετά το έγκλημα οι δυο νεαροί αποφάσισαν να ακολουθήσουν χωριστούς δρόμους σε μια προσπάθεια να εξαφανίσουν τα ίχνη τους. Ο ένας είχε καταφύγει σε συγγενικό του σπίτι στην Πελοπόννησο και ο δεύτερος είχε επιστρέψει στην στρατιωτική του μονάδα απ’ όπου, έξι μήνες νωρίτερα, είχε λιποτακτήσει.
Οι νεαροί παραδέχτηκαν στις προανακριτικές τους απολογίες πως είχαν σεξουαλικές σχέσεις με άνδρες έναντι αμοιβής και ομολόγησαν επίσης, πως είχαν προμελετήσει τη δολοφονία του 55χρονου τον οποίο, όπως είπαν, ήθελαν να ληστέψουν. Όταν, όμως, τον Φεβρουάριο 1978 βρέθηκαν ενώπιον της δικαιοσύνης οι δυο κατηγορούμενοι δήλωσαν μετανιωμένοι και αναίρεσαν τους αρχικούς τους ισχυρισμούς υποστηρίζοντας πως δεν είχαν πρόθεση να σκοτώσουν ρίχνοντας, μάλιστα, ο ένας την ευθύνη στον άλλον για το μοιραίο τέλος. Ήταν δε κατηγορηματικοί ότι, το προηγούμενο βράδυ του εγκλήματος, δεν «κοιμήθηκαν» με το θύμα.
«Οι αδελφές δεν μιλάνε. Φοβούνται.»
Ο 22χρονος Α. Κ. περιέγραψε απολογούμενος στο δικαστήριο πως γνώρισε εκείνο το Σάββατο τον 55χρονο στην Ομόνοια όπου, όπως είπε, είχε πάει με τον συγκατηγορούμενο του για να βρουν εισιτήριο στη «μαύρη αγορά» για τον Παναθηναϊκό που έπαιζε την επόμενη μέρα. Ισχυρίστηκε πως το θύμα έπιασε κουβέντα με τον Κ.Κ. και τους πρότεινε να τους κάνει το τραπέζι. «Μετά μας πρότεινε να πάμε στο σπίτι του για να ακούσουμε μουσική. Μπήκαμε στο αυτοκίνητο και πήγαμε» υποστήριξε ο κατηγορούμενος.
Πρόεδρος: Τι κάνατε εκεί;
Κατηγορούμενος: Τίποτα δεν κάναμε. Καθίσαμε, φάγαμε και κοιμηθήκαμε (…) Την άλλη μέρα ξύπνησα στις 10-11. Είδα τον συγκατηγορούμενό μου και τον 55χρονο να μαγειρεύουν. Φάγαμε ακούσαμε το ματς και παίξαμε τάβλι. Ύστερα μας έδωσε λεφτά να πάμε να πάρουμε γιαούρτι και αβγά για να ξαναφάμε.
Πρόεδρος: Πόση ώρα κάνατε για να γυρίσετε;
Κατηγορούμενος: Μιάμιση περίπου ώρα, γιατί πήγαμε πρώτα σε ένα σφαιριστήριο. Ο Κ.Κ. μου είπε να τον χτυπήσουμε και να του πάρουμε τα λεφτά. Εγώ του είπα να μην τον χτυπήσουμε αλλά να τον φοβίσουμε. Και όταν εκείνος μου είπε πως θα μας μαρτυρήσει του απάντησα: «οι αδελφές δεν μιλάνε. Φοβούνται».
Ο κατηγορούμενος, αναφερόμενος στην ώρα της δολοφονίας, επέρριψε όλες τις ευθύνες στον συγκατηγορούμενο του λέγοντας πως εκείνος ήταν που σήκωσε ένα μπουκάλι και χτύπησε το θύμα στο κεφάλι. Είχε προηγηθεί, όπως ισχυρίστηκε, καβγάς κατά τη διάρκεια του οποίου ενώ ο άνδρας έτρωγε ένα φιρίκι τον έφτυσε στο πρόσωπο. «Όταν μετά το χτύπημα με το μπουκάλι έπεσε κάτω τον φιμώσαμε, τον δέσαμε και αφού του πήραμε τα λεφτά, το ρολόι και τ’ άλλα, φύγαμε» τόνισε.
Πρόεδρος: Το αχλάδι ποιος του το έβαλε στο στόμα;
Κατηγορούμενος: Δεν βάλαμε κανένα αχλάδι. Αυτό μας το φόρτωσε η αστυνομία, μετά στις καταθέσεις μας. Δεν είχαμε προαποφασίσει τίποτα, ούτε είχαμε σκοπό να τον σκοτώσουμε.
Τη δική του εκδοχή για το έγκλημα έδωσε ο 23χρονος Κ.Κ. ο οποίος εμφανίστηκε ως θύμα του 22χρονου: «Ήμουν λιποτάκτης έξι μήνες και έκανα διάφορες δουλειές, οικοδόμος σερβιτόρος κλπ. Εκείνη την ημέρα ήμουν «ρέστος» και όταν ο 55χρονος πρότεινε να μας κεράσει άκουσα τον Α.Κ. και δέχτηκα. Ο Α.Κ. μου είπε να τον χτυπήσω με το μπουκάλι. Όταν τον χτύπησα έπεσε κάτω αλλά δεν έπαθε τίποτα σηκώθηκε και ρώτησε “τι είναι αυτά;”. Εγώ προσπάθησα να του κλείσω το στόμα με το χέρι μου για να μην φωνάζει αλλά αυτός με δάγκωσε. Έχω ακόμη το σημάδι… Ο Α.Κ. τον πέταξε κάτω και του χτυπούσε το κεφάλι στο πάτωμα. Ύστερα του έδεσε τα πόδια και τα χέρια και του έβαλε ένα μήλο ή ένα αχλάδι, δεν θυμάμαι, στο στόμα. Εγώ πήρα το ρολόι του και το φόρεσα. Ψάξαμε, πήραμε τα λεφτά και φύγαμε. Τώρα μετανιώνω».
Ο εισαγγελέας πρότεινε την ενοχή των κατηγορουμένων χωρίς κανένα ελαφρυντικό. «Η μόνη επιείκεια που μπορώ να προτείνω είναι να ευχηθώ να μην τους στείλετε στο εκτελεστικό απόσπασμα» είπε.
Τελικά, το δικαστήριο με οριακή πλειοψηφία έκρινε ένοχους τους δύο κατηγορούμενους αναγνωρίζοντας τους ελαφρυντικά. Ο 22χρονος Α.Κ. καταδικάστηκε σε κάθειρξη 25 ετών με το ελαφρυντικό της μετεφηβικής ηλικίας. Στον 23χρονο Κ.Κ. αναγνωρίστηκε το ελαφρυντικό της ειλικρινούς μεταμέλειας και του επιβλήθηκε κάθειρξη 23 ετών.
Πηγή Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ