2017-10-03 23:26:53
Ακούστε την ομιλία: «Πῶς θεολογοῦσαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες» Πατερική Θεολογία, 28ο Μέρος. Ὁμιλία στίς 24-01-2015
Συνεχίζουμε σήμερα τήν Πατερική Θεολογία τοῦ π. Ἰωάννου τοῦ Ρωμανίδου καί νομίζω θά εἶναι καί τό τελευταῖο μας μάθημα. Τά ὑπόλοιπα τοῦ βιβλίου εἶναι εἰδικά πράγματα γιά τίς αἱρέσεις καί τούς
αἱρετικούς πού δέν μᾶς ἐνδιαφέρουν ἰδιαίτερα.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες τούς ἀντιμετώπισαν καί τούς καταδίκασαν μέ τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Θά ποῦμε σήμερα «Πῶς οἱ Πατέρες θεολογοῦν». Αὐτός εἶναι ὁ τίτλος τῆς σημερινῆς ὁμιλίας. Ἔχει σημασία νά γνωρίζουμε τόν τρόπο πού οἱ Πατέρες μιλᾶνε, γιατί πάντοτε ἀναφύονται καινούρια θέματα στήν Ἐκκλησία καί προσωπικά σέ μᾶς, ἀλλά καί γενικότερα, πού ἀφοροῦν ὅλη τήν Ἐκκλησία, γιά τά ὁποῖα πρέπει νά δώσει ἀπαντήσεις καί ἡ Ἐκκλησία καί ὁ καθένας μας. Αὐτές τίς ἀπαντήσεις χρειάζεται νά τίς ἀνακαλύψουμε, νά ξέρουμε ὅτι φτάσαμε στήν σωστή ἀπάντηση
. Νά πῶ ἕνα παράδειγμα, γιά νά μήν εἴμαστε ἀφηρημένοι. Ὑπάρχουν πάρα πολλά θέματα πού δημιούργησε ἡ πρόοδος τῆς ἰατρικῆς, τά προβλήματα βιοηθικῆς, ἄν ἐπιτρέπεται νά γίνεται κάτι ἤ ὄχι. Ἄν ἐπιτρέπεται νά γίνεται τεχνητή γονιμοποίηση ἤ δέν ἐπιτρέπεται καί οἱ ποικίλες μέθοδοι πού ὑπάρχουν. Πῶς θά ἀπαντήσουμε σ’ αὐτά τά προβλήματα. Ποιά εἶναι ἡ σωστή μεθοδολογία, γιά νά βροῦμε τήν σωστή ἀπάντηση. Εἶναι ἁπλῶς νά ἐρευνήσουμε τά βιβλία μας, νά ψάξουμε τά βιβλία μας; Καί ὅποιος διαβάσει πιό πολλά βιβλία θά βρεῖ ἄραγε τήν ἀπάντηση; Ἤ ὑπάρχει καί κάτι ἄλλο, τό ὁποῖο μᾶς ἐπιβεβαιώνει γιά τήν ὀρθότητα τῆς ἀπάντησης; Πράγματι ὑπάρχει καί κάτι ἄλλο, τό ὁποῖο εἶναι καί τό πιό σημαντικό, ἡ ζῶσα ἐμπειρία τῶν Ἁγίων, τῶν ζωντανῶν Ἁγίων.
Ἀξιωθήκαμε νά γιορτάσουμε τήν ἁγιοκατάταξη, καί ὄχι ἁγιοποίηση, ὅπως λανθασμένα λένε πολλοί, τοῦ πατρός Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, τοῦ πολύ μεγάλου Γέροντος. Πού σημαίνει ὅτι ἡ ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί σήμερα συνεχίζει νά παράγει Ἁγίους. Γιατί ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἕνας σύλλογος ἀνθρώπων πού ἔχουν κάποια κοινά πιστεύω, ἀλλά εἶναι τό ζωντανό σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δέν εἶναι ἄλλος παρά οἱ Ἅγιοι.
Ἑπομένως, καί σήμερα καί πάντοτε, ἡ Ἐκκλησία μας, ἐπειδή εἶναι ζωντανή καί εἶναι τό ζωντανό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, θά παράγει Ἁγίους. Μή νομίζετε ὅτι Ἅγιοι εἶναι μόνο αὐτοί πού εἶναι ἐπίσημα καταχωρημένοι στό Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας. Ὑπάρχουν καί πάρα πολλοί πού δέν εἶναι καταχωρημένοι, εἴτε γιατί τό θέλησαν οἱ ἴδιοι καί τό ζήτησαν ἀπό τόν Θεό νά μήν γίνουν γνωστοί ὡς τήν Δευτέρα Παρουσία ἤ γιά ἄλλους λόγους πού ὁ Θεός γνωρίζει. Ὁ Ἅγιος πατήρ Παΐσιος ἔγινε γνωστός καί κατατάχτηκε καί ἐπίσημα καί τό πανηγυρίζουμε. Αὐτό τί σημαίνει; Ὅτι καί σήμερα τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐνεργεῖ καί ὁδηγεῖ τούς ἀνθρώπους στήν ἁγιότητα, στόν ἁγιασμό. Ποιούς; Αὐτούς πού θέλουν. Καί ὅλοι πρέπει νά θέλουμε, ἄν θέλουμε νά σωθοῦμε.
Λέει ὁ π. Ἰωάννης ὁ Ρωμανίδης λοιπόν, «Στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση οἱ Πατέρες πῶς θεολογοῦν; Οἱ Πατέρες πρῶτον ἐπικαλοῦνται τήν Ἁγία Γραφή». Θά δεῖτε, δηλαδή, διαβάζοντας π.χ. τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, πλῆθος ἀναφορές στήν Ἁγία Γραφή, στήν Καινή Διαθήκη καί στήν Παλαιά Διαθήκη. Οἱ Ἅγιοι ἤξεραν πάρα πολύ καλά καί τήν Παλαιά Διαθήκη καί τήν Καινή Διαθήκη. Ἡ πρώτη τους ἀναφορά λοιπόν, ὅταν μᾶς κηρύττουν, ὅταν μᾶς διδάσκουν, εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή. «Ἐπί πλέον ὅμως ἐπικαλοῦνται καί τήν ἐμπειρία τῶν ζώντων θεουμένων, ὅταν ἐμφανισθεῖ μία αἵρεσις», ὅταν ἐμφανισθεῖ κάτι καινούριο, γιά τό ὁποῖο δέν γνωρίζουμε ἀμέσως τήν ἀπάντηση. Δηλαδή, τό πρῶτο εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή. Τό δεύτερο, κάτι πού πρέπει νά ἔχουμε ὑπόψη μας, εἶναι ἡ μαρτυρία τῶν ζωντανῶν Ἁγίων γιά ὁποιοδήποτε πρόβλημα τό ὁποῖο ἀναφύεται καί γιά ὁποιαδήποτε αἵρεση.
«Ὅταν ἐμφανίσθηκε ἡ αἵρεσις τοῦ Ἀρείου, οἱ Πατέρες ἐπικαλέστηκαν καί τήν ἐμπειρία τῶν θεουμένων πού ζοῦσαν κατά τήν ἐποχή τῆς Ἀρειανικῆς διαμάχης». Ἔχουμε, ἑπομένως, στήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, τό θυμᾶστε πολύ καλά, τόν Ἅγιο Σπυρίδωνα, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀγράμματος καί γιά νά ἀποδείξει τό δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος μ’ ἕναν ὁρατό καί ἁπτό τρόπο, μέ τό κεραμίδι, καί βεβαίως μέ τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού εἶχε πλούσια, ἀπέδειξε τήν τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ. Ἔχουμε τόν Ἅγιο Νικόλαο πού μέ τήν χάρη πού εἶχε ἔδωσε ράπισμα στόν Ἄρειο καί συγκλόνισε θά λέγαμε ὅλο του τό οἰκοδόμημα, γιατί φανέρωσε ὄχι μ’ ἕναν ἀνθρώπινο τρόπο ἀλλά μ’ ἕναν θεανθρώπινο τρόπο τήν ἐπιδοκιμασία τοῦ Θεοῦ στήν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου. Γιατί ὁ Ἅγιος Νικόλαος, ὅταν ἔδωσε ράπισμα, δέν τό ἔκανε ὡς ἕνας θιγμένος ἄνθρωπος, ἀλλά καθ’ ὑποβολή θά λέγαμε καί κατά ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτό καί ὅταν τόν ἔκλεισαν μετά στήν φυλακή, τοῦ ἐμφανίστηκε ὁ Χριστός καί δέν τόν τιμώρησε, ἀλλά τόν ἐβράβευσε κιόλας καί ἐπιδοκίμασε τήν πράξη του, γιατί ἤτανε ἐμπνευσμένη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Οἱ Ἅγιοι, λοιπόν, χρησιμοποιοῦσαν καί τήν προσωπική τους ἐμπειρία καί τήν ἐμπειρία τῶν ζωντανῶν φορέων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τῆς ἐποχῆς τους, τῶν ἄλλων συγχρόνων ἁγίων τους. «Ἔτσι ἔχουμε δύο εἰδῶν ἐπιχειρήματα». Ἀφενός μέν τήν Ἁγία Γραφή μέσα στήν ὁποία εἶναι κατατεθειμένη ἡ ὀρθόδοξη πίστη καί διδασκαλία καί ἀφετέρου τήν ζωντανή ἐμπειρία τῶν Ἁγίων.
«Γιά νά εἶναι ὅμως κάτι Ὀρθόδοξο, πρέπει αὐτά τά δύο νά εἶναι συμβατά μεταξύ τους εἴτε νά ταυτίζονται εἴτε νά εἶναι ἀλληλοσυμπληρούμενα. Ὄχι νά εἶναι ἀλληλοσυγκρουόμενα». Δέν μπορεῖ κάποιος, δηλαδή, νά ἔχει μία ἐμπειρία καί νά λέει ὅτι εἶναι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί νά εἶναι ἀντίθετη μέ αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Ἤ θά εἶναι ἴδια, ἤ θά συμπληρώνει τό ἕνα τό ἄλλο, θά εἶναι στήν ἴδια κατεύθυνση. «Ἡ βασική ἐπιχειρηματολογία πηγάζει ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. Ἡ ἐπισφράγισις, ὅμως, τῆς ἐπιχειρηματολογίας αὐτῆς καθώς καί ἡ ἐπιβεβαίωση τῆς γνησιότητός Της γίνονται πάντοτε βάσει τῆς κατατεθειμένης ἐμπειρίας τῶν Πατέρων καί τῶν κεκοιμημένων Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας, καθώς καί τῆς ἐμπειρίας τῶν ζώντων Ἁγίων τῆς ἐποχῆς κατά τήν ὁποία ἐμφανίζεται μία αἵρεσις. Τό ἴδιο ὅμως συμβαίνει σέ κάθε ἐπιστήμη. Π.χ. στήν Ἀστρονομία, ἄν διαβάσουμε τά Κινεζικά χειρόγραφα, θά δοῦμε ὅτι τήν 12η Ἰουλίου 1054 ἔγινε μία μεγάλη ἔκρηξη στό σύμπαν, τήν ὁποία οἱ Κινέζοι ἀστρονόμοι μπόρεσαν καί κατέγραψαν». Εἶναι ἱστορικό γεγονός καί τό κατέγραψαν οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς, οἱ ἐπιστήμονες τῆς ἐποχῆς. «Ἐπί δύο ἑβδομάδες ἔβλεπαν τό φῶς ἀπό τήν ἔκρηξη αὐτή. Ἐδῶ, δηλαδή, ἔχουμε ἕνα Κινέζικο σύγγραμμα, τό ὁποῖο ἀναφέρει αὐτό τό γεγονός». Ἐμεῖς σήμερα τό διαβάζουμε καί μποροῦμε νά ποῦμε φαντασία τους εἶναι! «Ὅμως οἰ σημερινοί ἀστρονόμοι πιστοποίησαν ὅτι πράγματι συνέβη τότε αὐτή ἡ ἔκρηξη (μία σουπερνόβα)», ἔτσι τό λένε οἱ ἀστρονόμοι, «τό δέ ἀποτέλεσμά της ἦταν ἕνα νεφέλωμα πού τοῦ ἔδωσαν τό ὄνομα Crab Nebula. Ἐδῶ δηλαδή βλέπουμε ὅτι ἔχουμε μία κατατεθειμένη γραπτή μαρτυρία γιά ἔνα φαινόμενο, τό ὁποῖο –ἔγινε στό παρελθόν καί– ἐπιβεβαιώνεται –σήμερα– ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν σημερινῶν ἀστρονόμων». Ἔχει τόν τρόπο της ἡ ἀστρονομία νά ἐλέγξει καί τό παρελθόν, τό τί συνέβη στό σύμπαν τό 1054 καί βρῆκε ὅτι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί δέν ἔγραφαν ψέματα, εἶχε γίνει αὐτό πού γράφανε. Ἔχουμε, ἑπομένως, δύο μαρτυρίες, τήν κατατεθειμένη γραπτή μαρτυρία καί τήν ἐμπειρική πλέον ἐπιβεβαίωσή της σήμερα. Τό ἴδιο γίνεται καί μέ τήν Θεολογία καί μέ ὅλες τίς ἐπιστῆμες. Ἔχουμε τήν κατατεθειμένη μαρτυρία στήν Ἁγία Γραφή ἀλλά καί τήν ἐπιβεβαίωσή της ἀπό τούς συγχρόνους Ἁγίους.
Λέει ἡ Ἁγία Γραφή π.χ. γιά τό Φῶς τοῦ Θεοῦ, γιά τό ἄκτιστο Φῶς. Θά ἔλεγε ἕνας ἄπιστος: – Ποιό φῶς; Ἐγώ δέν ἔχω δεῖ κανένα φῶς.. Ἐσύ μπορεῖ νά μήν τό ἔχεις δεῖ, ἀλλά ὁ σύγχρονος Ἅγιος, πού ἔχει κοινωνία μέ τόν Θεό, τό ἔχει δεῖ καί ἐπιβεβαιώνει ἀκριβῶς αὐτό πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Λέει μάλιστα πώς εἶναι ἔτσι, ὅπως τά λέει ἡ Ἁγία Γραφή, γιατί τά ἔχει ζήσει.
«Ἔχουμε κατατεθειμένη στήν Ἁγία Γραφή τήν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων. Πῶς ὅμως θά γίνει ἡ πιστοποίηση αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας τους σήμερα; Πῶς θά βεβαιωθοῦμε ὅτι τά πράγματα εἶναι ἔτσι, ὅπως περιγράφονται στήν Ἁγία Γραφή, προκειμένου περί τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Χριστοῦ; Ἀπό Πατερικῆς ἀπόψεως αὐτό γίνεται βάσει τῆς προσωπικῆς ἐμπειρίας ἐκείνων τῶν ζώντων Ἁγίων σέ κάθε ἐποχή, οἱ ὁποῖοι ἔφθασαν νά δοῦν τόν Χριστό ἐν δόξη καί οἱ ὁποῖοι μποροῦν νά διαβεβαιώσουν τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς τους γιά τήν ἀλήθεια τῶν ἀναφερομένων στήν Ἁγία Γραφή. Ἐκτός, δηλαδή, ἀπό τήν προσωπική ἐμπειρία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τήν ἴδια ἐμπειρία μέ τούς Προφῆτες καί τούς Ἀποστόλους, ἔχουμε ἐπί πλέον καί τήν ἐμπειρία τῶν ζώντων Ἁγίων σέ κάθε ἐποχή». Θά λέγαμε, κατά κάποιο τρόπο, ἔχουμε τριπλή ἐπιβεβαίωση. Ἔχουμε ἀφενός μέν τήν Ἁγία Γραφή, τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀφετέρου δέ τήν ἐμπειρία τῶν Πατέρων, ἡ ὁποία ἐπιβεβαιώνει αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή, τοῦ Μεγάλου Βασιλείου δηλαδή, τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου… καί ἔχουμε καί τήν ἐμπειρία τῶν συγχρόνων Πατέρων, τοῦ π. Παϊσίου, τοῦ π. Πορφυρίου, τοῦ π. Σωφρονίου τοῦ Ἔσσεξ, τοῦ π. Ἀμφιλόχιου τοῦ Μακρῆ, τοῦ π. Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστοῦ… πλῆθος συγχρόνων ἁγίων… χαρισματούχων, θεουμένων, οἱ ὁποῖοι μαρτυροῦν τά ἴδια πράγματα πού μᾶς εἴπανε καί ὁ Μέγας Βασίλειος καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Θεολόγος καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης καί ὅλοι οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι κι αὐτοί ἐπιβεβαιώνουν αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή, αὐτά πού εἴπανε δηλαδή οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί οἱ Ἀπόστολοι. Ἕνας ἄθεος θά πεῖ: Ἐγώ δέν τά ξέρω, δέν τά πιστεύω. Ἄν μπεῖς κι ἐσύ στήν διαδικασία νά γίνεις Ἅγιος, θά τά δεῖς. Δέν σέ καλεῖ ἡ Ἐκκλησία νά πιστέψεις κάτι μόνο ἐπειδή τό λένε οἱ ἄλλοι. Ἀλλά μπορεῖς νά τό δοκιμάσεις καί νά τό ἐπιβεβαιώσεις κι ἐσύ μέ τήν δική σου ἐμπειρία. Χρειάζεται νά κάνεις μόνο ἕναν κόπο. Ποιός εἶναι ὁ κόπος; Τῆς κάθαρσης, τῆς μετάνοιας.
Καλή ὥρα σέ λίγο θά μποῦμε στήν περίοδο τοῦ Τριωδίου, που εἶναι περίοδος μετανοίας. Δέν μᾶς βάζει ἡ Ἐκκλησία σ’ αὐτή τήν περίοδο, ὅπως μοῦ εἶπε ἕνα παιδάκι προηγουμένως, γιά νά ἔχουμε ποικιλία, νά μήν βαριόμαστε! Δέν εἶναι γιά νά ἔχουμε ποικιλία.. εἶναι γιά νά μᾶς βάλει στήν διαδικασία τῆς μετανοίας. Ὅλο τόν χρόνο πρέπει νά τήν ἔχουμε, ἀλλά κατεξοχήν μᾶς τό θυμίζει αὐτή τήν περίοδο, μέ τά Εὐαγγέλια τοῦ Τελώνου καί Φαρισαίου, τοῦ Ἀσώτου, τῆς Κρίσεως, τῆς Συγχωρήσεως, τῶν πέντε Κυριακῶν τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς μέ τούς ἁγίους πού προβάλλονται, γιά νά μᾶς πεῖ, πρέπει νά μετανοεῖτε, πρέπει νά κλαῖτε συνεχῶς τίς ἁμαρτίες σας καί ἔτσι δέν θά ξαναπέσετε στά ἴδια πράγματα. Ἄν τώρα δέν μποῦμε σ’ αὐτή τήν διαδικασία τῆς μετάνοιας, φυσικά δέν θά ἔχουμε κι αὐτή τήν ἐμπειρία τῶν ἁγίων. Γιατί, γιά νά ἔχεις τήν ἐμπειρία τῶν ἁγίων, δηλαδή τήν θεοπτία καί νά πεῖς, πράγματι ἔτσι εἶναι ὅπως τά λέει ἡ Ἁγία Γραφή, θά πρέπει νά καθαριστεῖς καί ἡ κάθαρση γίνεται διά τῆς μετανοίας.
Ἐκτός λοιπόν ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἔχουμε καί τήν προσωπική ἐμπειρία τῶν ζώντων Ἁγίων. «Ἡ παράδοσις τῆς ἐμπειρίας τῆς θεώσεως βλέπουμε νά συνεχίζεται ὁλοζώντανη μέχρι τό τέλος τῆς Τουρκοκρατίας καί νά δεσπόζει στήν συνείδηση τῶν Ὀρθοδόξων». Λέει ὁ π. Ἰωάννης μέχρι τό τέλος τῆς Τουρκοκρατίας, γιατί κατεξοχήν ἡ μεγάλη ἀλλοτρίωση στό ἔθνος μας -καί εἶναι τραγικό αὐτό- δέν ἔγινε στά χρόνια τῆς σκλαβιᾶς! Ἐμεῖς πανηγυρίζουμε τήν ἀπελευθέρωσή μας ἀπό τούς Τούρκους, ἀλλά θά πρέπει νά θρηνοῦμε, γιατί ἀπό ἐκεῖ καί μετά ἀρχίζει ἡ μεγάλη ἀλλοτρίωση τοῦ ἔθνους μας διαμέσου τοῦ Διαφωτισμοῦ, τοῦ κακῶς λεγομένου διαφωτισμοῦ, οὐσιαστικά πρόκειται γιά σκοτισμό βαθύ, τῆς ζωῆς μας, τῆς διανοίας μας, τῆς ὅλης μας ψυχῆς, τοῦ ἔθνους μας, τῶν Ἑλλήνων Ὀρθοδόξων, γιατί μπῆκε τό πνεῦμα τοῦ ὀρθολογισμοῦ, τό πνεῦμα τῆς Δύσης, τό πνεῦμα τῆς νοησιαρχίας, τό ὁποῖο κυριάρχησε δυστυχῶς καί κυριαρχεῖ καί σήμερα, τό πνεῦμα τό προτεσταντικό καί τό παπικό. Καί ἀλλοτριωθήκαμε ἀπό αὐτή τήν ὀρθόδοξη παράδοση πού εἶναι παράδοση τῆς κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης. Εἶναι παράδοση, δηλαδή, τῆς ἁγιότητας. Χάθηκε αὐτό τό ἰδανικό τοῦ ἁγίου. Ποιό ἀπό τά νέα παιδιά σήμερα θέλει νά γίνει ἅγιος; Σπανιότατο πράγμα… Ἐνῶ, αὐτό θά ἔπρεπε νά εἶναι τό πρῶτο ἰδανικό, τό κυρίαρχο. Ὅλοι θέλουν νά γίνουν γιατροί, δικηγόροι… καί ἀκόμα χειρότερα.. ἠθοποιοί, ποδοσφαιριστές κ.λ.π. Ἐνῶ τό κατεξοχήν ἰδανικό πού πρέπει νά ἔχουμε, εἶναι νά γίνουμε ἅγιοι. Γι’ αὐτό λέει ὁ π. Ἰωάννης τό ὁρόσημο αὐτό. Μέχρι τό τέλος τῆς Τουρκοκρατίας ὑπῆρχε αὐτή ἡ παράδοση. Μετά δέν χάθηκε εὐτυχῶς, ἀλλά λησμονήθηκε στό μεγαλύτερο μέρος τῶν Ἑλλήνων. Ὑπάρχουν, ὅμως, καί οἱ φωτεινές ἐξαιρέσεις, οἱ ἅγιοι, πού τούς γιορτάζουμε καί τούς πανηγυρίζουμε καί τούς χαιρόμαστε, ἀλλά θά πρέπει καί νά τούς μιμούμαστε. Ὁ π. Παΐσιος βεβαίως δοξάζεται καί τόν τιμοῦμε, ἀλλά ἡ μεγαλύτερή του χαρά εἶναι νά τόν μιμηθοῦμε. Καί, ὅταν ἦταν ἀνάμεσά μας, τήν μετάνοια δίδασκε. Πήγαιναν οἱ ἄνθρωποι καί τοῦ ἔλεγαν διάφορα πράγματα καί ἔλεγε, τί νά μοῦ πεῖς τί θέλεις… νά σοῦ πῶ ἐγώ τί θέλει ὁ Θεός ἀπό σένα! Ὄχι τί θέλεις ἐσύ ἀπό τόν Θεό. Γιατί, δυστυχῶς, ἔτσι πᾶμε στόν Θεό, πᾶμε νά ζητήσουμε νά κάνει τά θελήματά μας, ἀντί νά πᾶμε νά μάθουμε τί θέλει Ἐκεῖνος ἀπό μᾶς.
«Ὑπάρχουν Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι στόν ἀγῶνα τους ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν ἐπικαλοῦνται καί τήν προσωπική τους ἐμπειρία, τῆς θεώσεως. Π.χ. ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος -τόν ὁποῖο γιορτάζουμε αὔριο- ἐπικαλεῖται καί τήν προσωπική του ἐμπειρία», ἐκτός ἀπό τήν ἐμπειρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, «στόν ἀγῶνα του ἐναντίον τῶν Εὐνομιανῶν», ἐναντίον αὐτῶν πού πολεμοῦσαν τό Ἅγιο Πνεῦμα. Οἱ Ἅγιοι εἶχαν καί προσωπική ἐμπειρία αὐτῶν πού λέγανε. Πῶς ἔλεγε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι Θεός; Τό ἔβγαζε μόνο ἀπό τίς μελέτες καί τίς θεολογικές σπουδές του; Ὄχι, τό ἔβγαζε καί ἀπό τήν ἐμπειρία του. Τό ἔβλεπε ὅτι ὅπως εἶναι φῶς ὁ Πατέρας, εἶναι φῶς ὁ Υἱός, εἶναι φῶς καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Τρία φῶτα, ἕνα Φῶς. Τό ζοῦσε, τό ἔβλεπε. Γι’ αὐτό ἔλεγε εἶναι καί τό Ἅγιο Πνεῦμα Θεός καί ὅ,τι καί νά τοῦ ἔλεγαν οἱ ἄλλοι, ὅσο φιλοσοφικά καί νά τά λέγανε καί ψευτονομικίστικα, δέν τά δεχόταν, γιατί εἶχε τήν ζωντανή ἐμπειρία καί ἦταν ἀπόλυτα βέβαιος γιά αὐτό πού ἔλεγε. Γι’ αὐτό, προσέξτε, οἱ Ἅγιοι ἐμφανίζονται καί ὡς στενοκέφαλοι γιά κάποιους, ὡς φανατικοί, ὡς κολλημένοι… καί τό λένε καί σήμερα… Μπορεῖ νά τό λένε καί γιά μένα… Ὄχι ὅτι ἐγώ εἶμαι ἅγιος καί Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας…ὄχι.. ἀλλά ἐπειδή οἱ Ἅγιοι ἦταν ἀπόλυτα βέβαιοι ἐξ ἐμπειρίας ὅτι ἔχουν τήν ἀλήθεια καί ἤξεραν ὅτι αὐτό πού λένε εἶναι ἡ ἀλήθεια, δέν ἀλλάζανε μέ τίποτα. Ἔλεγαν ἀγύριστο κεφάλι! Λίγο νά βάλεις νερό στό κρασί σου.. Ὄχι, δέν ἔβαζαν καθόλου, γιατί δέν μπορεῖς νά βάλεις καί λίγο ψέμα μέσα στήν ἀλήθεια. Μετά παύει νά εἶναι ἀλήθεια.
«Τό θέμα εἶναι ἄν καταλαβαίνουμε τήν σχέση μεταξύ τοῦ γραπτοῦ κειμένου τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς ὑπαρχούσης σήμερα ἐμπειρίας. Τό ἄν βέβαια ἡ σημερινή ἐμπειρία εἶναι σωστή, εἶναι ἄλλο θέμα. Θά τό ἐξετάσουμε αὐτό ξεχωριστά. Τό θέμα μας εἶναι τό ἴδιο, ὅπως στήν Ἄστρονομία. Ὑπάρχει ἡ γραπτή Ἀστρονομία, ὑπάρχει καί ἡ ἔμπρακτος, ἡ ἐμπειρική Ἀστρονομία. Ἡ ἴδια σχέση πού ὑπάρχει μεταξύ τῆς κατατεθειμένης στά συγγράμματα Ἀστρονομίας καί τῆς Ἀστρονομίας τοῦ σημερινοῦ τηλεσκοπίου, ὑπάρχει καί στήν Ἁγία Γραφή, μεταξύ ἀφ’ ἑνός τῆς κατατεθειμένης στήν Ἁγία Γραφή ἐμπειρίας τοῦ δοξασμοῦ τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων ὡς καί τῆς κατατεθειμένης ἐμπειρίας τῆς θεώσεως μέσα στήν Πατερική παράδοση καί ἀφ’ ἑτέρου τῆς σημερινῆς ἐμπειρίας τῶν ζώντων Ἁγίων», ἡ ὁποία εἶναι ἴδια μέ τήν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων Πατέρων καί ἐπιβεβαιώνει τήν Ἁγία Γραφή. «Ἄν τώρα ἀγνοήσουμε τήν ὑπάρχουσα σημερινή ἐμπειρία τῶν ζώντων Ἁγίων, εἶναι σάν νά ἀγνοοῦμε τήν ἐμπειρική Ἀστρονομία τοῦ τηλεσκοπίου καί νά ἐπαναπαυώμεθα μόνο στήν κατατεθειμένη στά βιβλία Ἀστρονομία».
Νά πῶ πάλι ἕνα παράδειγμα. Ὑπάρχει σήμερα μιά αἵρεσις, παναίρεσις κατά τούς Πατέρες, τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ὑπάρχουν, ὅμως, κάποιοι πού λένε: – Γιατί; Εἶναι κακό πράγμα; Μήπως δέν τά λένε καλά οἱ ἀντι-οικουμενιστές; Μήπως εἶναι πολύ φανατικοί; Μήπως δέν ἔχουν ἀγάπη; Ἐπιτέλους, εἶναι κακό νά συνομιλοῦμε καί νά κάνουμε τίς συμπροσευχές καί ὅλα αὐτά; Γιατί εἶναι κακά; Ἔ, αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, τί κάνουν; Δέν ἔχουν τήν ἐμπειρία τῶν ζώντων ἁγίων. Δέν λαμβάνουν ὑπόψη τους τήν ἐμπειρία τῶν ζώντων ἁγίων. Γιατί, ὅλοι οἱ ζῶντες ἅγιοι ἦταν ἀντι-οικουμενιστές. Δέν ὑπάρχει ἕνας σύγχρονος ἅγιος πού νά ἦταν οἰκουμενιστής. Ὁ πατήρ Παΐσιος; Ἀντι-οικουμενιστής. Ὁ πατήρ Πορφύριος; Τό ἴδιο. Ὁ π. Ἰουστίνος ὁ Πόποβιτς; Σφόδρα ἀντι-οικουμενιστής. Ὅλοι οἱ ἅγιοι, οἱ σύγχρονοι ἅγιοι, ἦταν ἀντίθετοι μ’ αὐτό τό πράγμα. Ἀπό ἐκεῖ λοιπόν μπορεῖς ἀλάνθαστα νά πληροφορηθεῖς τήν ἀλήθεια. Ἄν ἐσύ δέν ἔχεις αὐτή τήν ἐμπειρία, τήν ἔχουν οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι. Ἄν, ὅμως, δέν λαμβάνεις τήν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων βεβαίως μετά θά πέσεις σέ σφάλματα, γιατί κριτήριο γίνεσαι ἐσύ καί λές αὐτά πού νομίζεις ἐσύ. Ἀλλά αὐτό βεβαίως δέν εἶναι ὀρθόδοξη θεολογία, εἶναι προτεσταντική θεολογία, εἶναι αἱρετική θεολογία.
«Ἄν ἀγνοήσουμε τήν ὑπάρχουσα σημερινή ἐμπειρία τῶν ζώντων Ἁγίων, εἶναι σάν νά ἀγνοοῦμε τήν ἐμπειρική Ἀστρονομία τοῦ τηλεσκοπίου» καί νά ἐπαναπαυόμαστε ἁπλῶς στήν Ἁγία Γραφή καί στά βιβλία. Αὐτό ἔκαναν οἱ Προτεστάντες καί τί ἔπαθαν; Ὁ καθένας ἑρμηνεύει τήν Ἁγία Γραφή ὅπως νομίζει καί ὅλοι διεδκδικοῦν αὐθεντικότητα. Ὅλοι λένε ὅτι ἐμεῖς ἔχουμε τή σωστή ἑρμηνεία. Ἔχουν γίνει κάπου 23000 ‘ἐκκλησίες’ καί ὁ καθένας ἀπ’ αὐτούς μπορεῖ νά ἔχει διαφορετική ἑρμηνεία σέ διαφορετική χρονική στιγμή. Καί αὐτό εἶναι νόμιμο! Δηλαδή σχιζοφρένεια. Ἀλλα νά λέει τό πρωί καί ἄλλα νά λέει τό βράδυ. Λένε καί τό ἕνα σωστό καί τό ἄλλο σωστό.
«Ἄν γιά κάποιο λόγο οἱ σημερινοί ἀστρονόμοι μείνουν κάποτε μόνο μέ ὅσα περιγράφουν τά βιβλία περί Ἀστρονομίας, χωρίς νά ἔχουν τήν δυνατότητα νά ἐπιβεβαιώσουν μέ τήν παρατήρηση διά τῶν τηλεσκοπίων τά ὅσα ἀναφέρουν αὐτά τά βιβλία τῆς Ἀστρονομίας, αὐτή θά εἶναι Ὀρθόδοξη Ἀστρονομία ἤ αἱρετική Ἀστρονομία; Ἀσφαλῶς αἱρετική Ἀστρονομία, δηλαδή ὄχι γνήσια. Διότι πῶς θά μποροῦσε νά ἦταν γνήσια, ἀφοῦ δέν θά μποροῦσε νά ἐπιβεβαιωθεῖ ἐμπειρικά μέ τήν παρατήρηση; Ἐξ ἄλλου ποτέ μία περιγραφή δέν μπορεῖ νά ἀποδώσει πλήρως τήν ζῶσα ἐμπειρία καί πραγματικότητα».
Ἄν ὑποτεθεῖ λοιπόν ὅτι καί ἐμεῖς σήμερα ἤ στό μέλλον θά μείνουμε χωρίς ἁγίους, χωρίς ζῶντες φορεῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί μείνουμε μόνο μέ τά βιβλία, τότε θά πέσουμε σίγουρα ἔξω, δέν ὑπάρχει περίπτωση νά θεολογήσουμε σωστά. Γιατί θά πρέπει αὐτό πού λέμε νά ἐπιβεβαιώνεται ἀπό τούς ζῶντες φορεῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
«Τό ἴδιο συμβαίνει σέ ὅλες τίς θετικές ἐπιστῆμες, τό ἴδιο συμβαίνει καί στήν Θεολογία. Ἡ ζῶσα ἐμπειρία εἶναι ἐκείνη πού ἐλέγχει τήν γνησιότητα ἤ μή τῆς κατατεθειμένης γραπτῆς ἤ προφορικῆς παραδόσεως».
Νά σᾶς πῶ ἄλλο θέμα. Τό θέμα τοῦ λεγόμενου ἐγκεφαλικοῦ θανάτου. Πότε πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος; Ποιός θά μᾶς τό πεῖ αὐτό; Ξέρουμε πότε πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος; Οἱ Ἅγιοι μᾶς τό λένε, μᾶς λένε ἀκριβῶς πότε πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος. Ὄχι ὅταν νεκρωθεῖ ὁ ἔγκεφαλος, ἀλλά ὅταν σταματήσει ἡ καρδιά. Τό λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Ἀλλά καί οἱ σύγχρονοι ἅγιοι, οἱ χαρισματοῦχοι, ἔχουν μιλήσει γι’ αὐτό τό θέμα καί ἔχουν πεῖ ἐναντίον ὅλων αὐτῶν τῶν ἰδεῶν πού κυκλοφοροῦν, τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου καί τῆς δωρεᾶς τῶν ὀργάνων. Ἔχουν μιλήσει γιά φόνο, ὅταν ὁ ἄνθρωπος δίνει τά ζωτικά του ὄργανα, τήν καρδιά, τό ἧπαρ κ.λ.π. Φονεύεται, πεθαίνει κι αὐτό δέν ἐπιτρέπεται σύμφωνα μέ τούς Ἅγιους Πατέρες, ἄς λέει ἡ λεγόμενη ἐπιστήμη -ἡ ὁποία ὑπηρετεῖ ἄλλα συμφέροντα- ἀντίθετα πράγματα. Κι αὐτό τό λέμε καί τό ξέρουμε, γιατί μᾶς τό εἶπαν οἱ χαρισματοῦχοι ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι ἔβλεπαν ἀκόμα καί πότε φεύγει ἡ ψυχή. Ἔχουμε τόν Ἅγιο Ἁντώνιο πού ἔβλεπε τήν ψυχή τοῦ Ἁγίου Παύλου τοῦ Θηβαίου, πού ἀνέβαινε στόν οὐρανό.
«Ἐρώτησις ἐπ’ ἀμφιθεάτρω: Δέν εἶναι ἀρκετή ἡ μαρτυρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς; Γιατί νά εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως γιά τήν πιστοποίηση τῆς ἀληθείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς;
Ἀπάντησις: Διότι μέ τήν εἰσαγωγή τῆς Νεοελληνικῆς θεολογίας κάθονται σήμερα οἱ Ὀρθόδοξοι στήν Ἑλλάδα καί ἀσχολοῦνται μέ τήν Ἁγία Γραφή ἀνεξάρτητα ἀπό τίς προϋποθέσεις της».
Τί θέλει νά πεῖ ὁ π. Ἰωάννης; Ἀσχολούμαστε προτεσταντικά μέ τήν Ἁγία Γραφή καί δυστυχῶς αὐτό τό πνεῦμα ἔχει μπεῖ καί μέσα στούς κύκλους. Κάνουμε στοχασμό χωρίς νά ἔχουμε τίς προϋποθέσεις γιά νά ἀσχοληθοῦμε. Ποιές εἶναι οἱ προϋποθέσεις; Τουλάχιστον ἡ μετάνοια, ἡ κάθαρση, ἡ προσπάθεια νά πολεμήσουμε τήν ἁμαρτία καί τά πάθη μας. Ἕνας ἄνθρωπος πού δέν μετανοεῖ, δέν μπορεῖ νά καταλάβει τήν Ἁγία Γραφή, πολύ περισσότερο νά τήν ἑρμηνεύσει.
«Καί ἔχει γίνει ἡ Ἁγία Γραφή ἕνα βιβλίο ξεχωριστό ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων». Γιά νά ἑρμνεύσεις σωστά τήν Ἁγία Γραφή καί νά θεολογήσεις σωστά, πρέπει νά ἔχεις τήν ἴδια ἔμπειρία μέ αὐτούς πού τήν ἔγραψαν, τούς Προφῆτες καί τούς Ἀποστόλους. Νά μπεῖς καί ἐσύ στήν ἴδια ἐμπειρία, στήν ἐμπειρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
«Ἐνῶ ἡ ἴδια ἡ Ἁγία Γραφή μιλάει γιά τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων, ἡ Νεοελληνική Θεολογία οὔτε ξέρει οὔτε ἀσχολεῖται μέ τό ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή μιλάει γι’ αὐτό τό θέμα». Φτάνουν ν’ ἀμφισβητοῦν ἀκόμα κι αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή καί νά τά ἑρμηνεύουν μέ τόν δικό τους τρόπο. Ἔχω ὑπόψη μου μία ἐργασία γιά τίς φωτοφάνειες, ἕνα θέμα πού ἔδωσε ἕνας καθηγητής στήν Θεολογική Σχολή γιά τίς φωτοφάνειες μέσα στήν Ἁγία Γραφή. Καί ἕνας συνάδελφός του τό ἤλεγξε «Τί εἶναι οἱ φωτοφάνειες; Ποῦ τίς εἶδες τίς φωτοφάνειες στήν Ἁγία Γραφή;». Ἐνῶ εἶναι γεμάτη ἡ Ἁγία Γραφή μέ φωτοφάνειες καί θεοφάνειες. Ἀλλά ἐπειδή αὐτός ὁ καθηγητής ἦταν ἄμοιρος τοῦ φωτός τοῦ Θεοῦ, γιατί δέν εἶχε μπεῖ στή διαδικασία τῆς κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ, τῆς μετανοίας, τά ἀμφισβητοῦσε. Γιατί καί αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή ὡς φῶς, τά κατανοοῦσε μέ δικό του τρόπο… Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν μπεῖ στή διαδικασία τῆς μετάνοιας καί τοῦ φωτισμοῦ, δέν μπορεῖ νά καταλάβει αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή.
«Ὡς ἀπόδειξη πάρτε τά μοντέρνα θεολογικά συγγράμματα. Δέν θά βρεῖτε πουθενά νά μιλᾶνε γιά τήν θέωση καί τόν δοξασμό τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Προφητῶν. Δηλαδή ἔχει ἐξαφανισθεῖ ἀπό τήν Ἑρμηνευτική τῆς Ἁγίας Γραφῆς στήν σημερινή Ἑλλάδα αὐτή ἡ Πατερική ἑρμηνεία τῆς Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης». Εἶναι μία θεολογία χωρίς μετάνοια. Δυστυχῶς, ὑπάρχει αὐτή ἡ θεολογία καί οἱ σύγχρονες Θεολογικές Σχολές ἐνθαρρύνουν αὐτό τό πράγμα καί τά παιδιά πού πηγαίνουν ἐκεῖ δέν ἀκοῦν γιά μετάνοια. Ἀκοῦνε γιά ὑψηλές θεολογικές ἔννοιες καί ὑψηλές πνευματικές καταστάσεις, χωρίς νά ἔχουν κάνει τό Α… Πολλά ἀπό τά παιδιά πού σπουδάζουν ἐκεῖ, γιά νά μήν πῶ καί ἀπό τούς καθηγητές, δέν ἔχουν κἄν Πνευματικό! Δέν ἐξομολογοῦνται. Πῶς αὐτό τό παιδί καί αὐτός ὁ καθηγητής θά μιλήσει γιά τόν Θεό; Ὑπάρχει θεωρία χωρίς πράξη. Ἀλλά οἱ Πατέρες μᾶς τό εἶπαν ξεκάθαρα ὅτι «πρᾶξις θεωρίας ἐπίβασις». Δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει ἀληθινή θεωρία τοῦ Θεοῦ, θεοπτία, χωρίς πράξη, χωρίς μετάνοια, χωρίς δάκρυα, χωρίς κάθαρση.
Ρώτησα προηγουμένως ἕνα παιδάκι: – Πόσες φορές πᾶμε καί λέμε τά ἴδια πράγματα στόν Πνευματικό; – Χιλιάδες φορές, μοῦ λέει, πάτερ. Ἀλήθεια εἶπε τό παιδάκι, χιλιάδες φορές, πᾶς καί λές τά ἴδια πράγματα. Γατί; Γιατί οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς δίδαξαν τό κατά Θεόν πένθος καί ἐμεῖς δέν θέλουμε νά κλάψουμε γιά τίς ἁμαρτίες μας. Ἅμα μπαίναμε στήν διαδικασία τοῦ πένθους δέν θά ξανακάναμε τίς ἴδιες ἁμαρτίες. Γιατί οἱ Πατέρες λένε γιά νά μήν ξανακάνεις τήν ἴδια ἁμαρτία, τό ἴδιο σφάλμα, θά πρέπει νά λυπηθεῖς κατ’ ἀναλογία τοῦ σφάλματος. Ὅσο μεγαλύτερο εἶναι τό σφάλμα, τόση μεγαλύτερη πρέπει νά εἶναι ἡ μετάνοια. Ἀλλά καί αὐτό πού τό χαρακτηρίζουμε ὡς μικρό σφάλμα, δέν εἶναι μικρό. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες θρηνοῦσαν γιά ἕνα μικρό σφάλμα ὅλη τους τή ζωή καί δέν πήγαιναν σέ δεύτερο σφάλμα οὔτε ἐπαναλάμβαναν τό ἴδιο. Τούς φύλαγε αὐτό τό κατά Θεόν πένθος. Αὐτό εἶναι τό μυστικό, γιά νά μήν ξανακάνουμε τά ἴδια πράγματα, νά καλλιεργήσουμε τό κατά Θεόν πένθος, αὐτό πού εἶχε ὁ τελώνης καί θρηνοῦσε μπροστά στόν Θεό. Ἔτσι διαφυλάσσεσαι καί δέν ἐπαναλαμβάνεις τά ἴδια ἁμαρτήματα.
Ἕνας ὅμως πού δέν ἔχει μπεῖ κἄν στήν διαδικασία νά συνειδητοποιήσει ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός, νά δεῖ τίς ἁμαρτίες του, πῶς θά μπορέσει νά προχωρήσει, γιά νά φτάσει νά ἔχει τό φῶς τοῦ Θεοῦ καί νά θεολογήσει σωστά; Δέν εἶναι δυνατόν.
Ἔτσι λοιπόν, λέει ὁ π. Ἰωάννης, «οἱ δικοί μας ἑρμηνευτές τῆς Ἁγίας Γραφῆς τόσο πολύ ἔχουν ἐπηρεασθεῖ ἀπό τούς Ρώσσους, τούς Προτεστάντες καί τούς Παπικούς, ὥστε δέν λαμβάνουν ὑπ’ ὄψιν τους τήν Πατερική μέθοδο ἑρμηνείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς», γιατί δέν ζοῦνε αὐτή τήν διαδικασία τῆς κάθαρσης καί τοῦ φωτισμοῦ. Δηλαδή μιλᾶμε γιά τά θεῖα χωρίς τό φῶς τοῦ Θεοῦ, ὁπότε κι αὐτά πού λέμε, ἄν δέν εἶναι λανθασμένα, εἶναι ἁπλῶς μιά ἐπανάληψη -τίς πιό πολλές φορές ὄχι σωστή- αὐτῶν πού εἶπαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Καί βλέπουμε πάρα πολλά λάθη στίς σύγχρονες θεολογικές γραφές.
«Ἔχουμε τήν Παλαιά Διαθήκη, ἔχουμε τήν Καινή Διαθήκη, ἔχουμε τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἔχουμε τήν Πατερική παράδοση. Παρ’ ὅλα αὐτά ὅμως ἔχουμε σήμερα ἀνθρώπους στήν Ἑλλάδα, οἱ ὁποῖοι λένε ὅτι εἶναι συντηρητικοί, οἱ ὁποῖοι ὅμως ἀποδέχονται τήν Παράδοση ἀπό μία τυφλή ἀφοσίωση στήν Παράδοση, δηλαδή μόνο τυπικά» καί καλλιεργεῖται, θά ἔλεγα, μία μαγική ἀντίληψη γιά τήν πίστη, μιά εἰδωλολατρική ἀντίληψη καί ὄχι μιά ζωντανή σχέση μέ τόν Χριστό. Μένουν σέ κάποια τυπικά, ἐξωτερικά πράγματα καί νομίζουν ὅτι ἄν τά ἱκανοποιήσουμε αὐτά εἴμαστε ἐντάξει. Καί ρωτᾶνε: – Τί νά πάρω πρῶτα τόν ἁγιασμό ἤ τό ἀντίδωρο; Δηλαδή μένουμε σέ ἐξωτερικά τελείως πράγματα. Ἐκεῖνο πού κατεξοχήν πρέπει νά καλλιεργήσουμε εἶναι ἡ ζωντανή σχέση μέ τόν Χριστό.
«Ἐάν κάποιος δέν γνωρίζει τά θεμέλια τῆς Προφητικῆς, τῆς Ἀποστολικῆς καί τῆς Πατερικῆς ἐμπειρίας, πού εἶναι καί τά θεμέλια τῶν δογμάτων, πῶς θά μπορέσει νά ὑποστηρίξει τά Ὀρθόδοξα δόγματα χωρίς νά κάνει ἀναφορά στίς ἐμπειρίες τῶν Πατέρων; Μόνο ἀπό ὅ,τι ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή; Ἄν κάνει ἀναφορά μόνο στήν Ἁγία Γραφή καί ὄχι στίς Πατερικές ἐμπειρίες, δέν θά μπορέσει νά ἐξηγήσει πῶς οἱ Πατέρες ἐδογμάτισαν καί θά ὑποχρεωθεῖ ἔτσι νά συμφωνήσει μέ τούς ἑτεροδόξους, οἱ ὁποῖοι ἰσχυρίζονται ὅτι οἱ Πατέρες φιλοσοφοῦσαν (!), ὅταν ἐδογμάτιζαν μέ βάση τά ἀναφερόμενα στήν Ἁγία Γραφή. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅμως ὅτι οἱ Πατέρες ἐδογμάτισαν βάσει τῆς ἐμπειρίας τους, τῆς θεώσεως, καί ὄχι μετά ἀπό φιλοσοφικό στοχασμό ἐπάνω στά ἀναφερόμενα στήν Ἁγία Γραφή». Δηλαδή, αὐτά πού διάβαζαν, τά ζοῦσαν κιόλας καί τά ἐπιβεβαίωναν.
«Ἔτσι ἐμφανίζεται ἡ παράδοξη παράδοση ὅτι, ὅταν ἡ Νεοελληνική Θεολογία παρεξέκλινε ἀπό τήν ἡσυχαστική παράδοση, ἡ ὁποία διεσώζετο μέχρι τό τέλος τῆς Τουρκοκρατίας, ὑποχρεώθηκε, χωρίς νά τό καταλάβει, νά πάρει τόν δρόμο τῶν φιλοσόφων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ δρόμος αὐτός εἶναι νά ἐμφανίζονται οἱ Πατέρες ὡς φιλόσοφοι πλέον, οἱ ὁποῖοι στοχάζονται φιλοσοφικῶς βάσει τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ πνεύματος, γιά νά διατυπώσουν τά δόγματα, πράγμα πού δέν εἶναι ἡ περιγραφή τῆς Πατερικῆς παραδόσεως, ἀλλά μία καθαρή καρικατούρα».
«Ὁπότε ἐξ ἀπόψεως καθαρά ἐπιστημονικῆς ἐπιβάλλεται στόν Ὀρθόδοξο νά ξεδιπλώσει τήν ἱστορική πορεία τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας βάσει τῆς Πατερικῆς μεθοδολογίας, γιά νά μπορέσει νά καταλάβει πού βρισκόμαστε σήμερα. Ἐάν δέν τό κάνει αὐτό, τότε ἡ Ὀρθοδοξία δέν μπορεῖ νά σταθεῖ. Ὅποιος γνωρίζει καλά τήν μοντέρνα φιλοσοφική μέθοδο, τήν ἐπιστημονική μέθοδο, τήν ἱστορία τῆς φιλοσοφίας, καθώς καί τήν ἱστορία τῆς Θεολογίας, θά δεῖ ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία μπορεῖ μόνο μέ στρατιωτικές δυνάμεις νά σταθεῖ καί ὅτι δέν πείθεται κανείς σοβαρός ἄνθρωπος γιά τήν ἀλήθεια καί τήν ἰσχύ τῶν Ὀρθοδόξων δογμάτων μέ αὐτόν τόν τρόπο». Δηλαδή, ὅταν καταντήσει φιλοσοφία, τότε δέν στέκεται ἡ Θεολογία καί ἡ Ὀρθοδοξία. Ὅταν ὅμως ἐπιβεβαιώνεται ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν συγχρόνων ἁγίων καί τῶν ἁγίων Πατέρων, τότε εἶναι ἀναμφισβήτητη ἡ ἀλήθεια της.
Ἡ Ὀρθόδοξη διδασκαλία δηλαδή ἀποκομμένη ἀπό τά θεμέλιά της εἶναι ἕνα τίποτε. Καί τά θεμέλιά της εἶναι ἀκριβῶς αὐτή ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως.
«Κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἄρρωστος ἀπό τήν Πατερική ἄποψη. Δέν ὑπάρχει ἕνας ἄνθρωπος πού νά εἶναι φυσιολογικός, ἐκτός ἀπό τούς Ἁγίους. Σήμερα τό τί εἶναι φυσιολογικός ἄνθρωπος, εἶναι κάτι πού κρίνει ὁ καθένας μέ τά δικά του κριτήρια. Ποιός, ὅμως, εἶναι ὁ πραγματικά φυσιολογικός; Ὑπάρχουν μερικοί ἄνθρωποι πού εἶναι τόσο πολύ ἀφύσικοι, ὥστε τούς κλείνουν μέσα σέ τρελλοκομεῖα, ἐπειδή εἶναι ἐπικίνδυνοι εἴτε γιά τόν ἑαυτό τους εἴτε γιά τήν κοινωνία. Ὑπάρχουν ὅμως καί πολλοί ἄλλοι, πού εἶναι ἐξ ἴσου ἐπικίνδυνοι, πού δέν εἶναι ὅμως κλεισμένοι στά τρελλοκομεῖα. Πῶς λοιπόν μποροῦμε νά διακρίνουμε ποιός εἶναι νορμάλ καί ποιός δέν εἶναι νορμάλ;».
«Ἔρχεται λοιπόν ἡ Πατερική Θεολογία καί λέγει ὅτι κανένας δέν εἶναι νορμάλ. Καί ἐπεξηγεῖ: Ὁ Θεός ἔδωσε στόν ἄνθρωπο νοερά ἐνέργεια, –τήν ἐνέργεια τοῦ νοῦ του– ἡ ὁποία εἶναι ἕνα φυσιολογικό συστατικό τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, καί ἡ ὁποία δυστυχῶς στόν ἄνθρωπο δέν λειτουργεῖ καθόλου ἤ λειτουργεῖ ὑποτυπωδῶς. Γιά νά ἐπαναλειτουργήσει αὐτή ἡ νοερά ἐνέργεια, χρειάζεται νά προηγηθεῖ ἡ θεραπεία τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος». Αὐτή ἀκριβῶς ἡ θεραπεία γίνεται μέσα στήν Ἐκκλησία, ὅταν θελήσει ὁ ἄνθρωπος, συνεργαστεῖ μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί κάνει αὐτά πού μᾶς δίδαξαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Τότε λειτουργεῖ μέσα του πάλι σωστά ἡ νοερά ἐνέργεια. Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά βρεῖ τόν Θεό, νά δεῖ τόν Θεό, νά ἔχει ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ διαμέσου αὐτῆς τῆς νοερᾶς ἐνέργειας.
«Αὐτές τώρα οἱ παράμετροι, δηλαδή ἡ ἀνάγκη θεραπείας καί ἡ μέθοδος θεραπείας τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος, συνιστοῦν τήν οὐσία τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως. Ἀλλά δέν εἶναι μόνο ἡ νοερά ἐνέργεια τῶν Ὀρθοδόξων πού πρέπει νά θεραπευθεῖ, ἀλλά ὅλων τῶν ἀνθρώπων». Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἀσθενεῖς. «Νοῦν ἔχει ὅλος ὁ κόσμος καί ὁ νοῦς αὐτός πρέπει νά θεραπευθεῖ. Ἔτσι, ὅταν μιλᾶμε γιά Ὀρθόδοξη πνευματικότητα, ὅπως τήν ἐννοοῦν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, σημαίνει ὅτι μιλᾶμε γιά τήν θεραπεία τοῦ νοός ὅλων τῶν ἀνθρώπων». Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός μας εἶπε «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη» (Ματθ. 28,19). «Ἡ Ὀρθόδοξη πνευματικότητα εἶναι μία θεραπευτική ἀγωγή, ἡ ὁποία ἀπευθύνεται πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους καί εἶναι σχεδιασμένη νά περιλάβει ὅλους τούς ἀνθρώπους».
«Λέγεται Ὀρθόδοξος, ἐπειδή δέν μπορεῖ κάποιος νά θεραπευθεῖ, ἄν δέν ἔχει ἀσπασθεῖ τό Ὀρθόδοξο δόγμα ἄν, δηλαδή, δέν ἔχει Ὀρθόδοξη δογματική συνείδηση. Ἐδῶ ὁ σκοπός τοῦ δόγματος δέν εἶναι νά καθυποτάξει τόν ἄνθρωπο καί νά τόν ἐγκλωβίσει μέσα σέ κάποια θρησκευτικά πλαίσια, ἀλλά νά βοηθήσει τόν ἄνθρωπο νά θεραπευθεῖ. Τό δόγμα καθ’ ἑαυτό δέν ἔχει κανέναν ἄλλο σκοπό, ἐκτός ἀπό τό νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο πρός τήν θεραπεία αὐτή». Εἶναι τό θεραπευτικό πλαίσιο. Ἄν θέλετε, μέ ἕναν σύγχρονο ἰατρικό ὅρο, εἶναι τό πρωτόκολλο. Σέ κάθε ἀσθένεια, οἱ γιατροί ξέρουνε, ὑπάρχει ἕνα πρωτόκολλο, τί πρέπει νά κάνει ὁ γιατρός δηλαδή, γιά νά ἀντιμετωπίσει τήν κάθε ἀσθένεια. Ἤ ὑπάρχουν καί διάφορα παρεμφερή θεραπευτικά πρωτόκολλα γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς τάδε ἀσθένειας. Ἔτσι ὑπάρχει τό θεραπευτικό πρωτόκολλο γιά τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, τό ὁποῖο λέγεται δόγμα, τό ὀρθόδοξο δόγμα. Ἄν κανείς δέν τό ἀποδεχτεῖ αὐτό τό πρωτόκολλο, πολύ ἁπλά δέν θεραπεύεται. Ἑπομένως, δέν εἶναι φανατικοί οἱ Πατέρες πού λένε, «προσέξτε τό δόγμα», οὔτε εἶναι φανατικοί οἱ σύγχρονοι ἀντι-οικουμενιστές πού λένε ἔχει σημασία τό δόγμα. Μιλοῦν ἀκόμα οἱ Οἰκουμενιστές γιά οἰκουμενικό μινιμαλισμό. Μειώνουν δηλαδή τήν σημασία τοῦ δόγματος, αὐτό θά πεῖ οἰκουμενικός μινιμαλισμός. Λένε, ἀφῆστε τό δόγμα, χωρίζει.. Δέν χωρίζει τό δόγμα. Τό δόγμα εἶναι τό πρωτόκολλο καί τό πρωτόκολλο εἶναι τό πλαίσιο μέσα στό ὁποῖο θεραπεύεσαι. Ἄν χαλάσεις τό πρωτόκολλο, δέν θεραπεύεσαι. Αὐτό δέν σέ χωρίζει ἀπό τούς ἄλλους, ἁπλῶς σοῦ διασφαλίζει τήν θεραπεία. Σέ χωρίζει ἀπό τήν νόσο καί εἶναι καλό νά χωριστεῖς ἀπό τήν νόσο, ἀλλιῶς δέν θεραπεύεσαι, παραμένεις ἀσθενής. Οἱ Οἰκουμενιστές τί λένε; «Ἀφῆστε τό πρωτόκολλο». Οὐσιαστικά τί λένε; Μείνετε ὅπως εἶστε, δηλαδή ἄρρωστοι! Βλέπετε; Εἶναι ἀκριβῶς στόν ἀντίποδα τῶν Πατέρων. Οἱ Πατέρες λένε ὅλοι ἔχουμε ἀρρώστια καί πρέπει νά θεραπευθοῦμε καί τό θεραπευτικό πρωτόκολλο εἶναι τό ὀρθόδοξο δόγμα. Γι’ αὐτό εἶναι φοβερή αἵρεση ὁ Οἰκουμενισμός, γιατί ἀκριβῶς καταλύει τό θεραπευτικό πρωτόκολλο.
«Ὁ σκοπός τοῦ δόγματος δέν εἶναι νά καθυποτάξει τόν ἄνθρωπο, ἀλλά νά τόν θεραπεύσει. Τώρα ποιά εἶναι ἡ δυσκολία τῆς Νεοελληνικῆς θεολογίας; Εἶναι τό ὅτι, ἐνῶ οἱ Πατέρες ἀναγνωρίζουν τήν ὕπαρξη τοῦ νοός σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους – τό μαρτυροῦν οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, στίς ὁποῖες φαίνεται καθαρά ὅτι ἡ θεραπεία τοῦ νοός εἶναι μιά θεραπεία πού ἀφορᾶ ὅλους τούς ἀνθρώπους – καθώς καί τήν ἀνάγκη θεραπείας του, ἡ Νεοελληνική Θεολογία, ἡ μοντέρνα δηλαδή Ὀρθοδοξία, δέν ἀναγνωρίζει αὐτήν τήν ἀνάγκη!». Γι’ αὐτό καί δέν μιλᾶνε ὄχι γιά θεραπεία τοῦ νοῦ οὔτε κἄν γιά μετάνοια. Καί μέσα στούς ναούς οἱ Πατέρες σπάνια νά μιλήσουν γιά μετάνοια. Δυστυχῶς πολύ λίγοι ἱερεῖς σήμερα μιλᾶνε γιά μετάνοια, ἐνῶ αὐτό εἶναι τό Α καί τό Ω τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
«Ἐάν δέν ξανατεθεῖ ἠ θεραπευτική ἀγωγή τοῦ νοός στά θεμέλια τῆς μοντέρνας Ὀρθοδοξίας, ἐάν δέν ἐπανέλθει δηλαδή τό Πατερικό θεμέλιο, τότε δέν θά ἔχουμε ὡς συνέπεια μόνον ὅτι τό δόγμα ἀποκόπτεται ἀπό τά θεμέλιά του καί γίνεται ἀθεμελίωτο καί ἀκατανόητο, ἀλλά θά ἔχουμε καί τό ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία θά ξεφεύγει ἀπό τόν κύριο σκοπό της, τό κύριο ἔργο της καί ἔτσι δέν θά μπορεῖ νά σταθεῖ». Τό βλέπουμε αὐτό σήμερα. Καί λένε: – Τί μᾶς χρειάζονται τά δόγματα; Βέβαια δέν μᾶς χρειάζονται… Ὅταν δέν ὑπάρχει μετάνοια, τό δόγμα εἶναι μετέωρο. Γιά ποιό δόγμα μιλᾶς; Γιατί πλέον ἡ ζωή μας εἶναι ἀλλοτριωμένη καί μοιάζει μέ αὐτῶν πού δέν ἔχουν τό όρθόδοξο δόγμα. Ὅταν δέν μετανοοῦμε, μοιάζουμε. Γιά νά μήν ποῦμε ὅτι εἶναι καί καλύτεροι αὐτοί στή ζωή τους ἀπό ὅ,τι εἴμαστε ἐμεῖς. Ἤ μοιάζουμε μέ τούς Προτεστάντες ἤ μοιάζουμε μέ τούς μουσουλμάνους. Καί πολλές φορές τό λένε «αὐτοί εἶναι καλύτεροι ἀπό μᾶς». Βέβαια εἶναι καλύτεροι, γιατί ἐμεῖς δέν μετανοοῦμε. Ὁπότε λένε, ἀφοῦ εἶναι σάν κι ἐμᾶς, γιατί νά ἔχουμε διαφορές στά δόγματα; Καταλύουμε καί τά δόγματα… Βλέπετε πῶς ἔρχεται σιγά-σιγά καί ἐπικρατεῖ ὁ Οἰκουμενισμός καί ἡ Πανθρησκεία;
«Θά εἶναι σάν ἕνας οὐρανοξύστης –τό δόγμα– ὁ ὁποῖος δέν θά κάθεται ἐπάνω σέ θεμέλια, ἀλλά ἐπάνω σέ ἕνα σύννεφο. Ἄν ἕνας κοινός ἄνθρωπος δεῖ μία τέτοια εἰκόνα, τί θά πεῖ;». Ὅτι αὐτό βέβαια εἶναι μιά ἀνοησία. Μπορεῖ νά σταθεῖ ένας οὐρανοξύστης πάνω σέ ἕνα σύννεφο; Ἄν ὑπάρξουν μερικοί πού θά πιστέψουν ὅτι εἶναι δυνατόν ἕνας οὐρανοξύστης νά κάθεται ἐπάνω σέ ἕνα σύννεφο, αὐτοί δέν θά εἶναι στά καλά τους.
«Τί κάνουν τώρα οἱ Νεοέλληνες θεολόγοι; Ἔβγαλαν τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως ἀπό τά θεμέλια τῶν δογμάτων καί στήν θέση της ἔβαλαν τήν Ἁγία Γραφή». Μπῆκε τό προτεσταντικό πνεῦμα: μόνο ἡ Ἁγία Γραφή. «Βέβαια μέσα της ἡ Ἁγία Γραφή περιγράφει τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων». Ἀλλά πλέον εἶναι ἀκατανόητη, γιατί αὐτοί οἱ ἄνθρωποι δέν ζοῦνε τήν μετάνοια καί τήν κάθαρση, ὁπότε δέν ἔχουν καί τίς ἀνάλογες ἐμπειρίες πού περιγράφει ἡ Ἁγία Γραφή. «Στήν Ἁγία Γραφή ἀναφέρεται ὅτι ὅλοι οἱ Προφῆτες εἶδαν τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ, ὅταν ὅμως δέν ὑπάρχει ὁ ἔλεγχος αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας, τότε ὁ καθένας ἀρχίζει νά ἑρμηνεύει ἐκεῖνα πού ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή κατά τήν φαντασία του. Διαβάζει π.χ. κάποιος ὄτι ὁ Χριστός ἀνελήφθη στόν οὐρανό μέ paraklisi
Συνεχίζουμε σήμερα τήν Πατερική Θεολογία τοῦ π. Ἰωάννου τοῦ Ρωμανίδου καί νομίζω θά εἶναι καί τό τελευταῖο μας μάθημα. Τά ὑπόλοιπα τοῦ βιβλίου εἶναι εἰδικά πράγματα γιά τίς αἱρέσεις καί τούς
αἱρετικούς πού δέν μᾶς ἐνδιαφέρουν ἰδιαίτερα.
Οἱ ἅγιοι Πατέρες τούς ἀντιμετώπισαν καί τούς καταδίκασαν μέ τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Θά ποῦμε σήμερα «Πῶς οἱ Πατέρες θεολογοῦν». Αὐτός εἶναι ὁ τίτλος τῆς σημερινῆς ὁμιλίας. Ἔχει σημασία νά γνωρίζουμε τόν τρόπο πού οἱ Πατέρες μιλᾶνε, γιατί πάντοτε ἀναφύονται καινούρια θέματα στήν Ἐκκλησία καί προσωπικά σέ μᾶς, ἀλλά καί γενικότερα, πού ἀφοροῦν ὅλη τήν Ἐκκλησία, γιά τά ὁποῖα πρέπει νά δώσει ἀπαντήσεις καί ἡ Ἐκκλησία καί ὁ καθένας μας. Αὐτές τίς ἀπαντήσεις χρειάζεται νά τίς ἀνακαλύψουμε, νά ξέρουμε ὅτι φτάσαμε στήν σωστή ἀπάντηση
Ἀξιωθήκαμε νά γιορτάσουμε τήν ἁγιοκατάταξη, καί ὄχι ἁγιοποίηση, ὅπως λανθασμένα λένε πολλοί, τοῦ πατρός Παϊσίου τοῦ Ἁγιορείτου, τοῦ πολύ μεγάλου Γέροντος. Πού σημαίνει ὅτι ἡ ἁγία Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία καί σήμερα συνεχίζει νά παράγει Ἁγίους. Γιατί ἡ Ἐκκλησία δέν εἶναι ἕνας σύλλογος ἀνθρώπων πού ἔχουν κάποια κοινά πιστεύω, ἀλλά εἶναι τό ζωντανό σῶμα τοῦ Χριστοῦ καί ὁ καρπός τοῦ Ἁγίου Πνεύματος δέν εἶναι ἄλλος παρά οἱ Ἅγιοι.
Ἑπομένως, καί σήμερα καί πάντοτε, ἡ Ἐκκλησία μας, ἐπειδή εἶναι ζωντανή καί εἶναι τό ζωντανό σῶμα τοῦ Χριστοῦ, θά παράγει Ἁγίους. Μή νομίζετε ὅτι Ἅγιοι εἶναι μόνο αὐτοί πού εἶναι ἐπίσημα καταχωρημένοι στό Ἁγιολόγιο τῆς Ἐκκλησίας. Ὑπάρχουν καί πάρα πολλοί πού δέν εἶναι καταχωρημένοι, εἴτε γιατί τό θέλησαν οἱ ἴδιοι καί τό ζήτησαν ἀπό τόν Θεό νά μήν γίνουν γνωστοί ὡς τήν Δευτέρα Παρουσία ἤ γιά ἄλλους λόγους πού ὁ Θεός γνωρίζει. Ὁ Ἅγιος πατήρ Παΐσιος ἔγινε γνωστός καί κατατάχτηκε καί ἐπίσημα καί τό πανηγυρίζουμε. Αὐτό τί σημαίνει; Ὅτι καί σήμερα τό Ἅγιο Πνεῦμα ἐνεργεῖ καί ὁδηγεῖ τούς ἀνθρώπους στήν ἁγιότητα, στόν ἁγιασμό. Ποιούς; Αὐτούς πού θέλουν. Καί ὅλοι πρέπει νά θέλουμε, ἄν θέλουμε νά σωθοῦμε.
Λέει ὁ π. Ἰωάννης ὁ Ρωμανίδης λοιπόν, «Στήν Ὀρθόδοξη Παράδοση οἱ Πατέρες πῶς θεολογοῦν; Οἱ Πατέρες πρῶτον ἐπικαλοῦνται τήν Ἁγία Γραφή». Θά δεῖτε, δηλαδή, διαβάζοντας π.χ. τόν Ἅγιο Ἰωάννη τόν Χρυσόστομο, πλῆθος ἀναφορές στήν Ἁγία Γραφή, στήν Καινή Διαθήκη καί στήν Παλαιά Διαθήκη. Οἱ Ἅγιοι ἤξεραν πάρα πολύ καλά καί τήν Παλαιά Διαθήκη καί τήν Καινή Διαθήκη. Ἡ πρώτη τους ἀναφορά λοιπόν, ὅταν μᾶς κηρύττουν, ὅταν μᾶς διδάσκουν, εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή. «Ἐπί πλέον ὅμως ἐπικαλοῦνται καί τήν ἐμπειρία τῶν ζώντων θεουμένων, ὅταν ἐμφανισθεῖ μία αἵρεσις», ὅταν ἐμφανισθεῖ κάτι καινούριο, γιά τό ὁποῖο δέν γνωρίζουμε ἀμέσως τήν ἀπάντηση. Δηλαδή, τό πρῶτο εἶναι ἡ Ἁγία Γραφή. Τό δεύτερο, κάτι πού πρέπει νά ἔχουμε ὑπόψη μας, εἶναι ἡ μαρτυρία τῶν ζωντανῶν Ἁγίων γιά ὁποιοδήποτε πρόβλημα τό ὁποῖο ἀναφύεται καί γιά ὁποιαδήποτε αἵρεση.
«Ὅταν ἐμφανίσθηκε ἡ αἵρεσις τοῦ Ἀρείου, οἱ Πατέρες ἐπικαλέστηκαν καί τήν ἐμπειρία τῶν θεουμένων πού ζοῦσαν κατά τήν ἐποχή τῆς Ἀρειανικῆς διαμάχης». Ἔχουμε, ἑπομένως, στήν Α΄ Οἰκουμενική Σύνοδο, τό θυμᾶστε πολύ καλά, τόν Ἅγιο Σπυρίδωνα, ὁ ὁποῖος εἶναι ἀγράμματος καί γιά νά ἀποδείξει τό δόγμα τῆς Ἁγίας Τριάδος μ’ ἕναν ὁρατό καί ἁπτό τρόπο, μέ τό κεραμίδι, καί βεβαίως μέ τήν χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος πού εἶχε πλούσια, ἀπέδειξε τήν τριαδικότητα τοῦ Θεοῦ. Ἔχουμε τόν Ἅγιο Νικόλαο πού μέ τήν χάρη πού εἶχε ἔδωσε ράπισμα στόν Ἄρειο καί συγκλόνισε θά λέγαμε ὅλο του τό οἰκοδόμημα, γιατί φανέρωσε ὄχι μ’ ἕναν ἀνθρώπινο τρόπο ἀλλά μ’ ἕναν θεανθρώπινο τρόπο τήν ἐπιδοκιμασία τοῦ Θεοῦ στήν διδασκαλία τοῦ Ἁγίου. Γιατί ὁ Ἅγιος Νικόλαος, ὅταν ἔδωσε ράπισμα, δέν τό ἔκανε ὡς ἕνας θιγμένος ἄνθρωπος, ἀλλά καθ’ ὑποβολή θά λέγαμε καί κατά ἔμπνευση τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Γι’ αὐτό καί ὅταν τόν ἔκλεισαν μετά στήν φυλακή, τοῦ ἐμφανίστηκε ὁ Χριστός καί δέν τόν τιμώρησε, ἀλλά τόν ἐβράβευσε κιόλας καί ἐπιδοκίμασε τήν πράξη του, γιατί ἤτανε ἐμπνευσμένη ἀπό τό Ἅγιο Πνεῦμα. Οἱ Ἅγιοι, λοιπόν, χρησιμοποιοῦσαν καί τήν προσωπική τους ἐμπειρία καί τήν ἐμπειρία τῶν ζωντανῶν φορέων τοῦ Ἁγίου Πνεύματος τῆς ἐποχῆς τους, τῶν ἄλλων συγχρόνων ἁγίων τους. «Ἔτσι ἔχουμε δύο εἰδῶν ἐπιχειρήματα». Ἀφενός μέν τήν Ἁγία Γραφή μέσα στήν ὁποία εἶναι κατατεθειμένη ἡ ὀρθόδοξη πίστη καί διδασκαλία καί ἀφετέρου τήν ζωντανή ἐμπειρία τῶν Ἁγίων.
«Γιά νά εἶναι ὅμως κάτι Ὀρθόδοξο, πρέπει αὐτά τά δύο νά εἶναι συμβατά μεταξύ τους εἴτε νά ταυτίζονται εἴτε νά εἶναι ἀλληλοσυμπληρούμενα. Ὄχι νά εἶναι ἀλληλοσυγκρουόμενα». Δέν μπορεῖ κάποιος, δηλαδή, νά ἔχει μία ἐμπειρία καί νά λέει ὅτι εἶναι τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί νά εἶναι ἀντίθετη μέ αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Ἤ θά εἶναι ἴδια, ἤ θά συμπληρώνει τό ἕνα τό ἄλλο, θά εἶναι στήν ἴδια κατεύθυνση. «Ἡ βασική ἐπιχειρηματολογία πηγάζει ἀπό τήν Ἁγία Γραφή. Ἡ ἐπισφράγισις, ὅμως, τῆς ἐπιχειρηματολογίας αὐτῆς καθώς καί ἡ ἐπιβεβαίωση τῆς γνησιότητός Της γίνονται πάντοτε βάσει τῆς κατατεθειμένης ἐμπειρίας τῶν Πατέρων καί τῶν κεκοιμημένων Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας, καθώς καί τῆς ἐμπειρίας τῶν ζώντων Ἁγίων τῆς ἐποχῆς κατά τήν ὁποία ἐμφανίζεται μία αἵρεσις. Τό ἴδιο ὅμως συμβαίνει σέ κάθε ἐπιστήμη. Π.χ. στήν Ἀστρονομία, ἄν διαβάσουμε τά Κινεζικά χειρόγραφα, θά δοῦμε ὅτι τήν 12η Ἰουλίου 1054 ἔγινε μία μεγάλη ἔκρηξη στό σύμπαν, τήν ὁποία οἱ Κινέζοι ἀστρονόμοι μπόρεσαν καί κατέγραψαν». Εἶναι ἱστορικό γεγονός καί τό κατέγραψαν οἱ ἄνθρωποι τῆς ἐποχῆς, οἱ ἐπιστήμονες τῆς ἐποχῆς. «Ἐπί δύο ἑβδομάδες ἔβλεπαν τό φῶς ἀπό τήν ἔκρηξη αὐτή. Ἐδῶ, δηλαδή, ἔχουμε ἕνα Κινέζικο σύγγραμμα, τό ὁποῖο ἀναφέρει αὐτό τό γεγονός». Ἐμεῖς σήμερα τό διαβάζουμε καί μποροῦμε νά ποῦμε φαντασία τους εἶναι! «Ὅμως οἰ σημερινοί ἀστρονόμοι πιστοποίησαν ὅτι πράγματι συνέβη τότε αὐτή ἡ ἔκρηξη (μία σουπερνόβα)», ἔτσι τό λένε οἱ ἀστρονόμοι, «τό δέ ἀποτέλεσμά της ἦταν ἕνα νεφέλωμα πού τοῦ ἔδωσαν τό ὄνομα Crab Nebula. Ἐδῶ δηλαδή βλέπουμε ὅτι ἔχουμε μία κατατεθειμένη γραπτή μαρτυρία γιά ἔνα φαινόμενο, τό ὁποῖο –ἔγινε στό παρελθόν καί– ἐπιβεβαιώνεται –σήμερα– ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν σημερινῶν ἀστρονόμων». Ἔχει τόν τρόπο της ἡ ἀστρονομία νά ἐλέγξει καί τό παρελθόν, τό τί συνέβη στό σύμπαν τό 1054 καί βρῆκε ὅτι οἱ ἄνθρωποι αὐτοί δέν ἔγραφαν ψέματα, εἶχε γίνει αὐτό πού γράφανε. Ἔχουμε, ἑπομένως, δύο μαρτυρίες, τήν κατατεθειμένη γραπτή μαρτυρία καί τήν ἐμπειρική πλέον ἐπιβεβαίωσή της σήμερα. Τό ἴδιο γίνεται καί μέ τήν Θεολογία καί μέ ὅλες τίς ἐπιστῆμες. Ἔχουμε τήν κατατεθειμένη μαρτυρία στήν Ἁγία Γραφή ἀλλά καί τήν ἐπιβεβαίωσή της ἀπό τούς συγχρόνους Ἁγίους.
Λέει ἡ Ἁγία Γραφή π.χ. γιά τό Φῶς τοῦ Θεοῦ, γιά τό ἄκτιστο Φῶς. Θά ἔλεγε ἕνας ἄπιστος: – Ποιό φῶς; Ἐγώ δέν ἔχω δεῖ κανένα φῶς.. Ἐσύ μπορεῖ νά μήν τό ἔχεις δεῖ, ἀλλά ὁ σύγχρονος Ἅγιος, πού ἔχει κοινωνία μέ τόν Θεό, τό ἔχει δεῖ καί ἐπιβεβαιώνει ἀκριβῶς αὐτό πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή. Λέει μάλιστα πώς εἶναι ἔτσι, ὅπως τά λέει ἡ Ἁγία Γραφή, γιατί τά ἔχει ζήσει.
«Ἔχουμε κατατεθειμένη στήν Ἁγία Γραφή τήν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων. Πῶς ὅμως θά γίνει ἡ πιστοποίηση αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας τους σήμερα; Πῶς θά βεβαιωθοῦμε ὅτι τά πράγματα εἶναι ἔτσι, ὅπως περιγράφονται στήν Ἁγία Γραφή, προκειμένου περί τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Χριστοῦ; Ἀπό Πατερικῆς ἀπόψεως αὐτό γίνεται βάσει τῆς προσωπικῆς ἐμπειρίας ἐκείνων τῶν ζώντων Ἁγίων σέ κάθε ἐποχή, οἱ ὁποῖοι ἔφθασαν νά δοῦν τόν Χριστό ἐν δόξη καί οἱ ὁποῖοι μποροῦν νά διαβεβαιώσουν τούς ἀνθρώπους τῆς ἐποχῆς τους γιά τήν ἀλήθεια τῶν ἀναφερομένων στήν Ἁγία Γραφή. Ἐκτός, δηλαδή, ἀπό τήν προσωπική ἐμπειρία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι εἶχαν τήν ἴδια ἐμπειρία μέ τούς Προφῆτες καί τούς Ἀποστόλους, ἔχουμε ἐπί πλέον καί τήν ἐμπειρία τῶν ζώντων Ἁγίων σέ κάθε ἐποχή». Θά λέγαμε, κατά κάποιο τρόπο, ἔχουμε τριπλή ἐπιβεβαίωση. Ἔχουμε ἀφενός μέν τήν Ἁγία Γραφή, τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀφετέρου δέ τήν ἐμπειρία τῶν Πατέρων, ἡ ὁποία ἐπιβεβαιώνει αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή, τοῦ Μεγάλου Βασιλείου δηλαδή, τοῦ Ἁγίου Γρηγορίου τοῦ Θεολόγου, τοῦ Ἁγίου Ἰωάννου τοῦ Χρυσοστόμου… καί ἔχουμε καί τήν ἐμπειρία τῶν συγχρόνων Πατέρων, τοῦ π. Παϊσίου, τοῦ π. Πορφυρίου, τοῦ π. Σωφρονίου τοῦ Ἔσσεξ, τοῦ π. Ἀμφιλόχιου τοῦ Μακρῆ, τοῦ π. Ἰωσήφ τοῦ Ἡσυχαστοῦ… πλῆθος συγχρόνων ἁγίων… χαρισματούχων, θεουμένων, οἱ ὁποῖοι μαρτυροῦν τά ἴδια πράγματα πού μᾶς εἴπανε καί ὁ Μέγας Βασίλειος καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Θεολόγος καί ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος καί ὁ Ἅγιος Γρηγόριος Νύσσης καί ὅλοι οἱ μεγάλοι Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι κι αὐτοί ἐπιβεβαιώνουν αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή, αὐτά πού εἴπανε δηλαδή οἱ Προφῆτες τῆς Παλαιᾶς Διαθήκης καί οἱ Ἀπόστολοι. Ἕνας ἄθεος θά πεῖ: Ἐγώ δέν τά ξέρω, δέν τά πιστεύω. Ἄν μπεῖς κι ἐσύ στήν διαδικασία νά γίνεις Ἅγιος, θά τά δεῖς. Δέν σέ καλεῖ ἡ Ἐκκλησία νά πιστέψεις κάτι μόνο ἐπειδή τό λένε οἱ ἄλλοι. Ἀλλά μπορεῖς νά τό δοκιμάσεις καί νά τό ἐπιβεβαιώσεις κι ἐσύ μέ τήν δική σου ἐμπειρία. Χρειάζεται νά κάνεις μόνο ἕναν κόπο. Ποιός εἶναι ὁ κόπος; Τῆς κάθαρσης, τῆς μετάνοιας.
Καλή ὥρα σέ λίγο θά μποῦμε στήν περίοδο τοῦ Τριωδίου, που εἶναι περίοδος μετανοίας. Δέν μᾶς βάζει ἡ Ἐκκλησία σ’ αὐτή τήν περίοδο, ὅπως μοῦ εἶπε ἕνα παιδάκι προηγουμένως, γιά νά ἔχουμε ποικιλία, νά μήν βαριόμαστε! Δέν εἶναι γιά νά ἔχουμε ποικιλία.. εἶναι γιά νά μᾶς βάλει στήν διαδικασία τῆς μετανοίας. Ὅλο τόν χρόνο πρέπει νά τήν ἔχουμε, ἀλλά κατεξοχήν μᾶς τό θυμίζει αὐτή τήν περίοδο, μέ τά Εὐαγγέλια τοῦ Τελώνου καί Φαρισαίου, τοῦ Ἀσώτου, τῆς Κρίσεως, τῆς Συγχωρήσεως, τῶν πέντε Κυριακῶν τῆς Μεγάλης Σαρακοστῆς μέ τούς ἁγίους πού προβάλλονται, γιά νά μᾶς πεῖ, πρέπει νά μετανοεῖτε, πρέπει νά κλαῖτε συνεχῶς τίς ἁμαρτίες σας καί ἔτσι δέν θά ξαναπέσετε στά ἴδια πράγματα. Ἄν τώρα δέν μποῦμε σ’ αὐτή τήν διαδικασία τῆς μετάνοιας, φυσικά δέν θά ἔχουμε κι αὐτή τήν ἐμπειρία τῶν ἁγίων. Γιατί, γιά νά ἔχεις τήν ἐμπειρία τῶν ἁγίων, δηλαδή τήν θεοπτία καί νά πεῖς, πράγματι ἔτσι εἶναι ὅπως τά λέει ἡ Ἁγία Γραφή, θά πρέπει νά καθαριστεῖς καί ἡ κάθαρση γίνεται διά τῆς μετανοίας.
Ἐκτός λοιπόν ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ἔχουμε καί τήν προσωπική ἐμπειρία τῶν ζώντων Ἁγίων. «Ἡ παράδοσις τῆς ἐμπειρίας τῆς θεώσεως βλέπουμε νά συνεχίζεται ὁλοζώντανη μέχρι τό τέλος τῆς Τουρκοκρατίας καί νά δεσπόζει στήν συνείδηση τῶν Ὀρθοδόξων». Λέει ὁ π. Ἰωάννης μέχρι τό τέλος τῆς Τουρκοκρατίας, γιατί κατεξοχήν ἡ μεγάλη ἀλλοτρίωση στό ἔθνος μας -καί εἶναι τραγικό αὐτό- δέν ἔγινε στά χρόνια τῆς σκλαβιᾶς! Ἐμεῖς πανηγυρίζουμε τήν ἀπελευθέρωσή μας ἀπό τούς Τούρκους, ἀλλά θά πρέπει νά θρηνοῦμε, γιατί ἀπό ἐκεῖ καί μετά ἀρχίζει ἡ μεγάλη ἀλλοτρίωση τοῦ ἔθνους μας διαμέσου τοῦ Διαφωτισμοῦ, τοῦ κακῶς λεγομένου διαφωτισμοῦ, οὐσιαστικά πρόκειται γιά σκοτισμό βαθύ, τῆς ζωῆς μας, τῆς διανοίας μας, τῆς ὅλης μας ψυχῆς, τοῦ ἔθνους μας, τῶν Ἑλλήνων Ὀρθοδόξων, γιατί μπῆκε τό πνεῦμα τοῦ ὀρθολογισμοῦ, τό πνεῦμα τῆς Δύσης, τό πνεῦμα τῆς νοησιαρχίας, τό ὁποῖο κυριάρχησε δυστυχῶς καί κυριαρχεῖ καί σήμερα, τό πνεῦμα τό προτεσταντικό καί τό παπικό. Καί ἀλλοτριωθήκαμε ἀπό αὐτή τήν ὀρθόδοξη παράδοση πού εἶναι παράδοση τῆς κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ καί τῆς θέωσης. Εἶναι παράδοση, δηλαδή, τῆς ἁγιότητας. Χάθηκε αὐτό τό ἰδανικό τοῦ ἁγίου. Ποιό ἀπό τά νέα παιδιά σήμερα θέλει νά γίνει ἅγιος; Σπανιότατο πράγμα… Ἐνῶ, αὐτό θά ἔπρεπε νά εἶναι τό πρῶτο ἰδανικό, τό κυρίαρχο. Ὅλοι θέλουν νά γίνουν γιατροί, δικηγόροι… καί ἀκόμα χειρότερα.. ἠθοποιοί, ποδοσφαιριστές κ.λ.π. Ἐνῶ τό κατεξοχήν ἰδανικό πού πρέπει νά ἔχουμε, εἶναι νά γίνουμε ἅγιοι. Γι’ αὐτό λέει ὁ π. Ἰωάννης τό ὁρόσημο αὐτό. Μέχρι τό τέλος τῆς Τουρκοκρατίας ὑπῆρχε αὐτή ἡ παράδοση. Μετά δέν χάθηκε εὐτυχῶς, ἀλλά λησμονήθηκε στό μεγαλύτερο μέρος τῶν Ἑλλήνων. Ὑπάρχουν, ὅμως, καί οἱ φωτεινές ἐξαιρέσεις, οἱ ἅγιοι, πού τούς γιορτάζουμε καί τούς πανηγυρίζουμε καί τούς χαιρόμαστε, ἀλλά θά πρέπει καί νά τούς μιμούμαστε. Ὁ π. Παΐσιος βεβαίως δοξάζεται καί τόν τιμοῦμε, ἀλλά ἡ μεγαλύτερή του χαρά εἶναι νά τόν μιμηθοῦμε. Καί, ὅταν ἦταν ἀνάμεσά μας, τήν μετάνοια δίδασκε. Πήγαιναν οἱ ἄνθρωποι καί τοῦ ἔλεγαν διάφορα πράγματα καί ἔλεγε, τί νά μοῦ πεῖς τί θέλεις… νά σοῦ πῶ ἐγώ τί θέλει ὁ Θεός ἀπό σένα! Ὄχι τί θέλεις ἐσύ ἀπό τόν Θεό. Γιατί, δυστυχῶς, ἔτσι πᾶμε στόν Θεό, πᾶμε νά ζητήσουμε νά κάνει τά θελήματά μας, ἀντί νά πᾶμε νά μάθουμε τί θέλει Ἐκεῖνος ἀπό μᾶς.
«Ὑπάρχουν Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ὁποῖοι στόν ἀγῶνα τους ἐναντίον τῶν αἱρετικῶν ἐπικαλοῦνται καί τήν προσωπική τους ἐμπειρία, τῆς θεώσεως. Π.χ. ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Θεολόγος -τόν ὁποῖο γιορτάζουμε αὔριο- ἐπικαλεῖται καί τήν προσωπική του ἐμπειρία», ἐκτός ἀπό τήν ἐμπειρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς, «στόν ἀγῶνα του ἐναντίον τῶν Εὐνομιανῶν», ἐναντίον αὐτῶν πού πολεμοῦσαν τό Ἅγιο Πνεῦμα. Οἱ Ἅγιοι εἶχαν καί προσωπική ἐμπειρία αὐτῶν πού λέγανε. Πῶς ἔλεγε ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὅτι τό Ἅγιο Πνεῦμα εἶναι Θεός; Τό ἔβγαζε μόνο ἀπό τίς μελέτες καί τίς θεολογικές σπουδές του; Ὄχι, τό ἔβγαζε καί ἀπό τήν ἐμπειρία του. Τό ἔβλεπε ὅτι ὅπως εἶναι φῶς ὁ Πατέρας, εἶναι φῶς ὁ Υἱός, εἶναι φῶς καί τό Ἅγιο Πνεῦμα. Τρία φῶτα, ἕνα Φῶς. Τό ζοῦσε, τό ἔβλεπε. Γι’ αὐτό ἔλεγε εἶναι καί τό Ἅγιο Πνεῦμα Θεός καί ὅ,τι καί νά τοῦ ἔλεγαν οἱ ἄλλοι, ὅσο φιλοσοφικά καί νά τά λέγανε καί ψευτονομικίστικα, δέν τά δεχόταν, γιατί εἶχε τήν ζωντανή ἐμπειρία καί ἦταν ἀπόλυτα βέβαιος γιά αὐτό πού ἔλεγε. Γι’ αὐτό, προσέξτε, οἱ Ἅγιοι ἐμφανίζονται καί ὡς στενοκέφαλοι γιά κάποιους, ὡς φανατικοί, ὡς κολλημένοι… καί τό λένε καί σήμερα… Μπορεῖ νά τό λένε καί γιά μένα… Ὄχι ὅτι ἐγώ εἶμαι ἅγιος καί Πατέρας τῆς Ἐκκλησίας…ὄχι.. ἀλλά ἐπειδή οἱ Ἅγιοι ἦταν ἀπόλυτα βέβαιοι ἐξ ἐμπειρίας ὅτι ἔχουν τήν ἀλήθεια καί ἤξεραν ὅτι αὐτό πού λένε εἶναι ἡ ἀλήθεια, δέν ἀλλάζανε μέ τίποτα. Ἔλεγαν ἀγύριστο κεφάλι! Λίγο νά βάλεις νερό στό κρασί σου.. Ὄχι, δέν ἔβαζαν καθόλου, γιατί δέν μπορεῖς νά βάλεις καί λίγο ψέμα μέσα στήν ἀλήθεια. Μετά παύει νά εἶναι ἀλήθεια.
«Τό θέμα εἶναι ἄν καταλαβαίνουμε τήν σχέση μεταξύ τοῦ γραπτοῦ κειμένου τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς ὑπαρχούσης σήμερα ἐμπειρίας. Τό ἄν βέβαια ἡ σημερινή ἐμπειρία εἶναι σωστή, εἶναι ἄλλο θέμα. Θά τό ἐξετάσουμε αὐτό ξεχωριστά. Τό θέμα μας εἶναι τό ἴδιο, ὅπως στήν Ἄστρονομία. Ὑπάρχει ἡ γραπτή Ἀστρονομία, ὑπάρχει καί ἡ ἔμπρακτος, ἡ ἐμπειρική Ἀστρονομία. Ἡ ἴδια σχέση πού ὑπάρχει μεταξύ τῆς κατατεθειμένης στά συγγράμματα Ἀστρονομίας καί τῆς Ἀστρονομίας τοῦ σημερινοῦ τηλεσκοπίου, ὑπάρχει καί στήν Ἁγία Γραφή, μεταξύ ἀφ’ ἑνός τῆς κατατεθειμένης στήν Ἁγία Γραφή ἐμπειρίας τοῦ δοξασμοῦ τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων ὡς καί τῆς κατατεθειμένης ἐμπειρίας τῆς θεώσεως μέσα στήν Πατερική παράδοση καί ἀφ’ ἑτέρου τῆς σημερινῆς ἐμπειρίας τῶν ζώντων Ἁγίων», ἡ ὁποία εἶναι ἴδια μέ τήν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων Πατέρων καί ἐπιβεβαιώνει τήν Ἁγία Γραφή. «Ἄν τώρα ἀγνοήσουμε τήν ὑπάρχουσα σημερινή ἐμπειρία τῶν ζώντων Ἁγίων, εἶναι σάν νά ἀγνοοῦμε τήν ἐμπειρική Ἀστρονομία τοῦ τηλεσκοπίου καί νά ἐπαναπαυώμεθα μόνο στήν κατατεθειμένη στά βιβλία Ἀστρονομία».
Νά πῶ πάλι ἕνα παράδειγμα. Ὑπάρχει σήμερα μιά αἵρεσις, παναίρεσις κατά τούς Πατέρες, τοῦ Οἰκουμενισμοῦ. Ὑπάρχουν, ὅμως, κάποιοι πού λένε: – Γιατί; Εἶναι κακό πράγμα; Μήπως δέν τά λένε καλά οἱ ἀντι-οικουμενιστές; Μήπως εἶναι πολύ φανατικοί; Μήπως δέν ἔχουν ἀγάπη; Ἐπιτέλους, εἶναι κακό νά συνομιλοῦμε καί νά κάνουμε τίς συμπροσευχές καί ὅλα αὐτά; Γιατί εἶναι κακά; Ἔ, αὐτοί οἱ ἄνθρωποι, τί κάνουν; Δέν ἔχουν τήν ἐμπειρία τῶν ζώντων ἁγίων. Δέν λαμβάνουν ὑπόψη τους τήν ἐμπειρία τῶν ζώντων ἁγίων. Γιατί, ὅλοι οἱ ζῶντες ἅγιοι ἦταν ἀντι-οικουμενιστές. Δέν ὑπάρχει ἕνας σύγχρονος ἅγιος πού νά ἦταν οἰκουμενιστής. Ὁ πατήρ Παΐσιος; Ἀντι-οικουμενιστής. Ὁ πατήρ Πορφύριος; Τό ἴδιο. Ὁ π. Ἰουστίνος ὁ Πόποβιτς; Σφόδρα ἀντι-οικουμενιστής. Ὅλοι οἱ ἅγιοι, οἱ σύγχρονοι ἅγιοι, ἦταν ἀντίθετοι μ’ αὐτό τό πράγμα. Ἀπό ἐκεῖ λοιπόν μπορεῖς ἀλάνθαστα νά πληροφορηθεῖς τήν ἀλήθεια. Ἄν ἐσύ δέν ἔχεις αὐτή τήν ἐμπειρία, τήν ἔχουν οἱ σύγχρονοι Ἅγιοι. Ἄν, ὅμως, δέν λαμβάνεις τήν ἐμπειρία τῶν Ἁγίων βεβαίως μετά θά πέσεις σέ σφάλματα, γιατί κριτήριο γίνεσαι ἐσύ καί λές αὐτά πού νομίζεις ἐσύ. Ἀλλά αὐτό βεβαίως δέν εἶναι ὀρθόδοξη θεολογία, εἶναι προτεσταντική θεολογία, εἶναι αἱρετική θεολογία.
«Ἄν ἀγνοήσουμε τήν ὑπάρχουσα σημερινή ἐμπειρία τῶν ζώντων Ἁγίων, εἶναι σάν νά ἀγνοοῦμε τήν ἐμπειρική Ἀστρονομία τοῦ τηλεσκοπίου» καί νά ἐπαναπαυόμαστε ἁπλῶς στήν Ἁγία Γραφή καί στά βιβλία. Αὐτό ἔκαναν οἱ Προτεστάντες καί τί ἔπαθαν; Ὁ καθένας ἑρμηνεύει τήν Ἁγία Γραφή ὅπως νομίζει καί ὅλοι διεδκδικοῦν αὐθεντικότητα. Ὅλοι λένε ὅτι ἐμεῖς ἔχουμε τή σωστή ἑρμηνεία. Ἔχουν γίνει κάπου 23000 ‘ἐκκλησίες’ καί ὁ καθένας ἀπ’ αὐτούς μπορεῖ νά ἔχει διαφορετική ἑρμηνεία σέ διαφορετική χρονική στιγμή. Καί αὐτό εἶναι νόμιμο! Δηλαδή σχιζοφρένεια. Ἀλλα νά λέει τό πρωί καί ἄλλα νά λέει τό βράδυ. Λένε καί τό ἕνα σωστό καί τό ἄλλο σωστό.
«Ἄν γιά κάποιο λόγο οἱ σημερινοί ἀστρονόμοι μείνουν κάποτε μόνο μέ ὅσα περιγράφουν τά βιβλία περί Ἀστρονομίας, χωρίς νά ἔχουν τήν δυνατότητα νά ἐπιβεβαιώσουν μέ τήν παρατήρηση διά τῶν τηλεσκοπίων τά ὅσα ἀναφέρουν αὐτά τά βιβλία τῆς Ἀστρονομίας, αὐτή θά εἶναι Ὀρθόδοξη Ἀστρονομία ἤ αἱρετική Ἀστρονομία; Ἀσφαλῶς αἱρετική Ἀστρονομία, δηλαδή ὄχι γνήσια. Διότι πῶς θά μποροῦσε νά ἦταν γνήσια, ἀφοῦ δέν θά μποροῦσε νά ἐπιβεβαιωθεῖ ἐμπειρικά μέ τήν παρατήρηση; Ἐξ ἄλλου ποτέ μία περιγραφή δέν μπορεῖ νά ἀποδώσει πλήρως τήν ζῶσα ἐμπειρία καί πραγματικότητα».
Ἄν ὑποτεθεῖ λοιπόν ὅτι καί ἐμεῖς σήμερα ἤ στό μέλλον θά μείνουμε χωρίς ἁγίους, χωρίς ζῶντες φορεῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί μείνουμε μόνο μέ τά βιβλία, τότε θά πέσουμε σίγουρα ἔξω, δέν ὑπάρχει περίπτωση νά θεολογήσουμε σωστά. Γιατί θά πρέπει αὐτό πού λέμε νά ἐπιβεβαιώνεται ἀπό τούς ζῶντες φορεῖς τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
«Τό ἴδιο συμβαίνει σέ ὅλες τίς θετικές ἐπιστῆμες, τό ἴδιο συμβαίνει καί στήν Θεολογία. Ἡ ζῶσα ἐμπειρία εἶναι ἐκείνη πού ἐλέγχει τήν γνησιότητα ἤ μή τῆς κατατεθειμένης γραπτῆς ἤ προφορικῆς παραδόσεως».
Νά σᾶς πῶ ἄλλο θέμα. Τό θέμα τοῦ λεγόμενου ἐγκεφαλικοῦ θανάτου. Πότε πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος; Ποιός θά μᾶς τό πεῖ αὐτό; Ξέρουμε πότε πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος; Οἱ Ἅγιοι μᾶς τό λένε, μᾶς λένε ἀκριβῶς πότε πεθαίνει ὁ ἄνθρωπος. Ὄχι ὅταν νεκρωθεῖ ὁ ἔγκεφαλος, ἀλλά ὅταν σταματήσει ἡ καρδιά. Τό λέει ὁ ἅγιος Νικόδημος ὁ Ἁγιορείτης. Ἀλλά καί οἱ σύγχρονοι ἅγιοι, οἱ χαρισματοῦχοι, ἔχουν μιλήσει γι’ αὐτό τό θέμα καί ἔχουν πεῖ ἐναντίον ὅλων αὐτῶν τῶν ἰδεῶν πού κυκλοφοροῦν, τοῦ ἐγκεφαλικοῦ θανάτου καί τῆς δωρεᾶς τῶν ὀργάνων. Ἔχουν μιλήσει γιά φόνο, ὅταν ὁ ἄνθρωπος δίνει τά ζωτικά του ὄργανα, τήν καρδιά, τό ἧπαρ κ.λ.π. Φονεύεται, πεθαίνει κι αὐτό δέν ἐπιτρέπεται σύμφωνα μέ τούς Ἅγιους Πατέρες, ἄς λέει ἡ λεγόμενη ἐπιστήμη -ἡ ὁποία ὑπηρετεῖ ἄλλα συμφέροντα- ἀντίθετα πράγματα. Κι αὐτό τό λέμε καί τό ξέρουμε, γιατί μᾶς τό εἶπαν οἱ χαρισματοῦχοι ἅγιοι, οἱ ὁποῖοι ἔβλεπαν ἀκόμα καί πότε φεύγει ἡ ψυχή. Ἔχουμε τόν Ἅγιο Ἁντώνιο πού ἔβλεπε τήν ψυχή τοῦ Ἁγίου Παύλου τοῦ Θηβαίου, πού ἀνέβαινε στόν οὐρανό.
«Ἐρώτησις ἐπ’ ἀμφιθεάτρω: Δέν εἶναι ἀρκετή ἡ μαρτυρία τῆς Ἁγίας Γραφῆς; Γιατί νά εἶναι ἀπαραίτητη ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως γιά τήν πιστοποίηση τῆς ἀληθείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς;
Ἀπάντησις: Διότι μέ τήν εἰσαγωγή τῆς Νεοελληνικῆς θεολογίας κάθονται σήμερα οἱ Ὀρθόδοξοι στήν Ἑλλάδα καί ἀσχολοῦνται μέ τήν Ἁγία Γραφή ἀνεξάρτητα ἀπό τίς προϋποθέσεις της».
Τί θέλει νά πεῖ ὁ π. Ἰωάννης; Ἀσχολούμαστε προτεσταντικά μέ τήν Ἁγία Γραφή καί δυστυχῶς αὐτό τό πνεῦμα ἔχει μπεῖ καί μέσα στούς κύκλους. Κάνουμε στοχασμό χωρίς νά ἔχουμε τίς προϋποθέσεις γιά νά ἀσχοληθοῦμε. Ποιές εἶναι οἱ προϋποθέσεις; Τουλάχιστον ἡ μετάνοια, ἡ κάθαρση, ἡ προσπάθεια νά πολεμήσουμε τήν ἁμαρτία καί τά πάθη μας. Ἕνας ἄνθρωπος πού δέν μετανοεῖ, δέν μπορεῖ νά καταλάβει τήν Ἁγία Γραφή, πολύ περισσότερο νά τήν ἑρμηνεύσει.
«Καί ἔχει γίνει ἡ Ἁγία Γραφή ἕνα βιβλίο ξεχωριστό ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων». Γιά νά ἑρμνεύσεις σωστά τήν Ἁγία Γραφή καί νά θεολογήσεις σωστά, πρέπει νά ἔχεις τήν ἴδια ἔμπειρία μέ αὐτούς πού τήν ἔγραψαν, τούς Προφῆτες καί τούς Ἀποστόλους. Νά μπεῖς καί ἐσύ στήν ἴδια ἐμπειρία, στήν ἐμπειρία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
«Ἐνῶ ἡ ἴδια ἡ Ἁγία Γραφή μιλάει γιά τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων, ἡ Νεοελληνική Θεολογία οὔτε ξέρει οὔτε ἀσχολεῖται μέ τό ὅτι ἡ Ἁγία Γραφή μιλάει γι’ αὐτό τό θέμα». Φτάνουν ν’ ἀμφισβητοῦν ἀκόμα κι αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή καί νά τά ἑρμηνεύουν μέ τόν δικό τους τρόπο. Ἔχω ὑπόψη μου μία ἐργασία γιά τίς φωτοφάνειες, ἕνα θέμα πού ἔδωσε ἕνας καθηγητής στήν Θεολογική Σχολή γιά τίς φωτοφάνειες μέσα στήν Ἁγία Γραφή. Καί ἕνας συνάδελφός του τό ἤλεγξε «Τί εἶναι οἱ φωτοφάνειες; Ποῦ τίς εἶδες τίς φωτοφάνειες στήν Ἁγία Γραφή;». Ἐνῶ εἶναι γεμάτη ἡ Ἁγία Γραφή μέ φωτοφάνειες καί θεοφάνειες. Ἀλλά ἐπειδή αὐτός ὁ καθηγητής ἦταν ἄμοιρος τοῦ φωτός τοῦ Θεοῦ, γιατί δέν εἶχε μπεῖ στή διαδικασία τῆς κάθαρσης, τοῦ φωτισμοῦ, τῆς μετανοίας, τά ἀμφισβητοῦσε. Γιατί καί αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή ὡς φῶς, τά κατανοοῦσε μέ δικό του τρόπο… Ἄν ὁ ἄνθρωπος δέν μπεῖ στή διαδικασία τῆς μετάνοιας καί τοῦ φωτισμοῦ, δέν μπορεῖ νά καταλάβει αὐτά πού λέει ἡ Ἁγία Γραφή.
«Ὡς ἀπόδειξη πάρτε τά μοντέρνα θεολογικά συγγράμματα. Δέν θά βρεῖτε πουθενά νά μιλᾶνε γιά τήν θέωση καί τόν δοξασμό τῶν Ἀποστόλων καί τῶν Προφητῶν. Δηλαδή ἔχει ἐξαφανισθεῖ ἀπό τήν Ἑρμηνευτική τῆς Ἁγίας Γραφῆς στήν σημερινή Ἑλλάδα αὐτή ἡ Πατερική ἑρμηνεία τῆς Παλαιᾶς καί Καινῆς Διαθήκης». Εἶναι μία θεολογία χωρίς μετάνοια. Δυστυχῶς, ὑπάρχει αὐτή ἡ θεολογία καί οἱ σύγχρονες Θεολογικές Σχολές ἐνθαρρύνουν αὐτό τό πράγμα καί τά παιδιά πού πηγαίνουν ἐκεῖ δέν ἀκοῦν γιά μετάνοια. Ἀκοῦνε γιά ὑψηλές θεολογικές ἔννοιες καί ὑψηλές πνευματικές καταστάσεις, χωρίς νά ἔχουν κάνει τό Α… Πολλά ἀπό τά παιδιά πού σπουδάζουν ἐκεῖ, γιά νά μήν πῶ καί ἀπό τούς καθηγητές, δέν ἔχουν κἄν Πνευματικό! Δέν ἐξομολογοῦνται. Πῶς αὐτό τό παιδί καί αὐτός ὁ καθηγητής θά μιλήσει γιά τόν Θεό; Ὑπάρχει θεωρία χωρίς πράξη. Ἀλλά οἱ Πατέρες μᾶς τό εἶπαν ξεκάθαρα ὅτι «πρᾶξις θεωρίας ἐπίβασις». Δέν μπορεῖ νά ὑπάρξει ἀληθινή θεωρία τοῦ Θεοῦ, θεοπτία, χωρίς πράξη, χωρίς μετάνοια, χωρίς δάκρυα, χωρίς κάθαρση.
Ρώτησα προηγουμένως ἕνα παιδάκι: – Πόσες φορές πᾶμε καί λέμε τά ἴδια πράγματα στόν Πνευματικό; – Χιλιάδες φορές, μοῦ λέει, πάτερ. Ἀλήθεια εἶπε τό παιδάκι, χιλιάδες φορές, πᾶς καί λές τά ἴδια πράγματα. Γατί; Γιατί οἱ Ἅγιοι Πατέρες μᾶς δίδαξαν τό κατά Θεόν πένθος καί ἐμεῖς δέν θέλουμε νά κλάψουμε γιά τίς ἁμαρτίες μας. Ἅμα μπαίναμε στήν διαδικασία τοῦ πένθους δέν θά ξανακάναμε τίς ἴδιες ἁμαρτίες. Γιατί οἱ Πατέρες λένε γιά νά μήν ξανακάνεις τήν ἴδια ἁμαρτία, τό ἴδιο σφάλμα, θά πρέπει νά λυπηθεῖς κατ’ ἀναλογία τοῦ σφάλματος. Ὅσο μεγαλύτερο εἶναι τό σφάλμα, τόση μεγαλύτερη πρέπει νά εἶναι ἡ μετάνοια. Ἀλλά καί αὐτό πού τό χαρακτηρίζουμε ὡς μικρό σφάλμα, δέν εἶναι μικρό. Οἱ Ἅγιοι Πατέρες θρηνοῦσαν γιά ἕνα μικρό σφάλμα ὅλη τους τή ζωή καί δέν πήγαιναν σέ δεύτερο σφάλμα οὔτε ἐπαναλάμβαναν τό ἴδιο. Τούς φύλαγε αὐτό τό κατά Θεόν πένθος. Αὐτό εἶναι τό μυστικό, γιά νά μήν ξανακάνουμε τά ἴδια πράγματα, νά καλλιεργήσουμε τό κατά Θεόν πένθος, αὐτό πού εἶχε ὁ τελώνης καί θρηνοῦσε μπροστά στόν Θεό. Ἔτσι διαφυλάσσεσαι καί δέν ἐπαναλαμβάνεις τά ἴδια ἁμαρτήματα.
Ἕνας ὅμως πού δέν ἔχει μπεῖ κἄν στήν διαδικασία νά συνειδητοποιήσει ὅτι εἶναι ἁμαρτωλός, νά δεῖ τίς ἁμαρτίες του, πῶς θά μπορέσει νά προχωρήσει, γιά νά φτάσει νά ἔχει τό φῶς τοῦ Θεοῦ καί νά θεολογήσει σωστά; Δέν εἶναι δυνατόν.
Ἔτσι λοιπόν, λέει ὁ π. Ἰωάννης, «οἱ δικοί μας ἑρμηνευτές τῆς Ἁγίας Γραφῆς τόσο πολύ ἔχουν ἐπηρεασθεῖ ἀπό τούς Ρώσσους, τούς Προτεστάντες καί τούς Παπικούς, ὥστε δέν λαμβάνουν ὑπ’ ὄψιν τους τήν Πατερική μέθοδο ἑρμηνείας τῆς Ἁγίας Γραφῆς», γιατί δέν ζοῦνε αὐτή τήν διαδικασία τῆς κάθαρσης καί τοῦ φωτισμοῦ. Δηλαδή μιλᾶμε γιά τά θεῖα χωρίς τό φῶς τοῦ Θεοῦ, ὁπότε κι αὐτά πού λέμε, ἄν δέν εἶναι λανθασμένα, εἶναι ἁπλῶς μιά ἐπανάληψη -τίς πιό πολλές φορές ὄχι σωστή- αὐτῶν πού εἶπαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Καί βλέπουμε πάρα πολλά λάθη στίς σύγχρονες θεολογικές γραφές.
«Ἔχουμε τήν Παλαιά Διαθήκη, ἔχουμε τήν Καινή Διαθήκη, ἔχουμε τίς ἀποφάσεις τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων, ἔχουμε τήν Πατερική παράδοση. Παρ’ ὅλα αὐτά ὅμως ἔχουμε σήμερα ἀνθρώπους στήν Ἑλλάδα, οἱ ὁποῖοι λένε ὅτι εἶναι συντηρητικοί, οἱ ὁποῖοι ὅμως ἀποδέχονται τήν Παράδοση ἀπό μία τυφλή ἀφοσίωση στήν Παράδοση, δηλαδή μόνο τυπικά» καί καλλιεργεῖται, θά ἔλεγα, μία μαγική ἀντίληψη γιά τήν πίστη, μιά εἰδωλολατρική ἀντίληψη καί ὄχι μιά ζωντανή σχέση μέ τόν Χριστό. Μένουν σέ κάποια τυπικά, ἐξωτερικά πράγματα καί νομίζουν ὅτι ἄν τά ἱκανοποιήσουμε αὐτά εἴμαστε ἐντάξει. Καί ρωτᾶνε: – Τί νά πάρω πρῶτα τόν ἁγιασμό ἤ τό ἀντίδωρο; Δηλαδή μένουμε σέ ἐξωτερικά τελείως πράγματα. Ἐκεῖνο πού κατεξοχήν πρέπει νά καλλιεργήσουμε εἶναι ἡ ζωντανή σχέση μέ τόν Χριστό.
«Ἐάν κάποιος δέν γνωρίζει τά θεμέλια τῆς Προφητικῆς, τῆς Ἀποστολικῆς καί τῆς Πατερικῆς ἐμπειρίας, πού εἶναι καί τά θεμέλια τῶν δογμάτων, πῶς θά μπορέσει νά ὑποστηρίξει τά Ὀρθόδοξα δόγματα χωρίς νά κάνει ἀναφορά στίς ἐμπειρίες τῶν Πατέρων; Μόνο ἀπό ὅ,τι ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή; Ἄν κάνει ἀναφορά μόνο στήν Ἁγία Γραφή καί ὄχι στίς Πατερικές ἐμπειρίες, δέν θά μπορέσει νά ἐξηγήσει πῶς οἱ Πατέρες ἐδογμάτισαν καί θά ὑποχρεωθεῖ ἔτσι νά συμφωνήσει μέ τούς ἑτεροδόξους, οἱ ὁποῖοι ἰσχυρίζονται ὅτι οἱ Πατέρες φιλοσοφοῦσαν (!), ὅταν ἐδογμάτιζαν μέ βάση τά ἀναφερόμενα στήν Ἁγία Γραφή. Ἡ ἀλήθεια εἶναι ὅμως ὅτι οἱ Πατέρες ἐδογμάτισαν βάσει τῆς ἐμπειρίας τους, τῆς θεώσεως, καί ὄχι μετά ἀπό φιλοσοφικό στοχασμό ἐπάνω στά ἀναφερόμενα στήν Ἁγία Γραφή». Δηλαδή, αὐτά πού διάβαζαν, τά ζοῦσαν κιόλας καί τά ἐπιβεβαίωναν.
«Ἔτσι ἐμφανίζεται ἡ παράδοξη παράδοση ὅτι, ὅταν ἡ Νεοελληνική Θεολογία παρεξέκλινε ἀπό τήν ἡσυχαστική παράδοση, ἡ ὁποία διεσώζετο μέχρι τό τέλος τῆς Τουρκοκρατίας, ὑποχρεώθηκε, χωρίς νά τό καταλάβει, νά πάρει τόν δρόμο τῶν φιλοσόφων Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ δρόμος αὐτός εἶναι νά ἐμφανίζονται οἱ Πατέρες ὡς φιλόσοφοι πλέον, οἱ ὁποῖοι στοχάζονται φιλοσοφικῶς βάσει τοῦ ἀρχαίου Ἑλληνικοῦ πνεύματος, γιά νά διατυπώσουν τά δόγματα, πράγμα πού δέν εἶναι ἡ περιγραφή τῆς Πατερικῆς παραδόσεως, ἀλλά μία καθαρή καρικατούρα».
«Ὁπότε ἐξ ἀπόψεως καθαρά ἐπιστημονικῆς ἐπιβάλλεται στόν Ὀρθόδοξο νά ξεδιπλώσει τήν ἱστορική πορεία τῆς Ὀρθοδόξου θεολογίας βάσει τῆς Πατερικῆς μεθοδολογίας, γιά νά μπορέσει νά καταλάβει πού βρισκόμαστε σήμερα. Ἐάν δέν τό κάνει αὐτό, τότε ἡ Ὀρθοδοξία δέν μπορεῖ νά σταθεῖ. Ὅποιος γνωρίζει καλά τήν μοντέρνα φιλοσοφική μέθοδο, τήν ἐπιστημονική μέθοδο, τήν ἱστορία τῆς φιλοσοφίας, καθώς καί τήν ἱστορία τῆς Θεολογίας, θά δεῖ ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία μπορεῖ μόνο μέ στρατιωτικές δυνάμεις νά σταθεῖ καί ὅτι δέν πείθεται κανείς σοβαρός ἄνθρωπος γιά τήν ἀλήθεια καί τήν ἰσχύ τῶν Ὀρθοδόξων δογμάτων μέ αὐτόν τόν τρόπο». Δηλαδή, ὅταν καταντήσει φιλοσοφία, τότε δέν στέκεται ἡ Θεολογία καί ἡ Ὀρθοδοξία. Ὅταν ὅμως ἐπιβεβαιώνεται ἀπό τήν ἐμπειρία τῶν συγχρόνων ἁγίων καί τῶν ἁγίων Πατέρων, τότε εἶναι ἀναμφισβήτητη ἡ ἀλήθεια της.
Ἡ Ὀρθόδοξη διδασκαλία δηλαδή ἀποκομμένη ἀπό τά θεμέλιά της εἶναι ἕνα τίποτε. Καί τά θεμέλιά της εἶναι ἀκριβῶς αὐτή ἡ ἐμπειρία τῆς θεώσεως.
«Κάθε ἄνθρωπος εἶναι ἄρρωστος ἀπό τήν Πατερική ἄποψη. Δέν ὑπάρχει ἕνας ἄνθρωπος πού νά εἶναι φυσιολογικός, ἐκτός ἀπό τούς Ἁγίους. Σήμερα τό τί εἶναι φυσιολογικός ἄνθρωπος, εἶναι κάτι πού κρίνει ὁ καθένας μέ τά δικά του κριτήρια. Ποιός, ὅμως, εἶναι ὁ πραγματικά φυσιολογικός; Ὑπάρχουν μερικοί ἄνθρωποι πού εἶναι τόσο πολύ ἀφύσικοι, ὥστε τούς κλείνουν μέσα σέ τρελλοκομεῖα, ἐπειδή εἶναι ἐπικίνδυνοι εἴτε γιά τόν ἑαυτό τους εἴτε γιά τήν κοινωνία. Ὑπάρχουν ὅμως καί πολλοί ἄλλοι, πού εἶναι ἐξ ἴσου ἐπικίνδυνοι, πού δέν εἶναι ὅμως κλεισμένοι στά τρελλοκομεῖα. Πῶς λοιπόν μποροῦμε νά διακρίνουμε ποιός εἶναι νορμάλ καί ποιός δέν εἶναι νορμάλ;».
«Ἔρχεται λοιπόν ἡ Πατερική Θεολογία καί λέγει ὅτι κανένας δέν εἶναι νορμάλ. Καί ἐπεξηγεῖ: Ὁ Θεός ἔδωσε στόν ἄνθρωπο νοερά ἐνέργεια, –τήν ἐνέργεια τοῦ νοῦ του– ἡ ὁποία εἶναι ἕνα φυσιολογικό συστατικό τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως, καί ἡ ὁποία δυστυχῶς στόν ἄνθρωπο δέν λειτουργεῖ καθόλου ἤ λειτουργεῖ ὑποτυπωδῶς. Γιά νά ἐπαναλειτουργήσει αὐτή ἡ νοερά ἐνέργεια, χρειάζεται νά προηγηθεῖ ἡ θεραπεία τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος». Αὐτή ἀκριβῶς ἡ θεραπεία γίνεται μέσα στήν Ἐκκλησία, ὅταν θελήσει ὁ ἄνθρωπος, συνεργαστεῖ μέ τή Χάρη τοῦ Θεοῦ καί κάνει αὐτά πού μᾶς δίδαξαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες. Τότε λειτουργεῖ μέσα του πάλι σωστά ἡ νοερά ἐνέργεια. Ὁ ἄνθρωπος μπορεῖ νά βρεῖ τόν Θεό, νά δεῖ τόν Θεό, νά ἔχει ἐμπειρία τοῦ Θεοῦ διαμέσου αὐτῆς τῆς νοερᾶς ἐνέργειας.
«Αὐτές τώρα οἱ παράμετροι, δηλαδή ἡ ἀνάγκη θεραπείας καί ἡ μέθοδος θεραπείας τῆς ἀνθρωπίνης προσωπικότητος, συνιστοῦν τήν οὐσία τῆς Ὀρθοδόξου Παραδόσεως. Ἀλλά δέν εἶναι μόνο ἡ νοερά ἐνέργεια τῶν Ὀρθοδόξων πού πρέπει νά θεραπευθεῖ, ἀλλά ὅλων τῶν ἀνθρώπων». Ὅλοι οἱ ἄνθρωποι εἶναι ἀσθενεῖς. «Νοῦν ἔχει ὅλος ὁ κόσμος καί ὁ νοῦς αὐτός πρέπει νά θεραπευθεῖ. Ἔτσι, ὅταν μιλᾶμε γιά Ὀρθόδοξη πνευματικότητα, ὅπως τήν ἐννοοῦν οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας, σημαίνει ὅτι μιλᾶμε γιά τήν θεραπεία τοῦ νοός ὅλων τῶν ἀνθρώπων». Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός μας εἶπε «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τά ἔθνη» (Ματθ. 28,19). «Ἡ Ὀρθόδοξη πνευματικότητα εἶναι μία θεραπευτική ἀγωγή, ἡ ὁποία ἀπευθύνεται πρός ὅλους τούς ἀνθρώπους καί εἶναι σχεδιασμένη νά περιλάβει ὅλους τούς ἀνθρώπους».
«Λέγεται Ὀρθόδοξος, ἐπειδή δέν μπορεῖ κάποιος νά θεραπευθεῖ, ἄν δέν ἔχει ἀσπασθεῖ τό Ὀρθόδοξο δόγμα ἄν, δηλαδή, δέν ἔχει Ὀρθόδοξη δογματική συνείδηση. Ἐδῶ ὁ σκοπός τοῦ δόγματος δέν εἶναι νά καθυποτάξει τόν ἄνθρωπο καί νά τόν ἐγκλωβίσει μέσα σέ κάποια θρησκευτικά πλαίσια, ἀλλά νά βοηθήσει τόν ἄνθρωπο νά θεραπευθεῖ. Τό δόγμα καθ’ ἑαυτό δέν ἔχει κανέναν ἄλλο σκοπό, ἐκτός ἀπό τό νά ὁδηγήσει τόν ἄνθρωπο πρός τήν θεραπεία αὐτή». Εἶναι τό θεραπευτικό πλαίσιο. Ἄν θέλετε, μέ ἕναν σύγχρονο ἰατρικό ὅρο, εἶναι τό πρωτόκολλο. Σέ κάθε ἀσθένεια, οἱ γιατροί ξέρουνε, ὑπάρχει ἕνα πρωτόκολλο, τί πρέπει νά κάνει ὁ γιατρός δηλαδή, γιά νά ἀντιμετωπίσει τήν κάθε ἀσθένεια. Ἤ ὑπάρχουν καί διάφορα παρεμφερή θεραπευτικά πρωτόκολλα γιά τήν ἀντιμετώπιση τῆς τάδε ἀσθένειας. Ἔτσι ὑπάρχει τό θεραπευτικό πρωτόκολλο γιά τήν ψυχή τοῦ ἀνθρώπου, τό ὁποῖο λέγεται δόγμα, τό ὀρθόδοξο δόγμα. Ἄν κανείς δέν τό ἀποδεχτεῖ αὐτό τό πρωτόκολλο, πολύ ἁπλά δέν θεραπεύεται. Ἑπομένως, δέν εἶναι φανατικοί οἱ Πατέρες πού λένε, «προσέξτε τό δόγμα», οὔτε εἶναι φανατικοί οἱ σύγχρονοι ἀντι-οικουμενιστές πού λένε ἔχει σημασία τό δόγμα. Μιλοῦν ἀκόμα οἱ Οἰκουμενιστές γιά οἰκουμενικό μινιμαλισμό. Μειώνουν δηλαδή τήν σημασία τοῦ δόγματος, αὐτό θά πεῖ οἰκουμενικός μινιμαλισμός. Λένε, ἀφῆστε τό δόγμα, χωρίζει.. Δέν χωρίζει τό δόγμα. Τό δόγμα εἶναι τό πρωτόκολλο καί τό πρωτόκολλο εἶναι τό πλαίσιο μέσα στό ὁποῖο θεραπεύεσαι. Ἄν χαλάσεις τό πρωτόκολλο, δέν θεραπεύεσαι. Αὐτό δέν σέ χωρίζει ἀπό τούς ἄλλους, ἁπλῶς σοῦ διασφαλίζει τήν θεραπεία. Σέ χωρίζει ἀπό τήν νόσο καί εἶναι καλό νά χωριστεῖς ἀπό τήν νόσο, ἀλλιῶς δέν θεραπεύεσαι, παραμένεις ἀσθενής. Οἱ Οἰκουμενιστές τί λένε; «Ἀφῆστε τό πρωτόκολλο». Οὐσιαστικά τί λένε; Μείνετε ὅπως εἶστε, δηλαδή ἄρρωστοι! Βλέπετε; Εἶναι ἀκριβῶς στόν ἀντίποδα τῶν Πατέρων. Οἱ Πατέρες λένε ὅλοι ἔχουμε ἀρρώστια καί πρέπει νά θεραπευθοῦμε καί τό θεραπευτικό πρωτόκολλο εἶναι τό ὀρθόδοξο δόγμα. Γι’ αὐτό εἶναι φοβερή αἵρεση ὁ Οἰκουμενισμός, γιατί ἀκριβῶς καταλύει τό θεραπευτικό πρωτόκολλο.
«Ὁ σκοπός τοῦ δόγματος δέν εἶναι νά καθυποτάξει τόν ἄνθρωπο, ἀλλά νά τόν θεραπεύσει. Τώρα ποιά εἶναι ἡ δυσκολία τῆς Νεοελληνικῆς θεολογίας; Εἶναι τό ὅτι, ἐνῶ οἱ Πατέρες ἀναγνωρίζουν τήν ὕπαρξη τοῦ νοός σέ ὅλους τούς ἀνθρώπους – τό μαρτυροῦν οἱ ἀκολουθίες τῆς Ἐκκλησίας, στίς ὁποῖες φαίνεται καθαρά ὅτι ἡ θεραπεία τοῦ νοός εἶναι μιά θεραπεία πού ἀφορᾶ ὅλους τούς ἀνθρώπους – καθώς καί τήν ἀνάγκη θεραπείας του, ἡ Νεοελληνική Θεολογία, ἡ μοντέρνα δηλαδή Ὀρθοδοξία, δέν ἀναγνωρίζει αὐτήν τήν ἀνάγκη!». Γι’ αὐτό καί δέν μιλᾶνε ὄχι γιά θεραπεία τοῦ νοῦ οὔτε κἄν γιά μετάνοια. Καί μέσα στούς ναούς οἱ Πατέρες σπάνια νά μιλήσουν γιά μετάνοια. Δυστυχῶς πολύ λίγοι ἱερεῖς σήμερα μιλᾶνε γιά μετάνοια, ἐνῶ αὐτό εἶναι τό Α καί τό Ω τῆς πνευματικῆς ζωῆς.
«Ἐάν δέν ξανατεθεῖ ἠ θεραπευτική ἀγωγή τοῦ νοός στά θεμέλια τῆς μοντέρνας Ὀρθοδοξίας, ἐάν δέν ἐπανέλθει δηλαδή τό Πατερικό θεμέλιο, τότε δέν θά ἔχουμε ὡς συνέπεια μόνον ὅτι τό δόγμα ἀποκόπτεται ἀπό τά θεμέλιά του καί γίνεται ἀθεμελίωτο καί ἀκατανόητο, ἀλλά θά ἔχουμε καί τό ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία θά ξεφεύγει ἀπό τόν κύριο σκοπό της, τό κύριο ἔργο της καί ἔτσι δέν θά μπορεῖ νά σταθεῖ». Τό βλέπουμε αὐτό σήμερα. Καί λένε: – Τί μᾶς χρειάζονται τά δόγματα; Βέβαια δέν μᾶς χρειάζονται… Ὅταν δέν ὑπάρχει μετάνοια, τό δόγμα εἶναι μετέωρο. Γιά ποιό δόγμα μιλᾶς; Γιατί πλέον ἡ ζωή μας εἶναι ἀλλοτριωμένη καί μοιάζει μέ αὐτῶν πού δέν ἔχουν τό όρθόδοξο δόγμα. Ὅταν δέν μετανοοῦμε, μοιάζουμε. Γιά νά μήν ποῦμε ὅτι εἶναι καί καλύτεροι αὐτοί στή ζωή τους ἀπό ὅ,τι εἴμαστε ἐμεῖς. Ἤ μοιάζουμε μέ τούς Προτεστάντες ἤ μοιάζουμε μέ τούς μουσουλμάνους. Καί πολλές φορές τό λένε «αὐτοί εἶναι καλύτεροι ἀπό μᾶς». Βέβαια εἶναι καλύτεροι, γιατί ἐμεῖς δέν μετανοοῦμε. Ὁπότε λένε, ἀφοῦ εἶναι σάν κι ἐμᾶς, γιατί νά ἔχουμε διαφορές στά δόγματα; Καταλύουμε καί τά δόγματα… Βλέπετε πῶς ἔρχεται σιγά-σιγά καί ἐπικρατεῖ ὁ Οἰκουμενισμός καί ἡ Πανθρησκεία;
«Θά εἶναι σάν ἕνας οὐρανοξύστης –τό δόγμα– ὁ ὁποῖος δέν θά κάθεται ἐπάνω σέ θεμέλια, ἀλλά ἐπάνω σέ ἕνα σύννεφο. Ἄν ἕνας κοινός ἄνθρωπος δεῖ μία τέτοια εἰκόνα, τί θά πεῖ;». Ὅτι αὐτό βέβαια εἶναι μιά ἀνοησία. Μπορεῖ νά σταθεῖ ένας οὐρανοξύστης πάνω σέ ἕνα σύννεφο; Ἄν ὑπάρξουν μερικοί πού θά πιστέψουν ὅτι εἶναι δυνατόν ἕνας οὐρανοξύστης νά κάθεται ἐπάνω σέ ἕνα σύννεφο, αὐτοί δέν θά εἶναι στά καλά τους.
«Τί κάνουν τώρα οἱ Νεοέλληνες θεολόγοι; Ἔβγαλαν τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως ἀπό τά θεμέλια τῶν δογμάτων καί στήν θέση της ἔβαλαν τήν Ἁγία Γραφή». Μπῆκε τό προτεσταντικό πνεῦμα: μόνο ἡ Ἁγία Γραφή. «Βέβαια μέσα της ἡ Ἁγία Γραφή περιγράφει τήν ἐμπειρία τῆς θεώσεως, τῶν Προφητῶν καί τῶν Ἀποστόλων». Ἀλλά πλέον εἶναι ἀκατανόητη, γιατί αὐτοί οἱ ἄνθρωποι δέν ζοῦνε τήν μετάνοια καί τήν κάθαρση, ὁπότε δέν ἔχουν καί τίς ἀνάλογες ἐμπειρίες πού περιγράφει ἡ Ἁγία Γραφή. «Στήν Ἁγία Γραφή ἀναφέρεται ὅτι ὅλοι οἱ Προφῆτες εἶδαν τήν δόξαν τοῦ Θεοῦ, ὅταν ὅμως δέν ὑπάρχει ὁ ἔλεγχος αὐτῆς τῆς ἐμπειρίας, τότε ὁ καθένας ἀρχίζει νά ἑρμηνεύει ἐκεῖνα πού ἀναφέρει ἡ Ἁγία Γραφή κατά τήν φαντασία του. Διαβάζει π.χ. κάποιος ὄτι ὁ Χριστός ἀνελήφθη στόν οὐρανό μέ paraklisi
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ