2017-10-23 21:04:19
Γράφει ο Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας, Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας
Ὁ ἱστορικὸς Θουκυδίδης στὸν Ἐπιτάφιο τοῦ Περικλέους γράφει: «Τὸν γὰρ οὐκ ὄντα ἅπας εἴωθεν ἐπαινεῖν».
Τοὺς κεκοιμημένους συνηθίζουμε νὰ τοὺς ἐπαινοῦμε. Ὁ ἔπαινος, ὅμως, σήμερα, στὴν μακαριστὴ Γερόντισσα Παταπία δὲν εἶναι ρητορικός.
Εἶναι ἐγκώμιο μιᾶς Γερόντισσας ποὺ ἀνάλωσε τὴν πρόσκαιρη βιοτή της στὴν ἀγάπη τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ.
Καὶ πράγματι ἡ ζωή της ὅλη ἦταν μιὰ ἀναμμένη λαμπάδα μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ γλυκυτάτου Ἰησοῦ.
Ἄλλωστε ἀπὸ τὰ νεανικά της χρόνια ἡ εὐλαβέστατη τότε Εὐγενία τραγουδοῦσε: «Ὅλα γιὰ τὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ, νάτο τὸ μεγάλο συνθημά μας»!
Ἡ φλόγα τῆς καρδιᾶς τῆς Γερόντισσας Παταπίας ἦταν ἡ ζωντανὴ φλόγα ποὺ τῆς ἄναψε ὁ πυρφόρος τότε κατηχητής της στὸ Συνοικισμὸ τῆς Κορίνθου καὶ μετέπειτα Γέροντάς της, ὁ πολιὸς Κτίτορας τοῦ Μοναστηριοῦ τοῦ Ὁσίου Παταπίου, ὁ ἱεροκήρυκας καὶ πνευματικὸς καθοδηγητὴς πλήθους πιστῶν, ὁ ἀροτριεὺς τῆς Κορινθίας, Γέροντας Νεκτάριος Μαρμαρινός.
Αὐτὴ τὴ φλόγα ἡ Γερόντισσα Παταπία τὴν κράτησε ἀναμμένη σὲ ὅλη της τὴ ζωή, γιὰ νὰ τὴν θερμαίνει στὶς δυσκολίες, στὶς ἀντιξοότητες, στοὺς πειρασμούς, στὶς θλίψεις, στὶς ἀσθένειες. Αὐτὴ τὴ φλόγα παρέδωσε τὸ ἴδιο ζωηρή, ὅπως τὴν εἶχε στὰ νεανικά της χρόνια μέχρι τὰ βαθιά της γεράματα, στὰ χέρια τοῦ ὑποδεξαμένου αὐτὴν ψυχοσώστη Κυρίου μας.
Μὲ τὴ φλόγα αὐτὴ ἡ Γερόντισσα Παταπία καὶ φώτιζε καὶ θέρμαινε. Φώτιζε τοὺς ἐσκοτισμένους μὲ τὶς ἀκτίνες τῶν λόγων της καὶ τοῦ παραδείγματός της καὶ θέρμαινε τὶς καρδιὲς ὅσων οἱ βιοτικὲς μέριμνες καὶ ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν Χριστό μας τὶς εἶχε ψυχράνει.
Ἡ Γερόντισσα Παταπία εἶχε συνέπεια λόγων καὶ πράξεων. Τηροῦσε τὴν ἀκρίβεια καὶ τὴν χαρακτήριζε ἡ αὐστηρότητα τοῦ ἤθους, αὐστηρότητα ποὺ ἴσως μερικοὺς ποὺ δὲν γνώριζαν τὴν καρδιά της νὰ τὴν παρεξηγοῦσαν.
Ἂν θέλαμε νὰ τὴν σκιαγραφήσουμε μὲ λίγα λόγια θὰ λέγαμε ὅτι ἦταν ἡ Γερόντισσα τῆς ὑπακοῆς καὶ τῆς κενωτικῆς προσφορᾶς. Ὁ Γέροντάς της μετὰ τὸν Χριστὸ εἶχε τὴν πιὸ ἐπίκαιρη θέση στὴν καρδιά της.
Ὁ λόγος του ἦταν νόμος ἀπαραχάρακτος. Ἔτσι, ἡ Γερόντισσα βρισκόταν πάντοτε κάτω ἀπὸ τὴ σκέπη τῆς ὑπακοῆς καὶ τὰ βήματά της ἦταν βήματα προσεκτικά, «ἵνα μὴ σαλευθῇ».
Καὶ ἡ ἀγάπη της γιὰ τοὺς Ἁγίους μας, τὸν Ἅγιο Πατάπιο, τὴν Ἁγία Ὑπομονή, ὅλους τους Ἁγίους μας καὶ τοὺς συνανθρώπους της, τὶς συμμονάστριές της, τοὺς πτωχοὺς καὶ ἐμπεριστάτους μοναδική.
Γνώρισε τὴ φτώχεια καὶ ἤξερε νὰ συμπαρίσταται στοὺς φτωχούς. Κόπο δὲν γνώριζε, ἀφοῦ ἡ προσφορά της τῆς γέμιζε τὴν καρδιά.
Ἀκόμη καὶ φάρμακα μάζευε γιὰ νὰ τὰ στείλει στὴν ἱεραποστολὴ καὶ στὴν Ἀλβανία, ὅταν ἡ ἀσθένειά της τὴν εἶχε γιὰ μεγάλο χρονικὸ διάστημα στείλει στὸ Μετόχι τοῦ Μοναστηριοῦ της στὴν Ἀθήνα.
Ἐπισκεπτόταν ἀπὸ ἐκεῖ ἀσθενεῖς στὰ νοσοκομεῖα καὶ τὸ μετοχάκι της εἶχε γίνει κέντρο παρηγορίας θλιμμένων, κέντρο κατηχήσεως μικρῶν καὶ μεγάλων, κέντρο προσευχῆς.
Καὶ ὅταν συναντοῦσε πειρασμοὺς καὶ δεχόταν εἰρωνίες τὶς παράβλεπε καὶ ἐπαναλάμβανε τὴν προτροπὴ τοῦ Ὁσίου Νηφωνος: «Ἂν σᾶς ἔλθει πειρασμός, μὴν τοῦ ἀντισταθῆτε, ἀλλὰ φύγετε ἀπὸ ἐκεῖνον τὸν τόπον, καὶ ὑπάγετε εἰς ἄλλον τόπον ἡσυχαστικὸν καὶ θέλετε περάση εἰρηνικά».
Ἐκεῖ στὸ Μετόχι τῆς ὁδοῦ Ἀνθέων στὰ Πατήσια γνώρισα κι ἐγὼ τὴ Γερόντισσα Παταπία. Γνώρισα τὸν ἔνθεο ζῆλο της καὶ δέχθηκα τὶς παραινέσεις της.
Ἔτσι, ὑμνήσαμε καὶ ἐκδώσαμε πλῆθος βιβλίων μὲ βιογραφίες καὶ Ἀκολουθίες Ἁγίων. Ὑμνήσαμε Ἁγίους ποὺ σήμερα τὴν ὑποδέχονται στὰ οὐράνια σκηνώματα, ἀφοῦ τοὺς Ἁγίους μας τοὺς θεωροῦσε φίλους καὶ οἰκείους καὶ κατὰ τὸν Προφήτη Ἠσαΐα, θεωρεῖτε μακαρία, καθὼς ἐκεῖνος λέγει «Μακάριος ὃς ἔχει σπέρμα ἐν Σιὼν καὶ οἰκείους ἐν Ἰερουσαλήμ» (Ἠσ. λα΄ 9).
Εὐλογημένη καὶ ἀκούραστη Γερόντισσα Παταπία, ὅταν ἦλθες στὸ Μοναστήρι σου, στὸν Ὅσιο Πατάπιο, βρῆκες δυό τρία κελλάκια, χωρὶς νερό, χωρὶς θέρμανση, χωρὶς στρωσίδια, χωρὶς ἔπιπλα.
Ἦσουν ἀπὸ τὶς πρῶτες μονάστριες καὶ πολὺ κοπίασες γιὰ αὐτό. Οὐδέποτε γόγγυσες, οὐδέποτε ἔδειξες κουρασμένη. Πάντοτε χαμογελοῦσες, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς ποὺ μᾶς δίνει τὴ χαρὰ καὶ τὴν εἰρήνη ἦταν μόνιμος ἔνοικος τῆς καρδιᾶς σου.
Ἡγουμένευσες στὸ Μοναστήρι σου γιὰ μιὰ ἑπταετία, ἀλλὰ ἡ ὑγεία σου δὲν ἐπέτρεψε νὰ μείνεις παραπάνω. Ἔτσι, ὡς ἁπλὴ μονάστρια, ὡς ἔσχατη πάντων καὶ πασῶν, ἁπλὴ ἀλλὰ ἄοκνη, συνέχισες μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς σου.
Τὸ τελευταῖο διάστημα πρὶν τὴν ἐκδημία σου ἤσουν στὸ κρεββάτι τοῦ πόνου, ὅπου δέχθηκαν πλούσια την ἀγάπη τῆς Γερόντισσάς σου καὶ τῶν συμμοναστριῶν σου.
Σήμερα ὅλοι μας σὲ προπέμπουμε μὲ αἰσθήματα ὀδύνης, ἀλλὰ καὶ χαρᾶς πρὸς τὴν ἀτελεύτητη μακαριότητα.
Σὲ προπέμπουμε ἐμεῖς οἱ «ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι» (Α΄ Θεσ. δ΄ 7) πρὸς τόπον, ἔνθα «οὐχ ὑπάρχει λύπη ἢ στεναγμός», σὲ προπέμπουμε πρὸς τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Τὸ εἰσιτήριο τῆς ἐπιστροφῆς σου στὴν οὐράνια πατρίδα, τὸ εἶχες ἡ ἴδια ἐξασφαλίσει μὲ τὸ γνήσιο χριστιανικό σου φρόνημα, τὴ μοναστική σου βιοτή, τὴν ὑπακοή σου, τὴν ταπείνωσή σου, τὴ θυσιαστική σου ἀγάπη καὶ τὴν ὑπομονή σου στοὺς πόνους τῆς ἀσθενείας σου, ὅπου ἔλαμψες «ὡς χρυσὸς ἐν χωνευτηρίῳ», γιὰ νὰ λάμπεις ἐσαεὶ ὡς ἄστρο τηλαυγέστατο στὸ νοητὸ τοῦ οὐρανοῦ στερέωμα.
Τὴν εὐχή σου δῶσε μας, βαθυσέβαστή μας Γερόντισσα Παταπία, γιὰ νὰ μπορέσουμε ἔστω καὶ κατ’ ἐλάχιστο νὰ μιμηθοῦμε τὰ ἡρωϊκά σου, τὰ θεάρεστα τῆς ζωῆς σου παλαίσματα.
Καλή Ἀνάσταση!
Πηγή
paraklisi
Ὁ ἱστορικὸς Θουκυδίδης στὸν Ἐπιτάφιο τοῦ Περικλέους γράφει: «Τὸν γὰρ οὐκ ὄντα ἅπας εἴωθεν ἐπαινεῖν».
Τοὺς κεκοιμημένους συνηθίζουμε νὰ τοὺς ἐπαινοῦμε. Ὁ ἔπαινος, ὅμως, σήμερα, στὴν μακαριστὴ Γερόντισσα Παταπία δὲν εἶναι ρητορικός.
Εἶναι ἐγκώμιο μιᾶς Γερόντισσας ποὺ ἀνάλωσε τὴν πρόσκαιρη βιοτή της στὴν ἀγάπη τοῦ Νυμφίου Χριστοῦ.
Καὶ πράγματι ἡ ζωή της ὅλη ἦταν μιὰ ἀναμμένη λαμπάδα μπροστὰ στὴν εἰκόνα τοῦ γλυκυτάτου Ἰησοῦ.
Ἄλλωστε ἀπὸ τὰ νεανικά της χρόνια ἡ εὐλαβέστατη τότε Εὐγενία τραγουδοῦσε: «Ὅλα γιὰ τὴ δόξα τοῦ Χριστοῦ, νάτο τὸ μεγάλο συνθημά μας»!
Ἡ φλόγα τῆς καρδιᾶς τῆς Γερόντισσας Παταπίας ἦταν ἡ ζωντανὴ φλόγα ποὺ τῆς ἄναψε ὁ πυρφόρος τότε κατηχητής της στὸ Συνοικισμὸ τῆς Κορίνθου καὶ μετέπειτα Γέροντάς της, ὁ πολιὸς Κτίτορας τοῦ Μοναστηριοῦ τοῦ Ὁσίου Παταπίου, ὁ ἱεροκήρυκας καὶ πνευματικὸς καθοδηγητὴς πλήθους πιστῶν, ὁ ἀροτριεὺς τῆς Κορινθίας, Γέροντας Νεκτάριος Μαρμαρινός.
Αὐτὴ τὴ φλόγα ἡ Γερόντισσα Παταπία τὴν κράτησε ἀναμμένη σὲ ὅλη της τὴ ζωή, γιὰ νὰ τὴν θερμαίνει στὶς δυσκολίες, στὶς ἀντιξοότητες, στοὺς πειρασμούς, στὶς θλίψεις, στὶς ἀσθένειες. Αὐτὴ τὴ φλόγα παρέδωσε τὸ ἴδιο ζωηρή, ὅπως τὴν εἶχε στὰ νεανικά της χρόνια μέχρι τὰ βαθιά της γεράματα, στὰ χέρια τοῦ ὑποδεξαμένου αὐτὴν ψυχοσώστη Κυρίου μας.
Μὲ τὴ φλόγα αὐτὴ ἡ Γερόντισσα Παταπία καὶ φώτιζε καὶ θέρμαινε. Φώτιζε τοὺς ἐσκοτισμένους μὲ τὶς ἀκτίνες τῶν λόγων της καὶ τοῦ παραδείγματός της καὶ θέρμαινε τὶς καρδιὲς ὅσων οἱ βιοτικὲς μέριμνες καὶ ἡ ἀπομάκρυνση ἀπὸ τὸν Χριστό μας τὶς εἶχε ψυχράνει.
Ἡ Γερόντισσα Παταπία εἶχε συνέπεια λόγων καὶ πράξεων. Τηροῦσε τὴν ἀκρίβεια καὶ τὴν χαρακτήριζε ἡ αὐστηρότητα τοῦ ἤθους, αὐστηρότητα ποὺ ἴσως μερικοὺς ποὺ δὲν γνώριζαν τὴν καρδιά της νὰ τὴν παρεξηγοῦσαν.
Ἂν θέλαμε νὰ τὴν σκιαγραφήσουμε μὲ λίγα λόγια θὰ λέγαμε ὅτι ἦταν ἡ Γερόντισσα τῆς ὑπακοῆς καὶ τῆς κενωτικῆς προσφορᾶς. Ὁ Γέροντάς της μετὰ τὸν Χριστὸ εἶχε τὴν πιὸ ἐπίκαιρη θέση στὴν καρδιά της.
Ὁ λόγος του ἦταν νόμος ἀπαραχάρακτος. Ἔτσι, ἡ Γερόντισσα βρισκόταν πάντοτε κάτω ἀπὸ τὴ σκέπη τῆς ὑπακοῆς καὶ τὰ βήματά της ἦταν βήματα προσεκτικά, «ἵνα μὴ σαλευθῇ».
Καὶ ἡ ἀγάπη της γιὰ τοὺς Ἁγίους μας, τὸν Ἅγιο Πατάπιο, τὴν Ἁγία Ὑπομονή, ὅλους τους Ἁγίους μας καὶ τοὺς συνανθρώπους της, τὶς συμμονάστριές της, τοὺς πτωχοὺς καὶ ἐμπεριστάτους μοναδική.
Γνώρισε τὴ φτώχεια καὶ ἤξερε νὰ συμπαρίσταται στοὺς φτωχούς. Κόπο δὲν γνώριζε, ἀφοῦ ἡ προσφορά της τῆς γέμιζε τὴν καρδιά.
Ἀκόμη καὶ φάρμακα μάζευε γιὰ νὰ τὰ στείλει στὴν ἱεραποστολὴ καὶ στὴν Ἀλβανία, ὅταν ἡ ἀσθένειά της τὴν εἶχε γιὰ μεγάλο χρονικὸ διάστημα στείλει στὸ Μετόχι τοῦ Μοναστηριοῦ της στὴν Ἀθήνα.
Ἐπισκεπτόταν ἀπὸ ἐκεῖ ἀσθενεῖς στὰ νοσοκομεῖα καὶ τὸ μετοχάκι της εἶχε γίνει κέντρο παρηγορίας θλιμμένων, κέντρο κατηχήσεως μικρῶν καὶ μεγάλων, κέντρο προσευχῆς.
Καὶ ὅταν συναντοῦσε πειρασμοὺς καὶ δεχόταν εἰρωνίες τὶς παράβλεπε καὶ ἐπαναλάμβανε τὴν προτροπὴ τοῦ Ὁσίου Νηφωνος: «Ἂν σᾶς ἔλθει πειρασμός, μὴν τοῦ ἀντισταθῆτε, ἀλλὰ φύγετε ἀπὸ ἐκεῖνον τὸν τόπον, καὶ ὑπάγετε εἰς ἄλλον τόπον ἡσυχαστικὸν καὶ θέλετε περάση εἰρηνικά».
Ἐκεῖ στὸ Μετόχι τῆς ὁδοῦ Ἀνθέων στὰ Πατήσια γνώρισα κι ἐγὼ τὴ Γερόντισσα Παταπία. Γνώρισα τὸν ἔνθεο ζῆλο της καὶ δέχθηκα τὶς παραινέσεις της.
Ἔτσι, ὑμνήσαμε καὶ ἐκδώσαμε πλῆθος βιβλίων μὲ βιογραφίες καὶ Ἀκολουθίες Ἁγίων. Ὑμνήσαμε Ἁγίους ποὺ σήμερα τὴν ὑποδέχονται στὰ οὐράνια σκηνώματα, ἀφοῦ τοὺς Ἁγίους μας τοὺς θεωροῦσε φίλους καὶ οἰκείους καὶ κατὰ τὸν Προφήτη Ἠσαΐα, θεωρεῖτε μακαρία, καθὼς ἐκεῖνος λέγει «Μακάριος ὃς ἔχει σπέρμα ἐν Σιὼν καὶ οἰκείους ἐν Ἰερουσαλήμ» (Ἠσ. λα΄ 9).
Εὐλογημένη καὶ ἀκούραστη Γερόντισσα Παταπία, ὅταν ἦλθες στὸ Μοναστήρι σου, στὸν Ὅσιο Πατάπιο, βρῆκες δυό τρία κελλάκια, χωρὶς νερό, χωρὶς θέρμανση, χωρὶς στρωσίδια, χωρὶς ἔπιπλα.
Ἦσουν ἀπὸ τὶς πρῶτες μονάστριες καὶ πολὺ κοπίασες γιὰ αὐτό. Οὐδέποτε γόγγυσες, οὐδέποτε ἔδειξες κουρασμένη. Πάντοτε χαμογελοῦσες, ἀφοῦ ὁ Χριστὸς ποὺ μᾶς δίνει τὴ χαρὰ καὶ τὴν εἰρήνη ἦταν μόνιμος ἔνοικος τῆς καρδιᾶς σου.
Ἡγουμένευσες στὸ Μοναστήρι σου γιὰ μιὰ ἑπταετία, ἀλλὰ ἡ ὑγεία σου δὲν ἐπέτρεψε νὰ μείνεις παραπάνω. Ἔτσι, ὡς ἁπλὴ μονάστρια, ὡς ἔσχατη πάντων καὶ πασῶν, ἁπλὴ ἀλλὰ ἄοκνη, συνέχισες μέχρι τὸ τέλος τῆς ζωῆς σου.
Τὸ τελευταῖο διάστημα πρὶν τὴν ἐκδημία σου ἤσουν στὸ κρεββάτι τοῦ πόνου, ὅπου δέχθηκαν πλούσια την ἀγάπη τῆς Γερόντισσάς σου καὶ τῶν συμμοναστριῶν σου.
Σήμερα ὅλοι μας σὲ προπέμπουμε μὲ αἰσθήματα ὀδύνης, ἀλλὰ καὶ χαρᾶς πρὸς τὴν ἀτελεύτητη μακαριότητα.
Σὲ προπέμπουμε ἐμεῖς οἱ «ζῶντες οἱ περιλειπόμενοι» (Α΄ Θεσ. δ΄ 7) πρὸς τόπον, ἔνθα «οὐχ ὑπάρχει λύπη ἢ στεναγμός», σὲ προπέμπουμε πρὸς τὴν Βασιλεία τῶν Οὐρανῶν.
Τὸ εἰσιτήριο τῆς ἐπιστροφῆς σου στὴν οὐράνια πατρίδα, τὸ εἶχες ἡ ἴδια ἐξασφαλίσει μὲ τὸ γνήσιο χριστιανικό σου φρόνημα, τὴ μοναστική σου βιοτή, τὴν ὑπακοή σου, τὴν ταπείνωσή σου, τὴ θυσιαστική σου ἀγάπη καὶ τὴν ὑπομονή σου στοὺς πόνους τῆς ἀσθενείας σου, ὅπου ἔλαμψες «ὡς χρυσὸς ἐν χωνευτηρίῳ», γιὰ νὰ λάμπεις ἐσαεὶ ὡς ἄστρο τηλαυγέστατο στὸ νοητὸ τοῦ οὐρανοῦ στερέωμα.
Τὴν εὐχή σου δῶσε μας, βαθυσέβαστή μας Γερόντισσα Παταπία, γιὰ νὰ μπορέσουμε ἔστω καὶ κατ’ ἐλάχιστο νὰ μιμηθοῦμε τὰ ἡρωϊκά σου, τὰ θεάρεστα τῆς ζωῆς σου παλαίσματα.
Καλή Ἀνάσταση!
Πηγή
paraklisi
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Η «ακτίνα θανάτου» του Τέσλα και το FBI
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ