2017-11-22 22:36:34
Ο Πελέ είχε πει για εκείνον «απ’ όλους τους ποδοσφαιριστές, αυτός που με πλησίασε περισσότερο ήταν ο Ζίκο». Τον αποκαλούσαν «λευκό Πελέ» και θεωρείται ένας από τους μεγαλύτερους ποδοσφαιριστές όλων των εποχών. Ο λόγος για τον Αρτούρ Αντούνις Κοΐμπρα, που έγινε γνωστός με το ψευδώνυμο Ζίκο, παίζοντας στη θέση του επιθετικού και φορώντας το νούμερο 10 στη φανέλα. Αν και είχε δηλώσει ότι δεν του άρεσε που τον αποκαλούσαν «Λευκό Πελέ» , για τους Βραζιλιάνους ήταν ο σπουδαιότερος παίκτης που φόρεσε τη φανέλα της Σελεσάο μετά τον Πελέ.
Από μικρός έπαιζε ποδόσφαιρο στους δρόμους του Ρίο και ήταν γνωστός στους σκάουτερ ως ανερχόμενο ταλέντο. Ήταν Πορτογάλος στην καταγωγή και προερχόταν από ποδοσφαιρική οικογένεια, καθώς τα αδέρφια του έπαιζαν ποδόσφαιρο στις ομάδες «Αμέρικα» και «Φλουισνένσε». Λέγεται πως όταν ρωτούσαν τα αδέρφια του ποιος ήταν καλύτερος παίκτης από τους δύο ανέφεραν τον μικρό τους αδερφό, ο οποιος έπαιζε ακόμη τότε στις γειτονιές του Ρίο
. Ο Ζίκο, στα 14 του χρόνια εντοπίστηκε από τους κυνηγούς ταλέντων της Φλαμένγκο και ξεκίνησε να παίζει στις ακαδημίες. Επειδή ήταν μικροκαμωμένος έκανε ειδικό πρόγραμμα γυμναστικής για να δυναμώσει και στα 18 του χρόνια έκανε το ντεμπούτο του στη μεγάλη ομάδα. Την επόμενη σεζόν ήταν βασικός στην 11αδα και λατρεύτηκε από τους οπαδούς της Φλαμένγκο.
Μέχρι σήμερα είναι ο ποδοσφαιριστής που έχει βάλει τα περισσότερα γκολ στο Μαρακανά. Οι δημοσιογράφοι τον αποκαλούσαν «Γκαλίνιο» που σημαίνει κόκορας και τη δεκαετία του ’70 ήταν ο καλύτερος επιθετικός του βραζιλιανικού πρωταθλήματος. Είχε άψογη τεχνική, τρομερή τρίπλα και ήταν εξαιρετικός στις στημένες φάσεις.
Σε ηλικία 12 ετών έπαιξε με τη φανέλα της Φλαμένγκο, πέτυχε 123 γκολ και έγινε περιζήτητος από τους ευρωπαϊκούς συλλόγους. Η Ρόμα, η Ρεάλ Μαδρίτης και η Μίλαν ήταν ανάμεσα στις ομάδες που τον διεκδικούσαν, ωστόσο επέλεξε να φορέσει τη φανέλα της Ουντινέζε. Η απόφαση του τον δικαίωσε. Παρόλο που έπαιξε μόνο για δύο σεζόν σκόραρε 22 γκολ σε 39 αγώνες και αγαπήθηκε από τους ιταλούς φιλάθλους όσο κανένας άλλος. Το 1986 επέστρεψε στη Φλαμένγκο στην οποία έπαιξε μέχρι το 1989 και έκλεισε την καριέρα του με έναν θρυλικό αγώνα εναντίον της Φλουμινένσε, στον οποίο η Φλαμένγκο κέρδισε 5-0. Αν και απείχε ένα διάστημα από το ποδόσφαιρο, αποφάσισε να φορέσει ξανά τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια για να παίξει στην ομάδα της Ιαπωνίας, Κασίμα Άντλερς έως το 1994. Για τους Ιάπωνες ήταν ο μέντοράς τους ο οποίος θα ανέβαζε επίπεδο το μέχρι τότε ερασιτεχνικό πρωτάθλημα της χώρας. Πράγματι, το 1993 βοήθησε την ομάδα του να κερδίσει το πρωτάθλημα και η διοίκηση της ομάδας έστησε άγαλμα στο γήπεδο προς τιμήν του. H εθνική Βραζιλίας Στην εθνική Βραζιλίας έκανε το ντεμπούτο του το 1976 σκοράροντας γκολ στον πρώτο του αγώνα με την Ουρουγουάη με αποτέλεσμα να γίνει αμέσως διάσημος στη χώρα. Παρόλο που έπαιξε τρομερό ποδόσφαιρο και σημείωσε θρυλικά γκολ με τη φανέλα με το νούμερο 10, ίσως είναι ο καλύτερος παίκτης που δεν εξαργύρωσε την επιτυχία του με κάποιο τίτλο.
Συμμετείχε στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Αργεντινής το 1978, στο Μουντιάλ της Ισπανίας το 1982 και του Μεξικού το 1986, δίχως να καταφέρει να κατακτήσει την κούπα. Ωστόσο, σημείωσε 52 γκολ και οι ομοεθνείς του συνέκριναν τις ποδοσφαιρικές του ικανότητές με το μεγαλύτερο αστέρι της ομάδας, τον Πελέ, ο οποίος σε αντίθεση με τον Ζίκο κατάφερε να σηκώσει τρία Παγκόσμια κύπελλα.
Η προπονητική καριέρα Ο Ζίκο αποσύρθηκε οριστικά από το ποδόσφαιρο το 1994 και από τότε ασχολήθηκε με την πολιτική και την προπονητική. Για έναν χρόνο διετέλεσε Υπουργός Αθλητισμού, όμως παραιτήθηκε και στη συνέχεια αφοσιώθηκε στην καριέρα του ως προπονητής. Οι νεότεροι τον ξέρουν ως κόουτς στα μεγάλα κλαμπ της Ευρώπης όπως η Φενέρχμπατσε, η ΤΣΣΚΑ Μόσχας και ο Ολυμπιακός, στον οποίο πήγε το 2009, καθώς διαδέχθηκε τον Τιμούρ Κετσπάγια και έμεινε στην ομάδα του Πειραιά μια σεζόν. Δείτε βίντεο και απολαύστε μερκά από τα καλύτερα γκολ της καριέρας του:
Πηγή
Tromaktiko
Από μικρός έπαιζε ποδόσφαιρο στους δρόμους του Ρίο και ήταν γνωστός στους σκάουτερ ως ανερχόμενο ταλέντο. Ήταν Πορτογάλος στην καταγωγή και προερχόταν από ποδοσφαιρική οικογένεια, καθώς τα αδέρφια του έπαιζαν ποδόσφαιρο στις ομάδες «Αμέρικα» και «Φλουισνένσε». Λέγεται πως όταν ρωτούσαν τα αδέρφια του ποιος ήταν καλύτερος παίκτης από τους δύο ανέφεραν τον μικρό τους αδερφό, ο οποιος έπαιζε ακόμη τότε στις γειτονιές του Ρίο
Μέχρι σήμερα είναι ο ποδοσφαιριστής που έχει βάλει τα περισσότερα γκολ στο Μαρακανά. Οι δημοσιογράφοι τον αποκαλούσαν «Γκαλίνιο» που σημαίνει κόκορας και τη δεκαετία του ’70 ήταν ο καλύτερος επιθετικός του βραζιλιανικού πρωταθλήματος. Είχε άψογη τεχνική, τρομερή τρίπλα και ήταν εξαιρετικός στις στημένες φάσεις.
Σε ηλικία 12 ετών έπαιξε με τη φανέλα της Φλαμένγκο, πέτυχε 123 γκολ και έγινε περιζήτητος από τους ευρωπαϊκούς συλλόγους. Η Ρόμα, η Ρεάλ Μαδρίτης και η Μίλαν ήταν ανάμεσα στις ομάδες που τον διεκδικούσαν, ωστόσο επέλεξε να φορέσει τη φανέλα της Ουντινέζε. Η απόφαση του τον δικαίωσε. Παρόλο που έπαιξε μόνο για δύο σεζόν σκόραρε 22 γκολ σε 39 αγώνες και αγαπήθηκε από τους ιταλούς φιλάθλους όσο κανένας άλλος. Το 1986 επέστρεψε στη Φλαμένγκο στην οποία έπαιξε μέχρι το 1989 και έκλεισε την καριέρα του με έναν θρυλικό αγώνα εναντίον της Φλουμινένσε, στον οποίο η Φλαμένγκο κέρδισε 5-0. Αν και απείχε ένα διάστημα από το ποδόσφαιρο, αποφάσισε να φορέσει ξανά τα ποδοσφαιρικά του παπούτσια για να παίξει στην ομάδα της Ιαπωνίας, Κασίμα Άντλερς έως το 1994. Για τους Ιάπωνες ήταν ο μέντοράς τους ο οποίος θα ανέβαζε επίπεδο το μέχρι τότε ερασιτεχνικό πρωτάθλημα της χώρας. Πράγματι, το 1993 βοήθησε την ομάδα του να κερδίσει το πρωτάθλημα και η διοίκηση της ομάδας έστησε άγαλμα στο γήπεδο προς τιμήν του. H εθνική Βραζιλίας Στην εθνική Βραζιλίας έκανε το ντεμπούτο του το 1976 σκοράροντας γκολ στον πρώτο του αγώνα με την Ουρουγουάη με αποτέλεσμα να γίνει αμέσως διάσημος στη χώρα. Παρόλο που έπαιξε τρομερό ποδόσφαιρο και σημείωσε θρυλικά γκολ με τη φανέλα με το νούμερο 10, ίσως είναι ο καλύτερος παίκτης που δεν εξαργύρωσε την επιτυχία του με κάποιο τίτλο.
Συμμετείχε στο Παγκόσμιο Κύπελλο της Αργεντινής το 1978, στο Μουντιάλ της Ισπανίας το 1982 και του Μεξικού το 1986, δίχως να καταφέρει να κατακτήσει την κούπα. Ωστόσο, σημείωσε 52 γκολ και οι ομοεθνείς του συνέκριναν τις ποδοσφαιρικές του ικανότητές με το μεγαλύτερο αστέρι της ομάδας, τον Πελέ, ο οποίος σε αντίθεση με τον Ζίκο κατάφερε να σηκώσει τρία Παγκόσμια κύπελλα.
Η προπονητική καριέρα Ο Ζίκο αποσύρθηκε οριστικά από το ποδόσφαιρο το 1994 και από τότε ασχολήθηκε με την πολιτική και την προπονητική. Για έναν χρόνο διετέλεσε Υπουργός Αθλητισμού, όμως παραιτήθηκε και στη συνέχεια αφοσιώθηκε στην καριέρα του ως προπονητής. Οι νεότεροι τον ξέρουν ως κόουτς στα μεγάλα κλαμπ της Ευρώπης όπως η Φενέρχμπατσε, η ΤΣΣΚΑ Μόσχας και ο Ολυμπιακός, στον οποίο πήγε το 2009, καθώς διαδέχθηκε τον Τιμούρ Κετσπάγια και έμεινε στην ομάδα του Πειραιά μια σεζόν. Δείτε βίντεο και απολαύστε μερκά από τα καλύτερα γκολ της καριέρας του:
Πηγή
Tromaktiko
VIDEO
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Μάξιμος Χαρακόπουλος για προϋπολογισμό, βλήματα και πλημμύρες
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Θρίλερ στη Βουλή με τα απόρρητα έγγραφα του ΚΥΣΕΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ