2017-12-19 16:04:33
Πήραν το όνομά τους από τη βιβλική μορφή της περιπεσούσης Μαρίας Μαγδαληνής. Τα πλυντήρια της Μαγδαληνής, (αλλά περισσότερο της ντροπής) είναι μια μαύρη σελίδα στην ιστορία της Ιρλανδίας.
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1920, δεκάδες χιλιάδες νέες γυναίκες μεταφέρθηκαν στα πλυντήρια, τα οποία υποτίθεται ότι είχαν ως σκοπό τη βοήθεια και την επανένταξη τους στην κοινωνία. Ωστόσο ο ρόλος τους ήταν πιο σκοτεινός. Μέσα από την κακοποίηση, λειτουργούσαν ως επιχειρήσεις που έβγαζαν πολλά χρηματα. Οι γυναίκες ωστόσο δεν πήραν ποτέ χρήματα. Ήταν κορίτσια που είτε έφευγαν από τις οικογένειές τους, είτε είχαν παραβατική συμπεριφορά, είτε έμεναν έγκυες χωρίς να έχουν παντρευτεί -κάτι που η οικογένεια δεν αποδεχόταν. Εργάζονταν στα πλυντήρια, πολλές φορές για χρόνια. Κατά την άφιξη τους, οι μοναχές που ήταν οι υπεύθυνες των πλυντηρίων, τους έδιναν διαφορετικό όνομα.
Όσες γυναίκες μίλησαν για τις εμπειρίες τους μιλάνε για εξαντλητικό πλύσιμο ρούχων σε παγωμένο νερό, για το σιδέρωμα με βαριά σίδερα για ώρες, για τις απαγορευμένες φιλίες και για το γεγονός ότι δεν ήταν ελεύθερες να φύγουν.
Τα πλυντήρια χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά για τη «συμμόρφωση» των λεγόμενων «περιπεσούσων γυναικών». Χωρίς επισκέψεις, χωρίς ανθρώπινα δικαιώματα, οι γυναίκες αντιμετωπίστηκαν ως εγκληματίες. Έπρεπε να τρίβουν τα πατώματα, να μαγειρεύουν για τις καλόγριες, να φροντίζουν τις ηλικιωμένες γυναίκες και άλλα καθήκοντα που κανείς δεν ήθελε να κάνει. Σχεδόν όλες έχασαν τα παιδιά τους τα οποία οι καλόγριες έδωσαν σε οικογένειες για υιοθεσία. Το τελευταίο από αυτά έκλεισε μόλις το 1996. Τρία χρόνια νωρίτερα ήρθαν στο φως 155 ανώνυμοι τάφοι κρατουμένων.
Το 2001, η ιρλανδική κυβέρνηση παραδέχτηκε ότι τα πλυντήρια της Μαγδαληνής ήταν κέντρα κακοποίησης. Το 2011, η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών κατά των Βασανιστηρίων κάλεσε την Ιρλανδία να διερευνήσει τα γεγονότα και την αλήθεια για το ρόλο της κυβέρνησης.
Το 2013, ο Πρωθυπουργός της Ιρλανδίας Enda Kenny απολογήθηκε στα θύματα, αποκαλώντας τα πλυντήρια, την "ντροπή του έθνους".
Kathleen Legg
«Ήμουν πολύ νευρική όταν η μητέρα μου με άφησε στο κατώφλι της Αγίας Μαρίας και στη φροντίδα των Sisters of Charity (Αδελφές φιλανθρωπίας). Περίμενα να δω μια σειρά καρέκλες και έναν δάσκαλο στο τέλος της αίθουσας, αλλά αντί αυτού θα βίωνα ένα σοκ. Δεν υπήρχε γραφείο, ούτε θρανία. Ήμουν έτοιμη να ρωτήσω πού ήταν η αίθουσα διδασκαλίας, όταν ήρθε καταπάνω μου ένα τεράστιο κύμα καυτού ατμού. Δυσκολεύτηκα να πάρω ανάσα και τα λόγια μου χάθηκαν. Μόλις ο ατμός άρχισε να διαλύεται, αποκάλυψε ένα δωμάτιο με 20 ή 30 παιδιά στην ηλικία μου και με μεγάλες, τρομακτικές μηχανές. Αυτή ήταν η αίθουσα του σιδερώματος. Υπήρχε ένα μηχάνημα που έκανε συνεχώς την ίδια κίνηση. Έκλαψα πολύ πριν κοιμηθώ εκείνη την πρώτη νύχτα, αλλά δεν έβγαλα τσιμουδιά. Σκέφτηκα τη γιαγιά μου, πόσο πολύ με αγαπούσε. Αναρωτήθηκα αν κάποιος θα με αγαπούσε ξανά»
Η Kathleen Legg, είναι πάνω από 80 ετών και ζει στην Αγγλία. Πέρασε τρία χρόνια στα πλυντήρια της Μαγδαληνής.
Nancy Costello
«Ορισμένα από τα κορίτσια έτρωγαν πολύ ξύλο. Εμένα δεν με χτυπούσαν πολύ. Τις φοβόμουν τις καλόγριες και προσπαθούσα να τις ευχαριστήσω, αλλά αυτό δεν ήταν εύκολο. Έβρισκαν πάντα κάτι που έκανα λάθος. Δεν περπατούσα αρκετά γρήγορα ή δεν ήξερα τα μαθήματά μου. Δεν χρειάζονταν καν κάποιο λόγο για να με σπρώξουν ή να με χαστουκίσουν στο πρόσωπο. Ήξεραν ότι δεν είχα κανέναν στον κόσμο και μπορούσαν να κάνουν ό, τι ήθελαν με μένα. Τρώγαμε σε ένα τεράστιο τραπέζι, μέσα σε μεταλλικά πιάτα που δεν έσπαγαν. Υπήρχε αλεσμένο κουάκερ κάθε μέρα για πρωινό, ήταν απαίσιο, αλλά το τρώγαμε όλο επειδή ήμασταν πάντα πεινασμένοι. Κοιμόμασταν σε μεγάλους κοιτώνες με μικρά κρεβάτια. Το χειρότερο πράγμα που θα μπορούσαμε να κάνουμε ήταν να βρέξουμε το κρεβάτι. Για να μας σταματήσουν να το κάνουμε, οι καλόγριες μας ξυπνούσαν στη μέση της νύχτας για να πάμε στην τουαλέτα. Εάν και πάλι βρέχαμε το κρεβάτι, βγάζαμε το στρώμα και κολλούσαμε ένα κομμάτι χαρτί με το όνομά μας πάνω του. Για να το μάθουν όλοι και να γίνουμε ρεζίλι».
Η Nancy Costello είναι πάνω 70 ετών και ζει στο Galway. Είναι ευτυχής που στο τέλος, η ιστορία της έγινε γνωστή.
Diane Croghan
«Όταν δεν έκλαιγα από τον πόνο, έκλαιγα μέσα μου. Έκλαιγα για τους φίλους μου και για τη ζωή που ζούσα. Ο Θεός ξέρει τι εννοώ. Ζούσαμε μέσα στο φόβο. Περπατούσαμε πιάνοντας τα κεφάλια μας. Ξαπλώναμε σε τεράστιους κοιτώνες και δεν μπορούσαμε να μιλήσουμε. Η μεγαλύτερη αμαρτία απ όλες ήταν όταν λερώναμε το κρεβάτι. Το πρωί οι μοναχές επιθεωρούσαν τα κρεβάτια μας και αν διαπίστωναν ότι κάποιο ήταν βρεγμένο, έπαιρναν το σεντόνι και το έτριβαν στο πρόσωπο του κοριτσιού που το λέρωσε. Έκαναν το ίδιο όταν έβλεπαν αίμα στο κρεβάτι. Όμως, μας έδιναν τόσες λίγες πετσέτες να χρησιμοποιήσουμε ως σερβιέτες, που ήταν αδύνατο να αποφευχθεί η διαρροή. Με τιμώρησαν γι’ αυτό πολλές φορές. Ποτέ δεν μας φώναξαν με το όνομά μας. Τις περισσότερες φορές χρησιμοποιούσαν τους αριθμούς μας. Ήμουν το νούμερο 83, αλλά συνήθως με έδειχνε ένα δάχτυλο φωνάζοντάς με «Εσύ! Και εσύ και εσύ!»
Η Diane Croghan, είναι περίπου 70 ετών, ζει στο Δουβλίνο και εργάζεται στην τροφοδοσία. Πέρασε τρία χρόνια στα πλυντήρια της Μαγδαληνής, πριν καταφέρει να ξεφύγει στα 15 της.
Marina Gambold
«Οι καλόγριες ήταν κακές μαζί μου, αλλά ήταν ακόμη χειρότερες για τα κορίτσια που έρχονταν από την επαρχία. Αυτές που δεν είχαν κανέναν στον κόσμο. Οι περισσότερες είχαν μωρά, τα οποία με κάποιο τρόπο οι καλόγριες τα έδωσαν για υιοθεσία, ενώ οι οικογένειές τους δεν τις ήθελαν ξανά στο σπίτι, είχαν ντροπιαστεί έλεγαν. Μια μέρα ήρθε ένα κορίτσι από την Αγγλία. Έκλαιγε και φώναζε και οι μοναχές της έκαναν τη ζωή δύσκολη. Ήταν όμορφη, με μακριά μαλλιά. Οι μοναχές την ονόμασαν πόρνη. Είχε φύγει από το σπίτι και ζούσε στην Αγγλία με τον φίλο της. Μια μέρα δεν ήταν πια εκεί. Δεν ξέρω πού πήγε, θα ήθελα να το μάθω, αλλά δεν θα μπορούσα να ρωτήσω. Οι καλόγριες έλεγαν ότι ήμασταν όλες «περιπεσούσες γυναίκες». Αλλά η μόνη φορά που έπεσα ήταν όταν λιποθύμησα από την πείνα. Δεν ήξερα τίποτα για τους άνδρες. Ποτέ δεν ήμουν με άνδρα. Μερικές φορές θα ήθελα να έχω ένα μωρό. Αλλά δεν κατάφερα ποτέ να κάνω. Έχω μόνο το σύζυγό μου».
Η Marina Gambold, είναι πάνω από 80 ετών, ζει στο Wexford με τον σύζυγό της William. Έμεινε στα πλυντήρια της Μαγδαληνής τρία χρόνια.
Μaria Slattery
«Το πλυντήριο Bessborough διοικείτο από μια άλλη τάξη μοναχών. Εκεί μπορούσαν να πάνε οι έγκυες και η μητέρα και το μωρό. Εκεί με έβαλαν. Μου ήταν πολύ δύσκολο να ξέρω ότι στην κοιλιά μου μεγαλώνει ένα μωρό που ήταν αποτέλεσμα βίας. Οι πόνοι άρχισαν από την πλάτη μου. Δεν ήξερα τι ήταν, μέχρι που ήρθαν και μου είπαν ότι έχω συσπάσεις. Με έστειλαν σε ένα δωμάτιο όπου ήταν μια καλόγρια, την έλεγαν αδελφή Μάρθα και ποτέ δεν θα την ξεχάσω, τη σκύλα. Οι πόνοι με έκοβαν σαν μαχαίρι και άρχισα να κλαίω. Και η αδελφή Μάρθα μου φώναξε: «Βούλωσε το στόμα σου». Βρισκόμουν εκεί σε αγωνία για 24 ατελείωτες ώρες. Όταν η αδελφή πήγε για το τσάι της και με άφησε μόνη μου τρομοκρατήθηκα για τη ζωή μου. Όταν επέστρεψε, την παρακάλεσα να με βοηθήσει. «Ωωω Μαρία», είπε «Θα έπρεπε να σκεφτείς τις συνέπειες προτού φτάσεις σε αυτό το χάος. Πες μου, τα δύο λεπτά απόλαυσης άξιζαν όλα αυτά;» Και σκέφτηκα «Απόλαυση; Νομίζει ότι μου άρεσε που με βίασαν;»
Η Μaria Slattery, είναι 60 ετών. Ήταν έγκυος και αναγκάστηκε να δώσει το παιδί της για υιοθεσία.
Πηγή Tromaktiko
Από τις αρχές της δεκαετίας του 1920, δεκάδες χιλιάδες νέες γυναίκες μεταφέρθηκαν στα πλυντήρια, τα οποία υποτίθεται ότι είχαν ως σκοπό τη βοήθεια και την επανένταξη τους στην κοινωνία. Ωστόσο ο ρόλος τους ήταν πιο σκοτεινός. Μέσα από την κακοποίηση, λειτουργούσαν ως επιχειρήσεις που έβγαζαν πολλά χρηματα. Οι γυναίκες ωστόσο δεν πήραν ποτέ χρήματα. Ήταν κορίτσια που είτε έφευγαν από τις οικογένειές τους, είτε είχαν παραβατική συμπεριφορά, είτε έμεναν έγκυες χωρίς να έχουν παντρευτεί -κάτι που η οικογένεια δεν αποδεχόταν. Εργάζονταν στα πλυντήρια, πολλές φορές για χρόνια. Κατά την άφιξη τους, οι μοναχές που ήταν οι υπεύθυνες των πλυντηρίων, τους έδιναν διαφορετικό όνομα.
Όσες γυναίκες μίλησαν για τις εμπειρίες τους μιλάνε για εξαντλητικό πλύσιμο ρούχων σε παγωμένο νερό, για το σιδέρωμα με βαριά σίδερα για ώρες, για τις απαγορευμένες φιλίες και για το γεγονός ότι δεν ήταν ελεύθερες να φύγουν.
Τα πλυντήρια χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά για τη «συμμόρφωση» των λεγόμενων «περιπεσούσων γυναικών». Χωρίς επισκέψεις, χωρίς ανθρώπινα δικαιώματα, οι γυναίκες αντιμετωπίστηκαν ως εγκληματίες. Έπρεπε να τρίβουν τα πατώματα, να μαγειρεύουν για τις καλόγριες, να φροντίζουν τις ηλικιωμένες γυναίκες και άλλα καθήκοντα που κανείς δεν ήθελε να κάνει. Σχεδόν όλες έχασαν τα παιδιά τους τα οποία οι καλόγριες έδωσαν σε οικογένειες για υιοθεσία. Το τελευταίο από αυτά έκλεισε μόλις το 1996. Τρία χρόνια νωρίτερα ήρθαν στο φως 155 ανώνυμοι τάφοι κρατουμένων.
Το 2001, η ιρλανδική κυβέρνηση παραδέχτηκε ότι τα πλυντήρια της Μαγδαληνής ήταν κέντρα κακοποίησης. Το 2011, η Επιτροπή των Ηνωμένων Εθνών κατά των Βασανιστηρίων κάλεσε την Ιρλανδία να διερευνήσει τα γεγονότα και την αλήθεια για το ρόλο της κυβέρνησης.
Το 2013, ο Πρωθυπουργός της Ιρλανδίας Enda Kenny απολογήθηκε στα θύματα, αποκαλώντας τα πλυντήρια, την "ντροπή του έθνους".
Kathleen Legg
«Ήμουν πολύ νευρική όταν η μητέρα μου με άφησε στο κατώφλι της Αγίας Μαρίας και στη φροντίδα των Sisters of Charity (Αδελφές φιλανθρωπίας). Περίμενα να δω μια σειρά καρέκλες και έναν δάσκαλο στο τέλος της αίθουσας, αλλά αντί αυτού θα βίωνα ένα σοκ. Δεν υπήρχε γραφείο, ούτε θρανία. Ήμουν έτοιμη να ρωτήσω πού ήταν η αίθουσα διδασκαλίας, όταν ήρθε καταπάνω μου ένα τεράστιο κύμα καυτού ατμού. Δυσκολεύτηκα να πάρω ανάσα και τα λόγια μου χάθηκαν. Μόλις ο ατμός άρχισε να διαλύεται, αποκάλυψε ένα δωμάτιο με 20 ή 30 παιδιά στην ηλικία μου και με μεγάλες, τρομακτικές μηχανές. Αυτή ήταν η αίθουσα του σιδερώματος. Υπήρχε ένα μηχάνημα που έκανε συνεχώς την ίδια κίνηση. Έκλαψα πολύ πριν κοιμηθώ εκείνη την πρώτη νύχτα, αλλά δεν έβγαλα τσιμουδιά. Σκέφτηκα τη γιαγιά μου, πόσο πολύ με αγαπούσε. Αναρωτήθηκα αν κάποιος θα με αγαπούσε ξανά»
Η Kathleen Legg, είναι πάνω από 80 ετών και ζει στην Αγγλία. Πέρασε τρία χρόνια στα πλυντήρια της Μαγδαληνής.
Nancy Costello
«Ορισμένα από τα κορίτσια έτρωγαν πολύ ξύλο. Εμένα δεν με χτυπούσαν πολύ. Τις φοβόμουν τις καλόγριες και προσπαθούσα να τις ευχαριστήσω, αλλά αυτό δεν ήταν εύκολο. Έβρισκαν πάντα κάτι που έκανα λάθος. Δεν περπατούσα αρκετά γρήγορα ή δεν ήξερα τα μαθήματά μου. Δεν χρειάζονταν καν κάποιο λόγο για να με σπρώξουν ή να με χαστουκίσουν στο πρόσωπο. Ήξεραν ότι δεν είχα κανέναν στον κόσμο και μπορούσαν να κάνουν ό, τι ήθελαν με μένα. Τρώγαμε σε ένα τεράστιο τραπέζι, μέσα σε μεταλλικά πιάτα που δεν έσπαγαν. Υπήρχε αλεσμένο κουάκερ κάθε μέρα για πρωινό, ήταν απαίσιο, αλλά το τρώγαμε όλο επειδή ήμασταν πάντα πεινασμένοι. Κοιμόμασταν σε μεγάλους κοιτώνες με μικρά κρεβάτια. Το χειρότερο πράγμα που θα μπορούσαμε να κάνουμε ήταν να βρέξουμε το κρεβάτι. Για να μας σταματήσουν να το κάνουμε, οι καλόγριες μας ξυπνούσαν στη μέση της νύχτας για να πάμε στην τουαλέτα. Εάν και πάλι βρέχαμε το κρεβάτι, βγάζαμε το στρώμα και κολλούσαμε ένα κομμάτι χαρτί με το όνομά μας πάνω του. Για να το μάθουν όλοι και να γίνουμε ρεζίλι».
Η Nancy Costello είναι πάνω 70 ετών και ζει στο Galway. Είναι ευτυχής που στο τέλος, η ιστορία της έγινε γνωστή.
Diane Croghan
«Όταν δεν έκλαιγα από τον πόνο, έκλαιγα μέσα μου. Έκλαιγα για τους φίλους μου και για τη ζωή που ζούσα. Ο Θεός ξέρει τι εννοώ. Ζούσαμε μέσα στο φόβο. Περπατούσαμε πιάνοντας τα κεφάλια μας. Ξαπλώναμε σε τεράστιους κοιτώνες και δεν μπορούσαμε να μιλήσουμε. Η μεγαλύτερη αμαρτία απ όλες ήταν όταν λερώναμε το κρεβάτι. Το πρωί οι μοναχές επιθεωρούσαν τα κρεβάτια μας και αν διαπίστωναν ότι κάποιο ήταν βρεγμένο, έπαιρναν το σεντόνι και το έτριβαν στο πρόσωπο του κοριτσιού που το λέρωσε. Έκαναν το ίδιο όταν έβλεπαν αίμα στο κρεβάτι. Όμως, μας έδιναν τόσες λίγες πετσέτες να χρησιμοποιήσουμε ως σερβιέτες, που ήταν αδύνατο να αποφευχθεί η διαρροή. Με τιμώρησαν γι’ αυτό πολλές φορές. Ποτέ δεν μας φώναξαν με το όνομά μας. Τις περισσότερες φορές χρησιμοποιούσαν τους αριθμούς μας. Ήμουν το νούμερο 83, αλλά συνήθως με έδειχνε ένα δάχτυλο φωνάζοντάς με «Εσύ! Και εσύ και εσύ!»
Η Diane Croghan, είναι περίπου 70 ετών, ζει στο Δουβλίνο και εργάζεται στην τροφοδοσία. Πέρασε τρία χρόνια στα πλυντήρια της Μαγδαληνής, πριν καταφέρει να ξεφύγει στα 15 της.
Marina Gambold
«Οι καλόγριες ήταν κακές μαζί μου, αλλά ήταν ακόμη χειρότερες για τα κορίτσια που έρχονταν από την επαρχία. Αυτές που δεν είχαν κανέναν στον κόσμο. Οι περισσότερες είχαν μωρά, τα οποία με κάποιο τρόπο οι καλόγριες τα έδωσαν για υιοθεσία, ενώ οι οικογένειές τους δεν τις ήθελαν ξανά στο σπίτι, είχαν ντροπιαστεί έλεγαν. Μια μέρα ήρθε ένα κορίτσι από την Αγγλία. Έκλαιγε και φώναζε και οι μοναχές της έκαναν τη ζωή δύσκολη. Ήταν όμορφη, με μακριά μαλλιά. Οι μοναχές την ονόμασαν πόρνη. Είχε φύγει από το σπίτι και ζούσε στην Αγγλία με τον φίλο της. Μια μέρα δεν ήταν πια εκεί. Δεν ξέρω πού πήγε, θα ήθελα να το μάθω, αλλά δεν θα μπορούσα να ρωτήσω. Οι καλόγριες έλεγαν ότι ήμασταν όλες «περιπεσούσες γυναίκες». Αλλά η μόνη φορά που έπεσα ήταν όταν λιποθύμησα από την πείνα. Δεν ήξερα τίποτα για τους άνδρες. Ποτέ δεν ήμουν με άνδρα. Μερικές φορές θα ήθελα να έχω ένα μωρό. Αλλά δεν κατάφερα ποτέ να κάνω. Έχω μόνο το σύζυγό μου».
Η Marina Gambold, είναι πάνω από 80 ετών, ζει στο Wexford με τον σύζυγό της William. Έμεινε στα πλυντήρια της Μαγδαληνής τρία χρόνια.
Μaria Slattery
«Το πλυντήριο Bessborough διοικείτο από μια άλλη τάξη μοναχών. Εκεί μπορούσαν να πάνε οι έγκυες και η μητέρα και το μωρό. Εκεί με έβαλαν. Μου ήταν πολύ δύσκολο να ξέρω ότι στην κοιλιά μου μεγαλώνει ένα μωρό που ήταν αποτέλεσμα βίας. Οι πόνοι άρχισαν από την πλάτη μου. Δεν ήξερα τι ήταν, μέχρι που ήρθαν και μου είπαν ότι έχω συσπάσεις. Με έστειλαν σε ένα δωμάτιο όπου ήταν μια καλόγρια, την έλεγαν αδελφή Μάρθα και ποτέ δεν θα την ξεχάσω, τη σκύλα. Οι πόνοι με έκοβαν σαν μαχαίρι και άρχισα να κλαίω. Και η αδελφή Μάρθα μου φώναξε: «Βούλωσε το στόμα σου». Βρισκόμουν εκεί σε αγωνία για 24 ατελείωτες ώρες. Όταν η αδελφή πήγε για το τσάι της και με άφησε μόνη μου τρομοκρατήθηκα για τη ζωή μου. Όταν επέστρεψε, την παρακάλεσα να με βοηθήσει. «Ωωω Μαρία», είπε «Θα έπρεπε να σκεφτείς τις συνέπειες προτού φτάσεις σε αυτό το χάος. Πες μου, τα δύο λεπτά απόλαυσης άξιζαν όλα αυτά;» Και σκέφτηκα «Απόλαυση; Νομίζει ότι μου άρεσε που με βίασαν;»
Η Μaria Slattery, είναι 60 ετών. Ήταν έγκυος και αναγκάστηκε να δώσει το παιδί της για υιοθεσία.
Πηγή Tromaktiko
VIDEO
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Το Σάββατο ο ετήσιος χορός της Ένωσης Αστυνομικών Υπαλλήλων Ρεθύμνου
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ