2017-12-20 08:40:08
του Simon Tilford
Centre for European Reform
Οι χώρες του Βίζεγκραντ -Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία και Σλοβακία- τα πάνε καλά οικονομικά. Τα στοιχεία για το κατά κεφαλήν ΑΕΠ δείχνουν μια σταδιακή σύγκλιση του βιοτικού επιπέδου με τη Δυτική Ευρώπη. Συνεχίζουν να προσελκύουν ένα δυσανάλογο μερίδιο επενδύσεων από την βιομηχανία της ΕΕ, και η ενσωμάτωσή τους σε αλυσίδες εφοδιασμού σε όλη την ΕΕ βοηθάει να εξηγηθεί γιατί είναι τώρα συλλογικά ο πιο σημαντικός εμπορικός εταίρος της Γερμανίας, μπροστά από την Κίνα και τις ΗΠΑ. Αλλά η πολιτική κατάσταση σε όλο το Βίζεγκραντ κάθε άλλο παρά ρόδινη είναι. Οι ψηφοφόροι και στις τέσσερις χώρες έχουν υποκύψει σε λαϊκιστές. Οι λόγοι για αυτόν τον λαϊκισμό είναι σύνθετοι, αλλά τα οικονομικά πιθανότατα αποτελούν μεγαλύτερη δικαιολογία από ό,τι δείχνουν οι θετικοί τίτλοι.
Το 2016, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στις τέσσερις χώρες του Βίζεγκραντ (προσαρμοσμένο για τις διαφορετικές τιμές) κυμαίνεται από το 64% του επιπέδου της ευρωζώνης στην Πολωνία μέχρι το 82% στην Τσεχία
. Η Τσεχία, η Σλοβακία και η Πολωνία έχουν βιώσει σημαντική σύγκλιση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ με την ευρωζώνη τα τελευταία δέκα χρόνια (αν και θα πρέπει να σημειωθεί ότι η κακή επίδοση της οικονομίας της ευρωζώνης σε αυτή την περίοδο ήταν ένας μεγάλος λόγος για αυτό). Αλλά αυτό που έχει σημασία για τον μέσο άνθρωπο δεν είναι η ανάπτυξη του ΑΕΠ, αλλά η αύξηση του προσωπικού εισοδήματος, και ως εκ τούτου του βιοτικού επιπέδου. Και εδώ η εικόνα στο Βίζεγκραντ είναι λιγότερο καθησυχαστική. Το 2016 οι αμοιβές των εργαζομένων (μισθοί και επιδόματα) κυμαινόταν από μόλις το 50% της ευρωζώνης στην Ουγγαρία, στο 59% στην Τσεχία. Και ο ρυθμός σύγκλισης των αποζημιώσεων με τον μέσο όρο της ευρωζώνης, ήταν βραδύτερος από το ρυθμό σύγκλισης του ΑΕΠ.
Η αύξηση της κατανάλωσης στις χώρες του Βίζεγκραντ έχει μείνει πίσω σε σχέση με την ανάπτυξη του ΑΕΠ, με αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση της κατανάλωσης ως ποσοστό των συνολικών δαπανών. Αυτό έχει συμβεί σε όλες σχεδόν τις αναπτυγμένες οικονομίες της περασμένης δεκαετίας, αλλά η έκταση της μείωσης και στις τέσσερις χώρες ήταν πολύ μεγαλύτερη. Τα μέσα νοικοκυριά δεν έχουν δει τους καρπούς της οικονομικής ανάπτυξης. Οι ανταμοιβές αυτές έχουν δοθεί δυσανάλογα προς τους ιδιοκτήτες του κεφαλαίου, και σε αυτές τις χώρες, που συνήθως σημαίνει σε ξένους. Στην Τσεχία, την Ουγγαρία και τη Σλοβακία, οι πιο σημαντικοί κλάδοι είναι είτε σε μεγάλο βαθμό είτε πλήρως σε ξένα χέρια. Η πολωνική οικονομία είναι πολύ μεγαλύτερη πιο διαφοροποιημένη από τις τρεις άλλες, αλλά το επίπεδο ξένης ιδιοκτησίας παραμένει αρκετά υψηλό.
Το ΔΝΤ αναμένει ήπια σύγκλιση του σλοβακικού κατά κεφαλή ΑΕΠ με την ευρωζώνη τα επόμενα πέντε χρόνια, αλλά ελάχιστη σύγκλιση για την Τσεχία και την Πολωνία και καθόλου για την Ουγγαρία. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο ότι το ΔΝΤ αναμένει η ανάπτυξη της ευρωζώνης να κυμανθεί στο 1,7% για τα επόμενα πέντε χρόνια, σε σχέση με το μόλις 0,8% στα προηγούμενα πέντε, αλλά επίσης αποτυπώνει την απογοητευτική οικονομική ανάπτυξη των χωρών του Βίζεγκραντ, εκτός της Σλοβακίας. Ασφαλώς, τα εισοδήματα των εργαζομένων θα μπορούσαν να αυξηθούν με μεγαλύτερο ρυθμό από το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στα επόμενα πέντε χρόνια, αντιστρέφοντας το μοντέλο των προηγουμένων δέκα. ΟΙ χώρες του Βίζεγκραντ θα πρέπει να συνεχίσουν να προσελκύουν επενδύσεις στη βιομηχανία. Εξάλλου, με τις σωστές επενδύσεις, τα επίπεδα παραγωγικότητας είναι ίσα με αυτά στη Δύση, αλλά με δραματικά χαμηλότερο εργατικό κόστος. Τα εργατικά δυναμικά είναι στάσιμα ή συρρικνωμένα, κάτι που θα μπορούσε να αρχίσει να οδηγεί ανοδικά τους μισθούς στην βιομηχανία. Και καθώς αυτές οι επιχειρήσεις είναι τόσο επικερδείς και τόσο βολικά τοποθετημένες γεωγραφικά για τους -κυρίως- Γερμανούς ιδιοκτήτες τους, που οι μικρές αυξήσεις των μισθών είναι απίθανο να οδηγήσουν τις επιχειρήσεις να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους σε φθηνότερες τοποθεσίες, όπως τη Βουλγαρία ή τη Ρουμανία.
Αλλά το μεγάλο ερώτημα είναι εάν αυτές οι μεγάλες ξένες εταιρείες θα μεταφέρουν περισσότερη από αυτή την προστιθέμενη αξία στην παραγωγή τους σε αυτές τις οικονομίες, ενισχύοντας τη ζήτηση για επαγγελματίες σε αντίθεση με τους εργαζόμενους στη γραμμή παραγωγής. Για παράδειγμα, οι ξένες αυτοκινητοβιομηχανίες θα αρχίσουν να κάνουν περισσότερες δραστηρίοτητες μηχανικής (σε αντίθεση με τη συναρμολόγηση) των αυτοκινήτων τους στις χώρες του Βίζεγκραντ; Αυτό θα εξαρτηθεί εν μέρει από την επιτυχία των χωρών να αυξήσουν το επίπεδο εκπαίδευσης. Ενώ τα συστήματα επαγγελματικής κατάρτισης είναι ισχυρά, τα επίπεδα προηγμένης τεχνικής κατάρτισης, καθώς και η ανώτερη εκπαίδευση γενικότερα, είναι λιγότερα εντυπωσιακά, αν μη τι άλλο επειδή πολλοί εργαζόμενοι με υψηλή ειδίκευση επέλεξαν να μεταναστεύσουν σε πλουσιότερες χώρες-μέλη. Όπως και με όλες τις χώρες της ΕΕ, οι κυβερνήσεις του Βίζεγκραντ έχουν μειώσει τις επενδύσεις στην εκπαίδευση και την κατάρτιση τα τελευταία χρόνια, στο πλαίσιο προσπαθειών για τη συγκράτηση των δημοσίων ελλειμμάτων.
Πιο θεμελιωδώς, οι χώρες του Βίζεγκραντ πρέπει να εξελίξουν τις αναπτυξιακές στρατηγικές τους μακριά από τη σημερινή επικρατούσα εξάρτηση από άμεσες ξένες επενδύσεις. Αυτές οι επενδύσεις είναι σημαντικές, αλλά δεν θα οδηγήσει σε διαρκή σύγκλιση του βιοτικού επιπέδου, ιδιαίτερα σε μια οικονομία στο μέγεθος της Πολωνίας. Αντί να ανταγωνίζονται για να προσφέρουν το πιο ευνοϊκό φορολογικό περιβάλλουν στους ξένους επενδυτές, πρέπει να εστιάσουν στο να διασφαλίσουν πως οι τοπικές εταιρείες έχουν ό,τι χρειάζεται για να ανθίσουν -εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, υποδομές, χρηματοδότηση και διαφανές και προβλέψιμο επιχειρηματικό περιβάλλον. Δεν υπάρχει τίποτα μοναδικό όσον αφορά την πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι τέσσερις του Βίζεγκραντ -την μοιράζονται με άλλες περιφερειακές περιοχές της ΕΕ, από μεγάλο μέρος στα νότια της ΕΕ μέχρι και τα φτωχότερα μέρη του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας. Εκτός από την αύξηση των επενδύσεων σε δεξιότητες, πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στις υποδομές σε μια προσπάθεια να διανεμηθεί ο πλούτος από τις πρωτεύουσες στις πολύ πιο φτωχές επαρχίες που τις περιβάλλουν. Οι εν λόγω δαπάνες θα ωθήσουν βραχυπρόθεσμα τα δημοσιονομικά ελλείμματα, αλλά λόγω των ισχυρών πολλαπλασιαστικών αποτελεσμάτων, οι επενδύσεις δεν θα υπονόμευαν μακροπρόθεσμα την βιωσιμότητα του χρέους.
Αλλά υπάρχει ένας τομέας όπου οι χώρες του Βίζεγκραντ αντιμετωπίζουν μία ιδιαίτερη πρόκληση: το δημογραφικό. Δεν είναι οι μόνες στην Ευρώπη που αντιμετωπίζουν γήρανση του πληθυσμού τους. Για παράδειγμα, η Ισπανία, η Ιταλία και η Γερμανία έχουν παρόμοια χαμηλά ποσοστά γεννήσεων. Αλλά αυτές οι δυτικές χώρες έχουν θετική καθαρή μετανάστευση. ΟΙ χώρες του Βίζεγκραντ δεν έχουν. Η ελεύθερη κυκλοφορία αποτελεί αναμφίβολα ένα όφελος για τους εργαζόμενους από αυτές τις χώρες που έχουν επιλέξει να μετακινηθούν αλλού, αλλά είναι λιγότερο σαφές εάν υπήρξε ένα όφελος για τις χώρες του Βίζεγκραντ επειδή έχει απομακρύνει τους περισσότερους από τους νέους και καλύτερα εκπαιδευμένους εργαζόμενους και επιχειρηματίες, και καθιστούν τις κοινωνίες λιγότερο ανοικτές. Ασφαλώς, ορισμένοι μπορεί να επιλέξουν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους κάποια στιγμή, αλλά αυτό είναι πιθανό μόνο εάν υπάρχουν κατάλληλες θέσεις εργασίας με συγκρίσιμα εισοδήματα με αυτά που έχουν ήδη.
Ο απογοητευτικός βαθμός σύγκλισης των εισοδημάτων μεταξύ των χωρών του Βίζεγκραντ και της ευρωζώνης, δεν εξηγεί τον ρατσισμό και την ξενοφοβία που εμφανίζονται σε αυτές τις οικονομίες ή την ετοιμότητα των ψηφοφόρων τους να υποστηρίξουν κόμματα αποφασισμένα να πλήξουν την ανεξαρτησία των εγχωρίων πολιτικών θεσμών. Αλλά γίνεται ευκολότερο να καταλάβουμε γιατί η λαϊκή διάθεση στις χώρες αυτές είναι αναποφάσιστη και γιατί οι ψηφοφόροι είναι προετοιμασμένοι να δώσουν στα μη mainstream κόμματα μια ευκαιρία. Οι χώρες του Βίζεγκραντ δεν μπορούν να επαναφέρουν τις ξένες επενδύσεις, και θα ήταν τρελές να το προσπαθήσουν. Ο προστατευτισμός δεν είναι λύση. Αλλά δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί οι εργαζόμενοι αισθάνονται ότι είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας της ΕΕ όταν πληρώνονται ένα κλάσμα από αυτά που παίρνουν οι δυτικοί ομόλογοί τυς για να κάνουν την ίδια δουλειά, ή να αξιολογήσουν πώς ο υψηλός βαθμός ξένης ιδιοκτησίας θα μπορούσε να αφήσει τους ανθρώπους να αισθάνονται ότι έχουν χάσει κάθε ουσιαστικό εθνικό έλεγχο.
Δυστυχώς, οι λαϊκιστές που είναι στην εξουσία στην περιοχή, όπως οι λαϊκιστές παντού, είναι καλοί στο να εκμεταλλεύονται τη δυσαρέσκεια και τον φόβο, αλλά φτωχοί στο να δίνουν απαντήσεις στις προκλήσεις πολιτικής. Το πιο πιθανό αποτέλεσμα είναι ότι δεν θα κάνουν τίποτα για να ενισχύσουν τις εγχώριες οικονομίες, ενώ παράλληλα αποξενώνουν τους ξένους επενδυτές μέσω εθνικιστικής ρητορικής και επιθέσεων κατά του κράτους δικαίου.
Capital.gr
Διαβάστε επίσης: Η ομάδα του Βισεγκραντ και η επιστροφή στην εποχή του Ύστερου Μεσαίωνα
==========================================
Ιδιοκτησία πνευματικών δικαιωμάτων του Geopolitics & Daily News - © 2017. Το περιεχόμενο του site αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του Geopolitics & Daily News. Οποιαδήποτε πληροφορία (κείμενο, εικόνες, γραφικά) περιέχεται στο site μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για προσωπική, μη εμπορική χρήση. Είναι παράνομη η αντιγραφή, αναπαραγωγή, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, μέρους ή του συνόλου των περιεχομένων του site χωρίς προηγούμενη έγγραφη συγκατάθεση ή αναφορά της σελίδας
geopolitics
Centre for European Reform
Οι χώρες του Βίζεγκραντ -Τσεχία, Ουγγαρία, Πολωνία και Σλοβακία- τα πάνε καλά οικονομικά. Τα στοιχεία για το κατά κεφαλήν ΑΕΠ δείχνουν μια σταδιακή σύγκλιση του βιοτικού επιπέδου με τη Δυτική Ευρώπη. Συνεχίζουν να προσελκύουν ένα δυσανάλογο μερίδιο επενδύσεων από την βιομηχανία της ΕΕ, και η ενσωμάτωσή τους σε αλυσίδες εφοδιασμού σε όλη την ΕΕ βοηθάει να εξηγηθεί γιατί είναι τώρα συλλογικά ο πιο σημαντικός εμπορικός εταίρος της Γερμανίας, μπροστά από την Κίνα και τις ΗΠΑ. Αλλά η πολιτική κατάσταση σε όλο το Βίζεγκραντ κάθε άλλο παρά ρόδινη είναι. Οι ψηφοφόροι και στις τέσσερις χώρες έχουν υποκύψει σε λαϊκιστές. Οι λόγοι για αυτόν τον λαϊκισμό είναι σύνθετοι, αλλά τα οικονομικά πιθανότατα αποτελούν μεγαλύτερη δικαιολογία από ό,τι δείχνουν οι θετικοί τίτλοι.
Το 2016, το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στις τέσσερις χώρες του Βίζεγκραντ (προσαρμοσμένο για τις διαφορετικές τιμές) κυμαίνεται από το 64% του επιπέδου της ευρωζώνης στην Πολωνία μέχρι το 82% στην Τσεχία
Η αύξηση της κατανάλωσης στις χώρες του Βίζεγκραντ έχει μείνει πίσω σε σχέση με την ανάπτυξη του ΑΕΠ, με αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση της κατανάλωσης ως ποσοστό των συνολικών δαπανών. Αυτό έχει συμβεί σε όλες σχεδόν τις αναπτυγμένες οικονομίες της περασμένης δεκαετίας, αλλά η έκταση της μείωσης και στις τέσσερις χώρες ήταν πολύ μεγαλύτερη. Τα μέσα νοικοκυριά δεν έχουν δει τους καρπούς της οικονομικής ανάπτυξης. Οι ανταμοιβές αυτές έχουν δοθεί δυσανάλογα προς τους ιδιοκτήτες του κεφαλαίου, και σε αυτές τις χώρες, που συνήθως σημαίνει σε ξένους. Στην Τσεχία, την Ουγγαρία και τη Σλοβακία, οι πιο σημαντικοί κλάδοι είναι είτε σε μεγάλο βαθμό είτε πλήρως σε ξένα χέρια. Η πολωνική οικονομία είναι πολύ μεγαλύτερη πιο διαφοροποιημένη από τις τρεις άλλες, αλλά το επίπεδο ξένης ιδιοκτησίας παραμένει αρκετά υψηλό.
Το ΔΝΤ αναμένει ήπια σύγκλιση του σλοβακικού κατά κεφαλή ΑΕΠ με την ευρωζώνη τα επόμενα πέντε χρόνια, αλλά ελάχιστη σύγκλιση για την Τσεχία και την Πολωνία και καθόλου για την Ουγγαρία. Αυτό οφείλεται εν μέρει στο ότι το ΔΝΤ αναμένει η ανάπτυξη της ευρωζώνης να κυμανθεί στο 1,7% για τα επόμενα πέντε χρόνια, σε σχέση με το μόλις 0,8% στα προηγούμενα πέντε, αλλά επίσης αποτυπώνει την απογοητευτική οικονομική ανάπτυξη των χωρών του Βίζεγκραντ, εκτός της Σλοβακίας. Ασφαλώς, τα εισοδήματα των εργαζομένων θα μπορούσαν να αυξηθούν με μεγαλύτερο ρυθμό από το κατά κεφαλήν ΑΕΠ στα επόμενα πέντε χρόνια, αντιστρέφοντας το μοντέλο των προηγουμένων δέκα. ΟΙ χώρες του Βίζεγκραντ θα πρέπει να συνεχίσουν να προσελκύουν επενδύσεις στη βιομηχανία. Εξάλλου, με τις σωστές επενδύσεις, τα επίπεδα παραγωγικότητας είναι ίσα με αυτά στη Δύση, αλλά με δραματικά χαμηλότερο εργατικό κόστος. Τα εργατικά δυναμικά είναι στάσιμα ή συρρικνωμένα, κάτι που θα μπορούσε να αρχίσει να οδηγεί ανοδικά τους μισθούς στην βιομηχανία. Και καθώς αυτές οι επιχειρήσεις είναι τόσο επικερδείς και τόσο βολικά τοποθετημένες γεωγραφικά για τους -κυρίως- Γερμανούς ιδιοκτήτες τους, που οι μικρές αυξήσεις των μισθών είναι απίθανο να οδηγήσουν τις επιχειρήσεις να μεταφέρουν τις δραστηριότητές τους σε φθηνότερες τοποθεσίες, όπως τη Βουλγαρία ή τη Ρουμανία.
Αλλά το μεγάλο ερώτημα είναι εάν αυτές οι μεγάλες ξένες εταιρείες θα μεταφέρουν περισσότερη από αυτή την προστιθέμενη αξία στην παραγωγή τους σε αυτές τις οικονομίες, ενισχύοντας τη ζήτηση για επαγγελματίες σε αντίθεση με τους εργαζόμενους στη γραμμή παραγωγής. Για παράδειγμα, οι ξένες αυτοκινητοβιομηχανίες θα αρχίσουν να κάνουν περισσότερες δραστηρίοτητες μηχανικής (σε αντίθεση με τη συναρμολόγηση) των αυτοκινήτων τους στις χώρες του Βίζεγκραντ; Αυτό θα εξαρτηθεί εν μέρει από την επιτυχία των χωρών να αυξήσουν το επίπεδο εκπαίδευσης. Ενώ τα συστήματα επαγγελματικής κατάρτισης είναι ισχυρά, τα επίπεδα προηγμένης τεχνικής κατάρτισης, καθώς και η ανώτερη εκπαίδευση γενικότερα, είναι λιγότερα εντυπωσιακά, αν μη τι άλλο επειδή πολλοί εργαζόμενοι με υψηλή ειδίκευση επέλεξαν να μεταναστεύσουν σε πλουσιότερες χώρες-μέλη. Όπως και με όλες τις χώρες της ΕΕ, οι κυβερνήσεις του Βίζεγκραντ έχουν μειώσει τις επενδύσεις στην εκπαίδευση και την κατάρτιση τα τελευταία χρόνια, στο πλαίσιο προσπαθειών για τη συγκράτηση των δημοσίων ελλειμμάτων.
Πιο θεμελιωδώς, οι χώρες του Βίζεγκραντ πρέπει να εξελίξουν τις αναπτυξιακές στρατηγικές τους μακριά από τη σημερινή επικρατούσα εξάρτηση από άμεσες ξένες επενδύσεις. Αυτές οι επενδύσεις είναι σημαντικές, αλλά δεν θα οδηγήσει σε διαρκή σύγκλιση του βιοτικού επιπέδου, ιδιαίτερα σε μια οικονομία στο μέγεθος της Πολωνίας. Αντί να ανταγωνίζονται για να προσφέρουν το πιο ευνοϊκό φορολογικό περιβάλλουν στους ξένους επενδυτές, πρέπει να εστιάσουν στο να διασφαλίσουν πως οι τοπικές εταιρείες έχουν ό,τι χρειάζεται για να ανθίσουν -εξειδικευμένο εργατικό δυναμικό, υποδομές, χρηματοδότηση και διαφανές και προβλέψιμο επιχειρηματικό περιβάλλον. Δεν υπάρχει τίποτα μοναδικό όσον αφορά την πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι τέσσερις του Βίζεγκραντ -την μοιράζονται με άλλες περιφερειακές περιοχές της ΕΕ, από μεγάλο μέρος στα νότια της ΕΕ μέχρι και τα φτωχότερα μέρη του Ηνωμένου Βασιλείου και της Ιρλανδίας. Εκτός από την αύξηση των επενδύσεων σε δεξιότητες, πρέπει να δώσουν προτεραιότητα στις υποδομές σε μια προσπάθεια να διανεμηθεί ο πλούτος από τις πρωτεύουσες στις πολύ πιο φτωχές επαρχίες που τις περιβάλλουν. Οι εν λόγω δαπάνες θα ωθήσουν βραχυπρόθεσμα τα δημοσιονομικά ελλείμματα, αλλά λόγω των ισχυρών πολλαπλασιαστικών αποτελεσμάτων, οι επενδύσεις δεν θα υπονόμευαν μακροπρόθεσμα την βιωσιμότητα του χρέους.
Αλλά υπάρχει ένας τομέας όπου οι χώρες του Βίζεγκραντ αντιμετωπίζουν μία ιδιαίτερη πρόκληση: το δημογραφικό. Δεν είναι οι μόνες στην Ευρώπη που αντιμετωπίζουν γήρανση του πληθυσμού τους. Για παράδειγμα, η Ισπανία, η Ιταλία και η Γερμανία έχουν παρόμοια χαμηλά ποσοστά γεννήσεων. Αλλά αυτές οι δυτικές χώρες έχουν θετική καθαρή μετανάστευση. ΟΙ χώρες του Βίζεγκραντ δεν έχουν. Η ελεύθερη κυκλοφορία αποτελεί αναμφίβολα ένα όφελος για τους εργαζόμενους από αυτές τις χώρες που έχουν επιλέξει να μετακινηθούν αλλού, αλλά είναι λιγότερο σαφές εάν υπήρξε ένα όφελος για τις χώρες του Βίζεγκραντ επειδή έχει απομακρύνει τους περισσότερους από τους νέους και καλύτερα εκπαιδευμένους εργαζόμενους και επιχειρηματίες, και καθιστούν τις κοινωνίες λιγότερο ανοικτές. Ασφαλώς, ορισμένοι μπορεί να επιλέξουν να επιστρέψουν στην πατρίδα τους κάποια στιγμή, αλλά αυτό είναι πιθανό μόνο εάν υπάρχουν κατάλληλες θέσεις εργασίας με συγκρίσιμα εισοδήματα με αυτά που έχουν ήδη.
Ο απογοητευτικός βαθμός σύγκλισης των εισοδημάτων μεταξύ των χωρών του Βίζεγκραντ και της ευρωζώνης, δεν εξηγεί τον ρατσισμό και την ξενοφοβία που εμφανίζονται σε αυτές τις οικονομίες ή την ετοιμότητα των ψηφοφόρων τους να υποστηρίξουν κόμματα αποφασισμένα να πλήξουν την ανεξαρτησία των εγχωρίων πολιτικών θεσμών. Αλλά γίνεται ευκολότερο να καταλάβουμε γιατί η λαϊκή διάθεση στις χώρες αυτές είναι αναποφάσιστη και γιατί οι ψηφοφόροι είναι προετοιμασμένοι να δώσουν στα μη mainstream κόμματα μια ευκαιρία. Οι χώρες του Βίζεγκραντ δεν μπορούν να επαναφέρουν τις ξένες επενδύσεις, και θα ήταν τρελές να το προσπαθήσουν. Ο προστατευτισμός δεν είναι λύση. Αλλά δεν είναι δύσκολο να καταλάβουμε γιατί οι εργαζόμενοι αισθάνονται ότι είναι πολίτες δεύτερης κατηγορίας της ΕΕ όταν πληρώνονται ένα κλάσμα από αυτά που παίρνουν οι δυτικοί ομόλογοί τυς για να κάνουν την ίδια δουλειά, ή να αξιολογήσουν πώς ο υψηλός βαθμός ξένης ιδιοκτησίας θα μπορούσε να αφήσει τους ανθρώπους να αισθάνονται ότι έχουν χάσει κάθε ουσιαστικό εθνικό έλεγχο.
Δυστυχώς, οι λαϊκιστές που είναι στην εξουσία στην περιοχή, όπως οι λαϊκιστές παντού, είναι καλοί στο να εκμεταλλεύονται τη δυσαρέσκεια και τον φόβο, αλλά φτωχοί στο να δίνουν απαντήσεις στις προκλήσεις πολιτικής. Το πιο πιθανό αποτέλεσμα είναι ότι δεν θα κάνουν τίποτα για να ενισχύσουν τις εγχώριες οικονομίες, ενώ παράλληλα αποξενώνουν τους ξένους επενδυτές μέσω εθνικιστικής ρητορικής και επιθέσεων κατά του κράτους δικαίου.
Capital.gr
Διαβάστε επίσης: Η ομάδα του Βισεγκραντ και η επιστροφή στην εποχή του Ύστερου Μεσαίωνα
==========================================
Ιδιοκτησία πνευματικών δικαιωμάτων του Geopolitics & Daily News - © 2017. Το περιεχόμενο του site αποτελεί πνευματική ιδιοκτησία του Geopolitics & Daily News. Οποιαδήποτε πληροφορία (κείμενο, εικόνες, γραφικά) περιέχεται στο site μπορεί να χρησιμοποιηθεί μόνο για προσωπική, μη εμπορική χρήση. Είναι παράνομη η αντιγραφή, αναπαραγωγή, τροποποίηση με οποιονδήποτε τρόπο, μέρους ή του συνόλου των περιεχομένων του site χωρίς προηγούμενη έγγραφη συγκατάθεση ή αναφορά της σελίδας
geopolitics
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Οι Κύπριοι στηρίζουν το ευρώ, αλλά δεν εμπιστεύονται την ΕΕ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ