2018-01-13 00:08:04
Αλλάζει η σειρά των πιστωτών στη διεκδίκηση περιουσιακών στοιχείων των πτωχευμένων επιχειρήσεων. Με βάση την διάταξη που περιλαμβάνει το πολυνομοσχέδιο για τις αλλαγές
στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, μεγάλοι κερδισμένοι βγαίνουν οι πιστωτές που έχουν ενυπόθηκες εξασφαλίσεις, κυρίως δηλαδή οι Τράπεζες που εγγράφουν υποθήκες πριν σχεδόν από κάθε δάνειο που δίνουν.
Κερδισμένοι βγαίνουν φαινομενικά και οι εργαζόμενοι, που αναγνωρίζονται ως «υπερπρονομιούχοι», θα εισπράττουν μέχρι έξι οφειλόμενους μισθούς κατά τον πλειστηριασμό, αλλά το κέρδος που προκύπτει από το «υπερπρονόμιο» εξαντλείται στα 10.000 ευρώ κατ’άτομο, καθώς εκεί μπαίνει «κόφτης». Το ότι διασφαλίζεται πως θα βρουν όμως λεφτά να εισπράξουν όμως, μπορεί να λειτουργήσει πράγματι και σαν διαπραγματευτικό «όπλο» υπέρ τους έναντι των εργοδοτών τους, σε περίπτωση διεκδικήσεων, προβάλλοντας την απειλή της άσκησης μέτρων αναγκαστικής είσπραξης σε βάρος της επιχείρησης.
Χαμένοι βγαίνουν εφορίες και ασφαλιστικά Ταμεία, αλλά και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι (για τις επιπλέον απαιτήσεις τους πέρα από τα 6 μηνιάτικα) καθώς και ανάπηροι που διεκδικούν αποζημιώσεις, αφού με το νέο καθεστώς θα μοιράζονται μόνον ό,τι απομείνει (αν απομείνει) αφού ικανοποιηθούν οι πιστωτές που έχουν στα χέρια τους εμπράγματες ασφαλίσεις -μεταξύ των οποίων τον πρώτο λόγο από όλους έχουν οι τράπεζες.
Υπηρεσιακά στελέχη του υπουργείου Οικονομικών μάλιστα εκφράζουν και επιφυλάξεις για το αν στο μέλλον θα αξίζει τελικά τον κόπο να κάνει πλειστηριασμούς το δημόσιο σε περιπτώσεις μεγάλων οφειλετών και πτωχευμένω επιχειρήσεων, εφόσον οι τράπεζες θα ξεκινούν από καλύτερη αφετηρία, έχοντας εγγράψει πρώτες υποθήκες, από το ξεκίνημα της λειτουργίας των επιχειρήσεων ήδη, με τα πρώτα δάνεια που πήραν.
Το 65% γίνεται… 90% για τις τράπεζες
Αυτό που πρακτικά αλλάζει είναι ότι οι πιστωτές με υποθήκες δεν θα μοιράζονται πλέον το 65% του πλειστηριάσματος, αλλά θα διεκδικούν και πολύ περισσότερα από ό,τι περισσότερο προκύψει κατά τον πλειστηριασμό, με εξαίρεση τους 6 μισθούς των εργαζομένων. Δεδομένου όμως ότι το όφελος για τους εργαζόμενους δεν μπορεί να ξεπερνά τα 9.700 ευρώ για τον καθέναν (μέχρι 6 μισθούς και με πλαφόν 2,75 φορές τον κατώτατο μισθό των 586 ευρώ) οι ενυπόθηκοι πιστωτές θα βρίσκουν πολλά περισσότερα να εισπράξουν.
Για παράδειγμα, σε περίπτωση πτώχευσης μιας επιχείρησης με 10 εργαζόμενους, το ποσό που μοιράζονται ως προνομιακοί πιστωτές αποκλείεται να ξεπερνά τα 100.000 ευρώ.
Πρακτικά -και για έως 6 μισθούς των 586 ευρώ- μάλλον δεν θα ξεπερνά ούτε τα 35.000 ευρώ. Αν από τον πλειστηριασμό των περιουσιακών στοιχείων προκύψουν συνολικά έσοδα πχ 1.000.000 ευρώ, οι πιστωτές με ενυπόθηκες εξασφαλίσεις θα βρουν πάνω από 900.000 ευρώ για να εισπράξουν τα οφειλόμενα. Με το προηγούμενο σύστημα δεν θα έβρισκαν πάνω από 650.000 ευρώ (αφού με το ισχύον σύστημα μπαίνει για αυτούς πλαφόν είσπραξης έως 65% επί του πλειστηριάσματος). Αφού ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις τους, εργαζόμενοι και όλοι οι άλλοι πιστωτές μπορούν να μοιραστούν ό,τι θα έχει περισσέψει, δηλαδή ενδεχομένως και τίποτα.
Κατόπιν εορτής… το δημόσιο
Η αλλαγή ισχύει για οφειλές που θα δημιουργηθούν εφεξής και όχι για χρέη πριν την ημέρα που θα ψηφιστεί ο νόμος (Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2018), για τα οποία θα εξακολουθήσει να ισχύει το προηγούμενο σύστημα με τα ποσοστά. Θεωρητικά θα μπορούν να ωφεληθούν και η εφορία και τα ασφαλιστικά Ταμεία που θα προλάβουν να εγγράψουν υποθήκες. Στην πράξη όμως, θα προηγούνται πάντα οι Τράπεζες, αφού εκείνες ζητούν προκαταβολικά εξασφαλίσεις, ενώ η εφορία και το ΚΕΑΟ προβαίνουν σε τέτοιες ενέργειες «κατόπιν εορτής» και συνήθως μετά από πολλά χρόνια, αφού γεννηθούν απαιτήσεις του δημοσίου για οφειλές, πρόστιμα κλπ.
Το σύστημα με τα ποσοστά επί του πλειστηριάσματος αποσκοπούσε να διαφυλάξει και ένα ποσοστό είσπραξης για μικρότερους πιστωτές (εργαζόμενους, προμηθευτές κλπ). Ήταν σχέδιο της προηγούμενης κυβέρνησης που επικρίθηκε από την αντιπολίτευση αλλά και από συλλόγους νομικών και δικαστών σαν «δώρο» για τις τράπεζες. Ο νόμος δεν πρόλαβε να ψηφιστεί το 2014 λόγω των πρόωρων εκλογών, τον έκανε όμως νόμο του κράτους η σημερινή κυβέρνηση, το καλοκαίρι του 2015.
Η σημερινή τροποποίηση ευνοεί ακόμα περισσότερο τους ενυπόθηκους πιστωτές. Στην αιτιολογική έκθεση αποκαλύπτεται ξεκάθαρα ποια είναι η πρόθεση του νομοθέτη: να έχουν καλύτερες εξασφαλίσεις οι τράπεζες, για να δίνουν μεγαλύτερα δάνεια. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται, «όσο πιο ενισχυμένη είναι η προστασία και ασφαλής η πρόβλεψη αναφορικά με το ύψος του μεριδίου από τυχόν πλειστηρίασμα τόσο μεγαλύτερο προσδοκάται ότι θα είναι το ύψος της πίστωσης το οποίο θα χορηγηθεί με βάση την εμπράγματη ασφάλεια».
Συγκεκριμένα, η προωθούμενη διάταξη ορίζει ότι μετά το άρθρο 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, προστίθεται νέο άρθρο 977A με τίτλο «Σειρά κατάταξης υπερπονομιούχων, προνομιούχων και μη».
Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις καταλαμβάνουν αποκλειστικώς όσες απαιτήσεις γεννηθούν εξ ολοκλήρου μετά την έναρξη ισχύος του οικείου άρθρου και για την εξασφάλιση των οποίων έχει συσταθεί ενέχυρο ή υποθήκη επί μη βεβαρημένου κατά την ανωτέρω ημερομηνία πράγματος. Οι δύο αυτές προϋποθέσεις θα πρέπει συντρέχουν σωρευτικώς.
Με τη νέα κατάταξη πιστωτών, η σειρά ικανοποίησης των απαιτήσεων από τοα χρήματα από το πλειστηρίασμα θα είναι:
1. Πρώτοι οι εργαζόμενοι για μη καταβληθέντες μισθούς έως 6 μηνών, από παροχή εξαρτημένης εργασίας και έως του ποσού (ανά εργαζόμενο) που ισούται με τον νόμιμο κατώτατο μισθό υπαλλήλου άνω των 25 ετών επί 275%.
2. Δεύτεροι κατά σειρά, όσοι έχουν διασφαλισμένες με υποθήκες και ενέχυρα απαιτήσεις. Εδώ εντάσσονται τράπεζες, ενεχυρούχοι δανειστές αλλά και το δημόσιο (εφορία και ασφαλιστικά ταμεία) εάν έχει προλάβει να εγγράψει υποθήκες.
3. Τρίτες διαδοχικά έρχονται οι εξής απαιτήσεις:
- Τα έξοδα κηδείας, νοσηλείας ή παροχής τροφίμων για να ζήσει ο ίδιος ο οφειλέτης.
- Στην ίδια τάξη υπάγονται και απαιτήσεις που έχουν άτομα με αναπηρία 80% και άνω
- Απαιτήσεις εργαζομένων από εξηρτημένη εργασία, αν παραμένουν ανεξόφλητες πέραν του πλαφόν των 6 μισθών που θα έχουν εισπράξει πρώτοι από όλους.
- Οι απαιτήσεις του Δημοσίου από ΦΠΑ και αποδιδόμενους φόρους (ΦΜΥ, ειδικοί φόροι κατανάλωσης κλπ).
- Οι απαιτήσεις των Ταμείων από ασφαλιστικές εισφορές εργαζομένων κλπ
- Απαιτήσεις που έχουν άτομα με αναπηρία 67% και άνω (αλλά κάτω από 80%)
- Απαιτήσεις αγροτικών συνεταιρισμών,
- Απαιτήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα και των ΟΤΑ
4. Άλλες «μη προνομιούχες» απαιτήσεις, όπως πχ από προμηθευτές κλπ
Αλλάζει η "τράπουλα"
Αλλά και η Έκθεση Επιπτώσεων της εν λόγω διάταξης αναφέρει ότι "κύριος στόχος της επιδιωκόμενης ρύθμισης είναι η ενίσχυση της προστατευτικής λειτουργίας των εμπράγματων ασφαλειών".
Αντιθέτως η Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους προβλέπει «ενδεχόμενη απώλεια εσόδων του Δημοσίου, των ο.τ.α. και του ΕΦΚΑ» το ύψος της οποίας δεν προσδιορίζεται γιατί «εξαρτάται από τα πραγματικά γεγονότα». Την συνδέει πάντως μόνον με «τη δημιουργία υπερπρονομιούχων πιστωτών και απαιτήσεων και της συνακόλουθης αποδυνάμωσης των ισχυόντων σήμερα προνομίων του Δημοσίου και των ανωτέρω φορέων στην διαδικασία εκτέλεσης και στην πτωχευτική διαδικασία».
Αντιθέτως δεν διατυπώνει καμία εκτίμηση για μελλοντικές απώλειες (ούτε και για κέρδη όμως) του Δημοσίου από την κατάργηση της «ποσόστωσης» που ισχύει σήμερα. Το σημερινό καθεστώς προβλέπει ότι, αν υπάρχουν και μη προνομιούχες απαιτήσεις, ικανοποιούνται ως εξής:
1. Το 65% για ασφαλισμένες ενυπόθηκες απαιτήσεις (τράπεζες, δημόσιο, ενεχυριούχοι δανειστές)
2. Το 25% για έξοδα κηδείας, νοσηλείας κλπ του οφειλέτη, απαιτήσεις ατόμων με με αναπηρία 80% και άνω, απαιτήσεις εργαζομένων από εξηρτημένη εργασία, απαιτήσεις του Δημοσίου από ΦΠΑ και αποδιδόμενους φόρους (ΦΜΥ, ειδικοί φόροι κατανάλωσης κλπ), απαιτήσεις των ασφαλιστικών Ταμείων, απαιτήσεις από άτομα με αναπηρία 67%, αγροτικοί συνεταιρισμοί, απαιτήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα και των ΟΤΑ.
3. Το 10% του ποσού του πλειστηριάσματος στους υπολοίπους «μη προνομιούχους» πιστωτές.
anatakti
στον Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, μεγάλοι κερδισμένοι βγαίνουν οι πιστωτές που έχουν ενυπόθηκες εξασφαλίσεις, κυρίως δηλαδή οι Τράπεζες που εγγράφουν υποθήκες πριν σχεδόν από κάθε δάνειο που δίνουν.
Κερδισμένοι βγαίνουν φαινομενικά και οι εργαζόμενοι, που αναγνωρίζονται ως «υπερπρονομιούχοι», θα εισπράττουν μέχρι έξι οφειλόμενους μισθούς κατά τον πλειστηριασμό, αλλά το κέρδος που προκύπτει από το «υπερπρονόμιο» εξαντλείται στα 10.000 ευρώ κατ’άτομο, καθώς εκεί μπαίνει «κόφτης». Το ότι διασφαλίζεται πως θα βρουν όμως λεφτά να εισπράξουν όμως, μπορεί να λειτουργήσει πράγματι και σαν διαπραγματευτικό «όπλο» υπέρ τους έναντι των εργοδοτών τους, σε περίπτωση διεκδικήσεων, προβάλλοντας την απειλή της άσκησης μέτρων αναγκαστικής είσπραξης σε βάρος της επιχείρησης.
Χαμένοι βγαίνουν εφορίες και ασφαλιστικά Ταμεία, αλλά και οι ίδιοι οι εργαζόμενοι (για τις επιπλέον απαιτήσεις τους πέρα από τα 6 μηνιάτικα) καθώς και ανάπηροι που διεκδικούν αποζημιώσεις, αφού με το νέο καθεστώς θα μοιράζονται μόνον ό,τι απομείνει (αν απομείνει) αφού ικανοποιηθούν οι πιστωτές που έχουν στα χέρια τους εμπράγματες ασφαλίσεις -μεταξύ των οποίων τον πρώτο λόγο από όλους έχουν οι τράπεζες.
Υπηρεσιακά στελέχη του υπουργείου Οικονομικών μάλιστα εκφράζουν και επιφυλάξεις για το αν στο μέλλον θα αξίζει τελικά τον κόπο να κάνει πλειστηριασμούς το δημόσιο σε περιπτώσεις μεγάλων οφειλετών και πτωχευμένω επιχειρήσεων, εφόσον οι τράπεζες θα ξεκινούν από καλύτερη αφετηρία, έχοντας εγγράψει πρώτες υποθήκες, από το ξεκίνημα της λειτουργίας των επιχειρήσεων ήδη, με τα πρώτα δάνεια που πήραν.
Το 65% γίνεται… 90% για τις τράπεζες
Αυτό που πρακτικά αλλάζει είναι ότι οι πιστωτές με υποθήκες δεν θα μοιράζονται πλέον το 65% του πλειστηριάσματος, αλλά θα διεκδικούν και πολύ περισσότερα από ό,τι περισσότερο προκύψει κατά τον πλειστηριασμό, με εξαίρεση τους 6 μισθούς των εργαζομένων. Δεδομένου όμως ότι το όφελος για τους εργαζόμενους δεν μπορεί να ξεπερνά τα 9.700 ευρώ για τον καθέναν (μέχρι 6 μισθούς και με πλαφόν 2,75 φορές τον κατώτατο μισθό των 586 ευρώ) οι ενυπόθηκοι πιστωτές θα βρίσκουν πολλά περισσότερα να εισπράξουν.
Για παράδειγμα, σε περίπτωση πτώχευσης μιας επιχείρησης με 10 εργαζόμενους, το ποσό που μοιράζονται ως προνομιακοί πιστωτές αποκλείεται να ξεπερνά τα 100.000 ευρώ.
Πρακτικά -και για έως 6 μισθούς των 586 ευρώ- μάλλον δεν θα ξεπερνά ούτε τα 35.000 ευρώ. Αν από τον πλειστηριασμό των περιουσιακών στοιχείων προκύψουν συνολικά έσοδα πχ 1.000.000 ευρώ, οι πιστωτές με ενυπόθηκες εξασφαλίσεις θα βρουν πάνω από 900.000 ευρώ για να εισπράξουν τα οφειλόμενα. Με το προηγούμενο σύστημα δεν θα έβρισκαν πάνω από 650.000 ευρώ (αφού με το ισχύον σύστημα μπαίνει για αυτούς πλαφόν είσπραξης έως 65% επί του πλειστηριάσματος). Αφού ικανοποιηθούν οι απαιτήσεις τους, εργαζόμενοι και όλοι οι άλλοι πιστωτές μπορούν να μοιραστούν ό,τι θα έχει περισσέψει, δηλαδή ενδεχομένως και τίποτα.
Κατόπιν εορτής… το δημόσιο
Η αλλαγή ισχύει για οφειλές που θα δημιουργηθούν εφεξής και όχι για χρέη πριν την ημέρα που θα ψηφιστεί ο νόμος (Δευτέρα 15 Ιανουαρίου 2018), για τα οποία θα εξακολουθήσει να ισχύει το προηγούμενο σύστημα με τα ποσοστά. Θεωρητικά θα μπορούν να ωφεληθούν και η εφορία και τα ασφαλιστικά Ταμεία που θα προλάβουν να εγγράψουν υποθήκες. Στην πράξη όμως, θα προηγούνται πάντα οι Τράπεζες, αφού εκείνες ζητούν προκαταβολικά εξασφαλίσεις, ενώ η εφορία και το ΚΕΑΟ προβαίνουν σε τέτοιες ενέργειες «κατόπιν εορτής» και συνήθως μετά από πολλά χρόνια, αφού γεννηθούν απαιτήσεις του δημοσίου για οφειλές, πρόστιμα κλπ.
Το σύστημα με τα ποσοστά επί του πλειστηριάσματος αποσκοπούσε να διαφυλάξει και ένα ποσοστό είσπραξης για μικρότερους πιστωτές (εργαζόμενους, προμηθευτές κλπ). Ήταν σχέδιο της προηγούμενης κυβέρνησης που επικρίθηκε από την αντιπολίτευση αλλά και από συλλόγους νομικών και δικαστών σαν «δώρο» για τις τράπεζες. Ο νόμος δεν πρόλαβε να ψηφιστεί το 2014 λόγω των πρόωρων εκλογών, τον έκανε όμως νόμο του κράτους η σημερινή κυβέρνηση, το καλοκαίρι του 2015.
Η σημερινή τροποποίηση ευνοεί ακόμα περισσότερο τους ενυπόθηκους πιστωτές. Στην αιτιολογική έκθεση αποκαλύπτεται ξεκάθαρα ποια είναι η πρόθεση του νομοθέτη: να έχουν καλύτερες εξασφαλίσεις οι τράπεζες, για να δίνουν μεγαλύτερα δάνεια. Συγκεκριμένα, όπως αναφέρεται, «όσο πιο ενισχυμένη είναι η προστασία και ασφαλής η πρόβλεψη αναφορικά με το ύψος του μεριδίου από τυχόν πλειστηρίασμα τόσο μεγαλύτερο προσδοκάται ότι θα είναι το ύψος της πίστωσης το οποίο θα χορηγηθεί με βάση την εμπράγματη ασφάλεια».
Συγκεκριμένα, η προωθούμενη διάταξη ορίζει ότι μετά το άρθρο 977 του Κώδικα Πολιτικής Δικονομίας, προστίθεται νέο άρθρο 977A με τίτλο «Σειρά κατάταξης υπερπονομιούχων, προνομιούχων και μη».
Οι προτεινόμενες ρυθμίσεις καταλαμβάνουν αποκλειστικώς όσες απαιτήσεις γεννηθούν εξ ολοκλήρου μετά την έναρξη ισχύος του οικείου άρθρου και για την εξασφάλιση των οποίων έχει συσταθεί ενέχυρο ή υποθήκη επί μη βεβαρημένου κατά την ανωτέρω ημερομηνία πράγματος. Οι δύο αυτές προϋποθέσεις θα πρέπει συντρέχουν σωρευτικώς.
Με τη νέα κατάταξη πιστωτών, η σειρά ικανοποίησης των απαιτήσεων από τοα χρήματα από το πλειστηρίασμα θα είναι:
1. Πρώτοι οι εργαζόμενοι για μη καταβληθέντες μισθούς έως 6 μηνών, από παροχή εξαρτημένης εργασίας και έως του ποσού (ανά εργαζόμενο) που ισούται με τον νόμιμο κατώτατο μισθό υπαλλήλου άνω των 25 ετών επί 275%.
2. Δεύτεροι κατά σειρά, όσοι έχουν διασφαλισμένες με υποθήκες και ενέχυρα απαιτήσεις. Εδώ εντάσσονται τράπεζες, ενεχυρούχοι δανειστές αλλά και το δημόσιο (εφορία και ασφαλιστικά ταμεία) εάν έχει προλάβει να εγγράψει υποθήκες.
3. Τρίτες διαδοχικά έρχονται οι εξής απαιτήσεις:
- Τα έξοδα κηδείας, νοσηλείας ή παροχής τροφίμων για να ζήσει ο ίδιος ο οφειλέτης.
- Στην ίδια τάξη υπάγονται και απαιτήσεις που έχουν άτομα με αναπηρία 80% και άνω
- Απαιτήσεις εργαζομένων από εξηρτημένη εργασία, αν παραμένουν ανεξόφλητες πέραν του πλαφόν των 6 μισθών που θα έχουν εισπράξει πρώτοι από όλους.
- Οι απαιτήσεις του Δημοσίου από ΦΠΑ και αποδιδόμενους φόρους (ΦΜΥ, ειδικοί φόροι κατανάλωσης κλπ).
- Οι απαιτήσεις των Ταμείων από ασφαλιστικές εισφορές εργαζομένων κλπ
- Απαιτήσεις που έχουν άτομα με αναπηρία 67% και άνω (αλλά κάτω από 80%)
- Απαιτήσεις αγροτικών συνεταιρισμών,
- Απαιτήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα και των ΟΤΑ
4. Άλλες «μη προνομιούχες» απαιτήσεις, όπως πχ από προμηθευτές κλπ
Αλλάζει η "τράπουλα"
Αλλά και η Έκθεση Επιπτώσεων της εν λόγω διάταξης αναφέρει ότι "κύριος στόχος της επιδιωκόμενης ρύθμισης είναι η ενίσχυση της προστατευτικής λειτουργίας των εμπράγματων ασφαλειών".
Αντιθέτως η Έκθεση του Γενικού Λογιστηρίου του Κράτους προβλέπει «ενδεχόμενη απώλεια εσόδων του Δημοσίου, των ο.τ.α. και του ΕΦΚΑ» το ύψος της οποίας δεν προσδιορίζεται γιατί «εξαρτάται από τα πραγματικά γεγονότα». Την συνδέει πάντως μόνον με «τη δημιουργία υπερπρονομιούχων πιστωτών και απαιτήσεων και της συνακόλουθης αποδυνάμωσης των ισχυόντων σήμερα προνομίων του Δημοσίου και των ανωτέρω φορέων στην διαδικασία εκτέλεσης και στην πτωχευτική διαδικασία».
Αντιθέτως δεν διατυπώνει καμία εκτίμηση για μελλοντικές απώλειες (ούτε και για κέρδη όμως) του Δημοσίου από την κατάργηση της «ποσόστωσης» που ισχύει σήμερα. Το σημερινό καθεστώς προβλέπει ότι, αν υπάρχουν και μη προνομιούχες απαιτήσεις, ικανοποιούνται ως εξής:
1. Το 65% για ασφαλισμένες ενυπόθηκες απαιτήσεις (τράπεζες, δημόσιο, ενεχυριούχοι δανειστές)
2. Το 25% για έξοδα κηδείας, νοσηλείας κλπ του οφειλέτη, απαιτήσεις ατόμων με με αναπηρία 80% και άνω, απαιτήσεις εργαζομένων από εξηρτημένη εργασία, απαιτήσεις του Δημοσίου από ΦΠΑ και αποδιδόμενους φόρους (ΦΜΥ, ειδικοί φόροι κατανάλωσης κλπ), απαιτήσεις των ασφαλιστικών Ταμείων, απαιτήσεις από άτομα με αναπηρία 67%, αγροτικοί συνεταιρισμοί, απαιτήσεις του ευρύτερου δημόσιου τομέα και των ΟΤΑ.
3. Το 10% του ποσού του πλειστηριάσματος στους υπολοίπους «μη προνομιούχους» πιστωτές.
anatakti
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Μεγάλος χαμένος των ανατροπών στους πλειστηριασμούς το δημόσιο
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ