2018-01-13 09:06:14
Ο σχηματισμός κυβέρνησης στη Γερμανία είναι καλό νέο τόσο για τη χώρα μας όσο και για όλη την Ευρώπη «Είναι σημαντικό να έχουμε μια σταθερή κυβέρνηση στην Γερμανία, γι αυτό και τάσσομαι υπέρ του σχηματισμού νέας κυβέρνησης μεγάλου συνασπισμού (ενν. μεταξύ Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλδημοκρατών)», είπε ο Πέτερ Μπόφινγκερ, ένας εκ των Γερμανών Σοφών, με μεγάλη επιρροή στη Γερμανία.
Σε μια περίοδο που η Ευρωζώνη δείχνει να σταθεροποιείται, το ευρώ να ενισχύεται και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης να βαίνει προς το τέλος του, η λέξη «κλειδί» είναι η σταθερότητα. Μάλιστα το ευρώ οδηγήθηκε στο υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας τριετίας, μετά τη συμφωνία των Γερμανών συντηρητικών και των σοσιαλδημοκρατών. Η είδηση αυτή έδωσε νέα ώθηση στο ράλι του ευρώ, το οποίο καθοδηγείται από τις προσδοκίες ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) μπορεί να επιταχύνει τον ρυθμό μείωσης της τεράστιας νομισματικής στήριξης που παρέχει στην οικονομία της Ευρωζώνης. Στις αρχές της συνεδρίασης της αγοράς στο Λονδίνο, το ευρώ αυξήθηκε 0,7% στα 1,2120 δολάρια, που είναι το υψηλότερο επίπεδο από τον Ιανουάριο του 2015. Αν υπολογισθεί και η χθεσινή ημέρα, το κοινό νόμισμα ανατιμήθηκε κατά 1,4% που είναι η καλύτερη διήμερη επίδοσή του από πέρυσι τον Αύγουστο.
Βέβαια η Ευρώπη έχει μπροστά της πολλές προκλήσεις, με μεγαλύτερη αυτή της ενοποίησης, έναν χρόνο πριν τις νέες Ευρωεκλογές και τίποτα δεν μοιάζει εύκολο, καθώς υπάρχουν διαφορές. Όμως ο σχηματισμός κυβέρνησης στη Γερμανία, πιο γρήγορα από το αναμενόμενο, βοηθάει προς την κατεύθυνση της λήψης αποφάσεων για το μέλλον της Ένωσης.
Ο Πέτερ Μπόφινγκερ έδωσε μια διαφορετική διάσταση. Τόνισε ότι «η Ευρώπη μπορεί να επιβάλει πολλά πράγματα, τα οποία δεν μπορούμε να επιβάλουμε και να υλοποιήσουμε σε εθνικό επίπεδο» και ανέφερε τo παράδειγμα του ανταγωνισμού στο παγκόσμιο εμπόριο: «Από τη μια πλευρά έχουμε την Κίνα, η οποία εκπροσωπεί με συνέπεια τα εθνικά της συμφέροντα της και από την άλλη τις Ηνωμένες Πολιτείες οι οποίες σκέφτονται με παρόμοιο εθνικό τρόπο.
»Και αν θέλουμε στον τομέα αυτό να κατακτήσουμε έντιμες σχέσεις ανταγωνισμού, δεν μπορούμε να το επιτύχουμε ούτε μόνοι ως Γερμανία, ούτε μόνοι ως Γαλλία. Εχουμε όμως την δυνατότητα να το επιτύχουμε ως Ευρώπη συνολικά», όπως είπε.
Μέσα από τις διαπραγματεύσεις προκύπτει κυβέρνηση, όμως δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το γεγονός ότι η Άνγκελα Μέρκελ ανανέωσε μεν για ακόμα μια τετραετία τη θητεία της, σαφώς όμως πιο αποδυναμωμένη σε σχέση με τις προηγούμενες φορές. Από την άλλη ο Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος από την άρνηση για διαπραγματεύσεις, σύρθηκε τελικά σε συμφωνία, ξέρει ότι αν το κόμμα του θέλει να ανακάμψει, θα πρέπει να διεκδικήσει πολλά περισσότερα σε σχέση με το ρόλο που είχαν οι Σοσιαλδημοκράτες στην προηγούμενη κυβέρνηση, τόσο για τη Γερμανία όσο και για την Ευρώπη. Αυτή την ώρα μπαίνουν οι τελικές πινελιές της συμφωνίας και θα φανεί αν ο «μεγάλος ηττημένος» των εκλογών καταφέρει να αφήσει το στίγμα του στο νέο σχηματισμό και να μαζέψει τις μεγάλες απώλειες για το κόμμα του.
Η Ελλάδα και ο συνασπισμός
Ο σχηματισμός κυβέρνησης στη Γερμανία με τη συμμετοχή του Μάρτιν Σουλτς ήταν το σχήμα, το οποίο επιθυμούσε και το Μέγαρο Μαξίμου. Εκτός από το αυτονόητο, δηλαδή το γεγονός ότι αποφύγαμε να συμμετέχει στην γερμανική κυβέρνηση ένα εχθρικό κόμμα προς την Ελλάδα όπως οι Φιλελεύθεροι, ο Αλέξης Τσίπρας «ποντάρει» στο να τρέξουν οι εξελίξεις πιο γρήγορα για τη χώρα μας, την ώρα που ολοκληρώνεται η τρίτη αξιολόγηση.
Μια κυβέρνηση «μεγάλου συνασπισμού» έχει κάθε συμφέρον να συμβάλλει στην έξοδο της Ελλάδας από τα Μνημόνια, διαφορετικά θα βρεθεί ενώπιον μεγάλων προβλημάτων, ακόμα και στο εσωτερικό της.
Αν η Γερμανία οδηγούνταν ξανά στις εκλογές, αυτές πιθανότατα θα γίνονταν στις 22 Απριλίου, άρα η νέα κυβέρνηση που θα είχε προκύψει στο Βερολίνο, στην καλύτερη περίπτωση, θα γίνονταν γνωστή αρχές του καλοκαιριού.
Χωρίς κυβέρνηση στη Γερμανία μένει στον “αέρα” συζήτηση με το ΔΝΤ για το χρέος και για το μεταμνημονιακό καθεστώς στη χώρα μας, από τη στιγμή που η Ελλάδα θα συνέχιζε να αποτελεί μέρος του γερμανικού προεκλογικού αγώνα. Το ίδιο ισχύει βεβαίως και για το προσφυγικό, που οποιαδήποτε εξέλιξη στο Βερολίνο θα πιέσει την Ελλάδα, πόσο μάλλον τυχόν νέα προεκλογική περίοδος.
Πάντως ακόμα και στην περίπτωση που οι Σοσιαλδημοκράτες πάρουν το υπουργείο Οικονομικών, δύσκολα θα υπάρχει κάποια θεαματική αλλαγή ως προς το πως θα αντιμετωπιστεί το ζήτημα του ελληνικού χρέους και των πλεονασμάτων. O επικεφαλής οικονομολόγος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), Ρολφ Στράουχ, έριξε ήδη τους τόνους σε πρόσφατη συνέντευξή του.
Στην ερώτηση, αν το υψηλό χρέος της Ελλάδας αποτελεί εγγύηση ότι θα υπάρξουν μελλοντικά προβλήματα, ο οικονομολόγος του ESM απάντησε: «Διαφωνώ και το λέω αυτό λόγω διεθνών συγκρίσεων. Οι χώρες σε πρόγραμμα, περιλαμβανομένης της Ελλάδας, έχουν εφαρμόσει τις πιο σημαντικές μεταρρυθμίσεις από όλες τις βιομηχανικές χώρες, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Αυτός είναι ο λόγος που οι οικονομίες αυτές παρουσιάζουν τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρωζώνη. Η Ελλάδα για παράδειγμα, κατάφερε να μειώσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα από το 15% του ΑΕΠ σε ένα μικρό πλεόνασμα. Όταν εξετάζει κανείς το χρέος, δεν πρέπει να υπολογίζει τόσο το επίπεδό του, αλλά περισσότερο την ικανότητα της χώρας να εξυπηρετεί τις υποχρεώσεις της. Και οι χρηματοδοτικές ανάγκες είναι απόλυτα διαχειρίσιμες, ιδιαίτερα επίσης λόγω των ευνοϊκών όρων των δανείων του ESM».
Πηγή Tromaktiko
Σε μια περίοδο που η Ευρωζώνη δείχνει να σταθεροποιείται, το ευρώ να ενισχύεται και το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης να βαίνει προς το τέλος του, η λέξη «κλειδί» είναι η σταθερότητα. Μάλιστα το ευρώ οδηγήθηκε στο υψηλότερο επίπεδο της τελευταίας τριετίας, μετά τη συμφωνία των Γερμανών συντηρητικών και των σοσιαλδημοκρατών. Η είδηση αυτή έδωσε νέα ώθηση στο ράλι του ευρώ, το οποίο καθοδηγείται από τις προσδοκίες ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) μπορεί να επιταχύνει τον ρυθμό μείωσης της τεράστιας νομισματικής στήριξης που παρέχει στην οικονομία της Ευρωζώνης. Στις αρχές της συνεδρίασης της αγοράς στο Λονδίνο, το ευρώ αυξήθηκε 0,7% στα 1,2120 δολάρια, που είναι το υψηλότερο επίπεδο από τον Ιανουάριο του 2015. Αν υπολογισθεί και η χθεσινή ημέρα, το κοινό νόμισμα ανατιμήθηκε κατά 1,4% που είναι η καλύτερη διήμερη επίδοσή του από πέρυσι τον Αύγουστο.
Βέβαια η Ευρώπη έχει μπροστά της πολλές προκλήσεις, με μεγαλύτερη αυτή της ενοποίησης, έναν χρόνο πριν τις νέες Ευρωεκλογές και τίποτα δεν μοιάζει εύκολο, καθώς υπάρχουν διαφορές. Όμως ο σχηματισμός κυβέρνησης στη Γερμανία, πιο γρήγορα από το αναμενόμενο, βοηθάει προς την κατεύθυνση της λήψης αποφάσεων για το μέλλον της Ένωσης.
Ο Πέτερ Μπόφινγκερ έδωσε μια διαφορετική διάσταση. Τόνισε ότι «η Ευρώπη μπορεί να επιβάλει πολλά πράγματα, τα οποία δεν μπορούμε να επιβάλουμε και να υλοποιήσουμε σε εθνικό επίπεδο» και ανέφερε τo παράδειγμα του ανταγωνισμού στο παγκόσμιο εμπόριο: «Από τη μια πλευρά έχουμε την Κίνα, η οποία εκπροσωπεί με συνέπεια τα εθνικά της συμφέροντα της και από την άλλη τις Ηνωμένες Πολιτείες οι οποίες σκέφτονται με παρόμοιο εθνικό τρόπο.
»Και αν θέλουμε στον τομέα αυτό να κατακτήσουμε έντιμες σχέσεις ανταγωνισμού, δεν μπορούμε να το επιτύχουμε ούτε μόνοι ως Γερμανία, ούτε μόνοι ως Γαλλία. Εχουμε όμως την δυνατότητα να το επιτύχουμε ως Ευρώπη συνολικά», όπως είπε.
Μέσα από τις διαπραγματεύσεις προκύπτει κυβέρνηση, όμως δεν μπορούμε να αγνοήσουμε το γεγονός ότι η Άνγκελα Μέρκελ ανανέωσε μεν για ακόμα μια τετραετία τη θητεία της, σαφώς όμως πιο αποδυναμωμένη σε σχέση με τις προηγούμενες φορές. Από την άλλη ο Μάρτιν Σουλτς, ο οποίος από την άρνηση για διαπραγματεύσεις, σύρθηκε τελικά σε συμφωνία, ξέρει ότι αν το κόμμα του θέλει να ανακάμψει, θα πρέπει να διεκδικήσει πολλά περισσότερα σε σχέση με το ρόλο που είχαν οι Σοσιαλδημοκράτες στην προηγούμενη κυβέρνηση, τόσο για τη Γερμανία όσο και για την Ευρώπη. Αυτή την ώρα μπαίνουν οι τελικές πινελιές της συμφωνίας και θα φανεί αν ο «μεγάλος ηττημένος» των εκλογών καταφέρει να αφήσει το στίγμα του στο νέο σχηματισμό και να μαζέψει τις μεγάλες απώλειες για το κόμμα του.
Η Ελλάδα και ο συνασπισμός
Ο σχηματισμός κυβέρνησης στη Γερμανία με τη συμμετοχή του Μάρτιν Σουλτς ήταν το σχήμα, το οποίο επιθυμούσε και το Μέγαρο Μαξίμου. Εκτός από το αυτονόητο, δηλαδή το γεγονός ότι αποφύγαμε να συμμετέχει στην γερμανική κυβέρνηση ένα εχθρικό κόμμα προς την Ελλάδα όπως οι Φιλελεύθεροι, ο Αλέξης Τσίπρας «ποντάρει» στο να τρέξουν οι εξελίξεις πιο γρήγορα για τη χώρα μας, την ώρα που ολοκληρώνεται η τρίτη αξιολόγηση.
Μια κυβέρνηση «μεγάλου συνασπισμού» έχει κάθε συμφέρον να συμβάλλει στην έξοδο της Ελλάδας από τα Μνημόνια, διαφορετικά θα βρεθεί ενώπιον μεγάλων προβλημάτων, ακόμα και στο εσωτερικό της.
Αν η Γερμανία οδηγούνταν ξανά στις εκλογές, αυτές πιθανότατα θα γίνονταν στις 22 Απριλίου, άρα η νέα κυβέρνηση που θα είχε προκύψει στο Βερολίνο, στην καλύτερη περίπτωση, θα γίνονταν γνωστή αρχές του καλοκαιριού.
Χωρίς κυβέρνηση στη Γερμανία μένει στον “αέρα” συζήτηση με το ΔΝΤ για το χρέος και για το μεταμνημονιακό καθεστώς στη χώρα μας, από τη στιγμή που η Ελλάδα θα συνέχιζε να αποτελεί μέρος του γερμανικού προεκλογικού αγώνα. Το ίδιο ισχύει βεβαίως και για το προσφυγικό, που οποιαδήποτε εξέλιξη στο Βερολίνο θα πιέσει την Ελλάδα, πόσο μάλλον τυχόν νέα προεκλογική περίοδος.
Πάντως ακόμα και στην περίπτωση που οι Σοσιαλδημοκράτες πάρουν το υπουργείο Οικονομικών, δύσκολα θα υπάρχει κάποια θεαματική αλλαγή ως προς το πως θα αντιμετωπιστεί το ζήτημα του ελληνικού χρέους και των πλεονασμάτων. O επικεφαλής οικονομολόγος του Ευρωπαϊκού Μηχανισμού Σταθερότητας (ESM), Ρολφ Στράουχ, έριξε ήδη τους τόνους σε πρόσφατη συνέντευξή του.
Στην ερώτηση, αν το υψηλό χρέος της Ελλάδας αποτελεί εγγύηση ότι θα υπάρξουν μελλοντικά προβλήματα, ο οικονομολόγος του ESM απάντησε: «Διαφωνώ και το λέω αυτό λόγω διεθνών συγκρίσεων. Οι χώρες σε πρόγραμμα, περιλαμβανομένης της Ελλάδας, έχουν εφαρμόσει τις πιο σημαντικές μεταρρυθμίσεις από όλες τις βιομηχανικές χώρες, σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ. Αυτός είναι ο λόγος που οι οικονομίες αυτές παρουσιάζουν τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης στην Ευρωζώνη. Η Ελλάδα για παράδειγμα, κατάφερε να μειώσει το δημοσιονομικό της έλλειμμα από το 15% του ΑΕΠ σε ένα μικρό πλεόνασμα. Όταν εξετάζει κανείς το χρέος, δεν πρέπει να υπολογίζει τόσο το επίπεδό του, αλλά περισσότερο την ικανότητα της χώρας να εξυπηρετεί τις υποχρεώσεις της. Και οι χρηματοδοτικές ανάγκες είναι απόλυτα διαχειρίσιμες, ιδιαίτερα επίσης λόγω των ευνοϊκών όρων των δανείων του ESM».
Πηγή Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ανά δύο μήνες η πληρωμή για τα οικογενειακά επιδόματα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ