2018-01-24 05:49:05
Οι κατηγορίες σε βάρος του μεγάλου Κρητικού λογοτέχνη και διανοούμενου
Οι παρασκηνιακές ενέργειες σε βάρος του Καζαντζάκη - Η απαράδεκτη συμπεριφορά του Σπύρου Μελά Την Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2017, ανακοινώθηκε ότι το Νόμπελ Λογοτεχνίας
για τη φετινή χρονιά, απονέμεται στον, ιαπωνικής καταγωγής, Βρετανό Καζούο Ισιγκούρα. Όπως είναι γνωστό, δυο Έλληνες λογοτέχνες, ο Γεώργιος Σεφέρης (1963) και ο Οδυσσέας Ελύτης (1979), έχουν τιμηθεί με το συγκεκριμένο βραβείο.
Θα μπορούσαμε όμως σίγουρα, να έχουμε περισσότερους νομπελίστες λογοτέχνες. Ένας απ’ αυτούς μπορούσε και άξιζε κατά τη γνώμη μας, να είναι ο Νίκος Καζαντζάκης (1883-1957), που όπως είδαμε σε πρόσφατο άρθρο μας, προτάθηκε 9 φορές για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Και, όπως θα δούμε σήμερα, υπήρξε και άλλη μια, το 1946, κατά την οποία η υποψηφιότητά του κρίθηκε εκπρόθεσμη! Ποιοι ήταν όμως οι λόγοι που ο Καζαντζάκης δεν τιμήθηκε ποτέ με Νόμπελ; Μήπως ο μεγάλος Κρητικός δεν άξιζε να πάρει το συγκεκριμένο βραβείο ή μήπως κάποιοι συμπατριώτες μας έκαναν ό, τι μπορούσαν για να μην συμβεί κάτι τέτοιο;
Ο Καζαντζάκης και η Ακαδημία
Τον Μάρτιο του 1945, ο Καζαντζάκης υπέβαλε αίτηση στην Ακαδημία Αθηνών προκειμένου να γίνει μέλος της. Συνυποψήφιοί του ήταν ο Σωτήρης Σκίπης, ο Άγγελος Σικελιανός και ο Κώστας Βάρναλης. Τελικά οι δύο επικρατέστεροι υποψήφιοι ήταν ο Καζαντζάκης και ο Σκίπης, καθώς απορρίφθηκαν αρχικά οι υποψηφιότητες Σικελιανού και Βάρναλη. Από τα τριάντα μέλη της Ακαδημίας, δεκαπέντε ψήφισαν υπέρ του Καζαντζάκη και οι άλλοι δεκαπέντε εναντίον του. Απαιτούνταν 18 ψήφοι για να γίνει Ακαδημαϊκός. Τελικά, νέο μέλος της Ακαδημίας εκλέχθηκε κι ο Σωτήρης Σκίπης.
Η πρώτη, άκυρη, υποψηφιότητα για Νόμπελ
Τον Απρίλιο του 1946, η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών έστειλε αίτηση στην Επιτροπή των Νόμπελ στη Σουηδία με την υποψηφιότητα του Άγγελου Σικελιανού για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Σύντομα μαθεύτηκε ότι και ο Σουηδός Άντερς Έστερλουντ, ακαδημαϊκός, είχε προτείνει τον Σικελιανό για Νόμπελ.
Μόλις το έμαθε αυτό ο Καζαντζάκης κινητοποιήθηκε και κατάφερε η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών να στείλει συμπληρωματικό έγγραφο που υποστήριζε τη συνυποψηφιότητά του. Ο Σικελιανός, φίλος του Καζαντζάκη, φαίνεται ότι χολώθηκε. Από την πλευρά του, ο Καζαντζάκης έστειλε έγγραφο στην Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών στο οποίο τόνιζε ότι δεν θα δεχόταν να πάρει μόνος του το βραβείο.
Οι αντιδράσεις όμως για τη συνυποψηφιότητα Καζαντζάκη-Σικελιανού ήταν πολλές. Χαρακτηριστικό είναι το πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της "Εστίας", με τίτλο "Μια Διεθνής Απάτη" (31 Αυγούστου 1946).
"Οι δύο ποιηταί του ΕΑΜ –αφού εισέπρατταν επί έτη τα γερμανικά επιδόματα των προδοτικών κυβερνήσεων Τσολάκογλου και Ράλλη- εσκέφθησαν ότι καλόν θα ήτο να εκμεταλλευθούν και την εν τω εξωτερικώ δόξαν της εθνικόφρονος Ελλάδος από τα δύο ιστορικά της "Όχι".
Υπέβαλαν, λοιπόν υποψηφιότητα εις την Στοκχόλμην δια… το βραβείον Νόμπελ! Και ο μεν κύριος Σικελιανός, τον οποίον ο ελληνικός λαός – εξαιρέσει μικρού κύκλου ιδιωτικών φίλων – αγνοεί ως ποιητήν ή συγγραφέα και γνωρίζει μόνον ως ακατανόητον… μυστηριογράφον, εφρόντισε να περισυλλέξει τας υπογραφάς των Γάλλων λογοτεχνών, τους οποίους είχε φιλοξενήσει, δαπάναις της δόλιας Ελλάδος, όταν παρίστανε τον Απόλλωνα εις τους Δελφούς (εννοεί το άρθρο, τις Δελφικές Γιορτές του 1927 και του 1930). Ο δε κύριος Νικολάι Καζάν (Καζαντζάκης) επήρε τας υπογραφάς μερικών εαμικών καθηγητών του Πανεπιστημίου και εξεκίνησε και αυτός δια το βραβείον. Αλλ’ είναι επιτετραμμένον να αφήνεται ακατατόπιστος η Σουηδική Ακαδημία έναντι τοιαύτης προσπάθειας, η οποία ολίγον διαφέρει της απάτης; Και δεν θα έπρεπεν οι άνθρωποι να ειδοποιηθούν ότι και οι δύο αυτοί υποψήφιοι των σφαγέων του Δεκεμβρίου είναι τελείως ξένοι προς την Ελλάδα, την οποία θα ήθελεν ίσως να τιμήσει η Επιτροπή του Νόμπελ;»
Πάντως η συνυποψηφιότητα του Καζαντζάκη το 1946, απορρίφθηκε ως εκπρόθεσμη Για την ιστορία, το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1946, απονεμήθηκε στον Γερμανοελβετό λογοτέχνη Έρμαν Έσε.
Από το 1947 ως το 1957 – Οι αντιδράσεις
Το 1947, ο καθηγητής Νίκος Βέης, κατέθεσε στη Σουηδική Ακαδημία την κοινή υποψηφιότητα των Καζαντζάκη – Σικελιανού για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Την ίδια χρονιά, δύο ακόμα Έλληνες λογοτέχνες, ο Γεώργιος Δροσίνης και ο Γρηγόριος Ξενόπουλος ήταν υποψήφιοι για το βραβείο, το οποίο κατέληξε στον Αντρέ Ζιντ…
Νέα συνυποψηφιότητα Καζαντζάκη – Σικελιανού το 1950
Ο Σουηδός ελληνιστής Μπέργε Κνες, θεωρούσε ότι θα κατακτούσαν σίγουρα το βραβείο. Ωστόσο διαψεύστηκε.
Το Νόμπελ Λογοτεχνίας του 1950, απονεμήθηκε στον Βρετανό μαθηματικό και φιλόσοφο Μπέρτραντ Ράσελ! Λόγοι πολιτικής σκοπιμότητας επέβαλαν τη βράβευση αυτή.
Τον Ιούνιο του 1951, ο Άγγελος Σικελιανός έφυγε από τη ζωή. Ο θάνατός του συγκλόνισε τον στενό του φίλο Νίκο Καζαντζάκη. Παρά το ότι για πολλά χρόνια (1924-1942), είχαν απομακρυνθεί ο ένας από τον άλλον, υπήρχε μεταξύ τους αμοιβαία εκτίμηση. Μετά το 1942, οι σχέσεις τους αποκαταστάθηκαν. Το 1951, ο Καζαντζάκης ήταν ξανά υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Κάπου εκεί, φαίνεται ότι αναλαμβάνει δράση ο Σπύρος Μελάς…
Ποιος ήταν όμως ο Σπύρος Μελάς;
Γεννημένος στη Ναύπακτο το 1883, δημοσιογράφος, λογοτέχνης και θεατρικός συγγραφέας, ξεκίνησε να σπουδάζει νομικά, σύντομα όμως εγκατέλειψε το Πανεπιστήμιο και ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία. Έκανε αξιόλογη καριέρα ως χρονογράφος, με το ψευδώνυμο Φορτούνιο. «Οι ιδεολογικές του πεποιθήσεις μεταλλάσσονταν με το πέρασμα του χρόνου, καθιστώντας τον στόχο για μερίδα της διανόησης της εποχής του» (Εγκ/δεια «ΔΟΜΗ», τ.18, έκδ.2005). Έγραψε θεατρικά δράματα και κωμωδίες, τα οποία αν και δεν διακρίνονταν για την τεχνική τους αρτιότητα, γνώρισαν σημαντική επιτυχία. Από το 1935, ήταν μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Πέθανε το 1966. Στις 9 Μαρτίου 1951, ο ελληνιστής Μπέργε Κνες, έγραφε στον Γιώργο Θεοτοκά:
«θέλω να σας επισημάνω με δυο λόγια, εντελώς εμπιστευτικά, ότι ο κύριος Σπύρος Μελάς βρίσκεται στη Στοκχόλμη ως εκπρόσωπος της Ακαδημίας Αθηνών και των Ελλήνων Συγγραφέων. Είδα τον κύριο Μελά και κουβέντιασα λίγο μαζί του. Τον γνώριζα ήδη από τη φήμη του, όχι προσωπικά. Οι συμπατριώτες μου και οι εφημερίδες εδώ, που δεν ξέρουν τίποτα, νομίζουν ότι είναι ο πιο διακεκριμένος συγγραφέας της Ελλάδας. Ο πρέσβης της Ελλάδας στη Σουηδία (Πίνδαρος Ανδρουλής), είναι της ίδιας γνώμης καθώς φαίνεται. Κάνω ό,τι μπορώ για να διορθώσω τις παρεξηγήσεις, αλλά η φωνή μου πνίγεται μέσα στον θόρυβο που έχουν δημιουργήσει».
Και στις 29 Μαρτίου, ο Κνες, σε νέα του επιστολή στον Θεοτοκά συμπληρώνει:
«Είμαι πολύ στενοχωρημένος για όλον αυτό τον θόρυβο που δημιούργησε εδώ ο κύριος Σπύρος Μελάς. Έγινε δεκτός από τον βασιλέα, πράγμα που δεν έχει σημασία. Αλλά το χειρότερο είναι ότι πήγε και επισκέφτηκε μερικά μέλη της Σουηδικής Ακαδημίας, τον κύριο Όντερλινγκ, μόνιμο γραμματέα και τον κύριο Τάλμπεργκ και έκαμε το παν για να συκοφαντήσει τον Σικελιανό και τον Καζαντζάκη, που για εκείνον ήταν κομμουνιστές και τους βλέπουν με πολλή δυσμένεια στην Ελλάδα. Ερχόμενος με την ιδιότητα του μέλους της Ακαδημίας Αθηνών, ισχυριζόταν ότι αντιπροσώπευε την αληθινή νέα ελληνική λογοτεχνία…».
Όπως γράφει ο Κώστας Αρκουδέας στο βιβλίο του «Το Χαμένο Νόμπελ», ο Μελάς «…είχε την κάλυψη της επίσημης πολιτείας». Η Ακαδημία, μπορεί να μην ήταν αυτή που έστειλε τον Σπύρο Μελά στη Στοκχόλμη (θυμίζουμε ότι ήταν μέλος της), αλλά σίγουρα δεν τον εμπόδισε και δεν τον αποδοκίμασε…
Ο Πάτροκλος Σταύρου, θετός γιος της Ελένης, δεύτερης συζύγου του Καζαντζάκη και κληρονόμος των πνευματικών δικαιωμάτων του, σε άρθρο του στο «Βήμα» τον Οκτώβριο του 2000 με τίτλο «Όταν δεν τους περίμενα», έγραψε χαρακτηριστικά:
«Κατά τα μέσα της δεκαετίας του ’50 η φήμη του Καζαντζάκη άρχισε πλέον να απλώνεται σε όλες τις ηπείρους. Η διεθνής αναγνώριση του διάνοιγε τον δρόμο προς το βραβείο, το οποίον ακοιμήτως ναρκοθετούσε η Ελλάς. Να τον αφήσει να πάρει το Νόμπελ; Αδύνατον. Ακόμα και μυστικούς αστυνομικούς έστελναν τότε στην Αντίμπ (γαλλική πόλη όπου ζούσε ο Καζαντζάκης με τη δεύτερη γυναίκα του Ελένη), οι οποίοι υπεδύοντο τους δημοσιογράφους για να τον κατασκοπεύσουν. Η ματαίωση της απονομής του Νόμπελ στον Καζαντζάκη υπήρξε σαφώς ελληνικός άθλος. Ευτελές εργαλείο αυτής της ασχημοσύνης ήταν ο Σπύρος Μελάς, συνεργαζόμενος με τον Έλληνα πρέσβη στη Στοκχόλμη, Πίνδαρο Ανδρουλή, ο οποίος δρούσε βάσει οδηγιών από το κέντρο, την Αθήνα. Δεν ήταν δυνατόν να συμβεί διαφορετικά. Τι είχε με τον Καζαντζάκη ο Μελάς; Φθόνο, μίσος, αντιζηλία; Ίσως όλα, και μαζί έχθρα και φοβερή ζήλια».
Ήδη όμως από το 1947, στην πρώτη κοινή (και έγκυρη…) υποψηφιότητα των Καζαντζάκη – Σικελιανού, όπως αναφέρει στο ίδιο άρθρο ο Πάτροκλος Σταύρου, είχε κυκλοφορήσει στη Στοκχόλμη μια δεκαπεντασέλιδη μπροσούρα, εχθρική για τους δύο και άκρως επαινετική για τον μυθιστοριογράφο Γεώργιο Βουγιουκλάκη τον οποίο παρουσίαζε ως κορυφαίο. Ποιος ήταν ο Γεώργιος Βουγιουκλάκης; Στο ογκώδες «Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» των εκδόσεων Πατάκη (2007), δεν αναφέρεται καθόλου! Απ’ ότι…ανακαλύψαμε όμως, γεννήθηκε το 1903 στην Αθήνα και πέθανε στο Παρίσι το 1956. Πολλοί κριτικοί, τον χαρακτήρισαν ανανεωτή του νεοελληνικού μυθιστορήματος στο ύφος και τη μορφή. Το μυθιστόρημά του «Ο Ξένος», γνώρισε επιτυχία και στη Γαλλία, ενώ αξιόλογο είναι επίσης και το μυθιστόρημά του «Μαντάμ Εύα». Σε καμία περίπτωση όμως ο Βουγιουκλάκης δεν μπορεί να θεωρηθεί ανώτερος των Καζαντζάκη και Σικελιανού.
Δυστυχώς η «κακή φήμη» του Καζαντζάκη στους κύκλους της Σουηδικής Ακαδημίας, παρέμεινε ως τον θάνατό του (1957). Αν και ήταν, όπως είδαμε στο άρθρο της Τετάρτης 4/10/2017 κάθε χρόνο υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, ποτέ δεν τιμήθηκε με αυτό. Πιο κοντά από κάθε άλλη φορά, φαίνεται ότι έφτασε το 1956, οπότε και έχασε το βραβείο για δύο ψήφους από τον Ισπανό Χουάν Ραμόν Χιμένεθ. Κι αν νομίζετε ότι ο φθόνος και οι συκοφαντίες είναι ελληνικό προνόμιο, κάνετε λάθος…
Ένας παλιός φίλος του Πάμπλο Νερούδα και στη συνέχεια ορκισμένος εχθρός του, πήγε στη Στοκχόλμη και προσπάθησε να εμποδίσει τους Σουηδούς να του απονείμουν το Νόμπελ, διαδίδοντας ότι ο Χιλιανός διπλωμάτης και ποιητής, είχε πάρει μέρος στη δολοφονία του Τρότσκι!
Ο Νερούδα πάντως, όπως είναι γνωστό, τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1971. Όσο για τη χώρα μας; Ευτύχησε να έχει δύο νομπελίστες έως σήμερα, Τον Γιώργο Σεφέρη και το Οδυσσέα Ελύτη, Βέβαια, το 1979, η Σουηδική Ακαδημία, θέλησε να δώσει το Νόμπελ από κοινού στους Ελύτη και Ρίτσο! Όμως ο καθένας το ήθελε για τον εαυτό του και τελικά αποφασίστηκε το βραβείο να δοθεί στον ποιητή του Αιγαίου. Αυτό όμως, είναι μια άλλη ιστορία με την οποία ίσως ασχοληθούμε στο μέλλον.
Πηγή: ΚΩΣΤΑΣ ΑΡΚΟΥΔΕΑΣ, «ΤΟ ΧΑΜΕΝΟ ΝΟΜΠΕΛ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ, 2015
Μοναδική προσφορά
Τα αριστουργήματα του Νίκου Καζαντζάκη θα προσφέρει το Πρώτο ΘΕΜΑ, αρχίζοντας από αυτή την Κυριακή 28 Ιανουαρίου με τον μοναδικό «Καπετάν Μιχάλη». Πρόκειται για μια σειρά μνημειωδών έργων, όπως το «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά», «Οι αδερφοφάδες», «Ασκητική», το πολυσυζητημένο «Ο τελευταίος πειρασμός», αλλά και όλα τα μεγάλα έργα του κορυφαίου Έλληνα συγγραφέα. Στην πλέον σύγχρονη έκδοσή τους, σε πολυτελείς σκληρόδετους τόμους, τα βιβλία του Νίκου Καζαντζάκη δεν μπορούν να λείψουν από την βιβλιοθήκη κανενός Έλληνα. Αυτή την Κυριακή με το ΘΕΜΑ, μη χάσετε το αριστούργημα του Νίκου Καζαντζάκη «Ο Καπετάν Μιχάλης» σε έναν πολυτελή σκληρόδετο τόμο.
anatakti
Οι παρασκηνιακές ενέργειες σε βάρος του Καζαντζάκη - Η απαράδεκτη συμπεριφορά του Σπύρου Μελά Την Πέμπτη 5 Οκτωβρίου 2017, ανακοινώθηκε ότι το Νόμπελ Λογοτεχνίας
για τη φετινή χρονιά, απονέμεται στον, ιαπωνικής καταγωγής, Βρετανό Καζούο Ισιγκούρα. Όπως είναι γνωστό, δυο Έλληνες λογοτέχνες, ο Γεώργιος Σεφέρης (1963) και ο Οδυσσέας Ελύτης (1979), έχουν τιμηθεί με το συγκεκριμένο βραβείο.
Θα μπορούσαμε όμως σίγουρα, να έχουμε περισσότερους νομπελίστες λογοτέχνες. Ένας απ’ αυτούς μπορούσε και άξιζε κατά τη γνώμη μας, να είναι ο Νίκος Καζαντζάκης (1883-1957), που όπως είδαμε σε πρόσφατο άρθρο μας, προτάθηκε 9 φορές για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Και, όπως θα δούμε σήμερα, υπήρξε και άλλη μια, το 1946, κατά την οποία η υποψηφιότητά του κρίθηκε εκπρόθεσμη! Ποιοι ήταν όμως οι λόγοι που ο Καζαντζάκης δεν τιμήθηκε ποτέ με Νόμπελ; Μήπως ο μεγάλος Κρητικός δεν άξιζε να πάρει το συγκεκριμένο βραβείο ή μήπως κάποιοι συμπατριώτες μας έκαναν ό, τι μπορούσαν για να μην συμβεί κάτι τέτοιο;
Ο Καζαντζάκης και η Ακαδημία
Τον Μάρτιο του 1945, ο Καζαντζάκης υπέβαλε αίτηση στην Ακαδημία Αθηνών προκειμένου να γίνει μέλος της. Συνυποψήφιοί του ήταν ο Σωτήρης Σκίπης, ο Άγγελος Σικελιανός και ο Κώστας Βάρναλης. Τελικά οι δύο επικρατέστεροι υποψήφιοι ήταν ο Καζαντζάκης και ο Σκίπης, καθώς απορρίφθηκαν αρχικά οι υποψηφιότητες Σικελιανού και Βάρναλη. Από τα τριάντα μέλη της Ακαδημίας, δεκαπέντε ψήφισαν υπέρ του Καζαντζάκη και οι άλλοι δεκαπέντε εναντίον του. Απαιτούνταν 18 ψήφοι για να γίνει Ακαδημαϊκός. Τελικά, νέο μέλος της Ακαδημίας εκλέχθηκε κι ο Σωτήρης Σκίπης.
Η πρώτη, άκυρη, υποψηφιότητα για Νόμπελ
Τον Απρίλιο του 1946, η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών έστειλε αίτηση στην Επιτροπή των Νόμπελ στη Σουηδία με την υποψηφιότητα του Άγγελου Σικελιανού για το βραβείο Νόμπελ Λογοτεχνίας. Σύντομα μαθεύτηκε ότι και ο Σουηδός Άντερς Έστερλουντ, ακαδημαϊκός, είχε προτείνει τον Σικελιανό για Νόμπελ.
Μόλις το έμαθε αυτό ο Καζαντζάκης κινητοποιήθηκε και κατάφερε η Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών να στείλει συμπληρωματικό έγγραφο που υποστήριζε τη συνυποψηφιότητά του. Ο Σικελιανός, φίλος του Καζαντζάκη, φαίνεται ότι χολώθηκε. Από την πλευρά του, ο Καζαντζάκης έστειλε έγγραφο στην Εταιρεία Ελλήνων Λογοτεχνών στο οποίο τόνιζε ότι δεν θα δεχόταν να πάρει μόνος του το βραβείο.
Οι αντιδράσεις όμως για τη συνυποψηφιότητα Καζαντζάκη-Σικελιανού ήταν πολλές. Χαρακτηριστικό είναι το πρωτοσέλιδο δημοσίευμα της "Εστίας", με τίτλο "Μια Διεθνής Απάτη" (31 Αυγούστου 1946).
"Οι δύο ποιηταί του ΕΑΜ –αφού εισέπρατταν επί έτη τα γερμανικά επιδόματα των προδοτικών κυβερνήσεων Τσολάκογλου και Ράλλη- εσκέφθησαν ότι καλόν θα ήτο να εκμεταλλευθούν και την εν τω εξωτερικώ δόξαν της εθνικόφρονος Ελλάδος από τα δύο ιστορικά της "Όχι".
Υπέβαλαν, λοιπόν υποψηφιότητα εις την Στοκχόλμην δια… το βραβείον Νόμπελ! Και ο μεν κύριος Σικελιανός, τον οποίον ο ελληνικός λαός – εξαιρέσει μικρού κύκλου ιδιωτικών φίλων – αγνοεί ως ποιητήν ή συγγραφέα και γνωρίζει μόνον ως ακατανόητον… μυστηριογράφον, εφρόντισε να περισυλλέξει τας υπογραφάς των Γάλλων λογοτεχνών, τους οποίους είχε φιλοξενήσει, δαπάναις της δόλιας Ελλάδος, όταν παρίστανε τον Απόλλωνα εις τους Δελφούς (εννοεί το άρθρο, τις Δελφικές Γιορτές του 1927 και του 1930). Ο δε κύριος Νικολάι Καζάν (Καζαντζάκης) επήρε τας υπογραφάς μερικών εαμικών καθηγητών του Πανεπιστημίου και εξεκίνησε και αυτός δια το βραβείον. Αλλ’ είναι επιτετραμμένον να αφήνεται ακατατόπιστος η Σουηδική Ακαδημία έναντι τοιαύτης προσπάθειας, η οποία ολίγον διαφέρει της απάτης; Και δεν θα έπρεπεν οι άνθρωποι να ειδοποιηθούν ότι και οι δύο αυτοί υποψήφιοι των σφαγέων του Δεκεμβρίου είναι τελείως ξένοι προς την Ελλάδα, την οποία θα ήθελεν ίσως να τιμήσει η Επιτροπή του Νόμπελ;»
Πάντως η συνυποψηφιότητα του Καζαντζάκη το 1946, απορρίφθηκε ως εκπρόθεσμη Για την ιστορία, το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1946, απονεμήθηκε στον Γερμανοελβετό λογοτέχνη Έρμαν Έσε.
Από το 1947 ως το 1957 – Οι αντιδράσεις
Το 1947, ο καθηγητής Νίκος Βέης, κατέθεσε στη Σουηδική Ακαδημία την κοινή υποψηφιότητα των Καζαντζάκη – Σικελιανού για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Την ίδια χρονιά, δύο ακόμα Έλληνες λογοτέχνες, ο Γεώργιος Δροσίνης και ο Γρηγόριος Ξενόπουλος ήταν υποψήφιοι για το βραβείο, το οποίο κατέληξε στον Αντρέ Ζιντ…
Νέα συνυποψηφιότητα Καζαντζάκη – Σικελιανού το 1950
Ο Σουηδός ελληνιστής Μπέργε Κνες, θεωρούσε ότι θα κατακτούσαν σίγουρα το βραβείο. Ωστόσο διαψεύστηκε.
Το Νόμπελ Λογοτεχνίας του 1950, απονεμήθηκε στον Βρετανό μαθηματικό και φιλόσοφο Μπέρτραντ Ράσελ! Λόγοι πολιτικής σκοπιμότητας επέβαλαν τη βράβευση αυτή.
Τον Ιούνιο του 1951, ο Άγγελος Σικελιανός έφυγε από τη ζωή. Ο θάνατός του συγκλόνισε τον στενό του φίλο Νίκο Καζαντζάκη. Παρά το ότι για πολλά χρόνια (1924-1942), είχαν απομακρυνθεί ο ένας από τον άλλον, υπήρχε μεταξύ τους αμοιβαία εκτίμηση. Μετά το 1942, οι σχέσεις τους αποκαταστάθηκαν. Το 1951, ο Καζαντζάκης ήταν ξανά υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Κάπου εκεί, φαίνεται ότι αναλαμβάνει δράση ο Σπύρος Μελάς…
Ποιος ήταν όμως ο Σπύρος Μελάς;
Γεννημένος στη Ναύπακτο το 1883, δημοσιογράφος, λογοτέχνης και θεατρικός συγγραφέας, ξεκίνησε να σπουδάζει νομικά, σύντομα όμως εγκατέλειψε το Πανεπιστήμιο και ασχολήθηκε με τη δημοσιογραφία. Έκανε αξιόλογη καριέρα ως χρονογράφος, με το ψευδώνυμο Φορτούνιο. «Οι ιδεολογικές του πεποιθήσεις μεταλλάσσονταν με το πέρασμα του χρόνου, καθιστώντας τον στόχο για μερίδα της διανόησης της εποχής του» (Εγκ/δεια «ΔΟΜΗ», τ.18, έκδ.2005). Έγραψε θεατρικά δράματα και κωμωδίες, τα οποία αν και δεν διακρίνονταν για την τεχνική τους αρτιότητα, γνώρισαν σημαντική επιτυχία. Από το 1935, ήταν μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Πέθανε το 1966. Στις 9 Μαρτίου 1951, ο ελληνιστής Μπέργε Κνες, έγραφε στον Γιώργο Θεοτοκά:
«θέλω να σας επισημάνω με δυο λόγια, εντελώς εμπιστευτικά, ότι ο κύριος Σπύρος Μελάς βρίσκεται στη Στοκχόλμη ως εκπρόσωπος της Ακαδημίας Αθηνών και των Ελλήνων Συγγραφέων. Είδα τον κύριο Μελά και κουβέντιασα λίγο μαζί του. Τον γνώριζα ήδη από τη φήμη του, όχι προσωπικά. Οι συμπατριώτες μου και οι εφημερίδες εδώ, που δεν ξέρουν τίποτα, νομίζουν ότι είναι ο πιο διακεκριμένος συγγραφέας της Ελλάδας. Ο πρέσβης της Ελλάδας στη Σουηδία (Πίνδαρος Ανδρουλής), είναι της ίδιας γνώμης καθώς φαίνεται. Κάνω ό,τι μπορώ για να διορθώσω τις παρεξηγήσεις, αλλά η φωνή μου πνίγεται μέσα στον θόρυβο που έχουν δημιουργήσει».
Και στις 29 Μαρτίου, ο Κνες, σε νέα του επιστολή στον Θεοτοκά συμπληρώνει:
«Είμαι πολύ στενοχωρημένος για όλον αυτό τον θόρυβο που δημιούργησε εδώ ο κύριος Σπύρος Μελάς. Έγινε δεκτός από τον βασιλέα, πράγμα που δεν έχει σημασία. Αλλά το χειρότερο είναι ότι πήγε και επισκέφτηκε μερικά μέλη της Σουηδικής Ακαδημίας, τον κύριο Όντερλινγκ, μόνιμο γραμματέα και τον κύριο Τάλμπεργκ και έκαμε το παν για να συκοφαντήσει τον Σικελιανό και τον Καζαντζάκη, που για εκείνον ήταν κομμουνιστές και τους βλέπουν με πολλή δυσμένεια στην Ελλάδα. Ερχόμενος με την ιδιότητα του μέλους της Ακαδημίας Αθηνών, ισχυριζόταν ότι αντιπροσώπευε την αληθινή νέα ελληνική λογοτεχνία…».
Όπως γράφει ο Κώστας Αρκουδέας στο βιβλίο του «Το Χαμένο Νόμπελ», ο Μελάς «…είχε την κάλυψη της επίσημης πολιτείας». Η Ακαδημία, μπορεί να μην ήταν αυτή που έστειλε τον Σπύρο Μελά στη Στοκχόλμη (θυμίζουμε ότι ήταν μέλος της), αλλά σίγουρα δεν τον εμπόδισε και δεν τον αποδοκίμασε…
Ο Πάτροκλος Σταύρου, θετός γιος της Ελένης, δεύτερης συζύγου του Καζαντζάκη και κληρονόμος των πνευματικών δικαιωμάτων του, σε άρθρο του στο «Βήμα» τον Οκτώβριο του 2000 με τίτλο «Όταν δεν τους περίμενα», έγραψε χαρακτηριστικά:
«Κατά τα μέσα της δεκαετίας του ’50 η φήμη του Καζαντζάκη άρχισε πλέον να απλώνεται σε όλες τις ηπείρους. Η διεθνής αναγνώριση του διάνοιγε τον δρόμο προς το βραβείο, το οποίον ακοιμήτως ναρκοθετούσε η Ελλάς. Να τον αφήσει να πάρει το Νόμπελ; Αδύνατον. Ακόμα και μυστικούς αστυνομικούς έστελναν τότε στην Αντίμπ (γαλλική πόλη όπου ζούσε ο Καζαντζάκης με τη δεύτερη γυναίκα του Ελένη), οι οποίοι υπεδύοντο τους δημοσιογράφους για να τον κατασκοπεύσουν. Η ματαίωση της απονομής του Νόμπελ στον Καζαντζάκη υπήρξε σαφώς ελληνικός άθλος. Ευτελές εργαλείο αυτής της ασχημοσύνης ήταν ο Σπύρος Μελάς, συνεργαζόμενος με τον Έλληνα πρέσβη στη Στοκχόλμη, Πίνδαρο Ανδρουλή, ο οποίος δρούσε βάσει οδηγιών από το κέντρο, την Αθήνα. Δεν ήταν δυνατόν να συμβεί διαφορετικά. Τι είχε με τον Καζαντζάκη ο Μελάς; Φθόνο, μίσος, αντιζηλία; Ίσως όλα, και μαζί έχθρα και φοβερή ζήλια».
Ήδη όμως από το 1947, στην πρώτη κοινή (και έγκυρη…) υποψηφιότητα των Καζαντζάκη – Σικελιανού, όπως αναφέρει στο ίδιο άρθρο ο Πάτροκλος Σταύρου, είχε κυκλοφορήσει στη Στοκχόλμη μια δεκαπεντασέλιδη μπροσούρα, εχθρική για τους δύο και άκρως επαινετική για τον μυθιστοριογράφο Γεώργιο Βουγιουκλάκη τον οποίο παρουσίαζε ως κορυφαίο. Ποιος ήταν ο Γεώργιος Βουγιουκλάκης; Στο ογκώδες «Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας» των εκδόσεων Πατάκη (2007), δεν αναφέρεται καθόλου! Απ’ ότι…ανακαλύψαμε όμως, γεννήθηκε το 1903 στην Αθήνα και πέθανε στο Παρίσι το 1956. Πολλοί κριτικοί, τον χαρακτήρισαν ανανεωτή του νεοελληνικού μυθιστορήματος στο ύφος και τη μορφή. Το μυθιστόρημά του «Ο Ξένος», γνώρισε επιτυχία και στη Γαλλία, ενώ αξιόλογο είναι επίσης και το μυθιστόρημά του «Μαντάμ Εύα». Σε καμία περίπτωση όμως ο Βουγιουκλάκης δεν μπορεί να θεωρηθεί ανώτερος των Καζαντζάκη και Σικελιανού.
Δυστυχώς η «κακή φήμη» του Καζαντζάκη στους κύκλους της Σουηδικής Ακαδημίας, παρέμεινε ως τον θάνατό του (1957). Αν και ήταν, όπως είδαμε στο άρθρο της Τετάρτης 4/10/2017 κάθε χρόνο υποψήφιος για το Νόμπελ Λογοτεχνίας, ποτέ δεν τιμήθηκε με αυτό. Πιο κοντά από κάθε άλλη φορά, φαίνεται ότι έφτασε το 1956, οπότε και έχασε το βραβείο για δύο ψήφους από τον Ισπανό Χουάν Ραμόν Χιμένεθ. Κι αν νομίζετε ότι ο φθόνος και οι συκοφαντίες είναι ελληνικό προνόμιο, κάνετε λάθος…
Ένας παλιός φίλος του Πάμπλο Νερούδα και στη συνέχεια ορκισμένος εχθρός του, πήγε στη Στοκχόλμη και προσπάθησε να εμποδίσει τους Σουηδούς να του απονείμουν το Νόμπελ, διαδίδοντας ότι ο Χιλιανός διπλωμάτης και ποιητής, είχε πάρει μέρος στη δολοφονία του Τρότσκι!
Ο Νερούδα πάντως, όπως είναι γνωστό, τιμήθηκε με το Νόμπελ Λογοτεχνίας το 1971. Όσο για τη χώρα μας; Ευτύχησε να έχει δύο νομπελίστες έως σήμερα, Τον Γιώργο Σεφέρη και το Οδυσσέα Ελύτη, Βέβαια, το 1979, η Σουηδική Ακαδημία, θέλησε να δώσει το Νόμπελ από κοινού στους Ελύτη και Ρίτσο! Όμως ο καθένας το ήθελε για τον εαυτό του και τελικά αποφασίστηκε το βραβείο να δοθεί στον ποιητή του Αιγαίου. Αυτό όμως, είναι μια άλλη ιστορία με την οποία ίσως ασχοληθούμε στο μέλλον.
Πηγή: ΚΩΣΤΑΣ ΑΡΚΟΥΔΕΑΣ, «ΤΟ ΧΑΜΕΝΟ ΝΟΜΠΕΛ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΑΣΤΑΝΙΩΤΗ, 2015
Μοναδική προσφορά
Τα αριστουργήματα του Νίκου Καζαντζάκη θα προσφέρει το Πρώτο ΘΕΜΑ, αρχίζοντας από αυτή την Κυριακή 28 Ιανουαρίου με τον μοναδικό «Καπετάν Μιχάλη». Πρόκειται για μια σειρά μνημειωδών έργων, όπως το «Βίος και πολιτεία του Αλέξη Ζορμπά», «Οι αδερφοφάδες», «Ασκητική», το πολυσυζητημένο «Ο τελευταίος πειρασμός», αλλά και όλα τα μεγάλα έργα του κορυφαίου Έλληνα συγγραφέα. Στην πλέον σύγχρονη έκδοσή τους, σε πολυτελείς σκληρόδετους τόμους, τα βιβλία του Νίκου Καζαντζάκη δεν μπορούν να λείψουν από την βιβλιοθήκη κανενός Έλληνα. Αυτή την Κυριακή με το ΘΕΜΑ, μη χάσετε το αριστούργημα του Νίκου Καζαντζάκη «Ο Καπετάν Μιχάλης» σε έναν πολυτελή σκληρόδετο τόμο.
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ