2018-01-24 22:04:28
Από το Γεροντικό
Αρχίζοντας ο μακάριος Ζωσιμάς έκανε πρώτα το σημείο του σταυρού στο στόμα κι έπειτα άρχισε να λέει: «Ο Λόγος του Θεού με την ενανθρώπησή του πρόσφερε τόση χάρη σ’ αυτούς που τον πίστεψαν!
Είναι δυνατόν κι αυτή την ώρα να πιστέψουμε και ν’ αρχίσουμε από σήμερα, εάν το θέλουμε. Γιατί αν η προαίρεσή μας το ποθεί και η Χάρη συνεργεί, είναι δυνατό στον καθένα που το θέλει, να θεωρεί τον κόσμο ολόκληρο σαν ένα τίποτε». Και έπαιρνε ό,τι έβρισκε, ένα ξυλάκι ή μια κλωστή ή ό,τι άλλο πολύ ασήμαντο και έλεγε: «Ποιος εξαιτίας αυτού του πράγματος αγωνίζεται ή τσακώνεται με άλλους ή κρατάει κακία ή θλίβεται, παρά μόνο αν πραγματικά έχει χάσει τα μυαλά του. Επομένως ο άνθρωπος του Θεού προχωρώντας και προκόβοντας θεωρεί ολόκληρο τον κόσμο σαν το ξυλάκι αυτό, κι αν ακόμη κατέχει όλο τον κόσμο. Και μάλιστα, όπως συνηθίζω να λέω, δεν βλάπτει το να έχει κανείς, αλλά το να ‘ναι προσκολλημένος με πάθος σ’ αυτά που έχει.
Ποιος δεν γνωρίζει ότι, απ’ όλα όσα έχουμε, πολυτιμότερο είναι το σώμα; Όπως λοιπόν, όταν οι περιστάσεις το καλούν, έχουμε χρέος να μη λογαριάζουμε κι αυτό το σώμα μας ακόμη, έτσι πολύ περισσότερο και τα εκτός του σώματος. Και όπως δεν είναι σωστό –εκτός κι αν είναι ανάγκη– αβασάνιστα και ως έτυχε να πετάμε την περιουσία μας, έτσι ούτε τον εαυτό μας δεν πρέπει να εκθέτουμε σε κίνδυνο και να πεθαίνουμε, πράγμα που ταιριάζει σε κάποιον που του σάλεψε το μυαλό· αλλά να αναμένουμε την κατάλληλη περίσταση για να βρεθούμε έτοιμοι».
Θυμήθηκε τότε τον αδελφό που είχε τα λάχανα και άρχισε να λέει: «Μήπως αλήθεια δεν έσπειρε; Δεν κόπιασε; Δεν τα φύτεψε και δεν τα καλλιέργησε; Μήπως τα ξερίζωσε και τα πέταξε; Κι όμως τα είχε σαν να μην τα είχε. Έτσι λοιπόν, όταν τον επισκέφθηκε ο Γέροντας θέλοντας να τον δοκιμάσει και άρχισε να τα καταστρέφει, ούτε που βγήκε μπροστά του, αλλά κρύφθηκε. Και όταν είχε απομείνει μια ρίζα, τότε του είπε: “Αν θέλεις, πάτερ, άφησέ το αυτό και ας κάνουμε μ’ αυτό ένα τραπέζι”. Τότε κατάλαβε ο άγιος ότι είναι γνήσιος δούλος του Θεού και όχι των λαχάνων και του λέει: “Έχει αναπαυθεί το Πνεύμα του Θεού σε σένα, αδελφέ”. Αν όμως είχε προσκόλληση στα λάχανα, θα φαινόταν αμέσως, γιατί θα θλιβόταν και θα ταρασσόταν· αλλά έδειξε ότι τα είχε σαν να μην τα είχε». Και έλεγε ο αββάς Ζωσιμάς: «Κάτι τέτοια τα σημειώνουν οι δαίμονες· και αν δουν κάποιον που δεν έχει προσκόλληση στα πράγματα, καθώς δεν ταράζεται ούτε θλίβεται, καταλαβαίνουν ότι αυτός περπατάει βέβαια πάνω στη γη, αλλά δεν έχει μέσα του γήινο φρόνημα».
Είπε ακόμη ο αββάς Ζωσιμάς: «Υπάρχουν διάφορες ορμές της προαίρεσης. Μια προαίρεση θερμή μπορεί μέσα σε μια ώρα να προσφέρει στον Θεό όσα δεν προσφέρει άλλη προαίρεση οκνηρή μέσα σε πενήντα χρόνια. Και αν δουν οι δαίμονες ότι κάποιος βρίσθηκε ή εξευτελίσθηκε ή αδικήθηκε ή οτιδήποτε άλλο έπαθε και λυπάται, όχι γιατί άδικα έπαθε, αλλά γιατί δεν σήκωσε με γενναιότητα την αδικία, μια τέτοια ορμή τη φοβούνται οι δαίμονες· γιατί γνωρίζουν ότι ο άνθρωπος αυτός πήρε τον δρόμο της αλήθειας και θέλει να βαδίσει σύμφωνα με τις εντολές του Θεού».
Και θυμήθηκε το περιστατικό με τον άγιο Παχώμιο, τότε που του έβαλε τις φωνές ο αδελφός του ο μεγαλύτερος λέγοντάς του «πάψε να είσαι φανταγμένος», επειδή ήθελε να επεκτείνει το μοναστήρι σύμφωνα με την πληροφορία που είχε από τον Θεό. Κι εκείνος μόλις τ’ άκουσε –λέει ο βιογράφος του– ταράχθηκε, γιατί πίστευε ότι κάνει κάτι καλό· όμως δεν αντιμίλησε καθόλου, καθώς πάντοτε κυριαρχούσε στα αισθήματά του· αλλ’ όταν έφθασε η νύκτα, κατέβηκε σ’ ένα μικρό κατώι και άρχισε να κλαίει λέγοντας στην προσευχή του: «Θεέ μου, ακόμη υπάρχει μέσα μου το κοσμικό φρόνημα, ακόμη ζω κοσμικά, αλίμονό μου! Πρόκειται να πεθάνω, όπως λέει η Γραφή· ενώ έχω κάνει τόση άσκηση και τόση προετοιμασία ψυχική, πάλι αρπάζομαι από τον θυμό, έστω και για καλό. Ελέησέ με, μη χαθώ, Κύριε. Γιατί αν βρει μέσα μου τόπο ο εχθρός, έστω και τόσο δα, και δεν με στηρίξεις, θα με κάνει του χεριού του. Αλλά κι αν όλο σου τον νόμο τηρήσει κανείς και φταίξει σε ένα, είναι ένοχος σε όλα (Ιακ. 2:10).
»Πιστεύω ότι εάν η μεγάλη σου ευσπλαχνία με βοηθήσει, θα μάθω στο εξής να βαδίζω την οδό των αγίων σου προχωρώντας πάντοτε προς τα εμπρός. Αυτοί βέβαια καταντρόπιασαν τον εχθρό όπως πρέπει· εγώ όμως πώς θα διδάξω, Κύριε, αυτούς που θα καλέσεις μαζί μου να ακολουθήσουν τον βίο αυτόν, εάν πρώτα εγώ ο ίδιος δεν νικήσω τον εχθρό;» Και αφού είπε αυτά τα λόγια στην προσευχή του, παρέμεινε όλη τη νύκτα, επαναλαμβάνοντας τα ίδια με πολλά δάκρυα, έως ότου έφεξε η ημέρα· και από τον ιδρώτα που έχυσε, το έδαφος κάτω από τα πόδια του έγινε σαν λάσπη· γιατί ήταν καλοκαίρι και ο τόπος έκαιε.
Και έλεγε θαυμάζοντας ο μακάριος Ζωσιμάς: «Μήπως είχαν τα δάκρυά του μέτρο; Πώς να μη χαρίσει ο Θεός όλα του τα αγαθά σε μια τέτοια προαίρεση! Έχω την πεποίθηση ότι την ίδια κιόλας νύκτα ο Θεός τού χάρισε όλα όσα του ζήτησε, ώστε να ‘ναι νεκρός ως προς όλα».
Από το βιβλίο: ΤΟ ΜΕΓΑ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ, Τόμος Α’, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, σελ. 165.
Πηγή
paraklisi
Αρχίζοντας ο μακάριος Ζωσιμάς έκανε πρώτα το σημείο του σταυρού στο στόμα κι έπειτα άρχισε να λέει: «Ο Λόγος του Θεού με την ενανθρώπησή του πρόσφερε τόση χάρη σ’ αυτούς που τον πίστεψαν!
Είναι δυνατόν κι αυτή την ώρα να πιστέψουμε και ν’ αρχίσουμε από σήμερα, εάν το θέλουμε. Γιατί αν η προαίρεσή μας το ποθεί και η Χάρη συνεργεί, είναι δυνατό στον καθένα που το θέλει, να θεωρεί τον κόσμο ολόκληρο σαν ένα τίποτε». Και έπαιρνε ό,τι έβρισκε, ένα ξυλάκι ή μια κλωστή ή ό,τι άλλο πολύ ασήμαντο και έλεγε: «Ποιος εξαιτίας αυτού του πράγματος αγωνίζεται ή τσακώνεται με άλλους ή κρατάει κακία ή θλίβεται, παρά μόνο αν πραγματικά έχει χάσει τα μυαλά του. Επομένως ο άνθρωπος του Θεού προχωρώντας και προκόβοντας θεωρεί ολόκληρο τον κόσμο σαν το ξυλάκι αυτό, κι αν ακόμη κατέχει όλο τον κόσμο. Και μάλιστα, όπως συνηθίζω να λέω, δεν βλάπτει το να έχει κανείς, αλλά το να ‘ναι προσκολλημένος με πάθος σ’ αυτά που έχει.
Ποιος δεν γνωρίζει ότι, απ’ όλα όσα έχουμε, πολυτιμότερο είναι το σώμα; Όπως λοιπόν, όταν οι περιστάσεις το καλούν, έχουμε χρέος να μη λογαριάζουμε κι αυτό το σώμα μας ακόμη, έτσι πολύ περισσότερο και τα εκτός του σώματος. Και όπως δεν είναι σωστό –εκτός κι αν είναι ανάγκη– αβασάνιστα και ως έτυχε να πετάμε την περιουσία μας, έτσι ούτε τον εαυτό μας δεν πρέπει να εκθέτουμε σε κίνδυνο και να πεθαίνουμε, πράγμα που ταιριάζει σε κάποιον που του σάλεψε το μυαλό· αλλά να αναμένουμε την κατάλληλη περίσταση για να βρεθούμε έτοιμοι».
Θυμήθηκε τότε τον αδελφό που είχε τα λάχανα και άρχισε να λέει: «Μήπως αλήθεια δεν έσπειρε; Δεν κόπιασε; Δεν τα φύτεψε και δεν τα καλλιέργησε; Μήπως τα ξερίζωσε και τα πέταξε; Κι όμως τα είχε σαν να μην τα είχε. Έτσι λοιπόν, όταν τον επισκέφθηκε ο Γέροντας θέλοντας να τον δοκιμάσει και άρχισε να τα καταστρέφει, ούτε που βγήκε μπροστά του, αλλά κρύφθηκε. Και όταν είχε απομείνει μια ρίζα, τότε του είπε: “Αν θέλεις, πάτερ, άφησέ το αυτό και ας κάνουμε μ’ αυτό ένα τραπέζι”. Τότε κατάλαβε ο άγιος ότι είναι γνήσιος δούλος του Θεού και όχι των λαχάνων και του λέει: “Έχει αναπαυθεί το Πνεύμα του Θεού σε σένα, αδελφέ”. Αν όμως είχε προσκόλληση στα λάχανα, θα φαινόταν αμέσως, γιατί θα θλιβόταν και θα ταρασσόταν· αλλά έδειξε ότι τα είχε σαν να μην τα είχε». Και έλεγε ο αββάς Ζωσιμάς: «Κάτι τέτοια τα σημειώνουν οι δαίμονες· και αν δουν κάποιον που δεν έχει προσκόλληση στα πράγματα, καθώς δεν ταράζεται ούτε θλίβεται, καταλαβαίνουν ότι αυτός περπατάει βέβαια πάνω στη γη, αλλά δεν έχει μέσα του γήινο φρόνημα».
Είπε ακόμη ο αββάς Ζωσιμάς: «Υπάρχουν διάφορες ορμές της προαίρεσης. Μια προαίρεση θερμή μπορεί μέσα σε μια ώρα να προσφέρει στον Θεό όσα δεν προσφέρει άλλη προαίρεση οκνηρή μέσα σε πενήντα χρόνια. Και αν δουν οι δαίμονες ότι κάποιος βρίσθηκε ή εξευτελίσθηκε ή αδικήθηκε ή οτιδήποτε άλλο έπαθε και λυπάται, όχι γιατί άδικα έπαθε, αλλά γιατί δεν σήκωσε με γενναιότητα την αδικία, μια τέτοια ορμή τη φοβούνται οι δαίμονες· γιατί γνωρίζουν ότι ο άνθρωπος αυτός πήρε τον δρόμο της αλήθειας και θέλει να βαδίσει σύμφωνα με τις εντολές του Θεού».
Και θυμήθηκε το περιστατικό με τον άγιο Παχώμιο, τότε που του έβαλε τις φωνές ο αδελφός του ο μεγαλύτερος λέγοντάς του «πάψε να είσαι φανταγμένος», επειδή ήθελε να επεκτείνει το μοναστήρι σύμφωνα με την πληροφορία που είχε από τον Θεό. Κι εκείνος μόλις τ’ άκουσε –λέει ο βιογράφος του– ταράχθηκε, γιατί πίστευε ότι κάνει κάτι καλό· όμως δεν αντιμίλησε καθόλου, καθώς πάντοτε κυριαρχούσε στα αισθήματά του· αλλ’ όταν έφθασε η νύκτα, κατέβηκε σ’ ένα μικρό κατώι και άρχισε να κλαίει λέγοντας στην προσευχή του: «Θεέ μου, ακόμη υπάρχει μέσα μου το κοσμικό φρόνημα, ακόμη ζω κοσμικά, αλίμονό μου! Πρόκειται να πεθάνω, όπως λέει η Γραφή· ενώ έχω κάνει τόση άσκηση και τόση προετοιμασία ψυχική, πάλι αρπάζομαι από τον θυμό, έστω και για καλό. Ελέησέ με, μη χαθώ, Κύριε. Γιατί αν βρει μέσα μου τόπο ο εχθρός, έστω και τόσο δα, και δεν με στηρίξεις, θα με κάνει του χεριού του. Αλλά κι αν όλο σου τον νόμο τηρήσει κανείς και φταίξει σε ένα, είναι ένοχος σε όλα (Ιακ. 2:10).
»Πιστεύω ότι εάν η μεγάλη σου ευσπλαχνία με βοηθήσει, θα μάθω στο εξής να βαδίζω την οδό των αγίων σου προχωρώντας πάντοτε προς τα εμπρός. Αυτοί βέβαια καταντρόπιασαν τον εχθρό όπως πρέπει· εγώ όμως πώς θα διδάξω, Κύριε, αυτούς που θα καλέσεις μαζί μου να ακολουθήσουν τον βίο αυτόν, εάν πρώτα εγώ ο ίδιος δεν νικήσω τον εχθρό;» Και αφού είπε αυτά τα λόγια στην προσευχή του, παρέμεινε όλη τη νύκτα, επαναλαμβάνοντας τα ίδια με πολλά δάκρυα, έως ότου έφεξε η ημέρα· και από τον ιδρώτα που έχυσε, το έδαφος κάτω από τα πόδια του έγινε σαν λάσπη· γιατί ήταν καλοκαίρι και ο τόπος έκαιε.
Και έλεγε θαυμάζοντας ο μακάριος Ζωσιμάς: «Μήπως είχαν τα δάκρυά του μέτρο; Πώς να μη χαρίσει ο Θεός όλα του τα αγαθά σε μια τέτοια προαίρεση! Έχω την πεποίθηση ότι την ίδια κιόλας νύκτα ο Θεός τού χάρισε όλα όσα του ζήτησε, ώστε να ‘ναι νεκρός ως προς όλα».
Από το βιβλίο: ΤΟ ΜΕΓΑ ΓΕΡΟΝΤΙΚΟΝ, Τόμος Α’, Πανόραμα Θεσσαλονίκης, σελ. 165.
Πηγή
paraklisi
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Προαγωγές Αστυνομικών Υποδιευθυντών σε Διευθυντές (ΦΕΚ)
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ