2018-02-09 18:40:41
«Επτάκις της ημέρας ήνεσάς σε» (ΨΑΛΜΟΣ ΡΙΗ΄)
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Α’ ΕΚΔΟΣΕΩΣ
Από πολλού χρόνου με απησχόλει το ζήτημα της ατομικής τακτής προσευχής των πιστών μελών της Εκκλησίας, των χριστιανών δηλαδή εκείνων, οι οποίοι αισθάνονται ζωηράν εις την καρδίαν των την επιθυμίαν διά περισσοτέραν, και ιδίως τακτήν, κοινωνίαν μετά του Θεού διά της προσευχής, αδυνατούν όμως να μεταβούν εις τους ιερούς ναούς διά τας εκεί τελουμένας καθ’ ημέραν ιεράς ακολουθίας.
Αι καθημεριναί συνθήκαι υπό τας οποίας ζουν και εργάζονται οι ευσεβείς χριστιανοί είναι τοιαύται, καθώς όλοι γνωρίζομεν, ώστε μόλις εις την θείαν Λειτουργίαν της Κυριακής να δύνανται να συμμετάσχουν. Ένεκα τούτου ακριβώς στερούνται όλης αυτής της πνευματικής δυνάμεως και του πλουσίου πνευματικού εφοδιασμού, ο οποίος
περιέχεται εις τας κατά το εικοσιτετράωρον τακτάς ιεράς ακολουθίας της Εκκλησίας μας.
Τόσον από την ιεράν εξομολόγησιν όσον και από προσωπικάς συζητήσεις, τας οποίας πολλάκις είχομεν με συνειδητά μέλη της Εκκλησίας μας, διεπιστώσαμεν την ανάγκην της τροφοδοσίας του είδους αυτού, της τακτής δηλαδή προσευχής, εντός των δυνατοτήτων και των συνθηκών της καθημερινής ζωής των
. Κατόπιν δε πολλών σκέψεων, κατελήξαμεν εις το συμπέρασμα, ότι μία ιακανοποιητική λύσις του προβλήματος αυτού θα ήτο, να δοθή εις τας χείρας των πιστών μας εν εγκόλπιον προσευχητάριον, μία, ούτως ειπείν, ανθολογία χρησιμοποιουμένων ψαλμών και ευχών, όπου ούτοι θα εύρισκον κατ’ επιλογήν τας κατά την διάρκειαν του εικοσιτετραώρου τακτάς προσευχάς της Εκκλησίας μας.
Η επιλογή αύτη καθίσταται επιβεβλημένη, διότι το εγκόλπιον τούτο προσευχητάριον προορίζεται να δοθή εις τους πιστούς μας, όχι διά να το τοποθετήσουν κάπου εις την οικίαν των, αλλά διά να το φέρουν μαζί των, εις τον χώρον της εργασίας των, οπουδήποτε και αν ευρίσκωνται, διά να δύνανται ευχερώς να το ανοίγουν και να προσεύχωνται εις την ωρισμένην ώραν (*).
Η ανάγκη της επιλογής γίνεται ακόμη περισσότερον αντιληπτή, όταν σκεφθώμεν, ότι αι ιεραί ακολουθίαι έχον τοιαύτην διάταξιν, ώστε η κανονική τέλεσίς των να είναι κατά κανόντα δυνατή μόνον εις τους ιερούς ναούς, εκεί όπου δίδεται η κατάλληλος άνεσις του χώρου και του χρόνου. Επειδή όμως τούτο είναι αδύνατον υπό τας σημερινάς συνθήκας, επειδή δηλαδή οι πιστοί δεν δύνανται ν’ αναγνώσουν όλους τους ψαλμούς, όλα τα τροπάρια και όλας τας ευχάς εκάστης τακτής ημερησίας ακολουθίας μέσα εις τα τόσον στενά πλαίσια του χρόνου, τον οποίον διαθέτουν εργαζόμενοι είτε εις το εργοστάσιον είτε εις το γραφείον είτε όπου αλλού ευρίσκονται κατά την ωρισμένην ώραν της προσευχής, διά τούτο εκρίναμεν αναγκαίοντον ερανισμόν αυτών εκ των προσευχών εκάστης ακολουθίας.
Τοιουτοτρόπως προσφέρομεν εις τους πιστούς το εγκόλπιον τούτο προσευχητάριον, με τους ολίγους μεν εις ποσότητα ύμνους και ψαλμούς, πλουσίους όμως και καταλλήλους εις περιεχόμενον, διά να έχουν την δυνατήτητα να ζουν την εκκλησιαστικήν μας ζωήν, προσευχόμενοι όπου και αν ευρίσκωνται και επιτυγχάνοντες ούτω το «επτάκις της ημέρας ήνεσά σε» του ψαλμωδού και το «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» του αποστόλου Παύλου.
Αρχή της Ινδίκτου 1959
Αρχιμ. Χερουβείμ
(*)Σημείωση: ή όποια άλλη ώρα και στιγμή βολεύει εμάς. Μάλιστα, Πατέρες της Εκκλησίας, μας προτρέπουν να αφιερώνουμε στην προσευχή έστω πέντε ή δέκα λεπτά την ημέρα (που θα έχουμε μια σχετική ηρεμία και ησυχία) με μικρές απλές προσευχές της αρεσκείας μας, π.χ το Πάτερ ημών, Βασιλεύ Ουράνιε…., ή άλλες μικρές προσευχές ή αποσπάσματα προσευχών από τα προσευχητάρια της εκκλησίας μας. Μάλιστα ένας Πατέρας συμβουλεύει, σε περίπτωση πολύ πιεσμένων συνθηκών, που ούτε λίγο χρόνο δε μπορούμε να αφιερώσουμε στην προσευχή, να κάνουμε (το βράδυ πριν κοιμηθούμε, ή όποτε άλλοτε) τρεις μετάνοιες ενώπιον του Θεού και τρείς φορές το σταυρό μας (ή τουλάχιστον τρεις φορές το σταυρό μας).
...................................... ΜΕΣΟΝΥΚΤΙΚΟΝ
«Μεσονύκτιον εξεγειρόμην του εξομολογείσθαί σοι….»
Είναι η πρώτη κατά το εικοσιτετράωρον προσευχή του ανθρώπου προς τον Θεόν. Την συναντώμεν εις την Παλαιάν Διαθήκην, μαρτυρουμένην υπό του Προφητάνακτος Δαβίδ. Την ανευρίσκομεν και εις την Καινήν Διαθήκην, μέσα εκεί εις την φυλακήν των Φιλίππων, όπου οι απόστολοι Παύλος και Σίλας κατά το μεσονύκτιον ύμνουν τον Θεόν, «επηκροώντο δε αυτών οι δέσμιοι» (Πράξ. 16,25). Η προσευχή αύτη έχει ιδιαιτέραν χάριν, διότι, ενώ τα πάντα σιγούν και αναπαύονται, η τον Θεόν αγαπώσα ψυχή εγείρεται εκ του ύπνου της και μαζί με τον ουράνιον κόσμον, τους αγγέλους, αναπέμπει τας δοξολογίας και τας ευχαριστίας της. Οι Άγιοι, διά μέσου των αιώνων, έχουν πολλά να μας είπουν διά την ιδιαιτέραν ευλογίαν, την οποίαν αισθάνεται η ψυχή, προσευχομένη κατά την ώραν αυτήν.
Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν.
Βασιλεύ Ουράνιε, Παράκλητε, το Πνεύμα της αληθείας, ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών, ο θησαυρός των αγαθών και ζωής χορηγός, ελθέ και σκήνωσον εν ημίν, και καθάρισον ημάς από πάσης κηλίδος και σώσον, Αγαθέ, τα ψυχάς ημών.
Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος, ελέησον ημάς.
Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι. Και νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Παναγία Τριάς, ελέησον ημάς. Κύριε, ιλάσθητι ταις αμαρτίαις ημών. Δέσποτα, συγχώρησον τας ανομίας ημίν. Άγιε επίσκεψαι και ίασαι τας ασθενείας ημών, ένεκεν του ονόματός σου. Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον.
Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι. Και νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Πάτερ ημών, ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το όνομά σου. Ελθέτω η βασιλεία σου. Γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ και επί της γής. Τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον. Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών. Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού. Ότι σου εστιν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Της κλίνης και του ύπνου εξεγείρας με Κύριε, τον νούν μου φώτισον και την καρδίαν και τα χείλη μου άνοιξον, εις το υμνείν σε, Αγία Τριάς. Άγιος, Άγιος, Άγιος εί, ο Θεός. Διά της Θεοτόκου ελέησον ημάς.
Εκ του ύπνου εξανιστάμενος ευχαριστώ σοι Αγία Τριάς, ότι διά την πολλήν σου Αγαθότητα και μακροθυμίαν ουκ ωργίσθης εμοί τω ραθύμω και αμαρτωλώ ουδέ συναπώλεσάς με ταις ανομίαις μου, αλλ’ εφιλανθρωπεύσω συνήθως και προς απόγνωσιν κείμενον ήγειράς με, εις το ορθρίσαι και δοξολογήσαι το κράτος σου. Και νύν φώτισόν μου τα όμματα της διανοίας, άνοιξόν μου το στόμα του μελετάν τα λόγια σου και συνιέναι τας εντολάς και ποιείν το θέλημά σου και ψάλλειν σοι εν εξομολογήσει καρδίας, και ανυμνείν το πανάγιον Όνομά σου, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ιδού δή ευλογείτε τον Κύριον, πάντες οι δούλοι Κυρίου, οι εστώτες εν οίκω Κυρίου, εν αυλαίς οίκου Θεού ημών. Εν ταις νυξίν επάρατε τας χείρας ημών εις τα άγια και ευλογείτε τον Κύριον. Ευλογήσαι σε Κυριος εκ Σιών, ο ποιήσας τον ουρανόν και την γήν.
........................................ ΟΡΘΡΟΣ
«Ο Θεός, ο Θεός μου, προς σε ορθρίζω»
Μετά την μεσονύκτιον προσευχήν ο πιστός εγείρεται πάλιν και εν όψει της ελεύσεως της ημέρας, η οποία είναι έκφρασις της πλουσίας αγάπης του Θεού προς τον άνθρωπον και προς όλην την δημιουργίαν, έρχεται και «προφθάνει» τον Θεόν με δοξολογίας, ευχαριστίας και ικεσίας, ζητών την θείαν ευλογίαν διά την νέαν ημέραν. Η προσευχή του Όρθρου ήτο προσευχή και της Συναγωγής, κατά την οποίαν ανεπέμποντο ειδικοί ψαλμοί και ευχαί (π.χ. ψαλμοί 62 και 87, Ησαϊου 26,9). Την συναντώμεν και εις την Κ.Δ. (Πράξεων 5,22). Εν συνεχεία δε η Εκκλησία, με το νέον και ζωογόνον πνεύμα της, την καθερώνει μονιμώτερον ως δευτέραν κατά σειράν προσευχήν της ημέρας.
Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γής ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία. (Εκ γ’).
Κύριε τι επληθύνθησαν οι θλίβοντές με; πολλοί επανίστανται επ’ εμέ. Πολλοί λέγουσι τη ψυχή μου. Ουκ έστι σωτηρία αυτώ εν τω Θεώ αυτού. Συ δε, Κύριε, αντιλήπτωρ μου εί, δόξα μου και υψών την κεφαλήν μου. Φωνή μου προς Κύριον εκέκραξα, και επήκουσέ μου εξ όρους αγίου αυτού. Εγώ εκοιμήθην και ύπνωσα. Εξηγέρθην, ότι Κύριος αντιλήψεταί μου. Ού φοβηθήσομαι από μυριάδων λαού, των κύκλω συνεπιτιθεμένων μοι. Ανάστα, Κύριε, σώσον με, ο Θεός μου. Ότι σύ επάταξας πάντας τους εχθραίνοντάς μοι ματαίως, οδόντας αμαρτωλών συνέτριψας. Του Κυρίου η σωτηρία, και επί τον λαόν σου η ευλογία σου. Εγώ εκοιμήθην και ύπνωσα. Εξηγέρθην, ότι Κύριος αντιλήψεταί μου.
Ο Θεός, ο Θεός μου, προς σε ορθρίζω. Εδίψησέ σε η ψυχή μου, ποσαπλώς σοι η σάρξ μου, εν γή ερήμω και αβάτω και ανύδρω. Ούτως εν τω αγίω ώφθην σοι, του ιδείν την δύναμίν σου και την δόξαν σου. Ότι κρείσσον το έλεός σου υπέρ ζωάς. Τα χείλη μου επαινέσουσί σε. Ούτως ευλογήσω σε εν τη ζωή μου, και εν τω ονόματί σου αρώ τας χείρας μου. Ως εκ στέατος και πιότητος εμπλησθείη η ψυχή μου. Και χείλη αγαλλιάσεως αινέσει το στόμα μου. Ει εμνημόνευόν σου επί της στρωμνής μου, εν τοις όρθροις εμελέτων εις σε. Ότι εγενήθης βοηθός μου, και εν τη σκέπη των πτερύγων σου αγαλλιάσομαι. Εκολλήθη η ψυχή μου οπίσω σου, εμού δε αντελάβετο η δεξιά σου. Αυτοί δε εις μάτην εζήτησαν την ψυχήν μου. Εισελεύσονται εις τα κατώτατα της γής, παραδοθήσονται εις χείρας ρομφαίας, μερίδες αλωπέκων έσονται. Ο δε βασιλεύς ευφρανθήσεται επί τω Θεώ, επαινεθήσεται πάς ο ομνύων εν αυτώ, ότι ενεφράγη στόμα λαλούντων άδικα.
Εν τοις όρθροις εμελέτων εις σε, ότι εγεννήθης βοηθός μου και εν τη σκέπη των πτερύγων σου αγαλλιάσομαι. Εκολλήθη η ψυχή μου οπίσω σου. Εμού δε αντελάβετο η δεξιά σου.
Κύριε ο Θεός της σωτηρίας μου, ημέρας εκέκραξα και εν νυκτί εναντίον σου. Εισελθέτω ενώπιόν σου η προσευχή μου, κλίνον το ούς σου εις την δέησίν μου. Ότι επλήσθη κακών η ψυχή μου και η ζωή μου τω άδη ήγγισε. Προσελογίσθην μετά των καταβαινόντων εις λάκκον. Εγενήθην ωσεί άνθρωπος αβοήθητος, εν νεκροίς ελεύθερος. Ωσεί τραυματίαι καθεύδοντες εν τάφω, ώ ουκ εμνήσθης έτι, και αυτοί εκ της χειρός σου απώσθησαν. Έθεντό με εν λάκκω κατωτάτω, εν σκοτεινοίς και εν σκιά θανάτου. Επ’ εμέ επεστηρίχθη ο θυμός σου, και πάντας του μετεωρισμούς σου επήγαγες επ’ εμέ. Εμάκρυνας τους γνωστούς μου απ’ εμού. Έθεντό με βδέλυγμα εαυτοίς. Παρεδόθην, και ουκ εξεπορευόμην. Οι οφθαλμοί μου ησθένησαν από πτωχείας. Εκέκραξα προς σε, Κύριε, όλην την ημέραν, διεπέτασα προς σε τας χείρας μου. Μη τοις νεκροίς ποιήσεις θαυμάσια; ή ιατροί αναστήσουσι, και εξομολογήσονταί σοι; Μη διηγήσεταί τις εν τω τάφω το έλεός σου, και την αλήθειάν σου εν τη απωλεία; Μη γνωσθήσεται εν τω σκότει τα θαυμάσιά σου, και η δικαιοσύνη σου εν γή επιλελησμένη; Καγώ προς σε Κύριε εκέκραξα, και το πρωί η προσευχή μου προφθάσει σε. Ίνα τι Κύριε απωθείς την ψυχήν μου, αποστρέφεις το πρόσωπόν σου απ’ εμού; Πτωχός ειμί εγώ, και εν κόποις εκ νεότητός μου. Υψωθείς δε εταπεινώθην και εξηπορήθην. Επ’ εμέ διήλθον αι οργαί σου, οι φοβερισμοί σου εξετάραξάν με. Εκύκλωσάν με ωσεί ύδωρ όλην την ημέραν, περιέσχον με άμα. Εμάκρυνας απ’ εμού φίλον και πλησίον, και τους γνωστούς μου από ταλαιπωρίας.
Κύριε ο Θεός της σωτηρίας μου, ημέρας εκέκραξα και εν νυκτί εναντίον σου. Εισελθέτω ενώπιόν σου η προσευχή μου, κλίνον το ούς σου εις την δέησίν μου.
Αινούμεν, υμνούμεν, ευλογούμεν και ευχαριστούμεν σοι, ο Θεός των Πατέρων ημών, ότι παρήγαγες την σκιάν της νυκτός και έδειξας ημίν πάλιν το φώς της ημέρας. Αλλ’ ικετεύομεν την σην αγαθότητα. Ιλάσθητι ταις αμαρτίαις ημών και πρόσδεξαι την δέησιν ημών εν τη μεγάλη σου ευσπλαγχνία, ότι προς σε καταφεύγομεν τον ελεήμονα και παντοδύναμον Θεόν. Λάμψον εν ταις καρδίαις ημών τον αληθινόν Ήλιον της δικαιοσύνης σου. Φώτισον τον νούν ημών, και τας αισθήσεις όλας διατήρησον, ίνα ως εν ημέρα ευσχημόνως περιπατούντες την οδόν των εντολών σου, καταντήσωμεν εις την ζωήν την αιώνιον, ότι παρά σοί εστιν η πηγή της ζωής, και εν απολαύσει γενέσθαι καταξιωθώμεν του απροσίτου φωτός. Ότι σύ εί ο Θεός ημών, και σοί την δόξαν αναπέμπομεν, τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι, νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Αινείτε τον Κύριον εκ των ουρανών. Αινείτε αυτόν εν τοις υψίστοις. Αινείτε αυτόν, πάντες οι Άγγελοι αυτού. Αινείτε αυτόν πάσαι αι Δυνάμεις αυτού. Αινείτε αυτόν, ήλιος και σελήνη. Αινείτε αυτόν, πάντα τα άστρα και το φώς. Αινείτε αυτόν, οι ουρανοί των ουρανών, και το ύδωρ το υπεράνω των ουρανών. Αινεσάτωσαν το όνομα Κυρίου. Ότι αυτός είπε, και εγενήθησαν. Αυτός ενετείλατο, και εκτίσθησαν. Έστησεν αυτά εις τον αιώνα, και εις τον αιώνα του αιώνος. Πρόσταγμα έθετο, και ου παρελεύσεται. Αινείτε τον Κύριον εκ της γής, δράκοντες και πάσαι άβυσσοι. Πύρ, χάλαζα, χιών, κρύσταλλος, πνεύμα καταιγίδος, τα ποιούντα τον λόγον αυτού. Τα όρη και πάντες οι βουνοί, ξύλα καρποφόρα και πάσαι κέδροι. Τα θηρία και πάντα τα κτήνη, ερπετά και πετεινά πτερωτά. Βασιλείς της γής και πάντες λαοί, άρχοντες και πάντες κριταί γής. Νεανίσκοι και παρθένοι, πρεσβύτεροι μετά νεωτέρων, αινεσάτωσαν το όνομα Κυρίου, ότι υψώθη το όνομα αυτού μόνου. Η εξομολόγησις αυτού επί γής και ουρανού, και υψώσει κέρας λαού αυτού. Ύμνος πάσι τοις οσίοις αυτού, τοις υιοίς Ισραήλ, λαώ εγγίζοντι αυτώ.
Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γής ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία. Υμνούμεν σε, ευλογούμεν σε, προσκυνούμεν σε, δοξολογούμεν σε, ευχαριστούμεν σοι διά την μεγάλην σου δόξαν. Κύριε Βασιλεύ, επουράνιε Θεέ, Πάτερ παντοκράτορ. Κύριε, Υιέ μονογενές, Ιησού Χριστέ, και Άγιον Πνεύμα. Κύριε ο Θεός ο Αμνός του Θεού, ο Υιός του Πατρός, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου, ελέησον ημάς, ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου. Πρόσδεξαι την δέησιν ημών, ο καθήμενος εν δεξιά του Πατρός και ελέησον ημάς.
Ότι συ ει μόνος Άγιος, συ εί μόνος Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν θεού Πατρός. Αμήν. Καθ’ εκάστην ημέραν ευλογήσω σε και αινέσω το όνομά σου εις τον αιώνα, και εις τον αιώνα του αιώνος. Κύριε καταφυγή εγενήθης ημίν εν γενεά και γενεά. Εγώ είπα. Κύριε, ελέησόν με. Ίασαι την ψυχήν μου, ότι ήμαρτόν σοι. Κύριε προς σε κατέφυγον. Δίδαξόν με του ποιείν το θέλημά σου, ότι συ εί ο Θεός μου. Ότι παρά σοι πηγή ζωής. Εν τω φωτί σου οψόμερα φώς. Παράτεινον το έλεός σου τοις γινώσκουσί σε. Καταξίωσον, Κύριε, εν τη ημέρα ταύτη, αναμαρτήτους φυλαχθήναι ημάς. Ευλογητός εί, Κύριε, ο Θεός των πατέρων ημών, και αινετόν και δεδοξασμένον το όνομά σου εις τους αιώνας. Αμήν. Γένοιτο Κύριε, το έλεός σου εφ’ ημάς, καθάπερ ηλπίσαμεν επί σε. Ευλογητός εί, Κύριε. Δίδαξόν με τα δικαιώματά σου. Ευλογητός εί, Δέσποτα. Συνέτισόν με τα δικαιώματά σου. Ευλογητός εί, Άγιε, φώτισόν με τοις δικαιώμασί σου. Κύριε, το έλεός σου εις τον αιώνα. Τα έργα των χειρών σου μη παρίδης. Σοί πρέπει αίνος, σοί πρέπει ύμνος, σοί δόξα πρέπει, τω Πατρί και Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι, νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
...........................................
ΩΡΑ ΠΡΩΤΗ
«Το πρωί παραστήσομαι σοι και επόψει με».
Αυτή αντιστοιχεί περίπου με την 7ην πρωϊνήν ιδικήν μας ώραν. Η Εκκλησία μας προσεύχεται και παρακαλεί τον Θεόν να ευλογήση την ημέραν. Ιδιαιτέρως δέεται να περιφρουρήση ημάς ο Θεός από κάθε τι, το οποίον ήθελε μας βλάψει σωματικώς και ψυχικώς. Κατά την ώραν αυτήν, καθ’ ήν ο άνθρωπος ήρχισε να απολαμβάνη τον αισθητόν φωτισμόν, διά του υλικού φωτός, επικαλείται τον πνευματικόν φωτισμόν παρά του Σωτήρος Χριστού, όστις είναι «το φώς το αληθινόν, το φωτίζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον».
Εις το όνομα του Πατρός Τα ρήματά μου ενώτισαι Κύριε. Σύνες της κραυγής μου. Πρόσχες τη φωνή της δεήσεώς μου, ο Βασιλεύς μου και ο Θεός μου. Ότι προς σε προσεύξομαι, Κύριε. Το πρωί εισακούση της φωνής μου. Το πρωί παραστήσομαί σοι και επόψει με, ότι ουχί Θεός θέλων ανομίαν σύ εί. Ού παροικήσει σοι πονηρευόμενος, ουδέ διαμενούσι παράνομοι κατέναντι των οφθαλμών σου. Εμίσησας πάντας τους εργαζομένους την ανομίαν. Απολείς πάντας τους λαλούντας το ψεύδος. Άνδρα αιμάτων και δόλιον βδελύσσεται Κύριος. Εγώ δε εν τω πλήθει του ελέους σου, εισελεύσομαι εις τον οίκον σου. Προσκυνήσω προς ναόν άγιόν σου εν φόβω σου. Κύριε, οδήγησόν με εν τη δικαιοσύνη σου. Ένεκα των εχθρών μου κατεύθυνον ενώπιόν σου την οδόν μου. Ότι ουκ εστιν εν τω στόματι αυτών αλήθεια, η καρδία αυτών ματαία. Τάφος ανεωγμένος ο λάρυγξ αυτών, ταις γλώσσαις αυτών εδολιούσαν. Κρίνον αυτούς ο Θεός. Αποπεσάτωσαν από των διαβουλιών αυτών. Κατά το πλήθος των ασεβειών αυτών έξωσον αυτούς, ότι παρεπίκραναν σε Κύριε. Και ευφρανθείησαν πάντες οι ελπίζοντες επί σε. Εις αιώνα αγαλλιάσονται, και κατασκηνώσεις εν αυτοίς. Και καυχήσονται εν σοί πάντες οι αγαπώντες το όνομά σου, ότι συ ευλογήσεις δίκαιον. Κύριε ως όπλω ευδοκίας εστεφάνωσας ημάς.
Τα διαβήματά μου κατεύθυνον κατά το λόγιόν σου, και μη κατακυριευσάτω μου πάσα ανομία. Λύτρωσαί με από συκοφαντίας ανθρώπων, και φυλάξω τας εντολάς σου. Το πρόσωπόν σου επίφανον επί τον δούλον σου, και δίδαξόν με τα δικαιώματά σου. Πληρωθήτω το στόμα μου αινέσεώς σου, Κύριε, όπως υμνήσω την δόξαν σου, όλην την ημέραν την μεγαλοπρέπειάν σου.
Χριστέ, το φώς το αληθινόν, το φωτίζον και αγιάζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον, σημειωθήτω εφ’ ημάς το φώς του προσώπου σου, ίνα εν αυτώ οψώμερα φως το απρόσιτον. Και κατεύθυνον τα διαβήματα ημών προς εργασίαν των εντολών σου, πρεσβείαις της Παναχράντου σου Μητρός, και πάντων σου των Αγίων. Αμήν.
Δέησις διά την Εκκλησίαν. Ως απαρχάς της φύσεως, τω φυτουργώ της κτίσεως, η οικουμένη προσφέρει σοι, Κύριε, τους θεοφόρους Μάρτυρας. Ταις αυτών ικεσίαις, εν ειρήνη βαθεία, την Εκκλησίαν σου, διά της Θεοτόκου, συντήρησον πολυέλεε.
.......................................
ΩΡΑ ΤΡΙΤΗ
«Το Πνεύμα σου το Άγιον μη αντανέλης απ’ εμού»
Κατά την ώραν αυτήν, που αντιστοιχεί με την 9ην πρωϊνήν, θα πρέπει ο πιστός, μαζί με την Εκκλησίαν, να ευχαριστήση τον Ουράνιον Πατέρα διά την τόσον πλουσίαν δωρεάν, την οποίαν έκαμεν εις την Εκκλησίαν Του. Κατ’ αυτήν την ώραν το Πανάγιον Πνεύμα, ο Παράκλητος, κατήλθεν επί τους Αποστόλους (Πραξ. 2,16) και εις το εξής μένει εν τη Εκκλησία και οδηγεί, αγιάζει και περιφρουρεί αυτήν. Όλων αυτών των δωρεών μέτοχος κάθε πιστή ψυχή, ευχαριστεί τον Θεόν και Πατέρα διά την ανεκτίμητον αυτήν δωρεάν και τον παρακαλεί να μη μας στερήση ποτέ των δωρεών και χαρίτων του Αγίου Πνεύματος.
Εις το όνομα του Πατρός…
Προς σε, Κύριε ήρα την ψυχήν μου. Ο Θεός μου, επί σοί πέποιθα. Μη καταισχυνθείην εις τον αιώνα. Μηδέ καταγελασάτωσάν με οι εχθροί μου. Και γάρ πάντες οι υπομένοντές σε ου μη καταισχυνθώσιν. Αισχυνθήτωσαν οι ανομούντες διακενής. Τας οδούς σου, Κύριε, γνώρισόν μοι, και τας τρίβους σου δίδαξόν με. Οδήγησόν με επί την αλήθειάν σου και δίδαξόν με, ότι σύ εί ο Θεός ο σωτήρ μου, και σε υπέμεινα όλην την ημέραν. Μνήσθητι των οικτιρμών σου, Κύριε, και τα ελέη σου, ότι από του αιώνος εισίν. Αμαρτίας νεότητός μου και αγνοίας μου μη μνησθής. Κατά το έλεός σου μνήσθητί μου σύ, ένεκεν της χρηστότητός σου, Κύριε. Χρηστός και ευθύς ο Κύριος. Διά τούτο νομοθετήσει αμαρτάνοντας εν οδώ. Οδηγήσει πραείς εν κρίσει. Διδάξει πραείς οδούς αυτού. Πάσαι αι οδοί Κυρίου έλεος και αλήθεια τοις εκζητούσι την διαθήκην αυτού και τα μαρτύρια αυτού. Ένεκεν του ονόματός σου, Κύριε, και ιλάσθητι τη αμαρτία μου. Πολλή γαρ εστι. Τις εστιν άνθρωπος ο φοβούμενος τον Κύριον. Νομοθετήσει αυτώ εν οδώ ή ηρετίσατο. Η ψυχή αυτού εν αγαθοίς αυλισθήσεται, και το σπέρμα αυτού κληρονομήσει γήν. Κραταίωμα Κύριος των φοβουμένων αυτόν, και η διαθήκη αυτού δηλώσει αυτοίς. Οι οφθαλμοί μου διαπαντός προς τον Κύριον, ότι αυτός εκσπάσει εκ παγίδος τους πόδας μου. Επίβλεψον επ’ εμέ και ελέησόν με, ότι μονογενής και πτωχός ειμί εγώ. Αι θλίψεις της καρδίας μου επληθύνθησαν. Εκ των αναγκών μου εξάγαγέ με. Ίδε την ταπείνωσιν μου και τον κόπον μου και άφες πάσας τας αμαρτίας μου. Ίδε τους εχθρούς μου, ότι επληθύνθησαν και μίσος άδικον εμίσησάν με. Φύλαξον την ψυχήν μου, και ρύσαι με. Μη καταισχυνθείην, ότι ήλπισα επί σε. Άκακοι και ευθείς εκολλώντο μοι, ότι υπέμεινά σε, Κύριε. Λύτρωσαι, ο Θεός, τον ισραήλ εκ πασών των θλίψεων αυτού.
Κύριε, ο το πανάγιόν σου Πνεύμα εν τη Τρίτη ώρα τοις Αποστόλοις σου καταπέμψας, τούτο, αγαθέ, μη αντανέλης αφ’ ημών, αλλ’ εγκαίνισον ημίν τοις δεομένοις σου.
Ευχή του Μεγάλου Βασιλείου
Κύριε ο Θεός ημών, ο την σήν ειρήνην δεδωκώς τοις ανθρώποις, και την του παναγίου Πνεύματος δωρεάν τοις σοις Μαθηταίς και Αποστόλοις καταπέμψας, και τα τούτων χείλη εκ πυρίνων γλωσσών διανοίξας δυνάμει σου, διάνοιξον και ημών των αμαρτωλών τα χείλη, και δίδαξον ημάς, πώς δεί, και υπέρ ών χρή προσεύχεσθαι. Κυβέρνησον ημών την ζωήν, ο εύδιος των χειμαζομένων λιμήν και γνώρισον ημίν οδόν, εν ή πορευσόμεθα. Πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοις εγκάτοις ημών, και Πνεύματι ηγεμονικώ το της διανοίας ημών στήριξον ολισθηρόν, ίνα καθ’ εκάστην ημέραν τω Πνεύματί σου τω αγαθώ προς το συμφέρον οδηγούμενοι, καταξιωθώμεν ποιείν τας εντολάς σου, και της σής αεί μνημονεύειν ενδόξου και ερευνητικής των πεπραγμένων τοις ανθρώποις παρουσίας, και μη τοις φθειρομένοις του κόσμου τούτου εναπατάσθαι τερπνοίς αλλά της των μελλόντων ορέγεσθαι απολαύσεως ενίσχυσον θησαυρών. Ότι ευλογητός και αινετός υπάρχεις εν πάσι τοις Αγίοις σου, εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
...........................................
ΩΡΑ ΕΚΤΗ
«Εκεί εσταύρωσαν Αυτόν… Ήν δε ωσεί ώρα έκτη»
Τώρα, περισσότερον από τας άλλας ώρας, όχι μόνον δεν πρέπει να παραλειφθή η προσευχή μας μαζί με την Εκκλησίαν, αλλά και κάθε ψυχή, λυτρωμένη διά του Ιησού, πρέπει να αισθανθή αισθήματα δέους και ευγνωμοσύνης. Κατά την ώραν αυτήν (που αντιστοιχεί με την 12ηνμεσημβρινήν) εις τον Γολγοθάν έχει αρχίσει το θείον δράμα της θυσίας του Κυρίου μας. Ο Ιησούς, καρφωμένος επί του ξύλου ως κατάδικος, εις «τον λεγόμενον Κρανίου τόπον»! (Ματθ. 27,45-Μαρκ. 15,33-Λουκά 23,44). Μη φρίττης μόνον, αναλογιζόμενος την θλιβεράν εικόνα, αλλά χαίρων διά την άπειρον αγάπην του Θεού, ευχαρίστει Αυτόν ευγνωμόνως.
Εις το όνομα του Πατρός…
Ο Θεός εν τω ονόματί σου σώσον με, και εν τη δυνάμει σου κρινείς με. Ο Θεός, εισάκουσον της προσευχής μου, ενώτισαι τα ρήματα του στόματός μου. Ότι αλλότριοι επανέστησαν επ’ εμέ, και κραταιοί εζήτησαν την ψυχήν μου, και ου προέθεντο τον Θεόν ενώπιον αυτών. Ιδού γάρ ο Θεός βοηθεί μοι και ο Κύριος αντιλήπτωρ της ψυχής μου. Αποστρέψει τα κακά τοις εχθροίς μου. Εν τη αληθεία σου εξολόθρευσον αυτούς. Εκουσίως θύσω σοι. Εξομολογήσομαι τω ονόματί σου, Κύριε, ότι αγαθόν. Ότι εκ πάσης θλίψεως ερρύσω με, και εν τοις εχθροίς μου επείδεν ο οφθαλμός μου.
Ο εν έκτη ημέρα τε και ώρα τω Σταυρώ προσηλώσας την εν τω Παραδείσω τολημθείσαν τω Αδάμ αμαρτίαν, και των πταισμάτων ημών το χειρόγραφον διάρρηξον, Χριστέ ο Θεός, και σώσον ημάς.
Σωτηρίαν ειργάσω εν μέσω της γής, Χριστέ ο Θεός. Επί Σταυρού τας αχράντους σου χείρας εξέτεινας, επισυνάγων πάντα τα έθνη κράζοντα. Κύριε δόξα σοι.
Θεέ και Κύριε των Δυνάμεων, και πάσης κτίσεως Δημιουργέ, ο διά σπλάγχνα ανεικάστου ελέους σου τον Μονογενή σου Υιόν, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, καταπέμψας επί σωτηρία του γένους ημών, και διά του τιμίου αυτού Σταυρού το χειρόγραφον των αμαρτιών ημών διαρρήξας, και θριαμβεύσας εν αυτώ τας αρχάς και εξουσίας του σκότους, αυτός, Δέσποτα φιλάνθρωπε, πρόσδεξαι και ημών των αμαρτωλών τας ευχαριστηρίους ταύτας και ικετηρίους εντεύξεις. Και ρύσαι ημάς από παντός ολεθρίου και σκοτεινού παραπτώματος, και πάντων των κακώσαι ημάς ζητούντων, ορατών και αοράτων εχθρών. Καθήλωσον εκ του φόβου σου τας σάρκας ημών, και μη εκκλίνης τας καρδίας ημών εις λόγους ή εις λογισμούς πονηρίας, αλλά τω πόθω σου τρώσον ημών τας ψυχάς, ίνα προς σε διαπαντός ατενίζοντες, και τω παρά σου φωτί οδηγούμενοι, σε το απρόσιτον και αίδιον κατοπτεύοντες φώς, ακατάπαυστόν σοι την εξομολόγησιν και ευχαριστίαν αναπέμπομεν, τω ανάρχω Πατρί, συν τω μονογενεί σου Υιώ και τω παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ σου Πνεύματι νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
................................................
ΩΡΑ ΕΝΑΤΗ
«Και τη ώρα τη ενάτη … ο Ιησούς αφείς φωνήν μεγάλην εξέπνευσε»
Κατά την ώραν αυτήν (που αντιστοιχεί με την 3ην απογευματινήν) τελειώνει πλέον το δράμα της θυσίας του Κυρίου μας επί του Σταυρού. Παραδίδει το πνεύμα Του εις τον Ουράνιον Πατέρα. Υπόσχεται την βασιλείαν Του εις τον μετανοήσαντα ληστήν. Η Εκκλησία και μαζί της κάθε πιστή ψυχή παρακολουθεί, θαυμάζει, συγκινείται, ευχαριστεί και προσεύχεται προς τον θείον λυτρωτήν, εκφράζουσα με καταλλήλους ύμνους τα ασύλληπτα και σωτήρια αυτά γεγονότα.
Εις το όνομα του Πατρός…
Ως αγαπητά τα σκηνώματά σου, Κύριε των δυνάμεων. Επιποθεί και εκλείπει η ψυχή μου εις τας αυλάς του Κυρίου. Η καρδία μου και η σάρξ μου ηγαλλιάσαντο επί Θεόν ζώντα. Και γάρ στρουθίον εύρεν εαυτώ οικίαν, και τρυγών νοσσιάν εαυτή, ου θήσει τα νοσσία εαυτής. Τα θυσιαστήριά σου, Κύριε των δυνάμεων, ο βασιλεύς μου και ο Θεός μου. Μακάριοι οι κατοικούντες εν τω οίκω σου, εις τους αιώνας των αιώνων αινέσουσί σε. Μακάριος ανήρ, ώ εστιν αντίληψις αυτώ παρά σού. Αναβάσεις εν τη καρδία αυτού διέθετο, εις την κοιλάδα του κλαυθμώνος, εις τον τόπον, όν έθετο. Και γάρ ευλογίας δώσει ο νομοθετών. Πορεύσονται εκ δυνάμεως εις δύναμιν. Οφθήσεται ο Θεός των Θεών εν Σιών. Κύριε, ο Θεός των δυνάμεων, εισάκουσον της προσευχής μου, ενώτισαι, ο Θεός Ιακώβ. Υπερασπιστά ημών, ίδε, ο Θεός, και επίβλεψον εις το πρόσωπον του χριστού σου. Ότι κρείσσων ημέρα μία εν ταις αυλαίς σου υπέρ χιλιάδας. Εξελεξάμην παραρριπτείσθαι εν τω οίκω του Θεού μου μάλλον, ή οικείν με εν σκηνώμασιν αμαρτωλών. Ότι έλεος και αλήθειαν αγαπά Κύριος ο Θεός, χάριν και δόξαν δώσει. Κύριος ου στερήσει τα αγαθά τοις πορευομένοις εν ακακία. Κύριε, ο Θεός των δυνάμεων, μακάριος άνθρωπος ο ελπίζων επί σε.
Ο εν τη ενάτη ώρα δι’ ημάς σαρκί του θανάτου γευσάμενος, νέκρωσον της σαρκός ημών το φρόνημα, Χριστέ ο Θεός και σώσον ημάς.
Εν μέσω δύο ληστών ζυγός δικαιοσύνης ευρέθη ο Σταυρός σου. Του μεν καταγομένου εις άδην τω βάρει της βλασφημίας, του δε κουφιζομένου πταισμάτων προς γνώσιν θεολογίας. Χριστέ ο Θεός δόξα σοι.
Δέσποτα Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών, ο μακροθυμήσας επί τοις ημών πλημμελήμασι, και άχρι της παρούσης ώρας αγαγών ημάς, εν ή επί του ζωοποιού ξύλου κρεμάμενος, τω ευγνώμονι ληστή την εις τον Παράδεισον ωδοποίησας είσοδον, και θανάτω τον θάνατον ώλεσας, ιλάσθητι ημίν τοις αμαρτωλοίς και αναξίοις δούλοις σου. Ημάρτομεν γάρ και ηνομήσαμεν, και ουκ εσμεν άξιοι άραι τα όμματα ημών, και βλέψαι εις το ύψος του ουρανού. Διότι κατελίπομεν την οδόν της δικαιοσύνης σου, και επορεύθημεν εν τοις θελήμασι των καρδιών ημών. Αλλ’ ικετεύομεν την σην ανείκαστον αγαθότητα. Φείσαι ημών, Κύριε, κατά το πλήθος του ελέους σου, και σώσον ημάς διά το όνομά σου το άγιον, ότι εξέλιπον εν ματαιότητι αι ημέραι ημών. Εξελού ημάς της του αντικειμένου χειρός, και άφες ημίν τα αμαρτήματα, και νέκρωσον το σαρκικόν ημών φρόνημα, ίνα τον παλαιόν αποθέμενοι άνθρωπον, τον νέον ενδυσώμεθα, και σοί ζήσωμεν, των ημετέρω Δεσπότη και κηδεμόνι. Και ούτω τοις σοις ακολουθούντες προστάγμασιν, εις την αιώνιον ανάπαυσιν καταντήσωμεν, ένθα πάντων εστί των ευφραινομένων η κατοικία. Σύ γάρ ει η όντως αληθινή ευφροσύνη και αγαλλίασις των αγαπώντων σε, Χριστέ, ο Θεός ημών, και σοί την δόξαν αναπέμπομεν, σύν τω ανάρχω σου Πατρί και τω παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ σου Πνεύματι, νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
...................................................
ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ
«Έπαρσις των χειρών μου θυσία εσπερινή».
Ήδη «κέκλικεν η ημέρα» και ήλθεν η εσπέρα. Και μαζί με την Εκκλησίαν, ο πιστός, γεμάτος από ευγνωμοσύνην, ίσταται ενώπιον του Θεού διά να Τον ευχαριστήση διά τας ευλογίας που η πρόνοια Του μας εχάρισε καθ’ όλην την ημέραν. Κατ’ αυτήν η αγάπη του Θεού εδείχθη με πολλούς τρόπους και την απηλαύσαμεν πλουσίως μαζί με όλην την πλάσιν. Με την δύσιν του ηλίου, τα πάντα οδηγούνται προς ανάπαυσιν. Ψαλμοί της Π.Δ. είναι αφιερωμένοι εις την ώραν αυτήν. Ύμνοι της Εκκλησίας μας, πλούσιοι εις ποσότητα και περιεχόμενον, έχουν κατακλύσει τα λειτουργικά μας βιβλία. Προσευχήσου και σύ, υμνών τον Θεόν μαζί με όλην την κτίσιν.
Εις το όνομα του Πατρός…
Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν τω βασιλεί ημών Θεώ. Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν Χριστώ τω βασιλεί ημών Θεώ. Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν αυτώ, Χριστώ τω βασιλεί και Θεώ ημών.
Ευλόγει η ψυχή μου τον Κύριον. Κύριε, ο Θεός μου, εμεγαλύνθης σφόδρα. Εξομολόγησιν και μεγαλοπρέπειαν ενεδύσω, αναβαλλόμενος φώς ως ιμάτιον. Εκτείνων τον ουρανόν ωσεί δέρριν, ο στεγάζων εν ύδασι τα υπερώα αυτού. Ο τιθείς νέφη την επίβασιν αυτού, ο περιπατών επί πτερύγων ανέμων. Ο ποιών τους Αγγέλους αυτού πνεύματα και τους λειτουργούς αυτού πυρός φλόγα. Ο θεμελιών την γήν επί την ασφάλειαν αυτής, ου κλιθήσεται εις τον αιώνα του αιώνος. Άβυσσος ως ιμάτιον το περιβόλαιον αυτού, επί των ορέων στήσονται ύδατα. Από επιτιμήσεώς σου φεύξονται, από φωνής βροντής σου δειλιάσουσιν. Αναβαίνουσιν όρη, και καταβαίνουσι πεδία εις τον τόπον, όν εθεμελίωσας αυτά. Όριον έθου, ό ου παρελεύσονται, ουδέ επιστρέψουσι καλύψαι την γήν. Ο εξαποστέλλων πηγάς εν φάραγξιν, ανά μέσον των ορέων διελεύσονται ύδατα. Ποτιούσι πάντα τα θηρία του αγρού, προσδέξονται όναγροι εις δίψαν αυτών. Επ’ αυτά τα πετεινά του ουρανού κατασκηνώσει. Εκ μέσου των πετρών δώσουσι φωνήν. Ποτίζων όρη εκ των υπερώων αυτού. Από καρπού των έργων σου χορτασθήσεται η γή. Ο εξανατέλλων χόρτον τοις κτήνεσι, και χλόην τη δουλεία των ανθρώπων. Του εξαγαγείν άρτον εκ της γής, και οίνος ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου. Του ιλαρύναι πρόσωπον εν ελαίω και άρτος καρδίαν ανθρώπου στηρίζει. Χορτασθήσονται τα ξύλα πεδίου, αι κέδροι του Λιβάνου, άς εφύτευσας. Εκεί στρουθία εννοσεύσουσι, του ερωδιού η κατοικία ηγείται αυτών. Όρη τα υψηλά ταις ελάφοις, πέτρα καταφυγή τοις λαγωοίς. Εποίησεν σελήνην εις καιρούς, ο ήλιος έγνω την δύσιν αυτού. Έθου σκότος και εγένετο νύξ. Εν αυτή διελεύσονται πάντα τα θηρία του δρυμού. Σκύμνοι ωρυόμενοι του αρπάσαι και ζητήσαι παρά τω Θεώ βρώσιν αυτοίς. Ανέτειλεν ο ήλιος και συνήχθησαν και εις τας μάνδρας αυτών κοιτασθήσονται. Εξελεύσεται άνθρωπος επί το έργον αυτού, και επί την εργασίαν αυτού έως εσπέρας. Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου, Κύριε. Πάντα εν σοφία εποίησας. Επληρώθη η γή της κτίσεώς σου. Αύτη η θάλασσα η μεγάλη και ευρύχωρος. Εκεί ερπετά, ών ουκ έστιν αριθμός, ζώα μικρά μετά μεγάλων. Εκεί πλοία διαπορεύονται. Δράκων ούτος, όν έπλασας εμπαίζειν αυτή. Πάντα προς σε προσδοκώσι, δούναι την τροφήν αυτών εις εύκαιρον. Δόντος σου αυτοίς συλλέξουσιν. Ανοίξαντός σου την χείρα τα σύμπαντα πλησθήσονται χρηστότητος. Αποστρέψαντος δε σου το πρόσωπον ταραχθήσονται. Αντανελείς το πνεύμα αυτών, και εκλείψουσι, και εις τον χούν αυτών επιστρέψουσιν. Εξαποστελείς το πνεύμα σου, και κτισθήσονται, και ανακαινιείς το πρόσωπον της γής. Ήτω η δόξα Κυρίου εις τους αιώνας. Ευφρανθήσεται Κύριος επί τοις έργοις αυτού. Ο επιβλέπων εί την γήν και ποιών αυτήν τρέμειν, ο απτόμενος των ορέων και καπνίζονται. Άσω τω Κυρίω εν τη ζωή μου, ψαλώ τω Θεώ μου έως υπάρχω. Ηδυνθείη αυτώ η διαλογή μου, εγώ δε ευφρανθήσομαι επί τω Κυρίω. Εκλείποιεν αμαρτωλοί από της γής και άνομοι, ώστε μη υπάρχειν αυτούς. Ευλόγει η ψυχή μου τον Κύριον.
Ο ήλιος έγνω την δύσιν αυτού. Έθου σκότος και εγένετο νύξ. Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου Κύριε. Πάντα εν σοφία εποίησας.
Κύριε, εκέκραξα προς σε, εισάκουσόν μου. Πρόσχες τη φωνή της δεήσεώς μου εν τω κεκραγέναι με προς σε. Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν σου. Έπαρσις των χειρών μου θυσία εσπερινή. Θού Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου και θύραν περιοχής περί τα χείλη μου. Μη εκκλίνης την καρδίαν μου εις λόγους πονηρίας του προφασίζεσθαι προφάσεις εν αμαρτίαις. Συν ανθρώποις εργαζομένοις την ανομίαν, και ου μη συνδυάσω μετά των εκλεκτών αυτών. Παιδεύσει με δίκαιος εν ελέει και ελέγξει με. Έλαιον δε αμαρτωλού μη λιπανάτω την κεφαλήν μου. Ότι έτι και η προσευχή μου εν ταις ευδοκίαις αυτών. Κατεπόθησαν εχόμενα πέτρας οι κριταί αυτών. Ακούσονται τα ρήματά μου, ότι ηδύνθησαν. Ωσεί πάχος γής ερράγη επί της γής, διεσκορπίσθη τα οστά αυτών παρά τον άδην. Ότι προς σε, Κύριε, Κύριε, οι οφθαλμοί μου. Επί σοί ήλπισα, μη αντανέλης την ψυχήν μου. Φύλαξόν με από παγίδος, ής συνεστήσαντό μοι, και από σκανδάλων των εργαζομένων την ανομίαν. Πεσούνται εν αμφιβλήστρω αυτών οι αμαρτωλοί. Κατά μόνας ειμί εγώ, έως αν παρέλθω.
Εκ βαθέων εκέκραξά σοι, Κύριε. Κύριε, εισάκουσον της φωνής μου. Γενηθήτω τα ώτα σου προσέχοντα εις την φωνήν της δεήσεώς μου. Εάν ανομίας παρατηρήσης, Κύριε, Κύριε, τις υποστήσεται; ότι παρά σοί ο ιλασμός εστιν. Ένεκεν του ονόματός σου υπέμεινά σε, Κύριε. Υπέμεινεν η ψυχή μου εις τον λόγον σου, ήλπισεν η ψυχή μου επί τον Κύριον.
Φως ιλαρόν αγίας δόξης αθανάτου Πατρός, ουρανίου, αγίου, μάκαρος Ιησού Χριστέ, ελθόντες επί την ηλίου δύσιν, ιδόντες φώς εσπερινόν, υμνούμεν Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, Θεόν. Άξιόν σε εν πάσι καιροίς υμνείσθαι φωναίς αισίαις, Υιέ Θεού, ζωήν ο διδούς. Διό ο κόσμος σε δοξάζει.
Ο Θεός εν τω ονόματί σου σώσον με και εν τη δυνάμει σου κρινείς με.
Καταξίωσον, Κύριε εν τη εσπέρα ταύτη αναμαρτήτους φυλαχθήναι ημάς. Ευλογητός εί, Κύριε, ο Θεός των πατέρων ημών, και αινετόν και δεδοξασμένον το όνομά σου εις τους αιώνας. Αμήν. Γένοιτο, Κύριε, το έλεός σου εφ’ ημάς, καθάπερ ηλπίσαμεν επί σε. Ευλογητός εί, Κύριε, δίδαξόν με τα δικαιώματά σου. Ευλογητός εί, Δέσποτα, συνέτισόν με τα δικαιώματά σου. Ευλογητός εί, Άγιε, φώτισόν με τοις τοις δικαιώμασί σου. Κύριε, το έλεός σου εις τον αιώνα. Τα έργα των χειρών σου μη παρίδης. Σοί πρέπει αίνος, σοί πρέπει ύμνος, σοί δόξα πρέπει, τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Προς σε ήρα τους τους οφθαλμούς μου, τον κατοικούντα εν τω ουρανώ. Ιδού, ως οφθαλμοί δούλων εις χείρας των κυρίων αυτών, ως οφθαλμοί παιδίσκης εις χείρας της κυρίας αυτής, ούτως οι οφθαλμοί ημών προς Κύριον τον Θεόν ημών, έως ού οικτειρήσαι ημάς. Ελέησον ημάς, Κύριε, ελεήσον ημάς, ότι επί πολύ επλήσθημεν εξουδενώσεως, επί πλείον επλήσθη η ψυχή ημών. Το όνειδος τοις ευθηνούσι, και η εξουδένωσις τοις υπερηφάνοις.
Νύν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, ό ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών. Φώς εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραήλ.
Παναγία Τριάς, το ομοούσιον κράτος, η αδιαίρετος βασιλεία, η πάντων των αγαθών αιτία, ευδόκησον δή και επ’ εμοί τω αμαρτωλώ. Στήριξον, συνέτισον την καρδίαν μου, και πάσαν περίελέ μου την βεβηλότητα. Φώτισόν μου την διάνοιαν, ίνα διά παντός δοξάζω, υμνώ, προσκυνώ και λέγω. Είς Άγιος, είς Κύριος, Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν.
...............................................
ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΝ
«Εν ειρήνη επί το αυτό κοιμηθήσομαι και υπνώσω»
Όπως ήρχισες την ημέραν σου με το Μεσονυκτικόν, κλείσε την τώρα αργά το βράδυ με την προσευχήν του Αποδείπνου. Μετά το δείπνον και πρό του ύπνου σου, δοξολόγησε διά τελευταίαν φοράν τον Πλάστην σου. Ευχαρίστησέ Τον διά τας ευεργεσίας της ημέρας. Ζητησέ Του συγγνώμην διά τα σφάλματα και τας παραλείψεις σου. Εμπιστεύσου τον εαυτόν σου εις Εκείνον του οποίου είσαι ποίημα και κοιμήσου γαλήνιος ενθυμούμενος ότι είσαι υπό την προστασίαν Εκείνου, όστις κρατεί εις τας χείρας Του τα πάντα.
Εις το όνομα του Πατρός… Βασιλεύ ουράνιε… Τρισάγιον. Παναγία Τριάς… Πάτερ ημών… Ότι σου εστιν…
Ελέησόν με, ο Θεός, κατά το μέγα έλεός σου, και κατά το πλήθος των οικτιρμών σου εξάλειψον το ανόμημά μου. Επί πλέον πλύνον με από της ανομίας μου, και από της αμαρτίας μου καθάρισόν με. Ότι την ανομίαν μου εγώ γινώσκω, και η αμαρτία μου ενώπιόν μου εστί διά παντός. Σοί μόνω ήμαρτον και το πονηρόν ενώπιόν σου εποίησα, όπως αν δικαιωθής εν τοις λόγοις σου, και νικήσης εν τω κρίνεσθαί σε. Ιδού γάρ εν ανομίαις συνελήφθην, και εν αμαρτίαις εκίσσησέ με η μήτηρ μου. Ιδού γαρ αλήθειαν ηγάπησας, τα άδηλα και τα κρύφια της σοφίας σου εδήλωσάς μοι. Ραντιείς με υσσώπω και καθαρισθήσομαι. Πλυνείς με και υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ακουτιείς μοι αγαλλίασιν και ευφροσύνην. Αγαλλιάσονται οστέα τεταπεινωμένα. Απόστρεψον το πρόσωπόν σου από των αμαρτιών μου και πάσας τας ανομίας μου εξάλειψον. Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί ο Θεός, και πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοις εγκάτοις μου. Μη απορρίψης με από του προσώπου σου και το Πνεύμα σου το άγιον μη αντανέλ paraklisi
ΠΡΟΛΟΓΟΣ Α’ ΕΚΔΟΣΕΩΣ
Από πολλού χρόνου με απησχόλει το ζήτημα της ατομικής τακτής προσευχής των πιστών μελών της Εκκλησίας, των χριστιανών δηλαδή εκείνων, οι οποίοι αισθάνονται ζωηράν εις την καρδίαν των την επιθυμίαν διά περισσοτέραν, και ιδίως τακτήν, κοινωνίαν μετά του Θεού διά της προσευχής, αδυνατούν όμως να μεταβούν εις τους ιερούς ναούς διά τας εκεί τελουμένας καθ’ ημέραν ιεράς ακολουθίας.
Αι καθημεριναί συνθήκαι υπό τας οποίας ζουν και εργάζονται οι ευσεβείς χριστιανοί είναι τοιαύται, καθώς όλοι γνωρίζομεν, ώστε μόλις εις την θείαν Λειτουργίαν της Κυριακής να δύνανται να συμμετάσχουν. Ένεκα τούτου ακριβώς στερούνται όλης αυτής της πνευματικής δυνάμεως και του πλουσίου πνευματικού εφοδιασμού, ο οποίος
περιέχεται εις τας κατά το εικοσιτετράωρον τακτάς ιεράς ακολουθίας της Εκκλησίας μας.
Τόσον από την ιεράν εξομολόγησιν όσον και από προσωπικάς συζητήσεις, τας οποίας πολλάκις είχομεν με συνειδητά μέλη της Εκκλησίας μας, διεπιστώσαμεν την ανάγκην της τροφοδοσίας του είδους αυτού, της τακτής δηλαδή προσευχής, εντός των δυνατοτήτων και των συνθηκών της καθημερινής ζωής των
Η επιλογή αύτη καθίσταται επιβεβλημένη, διότι το εγκόλπιον τούτο προσευχητάριον προορίζεται να δοθή εις τους πιστούς μας, όχι διά να το τοποθετήσουν κάπου εις την οικίαν των, αλλά διά να το φέρουν μαζί των, εις τον χώρον της εργασίας των, οπουδήποτε και αν ευρίσκωνται, διά να δύνανται ευχερώς να το ανοίγουν και να προσεύχωνται εις την ωρισμένην ώραν (*).
Η ανάγκη της επιλογής γίνεται ακόμη περισσότερον αντιληπτή, όταν σκεφθώμεν, ότι αι ιεραί ακολουθίαι έχον τοιαύτην διάταξιν, ώστε η κανονική τέλεσίς των να είναι κατά κανόντα δυνατή μόνον εις τους ιερούς ναούς, εκεί όπου δίδεται η κατάλληλος άνεσις του χώρου και του χρόνου. Επειδή όμως τούτο είναι αδύνατον υπό τας σημερινάς συνθήκας, επειδή δηλαδή οι πιστοί δεν δύνανται ν’ αναγνώσουν όλους τους ψαλμούς, όλα τα τροπάρια και όλας τας ευχάς εκάστης τακτής ημερησίας ακολουθίας μέσα εις τα τόσον στενά πλαίσια του χρόνου, τον οποίον διαθέτουν εργαζόμενοι είτε εις το εργοστάσιον είτε εις το γραφείον είτε όπου αλλού ευρίσκονται κατά την ωρισμένην ώραν της προσευχής, διά τούτο εκρίναμεν αναγκαίοντον ερανισμόν αυτών εκ των προσευχών εκάστης ακολουθίας.
Τοιουτοτρόπως προσφέρομεν εις τους πιστούς το εγκόλπιον τούτο προσευχητάριον, με τους ολίγους μεν εις ποσότητα ύμνους και ψαλμούς, πλουσίους όμως και καταλλήλους εις περιεχόμενον, διά να έχουν την δυνατήτητα να ζουν την εκκλησιαστικήν μας ζωήν, προσευχόμενοι όπου και αν ευρίσκωνται και επιτυγχάνοντες ούτω το «επτάκις της ημέρας ήνεσά σε» του ψαλμωδού και το «αδιαλείπτως προσεύχεσθε» του αποστόλου Παύλου.
Αρχή της Ινδίκτου 1959
Αρχιμ. Χερουβείμ
(*)Σημείωση: ή όποια άλλη ώρα και στιγμή βολεύει εμάς. Μάλιστα, Πατέρες της Εκκλησίας, μας προτρέπουν να αφιερώνουμε στην προσευχή έστω πέντε ή δέκα λεπτά την ημέρα (που θα έχουμε μια σχετική ηρεμία και ησυχία) με μικρές απλές προσευχές της αρεσκείας μας, π.χ το Πάτερ ημών, Βασιλεύ Ουράνιε…., ή άλλες μικρές προσευχές ή αποσπάσματα προσευχών από τα προσευχητάρια της εκκλησίας μας. Μάλιστα ένας Πατέρας συμβουλεύει, σε περίπτωση πολύ πιεσμένων συνθηκών, που ούτε λίγο χρόνο δε μπορούμε να αφιερώσουμε στην προσευχή, να κάνουμε (το βράδυ πριν κοιμηθούμε, ή όποτε άλλοτε) τρεις μετάνοιες ενώπιον του Θεού και τρείς φορές το σταυρό μας (ή τουλάχιστον τρεις φορές το σταυρό μας).
...................................... ΜΕΣΟΝΥΚΤΙΚΟΝ
«Μεσονύκτιον εξεγειρόμην του εξομολογείσθαί σοι….»
Είναι η πρώτη κατά το εικοσιτετράωρον προσευχή του ανθρώπου προς τον Θεόν. Την συναντώμεν εις την Παλαιάν Διαθήκην, μαρτυρουμένην υπό του Προφητάνακτος Δαβίδ. Την ανευρίσκομεν και εις την Καινήν Διαθήκην, μέσα εκεί εις την φυλακήν των Φιλίππων, όπου οι απόστολοι Παύλος και Σίλας κατά το μεσονύκτιον ύμνουν τον Θεόν, «επηκροώντο δε αυτών οι δέσμιοι» (Πράξ. 16,25). Η προσευχή αύτη έχει ιδιαιτέραν χάριν, διότι, ενώ τα πάντα σιγούν και αναπαύονται, η τον Θεόν αγαπώσα ψυχή εγείρεται εκ του ύπνου της και μαζί με τον ουράνιον κόσμον, τους αγγέλους, αναπέμπει τας δοξολογίας και τας ευχαριστίας της. Οι Άγιοι, διά μέσου των αιώνων, έχουν πολλά να μας είπουν διά την ιδιαιτέραν ευλογίαν, την οποίαν αισθάνεται η ψυχή, προσευχομένη κατά την ώραν αυτήν.
Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος. Αμήν.
Βασιλεύ Ουράνιε, Παράκλητε, το Πνεύμα της αληθείας, ο πανταχού παρών και τα πάντα πληρών, ο θησαυρός των αγαθών και ζωής χορηγός, ελθέ και σκήνωσον εν ημίν, και καθάρισον ημάς από πάσης κηλίδος και σώσον, Αγαθέ, τα ψυχάς ημών.
Άγιος ο Θεός, Άγιος Ισχυρός, Άγιος Αθάνατος, ελέησον ημάς.
Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι. Και νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Παναγία Τριάς, ελέησον ημάς. Κύριε, ιλάσθητι ταις αμαρτίαις ημών. Δέσποτα, συγχώρησον τας ανομίας ημίν. Άγιε επίσκεψαι και ίασαι τας ασθενείας ημών, ένεκεν του ονόματός σου. Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον, Κύριε ελέησον.
Δόξα Πατρί και Υιώ και Αγίω Πνεύματι. Και νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Πάτερ ημών, ο εν τοις ουρανοίς, αγιασθήτω το όνομά σου. Ελθέτω η βασιλεία σου. Γενηθήτω το θέλημά σου, ως εν ουρανώ και επί της γής. Τον άρτον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον. Και άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών. Και μη εισενέγκης ημάς εις πειρασμόν, αλλά ρύσαι ημάς από του πονηρού. Ότι σου εστιν η βασιλεία και η δύναμις και η δόξα, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Της κλίνης και του ύπνου εξεγείρας με Κύριε, τον νούν μου φώτισον και την καρδίαν και τα χείλη μου άνοιξον, εις το υμνείν σε, Αγία Τριάς. Άγιος, Άγιος, Άγιος εί, ο Θεός. Διά της Θεοτόκου ελέησον ημάς.
Εκ του ύπνου εξανιστάμενος ευχαριστώ σοι Αγία Τριάς, ότι διά την πολλήν σου Αγαθότητα και μακροθυμίαν ουκ ωργίσθης εμοί τω ραθύμω και αμαρτωλώ ουδέ συναπώλεσάς με ταις ανομίαις μου, αλλ’ εφιλανθρωπεύσω συνήθως και προς απόγνωσιν κείμενον ήγειράς με, εις το ορθρίσαι και δοξολογήσαι το κράτος σου. Και νύν φώτισόν μου τα όμματα της διανοίας, άνοιξόν μου το στόμα του μελετάν τα λόγια σου και συνιέναι τας εντολάς και ποιείν το θέλημά σου και ψάλλειν σοι εν εξομολογήσει καρδίας, και ανυμνείν το πανάγιον Όνομά σου, του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Ιδού δή ευλογείτε τον Κύριον, πάντες οι δούλοι Κυρίου, οι εστώτες εν οίκω Κυρίου, εν αυλαίς οίκου Θεού ημών. Εν ταις νυξίν επάρατε τας χείρας ημών εις τα άγια και ευλογείτε τον Κύριον. Ευλογήσαι σε Κυριος εκ Σιών, ο ποιήσας τον ουρανόν και την γήν.
........................................ ΟΡΘΡΟΣ
«Ο Θεός, ο Θεός μου, προς σε ορθρίζω»
Μετά την μεσονύκτιον προσευχήν ο πιστός εγείρεται πάλιν και εν όψει της ελεύσεως της ημέρας, η οποία είναι έκφρασις της πλουσίας αγάπης του Θεού προς τον άνθρωπον και προς όλην την δημιουργίαν, έρχεται και «προφθάνει» τον Θεόν με δοξολογίας, ευχαριστίας και ικεσίας, ζητών την θείαν ευλογίαν διά την νέαν ημέραν. Η προσευχή του Όρθρου ήτο προσευχή και της Συναγωγής, κατά την οποίαν ανεπέμποντο ειδικοί ψαλμοί και ευχαί (π.χ. ψαλμοί 62 και 87, Ησαϊου 26,9). Την συναντώμεν και εις την Κ.Δ. (Πράξεων 5,22). Εν συνεχεία δε η Εκκλησία, με το νέον και ζωογόνον πνεύμα της, την καθερώνει μονιμώτερον ως δευτέραν κατά σειράν προσευχήν της ημέρας.
Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γής ειρήνη εν ανθρώποις ευδοκία. (Εκ γ’).
Κύριε τι επληθύνθησαν οι θλίβοντές με; πολλοί επανίστανται επ’ εμέ. Πολλοί λέγουσι τη ψυχή μου. Ουκ έστι σωτηρία αυτώ εν τω Θεώ αυτού. Συ δε, Κύριε, αντιλήπτωρ μου εί, δόξα μου και υψών την κεφαλήν μου. Φωνή μου προς Κύριον εκέκραξα, και επήκουσέ μου εξ όρους αγίου αυτού. Εγώ εκοιμήθην και ύπνωσα. Εξηγέρθην, ότι Κύριος αντιλήψεταί μου. Ού φοβηθήσομαι από μυριάδων λαού, των κύκλω συνεπιτιθεμένων μοι. Ανάστα, Κύριε, σώσον με, ο Θεός μου. Ότι σύ επάταξας πάντας τους εχθραίνοντάς μοι ματαίως, οδόντας αμαρτωλών συνέτριψας. Του Κυρίου η σωτηρία, και επί τον λαόν σου η ευλογία σου. Εγώ εκοιμήθην και ύπνωσα. Εξηγέρθην, ότι Κύριος αντιλήψεταί μου.
Ο Θεός, ο Θεός μου, προς σε ορθρίζω. Εδίψησέ σε η ψυχή μου, ποσαπλώς σοι η σάρξ μου, εν γή ερήμω και αβάτω και ανύδρω. Ούτως εν τω αγίω ώφθην σοι, του ιδείν την δύναμίν σου και την δόξαν σου. Ότι κρείσσον το έλεός σου υπέρ ζωάς. Τα χείλη μου επαινέσουσί σε. Ούτως ευλογήσω σε εν τη ζωή μου, και εν τω ονόματί σου αρώ τας χείρας μου. Ως εκ στέατος και πιότητος εμπλησθείη η ψυχή μου. Και χείλη αγαλλιάσεως αινέσει το στόμα μου. Ει εμνημόνευόν σου επί της στρωμνής μου, εν τοις όρθροις εμελέτων εις σε. Ότι εγενήθης βοηθός μου, και εν τη σκέπη των πτερύγων σου αγαλλιάσομαι. Εκολλήθη η ψυχή μου οπίσω σου, εμού δε αντελάβετο η δεξιά σου. Αυτοί δε εις μάτην εζήτησαν την ψυχήν μου. Εισελεύσονται εις τα κατώτατα της γής, παραδοθήσονται εις χείρας ρομφαίας, μερίδες αλωπέκων έσονται. Ο δε βασιλεύς ευφρανθήσεται επί τω Θεώ, επαινεθήσεται πάς ο ομνύων εν αυτώ, ότι ενεφράγη στόμα λαλούντων άδικα.
Εν τοις όρθροις εμελέτων εις σε, ότι εγεννήθης βοηθός μου και εν τη σκέπη των πτερύγων σου αγαλλιάσομαι. Εκολλήθη η ψυχή μου οπίσω σου. Εμού δε αντελάβετο η δεξιά σου.
Κύριε ο Θεός της σωτηρίας μου, ημέρας εκέκραξα και εν νυκτί εναντίον σου. Εισελθέτω ενώπιόν σου η προσευχή μου, κλίνον το ούς σου εις την δέησίν μου. Ότι επλήσθη κακών η ψυχή μου και η ζωή μου τω άδη ήγγισε. Προσελογίσθην μετά των καταβαινόντων εις λάκκον. Εγενήθην ωσεί άνθρωπος αβοήθητος, εν νεκροίς ελεύθερος. Ωσεί τραυματίαι καθεύδοντες εν τάφω, ώ ουκ εμνήσθης έτι, και αυτοί εκ της χειρός σου απώσθησαν. Έθεντό με εν λάκκω κατωτάτω, εν σκοτεινοίς και εν σκιά θανάτου. Επ’ εμέ επεστηρίχθη ο θυμός σου, και πάντας του μετεωρισμούς σου επήγαγες επ’ εμέ. Εμάκρυνας τους γνωστούς μου απ’ εμού. Έθεντό με βδέλυγμα εαυτοίς. Παρεδόθην, και ουκ εξεπορευόμην. Οι οφθαλμοί μου ησθένησαν από πτωχείας. Εκέκραξα προς σε, Κύριε, όλην την ημέραν, διεπέτασα προς σε τας χείρας μου. Μη τοις νεκροίς ποιήσεις θαυμάσια; ή ιατροί αναστήσουσι, και εξομολογήσονταί σοι; Μη διηγήσεταί τις εν τω τάφω το έλεός σου, και την αλήθειάν σου εν τη απωλεία; Μη γνωσθήσεται εν τω σκότει τα θαυμάσιά σου, και η δικαιοσύνη σου εν γή επιλελησμένη; Καγώ προς σε Κύριε εκέκραξα, και το πρωί η προσευχή μου προφθάσει σε. Ίνα τι Κύριε απωθείς την ψυχήν μου, αποστρέφεις το πρόσωπόν σου απ’ εμού; Πτωχός ειμί εγώ, και εν κόποις εκ νεότητός μου. Υψωθείς δε εταπεινώθην και εξηπορήθην. Επ’ εμέ διήλθον αι οργαί σου, οι φοβερισμοί σου εξετάραξάν με. Εκύκλωσάν με ωσεί ύδωρ όλην την ημέραν, περιέσχον με άμα. Εμάκρυνας απ’ εμού φίλον και πλησίον, και τους γνωστούς μου από ταλαιπωρίας.
Κύριε ο Θεός της σωτηρίας μου, ημέρας εκέκραξα και εν νυκτί εναντίον σου. Εισελθέτω ενώπιόν σου η προσευχή μου, κλίνον το ούς σου εις την δέησίν μου.
Αινούμεν, υμνούμεν, ευλογούμεν και ευχαριστούμεν σοι, ο Θεός των Πατέρων ημών, ότι παρήγαγες την σκιάν της νυκτός και έδειξας ημίν πάλιν το φώς της ημέρας. Αλλ’ ικετεύομεν την σην αγαθότητα. Ιλάσθητι ταις αμαρτίαις ημών και πρόσδεξαι την δέησιν ημών εν τη μεγάλη σου ευσπλαγχνία, ότι προς σε καταφεύγομεν τον ελεήμονα και παντοδύναμον Θεόν. Λάμψον εν ταις καρδίαις ημών τον αληθινόν Ήλιον της δικαιοσύνης σου. Φώτισον τον νούν ημών, και τας αισθήσεις όλας διατήρησον, ίνα ως εν ημέρα ευσχημόνως περιπατούντες την οδόν των εντολών σου, καταντήσωμεν εις την ζωήν την αιώνιον, ότι παρά σοί εστιν η πηγή της ζωής, και εν απολαύσει γενέσθαι καταξιωθώμεν του απροσίτου φωτός. Ότι σύ εί ο Θεός ημών, και σοί την δόξαν αναπέμπομεν, τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι, νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Αινείτε τον Κύριον εκ των ουρανών. Αινείτε αυτόν εν τοις υψίστοις. Αινείτε αυτόν, πάντες οι Άγγελοι αυτού. Αινείτε αυτόν πάσαι αι Δυνάμεις αυτού. Αινείτε αυτόν, ήλιος και σελήνη. Αινείτε αυτόν, πάντα τα άστρα και το φώς. Αινείτε αυτόν, οι ουρανοί των ουρανών, και το ύδωρ το υπεράνω των ουρανών. Αινεσάτωσαν το όνομα Κυρίου. Ότι αυτός είπε, και εγενήθησαν. Αυτός ενετείλατο, και εκτίσθησαν. Έστησεν αυτά εις τον αιώνα, και εις τον αιώνα του αιώνος. Πρόσταγμα έθετο, και ου παρελεύσεται. Αινείτε τον Κύριον εκ της γής, δράκοντες και πάσαι άβυσσοι. Πύρ, χάλαζα, χιών, κρύσταλλος, πνεύμα καταιγίδος, τα ποιούντα τον λόγον αυτού. Τα όρη και πάντες οι βουνοί, ξύλα καρποφόρα και πάσαι κέδροι. Τα θηρία και πάντα τα κτήνη, ερπετά και πετεινά πτερωτά. Βασιλείς της γής και πάντες λαοί, άρχοντες και πάντες κριταί γής. Νεανίσκοι και παρθένοι, πρεσβύτεροι μετά νεωτέρων, αινεσάτωσαν το όνομα Κυρίου, ότι υψώθη το όνομα αυτού μόνου. Η εξομολόγησις αυτού επί γής και ουρανού, και υψώσει κέρας λαού αυτού. Ύμνος πάσι τοις οσίοις αυτού, τοις υιοίς Ισραήλ, λαώ εγγίζοντι αυτώ.
Δόξα εν υψίστοις Θεώ, και επί γής ειρήνη, εν ανθρώποις ευδοκία. Υμνούμεν σε, ευλογούμεν σε, προσκυνούμεν σε, δοξολογούμεν σε, ευχαριστούμεν σοι διά την μεγάλην σου δόξαν. Κύριε Βασιλεύ, επουράνιε Θεέ, Πάτερ παντοκράτορ. Κύριε, Υιέ μονογενές, Ιησού Χριστέ, και Άγιον Πνεύμα. Κύριε ο Θεός ο Αμνός του Θεού, ο Υιός του Πατρός, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου, ελέησον ημάς, ο αίρων τας αμαρτίας του κόσμου. Πρόσδεξαι την δέησιν ημών, ο καθήμενος εν δεξιά του Πατρός και ελέησον ημάς.
Ότι συ ει μόνος Άγιος, συ εί μόνος Κύριος, Ιησούς Χριστός, εις δόξαν θεού Πατρός. Αμήν. Καθ’ εκάστην ημέραν ευλογήσω σε και αινέσω το όνομά σου εις τον αιώνα, και εις τον αιώνα του αιώνος. Κύριε καταφυγή εγενήθης ημίν εν γενεά και γενεά. Εγώ είπα. Κύριε, ελέησόν με. Ίασαι την ψυχήν μου, ότι ήμαρτόν σοι. Κύριε προς σε κατέφυγον. Δίδαξόν με του ποιείν το θέλημά σου, ότι συ εί ο Θεός μου. Ότι παρά σοι πηγή ζωής. Εν τω φωτί σου οψόμερα φώς. Παράτεινον το έλεός σου τοις γινώσκουσί σε. Καταξίωσον, Κύριε, εν τη ημέρα ταύτη, αναμαρτήτους φυλαχθήναι ημάς. Ευλογητός εί, Κύριε, ο Θεός των πατέρων ημών, και αινετόν και δεδοξασμένον το όνομά σου εις τους αιώνας. Αμήν. Γένοιτο Κύριε, το έλεός σου εφ’ ημάς, καθάπερ ηλπίσαμεν επί σε. Ευλογητός εί, Κύριε. Δίδαξόν με τα δικαιώματά σου. Ευλογητός εί, Δέσποτα. Συνέτισόν με τα δικαιώματά σου. Ευλογητός εί, Άγιε, φώτισόν με τοις δικαιώμασί σου. Κύριε, το έλεός σου εις τον αιώνα. Τα έργα των χειρών σου μη παρίδης. Σοί πρέπει αίνος, σοί πρέπει ύμνος, σοί δόξα πρέπει, τω Πατρί και Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι, νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
...........................................
ΩΡΑ ΠΡΩΤΗ
«Το πρωί παραστήσομαι σοι και επόψει με».
Αυτή αντιστοιχεί περίπου με την 7ην πρωϊνήν ιδικήν μας ώραν. Η Εκκλησία μας προσεύχεται και παρακαλεί τον Θεόν να ευλογήση την ημέραν. Ιδιαιτέρως δέεται να περιφρουρήση ημάς ο Θεός από κάθε τι, το οποίον ήθελε μας βλάψει σωματικώς και ψυχικώς. Κατά την ώραν αυτήν, καθ’ ήν ο άνθρωπος ήρχισε να απολαμβάνη τον αισθητόν φωτισμόν, διά του υλικού φωτός, επικαλείται τον πνευματικόν φωτισμόν παρά του Σωτήρος Χριστού, όστις είναι «το φώς το αληθινόν, το φωτίζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον».
Εις το όνομα του Πατρός Τα ρήματά μου ενώτισαι Κύριε. Σύνες της κραυγής μου. Πρόσχες τη φωνή της δεήσεώς μου, ο Βασιλεύς μου και ο Θεός μου. Ότι προς σε προσεύξομαι, Κύριε. Το πρωί εισακούση της φωνής μου. Το πρωί παραστήσομαί σοι και επόψει με, ότι ουχί Θεός θέλων ανομίαν σύ εί. Ού παροικήσει σοι πονηρευόμενος, ουδέ διαμενούσι παράνομοι κατέναντι των οφθαλμών σου. Εμίσησας πάντας τους εργαζομένους την ανομίαν. Απολείς πάντας τους λαλούντας το ψεύδος. Άνδρα αιμάτων και δόλιον βδελύσσεται Κύριος. Εγώ δε εν τω πλήθει του ελέους σου, εισελεύσομαι εις τον οίκον σου. Προσκυνήσω προς ναόν άγιόν σου εν φόβω σου. Κύριε, οδήγησόν με εν τη δικαιοσύνη σου. Ένεκα των εχθρών μου κατεύθυνον ενώπιόν σου την οδόν μου. Ότι ουκ εστιν εν τω στόματι αυτών αλήθεια, η καρδία αυτών ματαία. Τάφος ανεωγμένος ο λάρυγξ αυτών, ταις γλώσσαις αυτών εδολιούσαν. Κρίνον αυτούς ο Θεός. Αποπεσάτωσαν από των διαβουλιών αυτών. Κατά το πλήθος των ασεβειών αυτών έξωσον αυτούς, ότι παρεπίκραναν σε Κύριε. Και ευφρανθείησαν πάντες οι ελπίζοντες επί σε. Εις αιώνα αγαλλιάσονται, και κατασκηνώσεις εν αυτοίς. Και καυχήσονται εν σοί πάντες οι αγαπώντες το όνομά σου, ότι συ ευλογήσεις δίκαιον. Κύριε ως όπλω ευδοκίας εστεφάνωσας ημάς.
Τα διαβήματά μου κατεύθυνον κατά το λόγιόν σου, και μη κατακυριευσάτω μου πάσα ανομία. Λύτρωσαί με από συκοφαντίας ανθρώπων, και φυλάξω τας εντολάς σου. Το πρόσωπόν σου επίφανον επί τον δούλον σου, και δίδαξόν με τα δικαιώματά σου. Πληρωθήτω το στόμα μου αινέσεώς σου, Κύριε, όπως υμνήσω την δόξαν σου, όλην την ημέραν την μεγαλοπρέπειάν σου.
Χριστέ, το φώς το αληθινόν, το φωτίζον και αγιάζον πάντα άνθρωπον ερχόμενον εις τον κόσμον, σημειωθήτω εφ’ ημάς το φώς του προσώπου σου, ίνα εν αυτώ οψώμερα φως το απρόσιτον. Και κατεύθυνον τα διαβήματα ημών προς εργασίαν των εντολών σου, πρεσβείαις της Παναχράντου σου Μητρός, και πάντων σου των Αγίων. Αμήν.
Δέησις διά την Εκκλησίαν. Ως απαρχάς της φύσεως, τω φυτουργώ της κτίσεως, η οικουμένη προσφέρει σοι, Κύριε, τους θεοφόρους Μάρτυρας. Ταις αυτών ικεσίαις, εν ειρήνη βαθεία, την Εκκλησίαν σου, διά της Θεοτόκου, συντήρησον πολυέλεε.
.......................................
ΩΡΑ ΤΡΙΤΗ
«Το Πνεύμα σου το Άγιον μη αντανέλης απ’ εμού»
Κατά την ώραν αυτήν, που αντιστοιχεί με την 9ην πρωϊνήν, θα πρέπει ο πιστός, μαζί με την Εκκλησίαν, να ευχαριστήση τον Ουράνιον Πατέρα διά την τόσον πλουσίαν δωρεάν, την οποίαν έκαμεν εις την Εκκλησίαν Του. Κατ’ αυτήν την ώραν το Πανάγιον Πνεύμα, ο Παράκλητος, κατήλθεν επί τους Αποστόλους (Πραξ. 2,16) και εις το εξής μένει εν τη Εκκλησία και οδηγεί, αγιάζει και περιφρουρεί αυτήν. Όλων αυτών των δωρεών μέτοχος κάθε πιστή ψυχή, ευχαριστεί τον Θεόν και Πατέρα διά την ανεκτίμητον αυτήν δωρεάν και τον παρακαλεί να μη μας στερήση ποτέ των δωρεών και χαρίτων του Αγίου Πνεύματος.
Εις το όνομα του Πατρός…
Προς σε, Κύριε ήρα την ψυχήν μου. Ο Θεός μου, επί σοί πέποιθα. Μη καταισχυνθείην εις τον αιώνα. Μηδέ καταγελασάτωσάν με οι εχθροί μου. Και γάρ πάντες οι υπομένοντές σε ου μη καταισχυνθώσιν. Αισχυνθήτωσαν οι ανομούντες διακενής. Τας οδούς σου, Κύριε, γνώρισόν μοι, και τας τρίβους σου δίδαξόν με. Οδήγησόν με επί την αλήθειάν σου και δίδαξόν με, ότι σύ εί ο Θεός ο σωτήρ μου, και σε υπέμεινα όλην την ημέραν. Μνήσθητι των οικτιρμών σου, Κύριε, και τα ελέη σου, ότι από του αιώνος εισίν. Αμαρτίας νεότητός μου και αγνοίας μου μη μνησθής. Κατά το έλεός σου μνήσθητί μου σύ, ένεκεν της χρηστότητός σου, Κύριε. Χρηστός και ευθύς ο Κύριος. Διά τούτο νομοθετήσει αμαρτάνοντας εν οδώ. Οδηγήσει πραείς εν κρίσει. Διδάξει πραείς οδούς αυτού. Πάσαι αι οδοί Κυρίου έλεος και αλήθεια τοις εκζητούσι την διαθήκην αυτού και τα μαρτύρια αυτού. Ένεκεν του ονόματός σου, Κύριε, και ιλάσθητι τη αμαρτία μου. Πολλή γαρ εστι. Τις εστιν άνθρωπος ο φοβούμενος τον Κύριον. Νομοθετήσει αυτώ εν οδώ ή ηρετίσατο. Η ψυχή αυτού εν αγαθοίς αυλισθήσεται, και το σπέρμα αυτού κληρονομήσει γήν. Κραταίωμα Κύριος των φοβουμένων αυτόν, και η διαθήκη αυτού δηλώσει αυτοίς. Οι οφθαλμοί μου διαπαντός προς τον Κύριον, ότι αυτός εκσπάσει εκ παγίδος τους πόδας μου. Επίβλεψον επ’ εμέ και ελέησόν με, ότι μονογενής και πτωχός ειμί εγώ. Αι θλίψεις της καρδίας μου επληθύνθησαν. Εκ των αναγκών μου εξάγαγέ με. Ίδε την ταπείνωσιν μου και τον κόπον μου και άφες πάσας τας αμαρτίας μου. Ίδε τους εχθρούς μου, ότι επληθύνθησαν και μίσος άδικον εμίσησάν με. Φύλαξον την ψυχήν μου, και ρύσαι με. Μη καταισχυνθείην, ότι ήλπισα επί σε. Άκακοι και ευθείς εκολλώντο μοι, ότι υπέμεινά σε, Κύριε. Λύτρωσαι, ο Θεός, τον ισραήλ εκ πασών των θλίψεων αυτού.
Κύριε, ο το πανάγιόν σου Πνεύμα εν τη Τρίτη ώρα τοις Αποστόλοις σου καταπέμψας, τούτο, αγαθέ, μη αντανέλης αφ’ ημών, αλλ’ εγκαίνισον ημίν τοις δεομένοις σου.
Ευχή του Μεγάλου Βασιλείου
Κύριε ο Θεός ημών, ο την σήν ειρήνην δεδωκώς τοις ανθρώποις, και την του παναγίου Πνεύματος δωρεάν τοις σοις Μαθηταίς και Αποστόλοις καταπέμψας, και τα τούτων χείλη εκ πυρίνων γλωσσών διανοίξας δυνάμει σου, διάνοιξον και ημών των αμαρτωλών τα χείλη, και δίδαξον ημάς, πώς δεί, και υπέρ ών χρή προσεύχεσθαι. Κυβέρνησον ημών την ζωήν, ο εύδιος των χειμαζομένων λιμήν και γνώρισον ημίν οδόν, εν ή πορευσόμεθα. Πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοις εγκάτοις ημών, και Πνεύματι ηγεμονικώ το της διανοίας ημών στήριξον ολισθηρόν, ίνα καθ’ εκάστην ημέραν τω Πνεύματί σου τω αγαθώ προς το συμφέρον οδηγούμενοι, καταξιωθώμεν ποιείν τας εντολάς σου, και της σής αεί μνημονεύειν ενδόξου και ερευνητικής των πεπραγμένων τοις ανθρώποις παρουσίας, και μη τοις φθειρομένοις του κόσμου τούτου εναπατάσθαι τερπνοίς αλλά της των μελλόντων ορέγεσθαι απολαύσεως ενίσχυσον θησαυρών. Ότι ευλογητός και αινετός υπάρχεις εν πάσι τοις Αγίοις σου, εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
...........................................
ΩΡΑ ΕΚΤΗ
«Εκεί εσταύρωσαν Αυτόν… Ήν δε ωσεί ώρα έκτη»
Τώρα, περισσότερον από τας άλλας ώρας, όχι μόνον δεν πρέπει να παραλειφθή η προσευχή μας μαζί με την Εκκλησίαν, αλλά και κάθε ψυχή, λυτρωμένη διά του Ιησού, πρέπει να αισθανθή αισθήματα δέους και ευγνωμοσύνης. Κατά την ώραν αυτήν (που αντιστοιχεί με την 12ηνμεσημβρινήν) εις τον Γολγοθάν έχει αρχίσει το θείον δράμα της θυσίας του Κυρίου μας. Ο Ιησούς, καρφωμένος επί του ξύλου ως κατάδικος, εις «τον λεγόμενον Κρανίου τόπον»! (Ματθ. 27,45-Μαρκ. 15,33-Λουκά 23,44). Μη φρίττης μόνον, αναλογιζόμενος την θλιβεράν εικόνα, αλλά χαίρων διά την άπειρον αγάπην του Θεού, ευχαρίστει Αυτόν ευγνωμόνως.
Εις το όνομα του Πατρός…
Ο Θεός εν τω ονόματί σου σώσον με, και εν τη δυνάμει σου κρινείς με. Ο Θεός, εισάκουσον της προσευχής μου, ενώτισαι τα ρήματα του στόματός μου. Ότι αλλότριοι επανέστησαν επ’ εμέ, και κραταιοί εζήτησαν την ψυχήν μου, και ου προέθεντο τον Θεόν ενώπιον αυτών. Ιδού γάρ ο Θεός βοηθεί μοι και ο Κύριος αντιλήπτωρ της ψυχής μου. Αποστρέψει τα κακά τοις εχθροίς μου. Εν τη αληθεία σου εξολόθρευσον αυτούς. Εκουσίως θύσω σοι. Εξομολογήσομαι τω ονόματί σου, Κύριε, ότι αγαθόν. Ότι εκ πάσης θλίψεως ερρύσω με, και εν τοις εχθροίς μου επείδεν ο οφθαλμός μου.
Ο εν έκτη ημέρα τε και ώρα τω Σταυρώ προσηλώσας την εν τω Παραδείσω τολημθείσαν τω Αδάμ αμαρτίαν, και των πταισμάτων ημών το χειρόγραφον διάρρηξον, Χριστέ ο Θεός, και σώσον ημάς.
Σωτηρίαν ειργάσω εν μέσω της γής, Χριστέ ο Θεός. Επί Σταυρού τας αχράντους σου χείρας εξέτεινας, επισυνάγων πάντα τα έθνη κράζοντα. Κύριε δόξα σοι.
Θεέ και Κύριε των Δυνάμεων, και πάσης κτίσεως Δημιουργέ, ο διά σπλάγχνα ανεικάστου ελέους σου τον Μονογενή σου Υιόν, τον Κύριον ημών Ιησούν Χριστόν, καταπέμψας επί σωτηρία του γένους ημών, και διά του τιμίου αυτού Σταυρού το χειρόγραφον των αμαρτιών ημών διαρρήξας, και θριαμβεύσας εν αυτώ τας αρχάς και εξουσίας του σκότους, αυτός, Δέσποτα φιλάνθρωπε, πρόσδεξαι και ημών των αμαρτωλών τας ευχαριστηρίους ταύτας και ικετηρίους εντεύξεις. Και ρύσαι ημάς από παντός ολεθρίου και σκοτεινού παραπτώματος, και πάντων των κακώσαι ημάς ζητούντων, ορατών και αοράτων εχθρών. Καθήλωσον εκ του φόβου σου τας σάρκας ημών, και μη εκκλίνης τας καρδίας ημών εις λόγους ή εις λογισμούς πονηρίας, αλλά τω πόθω σου τρώσον ημών τας ψυχάς, ίνα προς σε διαπαντός ατενίζοντες, και τω παρά σου φωτί οδηγούμενοι, σε το απρόσιτον και αίδιον κατοπτεύοντες φώς, ακατάπαυστόν σοι την εξομολόγησιν και ευχαριστίαν αναπέμπομεν, τω ανάρχω Πατρί, συν τω μονογενεί σου Υιώ και τω παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ σου Πνεύματι νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
................................................
ΩΡΑ ΕΝΑΤΗ
«Και τη ώρα τη ενάτη … ο Ιησούς αφείς φωνήν μεγάλην εξέπνευσε»
Κατά την ώραν αυτήν (που αντιστοιχεί με την 3ην απογευματινήν) τελειώνει πλέον το δράμα της θυσίας του Κυρίου μας επί του Σταυρού. Παραδίδει το πνεύμα Του εις τον Ουράνιον Πατέρα. Υπόσχεται την βασιλείαν Του εις τον μετανοήσαντα ληστήν. Η Εκκλησία και μαζί της κάθε πιστή ψυχή παρακολουθεί, θαυμάζει, συγκινείται, ευχαριστεί και προσεύχεται προς τον θείον λυτρωτήν, εκφράζουσα με καταλλήλους ύμνους τα ασύλληπτα και σωτήρια αυτά γεγονότα.
Εις το όνομα του Πατρός…
Ως αγαπητά τα σκηνώματά σου, Κύριε των δυνάμεων. Επιποθεί και εκλείπει η ψυχή μου εις τας αυλάς του Κυρίου. Η καρδία μου και η σάρξ μου ηγαλλιάσαντο επί Θεόν ζώντα. Και γάρ στρουθίον εύρεν εαυτώ οικίαν, και τρυγών νοσσιάν εαυτή, ου θήσει τα νοσσία εαυτής. Τα θυσιαστήριά σου, Κύριε των δυνάμεων, ο βασιλεύς μου και ο Θεός μου. Μακάριοι οι κατοικούντες εν τω οίκω σου, εις τους αιώνας των αιώνων αινέσουσί σε. Μακάριος ανήρ, ώ εστιν αντίληψις αυτώ παρά σού. Αναβάσεις εν τη καρδία αυτού διέθετο, εις την κοιλάδα του κλαυθμώνος, εις τον τόπον, όν έθετο. Και γάρ ευλογίας δώσει ο νομοθετών. Πορεύσονται εκ δυνάμεως εις δύναμιν. Οφθήσεται ο Θεός των Θεών εν Σιών. Κύριε, ο Θεός των δυνάμεων, εισάκουσον της προσευχής μου, ενώτισαι, ο Θεός Ιακώβ. Υπερασπιστά ημών, ίδε, ο Θεός, και επίβλεψον εις το πρόσωπον του χριστού σου. Ότι κρείσσων ημέρα μία εν ταις αυλαίς σου υπέρ χιλιάδας. Εξελεξάμην παραρριπτείσθαι εν τω οίκω του Θεού μου μάλλον, ή οικείν με εν σκηνώμασιν αμαρτωλών. Ότι έλεος και αλήθειαν αγαπά Κύριος ο Θεός, χάριν και δόξαν δώσει. Κύριος ου στερήσει τα αγαθά τοις πορευομένοις εν ακακία. Κύριε, ο Θεός των δυνάμεων, μακάριος άνθρωπος ο ελπίζων επί σε.
Ο εν τη ενάτη ώρα δι’ ημάς σαρκί του θανάτου γευσάμενος, νέκρωσον της σαρκός ημών το φρόνημα, Χριστέ ο Θεός και σώσον ημάς.
Εν μέσω δύο ληστών ζυγός δικαιοσύνης ευρέθη ο Σταυρός σου. Του μεν καταγομένου εις άδην τω βάρει της βλασφημίας, του δε κουφιζομένου πταισμάτων προς γνώσιν θεολογίας. Χριστέ ο Θεός δόξα σοι.
Δέσποτα Κύριε Ιησού Χριστέ ο Θεός ημών, ο μακροθυμήσας επί τοις ημών πλημμελήμασι, και άχρι της παρούσης ώρας αγαγών ημάς, εν ή επί του ζωοποιού ξύλου κρεμάμενος, τω ευγνώμονι ληστή την εις τον Παράδεισον ωδοποίησας είσοδον, και θανάτω τον θάνατον ώλεσας, ιλάσθητι ημίν τοις αμαρτωλοίς και αναξίοις δούλοις σου. Ημάρτομεν γάρ και ηνομήσαμεν, και ουκ εσμεν άξιοι άραι τα όμματα ημών, και βλέψαι εις το ύψος του ουρανού. Διότι κατελίπομεν την οδόν της δικαιοσύνης σου, και επορεύθημεν εν τοις θελήμασι των καρδιών ημών. Αλλ’ ικετεύομεν την σην ανείκαστον αγαθότητα. Φείσαι ημών, Κύριε, κατά το πλήθος του ελέους σου, και σώσον ημάς διά το όνομά σου το άγιον, ότι εξέλιπον εν ματαιότητι αι ημέραι ημών. Εξελού ημάς της του αντικειμένου χειρός, και άφες ημίν τα αμαρτήματα, και νέκρωσον το σαρκικόν ημών φρόνημα, ίνα τον παλαιόν αποθέμενοι άνθρωπον, τον νέον ενδυσώμεθα, και σοί ζήσωμεν, των ημετέρω Δεσπότη και κηδεμόνι. Και ούτω τοις σοις ακολουθούντες προστάγμασιν, εις την αιώνιον ανάπαυσιν καταντήσωμεν, ένθα πάντων εστί των ευφραινομένων η κατοικία. Σύ γάρ ει η όντως αληθινή ευφροσύνη και αγαλλίασις των αγαπώντων σε, Χριστέ, ο Θεός ημών, και σοί την δόξαν αναπέμπομεν, σύν τω ανάρχω σου Πατρί και τω παναγίω και αγαθώ και ζωοποιώ σου Πνεύματι, νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
...................................................
ΕΣΠΕΡΙΝΟΣ
«Έπαρσις των χειρών μου θυσία εσπερινή».
Ήδη «κέκλικεν η ημέρα» και ήλθεν η εσπέρα. Και μαζί με την Εκκλησίαν, ο πιστός, γεμάτος από ευγνωμοσύνην, ίσταται ενώπιον του Θεού διά να Τον ευχαριστήση διά τας ευλογίας που η πρόνοια Του μας εχάρισε καθ’ όλην την ημέραν. Κατ’ αυτήν η αγάπη του Θεού εδείχθη με πολλούς τρόπους και την απηλαύσαμεν πλουσίως μαζί με όλην την πλάσιν. Με την δύσιν του ηλίου, τα πάντα οδηγούνται προς ανάπαυσιν. Ψαλμοί της Π.Δ. είναι αφιερωμένοι εις την ώραν αυτήν. Ύμνοι της Εκκλησίας μας, πλούσιοι εις ποσότητα και περιεχόμενον, έχουν κατακλύσει τα λειτουργικά μας βιβλία. Προσευχήσου και σύ, υμνών τον Θεόν μαζί με όλην την κτίσιν.
Εις το όνομα του Πατρός…
Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν τω βασιλεί ημών Θεώ. Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν Χριστώ τω βασιλεί ημών Θεώ. Δεύτε προσκυνήσωμεν και προσπέσωμεν αυτώ, Χριστώ τω βασιλεί και Θεώ ημών.
Ευλόγει η ψυχή μου τον Κύριον. Κύριε, ο Θεός μου, εμεγαλύνθης σφόδρα. Εξομολόγησιν και μεγαλοπρέπειαν ενεδύσω, αναβαλλόμενος φώς ως ιμάτιον. Εκτείνων τον ουρανόν ωσεί δέρριν, ο στεγάζων εν ύδασι τα υπερώα αυτού. Ο τιθείς νέφη την επίβασιν αυτού, ο περιπατών επί πτερύγων ανέμων. Ο ποιών τους Αγγέλους αυτού πνεύματα και τους λειτουργούς αυτού πυρός φλόγα. Ο θεμελιών την γήν επί την ασφάλειαν αυτής, ου κλιθήσεται εις τον αιώνα του αιώνος. Άβυσσος ως ιμάτιον το περιβόλαιον αυτού, επί των ορέων στήσονται ύδατα. Από επιτιμήσεώς σου φεύξονται, από φωνής βροντής σου δειλιάσουσιν. Αναβαίνουσιν όρη, και καταβαίνουσι πεδία εις τον τόπον, όν εθεμελίωσας αυτά. Όριον έθου, ό ου παρελεύσονται, ουδέ επιστρέψουσι καλύψαι την γήν. Ο εξαποστέλλων πηγάς εν φάραγξιν, ανά μέσον των ορέων διελεύσονται ύδατα. Ποτιούσι πάντα τα θηρία του αγρού, προσδέξονται όναγροι εις δίψαν αυτών. Επ’ αυτά τα πετεινά του ουρανού κατασκηνώσει. Εκ μέσου των πετρών δώσουσι φωνήν. Ποτίζων όρη εκ των υπερώων αυτού. Από καρπού των έργων σου χορτασθήσεται η γή. Ο εξανατέλλων χόρτον τοις κτήνεσι, και χλόην τη δουλεία των ανθρώπων. Του εξαγαγείν άρτον εκ της γής, και οίνος ευφραίνει καρδίαν ανθρώπου. Του ιλαρύναι πρόσωπον εν ελαίω και άρτος καρδίαν ανθρώπου στηρίζει. Χορτασθήσονται τα ξύλα πεδίου, αι κέδροι του Λιβάνου, άς εφύτευσας. Εκεί στρουθία εννοσεύσουσι, του ερωδιού η κατοικία ηγείται αυτών. Όρη τα υψηλά ταις ελάφοις, πέτρα καταφυγή τοις λαγωοίς. Εποίησεν σελήνην εις καιρούς, ο ήλιος έγνω την δύσιν αυτού. Έθου σκότος και εγένετο νύξ. Εν αυτή διελεύσονται πάντα τα θηρία του δρυμού. Σκύμνοι ωρυόμενοι του αρπάσαι και ζητήσαι παρά τω Θεώ βρώσιν αυτοίς. Ανέτειλεν ο ήλιος και συνήχθησαν και εις τας μάνδρας αυτών κοιτασθήσονται. Εξελεύσεται άνθρωπος επί το έργον αυτού, και επί την εργασίαν αυτού έως εσπέρας. Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου, Κύριε. Πάντα εν σοφία εποίησας. Επληρώθη η γή της κτίσεώς σου. Αύτη η θάλασσα η μεγάλη και ευρύχωρος. Εκεί ερπετά, ών ουκ έστιν αριθμός, ζώα μικρά μετά μεγάλων. Εκεί πλοία διαπορεύονται. Δράκων ούτος, όν έπλασας εμπαίζειν αυτή. Πάντα προς σε προσδοκώσι, δούναι την τροφήν αυτών εις εύκαιρον. Δόντος σου αυτοίς συλλέξουσιν. Ανοίξαντός σου την χείρα τα σύμπαντα πλησθήσονται χρηστότητος. Αποστρέψαντος δε σου το πρόσωπον ταραχθήσονται. Αντανελείς το πνεύμα αυτών, και εκλείψουσι, και εις τον χούν αυτών επιστρέψουσιν. Εξαποστελείς το πνεύμα σου, και κτισθήσονται, και ανακαινιείς το πρόσωπον της γής. Ήτω η δόξα Κυρίου εις τους αιώνας. Ευφρανθήσεται Κύριος επί τοις έργοις αυτού. Ο επιβλέπων εί την γήν και ποιών αυτήν τρέμειν, ο απτόμενος των ορέων και καπνίζονται. Άσω τω Κυρίω εν τη ζωή μου, ψαλώ τω Θεώ μου έως υπάρχω. Ηδυνθείη αυτώ η διαλογή μου, εγώ δε ευφρανθήσομαι επί τω Κυρίω. Εκλείποιεν αμαρτωλοί από της γής και άνομοι, ώστε μη υπάρχειν αυτούς. Ευλόγει η ψυχή μου τον Κύριον.
Ο ήλιος έγνω την δύσιν αυτού. Έθου σκότος και εγένετο νύξ. Ως εμεγαλύνθη τα έργα σου Κύριε. Πάντα εν σοφία εποίησας.
Κύριε, εκέκραξα προς σε, εισάκουσόν μου. Πρόσχες τη φωνή της δεήσεώς μου εν τω κεκραγέναι με προς σε. Κατευθυνθήτω η προσευχή μου ως θυμίαμα ενώπιόν σου. Έπαρσις των χειρών μου θυσία εσπερινή. Θού Κύριε, φυλακήν τω στόματί μου και θύραν περιοχής περί τα χείλη μου. Μη εκκλίνης την καρδίαν μου εις λόγους πονηρίας του προφασίζεσθαι προφάσεις εν αμαρτίαις. Συν ανθρώποις εργαζομένοις την ανομίαν, και ου μη συνδυάσω μετά των εκλεκτών αυτών. Παιδεύσει με δίκαιος εν ελέει και ελέγξει με. Έλαιον δε αμαρτωλού μη λιπανάτω την κεφαλήν μου. Ότι έτι και η προσευχή μου εν ταις ευδοκίαις αυτών. Κατεπόθησαν εχόμενα πέτρας οι κριταί αυτών. Ακούσονται τα ρήματά μου, ότι ηδύνθησαν. Ωσεί πάχος γής ερράγη επί της γής, διεσκορπίσθη τα οστά αυτών παρά τον άδην. Ότι προς σε, Κύριε, Κύριε, οι οφθαλμοί μου. Επί σοί ήλπισα, μη αντανέλης την ψυχήν μου. Φύλαξόν με από παγίδος, ής συνεστήσαντό μοι, και από σκανδάλων των εργαζομένων την ανομίαν. Πεσούνται εν αμφιβλήστρω αυτών οι αμαρτωλοί. Κατά μόνας ειμί εγώ, έως αν παρέλθω.
Εκ βαθέων εκέκραξά σοι, Κύριε. Κύριε, εισάκουσον της φωνής μου. Γενηθήτω τα ώτα σου προσέχοντα εις την φωνήν της δεήσεώς μου. Εάν ανομίας παρατηρήσης, Κύριε, Κύριε, τις υποστήσεται; ότι παρά σοί ο ιλασμός εστιν. Ένεκεν του ονόματός σου υπέμεινά σε, Κύριε. Υπέμεινεν η ψυχή μου εις τον λόγον σου, ήλπισεν η ψυχή μου επί τον Κύριον.
Φως ιλαρόν αγίας δόξης αθανάτου Πατρός, ουρανίου, αγίου, μάκαρος Ιησού Χριστέ, ελθόντες επί την ηλίου δύσιν, ιδόντες φώς εσπερινόν, υμνούμεν Πατέρα, Υιόν και Άγιον Πνεύμα, Θεόν. Άξιόν σε εν πάσι καιροίς υμνείσθαι φωναίς αισίαις, Υιέ Θεού, ζωήν ο διδούς. Διό ο κόσμος σε δοξάζει.
Ο Θεός εν τω ονόματί σου σώσον με και εν τη δυνάμει σου κρινείς με.
Καταξίωσον, Κύριε εν τη εσπέρα ταύτη αναμαρτήτους φυλαχθήναι ημάς. Ευλογητός εί, Κύριε, ο Θεός των πατέρων ημών, και αινετόν και δεδοξασμένον το όνομά σου εις τους αιώνας. Αμήν. Γένοιτο, Κύριε, το έλεός σου εφ’ ημάς, καθάπερ ηλπίσαμεν επί σε. Ευλογητός εί, Κύριε, δίδαξόν με τα δικαιώματά σου. Ευλογητός εί, Δέσποτα, συνέτισόν με τα δικαιώματά σου. Ευλογητός εί, Άγιε, φώτισόν με τοις τοις δικαιώμασί σου. Κύριε, το έλεός σου εις τον αιώνα. Τα έργα των χειρών σου μη παρίδης. Σοί πρέπει αίνος, σοί πρέπει ύμνος, σοί δόξα πρέπει, τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι νύν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Αμήν.
Προς σε ήρα τους τους οφθαλμούς μου, τον κατοικούντα εν τω ουρανώ. Ιδού, ως οφθαλμοί δούλων εις χείρας των κυρίων αυτών, ως οφθαλμοί παιδίσκης εις χείρας της κυρίας αυτής, ούτως οι οφθαλμοί ημών προς Κύριον τον Θεόν ημών, έως ού οικτειρήσαι ημάς. Ελέησον ημάς, Κύριε, ελεήσον ημάς, ότι επί πολύ επλήσθημεν εξουδενώσεως, επί πλείον επλήσθη η ψυχή ημών. Το όνειδος τοις ευθηνούσι, και η εξουδένωσις τοις υπερηφάνοις.
Νύν απολύεις τον δούλον σου, Δέσποτα, κατά το ρήμα σου εν ειρήνη, ότι είδον οι οφθαλμοί μου το σωτήριόν σου, ό ητοίμασας κατά πρόσωπον πάντων των λαών. Φώς εις αποκάλυψιν εθνών και δόξαν λαού σου Ισραήλ.
Παναγία Τριάς, το ομοούσιον κράτος, η αδιαίρετος βασιλεία, η πάντων των αγαθών αιτία, ευδόκησον δή και επ’ εμοί τω αμαρτωλώ. Στήριξον, συνέτισον την καρδίαν μου, και πάσαν περίελέ μου την βεβηλότητα. Φώτισόν μου την διάνοιαν, ίνα διά παντός δοξάζω, υμνώ, προσκυνώ και λέγω. Είς Άγιος, είς Κύριος, Ιησούς Χριστός εις δόξαν Θεού Πατρός. Αμήν.
...............................................
ΑΠΟΔΕΙΠΝΟΝ
«Εν ειρήνη επί το αυτό κοιμηθήσομαι και υπνώσω»
Όπως ήρχισες την ημέραν σου με το Μεσονυκτικόν, κλείσε την τώρα αργά το βράδυ με την προσευχήν του Αποδείπνου. Μετά το δείπνον και πρό του ύπνου σου, δοξολόγησε διά τελευταίαν φοράν τον Πλάστην σου. Ευχαρίστησέ Τον διά τας ευεργεσίας της ημέρας. Ζητησέ Του συγγνώμην διά τα σφάλματα και τας παραλείψεις σου. Εμπιστεύσου τον εαυτόν σου εις Εκείνον του οποίου είσαι ποίημα και κοιμήσου γαλήνιος ενθυμούμενος ότι είσαι υπό την προστασίαν Εκείνου, όστις κρατεί εις τας χείρας Του τα πάντα.
Εις το όνομα του Πατρός… Βασιλεύ ουράνιε… Τρισάγιον. Παναγία Τριάς… Πάτερ ημών… Ότι σου εστιν…
Ελέησόν με, ο Θεός, κατά το μέγα έλεός σου, και κατά το πλήθος των οικτιρμών σου εξάλειψον το ανόμημά μου. Επί πλέον πλύνον με από της ανομίας μου, και από της αμαρτίας μου καθάρισόν με. Ότι την ανομίαν μου εγώ γινώσκω, και η αμαρτία μου ενώπιόν μου εστί διά παντός. Σοί μόνω ήμαρτον και το πονηρόν ενώπιόν σου εποίησα, όπως αν δικαιωθής εν τοις λόγοις σου, και νικήσης εν τω κρίνεσθαί σε. Ιδού γάρ εν ανομίαις συνελήφθην, και εν αμαρτίαις εκίσσησέ με η μήτηρ μου. Ιδού γαρ αλήθειαν ηγάπησας, τα άδηλα και τα κρύφια της σοφίας σου εδήλωσάς μοι. Ραντιείς με υσσώπω και καθαρισθήσομαι. Πλυνείς με και υπέρ χιόνα λευκανθήσομαι. Ακουτιείς μοι αγαλλίασιν και ευφροσύνην. Αγαλλιάσονται οστέα τεταπεινωμένα. Απόστρεψον το πρόσωπόν σου από των αμαρτιών μου και πάσας τας ανομίας μου εξάλειψον. Καρδίαν καθαράν κτίσον εν εμοί ο Θεός, και πνεύμα ευθές εγκαίνισον εν τοις εγκάτοις μου. Μη απορρίψης με από του προσώπου σου και το Πνεύμα σου το άγιον μη αντανέλ paraklisi
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Χαμός στο αποψινό #MasterChefGR!: Η αποχώρηση-βόμβα και η ανατροπή!
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ