2018-02-09 22:18:01
Δρ Χαραλάμπης Μ. Μπούσιας, Μέγας Υμνογράφος της των Αλεξανδρέων Εκκλησίας
Οι ανά τους αιώνας Άγιοι της Εκκλησίας μας, οι Δίκαιοι, οι Απόστολοι, οι Μάρτυρες και οι Όσιοι αποτελούν τους πολυτίμους μαργαρίτας της πίστεως, τα ευωδέστατα ρόδα μεταφυτευθέντα Θεία Χάριτι εις τους ουρανίους λειμώνας.
Οι Άγιοί μας, αι πνευματοκίνητοι γραφίδες, τα μυρίπνοα άνθη της προσευχής και της νήψεως, οι σοφολογιώτατοι Πατέρες και διδάσκαλοι του χριστεπωνύμου πληρώματος, τα ταμεία της Χάριτος του Παρακλήτου Πνεύματος, οι απλανέστατοι φωστήρες και οι παμφαέστατοι οδοδείκτες των λαών προς τα ουράνια σκηνώματα, οι αριστείς του σταδίου και καλλίνικοι μάρτυρες και οι σοφολογιώτατοι κήρυκες του Ευαγγελίου της αγάπης, εβίωσαν ως επίγειοι Άγγελοι και ως ουράνιοι άνθρωποι και ήθλησαν θεία συνεργεία διά την αγάπην του Εσταυρωμένου και Αναστημένου Ιησού. Και η πίστις και η άθλησις αποτελούν δώρα του Θεού, διότι αυτός ρυθμίζει την ζωήν όλων μας, και ο Απόστολος Παύλος λέγει ότι, «Ημίν εχαρίσθη ου μόνον το εις αυτόν πιστεύειν, αλλά και το υπέρ αυτού πάσχειν»[1].
Οι Άγιοι αποτελούν υπέροχα παραδείγματα προς μίμησιν από τους ανθρώπους, αυτούς που θέλουν να ζούν μετά συνεπείας ηθικής και πίστεως και, αφού κατορθώσουν να ανεβούν την κλίμακα των αρετών, να γίνουν κληρονόμοι της ητοιμασμένης «Βασιλείας από καταβολής κόσμου»[2]. Δι’ αυτό και οι Άγιοι προβάλλονται ως εικόνες, εν τινι τρόπω, αυτών που θέλουν «σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς ζην»[3], διά διαθέρμανσιν ψυχών προς μίμησιν των κατορθωμάτων των.
Παροτρύνων τον λαόν δι’ ανάγνωσιν και διήγησιν του βίου των Οσίων ανδρών ο σοφός Σειραχίδης λέγει· «Μη παρίδης διήγημα σοφών» και «μη αστόχει διηγήματος γέροντος»[4]. Αλλά την ωφέλειαν και τη χάριν εκ της διηγήσεως του βίου των Αγίων επισημαίνει και ο θεοειδέστατος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέγων· «Το μεμνήσθαι αγίου ανδρός αγιασμός και μέγιστον εις παράκλησιν αρετής ο λόγος»[5].
Η πνευματική αναφορά και η τιμή της μνήμης των Αγίων ευφραίνει τας ψυχάς των ακροατών, οι οποίοι οικοδομούνται, παρηγορούνται και καρπούνται μεγάλην ωφέλειαν και διά της εντρυφήσεώς των εις την θεοφιλή πολιτείαν των αγωνιστών αυτών της πίστεως αισθάνονται ψυχικήν αγαλλίασιν άρρητον, καθώς διαγορεύει και ο σοφός Σολομών· «Εγκωμιαζομένου δικαίου ευφρανθήσονται λαοί· αθανασία γαρ εστίν η μνήμη αυτού»[6]. Αλλά μήπως η τιμή και ο έπαινος και ο εγκωμιασμός των Αγίων δεν μεταβαίνει και προς αυτόν τον ίδιον τον Κύριον και Θεόν μας, «παρ’ Ου πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον»[7] έρχεται εις όλους μας, οι οποίοι πιστεύομεν εις Αυτόν; Ο Θεολόγος πάλι Γρηγόριος πλέκων εγκώμιον διά πνευματικών ανθέων εις τον νοητόν αστέρα της Αλεξανδρείας και ενθεώτατον Πατριάρχην Αθανάσιον αναφωνεί· «Αθανάσιον επαινών αρετήν επαινέσομαι, αρετήν δε επαινών Θεόν επαινέσομαι».
Μαρτυρία πίστεως, μάρτυρες
Η Εκκλησία πολεμουμένη νικά και θριαμβεύει και καταδεικνύει ότι είναι θεοΐδρυτος οργανισμός και ουχί ίδρυμα ανθρώπινον. Είναι οργανισμός έχων απαρχήν και κεφαλήν τον ίδιον τον Θεάνθρωπον Ιησούν, ο οποίος παραμένει ο αυτός «χθες και σήμερον και εις τους αιώνας»[8].
Ο θρίαμβος και η δόξα της Εκκλησίας του Χριστού ανέκαθεν υπήρξαν οι διωγμοί και τα μαρτύρια. Εις τας κατακόμβας και εις τα Κολοσσαία η Εκκλησία ήγειρε τρόπαια νίκης και έκτισε τους ιερούς βωμούς, επάνω εις τους οποίους ανά τους αιώνας «μελίζεται και διαμελίζεται ο μελιζόμενος και μη διαιρούμενος, ο πάντοτε εσθιόμενος και μηδέποτε δαπανώμενος, αλλά τους μετέχοντας αγιάζων», Αμνός του Θεού «ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου».
Τους πολέμους και τας διώξεις τας οποίας υπέστη η Εκκλησία του Χριστού εις τους αιώνας αδυνατεί κανείς να απαριθμήσει, αφού αυτή εδέχετο και δέχεται άχρι τούδε τα ιοβόλα βέλη των ορατών και αοράτων εχθρών, αυτών που ζητούν να την κατασπαράξουν, να την εξαφανίσουν. Λαμβάνων εκάστοτε διαφορετικάς μορφάς ο μισόκαλος επιτίθεται, «ως λέων ωρυόμενος ζητών τίνα καταπίει»[9], αλλά δεν γνωρίζει ο ταλαίπωρος ότι πάντοτε ο Χριστός νικά, ο Χριστός θριαμβεύει, αφού είναι ο νικητής του θανάτου, «το φως του κόσμου»[10], «η ζωή και η ανάστασις»[11], «η οδός», και η μόνη «αλήθεια»[12].
Εχθροί του Χριστιανισμού υπήρξαν ανέκαθεν οι σκοταδισταί, οι ειδωλολάτραι, οι υλισταί, οι άνθρωποι του εφημέρου ησυχασμού, οι διαστεβλωταί της αληθείας, οι «δοκούντες άρχειν των εθνών»[13], οι κοντόφθαλμοι, οι οποίοι νομίζουν ότι η ζωή τερματίζεται εις τον τάφον και η επέκεινα του τάφου δεν υπάρχει ή δεν τους ενδιαφέρει, οι άνθρωποι του χρήματος, των συμποσίων, αυτών που προβάλλουν ως έμβλημά τους την αποστροφήν του Αποστόλου Παύλου εις την ρήσιν: «φάγωμεν, πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν»[14]. Πολεμάται η Εκκλησία εκ των ανθρώπων της εωσφορικής αυτοπροβολής, της ακράτου ευμαρείας, του ευκόλου πλουτισμού, των ανέσεων, του διαπεφημισμένου ανθρωπισμού και του δήθεν ενδιαφέροντος διά μακρινούς λαούς, ενώ παραβλέπεται ο πλησίον μας, τον οποίον εγκαταλείπομεν εις τα πάμπολλα προβλήματά του και παραμένομεν αδρανείς εις τας εκκλήσεις του.
Αυτόν ο οποίος στρέφει τα όμματά του επάνω μας και μετά θλίψεως και πόνου επαναλαμβάνει την ρήσιν του παραλύτου της Βηθεσδά, «Άνθρωπον ουκ έχω»[15]. Πολεμάται η Εκκλησία εκ του τρόπου ζωής των ανθρώπων, επιβαλλομένου έξωθεν, εκ των εκκοφαντικών μουσικών ακουσμάτων, εκ των εμπόρων ναρκωτικών, εκ του διαδικτύου, αποτελούντος την αχίλλειον πτέρναν του πολιτισμού, εκ της οποίας εισάγεται εις το σώμα της Εκκλησίας ο θάνατος, εις τα χλιαρά μέλη της, αυτά που ελησμόνησαν την εντολήν του Αποστόλου των εθνών, «στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις»[16]. Πολεμάται «Εκκλησία, αλλ’ ανθίσταται και σαλπίζει τον παιάνα της νίκης, αυτής την οποίαν επιφέρει ο αγωνιζόμενος πιστός διά της χάριτος του νικοποιού Ιησού, καθώς μας βεβαιώνει και ο Σοφός Σειραχίδης λέγων: «Έως θανάτου αγώνισαι περί της αληθείας και Κύριος ο Θεός πολεμήσει υπέρ Σού»[17].
[1] Φιλιπ. α΄ 26
[2] Ματθ. κε΄ 34.
[3] Τιτ. β΄ 12.
[4] Σοφ. Σειρ. η΄ 9.
[5] Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος εἰς Ἅγιον Κυπριανόν.
[6] Σοφ. Σολ. δ΄ 14.
[7] Ιακ. α΄ 17.
[8] Εβρ. ιγ΄ 8
[9] Α΄ Πέτρ. ε΄ 8
[10] Ματθ. ε΄ 14
[11] Ιωάν. ια΄ 25
[12] Ιωάν. ιδ΄ 6
[13] Μαρκ. ι΄ 42
[14] Α΄ Κορ. ιε΄ 32
[15] Ιωάν. ε΄ 7
[16] Β΄ Θεσ. β΄ 15
[17] Σοφ. Σειρ. δ΄ 28
Πηγή
paraklisi
Οι ανά τους αιώνας Άγιοι της Εκκλησίας μας, οι Δίκαιοι, οι Απόστολοι, οι Μάρτυρες και οι Όσιοι αποτελούν τους πολυτίμους μαργαρίτας της πίστεως, τα ευωδέστατα ρόδα μεταφυτευθέντα Θεία Χάριτι εις τους ουρανίους λειμώνας.
Οι Άγιοί μας, αι πνευματοκίνητοι γραφίδες, τα μυρίπνοα άνθη της προσευχής και της νήψεως, οι σοφολογιώτατοι Πατέρες και διδάσκαλοι του χριστεπωνύμου πληρώματος, τα ταμεία της Χάριτος του Παρακλήτου Πνεύματος, οι απλανέστατοι φωστήρες και οι παμφαέστατοι οδοδείκτες των λαών προς τα ουράνια σκηνώματα, οι αριστείς του σταδίου και καλλίνικοι μάρτυρες και οι σοφολογιώτατοι κήρυκες του Ευαγγελίου της αγάπης, εβίωσαν ως επίγειοι Άγγελοι και ως ουράνιοι άνθρωποι και ήθλησαν θεία συνεργεία διά την αγάπην του Εσταυρωμένου και Αναστημένου Ιησού. Και η πίστις και η άθλησις αποτελούν δώρα του Θεού, διότι αυτός ρυθμίζει την ζωήν όλων μας, και ο Απόστολος Παύλος λέγει ότι, «Ημίν εχαρίσθη ου μόνον το εις αυτόν πιστεύειν, αλλά και το υπέρ αυτού πάσχειν»[1].
Οι Άγιοι αποτελούν υπέροχα παραδείγματα προς μίμησιν από τους ανθρώπους, αυτούς που θέλουν να ζούν μετά συνεπείας ηθικής και πίστεως και, αφού κατορθώσουν να ανεβούν την κλίμακα των αρετών, να γίνουν κληρονόμοι της ητοιμασμένης «Βασιλείας από καταβολής κόσμου»[2]. Δι’ αυτό και οι Άγιοι προβάλλονται ως εικόνες, εν τινι τρόπω, αυτών που θέλουν «σωφρόνως και δικαίως και ευσεβώς ζην»[3], διά διαθέρμανσιν ψυχών προς μίμησιν των κατορθωμάτων των.
Παροτρύνων τον λαόν δι’ ανάγνωσιν και διήγησιν του βίου των Οσίων ανδρών ο σοφός Σειραχίδης λέγει· «Μη παρίδης διήγημα σοφών» και «μη αστόχει διηγήματος γέροντος»[4]. Αλλά την ωφέλειαν και τη χάριν εκ της διηγήσεως του βίου των Αγίων επισημαίνει και ο θεοειδέστατος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέγων· «Το μεμνήσθαι αγίου ανδρός αγιασμός και μέγιστον εις παράκλησιν αρετής ο λόγος»[5].
Η πνευματική αναφορά και η τιμή της μνήμης των Αγίων ευφραίνει τας ψυχάς των ακροατών, οι οποίοι οικοδομούνται, παρηγορούνται και καρπούνται μεγάλην ωφέλειαν και διά της εντρυφήσεώς των εις την θεοφιλή πολιτείαν των αγωνιστών αυτών της πίστεως αισθάνονται ψυχικήν αγαλλίασιν άρρητον, καθώς διαγορεύει και ο σοφός Σολομών· «Εγκωμιαζομένου δικαίου ευφρανθήσονται λαοί· αθανασία γαρ εστίν η μνήμη αυτού»[6]. Αλλά μήπως η τιμή και ο έπαινος και ο εγκωμιασμός των Αγίων δεν μεταβαίνει και προς αυτόν τον ίδιον τον Κύριον και Θεόν μας, «παρ’ Ου πάσα δόσις αγαθή και παν δώρημα τέλειον»[7] έρχεται εις όλους μας, οι οποίοι πιστεύομεν εις Αυτόν; Ο Θεολόγος πάλι Γρηγόριος πλέκων εγκώμιον διά πνευματικών ανθέων εις τον νοητόν αστέρα της Αλεξανδρείας και ενθεώτατον Πατριάρχην Αθανάσιον αναφωνεί· «Αθανάσιον επαινών αρετήν επαινέσομαι, αρετήν δε επαινών Θεόν επαινέσομαι».
Μαρτυρία πίστεως, μάρτυρες
Η Εκκλησία πολεμουμένη νικά και θριαμβεύει και καταδεικνύει ότι είναι θεοΐδρυτος οργανισμός και ουχί ίδρυμα ανθρώπινον. Είναι οργανισμός έχων απαρχήν και κεφαλήν τον ίδιον τον Θεάνθρωπον Ιησούν, ο οποίος παραμένει ο αυτός «χθες και σήμερον και εις τους αιώνας»[8].
Ο θρίαμβος και η δόξα της Εκκλησίας του Χριστού ανέκαθεν υπήρξαν οι διωγμοί και τα μαρτύρια. Εις τας κατακόμβας και εις τα Κολοσσαία η Εκκλησία ήγειρε τρόπαια νίκης και έκτισε τους ιερούς βωμούς, επάνω εις τους οποίους ανά τους αιώνας «μελίζεται και διαμελίζεται ο μελιζόμενος και μη διαιρούμενος, ο πάντοτε εσθιόμενος και μηδέποτε δαπανώμενος, αλλά τους μετέχοντας αγιάζων», Αμνός του Θεού «ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου».
Τους πολέμους και τας διώξεις τας οποίας υπέστη η Εκκλησία του Χριστού εις τους αιώνας αδυνατεί κανείς να απαριθμήσει, αφού αυτή εδέχετο και δέχεται άχρι τούδε τα ιοβόλα βέλη των ορατών και αοράτων εχθρών, αυτών που ζητούν να την κατασπαράξουν, να την εξαφανίσουν. Λαμβάνων εκάστοτε διαφορετικάς μορφάς ο μισόκαλος επιτίθεται, «ως λέων ωρυόμενος ζητών τίνα καταπίει»[9], αλλά δεν γνωρίζει ο ταλαίπωρος ότι πάντοτε ο Χριστός νικά, ο Χριστός θριαμβεύει, αφού είναι ο νικητής του θανάτου, «το φως του κόσμου»[10], «η ζωή και η ανάστασις»[11], «η οδός», και η μόνη «αλήθεια»[12].
Εχθροί του Χριστιανισμού υπήρξαν ανέκαθεν οι σκοταδισταί, οι ειδωλολάτραι, οι υλισταί, οι άνθρωποι του εφημέρου ησυχασμού, οι διαστεβλωταί της αληθείας, οι «δοκούντες άρχειν των εθνών»[13], οι κοντόφθαλμοι, οι οποίοι νομίζουν ότι η ζωή τερματίζεται εις τον τάφον και η επέκεινα του τάφου δεν υπάρχει ή δεν τους ενδιαφέρει, οι άνθρωποι του χρήματος, των συμποσίων, αυτών που προβάλλουν ως έμβλημά τους την αποστροφήν του Αποστόλου Παύλου εις την ρήσιν: «φάγωμεν, πίωμεν, αύριον γαρ αποθνήσκομεν»[14]. Πολεμάται η Εκκλησία εκ των ανθρώπων της εωσφορικής αυτοπροβολής, της ακράτου ευμαρείας, του ευκόλου πλουτισμού, των ανέσεων, του διαπεφημισμένου ανθρωπισμού και του δήθεν ενδιαφέροντος διά μακρινούς λαούς, ενώ παραβλέπεται ο πλησίον μας, τον οποίον εγκαταλείπομεν εις τα πάμπολλα προβλήματά του και παραμένομεν αδρανείς εις τας εκκλήσεις του.
Αυτόν ο οποίος στρέφει τα όμματά του επάνω μας και μετά θλίψεως και πόνου επαναλαμβάνει την ρήσιν του παραλύτου της Βηθεσδά, «Άνθρωπον ουκ έχω»[15]. Πολεμάται η Εκκλησία εκ του τρόπου ζωής των ανθρώπων, επιβαλλομένου έξωθεν, εκ των εκκοφαντικών μουσικών ακουσμάτων, εκ των εμπόρων ναρκωτικών, εκ του διαδικτύου, αποτελούντος την αχίλλειον πτέρναν του πολιτισμού, εκ της οποίας εισάγεται εις το σώμα της Εκκλησίας ο θάνατος, εις τα χλιαρά μέλη της, αυτά που ελησμόνησαν την εντολήν του Αποστόλου των εθνών, «στήκετε και κρατείτε τας παραδόσεις»[16]. Πολεμάται «Εκκλησία, αλλ’ ανθίσταται και σαλπίζει τον παιάνα της νίκης, αυτής την οποίαν επιφέρει ο αγωνιζόμενος πιστός διά της χάριτος του νικοποιού Ιησού, καθώς μας βεβαιώνει και ο Σοφός Σειραχίδης λέγων: «Έως θανάτου αγώνισαι περί της αληθείας και Κύριος ο Θεός πολεμήσει υπέρ Σού»[17].
[1] Φιλιπ. α΄ 26
[2] Ματθ. κε΄ 34.
[3] Τιτ. β΄ 12.
[4] Σοφ. Σειρ. η΄ 9.
[5] Γρηγορίου Θεολόγου, Λόγος εἰς Ἅγιον Κυπριανόν.
[6] Σοφ. Σολ. δ΄ 14.
[7] Ιακ. α΄ 17.
[8] Εβρ. ιγ΄ 8
[9] Α΄ Πέτρ. ε΄ 8
[10] Ματθ. ε΄ 14
[11] Ιωάν. ια΄ 25
[12] Ιωάν. ιδ΄ 6
[13] Μαρκ. ι΄ 42
[14] Α΄ Κορ. ιε΄ 32
[15] Ιωάν. ε΄ 7
[16] Β΄ Θεσ. β΄ 15
[17] Σοφ. Σειρ. δ΄ 28
Πηγή
paraklisi
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΠΟΜΕΝΣ: Πρέπει να είμαστε στην Επιτροπή για τα Οικονομικά Θέματα
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ