2018-02-21 15:53:56
Η παντελής έλλειψη ζήτησης τόσο από κατασκευαστές για κατασκευή νέων διαμερισμάτων, όσο και από εταιρείες για τη δημιουργία νέων γραφειακών χώρων έχει φέρει την απόλυτη «ανομβρία»
στις αγοραπωλησίες οικοπέδων στην Αττική με τις αξίες σε πολλές περιπτώσεις, να έχουν μειωθεί ακόμη και κάτω από το ήμισυ και τις προσδοκίες για τους ιδιοκτήτες στο άμεσο μέλλον να παραμένουν στο ναδίρ.
«Όσοι ιδιοκτήτες γης διατήρησαν τα οικόπεδά τους μετά το 2006 είναι οι μεγάλοι χαμένοι. Η πτώση της ζήτησης για κατοικίες, ο υψηλός αριθμός αποθέματος κατοικιών προς πώληση και η έλλειψη χρηματοδότησης, συντελούν στην απουσία ζήτησης για αγορά οικοπέδων. Οι οικοπεδούχοι κάποτε με την πώληση του οικοπέδου τους σε μία καλή περιοχή της Αττικής εξασφαλίζονταν οι ίδιοι και τα παιδιά τους, ενώ με την αντιπαροχή, πέραν των διαμερισμάτων που τους αναλογούσαν, αποκτούσαν ταυτόχρονα κι ένα μηνιαίο εισόδημα που, όταν επρόκειτο για καταστήματα, άγγιζε μερικές χιλιάδες ευρώ το μήνα», αναφέρει ο κ. Θέμης Μπάκας, επικεφαλής του κτηματομεσιτικού δικτύου της E-Real Estates.
Τα δεδομένα πλέον έχουν αλλάξει και πέραν της μείωσης της εμπορικής τιμής των οικοπέδων έχουν μειωθεί αισθητά και τα ποσοστά της αντιπαροχής: «Η έννοια της αντιπαροχής είναι πλέον κάτι που δεν ακούγεται και δεν υπάρχει στην κτηματαγορά, ενώ οι ελάχιστες προτάσεις που πραγματοποιούνται από κατασκευαστές ή ιδιώτες που διαθέτουν ρευστότητα αγγίζουν το 20% - 25% σε αντίθεση με το πρόσφατο, προ κρίσης παρελθόν, όπου το 40% και 60% σε καλές περιοχές ήταν, λίγο- πολύ δεδομένο. Κι αυτό γιατί ο επενδυτής / κατασκευαστής καλείται να επενδύσει άμεσα και να αποδώσει το ποσοστό της αντιπαροχής στους συμφωνηθέντες χρόνους και ταυτόχρονα να περιμένει πότε θα ανέβει η αγορά ώστε να εισπράξει το κόστος της επένδυσης και το κέρδος του».
Επιπλέον, όπως επισημαίνει ο κ. Μπάκας, με τα σημερινά δεδομένα της αγοράς δεν συμφέρει κάποιον ενδιαφερόμενο να προβεί σε αγορά οικοπέδου και σε ανέγερση νέας οικοδομής είτε προς εμπορική εκμετάλλευση είτε προς ιδιοκατοίκηση: Οι σημερινές τιμές αγοράς κατοικιών σε πολλές περιοχές του νομού Αττικής δεν ξεπερνούν ανά τετραγωνικό μέτρο το κόστος κατασκευής, ενώ, την ίδια στιγμή, πολλές κατοικίες πωλούνται χωρίς να έχει συνυπολογιστεί το κόστος του δομήσιμου τετραγωνικού μέτρου του οικοπέδου.
Πέραν της έλλειψης ζήτησης από τους κατασκευαστές, η αγορά των οικοπέδων έχει επηρεαστεί αρνητικά και από το γεγονός ότι οι επενδυτές έχουν στραφεί πλέον σε άλλες μορφές επένδυσης, αφού η αγορά γης, με τα σημερινά δεδομένα, δεν προβλέπεται να δημιουργήσει υπεραξίες στο άμεσο μέλλον.
Ένας ακόμη παράγοντας για την έλλειψη ζήτησης στην αγορά γης έχει να κάνει με το γεγονός ότι μεγάλες ελληνικές και πολυεθνικές επιχειρήσεις έχουν σταματήσει εδώ και καιρό να επενδύουν στην αγορά οικοπέδων για την κατασκευή γραφείων (κάτι που συνέβαινε κατά κόρον τα χρόνια πριν από την κρίση), προκειμένου να μη δεσμεύουν κεφάλαια εκτός της κύριας δραστηριότητάς τους.
Το θέμα της φορολογίας είναι ένας ακόμη αρνητικός παράγοντας δεδομένου ότι «οι οικοπεδούχοι καλούνται να φορολογηθούν και μάλιστα με εξαιρετικά υψηλούς συντελεστές, όχι μόνο για περιουσία που δεν αποφέρει κάποιο εισόδημα, αλλά και για περιουσία η αξία της οποίας απομειώνεται. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που πολλοί οικοπεδούχοι επειδή δεν αντέχουν το κόστος κατοχής της ιδιοκτησίας τους, προσφέρουν για χρόνια εκμετάλλευση τα οικόπεδά τους με αντάλλαγμα την πληρωμή των ετήσιων φόρων».
Της Στεφανίας Σούκη
anatakti
στις αγοραπωλησίες οικοπέδων στην Αττική με τις αξίες σε πολλές περιπτώσεις, να έχουν μειωθεί ακόμη και κάτω από το ήμισυ και τις προσδοκίες για τους ιδιοκτήτες στο άμεσο μέλλον να παραμένουν στο ναδίρ.
«Όσοι ιδιοκτήτες γης διατήρησαν τα οικόπεδά τους μετά το 2006 είναι οι μεγάλοι χαμένοι. Η πτώση της ζήτησης για κατοικίες, ο υψηλός αριθμός αποθέματος κατοικιών προς πώληση και η έλλειψη χρηματοδότησης, συντελούν στην απουσία ζήτησης για αγορά οικοπέδων. Οι οικοπεδούχοι κάποτε με την πώληση του οικοπέδου τους σε μία καλή περιοχή της Αττικής εξασφαλίζονταν οι ίδιοι και τα παιδιά τους, ενώ με την αντιπαροχή, πέραν των διαμερισμάτων που τους αναλογούσαν, αποκτούσαν ταυτόχρονα κι ένα μηνιαίο εισόδημα που, όταν επρόκειτο για καταστήματα, άγγιζε μερικές χιλιάδες ευρώ το μήνα», αναφέρει ο κ. Θέμης Μπάκας, επικεφαλής του κτηματομεσιτικού δικτύου της E-Real Estates.
Τα δεδομένα πλέον έχουν αλλάξει και πέραν της μείωσης της εμπορικής τιμής των οικοπέδων έχουν μειωθεί αισθητά και τα ποσοστά της αντιπαροχής: «Η έννοια της αντιπαροχής είναι πλέον κάτι που δεν ακούγεται και δεν υπάρχει στην κτηματαγορά, ενώ οι ελάχιστες προτάσεις που πραγματοποιούνται από κατασκευαστές ή ιδιώτες που διαθέτουν ρευστότητα αγγίζουν το 20% - 25% σε αντίθεση με το πρόσφατο, προ κρίσης παρελθόν, όπου το 40% και 60% σε καλές περιοχές ήταν, λίγο- πολύ δεδομένο. Κι αυτό γιατί ο επενδυτής / κατασκευαστής καλείται να επενδύσει άμεσα και να αποδώσει το ποσοστό της αντιπαροχής στους συμφωνηθέντες χρόνους και ταυτόχρονα να περιμένει πότε θα ανέβει η αγορά ώστε να εισπράξει το κόστος της επένδυσης και το κέρδος του».
Επιπλέον, όπως επισημαίνει ο κ. Μπάκας, με τα σημερινά δεδομένα της αγοράς δεν συμφέρει κάποιον ενδιαφερόμενο να προβεί σε αγορά οικοπέδου και σε ανέγερση νέας οικοδομής είτε προς εμπορική εκμετάλλευση είτε προς ιδιοκατοίκηση: Οι σημερινές τιμές αγοράς κατοικιών σε πολλές περιοχές του νομού Αττικής δεν ξεπερνούν ανά τετραγωνικό μέτρο το κόστος κατασκευής, ενώ, την ίδια στιγμή, πολλές κατοικίες πωλούνται χωρίς να έχει συνυπολογιστεί το κόστος του δομήσιμου τετραγωνικού μέτρου του οικοπέδου.
Πέραν της έλλειψης ζήτησης από τους κατασκευαστές, η αγορά των οικοπέδων έχει επηρεαστεί αρνητικά και από το γεγονός ότι οι επενδυτές έχουν στραφεί πλέον σε άλλες μορφές επένδυσης, αφού η αγορά γης, με τα σημερινά δεδομένα, δεν προβλέπεται να δημιουργήσει υπεραξίες στο άμεσο μέλλον.
Ένας ακόμη παράγοντας για την έλλειψη ζήτησης στην αγορά γης έχει να κάνει με το γεγονός ότι μεγάλες ελληνικές και πολυεθνικές επιχειρήσεις έχουν σταματήσει εδώ και καιρό να επενδύουν στην αγορά οικοπέδων για την κατασκευή γραφείων (κάτι που συνέβαινε κατά κόρον τα χρόνια πριν από την κρίση), προκειμένου να μη δεσμεύουν κεφάλαια εκτός της κύριας δραστηριότητάς τους.
Το θέμα της φορολογίας είναι ένας ακόμη αρνητικός παράγοντας δεδομένου ότι «οι οικοπεδούχοι καλούνται να φορολογηθούν και μάλιστα με εξαιρετικά υψηλούς συντελεστές, όχι μόνο για περιουσία που δεν αποφέρει κάποιο εισόδημα, αλλά και για περιουσία η αξία της οποίας απομειώνεται. Δεν είναι λίγες οι περιπτώσεις που πολλοί οικοπεδούχοι επειδή δεν αντέχουν το κόστος κατοχής της ιδιοκτησίας τους, προσφέρουν για χρόνια εκμετάλλευση τα οικόπεδά τους με αντάλλαγμα την πληρωμή των ετήσιων φόρων».
Της Στεφανίας Σούκη
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ