2018-02-27 20:55:52
«Ο ισχυρός επιβάλλει ό,τι του επιτρέπει η δύναμή του και ο αδύναμος υποχωρεί όσο του επιβάλλει η αδυναμία του»
Θουκυδίδης (460 - 398 π.Χ.)
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Αφορμή για τη συγγραφή του παρόντος άρθρου-μελέτης είναι η έξαρση της επιθετικής ρητορικής του εξ ανατολών δια μέσου του Προέδρου αυτής και άλλων σημαινόντων προσώπων της πολιτικής και στρατιωτικής ζωής της Τουρκίας. Το παρόν άρθρο πραγματεύεται την Ευρωπαϊκή Άμυνα και Ασφάλεια υπό το πρίσμα της διασφάλισης της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας . Προσέτι το παρόν άρθρο-μελέτη αποτελεί τμήμα της διπλωματικής μου διατριβής κατά τη διάρκεια της φοίτησής μου στη Σχολή Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ) την περίοδο 2016 – 2017 για τη συγγραφή της οποίας κρίνω σκόπιμο να ευχαριστήσω για την πολύτιμη βοήθειά τους τον supervisor μου καθηγητή της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων (ΣΣΕ) κ. Ιωάννη Ραγιέ καθώς και τον συμμαθητή μου στη ΣΕΘΑ και αγαπητό φίλο Συνταγματάρχη (ΔΒ) Βασίλειο Κιούση του οποίου η Νατοϊκή εμπειρία συνέβαλε ουσιωδώς ώστε να διαμορφώσω άποψη γα το ενθέματι αντικείμενο.
ΣΚΟΠΟΣ
Η ανάλυση της παρούσας κατάστασης σε ό,τι αφορά την έξαρση της επιθετικής ρητορικής του εξ ανατολών σε συνδυασμό με την Ευρωπαϊκή Άμυνα και Ασφάλεια.
ΑΝΑΛΥΣΗ
Η ένταξη της Ελλάδας στην κοινότητα των Ευρωπαϊκών χωρών και η συμμετοχή της σε αυτήν ως ισότιμο μέλος, αποτελεί αναμφίβολα τη σημαντικότερη ίσως εξωτερική επιλογή της χώρας μας κατά τη μεταπολεμική εποχή. Ανεξάρτητα από τη μορφή που μπορεί να λάβει η δομή του Ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος, η Ευρώπη αποτελεί για την Ελλάδα ζωτικό πολιτικό, οικονομικό και αμυντικό χώρο. Μέσα στο γενικότερο κλίμα των γεωπολιτικών και ιδεολογικών ανακατατάξεων, η Ελλάδα έχει το πλεονέκτημα ως μέλος της Ενωμένης Ευρώπης να συμμετέχει στις εξελίξεις από την πλευρά του πρωταγωνιστή
Η γεωπολιτική θέση της Ελλάδας, την καθιστά το μόνο μέλος της Ευρωπαϊκής ένωσης που αντιμετωπίζει σχεδόν μόνιμες περιφερειακές απειλές. Ταυτόχρονα όμως είναι και η μόνη χώρα της Βαλκανικής που είναι μέλος όλων των δυτικοευρωπαϊκών οργανισμών (ΝΑΤΟ – ΕΕ – ΔΕΕ) οι οποίοι ενδιαφέρονται άμεσα για τη σταθερότητα και ασφάλεια στην περιοχή. Επιπλέον, η Ελλάδα έχει σταθερό δημοκρατικό πολίτευμα, δεν αντιμετωπίζει μειονοτικά προβλήματα, η δε οικονομία της, ειδικά σε σύγκριση προς τις γειτονικές χώρες, βρίσκεται σε πολύ ικανοποιητικό επίπεδο.
Η συνθήκη του Μάαστριχ είχε οπωσδήποτε σοβαρές επιπτώσεις στο πεδίο της άμυνας και της ασφάλειας της ηπείρου. Το άρθρο του Τίτλου V, καθορίζει ότι η ΚΕΠΠΑ περικλείει όλα τα θέματα τα σχετικά με την ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού, στο μέλλον, μιας κοινής πολιτικής άμυνας. Το τελευταίο για να επιτευχθεί προϋποθέτει την πολιτειακή ένωση της Ευρώπης, κάτι το οποίο δεν φαίνεται υλοποιήσιμο στο προβλεπτό μέλλον. Ωστόσο η προοπτική ανάπτυξης της αμυντικής συνεργασίας προσφέρει ευκαιρίες ενίσχυσης – και όχι εγγύησης – της άμυνας της χώρας μας. Αυτό θα πραγματοποιηθεί με τη συμμετοχή της Ελλάδας στη διαμόρφωση του Ευρωπαϊκού αμυντικού δόγματος, την ενεργό συμμετοχή σε διεθνείς διαπραγματεύσεις, την ανάπτυξη κοινών προγραμμάτων στο πεδίο της αμυντικής βιομηχανίας, τη μεταφορά αμυντικής τεχνογνωσίας κτλ.
Έναντι της Τουρκίας η Ελλάδα έχει το πλεονέκτημα πλήρους συμμετοχής σε όλα τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ΔΕΕ, γεγονός που δίνει τη δυνατότητα προώθησης των θέσεών της. Η συμμετοχή αυτή ενισχύει τη διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας και της παρέχει διπλωματικά ερείσματα, διευκολύνοντας τους χειρισμούς της, και δημιουργώντας προνομιακές σχέσεις.
Σε ό,τι αφορά στο άρθρο 5 του καταστατικού της ΔΕΕ, περί παροχής στο κράτος μέλος, το οποίο υπέστη επίθεση, κάθε στρατιωτικής και άλλης συνδρομής που διαθέτουν, οι εταίροι της ΔΕΕ προέβησαν στην περίπτωση της Ελλάδας σε ειδική ερμηνεία. Σύμφωνα με αυτή εφόσον οι παρεχόμενες εγγυήσεις ασφάλειας από το ΝΑΤΟ και τη ΔΕΕ είναι αμοιβαίως ενισχυτικές, δεν είναι δυνατή η επίκλησή τους μεταξύ εκατέρων των οργανισμών. Είναι σαφές ότι κάτω από τη νομικιστική αυτή τοποθέτηση κρύβεται η επιθυμία της ΔΕΕ να μην εμπλακεί σε τυχόν σύγκρουση Ελλάδας – Τουρκίας. Πάντως, παρά την αντιμετώπιση αυτή, η χώρα μας δεν θα είχε συμφέρον να παραμείνει εκτός της ΔΕΕ. Η προσχώρησή της δεν θα πρέπει να εκτιμηθεί αποκλειστικά από τη σκοπιά διασφάλισης από την τουρκική απειλή. Η ΔΕΕ, όπως ήδη αναλύθηκε, κατέστη αναπόσπαστο μέρος και αμυντική συνιστώσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Προσέτι η χώρα μας δεν ευνοείται προφανώς από την Ευρωπαϊκή Στρατηγική Ασφαλείας σ΄ό,τι αφορά την αντιμετώπιση του κυρίου αμυντικού της προβλήματος που είναι η Τουρκική απειλή αφού ουδεμία σχετική πρόβλεψη υπάρχει αλλά και γενικότερα υπάρχει αρνητική για τη χώρα μας εκπεφρασμένη πολιτική βούληση της ΕΕ όπως άλλωστε και του ΝΑΤΟ επί του θέματος. Μπορεί όμως να επωφεληθεί σε άλλους τομείς όπως είναι η αντιμετώπιση της λαθρομετανάστευσης, του οργανωμένου εγκλήματος στους τομείς της διακίνησης και λαθρεμπορίας ναρκωτικών και όπλων και αναμφισβήτητα της τρομοκρατίας. Πέραν των παραπάνω η χώρα μας θα πρέπει να επιδιώξει στα πλαίσια των δυνατοτήτων της συμμετοχή στην υλοποίηση της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής Ασφαλείας επωφελούμενη και της γεωγραφικής της θέσεως που υλοποιεί τα ΝΑ σύνορα της ΕΕ ώστε να ενισχύσει τον ρόλο της τόσο στα πλαίσια της ΕΕ όσο και στην Βαλκανική.
Η κάθε προσπάθεια όμως και η όποια αλλαγή στην Εθνική μας Στρατηγική Ασφαλείας και κατ’ επέκταση στην Εθνική μας Στρατιωτική Στρατηγική για να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής Ασφαλείας δεν θα πρέπει να αποδυναμώνει ουδ΄ επ΄ ελάχιστο την αμυντική μας ικανότητα για την αντιμετώπιση της κυρίας εξ ανατολών απειλής που όχι μόνο εξακολουθεί να είναι υπαρκτή - κανείς δεν τόλμησε μέχρι στιγμής να μας πει το αντίθετο- αλλά φαίνεται ότι ενισχύεται. Η Δομή Δυνάμεων, οι απαιτήσεις σε προσωπικό και μέσα η εκπαίδευση και γενικότερα η μαχητική ισχύς και ετοιμότητα των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένα στην αντιμετώπιση αυτής της απειλής και την προάσπιση του εθνικού μας εδάφους.
Η συμμετοχή μας στις διεθνείς οργανώσεις (ΕΕ&ΝΑΤΟ) ενισχύουν αναμφισβήτητα μέχρι κάποιου σημείου τη γενικότερη πολιτική μας ισχύ κανείς όμως δεν έχει την αφέλεια να πιστεύει ότι αυτό είναι αρκετό για να μας εξασφαλίσει από την Τουρκική απειλή. Απαιτείται κατά συνέπεια πολύ περίσκεψη σ΄ό,τι αφορά τη συμμετοχή μας στην υλοποίηση της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής Ασφαλείας ώστε να μην αποδειχθεί το τίμημα δυσανάλογα βαρύ σε σχέση με ότι η ΕΕ είναι δυνατόν να προσφέρει στην εθνική μας ασφάλεια και ιδιαίτερα στην εθνική μας άμυνα.
Ωστόσο η Ελλάδα δεν πρέπει να βλέπει την Ευρωπαϊκή Ένωση στο ρόλο του «προστάτη» που μπορεί να λύσει κάθε πρόβλημα της εξωτερικής πολιτικής και που θα «προστατεύει» τη χώρα από κάθε κίνδυνο. Η Ένωση είναι ένα εξελισσόμενο σύστημα που μέσω της συνθήκης του Μάαστριχ αρχίζει να θέτει τις βάσεις ενός Ευρωπαϊκού αμυντικού θεσμικού πλαισίου το οποίο σταδιακά θα μπορέσει να «καλύψει» τις αμυντικές ανάγκες και τα συμφέροντα των χωρών μελών. Η Ελλάδα δεν έχει άλλη επιλογή παρά να συμμετάσχει στο σύστημα και στο πλαίσιο αυτό και να διαμορφώσει τους στόχους και τις στρατηγικές της στη βάση της πραγματικότητας αυτής. Για όλα αυτά η βασική προϋπόθεση είναι η εσωτερική ανάπτυξη και ο εκσυγχρονισμός σε κοινωνικό, οικονομικό και θεσμικό επίπεδο.
Ειδικότερα στο χώρο των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου, η Ελλάδα μπορεί να συμβάλλει αποφασιστικά στην προσπάθεια οικοδόμησης δομών διεθνούς ειρήνης και συνεργασίας. Σε αυτό βοηθείται από τους δοκιμασμένους και εδραιωμένους δημοκρατικούς της θεσμούς, την ενεργό της συμμετοχή στη διαδικασία της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, τον σεβασμό της προς της αρχές και την ουσία των ανθρώπινων δικαιωμάτων και την πίστη στο διεθνές δίκαιο και τους διεθνείς θεσμούς. Έχει πράγματι την ευκαιρία και την υποχρέωση να αναλάβει έναν ηγετικό ρόλο στη διαμόρφωση της Ευρωπαϊκής πολιτικής στην περιοχή της.
Σε ό,τι αφορά στα «εξωτερικά σύνορα» της ΕΕ, οι ηγέτες των 15 χωρών αναγνώρισαν ότι η Διακυβερνητική Διάσκεψη πρέπει να παρουσιάσει αποτελέσματα «για έναν ενισχυμένο έλεγχο των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης». Αυτό σημαίνει ότι η διάσκεψη αυτή θα πρέπει να αναγνωρίσει τα σύνορα των κρατών μελών της που γειτονεύουν με τρίτες χώρες «ως εξωτερικά σύνορα» της ΕΕ, στα οποία θα πρέπει να υπάρξει ένας μηχανισμός ενισχυμένου ελέγχου τους. Κατά συνέπεια, η αναγνώριση των «εξωτερικών συνόρων», θα δημιουργήσει για την ίδια την Ένωση την πολιτική υποχρέωση να τα προστατεύσει όχι μόνο όταν παραβιάζονται από παρανόμους μετανάστες ή από λαθρέμπορους ναρκωτικών, αλλά και από οποιεσδήποτε άλλες ενέργειες τρίτων χωρών που ενδεχομένως θα δημιουργούν προβλήματα στην ασφάλεια και στην προστασία των πολιτών της ΕΕ σε μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή της
Η έννοια των «εξωτερικών συνόρων» δίνει στην Ελλάδα τη δυνατότητα να επιδιώξει κάτι πιο συγκεκριμένο για την προστασία της χώρας από τις απειλές «τρίτων». Θα πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι αυτή η προστασία δεν θα έχει την έννοια της στρατιωτικής αρωγής. Έτσι μπορεί η ΕΕ να ασκήσει της δικές της πιέσεις και να προστατεύσει τα δικαιώματα ενός κράτους μέλους της.
ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΘΝΙΚΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ-ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ
Εθνικά Ζητήματα
α. Τα πάγια εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας όπως αυτά μπορούν να αναγνωρισθούν από το Σύνταγμα, και τα θεσμικά κείμενα είναι
Η επιβίωση του Ελληνικού έθνους.
Η προστασία και διεύρυνση των πνευματικών, ηθικών και δημοκρατικών αξιών στη χώρα μας, όπως και η προαγωγή των αξιών της ελευθερίας, δημοκρατίας, δικαιοσύνης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην περιοχή μας.
Η ευημερία του Ελληνικού λαού.
Η ειρήνη στην περιοχή μας και η απαλλαγή από κάθε εξωτερική απειλή εναντίον των εθνικών μας συμφερόντων.
Η πρόοδος, η ευημερία και η υποστήριξη του Ελληνισμού της διασποράς.
β. Η Εθνική Στρατηγική που πηγάζει απο τα Εθνικά συμφέροντα περιλαμβάνει τα εξής σημεία: Υπεράσπιση της ακεραιότητας της χώρας από οποιαδήποτε απειλή. Υποστήριξη της Ευρωπαϊκής πορείας της χώρας .Ενίσχυση της θέσης της χώρας στα Βαλκάνια με σκοπό τη σταδιακή διαμόρφωσή της σε βαλκανικό πυλώνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Προοπτικές και Εξελίξεις
Το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα είναι κατακερματισμένο σε ανομοιογενείς εθνικές-κρατικές μονάδες με συγκλίνοντα αλλά και με αποκλίνοντα συμφέροντα. Αυτό το γεγονός κάνει το οικοδόμημα ευάλωτο στη λογική της διαφοράς που είναι δυνατό να απορρέει τόσο από ενδογενείς όσο και από εξωγενείς παράγοντες.
Ένας από τους κρισιμότερους παράγοντες στην προσπάθεια ανάπτυξης μιας συμμαχίας μεταξύ κυρίαρχων και ανεξάρτητων κρατών είναι ο παράγοντας αξιοπιστία. Πρόοδος προς την κατεύθυνση μιας αξιόπιστης ευρωπαϊκής αμυντικής συμμαχίας είναι εφικτή μόνο εάν αντιμετωπισθεί ένας μεγάλος αριθμός κρίσιμων προβλημάτων, όπως αυτό του ηγεμονισμού που πάντοτε αναπτύσσεται στις σχέσεις ανομοιογενών, ασύμμετρων και άνισων εθνικών- κρατικών μονάδων, οι διαφορετικές γεωπολιτικές αντιλήψεις και οι στρατηγικοί προσανατολισμοί, καθώς και η απουσία συνοχής, όταν οι μονάδες που συνθέτουν ένα σύστημα είναι ανομοιογενείς και άνισα αναπτυσσόμενες.
Το καίριο ερώτημα είναι εάν μπορεί να εγκαινιαστεί μια ευρωπαϊκή πολιτική ασφάλειας που θα επιτρέπει στους Ευρωπαίους να συμβάλλουν περισσότερο και να εξασκούν μεγαλύτερη επιρροή χωρίς να διαιρούν το ΝΑΤΟ και να οδηγούν τους Αμερικανούς έξω από την Ευρωπαϊκή Άμυνα. Η απάντηση είναι ότι ίσως είναι δυνατό , αλλά μόνον εφόσον οι ηγεσίες στις δύο πλευρές του Ατλαντικού λάβουν υπόψη τους ορισμένες καθοδηγητικές αρχές
Οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να δώσουν πολύ μεγαλύτερη προτεραιότητα στον εκσυγχρονισμό, στην οργάνωση - και ορισμένες φορές στη χρήση - των στρατιωτικών τους δυνατοτήτων από ό,τι στη δημιουργία νέων θεσμικών δομών. Σίγουρα έχει νόημα να εισαχθεί η αμυντική πολιτική στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αλλά η ΕΕ θα πρέπει να αναγνωρίσει ότι η δημιουργία θεσμών δεν είναι αυτοσκοπός. Εάν το τελικό αποτέλεσμα της νέας πρωτοβουλίας θα είναι ένα ακόμα στρώμα γραφειοκρατίας – χωρίς να υπάρξει μεγαλύτερη διάθεση ή ικανότητα για στρατιωτική δράση - τότε συνολικά η Ευρώπη δεν θα βρεθεί σε καλύτερη θέση. Ούτε όμως η κοινή γνώμη ούτε οι ηγεσίες τους φαίνεται να είναι έτοιμοι να κάνουν τις απαραίτητες οικονομικές θυσίες για να καλύψουν το χάσμα των δυνατοτήτων ανάμεσα στην ΕΕ και τις ΗΠΑ στο προσεχές μέλλον. Αυτές μπορεί να είναι θεμιτές επιλογές που αντανακλούν διαφορετικές εθνικές προτεραιότητες. Αλλά η έλλειψη επιρροής της Ευρώπης εντός του ΝΑΤΟ και η ανικανότητά της να διεξάγει αυτόνομες επιχειρήσεις είναι μοιραίο να διαρκέσουν έως ότου αυτή η κατάσταση αλλάξει.
Οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να αποσαφηνίσουν ότι το ΝΑΤΟ παραμένει η πρώτη τους επιλογή όσον αφορά στην άμυνα, και ότι οι στρατιωτικές επιχειρήσεις της ΕΕ δεν προορίζονται για περιοχές όπου ήδη εμπλέκεται το ΝΑΤΟ. Το ΝΑΤΟ είναι ο πιο περιεκτικός στρατιωτικός οργανισμός στην Ευρώπη, παρέχει το θεσμικό μηχανισμό για την στρατιωτική συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, έχει ήδη εγκατεστημένη πολύπλοκη υποδομή και τυχαίνει να είναι ο οργανισμός που ήδη έχει αναπτύξει τις δυνάμεις του στις πολεμικές ζώνες της Ευρώπης. Οι Ευρωπαίοι δικαιολογημένα απορρίπτουν κάθε επισημοποίηση αυτού που θεωρούν ως υποταγή της ΕΕ σε ένα άλλο οργανισμό, αλλά πρέπει να αναγνωρίσουν το δικό τους συμφέρον στη χρήση του ΝΑΤΟ όπου είναι δυνατή.
Η υποδομή του ΝΑΤΟ θα πρέπει να είναι διαθέσιμη για χρήση από την ΕΕ.
Το ΝΑΤΟ έχει χιλιάδες στρατιωτικούς σχεδιαστές και προσωπικό (οι περισσότεροι από τους οποίους είναι Ευρωπαίοι) όπως επίσης και ένα εκτεταμένο δίκτυο από διοικητικούς σταθμούς και αρχηγεία σε όλη την Ευρώπη. Η αντιγραφή αυτών των δομών σε οτιδήποτε πλησιάζει μια παρόμοια κλίμακα θα επιτρέψει στην ΕΕ να σταματήσει να εξαρτάται από το ΝΑΤΟ, αλλά με ένα αξιοσημείωτο κόστος. Ορισμένοι Ευρωπαίοι θα ισχυριστούν ότι χρειάζονται ξεχωριστές δομές για την ΕΕ διότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να ασκήσουν βέτο στις χρήσεις των δυνατοτήτων του ΝΑΤΟ. Αυτή η ανησυχία είναι μάλλον υπερβολική. Είναι σχεδόν απίθανο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αρνηθούν να συμμετάσχουν σε μια αποστολή και παράλληλα θα ασκήσουν βέτο για να εμποδίσουν τους Ευρωπαίους να τη φέρουν μόνη τους σε πέρας. Παρόλα αυτά, τίποτα δεν είναι τόσο βέβαιο ώστε να οδηγήσει τους Ευρωπαίους στη δημιουργία των ξεχωριστών αμυντικών δομών που οι Αμερικανοί ελπίζουν να αποφύγουν.
Δεσμοί πρέπει να δημιουργηθούν μεταξύ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Η δημιουργία δύο ξεχωριστών γραφειοκρατιών, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, που δεν επικοινωνούν μεταξύ τους μπορεί μόνο να συμβάλλει σε διιστάμενες διατλαντικές προοπτικές, όταν ο στόχος θα έπρεπε να είναι η εναρμόνισή τους. Η διατλαντική θεσμική και στρατιωτική συνεργασία θα πρέπει να υποστηριχτεί από αυξημένη βιομηχανική συνεργασία. Μέχρι στιγμής, η μεταψυχροπολεμική τάση ήταν οι συγχωνεύσεις στο χώρο της αμερικανικής και της ευρωπαϊκής πολεμικής βιομηχανίας, παρά οι συγχωνεύσεις αμερικανικών με ευρωπαϊκές εταιρείες. Αλλά η συνέχιση αυτής της τάσης μακροπρόθεσμα θα απέβαινε αντιπαραγωγική. Θα στερούσε και τις δύο πλευρές από την ευκαιρία να εκμεταλλευτούν τις πλέον προηγμένες διαθέσιμες τεχνολογίες, θα περιόριζε τον ανταγωνισμό (καθώς οι εταιρείες του εξωτερικού αποκλείονται από τις μεγάλες συμφωνίες προμηθειών), και θα συνέβαλλε στην ανάπτυξη ενός χάσματος σε ό,τι αφορά στην τεχνολογία και τη συμβατότητα των οπλικών συστημάτων
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
Αναμφίβολα η παρατεταμένη κυβερνητική αστάθεια της Τουρκίας σε συνδυασμό με την αυξημένη επιθετική ρητορική του προέδρου της κυρίως ενάντια στη χώρα μας, ιδιαίτερα μετά το πραξικόπημα, αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για την άμυνα και ασφάλεια της, υπολογίζοντας βεβαίως και την παρατεταμένη οικονομική δυσπραγία .
Οι μύστες της στρατιωτικής τέχνης και της τέχνης του πολέμου γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας μας βρίσκονται σε υψηλό επιχειρησιακό επίπεδο ώστε να μπορούν να αναχαιτίσουν-αποκρούσουν οποιαδήποτε απειλή.
Κατά την άποψη του συγγραφέα του παρόντος άρθρου το ουσιώδες πρόβλημα για την άμυνα και ασφάλεια της ΕΛΛΑΔΑΣ δεν έγκειται στην παραληρητική ρητορική ενός υπερήλικα ηγέτη, αντικείμενο προς έρευνα της ψυχιατρικής επιστήμης. Το πρόβλημα έγκειται στο πώς η χώρα μας θα διαχειριστεί - αντιμετωπίσει τα ενδεχομένως εκτεταμένα κύματα Τούρκων προσφύγων - πολιτών υψηλού μορφωτικού και κοινωνικοοικονομικού επιπέδου τα οποία θα ζητούν πολιτικό άσυλο, ενώ δεν αποκλείεται το αμέσως προσεχές διάστημα να βλέπουμε από τα σύνορά Ελλάδος- Τουρκίας να αυτομολούν κατά κύματα προς τη χώρα μας Τούρκοι στρατιωτικοί αναζητώντας μια καλύτερη τύχη.
*ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
• Κάτοχος Μεταπτυχιακού Τίτλου Σπουδών στην Οργάνωση και Διοίκηση Επιχειρήσεων ΜΒΑ ‘’ATHENS’'
• Απόφοιτος Σχολής Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ)
• Απόφοιτος Ανωτάτης Διακλαδικής Σχολής Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ)
• Απόφοιτος Σχολής Εθνικής Ασφαλείας (ΣΕΑ)
ΕΝΔΕΙΚΤΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α. Κιντής (Η Εξωτερική Πολιτική και η Πολιτική Άμυνας και Ασφάλειας της ΕΕ και η Ευρωατλαντική Σχέση). Η Ελλάδα και ο Κόσμος 2002 – 2003, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2004.
Κ. Στεφάνου (Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση – Τόμος Α) Εκδόσεις Σάκκουλας, 1999, Αθήνα.
Π. Ήφαιστος (Ευρωπαϊκή Άμυνα και Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση) Εκδόσεις Οδυσσέας, 1997, Αθήνα.
Ι. Βαληνάκης (Η Ευρωπαϊκή Πολιτική και Αμυντική Συνεργασία) Εκδόσεις Π.Κ. Ιωακειµίδης, Η Συνθήκη της Λισσαβώνας. Παρουσίαση, Ανάλυση, Αξιολόγηση, β΄ έκδοση συµπληρωµένη, Αθήνα, Θεµέλιο, 2010. Π.Κ. Ιωακειµίδης, Η θέση της Ελλάδας στο διεθνές, ευρωπαϊκό και περιφερειακό σύστηµα, Αθήνα, Θεµέλιο, 2007. Π.Κ. Ιωακειµίδης, Το Ευρωπαϊκό Σύνταγµα και η Ευρωπαϊκή Ενοποίηση- Συµβολή στην κατανόηση και ερµηνεία της Συνταγµατικής Συνθήκης, Θεµέλιο, Αθήνα, 2005.Παπαζήση, 1991, Αθήνα.
Κρατερός Ιωάννου « Η ΚΕΠΠΑ της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Το Σύνταγμα, 1993, Αθήνα.
Π. Ιωακειμίδης (Οι Εξωτερικές Οικονομικές Σχέσεις και η Πολιτική της Ευρωπαϊκής Κοινότητας) Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 1994.
Κ. Σαπρίκης (Η Ευρωπαϊκή Άμυνα και η Διατλαντική Συνεργασία) Εκδόσεις Σιδέρη, 1999, Αθήνα.
Κ. Υφαντής (Διεύρυνση και Ευρωατλαντική Ισορροπία). Η Ελλάδα και ο Κόσμος 2002 – 2003, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2004.
Π. Ήφαιστος (Θεωρία Περιφερειακής Ολοκλήρωσης) Εκδόσεις Σιδέρη, 2001, Αθήνα.
Κ. Στεφάνου (Η θεσμική μεταρρύθμιση της ΕΕ) Εκδόσεις Παπαζήση, 1996, Αθήνα.
_
bloko
Θουκυδίδης (460 - 398 π.Χ.)
ΕΙΣΑΓΩΓΗ
Αφορμή για τη συγγραφή του παρόντος άρθρου-μελέτης είναι η έξαρση της επιθετικής ρητορικής του εξ ανατολών δια μέσου του Προέδρου αυτής και άλλων σημαινόντων προσώπων της πολιτικής και στρατιωτικής ζωής της Τουρκίας. Το παρόν άρθρο πραγματεύεται την Ευρωπαϊκή Άμυνα και Ασφάλεια υπό το πρίσμα της διασφάλισης της εδαφικής ακεραιότητας της Ελλάδας . Προσέτι το παρόν άρθρο-μελέτη αποτελεί τμήμα της διπλωματικής μου διατριβής κατά τη διάρκεια της φοίτησής μου στη Σχολή Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ) την περίοδο 2016 – 2017 για τη συγγραφή της οποίας κρίνω σκόπιμο να ευχαριστήσω για την πολύτιμη βοήθειά τους τον supervisor μου καθηγητή της Στρατιωτικής Σχολής Ευελπίδων (ΣΣΕ) κ. Ιωάννη Ραγιέ καθώς και τον συμμαθητή μου στη ΣΕΘΑ και αγαπητό φίλο Συνταγματάρχη (ΔΒ) Βασίλειο Κιούση του οποίου η Νατοϊκή εμπειρία συνέβαλε ουσιωδώς ώστε να διαμορφώσω άποψη γα το ενθέματι αντικείμενο.
ΣΚΟΠΟΣ
Η ανάλυση της παρούσας κατάστασης σε ό,τι αφορά την έξαρση της επιθετικής ρητορικής του εξ ανατολών σε συνδυασμό με την Ευρωπαϊκή Άμυνα και Ασφάλεια.
ΑΝΑΛΥΣΗ
Η ένταξη της Ελλάδας στην κοινότητα των Ευρωπαϊκών χωρών και η συμμετοχή της σε αυτήν ως ισότιμο μέλος, αποτελεί αναμφίβολα τη σημαντικότερη ίσως εξωτερική επιλογή της χώρας μας κατά τη μεταπολεμική εποχή. Ανεξάρτητα από τη μορφή που μπορεί να λάβει η δομή του Ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος, η Ευρώπη αποτελεί για την Ελλάδα ζωτικό πολιτικό, οικονομικό και αμυντικό χώρο. Μέσα στο γενικότερο κλίμα των γεωπολιτικών και ιδεολογικών ανακατατάξεων, η Ελλάδα έχει το πλεονέκτημα ως μέλος της Ενωμένης Ευρώπης να συμμετέχει στις εξελίξεις από την πλευρά του πρωταγωνιστή
Η γεωπολιτική θέση της Ελλάδας, την καθιστά το μόνο μέλος της Ευρωπαϊκής ένωσης που αντιμετωπίζει σχεδόν μόνιμες περιφερειακές απειλές. Ταυτόχρονα όμως είναι και η μόνη χώρα της Βαλκανικής που είναι μέλος όλων των δυτικοευρωπαϊκών οργανισμών (ΝΑΤΟ – ΕΕ – ΔΕΕ) οι οποίοι ενδιαφέρονται άμεσα για τη σταθερότητα και ασφάλεια στην περιοχή. Επιπλέον, η Ελλάδα έχει σταθερό δημοκρατικό πολίτευμα, δεν αντιμετωπίζει μειονοτικά προβλήματα, η δε οικονομία της, ειδικά σε σύγκριση προς τις γειτονικές χώρες, βρίσκεται σε πολύ ικανοποιητικό επίπεδο.
Η συνθήκη του Μάαστριχ είχε οπωσδήποτε σοβαρές επιπτώσεις στο πεδίο της άμυνας και της ασφάλειας της ηπείρου. Το άρθρο του Τίτλου V, καθορίζει ότι η ΚΕΠΠΑ περικλείει όλα τα θέματα τα σχετικά με την ασφάλεια της Ευρωπαϊκής Ένωσης, συμπεριλαμβανομένου του καθορισμού, στο μέλλον, μιας κοινής πολιτικής άμυνας. Το τελευταίο για να επιτευχθεί προϋποθέτει την πολιτειακή ένωση της Ευρώπης, κάτι το οποίο δεν φαίνεται υλοποιήσιμο στο προβλεπτό μέλλον. Ωστόσο η προοπτική ανάπτυξης της αμυντικής συνεργασίας προσφέρει ευκαιρίες ενίσχυσης – και όχι εγγύησης – της άμυνας της χώρας μας. Αυτό θα πραγματοποιηθεί με τη συμμετοχή της Ελλάδας στη διαμόρφωση του Ευρωπαϊκού αμυντικού δόγματος, την ενεργό συμμετοχή σε διεθνείς διαπραγματεύσεις, την ανάπτυξη κοινών προγραμμάτων στο πεδίο της αμυντικής βιομηχανίας, τη μεταφορά αμυντικής τεχνογνωσίας κτλ.
Έναντι της Τουρκίας η Ελλάδα έχει το πλεονέκτημα πλήρους συμμετοχής σε όλα τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και της ΔΕΕ, γεγονός που δίνει τη δυνατότητα προώθησης των θέσεών της. Η συμμετοχή αυτή ενισχύει τη διαπραγματευτική θέση της Ελλάδας και της παρέχει διπλωματικά ερείσματα, διευκολύνοντας τους χειρισμούς της, και δημιουργώντας προνομιακές σχέσεις.
Σε ό,τι αφορά στο άρθρο 5 του καταστατικού της ΔΕΕ, περί παροχής στο κράτος μέλος, το οποίο υπέστη επίθεση, κάθε στρατιωτικής και άλλης συνδρομής που διαθέτουν, οι εταίροι της ΔΕΕ προέβησαν στην περίπτωση της Ελλάδας σε ειδική ερμηνεία. Σύμφωνα με αυτή εφόσον οι παρεχόμενες εγγυήσεις ασφάλειας από το ΝΑΤΟ και τη ΔΕΕ είναι αμοιβαίως ενισχυτικές, δεν είναι δυνατή η επίκλησή τους μεταξύ εκατέρων των οργανισμών. Είναι σαφές ότι κάτω από τη νομικιστική αυτή τοποθέτηση κρύβεται η επιθυμία της ΔΕΕ να μην εμπλακεί σε τυχόν σύγκρουση Ελλάδας – Τουρκίας. Πάντως, παρά την αντιμετώπιση αυτή, η χώρα μας δεν θα είχε συμφέρον να παραμείνει εκτός της ΔΕΕ. Η προσχώρησή της δεν θα πρέπει να εκτιμηθεί αποκλειστικά από τη σκοπιά διασφάλισης από την τουρκική απειλή. Η ΔΕΕ, όπως ήδη αναλύθηκε, κατέστη αναπόσπαστο μέρος και αμυντική συνιστώσα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Προσέτι η χώρα μας δεν ευνοείται προφανώς από την Ευρωπαϊκή Στρατηγική Ασφαλείας σ΄ό,τι αφορά την αντιμετώπιση του κυρίου αμυντικού της προβλήματος που είναι η Τουρκική απειλή αφού ουδεμία σχετική πρόβλεψη υπάρχει αλλά και γενικότερα υπάρχει αρνητική για τη χώρα μας εκπεφρασμένη πολιτική βούληση της ΕΕ όπως άλλωστε και του ΝΑΤΟ επί του θέματος. Μπορεί όμως να επωφεληθεί σε άλλους τομείς όπως είναι η αντιμετώπιση της λαθρομετανάστευσης, του οργανωμένου εγκλήματος στους τομείς της διακίνησης και λαθρεμπορίας ναρκωτικών και όπλων και αναμφισβήτητα της τρομοκρατίας. Πέραν των παραπάνω η χώρα μας θα πρέπει να επιδιώξει στα πλαίσια των δυνατοτήτων της συμμετοχή στην υλοποίηση της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής Ασφαλείας επωφελούμενη και της γεωγραφικής της θέσεως που υλοποιεί τα ΝΑ σύνορα της ΕΕ ώστε να ενισχύσει τον ρόλο της τόσο στα πλαίσια της ΕΕ όσο και στην Βαλκανική.
Η κάθε προσπάθεια όμως και η όποια αλλαγή στην Εθνική μας Στρατηγική Ασφαλείας και κατ’ επέκταση στην Εθνική μας Στρατιωτική Στρατηγική για να ανταποκριθούμε στις απαιτήσεις της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής Ασφαλείας δεν θα πρέπει να αποδυναμώνει ουδ΄ επ΄ ελάχιστο την αμυντική μας ικανότητα για την αντιμετώπιση της κυρίας εξ ανατολών απειλής που όχι μόνο εξακολουθεί να είναι υπαρκτή - κανείς δεν τόλμησε μέχρι στιγμής να μας πει το αντίθετο- αλλά φαίνεται ότι ενισχύεται. Η Δομή Δυνάμεων, οι απαιτήσεις σε προσωπικό και μέσα η εκπαίδευση και γενικότερα η μαχητική ισχύς και ετοιμότητα των ελληνικών ενόπλων δυνάμεων θα πρέπει να είναι προσαρμοσμένα στην αντιμετώπιση αυτής της απειλής και την προάσπιση του εθνικού μας εδάφους.
Η συμμετοχή μας στις διεθνείς οργανώσεις (ΕΕ&ΝΑΤΟ) ενισχύουν αναμφισβήτητα μέχρι κάποιου σημείου τη γενικότερη πολιτική μας ισχύ κανείς όμως δεν έχει την αφέλεια να πιστεύει ότι αυτό είναι αρκετό για να μας εξασφαλίσει από την Τουρκική απειλή. Απαιτείται κατά συνέπεια πολύ περίσκεψη σ΄ό,τι αφορά τη συμμετοχή μας στην υλοποίηση της Ευρωπαϊκής Στρατηγικής Ασφαλείας ώστε να μην αποδειχθεί το τίμημα δυσανάλογα βαρύ σε σχέση με ότι η ΕΕ είναι δυνατόν να προσφέρει στην εθνική μας ασφάλεια και ιδιαίτερα στην εθνική μας άμυνα.
Ωστόσο η Ελλάδα δεν πρέπει να βλέπει την Ευρωπαϊκή Ένωση στο ρόλο του «προστάτη» που μπορεί να λύσει κάθε πρόβλημα της εξωτερικής πολιτικής και που θα «προστατεύει» τη χώρα από κάθε κίνδυνο. Η Ένωση είναι ένα εξελισσόμενο σύστημα που μέσω της συνθήκης του Μάαστριχ αρχίζει να θέτει τις βάσεις ενός Ευρωπαϊκού αμυντικού θεσμικού πλαισίου το οποίο σταδιακά θα μπορέσει να «καλύψει» τις αμυντικές ανάγκες και τα συμφέροντα των χωρών μελών. Η Ελλάδα δεν έχει άλλη επιλογή παρά να συμμετάσχει στο σύστημα και στο πλαίσιο αυτό και να διαμορφώσει τους στόχους και τις στρατηγικές της στη βάση της πραγματικότητας αυτής. Για όλα αυτά η βασική προϋπόθεση είναι η εσωτερική ανάπτυξη και ο εκσυγχρονισμός σε κοινωνικό, οικονομικό και θεσμικό επίπεδο.
Ειδικότερα στο χώρο των Βαλκανίων και της Ανατολικής Μεσογείου, η Ελλάδα μπορεί να συμβάλλει αποφασιστικά στην προσπάθεια οικοδόμησης δομών διεθνούς ειρήνης και συνεργασίας. Σε αυτό βοηθείται από τους δοκιμασμένους και εδραιωμένους δημοκρατικούς της θεσμούς, την ενεργό της συμμετοχή στη διαδικασία της Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, τον σεβασμό της προς της αρχές και την ουσία των ανθρώπινων δικαιωμάτων και την πίστη στο διεθνές δίκαιο και τους διεθνείς θεσμούς. Έχει πράγματι την ευκαιρία και την υποχρέωση να αναλάβει έναν ηγετικό ρόλο στη διαμόρφωση της Ευρωπαϊκής πολιτικής στην περιοχή της.
Σε ό,τι αφορά στα «εξωτερικά σύνορα» της ΕΕ, οι ηγέτες των 15 χωρών αναγνώρισαν ότι η Διακυβερνητική Διάσκεψη πρέπει να παρουσιάσει αποτελέσματα «για έναν ενισχυμένο έλεγχο των εξωτερικών συνόρων της Ένωσης». Αυτό σημαίνει ότι η διάσκεψη αυτή θα πρέπει να αναγνωρίσει τα σύνορα των κρατών μελών της που γειτονεύουν με τρίτες χώρες «ως εξωτερικά σύνορα» της ΕΕ, στα οποία θα πρέπει να υπάρξει ένας μηχανισμός ενισχυμένου ελέγχου τους. Κατά συνέπεια, η αναγνώριση των «εξωτερικών συνόρων», θα δημιουργήσει για την ίδια την Ένωση την πολιτική υποχρέωση να τα προστατεύσει όχι μόνο όταν παραβιάζονται από παρανόμους μετανάστες ή από λαθρέμπορους ναρκωτικών, αλλά και από οποιεσδήποτε άλλες ενέργειες τρίτων χωρών που ενδεχομένως θα δημιουργούν προβλήματα στην ασφάλεια και στην προστασία των πολιτών της ΕΕ σε μια συγκεκριμένη γεωγραφική περιοχή της
Η έννοια των «εξωτερικών συνόρων» δίνει στην Ελλάδα τη δυνατότητα να επιδιώξει κάτι πιο συγκεκριμένο για την προστασία της χώρας από τις απειλές «τρίτων». Θα πρέπει ωστόσο να επισημανθεί ότι αυτή η προστασία δεν θα έχει την έννοια της στρατιωτικής αρωγής. Έτσι μπορεί η ΕΕ να ασκήσει της δικές της πιέσεις και να προστατεύσει τα δικαιώματα ενός κράτους μέλους της.
ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΕΘΝΙΚΑ ΣΥΜΦΕΡΟΝΤΑ-ΕΥΡΩΠΑΙΚΗ ΑΣΦΑΛΕΙΑ
Εθνικά Ζητήματα
α. Τα πάγια εθνικά συμφέροντα της Ελλάδας όπως αυτά μπορούν να αναγνωρισθούν από το Σύνταγμα, και τα θεσμικά κείμενα είναι
Η επιβίωση του Ελληνικού έθνους.
Η προστασία και διεύρυνση των πνευματικών, ηθικών και δημοκρατικών αξιών στη χώρα μας, όπως και η προαγωγή των αξιών της ελευθερίας, δημοκρατίας, δικαιοσύνης και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην περιοχή μας.
Η ευημερία του Ελληνικού λαού.
Η ειρήνη στην περιοχή μας και η απαλλαγή από κάθε εξωτερική απειλή εναντίον των εθνικών μας συμφερόντων.
Η πρόοδος, η ευημερία και η υποστήριξη του Ελληνισμού της διασποράς.
β. Η Εθνική Στρατηγική που πηγάζει απο τα Εθνικά συμφέροντα περιλαμβάνει τα εξής σημεία: Υπεράσπιση της ακεραιότητας της χώρας από οποιαδήποτε απειλή. Υποστήριξη της Ευρωπαϊκής πορείας της χώρας .Ενίσχυση της θέσης της χώρας στα Βαλκάνια με σκοπό τη σταδιακή διαμόρφωσή της σε βαλκανικό πυλώνα της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Προοπτικές και Εξελίξεις
Το ευρωπαϊκό πολιτικό σύστημα είναι κατακερματισμένο σε ανομοιογενείς εθνικές-κρατικές μονάδες με συγκλίνοντα αλλά και με αποκλίνοντα συμφέροντα. Αυτό το γεγονός κάνει το οικοδόμημα ευάλωτο στη λογική της διαφοράς που είναι δυνατό να απορρέει τόσο από ενδογενείς όσο και από εξωγενείς παράγοντες.
Ένας από τους κρισιμότερους παράγοντες στην προσπάθεια ανάπτυξης μιας συμμαχίας μεταξύ κυρίαρχων και ανεξάρτητων κρατών είναι ο παράγοντας αξιοπιστία. Πρόοδος προς την κατεύθυνση μιας αξιόπιστης ευρωπαϊκής αμυντικής συμμαχίας είναι εφικτή μόνο εάν αντιμετωπισθεί ένας μεγάλος αριθμός κρίσιμων προβλημάτων, όπως αυτό του ηγεμονισμού που πάντοτε αναπτύσσεται στις σχέσεις ανομοιογενών, ασύμμετρων και άνισων εθνικών- κρατικών μονάδων, οι διαφορετικές γεωπολιτικές αντιλήψεις και οι στρατηγικοί προσανατολισμοί, καθώς και η απουσία συνοχής, όταν οι μονάδες που συνθέτουν ένα σύστημα είναι ανομοιογενείς και άνισα αναπτυσσόμενες.
Το καίριο ερώτημα είναι εάν μπορεί να εγκαινιαστεί μια ευρωπαϊκή πολιτική ασφάλειας που θα επιτρέπει στους Ευρωπαίους να συμβάλλουν περισσότερο και να εξασκούν μεγαλύτερη επιρροή χωρίς να διαιρούν το ΝΑΤΟ και να οδηγούν τους Αμερικανούς έξω από την Ευρωπαϊκή Άμυνα. Η απάντηση είναι ότι ίσως είναι δυνατό , αλλά μόνον εφόσον οι ηγεσίες στις δύο πλευρές του Ατλαντικού λάβουν υπόψη τους ορισμένες καθοδηγητικές αρχές
Οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να δώσουν πολύ μεγαλύτερη προτεραιότητα στον εκσυγχρονισμό, στην οργάνωση - και ορισμένες φορές στη χρήση - των στρατιωτικών τους δυνατοτήτων από ό,τι στη δημιουργία νέων θεσμικών δομών. Σίγουρα έχει νόημα να εισαχθεί η αμυντική πολιτική στη διαδικασία της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, αλλά η ΕΕ θα πρέπει να αναγνωρίσει ότι η δημιουργία θεσμών δεν είναι αυτοσκοπός. Εάν το τελικό αποτέλεσμα της νέας πρωτοβουλίας θα είναι ένα ακόμα στρώμα γραφειοκρατίας – χωρίς να υπάρξει μεγαλύτερη διάθεση ή ικανότητα για στρατιωτική δράση - τότε συνολικά η Ευρώπη δεν θα βρεθεί σε καλύτερη θέση. Ούτε όμως η κοινή γνώμη ούτε οι ηγεσίες τους φαίνεται να είναι έτοιμοι να κάνουν τις απαραίτητες οικονομικές θυσίες για να καλύψουν το χάσμα των δυνατοτήτων ανάμεσα στην ΕΕ και τις ΗΠΑ στο προσεχές μέλλον. Αυτές μπορεί να είναι θεμιτές επιλογές που αντανακλούν διαφορετικές εθνικές προτεραιότητες. Αλλά η έλλειψη επιρροής της Ευρώπης εντός του ΝΑΤΟ και η ανικανότητά της να διεξάγει αυτόνομες επιχειρήσεις είναι μοιραίο να διαρκέσουν έως ότου αυτή η κατάσταση αλλάξει.
Οι Ευρωπαίοι θα πρέπει να αποσαφηνίσουν ότι το ΝΑΤΟ παραμένει η πρώτη τους επιλογή όσον αφορά στην άμυνα, και ότι οι στρατιωτικές επιχειρήσεις της ΕΕ δεν προορίζονται για περιοχές όπου ήδη εμπλέκεται το ΝΑΤΟ. Το ΝΑΤΟ είναι ο πιο περιεκτικός στρατιωτικός οργανισμός στην Ευρώπη, παρέχει το θεσμικό μηχανισμό για την στρατιωτική συνεργασία με τις Ηνωμένες Πολιτείες, έχει ήδη εγκατεστημένη πολύπλοκη υποδομή και τυχαίνει να είναι ο οργανισμός που ήδη έχει αναπτύξει τις δυνάμεις του στις πολεμικές ζώνες της Ευρώπης. Οι Ευρωπαίοι δικαιολογημένα απορρίπτουν κάθε επισημοποίηση αυτού που θεωρούν ως υποταγή της ΕΕ σε ένα άλλο οργανισμό, αλλά πρέπει να αναγνωρίσουν το δικό τους συμφέρον στη χρήση του ΝΑΤΟ όπου είναι δυνατή.
Η υποδομή του ΝΑΤΟ θα πρέπει να είναι διαθέσιμη για χρήση από την ΕΕ.
Το ΝΑΤΟ έχει χιλιάδες στρατιωτικούς σχεδιαστές και προσωπικό (οι περισσότεροι από τους οποίους είναι Ευρωπαίοι) όπως επίσης και ένα εκτεταμένο δίκτυο από διοικητικούς σταθμούς και αρχηγεία σε όλη την Ευρώπη. Η αντιγραφή αυτών των δομών σε οτιδήποτε πλησιάζει μια παρόμοια κλίμακα θα επιτρέψει στην ΕΕ να σταματήσει να εξαρτάται από το ΝΑΤΟ, αλλά με ένα αξιοσημείωτο κόστος. Ορισμένοι Ευρωπαίοι θα ισχυριστούν ότι χρειάζονται ξεχωριστές δομές για την ΕΕ διότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να ασκήσουν βέτο στις χρήσεις των δυνατοτήτων του ΝΑΤΟ. Αυτή η ανησυχία είναι μάλλον υπερβολική. Είναι σχεδόν απίθανο ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες θα αρνηθούν να συμμετάσχουν σε μια αποστολή και παράλληλα θα ασκήσουν βέτο για να εμποδίσουν τους Ευρωπαίους να τη φέρουν μόνη τους σε πέρας. Παρόλα αυτά, τίποτα δεν είναι τόσο βέβαιο ώστε να οδηγήσει τους Ευρωπαίους στη δημιουργία των ξεχωριστών αμυντικών δομών που οι Αμερικανοί ελπίζουν να αποφύγουν.
Δεσμοί πρέπει να δημιουργηθούν μεταξύ της ΕΕ και του ΝΑΤΟ. Η δημιουργία δύο ξεχωριστών γραφειοκρατιών, της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, που δεν επικοινωνούν μεταξύ τους μπορεί μόνο να συμβάλλει σε διιστάμενες διατλαντικές προοπτικές, όταν ο στόχος θα έπρεπε να είναι η εναρμόνισή τους. Η διατλαντική θεσμική και στρατιωτική συνεργασία θα πρέπει να υποστηριχτεί από αυξημένη βιομηχανική συνεργασία. Μέχρι στιγμής, η μεταψυχροπολεμική τάση ήταν οι συγχωνεύσεις στο χώρο της αμερικανικής και της ευρωπαϊκής πολεμικής βιομηχανίας, παρά οι συγχωνεύσεις αμερικανικών με ευρωπαϊκές εταιρείες. Αλλά η συνέχιση αυτής της τάσης μακροπρόθεσμα θα απέβαινε αντιπαραγωγική. Θα στερούσε και τις δύο πλευρές από την ευκαιρία να εκμεταλλευτούν τις πλέον προηγμένες διαθέσιμες τεχνολογίες, θα περιόριζε τον ανταγωνισμό (καθώς οι εταιρείες του εξωτερικού αποκλείονται από τις μεγάλες συμφωνίες προμηθειών), και θα συνέβαλλε στην ανάπτυξη ενός χάσματος σε ό,τι αφορά στην τεχνολογία και τη συμβατότητα των οπλικών συστημάτων
ΕΠΙΜΕΤΡΟ
Αναμφίβολα η παρατεταμένη κυβερνητική αστάθεια της Τουρκίας σε συνδυασμό με την αυξημένη επιθετική ρητορική του προέδρου της κυρίως ενάντια στη χώρα μας, ιδιαίτερα μετά το πραξικόπημα, αποτελεί σοβαρό πρόβλημα για την άμυνα και ασφάλεια της, υπολογίζοντας βεβαίως και την παρατεταμένη οικονομική δυσπραγία .
Οι μύστες της στρατιωτικής τέχνης και της τέχνης του πολέμου γνωρίζουν πολύ καλά ότι οι ένοπλες δυνάμεις της χώρας μας βρίσκονται σε υψηλό επιχειρησιακό επίπεδο ώστε να μπορούν να αναχαιτίσουν-αποκρούσουν οποιαδήποτε απειλή.
Κατά την άποψη του συγγραφέα του παρόντος άρθρου το ουσιώδες πρόβλημα για την άμυνα και ασφάλεια της ΕΛΛΑΔΑΣ δεν έγκειται στην παραληρητική ρητορική ενός υπερήλικα ηγέτη, αντικείμενο προς έρευνα της ψυχιατρικής επιστήμης. Το πρόβλημα έγκειται στο πώς η χώρα μας θα διαχειριστεί - αντιμετωπίσει τα ενδεχομένως εκτεταμένα κύματα Τούρκων προσφύγων - πολιτών υψηλού μορφωτικού και κοινωνικοοικονομικού επιπέδου τα οποία θα ζητούν πολιτικό άσυλο, ενώ δεν αποκλείεται το αμέσως προσεχές διάστημα να βλέπουμε από τα σύνορά Ελλάδος- Τουρκίας να αυτομολούν κατά κύματα προς τη χώρα μας Τούρκοι στρατιωτικοί αναζητώντας μια καλύτερη τύχη.
*ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
• Κάτοχος Μεταπτυχιακού Τίτλου Σπουδών στην Οργάνωση και Διοίκηση Επιχειρήσεων ΜΒΑ ‘’ATHENS’'
• Απόφοιτος Σχολής Εθνικής Άμυνας (ΣΕΘΑ)
• Απόφοιτος Ανωτάτης Διακλαδικής Σχολής Πολέμου (ΑΔΙΣΠΟ)
• Απόφοιτος Σχολής Εθνικής Ασφαλείας (ΣΕΑ)
ΕΝΔΕΙΚΤΚΗ ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Α. Κιντής (Η Εξωτερική Πολιτική και η Πολιτική Άμυνας και Ασφάλειας της ΕΕ και η Ευρωατλαντική Σχέση). Η Ελλάδα και ο Κόσμος 2002 – 2003, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2004.
Κ. Στεφάνου (Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση – Τόμος Α) Εκδόσεις Σάκκουλας, 1999, Αθήνα.
Π. Ήφαιστος (Ευρωπαϊκή Άμυνα και Ευρωπαϊκή Ολοκλήρωση) Εκδόσεις Οδυσσέας, 1997, Αθήνα.
Ι. Βαληνάκης (Η Ευρωπαϊκή Πολιτική και Αμυντική Συνεργασία) Εκδόσεις Π.Κ. Ιωακειµίδης, Η Συνθήκη της Λισσαβώνας. Παρουσίαση, Ανάλυση, Αξιολόγηση, β΄ έκδοση συµπληρωµένη, Αθήνα, Θεµέλιο, 2010. Π.Κ. Ιωακειµίδης, Η θέση της Ελλάδας στο διεθνές, ευρωπαϊκό και περιφερειακό σύστηµα, Αθήνα, Θεµέλιο, 2007. Π.Κ. Ιωακειµίδης, Το Ευρωπαϊκό Σύνταγµα και η Ευρωπαϊκή Ενοποίηση- Συµβολή στην κατανόηση και ερµηνεία της Συνταγµατικής Συνθήκης, Θεµέλιο, Αθήνα, 2005.Παπαζήση, 1991, Αθήνα.
Κρατερός Ιωάννου « Η ΚΕΠΠΑ της Ευρωπαϊκής Ένωσης». Το Σύνταγμα, 1993, Αθήνα.
Π. Ιωακειμίδης (Οι Εξωτερικές Οικονομικές Σχέσεις και η Πολιτική της Ευρωπαϊκής Κοινότητας) Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα, 1994.
Κ. Σαπρίκης (Η Ευρωπαϊκή Άμυνα και η Διατλαντική Συνεργασία) Εκδόσεις Σιδέρη, 1999, Αθήνα.
Κ. Υφαντής (Διεύρυνση και Ευρωατλαντική Ισορροπία). Η Ελλάδα και ο Κόσμος 2002 – 2003, Εκδόσεις Παπαζήση, Αθήνα 2004.
Π. Ήφαιστος (Θεωρία Περιφερειακής Ολοκλήρωσης) Εκδόσεις Σιδέρη, 2001, Αθήνα.
Κ. Στεφάνου (Η θεσμική μεταρρύθμιση της ΕΕ) Εκδόσεις Παπαζήση, 1996, Αθήνα.
_
bloko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Η «Μέρκελ του Ζάαρλαντ»: Ποια είναι η νέα ΓΓ του CDU
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ