2018-03-01 12:10:18
Moody's: Η «καθαρή έξοδος» δεν αναιρεί
μια προληπτική γραμμή
Σε όλα τα «καυτά» ζητήματα που αφορούν την ελληνική οικονομία, αναφέρθηκε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και από σήμερα Υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Γιάννης Δραγασάκης, σε συνέντευξη του μετά τον ανασχηματισμό. Ο κ. Δραγασάκης θεωρεί λήξασα τη συζήτηση για τον τρόπο εξόδου της χώρας από το πρόγραμμα, υπενθυμίζοντας τις αποφάσεις του Eurogroup του Ιουνίου του 2017. «Δεν έχω την αίσθηση ότι η ΕΚΤ ή το ΔΝΤ τάσσονται υπέρ της προληπτικής γραμμής» αναφέρει, προσθέτοντας ότι και το ευρύτερο πολιτικό σύστημα δεν αντιτίθεται σε μια «καθαρή» έξοδο.
Στη συνέντευξη του στο Euro2day, ο αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης εκτιμά ότι η συζήτηση για μια προληπτική γραμμή στήριξης, την οποία χαρακτηρίζει ως μια «μορφή μνημονίου», πήρε διαστάσεις και αναφέρεται στο παράδειγμα εξόδου τόσο της Πορτογαλίας όσο και της Κύπρου από τα αντίστοιχα προγράμματα. «Η συζήτηση για την προληπτική γραμμή δεν είναι λύση. Είναι μια μετάθεση του προβλήματος στο μέλλον» σημειώνει και προσθέτει πως «πάντα ο δανεισμός του ESM θα είναι φθηνότερος από τον δανεισμό της χώρας από τις αγορές. Αυτό σημαίνει ότι θα μείνουμε αιωνίως σε μνημόνια και επιτηρήσεις;».
Αναγνωρίζει ότι υπάρχουν ρίσκα σ’ αυτόν τον τρόπο μετάβασης αλλά εκτιμά, απαντώντας εμμέσως και στις θέσεις που έχει εκφράσει η TτE και ο διοικητής της Γ. Στουρνάρας, πως δεν αρκεί κανείς να καταδεικνύει τους κινδύνους αλλά να τους ιεραρχεί. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη στάση της ΤτE και την υποστήριξη της λύσης της μη «καθαρής» εξόδου, αναφέρει πως η κυβέρνηση «δεν σχολιάζει τις ανεξάρτητες αρχές», ωστόσο προσθέτει πως «αν υπάρξει η εντύπωση πως οι επιλογές της ΤτE δεν είναι αντικειμενικές, τότε ενδεχομένως να υπάρξει θέμα».
Στον κομβικό ρόλο των τραπεζών αναφέρεται επίσης ο νέος υπουργός Οικονομίας και εκτιμά ότι όλες οι παράμετροι είναι θετικές όσον αφορά τη διενέργεια των stress tests. «Υπάρχει ένα οπλοστάσιο νέων εργαλείων για τη μείωση των κόκκινων δανείων. Δεν αναμένουμε εκπλήξεις», δηλώνει. Θεωρεί ωστόσο «υγιή προβληματισμό», το αν ο ρυθμός μείωσης των κόκκινων δανείων είναι επαρκής, ώστε οι τράπεζες να επιστρέψουν στην «κανονικότητα» και τον βασικό σκοπό τους, τη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας.
Σ’ αυτό το πλαίσιο και δεδομένης της ανάγκης σύγκλισης με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, όσον αφορά την έκθεση του τραπεζικού συστήματος σε μη εξυπηρετούμενο δανεισμό, παραδέχεται ότι μπορεί να υπάρξουν πρόσθετες κινήσεις μετά το 2019 και τη στοχοθεσία των ελληνικών τραπεζών έναντι του SSM. «Δεν υπάρχει πίεση» αναφέρει αλλά δεν αποκλείει «την εκδοχή μιας bad bank, αν χρειαστεί να επιταχύνει ο ρυθμός απομείωσης των δανείων». Θυμίζει επίσης ότι στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ υπήρχε πρόταση δημιουργίας «ενδιάμεσου μηχανισμού διαχείρισης κόκκινων δανείων», η οποία προσέκρουσε στη χρηματοδότηση και στους δημοσιονομικούς όρους που έθεσαν οι θεσμοί.
Η οπτική του κ. Δραγασάκη ωστόσο απλώνεται στην επόμενη μέρα, μετά του τέλος του προγράμματος και στην ανάγκη απεξάρτησης από τα μνημόνια. Σ’ αυτό το πλαίσιο αναφέρεται στην ίδρυση Αναπτυξιακής Τράπεζας, μιας πρότασης που ταυτίζεται με την πολιτική του διαδρομή, καθώς πρώτος τη διατύπωσε, υπό άλλες συνθήκες, ως μέλος της Οικουμενικής Κυβέρνησης του 1989. Εκτιμά πως οι συνθήκες έχουν ωριμάσει για την ίδρυσή της, με τους θεσμούς να έχουν συμφωνήσει στο «βασικό concept».
Ο νέος υπουργός Οικονομίας αναφέρεται εδώ στην προετοιμασία του προκατόχου του κ. Δ. Παπαδημητρίου για την κατάθεση νομοσχεδίου τον Ιούνιο, που αφορά στη σύσταση της Αναπτυξιακής Τράπεζας. Υπερθεματίζει λέγοντας πως ένας τέτοιος φορέας θα αποτελέσει το συντονιστικό όργανο των υφιστάμενων και νέων εργαλείων χρηματοδότησης αλλά και την «άγκυρα» προσέλκυσης διεθνών κεφαλαίων.
Ο κ. Δραγασάκης σχολιάζει την παραίτηση της κ. Ρ. Αντωνοπούλου και του κ. Δ. Παπαδημητρίου, εξαίροντας το έργο τους. «Η κ. Αντωνοπούλου και ο κ. Παπαδημητρίου έχουν προσφέρει στη χώρα, πολύ πριν ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδικήσει την κυβέρνηση». Δηλώνει πως οι παραιτήσεις τους «δείχνουν ήθος» και προσθέτει με νόημα πως η αγριότητα της πολιτικής ζωής «μας έχει κάνει να φυσάμε και το γιαούρτι».
Ο έμπειρος πολιτικός επιμένει στην επόμενη μέρα και θεωρεί πως «η πιο θετική μνημονιακή δέσμευση είναι ότι πρέπει να έχουμε αναπτυξιακό σχέδιο». Αναφέρεται στη ρύθμιση χρέους, θεωρώντας πως αυτή θα κρίνει την επωφελή για όλες τις πλευρές επιστροφή στην ανάπτυξη. «Πρέπει να δούμε πώς θα εκφραστεί από τους "έξω" η ενίσχυση της δικής μας προσπάθειας ανάκαμψης» δηλώνει.
Θεωρεί αντιδημοκρατική την κριτική για έλλειμμα μεταρρυθμιστικής ικανότητας μετά το τέλος των μνημονίων και επιμένει πως τόσο το πολιτικό σύστημα, οι θεσμοί και η κοινωνία αναγνωρίζουν πως «το μέλλον απαιτεί αλλαγές που να δημιουργούν προοπτικές δικαιοσύνης και ανάπτυξης».
Δεν ικανοποιείται από τον ρυθμό ανάκαμψης της οικονομίας και σημειώνει πως τα απόνερα της κρίσης θα μας ακολουθούν για καιρό. Θεωρεί ωστόσο κρίσιμο να τεθεί αναπτυξιακό πρόσημο στις πολιτικές που θα εφαρμοστούν στο μέλλον. «Όταν έχει τέτοια ποσοστά ανεργίας, το 1% ανάπτυξης του ΑΕΠ δεν μας ικανοποιεί».
Αναφερόμενος στα θέματα διαφθοράς και εν προκειμένω στην υπόθεση Novartis, o κ. Δραγασάκης παραδέχεται ότι δεν αναγνωριζόταν πλήρως η πτυχή του προβλήματος. «Υπάρχουν θεσμικά κενά που επέτρεψαν και κάλυψαν σκάνδαλα όπως η Novartis», αναφέρει κάνοντας μνεία σε καταγγελίες για «όργια στον χώρο του φαρμάκου», από στελέχη της σημερινής αντιπολίτευσης. Θεωρεί την όλη υπόθεση «τοξική» και συμπληρώνει πως «δεν χαιρόμαστε να βλέπουμε τους πολιτικούς μας αντιπάλους να καταγγέλλονται».
Ο κ. Δραγασάκης, εκπρόσωπος της μεταπολεμικής γενιάς, αναγνωρίζει τους παράγοντες αστάθειας σε κάθε πολιτικό σχεδιασμό. Βλέπει τη «μεγάλη εικόνα» του συστήματος και των κρίσεων που με βεβαιότητα θα γεννήσει αλλά και τη δυνατότητα προετοιμασίας. «Αυτό που ζούμε τώρα είναι μικρο-αναταράξεις των αγορών. Αυτό ήταν και το επιχείρημα προς τον Ντράγκι. Αν όχι τώρα, πότε;» αναφέρει ο υπουργός, κρίνοντας ότι υπάρχει «παράθυρο» επαναφοράς στην ομαλότητα για την Ελλάδα. Συνυπολογίζει επίσης τις γεωπολιτικές συνθήκες. «Βρισκόμαστε στην κορυφή του τριγώνου της αστάθειας», αλλά η χώρα παρά τη κρίση έχει κατακτήσει τον ρόλο του παράγοντα σταθερότητας. Τέλος, υποστηρίζει πως η χώρα πρέπει να διαμορφώσει δικό της σχέδιο για την περιοχή. Πιστεύει στις συνεργασίες και δηλώνει πως «έχουμε μια δεύτερη ευκαιρία να κάνουμε ένα σχέδιο βαλκανικής συνανάπτυξης».
Κόλιν ΄Ελις: Η «καθαρή έξοδος» δεν αναιρεί μια προληπτική γραμμή
Την δική του διάσταση για την επόμενη μέρα του προγράμματος δίνει ο οίκος Moody’s για την χώρα μας. Στο απόηχο της αναβάθμισης της ελληνικής οικονομίας κατά δυο βαθμίδες, ο επικεφαλής του οίκου για την Ευρώπη, Κόλιν Έλις, διευκρινίζει τον τρόπο με τον οποίο ο οίκος προσέγγισε τον όρο «καθαρή έξοδο» στην τελευταία του αξιολόγηση για την Ελλάδα. «Μια προληπτική πιστωτική γραμμή δεν σημαίνει ότι το τρίτο ελληνικό πρόγραμμα βοήθειας δεν θα έχει εφαρμοστεί με επιτυχία. Άλλωστε, υπάρχουν σαφή ζητήματα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα που θα πάρει καιρό για να αντιμετωπιστούν», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ο Moody’s κινείται σαφώς στη λογική της αποδραματοποίησης μιας ενδεχόμενης πιστοληπτικής γραμμής για την Ελλάδα μετά τον Αύγουστο 2018 και πάνω σε αυτήν τη βάση διατυπώνει με αστερίσκους θετικές εκτιμήσεις για την προοπτική της ελληνικής οικονομίας.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η προδιαγραφή που θέτει ο υψηλόβαθμος παράγοντας του οίκου για μια νέα αναβάθμιση της Ελλάδας, «Εάν εκτελεστούν περαιτέρω μεταρρυθμίσεις πέρα από το πρόγραμμα προσαρμογής οι οποίες, με τη σειρά τους, θα οδηγήσουν σε διατηρήσιμη ισχυρότερη από την αναμενόμενη οικονομική ανάπτυξη και σε μια ταχύτερη πτώση του δείκτη δημόσιου χρέους». Ο ίδιος διασκεδάζει τυχόν ανησυχίες για την επίτευξη των οικονομικών στόχων από ενδεχόμενες πρόωρες εκλογές στην Ελλάδα, δεδομένου ότι «οι δημοσκοπήσεις δείχνουν σταθερή και υψηλή στήριξη στα κόμματα που τάσσονται υπέρ της συνέχισης της συμμετοχής στη ζώνη του ευρώ».
Αναλυτικά η συνέντευξη Κόλινς στην «Ναυτεμπορική»
Τι σημαίνει πρακτικά η πρόσφατη αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας κατά δύο βαθμίδες, από το «Caa2» απευθείας στο «Β3», η οποία μάλλον αιφνιδίασε; Μάλιστα, ακολούθησε αμέσως μετά την τελευταία συνεδρίαση του Eurogroup, η οποία δεν έδωσε το «πράσινο φως» για την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης.
«Η αναβάθμιση αντικατοπτρίζει τόσο τις σημαντικές δημοσιονομικές όσο και τις θεσμικές βελτιώσεις που έχει επιτύχει η Ελλάδα από το 2015, καθώς και την προσδοκία μας ότι η χώρα θα ολοκληρώσει με επιτυχία το τρέχον δημοσιονομικό της πρόγραμμα. Επίσης, η Ελλάδα επωφελείται από την περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους από τους πιστωτές του επίσημου τομέα. Συνολικά, κρίνουμε ότι ο κίνδυνος άλλης αθέτησης ή αναδιάρθρωσης ιδιωτικού χρέους έχει πλέον μειωθεί σημαντικά».
Πού βασίζει ο οίκος Moody’s την εκτίμηση για «καθαρή έξοδο» της Ελλάδας από το πρόγραμμα τον Αύγουστο 2018; Σημειωτέον, η ΕΚΤ εγείρει εμφατικά ζήτημα προληπτικής πιστωτικής γραμμής, την οποία συνδέει με τη διατήρηση του waiver για τις ελληνικές τράπεζες.
«Μια προληπτική πιστωτική γραμμή δεν σημαίνει ότι το τρίτο ελληνικό πρόγραμμα βοήθειας δεν θα έχει εφαρμοστεί με επιτυχία. Άλλωστε, υπάρχουν σαφή ζητήματα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα που θα πάρει καιρό για να αντιμετωπιστούν».
Εκτιμάτε ότι η Ευρωζώνη θα προχωρήσει σε ένα επόμενο στάδιο ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους;
«Η προσδοκία μας είναι ότι οι πιστωτές -της Ευρωζώνης- της Ελλάδας θα ακολουθήσουν τη δέσμευσή τους για την παροχή περαιτέρω ελάφρυνσης του χρέους μεσοπρόθεσμα. Αυτό θα μπορούσε σαφώς να πάρει τη μορφή περαιτέρω επέκτασης ωριμάνσεων, δεδομένου ότι οι ακαθάριστες δανειακές ανάγκες της Ελλάδας θα αρχίσουν να αυξάνονται πάνω από το 15% του ΑΕΠ την επόμενη δεκαετία μετά την έναρξη των αποπληρωμών του EFSF το 2023».
Θεωρείτε ότι οδηγούμαστε σε μια μορφή σύνδεσης της ελάφρυνσης χρέους με συνέχιση των μεταρρυθμίσεων από την Ελλάδα; Και είναι αυτός ένας παράγοντας που λειτουργεί ως ασφαλιστική δικλίδα στις αξιολογήσεις σας;
«Οι πιστωτές της Ευρωζώνης έχουν νωρίτερα συνδέσει τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους με την επιτυχή εφαρμογή του τρίτου προγράμματος, το οποίο αναμένουμε να ολοκληρωθεί φέτος. Η ελάφρυνση του χρέους θα είναι πιστωτικά θετική για την Ελλάδα, όπως και η υποστήριξη των εταίρων κρατών - μελών της Ευρωζώνης».
Ποια θα λέγατε ότι είναι τα ρίσκα σε αυτό το τελικό στάδιο του ελληνικού προγράμματος;
«Πιστεύουμε ότι η ελληνική πιστοληπτική ικανότητα είναι πιο πιθανό να αναβαθμιστεί απ’ ό,τι να υποβαθμιστεί στο εγγύς μέλλον, όπως αντικατοπτρίζεται στις θετικές μας εκτιμήσεις. Ωστόσο, οι καθοδικοί κίνδυνοι θα περιλάμβαναν την παρέκκλιση της ελληνικής κυβέρνησης από τις δεσμεύσεις της και τις μεταρρυθμίσεις στις οποίες έχει συμφωνήσει, ή εντάσεις που θα μπορούσαν να προκύψουν με τους πιστωτές της Ευρωζώνης για τον οποιονδήποτε λόγο».
Πώς αξιολογείτε το επίπεδο της πολιτικής σταθερότητας στην Ελλάδα; Για παράδειγμα, ενδεχόμενες πρόωρες εκλογές θα σήμαιναν κάτι ιδιαίτερο για την επίτευξη των στόχων της ελληνικής οικονομίας;
«Θεωρούμε ότι οι εγχώριοι πολιτικοί κίνδυνοι έχουν μειωθεί στην Ελλάδα, όπως αντικατοπτρίζεται στη μετάβασή μας σε μια ''μέτρια (+)'' αξιολόγηση πολιτικού ρίσκου από ''υψηλή (+)'' προηγουμένως. Αναμένουμε ότι οι εκλογές θα διενεργηθούν κατά τη διάρκεια του 2019, και ενώ η λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι στις μεταρρυθμίσεις παραμένει υψηλή, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν σταθερή και υψηλή στήριξη στα κόμματα που τάσσονται υπέρ της συνέχισης της συμμετοχής στη Ζώνη του Ευρώ».
Πώς αξιολογείτε την παράμετρο των μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ελλάδα και ποιες είναι οι παρατηρήσεις σας ευρύτερα σε ό,τι αφορά το ελληνικό τραπεζικό σύστημα;
«Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα παραμένει πολύ υψηλός, αλλά τώρα έχει αρχίσει σταδιακά να μειώνεται. Ωστόσο, η οικονομική ανάπτυξη από μόνη της δεν θα μειώσει πολύ γρήγορα αυτό το απόθεμα προβληματικών περιουσιακών στοιχείων. Έτσι, οι προσπάθειες για την ενεργό μείωση αυτών των προβλημάτων, με τη στήριξη των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής, είναι πολύ σημαντικές. Tα NPLs αντιμετωπίζονται πιο δυναμικά απ’ ό,τι οποιαδήποτε στιγμή τα τελευταία οκτώ χρόνια.
Οι νομικές και τεχνικές απαιτήσεις για τη διεξαγωγή ηλεκτρονικών δημοπρασιών -κομβικό μέτρο για τις τράπεζες ώστε να υλοποιήσουν εξασφαλίσεις και να επιταχύνουν το συγύρισμα των ισολογισμών τους- έχουν πλέον τεθεί σε ισχύ και οι ίδιες οι τράπεζες έχουν μεμονωμένα δεσμευτεί σε στόχους μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η επίλυση αυτών των ζητημάτων θα βελτιώσει την πιστοληπτική ικανότητα των ελληνικών τραπεζών μεμονωμένα και θα τους επιτρέψει να στηρίξουν καλύτερα την ανάπτυξη μέσω αυξημένου νέου δανεισμού προς τον ιδιωτικό τομέα.
Επιπλέον, είναι θετικό το γεγονός ότι η εξάρτηση του τραπεζικού συστήματος από τον μηχανισμό έκτακτης ρευστότητας (ELA) της Τράπεζας της Ελλάδος και το Ευρωσύστημα έχει τεθεί σε πτωτική τάση το τελευταίο έτος και καταθέσεις πελατών έχουν επιστρέψει στο σύστημα. Οι τράπεζες είχαν επίσης τη δυνατότητα να εκδώσουν καλυμμένα ομόλογα το 2017 και τον Ιανουάριο του 2018, διαφοροποιώντας τη χρηματοδότησή τους από τη χρηματοδότηση από την κεντρική τράπεζα».
Τι θα κρίνει λοιπόν μια περαιτέρω αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας του ελληνικού Δημοσίου το επόμενο διάστημα; Ποιες είναι οι κρίσιμες παράμετροι;
«Δεν υπάρχουν απόλυτα κατώφλια που να καθορίζουν τις αναβαθμίσεις ή τις υποβαθμίσεις αξιολογήσεων. Η εκτίμησή μας για θετική προοπτική αντανακλά το γεγονός ότι πιστεύουμε πως μια αναβάθμιση είναι πιθανότερη από μια υποβάθμιση στο εγγύς μέλλον. Η αξιολόγηση θα μπορούσε να αναβαθμιστεί ξανά εάν εκτελεστούν περαιτέρω μεταρρυθμίσεις, πέρα από το πρόγραμμα προσαρμογής, οι οποίες, με τη σειρά τους, θα οδηγήσουν σε διατηρήσιμη, ισχυρότερη από την αναμενόμενη, οικονομική ανάπτυξη και σε μια ταχύτερη πτώση του δείκτη δημόσιου χρέους».
Πώς εξελίσσεται η αναπτυξιακή προοπτική της Ευρωζώνης και ποιες είναι σε αυτήν τη φάση οι προκλήσεις για την ευρωπαϊκή οικονομία;
«Η ευρωπαϊκή οικονομία απολαμβάνει σήμερα μια κυκλική ανοδική ανάκαμψη, η οποία -δεδομένου ότι η Ευρώπη έχει στερηθεί άλλες οικονομικές ανακάμψεις- είναι πιθανό να δώσει ακόμη περισσότερα αυτό και το επόμενο έτος. Ωστόσο, εξακολουθούν να υφίστανται διαρθρωτικές αδυναμίες στην περιοχή του ευρώ και μια βασική πρόκληση για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής θα είναι να προωθήσουν περαιτέρω μεταρρυθμίσεις όσο η ανάπτυξη έχει θετικό πρόσημο· να καθαρίσουν τη στέγη όσο ο ήλιος λάμπει. Μια κομβική επίμαχη συζήτηση εδώ είναι εάν μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερος επιμερισμός του κινδύνου χωρίς περαιτέρω μείωση του ρίσκου σε ορισμένα κράτη - μέλη της Ζώνης του Ευρώ».
Ποια είναι η πρόβλεψη για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και ποιες είναι οι χώρες που μέχρι στιγμής ωφελούνται περισσότερο;
«Αναμένουμε την ΕΚΤ να μειώσει σταδιακά τον ρυθμό των νέων αγορών στοιχείων ενεργητικού, πιθανώς σταματώντας περίπου στην αλλαγή του έτους εάν η ανάκαμψη επιμείνει. Η ανάλυσή μας καταδεικνύει ότι ορισμένες λεγόμενες περιφερειακές χώρες, όπως η Ιρλανδία και η Πορτογαλία, έχουν κερδίσει περισσότερο από το QE σε όρους χαμηλότερων αποδόσεων απ’ ό,τι χώρες του πυρήνα, όπως η Γαλλία».
ΑΜΠΕ
«The New Daily Mail»
TheNewDailyMail
μια προληπτική γραμμή
Σε όλα τα «καυτά» ζητήματα που αφορούν την ελληνική οικονομία, αναφέρθηκε ο αντιπρόεδρος της κυβέρνησης και από σήμερα Υπουργός Οικονομίας και Ανάπτυξης, Γιάννης Δραγασάκης, σε συνέντευξη του μετά τον ανασχηματισμό. Ο κ. Δραγασάκης θεωρεί λήξασα τη συζήτηση για τον τρόπο εξόδου της χώρας από το πρόγραμμα, υπενθυμίζοντας τις αποφάσεις του Eurogroup του Ιουνίου του 2017. «Δεν έχω την αίσθηση ότι η ΕΚΤ ή το ΔΝΤ τάσσονται υπέρ της προληπτικής γραμμής» αναφέρει, προσθέτοντας ότι και το ευρύτερο πολιτικό σύστημα δεν αντιτίθεται σε μια «καθαρή» έξοδο.
Στη συνέντευξη του στο Euro2day, ο αντιπρόεδρος της Κυβέρνησης εκτιμά ότι η συζήτηση για μια προληπτική γραμμή στήριξης, την οποία χαρακτηρίζει ως μια «μορφή μνημονίου», πήρε διαστάσεις και αναφέρεται στο παράδειγμα εξόδου τόσο της Πορτογαλίας όσο και της Κύπρου από τα αντίστοιχα προγράμματα. «Η συζήτηση για την προληπτική γραμμή δεν είναι λύση. Είναι μια μετάθεση του προβλήματος στο μέλλον» σημειώνει και προσθέτει πως «πάντα ο δανεισμός του ESM θα είναι φθηνότερος από τον δανεισμό της χώρας από τις αγορές. Αυτό σημαίνει ότι θα μείνουμε αιωνίως σε μνημόνια και επιτηρήσεις;».
Αναγνωρίζει ότι υπάρχουν ρίσκα σ’ αυτόν τον τρόπο μετάβασης αλλά εκτιμά, απαντώντας εμμέσως και στις θέσεις που έχει εκφράσει η TτE και ο διοικητής της Γ. Στουρνάρας, πως δεν αρκεί κανείς να καταδεικνύει τους κινδύνους αλλά να τους ιεραρχεί. Ειδικότερα σε ό,τι αφορά τη στάση της ΤτE και την υποστήριξη της λύσης της μη «καθαρής» εξόδου, αναφέρει πως η κυβέρνηση «δεν σχολιάζει τις ανεξάρτητες αρχές», ωστόσο προσθέτει πως «αν υπάρξει η εντύπωση πως οι επιλογές της ΤτE δεν είναι αντικειμενικές, τότε ενδεχομένως να υπάρξει θέμα».
Στον κομβικό ρόλο των τραπεζών αναφέρεται επίσης ο νέος υπουργός Οικονομίας και εκτιμά ότι όλες οι παράμετροι είναι θετικές όσον αφορά τη διενέργεια των stress tests. «Υπάρχει ένα οπλοστάσιο νέων εργαλείων για τη μείωση των κόκκινων δανείων. Δεν αναμένουμε εκπλήξεις», δηλώνει. Θεωρεί ωστόσο «υγιή προβληματισμό», το αν ο ρυθμός μείωσης των κόκκινων δανείων είναι επαρκής, ώστε οι τράπεζες να επιστρέψουν στην «κανονικότητα» και τον βασικό σκοπό τους, τη χρηματοδότηση της ελληνικής οικονομίας.
Σ’ αυτό το πλαίσιο και δεδομένης της ανάγκης σύγκλισης με τον μέσο ευρωπαϊκό όρο, όσον αφορά την έκθεση του τραπεζικού συστήματος σε μη εξυπηρετούμενο δανεισμό, παραδέχεται ότι μπορεί να υπάρξουν πρόσθετες κινήσεις μετά το 2019 και τη στοχοθεσία των ελληνικών τραπεζών έναντι του SSM. «Δεν υπάρχει πίεση» αναφέρει αλλά δεν αποκλείει «την εκδοχή μιας bad bank, αν χρειαστεί να επιταχύνει ο ρυθμός απομείωσης των δανείων». Θυμίζει επίσης ότι στο πρόγραμμα του ΣΥΡΙΖΑ υπήρχε πρόταση δημιουργίας «ενδιάμεσου μηχανισμού διαχείρισης κόκκινων δανείων», η οποία προσέκρουσε στη χρηματοδότηση και στους δημοσιονομικούς όρους που έθεσαν οι θεσμοί.
Η οπτική του κ. Δραγασάκη ωστόσο απλώνεται στην επόμενη μέρα, μετά του τέλος του προγράμματος και στην ανάγκη απεξάρτησης από τα μνημόνια. Σ’ αυτό το πλαίσιο αναφέρεται στην ίδρυση Αναπτυξιακής Τράπεζας, μιας πρότασης που ταυτίζεται με την πολιτική του διαδρομή, καθώς πρώτος τη διατύπωσε, υπό άλλες συνθήκες, ως μέλος της Οικουμενικής Κυβέρνησης του 1989. Εκτιμά πως οι συνθήκες έχουν ωριμάσει για την ίδρυσή της, με τους θεσμούς να έχουν συμφωνήσει στο «βασικό concept».
Ο νέος υπουργός Οικονομίας αναφέρεται εδώ στην προετοιμασία του προκατόχου του κ. Δ. Παπαδημητρίου για την κατάθεση νομοσχεδίου τον Ιούνιο, που αφορά στη σύσταση της Αναπτυξιακής Τράπεζας. Υπερθεματίζει λέγοντας πως ένας τέτοιος φορέας θα αποτελέσει το συντονιστικό όργανο των υφιστάμενων και νέων εργαλείων χρηματοδότησης αλλά και την «άγκυρα» προσέλκυσης διεθνών κεφαλαίων.
Ο κ. Δραγασάκης σχολιάζει την παραίτηση της κ. Ρ. Αντωνοπούλου και του κ. Δ. Παπαδημητρίου, εξαίροντας το έργο τους. «Η κ. Αντωνοπούλου και ο κ. Παπαδημητρίου έχουν προσφέρει στη χώρα, πολύ πριν ο ΣΥΡΙΖΑ διεκδικήσει την κυβέρνηση». Δηλώνει πως οι παραιτήσεις τους «δείχνουν ήθος» και προσθέτει με νόημα πως η αγριότητα της πολιτικής ζωής «μας έχει κάνει να φυσάμε και το γιαούρτι».
Ο έμπειρος πολιτικός επιμένει στην επόμενη μέρα και θεωρεί πως «η πιο θετική μνημονιακή δέσμευση είναι ότι πρέπει να έχουμε αναπτυξιακό σχέδιο». Αναφέρεται στη ρύθμιση χρέους, θεωρώντας πως αυτή θα κρίνει την επωφελή για όλες τις πλευρές επιστροφή στην ανάπτυξη. «Πρέπει να δούμε πώς θα εκφραστεί από τους "έξω" η ενίσχυση της δικής μας προσπάθειας ανάκαμψης» δηλώνει.
Θεωρεί αντιδημοκρατική την κριτική για έλλειμμα μεταρρυθμιστικής ικανότητας μετά το τέλος των μνημονίων και επιμένει πως τόσο το πολιτικό σύστημα, οι θεσμοί και η κοινωνία αναγνωρίζουν πως «το μέλλον απαιτεί αλλαγές που να δημιουργούν προοπτικές δικαιοσύνης και ανάπτυξης».
Δεν ικανοποιείται από τον ρυθμό ανάκαμψης της οικονομίας και σημειώνει πως τα απόνερα της κρίσης θα μας ακολουθούν για καιρό. Θεωρεί ωστόσο κρίσιμο να τεθεί αναπτυξιακό πρόσημο στις πολιτικές που θα εφαρμοστούν στο μέλλον. «Όταν έχει τέτοια ποσοστά ανεργίας, το 1% ανάπτυξης του ΑΕΠ δεν μας ικανοποιεί».
Αναφερόμενος στα θέματα διαφθοράς και εν προκειμένω στην υπόθεση Novartis, o κ. Δραγασάκης παραδέχεται ότι δεν αναγνωριζόταν πλήρως η πτυχή του προβλήματος. «Υπάρχουν θεσμικά κενά που επέτρεψαν και κάλυψαν σκάνδαλα όπως η Novartis», αναφέρει κάνοντας μνεία σε καταγγελίες για «όργια στον χώρο του φαρμάκου», από στελέχη της σημερινής αντιπολίτευσης. Θεωρεί την όλη υπόθεση «τοξική» και συμπληρώνει πως «δεν χαιρόμαστε να βλέπουμε τους πολιτικούς μας αντιπάλους να καταγγέλλονται».
Ο κ. Δραγασάκης, εκπρόσωπος της μεταπολεμικής γενιάς, αναγνωρίζει τους παράγοντες αστάθειας σε κάθε πολιτικό σχεδιασμό. Βλέπει τη «μεγάλη εικόνα» του συστήματος και των κρίσεων που με βεβαιότητα θα γεννήσει αλλά και τη δυνατότητα προετοιμασίας. «Αυτό που ζούμε τώρα είναι μικρο-αναταράξεις των αγορών. Αυτό ήταν και το επιχείρημα προς τον Ντράγκι. Αν όχι τώρα, πότε;» αναφέρει ο υπουργός, κρίνοντας ότι υπάρχει «παράθυρο» επαναφοράς στην ομαλότητα για την Ελλάδα. Συνυπολογίζει επίσης τις γεωπολιτικές συνθήκες. «Βρισκόμαστε στην κορυφή του τριγώνου της αστάθειας», αλλά η χώρα παρά τη κρίση έχει κατακτήσει τον ρόλο του παράγοντα σταθερότητας. Τέλος, υποστηρίζει πως η χώρα πρέπει να διαμορφώσει δικό της σχέδιο για την περιοχή. Πιστεύει στις συνεργασίες και δηλώνει πως «έχουμε μια δεύτερη ευκαιρία να κάνουμε ένα σχέδιο βαλκανικής συνανάπτυξης».
Κόλιν ΄Ελις: Η «καθαρή έξοδος» δεν αναιρεί μια προληπτική γραμμή
Την δική του διάσταση για την επόμενη μέρα του προγράμματος δίνει ο οίκος Moody’s για την χώρα μας. Στο απόηχο της αναβάθμισης της ελληνικής οικονομίας κατά δυο βαθμίδες, ο επικεφαλής του οίκου για την Ευρώπη, Κόλιν Έλις, διευκρινίζει τον τρόπο με τον οποίο ο οίκος προσέγγισε τον όρο «καθαρή έξοδο» στην τελευταία του αξιολόγηση για την Ελλάδα. «Μια προληπτική πιστωτική γραμμή δεν σημαίνει ότι το τρίτο ελληνικό πρόγραμμα βοήθειας δεν θα έχει εφαρμοστεί με επιτυχία. Άλλωστε, υπάρχουν σαφή ζητήματα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα που θα πάρει καιρό για να αντιμετωπιστούν», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Ο Moody’s κινείται σαφώς στη λογική της αποδραματοποίησης μιας ενδεχόμενης πιστοληπτικής γραμμής για την Ελλάδα μετά τον Αύγουστο 2018 και πάνω σε αυτήν τη βάση διατυπώνει με αστερίσκους θετικές εκτιμήσεις για την προοπτική της ελληνικής οικονομίας.
Ενδιαφέρον παρουσιάζει η προδιαγραφή που θέτει ο υψηλόβαθμος παράγοντας του οίκου για μια νέα αναβάθμιση της Ελλάδας, «Εάν εκτελεστούν περαιτέρω μεταρρυθμίσεις πέρα από το πρόγραμμα προσαρμογής οι οποίες, με τη σειρά τους, θα οδηγήσουν σε διατηρήσιμη ισχυρότερη από την αναμενόμενη οικονομική ανάπτυξη και σε μια ταχύτερη πτώση του δείκτη δημόσιου χρέους». Ο ίδιος διασκεδάζει τυχόν ανησυχίες για την επίτευξη των οικονομικών στόχων από ενδεχόμενες πρόωρες εκλογές στην Ελλάδα, δεδομένου ότι «οι δημοσκοπήσεις δείχνουν σταθερή και υψηλή στήριξη στα κόμματα που τάσσονται υπέρ της συνέχισης της συμμετοχής στη ζώνη του ευρώ».
Αναλυτικά η συνέντευξη Κόλινς στην «Ναυτεμπορική»
Τι σημαίνει πρακτικά η πρόσφατη αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας της Ελλάδας κατά δύο βαθμίδες, από το «Caa2» απευθείας στο «Β3», η οποία μάλλον αιφνιδίασε; Μάλιστα, ακολούθησε αμέσως μετά την τελευταία συνεδρίαση του Eurogroup, η οποία δεν έδωσε το «πράσινο φως» για την ολοκλήρωση της τρίτης αξιολόγησης.
«Η αναβάθμιση αντικατοπτρίζει τόσο τις σημαντικές δημοσιονομικές όσο και τις θεσμικές βελτιώσεις που έχει επιτύχει η Ελλάδα από το 2015, καθώς και την προσδοκία μας ότι η χώρα θα ολοκληρώσει με επιτυχία το τρέχον δημοσιονομικό της πρόγραμμα. Επίσης, η Ελλάδα επωφελείται από την περαιτέρω ελάφρυνση του χρέους από τους πιστωτές του επίσημου τομέα. Συνολικά, κρίνουμε ότι ο κίνδυνος άλλης αθέτησης ή αναδιάρθρωσης ιδιωτικού χρέους έχει πλέον μειωθεί σημαντικά».
Πού βασίζει ο οίκος Moody’s την εκτίμηση για «καθαρή έξοδο» της Ελλάδας από το πρόγραμμα τον Αύγουστο 2018; Σημειωτέον, η ΕΚΤ εγείρει εμφατικά ζήτημα προληπτικής πιστωτικής γραμμής, την οποία συνδέει με τη διατήρηση του waiver για τις ελληνικές τράπεζες.
«Μια προληπτική πιστωτική γραμμή δεν σημαίνει ότι το τρίτο ελληνικό πρόγραμμα βοήθειας δεν θα έχει εφαρμοστεί με επιτυχία. Άλλωστε, υπάρχουν σαφή ζητήματα στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα που θα πάρει καιρό για να αντιμετωπιστούν».
Εκτιμάτε ότι η Ευρωζώνη θα προχωρήσει σε ένα επόμενο στάδιο ελάφρυνσης του ελληνικού χρέους;
«Η προσδοκία μας είναι ότι οι πιστωτές -της Ευρωζώνης- της Ελλάδας θα ακολουθήσουν τη δέσμευσή τους για την παροχή περαιτέρω ελάφρυνσης του χρέους μεσοπρόθεσμα. Αυτό θα μπορούσε σαφώς να πάρει τη μορφή περαιτέρω επέκτασης ωριμάνσεων, δεδομένου ότι οι ακαθάριστες δανειακές ανάγκες της Ελλάδας θα αρχίσουν να αυξάνονται πάνω από το 15% του ΑΕΠ την επόμενη δεκαετία μετά την έναρξη των αποπληρωμών του EFSF το 2023».
Θεωρείτε ότι οδηγούμαστε σε μια μορφή σύνδεσης της ελάφρυνσης χρέους με συνέχιση των μεταρρυθμίσεων από την Ελλάδα; Και είναι αυτός ένας παράγοντας που λειτουργεί ως ασφαλιστική δικλίδα στις αξιολογήσεις σας;
«Οι πιστωτές της Ευρωζώνης έχουν νωρίτερα συνδέσει τα μέτρα ελάφρυνσης του χρέους με την επιτυχή εφαρμογή του τρίτου προγράμματος, το οποίο αναμένουμε να ολοκληρωθεί φέτος. Η ελάφρυνση του χρέους θα είναι πιστωτικά θετική για την Ελλάδα, όπως και η υποστήριξη των εταίρων κρατών - μελών της Ευρωζώνης».
Ποια θα λέγατε ότι είναι τα ρίσκα σε αυτό το τελικό στάδιο του ελληνικού προγράμματος;
«Πιστεύουμε ότι η ελληνική πιστοληπτική ικανότητα είναι πιο πιθανό να αναβαθμιστεί απ’ ό,τι να υποβαθμιστεί στο εγγύς μέλλον, όπως αντικατοπτρίζεται στις θετικές μας εκτιμήσεις. Ωστόσο, οι καθοδικοί κίνδυνοι θα περιλάμβαναν την παρέκκλιση της ελληνικής κυβέρνησης από τις δεσμεύσεις της και τις μεταρρυθμίσεις στις οποίες έχει συμφωνήσει, ή εντάσεις που θα μπορούσαν να προκύψουν με τους πιστωτές της Ευρωζώνης για τον οποιονδήποτε λόγο».
Πώς αξιολογείτε το επίπεδο της πολιτικής σταθερότητας στην Ελλάδα; Για παράδειγμα, ενδεχόμενες πρόωρες εκλογές θα σήμαιναν κάτι ιδιαίτερο για την επίτευξη των στόχων της ελληνικής οικονομίας;
«Θεωρούμε ότι οι εγχώριοι πολιτικοί κίνδυνοι έχουν μειωθεί στην Ελλάδα, όπως αντικατοπτρίζεται στη μετάβασή μας σε μια ''μέτρια (+)'' αξιολόγηση πολιτικού ρίσκου από ''υψηλή (+)'' προηγουμένως. Αναμένουμε ότι οι εκλογές θα διενεργηθούν κατά τη διάρκεια του 2019, και ενώ η λαϊκή δυσαρέσκεια απέναντι στις μεταρρυθμίσεις παραμένει υψηλή, οι δημοσκοπήσεις δείχνουν σταθερή και υψηλή στήριξη στα κόμματα που τάσσονται υπέρ της συνέχισης της συμμετοχής στη Ζώνη του Ευρώ».
Πώς αξιολογείτε την παράμετρο των μη εξυπηρετούμενων δανείων στην Ελλάδα και ποιες είναι οι παρατηρήσεις σας ευρύτερα σε ό,τι αφορά το ελληνικό τραπεζικό σύστημα;
«Ο δείκτης μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) στο ελληνικό τραπεζικό σύστημα παραμένει πολύ υψηλός, αλλά τώρα έχει αρχίσει σταδιακά να μειώνεται. Ωστόσο, η οικονομική ανάπτυξη από μόνη της δεν θα μειώσει πολύ γρήγορα αυτό το απόθεμα προβληματικών περιουσιακών στοιχείων. Έτσι, οι προσπάθειες για την ενεργό μείωση αυτών των προβλημάτων, με τη στήριξη των υπεύθυνων χάραξης πολιτικής, είναι πολύ σημαντικές. Tα NPLs αντιμετωπίζονται πιο δυναμικά απ’ ό,τι οποιαδήποτε στιγμή τα τελευταία οκτώ χρόνια.
Οι νομικές και τεχνικές απαιτήσεις για τη διεξαγωγή ηλεκτρονικών δημοπρασιών -κομβικό μέτρο για τις τράπεζες ώστε να υλοποιήσουν εξασφαλίσεις και να επιταχύνουν το συγύρισμα των ισολογισμών τους- έχουν πλέον τεθεί σε ισχύ και οι ίδιες οι τράπεζες έχουν μεμονωμένα δεσμευτεί σε στόχους μείωσης των μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η επίλυση αυτών των ζητημάτων θα βελτιώσει την πιστοληπτική ικανότητα των ελληνικών τραπεζών μεμονωμένα και θα τους επιτρέψει να στηρίξουν καλύτερα την ανάπτυξη μέσω αυξημένου νέου δανεισμού προς τον ιδιωτικό τομέα.
Επιπλέον, είναι θετικό το γεγονός ότι η εξάρτηση του τραπεζικού συστήματος από τον μηχανισμό έκτακτης ρευστότητας (ELA) της Τράπεζας της Ελλάδος και το Ευρωσύστημα έχει τεθεί σε πτωτική τάση το τελευταίο έτος και καταθέσεις πελατών έχουν επιστρέψει στο σύστημα. Οι τράπεζες είχαν επίσης τη δυνατότητα να εκδώσουν καλυμμένα ομόλογα το 2017 και τον Ιανουάριο του 2018, διαφοροποιώντας τη χρηματοδότησή τους από τη χρηματοδότηση από την κεντρική τράπεζα».
Τι θα κρίνει λοιπόν μια περαιτέρω αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας του ελληνικού Δημοσίου το επόμενο διάστημα; Ποιες είναι οι κρίσιμες παράμετροι;
«Δεν υπάρχουν απόλυτα κατώφλια που να καθορίζουν τις αναβαθμίσεις ή τις υποβαθμίσεις αξιολογήσεων. Η εκτίμησή μας για θετική προοπτική αντανακλά το γεγονός ότι πιστεύουμε πως μια αναβάθμιση είναι πιθανότερη από μια υποβάθμιση στο εγγύς μέλλον. Η αξιολόγηση θα μπορούσε να αναβαθμιστεί ξανά εάν εκτελεστούν περαιτέρω μεταρρυθμίσεις, πέρα από το πρόγραμμα προσαρμογής, οι οποίες, με τη σειρά τους, θα οδηγήσουν σε διατηρήσιμη, ισχυρότερη από την αναμενόμενη, οικονομική ανάπτυξη και σε μια ταχύτερη πτώση του δείκτη δημόσιου χρέους».
Πώς εξελίσσεται η αναπτυξιακή προοπτική της Ευρωζώνης και ποιες είναι σε αυτήν τη φάση οι προκλήσεις για την ευρωπαϊκή οικονομία;
«Η ευρωπαϊκή οικονομία απολαμβάνει σήμερα μια κυκλική ανοδική ανάκαμψη, η οποία -δεδομένου ότι η Ευρώπη έχει στερηθεί άλλες οικονομικές ανακάμψεις- είναι πιθανό να δώσει ακόμη περισσότερα αυτό και το επόμενο έτος. Ωστόσο, εξακολουθούν να υφίστανται διαρθρωτικές αδυναμίες στην περιοχή του ευρώ και μια βασική πρόκληση για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής θα είναι να προωθήσουν περαιτέρω μεταρρυθμίσεις όσο η ανάπτυξη έχει θετικό πρόσημο· να καθαρίσουν τη στέγη όσο ο ήλιος λάμπει. Μια κομβική επίμαχη συζήτηση εδώ είναι εάν μπορεί να υπάρξει μεγαλύτερος επιμερισμός του κινδύνου χωρίς περαιτέρω μείωση του ρίσκου σε ορισμένα κράτη - μέλη της Ζώνης του Ευρώ».
Ποια είναι η πρόβλεψη για το πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ και ποιες είναι οι χώρες που μέχρι στιγμής ωφελούνται περισσότερο;
«Αναμένουμε την ΕΚΤ να μειώσει σταδιακά τον ρυθμό των νέων αγορών στοιχείων ενεργητικού, πιθανώς σταματώντας περίπου στην αλλαγή του έτους εάν η ανάκαμψη επιμείνει. Η ανάλυσή μας καταδεικνύει ότι ορισμένες λεγόμενες περιφερειακές χώρες, όπως η Ιρλανδία και η Πορτογαλία, έχουν κερδίσει περισσότερο από το QE σε όρους χαμηλότερων αποδόσεων απ’ ό,τι χώρες του πυρήνα, όπως η Γαλλία».
ΑΜΠΕ
«The New Daily Mail»
TheNewDailyMail
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Γιώργος Κακαρνιάς: Να επισπευστεί η σύγκληση του ΚΕΜ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ανατριχιαστικοί αστικοί μύθοι από όλο τον κόσμο
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ