2018-03-13 08:07:22
Η Ζαχαρούλα Τσιριγώτη είναι η πρώτη γυναίκα αστυνομικός που έφτασε στον βαθμό της αντιστρατήγου. Και όπως όλοι της αναγνωρίζουν, τα κατάφερε χάρη στη σκληρή και αθόρυβη
δουλειά που κάνει εδώ και χρόνια. Το «νούμερο 4» στην ιεραρχία της ΕΛ.ΑΣ., έχει αφήσει το στίγμα της στο αρχηγείο και δεν είναι λίγοι αυτοί που ποντάρουν ότι μπορεί τα επόμενα χρόνια να γίνει η πρώτη γυναίκα αρχηγός στο Σώμα.
Κατατάχθηκε στο Σώμα της πρώην Αστυνομίας Πόλεων το Δεκέμβρη του 1982, όταν οι γυναίκες της ΕΛ.ΑΣ. δεν ξεπερνούσαν το 1% και, αφού υπηρέτησε ως μάχιμη αξιωματικός σε Τμήματα Τάξης, Ασφάλειας, Αλλοδαπών και Τροχαίας, καθώς και σε διάφορες επιτελικές θέσεις κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών, ασκεί πλέον καθήκοντα από τη θέση του Γενικού Επιθεωρητή Αστυνομίας Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων.
Η συνέντευξη της αντιστρατήγου Ζαχαρούλας Τσιριγώτη στη «Βραδυνή της Κυριακής»
Κυρία Τσιριγώτη, πώς σκεφτήκατε να ενταχθείτε στην Αστυνομία, ένα επάγγελμα που ανδροκρατείται και εγγυμονεί κινδύνους;
«Είναι θέμα προσωπικότητας και χαρακτήρα. Μου άρεσε από μικρή, γιατί ήθελα να προσφέρω στο κοινωνικό σύνολο. Και παρόλο που δεν υπήρχαν αστυνομικοί και γενικότερα ένστολοι στην οικογένεια μου, κατάφερα να γίνω εγώ αστυνομικός και ο αδερφός μου αξιωματικός στην Πολεμική Αεροπορία. Ρόλο έπαιξε ο τρόπος που μας μεγάλωσαν οι γονείς μας, οι αρχές και οι αξίες που μας έδωσαν. Επίσης, δεν θα το χαρακτήριζα επάγγελμα. Για μένα ο αστυνομικός είναι ιδεολογία και λειτούργημα. Είναι προσφορά στον συνάνθρωπο. Αυτό μας έμαθαν οι γονείς μου. Να σεβόμαστε και να βοηθάμε τον συνάνθρωπο».
Τι δουλειά έκαναν οι γονείς σας;
«Ο πατέρας μου ήταν επόπτης στον ΟΛΠ και η μητέρα μου ασχολείτο με τα οικιακά. Η καταγωγή του πατέρα μου ήταν από τη Μάνη, οπότε και αυτό έπαιξε ρόλο».
Υπήρξε κάποια στιγμή που προσπάθησαν να σας αποτρέψουν από το να γίνετε αστυνομικός;
«Όχι, ποτέ».
Πόσες γυναίκες υπηρετούσαν στην Αστυνομία όταν ενταχθήκατε το 1982;
«Η αναλογία με τους άνδρες ήταν περίπου μία στους εκατό, μπορεί και λιγότερο. Η σειρά η δικιά μου ήταν 110 γυναίκες και ήταν η τελευταία σειρά της Αστυνομίας Πόλεων. Πριν από εμάς το 1979 είχαν πάρει γύρω στις 60-70, ενώ οι πρώτες γυναίκες που εντάχθηκαν στην Αστυνομία ήταν 30-40 το 1964».
Πώς ήταν η αντιμετώπιση από τους συναδέλφους σας;
«Ποτέ δεν αντιμετώπισα θέματα συνεργασίας, ούτε είδα ποτέ κάποια διαφορά στη συμπεριφορά τους σε όλα τα στάδια της ανέλιξής μου. Να σας πω όμως ότι οι γυναίκες στην Αστυνομία, όταν ξεκίνησε ο θεσμός της πρόσληψης, ήταν βοηθητικό προσωπικό, για συγκεκριμένα καθήκοντα. Δηλαδή, προορίζονταν για γραμματειακή υποστήριξη, ή για σωματική έρευνα στα αεροδρόμια και δεν οπλοφορούσαν. Εγώ ήμουν από τις τυχερές, γιατί η σειρά μου ήταν πραγματικοί αστυνομικοί. Δηλαδή, κάναμε την ίδια εκπαίδευση με τους άνδρες, με μόνη διαφορά ότι δεν οπλοφορούσαμε. Το 1981 ψηφίστηκε και ο νόμος «περί ισότητας των δύο φύλων» και ξεκίνησαν σταδιακά να αλλάζουν τα πράγματα και στην Αστυνομία. Έτσι, όταν βγήκα από τη σχολή Αστυφυλάκων τον Ιούλιο του 1983, όπως και άλλες συναδέλφισσες, ναι μεν μπορεί να πήγαμε Αθήνα, Πειραιά, Πάτρα, Κέρκυρα, όμως οι υπηρεσίες που τοποθετηθήκαμε ήταν και επιχειρησιακές. Εγώ τοποθετήθηκα στο Αλλοδαπών στον Πειραιά και συμμετείχα σε αστυνομικές επιχειρήσεις, νύχτα, όπως έλεγχοι σε καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος. Να σας θυμίσω ότι οι περιοχές στον Πειραιά, όπως η Τρούμπα, ήταν ιδιαίτερες εκείνη την εποχή».
Απ’ όσα μου λέτε καταλαβαίνω ότι θέλατε δράση «Το ζήτημα δεν είναι τι ήθελα εγώ. Μπαίνοντας συνειδητοποιημένα σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο, θα πρέπει να ξεκαθαρίσεις στο μυαλό σου πως είτε είσαι άνδρας, είτε είσαι γυναίκα έχεις την ίδια αντιμετώπιση. Εγώ ήμουν από τους ανθρώπους που δεν ήθελα χάρες ούτε καμιά ιδιαίτερη συμπεριφορά. Ήθελα να προσφέρω υπηρεσία».
Ποια ήταν η πιο επικίνδυνη στιγμή στη μέχρι τώρα καριέρα σας;
«Όταν υπηρέτησα ως αστυφύλακας και ως αρχιφύλακας το 1984-85 σε υπηρεσία Ασφαλείας, η μοναδική γυναίκα ανάμεσα σε 35 άνδρες. Υπήρξαν στιγμές που βρέθηκα μόνη σε επικίνδυνους χώρους, νύχτα και μάλιστα άοπλη. Τότε βέβαια δεν υπήρχαν ούτε κινητά τηλέφωνα. Σε δύο ιδιαίτερα περιστατικά ένιωσα πραγματικό κίνδυνο. Όμως να ξέρετε ότι αυτό αντιμετωπίζουν όλοι οι συνάδελφοί μου καθημερινά».
Ποια ήταν η πιο δύσκολη;
«Το 2015, όταν αντιμετωπίσαμε με τους συναδέλφους μου και τις άλλες συναρμόδιες υπηρεσίες την προσφυγική κρίση στα νησιά του νοτίου και βορείου Αιγαίου. Ειδικά τον Αύγουστο του 2015 στην Κω με 10.000 πρόσφυγες και μετανάστες και τον Σεπτέμβρη με 25.000 στη Μυτιλήνη. Ήταν ιδιαίτερα δύσκολες καταστάσεις».
Τι θα λέγατε σε γυναίκες που σκέφτονται και αυτές να ενταχθούν στην Αστυνομία;
«Να το κάνουν εφόσον αγαπούν την χώρα και θέλουν να προσφέρουν στον συνάνθρωπο. Όποια έχει τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα αξίζει να δώσει Πανελλήνιες καθώς οι γυναίκες δεν υπολείπονται πλέον των ανδρών και ο αριθμός όσων κατατάσσονται πλέον στο Σώμα είναι ικανοποιητικός. Άλλωστε η ΕΛ.ΑΣ., σε σχέση με τα υπόλοιπα ένστολα σώματα, είναι πρωτοπόρος, διότι σταδιακά κατήργησε την ποσόστωση, δηλαδή δεν μπαίνουν οι γυναίκες πλέον με ποσοστό 10% έναντι των ανδρών, ενώ τις αφήνει να εξελίσσονται στους ανώτατους βαθμούς της ιεραρχίας και να καταλαμβάνουν πλέον διευθυντικές θέσεις, όπως διοικητές σε τμήματα, διευθυντές διευθύνσεων κ.λπ.».
Αναδημοσίευση συνέντευξης από την εφημερίδα «Βραδυνή της Κυριακής»
_
bloko
δουλειά που κάνει εδώ και χρόνια. Το «νούμερο 4» στην ιεραρχία της ΕΛ.ΑΣ., έχει αφήσει το στίγμα της στο αρχηγείο και δεν είναι λίγοι αυτοί που ποντάρουν ότι μπορεί τα επόμενα χρόνια να γίνει η πρώτη γυναίκα αρχηγός στο Σώμα.
Κατατάχθηκε στο Σώμα της πρώην Αστυνομίας Πόλεων το Δεκέμβρη του 1982, όταν οι γυναίκες της ΕΛ.ΑΣ. δεν ξεπερνούσαν το 1% και, αφού υπηρέτησε ως μάχιμη αξιωματικός σε Τμήματα Τάξης, Ασφάλειας, Αλλοδαπών και Τροχαίας, καθώς και σε διάφορες επιτελικές θέσεις κεντρικών και περιφερειακών υπηρεσιών, ασκεί πλέον καθήκοντα από τη θέση του Γενικού Επιθεωρητή Αστυνομίας Αλλοδαπών και Προστασίας Συνόρων.
Η συνέντευξη της αντιστρατήγου Ζαχαρούλας Τσιριγώτη στη «Βραδυνή της Κυριακής»
Κυρία Τσιριγώτη, πώς σκεφτήκατε να ενταχθείτε στην Αστυνομία, ένα επάγγελμα που ανδροκρατείται και εγγυμονεί κινδύνους;
«Είναι θέμα προσωπικότητας και χαρακτήρα. Μου άρεσε από μικρή, γιατί ήθελα να προσφέρω στο κοινωνικό σύνολο. Και παρόλο που δεν υπήρχαν αστυνομικοί και γενικότερα ένστολοι στην οικογένεια μου, κατάφερα να γίνω εγώ αστυνομικός και ο αδερφός μου αξιωματικός στην Πολεμική Αεροπορία. Ρόλο έπαιξε ο τρόπος που μας μεγάλωσαν οι γονείς μας, οι αρχές και οι αξίες που μας έδωσαν. Επίσης, δεν θα το χαρακτήριζα επάγγελμα. Για μένα ο αστυνομικός είναι ιδεολογία και λειτούργημα. Είναι προσφορά στον συνάνθρωπο. Αυτό μας έμαθαν οι γονείς μου. Να σεβόμαστε και να βοηθάμε τον συνάνθρωπο».
Τι δουλειά έκαναν οι γονείς σας;
«Ο πατέρας μου ήταν επόπτης στον ΟΛΠ και η μητέρα μου ασχολείτο με τα οικιακά. Η καταγωγή του πατέρα μου ήταν από τη Μάνη, οπότε και αυτό έπαιξε ρόλο».
Υπήρξε κάποια στιγμή που προσπάθησαν να σας αποτρέψουν από το να γίνετε αστυνομικός;
«Όχι, ποτέ».
Πόσες γυναίκες υπηρετούσαν στην Αστυνομία όταν ενταχθήκατε το 1982;
«Η αναλογία με τους άνδρες ήταν περίπου μία στους εκατό, μπορεί και λιγότερο. Η σειρά η δικιά μου ήταν 110 γυναίκες και ήταν η τελευταία σειρά της Αστυνομίας Πόλεων. Πριν από εμάς το 1979 είχαν πάρει γύρω στις 60-70, ενώ οι πρώτες γυναίκες που εντάχθηκαν στην Αστυνομία ήταν 30-40 το 1964».
Πώς ήταν η αντιμετώπιση από τους συναδέλφους σας;
«Ποτέ δεν αντιμετώπισα θέματα συνεργασίας, ούτε είδα ποτέ κάποια διαφορά στη συμπεριφορά τους σε όλα τα στάδια της ανέλιξής μου. Να σας πω όμως ότι οι γυναίκες στην Αστυνομία, όταν ξεκίνησε ο θεσμός της πρόσληψης, ήταν βοηθητικό προσωπικό, για συγκεκριμένα καθήκοντα. Δηλαδή, προορίζονταν για γραμματειακή υποστήριξη, ή για σωματική έρευνα στα αεροδρόμια και δεν οπλοφορούσαν. Εγώ ήμουν από τις τυχερές, γιατί η σειρά μου ήταν πραγματικοί αστυνομικοί. Δηλαδή, κάναμε την ίδια εκπαίδευση με τους άνδρες, με μόνη διαφορά ότι δεν οπλοφορούσαμε. Το 1981 ψηφίστηκε και ο νόμος «περί ισότητας των δύο φύλων» και ξεκίνησαν σταδιακά να αλλάζουν τα πράγματα και στην Αστυνομία. Έτσι, όταν βγήκα από τη σχολή Αστυφυλάκων τον Ιούλιο του 1983, όπως και άλλες συναδέλφισσες, ναι μεν μπορεί να πήγαμε Αθήνα, Πειραιά, Πάτρα, Κέρκυρα, όμως οι υπηρεσίες που τοποθετηθήκαμε ήταν και επιχειρησιακές. Εγώ τοποθετήθηκα στο Αλλοδαπών στον Πειραιά και συμμετείχα σε αστυνομικές επιχειρήσεις, νύχτα, όπως έλεγχοι σε καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος. Να σας θυμίσω ότι οι περιοχές στον Πειραιά, όπως η Τρούμπα, ήταν ιδιαίτερες εκείνη την εποχή».
Απ’ όσα μου λέτε καταλαβαίνω ότι θέλατε δράση «Το ζήτημα δεν είναι τι ήθελα εγώ. Μπαίνοντας συνειδητοποιημένα σε έναν ανδροκρατούμενο χώρο, θα πρέπει να ξεκαθαρίσεις στο μυαλό σου πως είτε είσαι άνδρας, είτε είσαι γυναίκα έχεις την ίδια αντιμετώπιση. Εγώ ήμουν από τους ανθρώπους που δεν ήθελα χάρες ούτε καμιά ιδιαίτερη συμπεριφορά. Ήθελα να προσφέρω υπηρεσία».
Ποια ήταν η πιο επικίνδυνη στιγμή στη μέχρι τώρα καριέρα σας;
«Όταν υπηρέτησα ως αστυφύλακας και ως αρχιφύλακας το 1984-85 σε υπηρεσία Ασφαλείας, η μοναδική γυναίκα ανάμεσα σε 35 άνδρες. Υπήρξαν στιγμές που βρέθηκα μόνη σε επικίνδυνους χώρους, νύχτα και μάλιστα άοπλη. Τότε βέβαια δεν υπήρχαν ούτε κινητά τηλέφωνα. Σε δύο ιδιαίτερα περιστατικά ένιωσα πραγματικό κίνδυνο. Όμως να ξέρετε ότι αυτό αντιμετωπίζουν όλοι οι συνάδελφοί μου καθημερινά».
Ποια ήταν η πιο δύσκολη;
«Το 2015, όταν αντιμετωπίσαμε με τους συναδέλφους μου και τις άλλες συναρμόδιες υπηρεσίες την προσφυγική κρίση στα νησιά του νοτίου και βορείου Αιγαίου. Ειδικά τον Αύγουστο του 2015 στην Κω με 10.000 πρόσφυγες και μετανάστες και τον Σεπτέμβρη με 25.000 στη Μυτιλήνη. Ήταν ιδιαίτερα δύσκολες καταστάσεις».
Τι θα λέγατε σε γυναίκες που σκέφτονται και αυτές να ενταχθούν στην Αστυνομία;
«Να το κάνουν εφόσον αγαπούν την χώρα και θέλουν να προσφέρουν στον συνάνθρωπο. Όποια έχει τα τυπικά και ουσιαστικά προσόντα αξίζει να δώσει Πανελλήνιες καθώς οι γυναίκες δεν υπολείπονται πλέον των ανδρών και ο αριθμός όσων κατατάσσονται πλέον στο Σώμα είναι ικανοποιητικός. Άλλωστε η ΕΛ.ΑΣ., σε σχέση με τα υπόλοιπα ένστολα σώματα, είναι πρωτοπόρος, διότι σταδιακά κατήργησε την ποσόστωση, δηλαδή δεν μπαίνουν οι γυναίκες πλέον με ποσοστό 10% έναντι των ανδρών, ενώ τις αφήνει να εξελίσσονται στους ανώτατους βαθμούς της ιεραρχίας και να καταλαμβάνουν πλέον διευθυντικές θέσεις, όπως διοικητές σε τμήματα, διευθυντές διευθύνσεων κ.λπ.».
Αναδημοσίευση συνέντευξης από την εφημερίδα «Βραδυνή της Κυριακής»
_
bloko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ασπίδα για την καρδιά η βιταμίνη D
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ