2018-03-17 00:38:14
Γράφει ο: Παπακασόλας Κωνσταντίνος
Μια ματιά στα οικονομικά και δημογραφικά δεδομένα μας αποκαλύπτει την μεγάλη απόκλιση ανάμεσα στις δυο αυτές «Ελλάδες».
Η ανατολική στερεωτική Ελλάδα φιλοξενεί τις 4 εκ των 6 μεγαλύτερων πόλεων της χώρας (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Βόλος, Λάρισα) και σωρεία άλλων μεσαίων, αθροίζοντας έναν πληθυσμό σχεδόν 6.000.000εκατομμυρίων, ενώ η δυτική Ελλάδα μετά βίας 2 μεγάλες πόλεις (Πάτρα, Ιωάννινα) και ελάχιστες μικρότερες (Αγρίνιο, Καλαμάτα κλπ) που μετά βίας ξεπερνούν τις 500.000 πληθυσμό όλες μαζί.
Ταυτόχρονα η δυτική Ελλάδα στο μεγαλύτερο τμήμα της βρίσκεται για συνεχόμενα έτη στις φτωχότερες περιοχές της Ευρώπης, και άνευ των ΑΕΙ και ΤΕΙ θα κατέρρεε εντελώς, καθώς και ο μέσος όρος ηλικίας του απομείναντος πληθυσμού της είναι υψηλός επιδεινώνοντας τις δημογραφικές της δυνατότητες.
Την απόκλιση αυτή δεν την νιώθουν ιδιαίτερα οι περιοχές της κεντρικής Ελλάδας και της ανατολικής νησιώτικης χώρας, λογω της γεωγραφικής εγγύτητας τους στην ανατολική στερεωτική Ελλάδα (Αθήνα και Θεσσαλονίκη).
Αρκετές μάλιστα από τις περιοχές αυτές λειτουργούν σαν δορυφόροι οικονομικής και τουριστικής «χρήσης» (Κυκλάδες, Κορινθία,Βοιωτία, Φθιώτιδα κλπ) της πρωτεύουσας με συνέπεια βαριά πολεοδομική και περιβαλλοντολογική επιβάρυνση τους - και στη συμπρωτεύουσα οι αντίστοιχες της.
Η αναδίπλωση της δυτικής Ελλάδας έγινε με πολύ αργά βήματα. Ήδη η περιοχή αυτή απέκτησε οδικά δίκτυα σύνδεσης με την πρωτεύουσα και την συμπρωτεύουσα (Ιόνια, Εγνατία) με καθυστέρηση 20-30 ετών, χάνοντας πολλές επενδυτικές ευκαιρίες στις καλές εποχές, τις οποίες απορρόφησαν εγκαίρως οι ρηθέντες δορυφόροι της Ανατολικής χώρας.
Μόλις το 2018 συνδέθηκαν ακτοπλοϊκά μεταξύ τους τα Ιόνια νησιά! Την ίδια καθυστέρηση φυσικά έχει ΜΟΝΟ η δυτική Ελλάδα και με το φυσικό αέριο (το 2023 μονο για 3 πόλεις και βλέπουμε) ενώ ελλείψεις η καθυστερήσεις δεκαετιών έχει σε πολλά προϊόντα και υπηρεσίες.
Το ίδιο διάστημα οι περιοχές της Αττικής (και της Ανατολικής Ελλάδας) βίωσαν μια πληθυσμιακή σώρευση η όποια όμως έχει πιάσει ταβάνι πλέον, καθώς η μικρότητα του χώρου και τόσου πληθυσμού σε συνδυασμό με το κόστος ζωής και το κυκλοφοριακό κατατάσσουν την Αθήνα στις χειρότερες και πιο αγχωτικές ευρωπαϊκές πόλεις για να ζει κάνεις.
Έχουμε λοιπόν από τη μια ανάγκη για πληθυσμιακή αποκλιμάκωση της Αττικής που θα βελτίωνε εντυπωσιακά την ποιότητα ζωής σε αύτη και από την άλλη δημογραφικής και οικονομικής ενισχύσεως της Δυτικής Ελλάδας (η ύστατη λύση).
«Η ασυμμετρία δεν αφορά τόσο ή μόνο τα πληθυσμιακά μεγέθη, αλλά τις πιο ουσιαστικές πτυχές της αστικοποίησης. Πρόκειται ουσιαστικά για την ανισομέρεια ανάμεσα στο κατά βάσιν ένα και μόνο κέντρο, στο οποίο έχουν αναπτυχθεί ουσιαστικοί θύλακες αστικής κουλτούρας, και στις πάμπολλες επαρχιακές πόλεις και χωριά, όπου κινδυνεύει να κατακυριευθεί κανείς από αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί «σύνδρομο του Μιχαήλ Χωνιάτη». Όταν ο λόγιος Μικρασιάτης κληρικός έφτασε στην Αθήνα το φθινόπωρο του 1182 για να αναλάβει καθήκοντα μητροπολίτη, σύντομα διαπίστωσε ότι η Αθήνα της εποχής του ελάχιστη σχέση είχε με το «κλεινόν άστυ» που είχε γνωρίσει μέσα από τις κλασικές του σπουδές. Μεγάλη ήταν η απογοήτευσή του όταν άρχισε να συνειδητοποιεί το χάσμα του με τον ντόπιο, κατά βάσιν αγροτικό πληθυσμό, με τον οποίον μιλούσε διαφορετική γλώσσα, όχι μόνο κυριολεκτικά, καθώς η αρχαΐζουσα ελληνική του Χωνιάτη ήταν σε μεγάλο βαθμό ακατανόητη στο ποίμνιό του, αλλά και μεταφορικά, δηλαδή σε επίπεδο μόρφωσης, πνευματικών οριζόντων και ενδιαφερόντων. Στην εποχή του Χωνιάτη η Αθήνα ήταν ό,τι είναι σήμερα το μεγαλύτερο μέρος της νεοελληνικής επαρχίας: ένας τόπος κοινωνικά αφιλόξενος για όποιον καλώς ή κακώς, δυστυχώς ή ευτυχώς, έτυχε να έχει ενδιαφέροντα και έναν τρόπο ζωής με πιο αστικά χαρακτηριστικά»
(Η εύφορος «ανατολική Ελλάδα» της εποχής εκείνης ήταν η Μικρά Ασία με τα αστικά της κέντρα και ρόλο «Αθήνας» έπαιζε η Κωνσταντινούπολη, ενώ η σημερινή Ελλάδα ήταν στα αζήτητα.)
- Σήμερα η πρωτεύουσα πλησιάζει να πάθει επισης το σύνδρομο του… Λονδίνου, το όποιο χαρακτηρίστηκε ως «μια "γιγαντιαία μηχανή αναρρόφησης που αποστραγγίζει τη ζωή" από το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο καθώς λειτούργει σα μια πόλη που μονοπωλείται από τους σούπερ πλούσιους, τραπεζίτες, ολιγαρχες και διασημότητες” μην αφήνοντας περιθώρια κινητικότητας στις νεότερες γενιές» .
Σε κάθε περίπτωση είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οι πολύ μεγάλες πόλεις διαχρονικά έχουν πρόβλημα αναπλήρωσης του πληθυσμού, καθώς οι δείκτες γεννήσεων είναι σημαντικά μικρότεροι από αυτούς στις αγροτικές και ημιαστικές περιοχές και ως εκ τούτου έχουν χαρακτηριστεί ως «πληθυσμιακοί νεροχυτες». Για μια χώρα όμως με πρόβλημα υπογεννητικότητας όπως η Ελλάδα είναι σημαντικό να κατανοήσουμε οτι δεν μπορεί να παραλείπεται η εκαστοτε υποδομή για την αναγκαία διατήρηση της επαρχίας. Τις δεκαετίες του 60-70 παρότι υπήρχε και πάλι σχετική πληθυσμιακή δυσαναλογία στην Ελλάδα, δεν είχαν όμως εξαντληθεί τα όρια αναπλήρωσης του πληθυσμού : H Αθήνα είχε 2,5 εκατομμύρια πληθυσμό άλλα η επαρχία «κρατούσε» ακόμα, ο μέσος ορος ηλικίας ήταν μικρός κλπ.
- Μια κοντινή αναλόγια βιώνει και ο Καναδάς, του οποίου ο αγροτικός πληθυσμός γηράσκει με πολύ ταχύτερο ρυθμό από αυτούς των αστικών κέντρων, τα οποία τείνουν να προσελκύουν νεότερες οικογένειες, δήλωσε ο Michael Haan, καθηγητής κοινωνιολογίας στο δυτικό πανεπιστήμιο του Λονδίνου Ont.
"Οι δημογράφοι αποκαλούν τις 3 μεγάλες πόλεις του Καναδά «νεροχυτες πληθυσμού». "Φανταστείτε ότι έχετε πολλές βρύσες νερού και όλες τρέχουν στον ίδιο νεροχύτη χωρίς το νερό τους να ανανεώνεται. Το πώς θα αποφύγουν την υπερχείλιση των νεροχυτών έχει γίνει μόνιμο άγχος στους πολεοδόμους.
Οι αξιωματούχοι ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να ζουν σε περιοχές που έχουν ήδη οικοδομηθεί, και όχι να προωθούν τα όρια βεβαρημένων περιοχών με νέες επεκτάσεις».
- Μια ακόμα πλησιέστερη αναλόγια βιώνει τώρα (2018) η Μανίλα, με την κυβέρνηση της να έχει ήδη ξεκινήσει το χτίσιμο μιας νέας πόλης στην όποια θα μετοικήσουν δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι για να «σώσει» την πρωτεύουσα από τον υπερπληθυσμό.
«Χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι θα μετακινηθούν από τη Μανίλα σε μια νέα πόλη που χτίζεται σε μια πρώην στρατιωτική βάση των ΗΠΑ (όπως Γλυφάδα), καθώς η κυβέρνηση του Προέδρου Rodrigo Duterte επιδιώκει να αμβλύνει την κυκλοφοριακή συμφόρηση στην πρωτεύουσα.
Η κυβέρνηση και οι ιδιωτικές εταιρείες επενδύουν περισσότερα από 50 δισεκατομμύρια πέσος (1 δισεκατομμύριο δολάρια) για να δημιουργήσουν ένα διοικητικό κέντρο στο New Clark City. Μέσα σε πέντε χρόνια, η περιοχή αναμένεται να έχει τουλάχιστον οκτώ κεντρικούς κυβερνητικούς πύργους, 8.000 οικιστικές μονάδες και ένα τρένο που θα τη συνδέει με τη Μανίλα, περίπου 100 χιλιόμετρα μακριά.
(σ.σ. Ποια καλύτερη εποχή για να γίνει το αντίστοιχο και στην Ελλάδα, τώρα που οι δημόσιοι υπάλληλοι θα μπορούν να δέχονται και να αποστέλλουν ηλεκτρονικές αιτήσεις και πιστοποιητικά χωρίς να χρειάζεται φυσική παρουσία σε ορισμένο τόπο. Ειρήσθω επιπλέον ότι σχεδόν ο ένας στους δυο κατοίκους της Αττικής είναι συνταξιούχος)
"Το όραμα είναι να οικοδομήσουμε μια νέα ακμάζουσα πόλη, καλά σχεδιασμένη και μελλοντική ισχυρή", δήλωσε ο Vince Dizon, που εποπτεύει την ανάπτυξη 9.450 εκταρίων.
Το σχέδιο αποτελεί μέρος του σχεδίου του Duterte για την αποκέντρωση των κρατικών γραφείων μακριά από τα στενά δρομάκια της Μανίλα. Η πρωτεύουσα, η οποία φιλοξενεί 13 εκατομμύρια κατοίκους και αντιπροσωπεύει περίπου το ένα τρίτο της οικονομίας του έθνους, θα γίνει μια «νεκρή πόλη» μέσα σε 25 χρόνια, δήλωσε ο Duterte σε μια ομιλία τον περασμένο μήνα υποστηρίζοντας την ανάπτυξη της νέας πόλης, το όνομα της οποίας προέρχεται από την πρώην Βάση Πολεμικής Αεροπορίας Clark που έκλεισε το 1991.
Περίπου 1 εκατομμύριο άνθρωποι στην περιοχή της πρωτεύουσας εργάζονται για την κυβέρνηση, εκτροχιάζοντας την κυκλοφοριακή συμφόρηση ενώ βάσει μελετών η οικονομία τους επιβαρύνεται με περίπου 2,5 δισεκατομμύρια πέσος ημερησίως σε χαμένη παραγωγικότητα. Αυτό αναμένεται να φτάσει στα 6 δισεκατομμύρια πέσος ημερησίως μέχρι το 2030».
Εάν «το κριτήριο για τον καθορισμό της «επαρχιακής βιομηχανίας» έως το 1955 ήταν η απόσταση των 50 χλμ. από το κέντρο της Αθήνας (!!)» αντιλαμβανόμαστε τα λάθη που οδήγησαν την Ελλάδα στη σημερινή κατάσταση.
Αντιστρόφως σήμερα, ο μόνος τρόπος να αντιστραφεί η μη υγιής αυτή δημογραφική και οικονομικό-κοινωνική τάση είναι αυστηρό ετήσιο πλαφόν στην εγκατάσταση πάσης φύσεως δημοσίων υπηρεσιών και ιδιωτικών επενδύσεων στην Αττική και δορυφόρους νομούς του σχήματος S) και η προγραμματισμένη διαδοχική εγκατάσταση της πλειοψηφιας τους σε υπάρχουσες μικρές πόλεις της δυτικής καταρχήν Ελλάδας (παραλιακή Ήπειρος, Στέρεα και Πελοπόννησος) με προσεκτική κλιματολογική επιλογή, αραιή δόμηση και μεγάλους δρόμουςστα πρότυπα, αν όχι copy paste, των πιο βιώσιμων περιοχών της Αττικής.
Παπακασόλας Κωνσταντίνος
Δικηγόρος
http://marketnews.gr/
Μια ματιά στα οικονομικά και δημογραφικά δεδομένα μας αποκαλύπτει την μεγάλη απόκλιση ανάμεσα στις δυο αυτές «Ελλάδες».
Η ανατολική στερεωτική Ελλάδα φιλοξενεί τις 4 εκ των 6 μεγαλύτερων πόλεων της χώρας (Αθήνα, Θεσσαλονίκη, Βόλος, Λάρισα) και σωρεία άλλων μεσαίων, αθροίζοντας έναν πληθυσμό σχεδόν 6.000.000εκατομμυρίων, ενώ η δυτική Ελλάδα μετά βίας 2 μεγάλες πόλεις (Πάτρα, Ιωάννινα) και ελάχιστες μικρότερες (Αγρίνιο, Καλαμάτα κλπ) που μετά βίας ξεπερνούν τις 500.000 πληθυσμό όλες μαζί.
Ταυτόχρονα η δυτική Ελλάδα στο μεγαλύτερο τμήμα της βρίσκεται για συνεχόμενα έτη στις φτωχότερες περιοχές της Ευρώπης, και άνευ των ΑΕΙ και ΤΕΙ θα κατέρρεε εντελώς, καθώς και ο μέσος όρος ηλικίας του απομείναντος πληθυσμού της είναι υψηλός επιδεινώνοντας τις δημογραφικές της δυνατότητες.
Την απόκλιση αυτή δεν την νιώθουν ιδιαίτερα οι περιοχές της κεντρικής Ελλάδας και της ανατολικής νησιώτικης χώρας, λογω της γεωγραφικής εγγύτητας τους στην ανατολική στερεωτική Ελλάδα (Αθήνα και Θεσσαλονίκη).
Αρκετές μάλιστα από τις περιοχές αυτές λειτουργούν σαν δορυφόροι οικονομικής και τουριστικής «χρήσης» (Κυκλάδες, Κορινθία,Βοιωτία, Φθιώτιδα κλπ) της πρωτεύουσας με συνέπεια βαριά πολεοδομική και περιβαλλοντολογική επιβάρυνση τους - και στη συμπρωτεύουσα οι αντίστοιχες της.
Η αναδίπλωση της δυτικής Ελλάδας έγινε με πολύ αργά βήματα. Ήδη η περιοχή αυτή απέκτησε οδικά δίκτυα σύνδεσης με την πρωτεύουσα και την συμπρωτεύουσα (Ιόνια, Εγνατία) με καθυστέρηση 20-30 ετών, χάνοντας πολλές επενδυτικές ευκαιρίες στις καλές εποχές, τις οποίες απορρόφησαν εγκαίρως οι ρηθέντες δορυφόροι της Ανατολικής χώρας.
Μόλις το 2018 συνδέθηκαν ακτοπλοϊκά μεταξύ τους τα Ιόνια νησιά! Την ίδια καθυστέρηση φυσικά έχει ΜΟΝΟ η δυτική Ελλάδα και με το φυσικό αέριο (το 2023 μονο για 3 πόλεις και βλέπουμε) ενώ ελλείψεις η καθυστερήσεις δεκαετιών έχει σε πολλά προϊόντα και υπηρεσίες.
Το ίδιο διάστημα οι περιοχές της Αττικής (και της Ανατολικής Ελλάδας) βίωσαν μια πληθυσμιακή σώρευση η όποια όμως έχει πιάσει ταβάνι πλέον, καθώς η μικρότητα του χώρου και τόσου πληθυσμού σε συνδυασμό με το κόστος ζωής και το κυκλοφοριακό κατατάσσουν την Αθήνα στις χειρότερες και πιο αγχωτικές ευρωπαϊκές πόλεις για να ζει κάνεις.
Έχουμε λοιπόν από τη μια ανάγκη για πληθυσμιακή αποκλιμάκωση της Αττικής που θα βελτίωνε εντυπωσιακά την ποιότητα ζωής σε αύτη και από την άλλη δημογραφικής και οικονομικής ενισχύσεως της Δυτικής Ελλάδας (η ύστατη λύση).
«Η ασυμμετρία δεν αφορά τόσο ή μόνο τα πληθυσμιακά μεγέθη, αλλά τις πιο ουσιαστικές πτυχές της αστικοποίησης. Πρόκειται ουσιαστικά για την ανισομέρεια ανάμεσα στο κατά βάσιν ένα και μόνο κέντρο, στο οποίο έχουν αναπτυχθεί ουσιαστικοί θύλακες αστικής κουλτούρας, και στις πάμπολλες επαρχιακές πόλεις και χωριά, όπου κινδυνεύει να κατακυριευθεί κανείς από αυτό που θα μπορούσε να ονομαστεί «σύνδρομο του Μιχαήλ Χωνιάτη». Όταν ο λόγιος Μικρασιάτης κληρικός έφτασε στην Αθήνα το φθινόπωρο του 1182 για να αναλάβει καθήκοντα μητροπολίτη, σύντομα διαπίστωσε ότι η Αθήνα της εποχής του ελάχιστη σχέση είχε με το «κλεινόν άστυ» που είχε γνωρίσει μέσα από τις κλασικές του σπουδές. Μεγάλη ήταν η απογοήτευσή του όταν άρχισε να συνειδητοποιεί το χάσμα του με τον ντόπιο, κατά βάσιν αγροτικό πληθυσμό, με τον οποίον μιλούσε διαφορετική γλώσσα, όχι μόνο κυριολεκτικά, καθώς η αρχαΐζουσα ελληνική του Χωνιάτη ήταν σε μεγάλο βαθμό ακατανόητη στο ποίμνιό του, αλλά και μεταφορικά, δηλαδή σε επίπεδο μόρφωσης, πνευματικών οριζόντων και ενδιαφερόντων. Στην εποχή του Χωνιάτη η Αθήνα ήταν ό,τι είναι σήμερα το μεγαλύτερο μέρος της νεοελληνικής επαρχίας: ένας τόπος κοινωνικά αφιλόξενος για όποιον καλώς ή κακώς, δυστυχώς ή ευτυχώς, έτυχε να έχει ενδιαφέροντα και έναν τρόπο ζωής με πιο αστικά χαρακτηριστικά»
(Η εύφορος «ανατολική Ελλάδα» της εποχής εκείνης ήταν η Μικρά Ασία με τα αστικά της κέντρα και ρόλο «Αθήνας» έπαιζε η Κωνσταντινούπολη, ενώ η σημερινή Ελλάδα ήταν στα αζήτητα.)
- Σήμερα η πρωτεύουσα πλησιάζει να πάθει επισης το σύνδρομο του… Λονδίνου, το όποιο χαρακτηρίστηκε ως «μια "γιγαντιαία μηχανή αναρρόφησης που αποστραγγίζει τη ζωή" από το υπόλοιπο Ηνωμένο Βασίλειο καθώς λειτούργει σα μια πόλη που μονοπωλείται από τους σούπερ πλούσιους, τραπεζίτες, ολιγαρχες και διασημότητες” μην αφήνοντας περιθώρια κινητικότητας στις νεότερες γενιές» .
Σε κάθε περίπτωση είναι σημαντικό να θυμόμαστε ότι οι πολύ μεγάλες πόλεις διαχρονικά έχουν πρόβλημα αναπλήρωσης του πληθυσμού, καθώς οι δείκτες γεννήσεων είναι σημαντικά μικρότεροι από αυτούς στις αγροτικές και ημιαστικές περιοχές και ως εκ τούτου έχουν χαρακτηριστεί ως «πληθυσμιακοί νεροχυτες». Για μια χώρα όμως με πρόβλημα υπογεννητικότητας όπως η Ελλάδα είναι σημαντικό να κατανοήσουμε οτι δεν μπορεί να παραλείπεται η εκαστοτε υποδομή για την αναγκαία διατήρηση της επαρχίας. Τις δεκαετίες του 60-70 παρότι υπήρχε και πάλι σχετική πληθυσμιακή δυσαναλογία στην Ελλάδα, δεν είχαν όμως εξαντληθεί τα όρια αναπλήρωσης του πληθυσμού : H Αθήνα είχε 2,5 εκατομμύρια πληθυσμό άλλα η επαρχία «κρατούσε» ακόμα, ο μέσος ορος ηλικίας ήταν μικρός κλπ.
- Μια κοντινή αναλόγια βιώνει και ο Καναδάς, του οποίου ο αγροτικός πληθυσμός γηράσκει με πολύ ταχύτερο ρυθμό από αυτούς των αστικών κέντρων, τα οποία τείνουν να προσελκύουν νεότερες οικογένειες, δήλωσε ο Michael Haan, καθηγητής κοινωνιολογίας στο δυτικό πανεπιστήμιο του Λονδίνου Ont.
"Οι δημογράφοι αποκαλούν τις 3 μεγάλες πόλεις του Καναδά «νεροχυτες πληθυσμού». "Φανταστείτε ότι έχετε πολλές βρύσες νερού και όλες τρέχουν στον ίδιο νεροχύτη χωρίς το νερό τους να ανανεώνεται. Το πώς θα αποφύγουν την υπερχείλιση των νεροχυτών έχει γίνει μόνιμο άγχος στους πολεοδόμους.
Οι αξιωματούχοι ενθαρρύνουν τους ανθρώπους να ζουν σε περιοχές που έχουν ήδη οικοδομηθεί, και όχι να προωθούν τα όρια βεβαρημένων περιοχών με νέες επεκτάσεις».
- Μια ακόμα πλησιέστερη αναλόγια βιώνει τώρα (2018) η Μανίλα, με την κυβέρνηση της να έχει ήδη ξεκινήσει το χτίσιμο μιας νέας πόλης στην όποια θα μετοικήσουν δεκάδες χιλιάδες εργαζόμενοι για να «σώσει» την πρωτεύουσα από τον υπερπληθυσμό.
«Χιλιάδες δημόσιοι υπάλληλοι θα μετακινηθούν από τη Μανίλα σε μια νέα πόλη που χτίζεται σε μια πρώην στρατιωτική βάση των ΗΠΑ (όπως Γλυφάδα), καθώς η κυβέρνηση του Προέδρου Rodrigo Duterte επιδιώκει να αμβλύνει την κυκλοφοριακή συμφόρηση στην πρωτεύουσα.
Η κυβέρνηση και οι ιδιωτικές εταιρείες επενδύουν περισσότερα από 50 δισεκατομμύρια πέσος (1 δισεκατομμύριο δολάρια) για να δημιουργήσουν ένα διοικητικό κέντρο στο New Clark City. Μέσα σε πέντε χρόνια, η περιοχή αναμένεται να έχει τουλάχιστον οκτώ κεντρικούς κυβερνητικούς πύργους, 8.000 οικιστικές μονάδες και ένα τρένο που θα τη συνδέει με τη Μανίλα, περίπου 100 χιλιόμετρα μακριά.
(σ.σ. Ποια καλύτερη εποχή για να γίνει το αντίστοιχο και στην Ελλάδα, τώρα που οι δημόσιοι υπάλληλοι θα μπορούν να δέχονται και να αποστέλλουν ηλεκτρονικές αιτήσεις και πιστοποιητικά χωρίς να χρειάζεται φυσική παρουσία σε ορισμένο τόπο. Ειρήσθω επιπλέον ότι σχεδόν ο ένας στους δυο κατοίκους της Αττικής είναι συνταξιούχος)
"Το όραμα είναι να οικοδομήσουμε μια νέα ακμάζουσα πόλη, καλά σχεδιασμένη και μελλοντική ισχυρή", δήλωσε ο Vince Dizon, που εποπτεύει την ανάπτυξη 9.450 εκταρίων.
Το σχέδιο αποτελεί μέρος του σχεδίου του Duterte για την αποκέντρωση των κρατικών γραφείων μακριά από τα στενά δρομάκια της Μανίλα. Η πρωτεύουσα, η οποία φιλοξενεί 13 εκατομμύρια κατοίκους και αντιπροσωπεύει περίπου το ένα τρίτο της οικονομίας του έθνους, θα γίνει μια «νεκρή πόλη» μέσα σε 25 χρόνια, δήλωσε ο Duterte σε μια ομιλία τον περασμένο μήνα υποστηρίζοντας την ανάπτυξη της νέας πόλης, το όνομα της οποίας προέρχεται από την πρώην Βάση Πολεμικής Αεροπορίας Clark που έκλεισε το 1991.
Περίπου 1 εκατομμύριο άνθρωποι στην περιοχή της πρωτεύουσας εργάζονται για την κυβέρνηση, εκτροχιάζοντας την κυκλοφοριακή συμφόρηση ενώ βάσει μελετών η οικονομία τους επιβαρύνεται με περίπου 2,5 δισεκατομμύρια πέσος ημερησίως σε χαμένη παραγωγικότητα. Αυτό αναμένεται να φτάσει στα 6 δισεκατομμύρια πέσος ημερησίως μέχρι το 2030».
Εάν «το κριτήριο για τον καθορισμό της «επαρχιακής βιομηχανίας» έως το 1955 ήταν η απόσταση των 50 χλμ. από το κέντρο της Αθήνας (!!)» αντιλαμβανόμαστε τα λάθη που οδήγησαν την Ελλάδα στη σημερινή κατάσταση.
Αντιστρόφως σήμερα, ο μόνος τρόπος να αντιστραφεί η μη υγιής αυτή δημογραφική και οικονομικό-κοινωνική τάση είναι αυστηρό ετήσιο πλαφόν στην εγκατάσταση πάσης φύσεως δημοσίων υπηρεσιών και ιδιωτικών επενδύσεων στην Αττική και δορυφόρους νομούς του σχήματος S) και η προγραμματισμένη διαδοχική εγκατάσταση της πλειοψηφιας τους σε υπάρχουσες μικρές πόλεις της δυτικής καταρχήν Ελλάδας (παραλιακή Ήπειρος, Στέρεα και Πελοπόννησος) με προσεκτική κλιματολογική επιλογή, αραιή δόμηση και μεγάλους δρόμουςστα πρότυπα, αν όχι copy paste, των πιο βιώσιμων περιοχών της Αττικής.
Παπακασόλας Κωνσταντίνος
Δικηγόρος
http://marketnews.gr/
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Σε αυτή την πόλη της Νορβηγίας ο θάνατος είναι παράνομος
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ