2018-03-18 23:04:27
Υπό το βάρος της ατμόσφαιρας που δημιουργεί η σύλληψη και κράτηση των δύο Ελλήνων στρατιωτικών εξελίσσεται η καθημερινότητα στα ελληνοτουρκικά σύνορα. Οι κάτοικοι εκφράζουν μεν τον προβληματισμό τους, αλλά εμφανίζονται ιδιαίτερα ψύχραιμοι και με υψηλό αίσθημα εθνικής συνείδησης, όπως άλλωστε επιτάσσει η ιδιότητα του ακρίτα. Η απρόσμενη σύλληψη των στρατιωτικών και τα εμπορικά «αντίποινα» στην Τουρκία. Η ψυχολογία της τοπικής κοινότητας και το καθεστώς επιφυλακής του Ελληνικού στρατού.
Απρόσμενη η σύλληψη των Στρατιωτικών
Τα όσα έλαβαν χώρα την 1η Μαρτίου, αλλά και τα όσα ακολούθησαν τις επόμενες ημέρες, αναμφίβολα απαρτίζουν μία ασυνήθιστη για την περιοχή του Έβρου, αλληλουχία γεγονότων, η οποία προξενεί εντύπωση στους έχοντες γνώση της κατάστασης των ελληνοτουρκικών. Κατά γενική ομολογία, η περιοχή του Έβρου συνιστά ένα υπόδειγμα καλής γειτνίασης. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, το γεγονός ότι τα σύνορα Ελλάδας και Τουρκίας είναι εδώ και δεκαετίες σαφώς προκαθορισμένα, ενώ ουδέποτε τέθηκαν υπό καθεστώς αμφισβήτησης.
Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται και από τους δημάρχους της περιοχής, οι οποίοι ομοφώνως παραδέχονται ότι οι σχέσεις Ελλήνων - Τούρκων, μέχρι πρότινος, ήταν απολύτως αρμονικές και διέπονταν από συνεργασία και αμοιβαία κατανόηση.
«Οι σχέσεις μας με τους γείτονες είναι πολύ καλές εδώ και χρόνια» σημειώνει στη «Ν» ο δήμαρχος Διδυμοτείχου, Παρασκευάς Πατσουρίδης, εξηγώντας πως «τόσο οι Έλληνες, όσο κυρίως οι Τούρκοι πηγαινοέρχονται καθημερινά». «Συνυπήρχαμε ειρηνικά και αρμονικά και το ίδιο θέλουμε να συνεχίσουμε να κάνουμε» είναι και το μήνυμα του δημάρχου Ορεστιάδας, Βασίλη Μαυρίδη.
Παρεμφερή άποψη εκφράζει στη «Ν» και ο δήμαρχος Σουφλίου, Ευάγγελος Πουλιλιός, ο οποίος επιβεβαιώνει την αρμονική συμβίωση των δύο λαών. «Οι σχέσεις των δύο πλευρών είναι σαν να λέμε πως οι κάτοικοι μοιράζονται ακόμη και τα ψάρια που ψαρεύουν» αναφέρει χαρακτηριστικά, ενώ αποσαφηνίζει ότι «το ζήτημα δεν έχει να κάνει με τους κατοίκους των δύο χωρών, αλλά με κάτι ανώτερο».
«Τέλος» τα ταξίδια στην Τουρκία
Οι Έλληνες Ακρίτες, παρά τη μέχρι πρότινος αρμονική συμβίωση με τους Τούρκους γείτονες, ήταν αδύνατο να μην αντιδράσουν και να μην αναλάβουν πρωτοβουλίες για την επιστροφή των δύο στρατιωτικών. Όπως επισημαίνουν οι ίδιοι, μάλιστα, θεωρούν «υποχρέωση» τη στήριξη προς τις οικογένειες των εμπλεκομένων και την υιοθέτηση δράσεων προς την επιθυμητή κατεύθυνση, δηλαδή την απελευθέρωση και τον επαναπατρισμό των κρατουμένων.
Στο πλαίσιο αυτό, μία από τις πρώτες αυθόρμητες πράξεις -εκτός της συγκέντρωσης της περασμένης Κυριακής (11/3)- ήταν η ελαχιστοποίηση των ημερήσιων ταξιδιών προς την Ανδριανούπολη και τις υπόλοιπες μεθοριακές πόλεις της Τουρκίας. Ο στόχος ήταν απλός, αλλά ουσιώδης: η οικονομική αποδυνάμωση των τουρκικών επιχειρήσεων, η επιβίωση των οποίων εδράζεται -μεταξύ άλλων- και στους Έλληνες επισκέπτες.
«Πρόκειται για ένα μοχλό πίεσης προς τη γειτονική χώρα» εξηγεί αναλυτικά ο κ. Μαυρίδης, διευκρινίζοντας ωστόσο -προς ικανοποίηση της τοπικής κοινωνίας- ότι οι ροές των Τούρκων επισκεπτών προς τον Έβρο συνεχίζονται με ομαλό ρυθμό, δίχως να έχουν επηρεαστεί δυσμενώς. Παρόμοια είναι και η εκτίμηση του δημάρχου Διδυμοτείχου, ο οποίος κάνει λόγο για ένα είδος «τιμωρίας» προς την ηγεσία της γειτονικής χώρας.
Εξάλλου, αξίζει να σημειωθεί ότι η ευρωστία των δύο τοπικών οικονομιών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη διατήρηση των ροών επισκέψεων, ενώ η οικονομική συνεργασία και η συνεχής αλληλεπίδραση συνιστούν αναπόσπαστο τμήμα των ευνοϊκών συνθηκών γειτνίασης των δύο λαών.
Προτεραιότητα η επιστροφή των Στρατιωτικών
Πλέον, με τους Έλληνες Στρατιωτικούς να παραμένουν έγκλειστοι στις φυλακές της Ανδριανούπολης, ο στόχος της Αθήνας πρέπει να είναι σαφής και μονόδρομος: Η επιστροφή των δύο Ελλήνων στην Ελλάδα. Πρόκειται για μία επιβεβλημένη ενέργεια, η οποία οφείλει να θεωρηθεί ως εθνική υπόθεση άμεσης προτεραιότητας.
«Το θέμα των στρατιωτικών, οι οποίοι με απρόκλητο και αδικαιολόγητο τρόπο κρατούνται από μία σύμμαχη χώρα, μας απασχολεί σοβαρά» τονίζουν στη «Ν» πηγές από το Γενικό Επιτελείου Στρατού (ΓΕΣ). «Τα δύο στελέχη, στο πλαίσιο του όρκου προς την πατρίδα και υλοποιώντας την αποστολή τους -προάσπιση των εθνικών και ευρωπαϊκών συνόρων-, κρατούνται αδικαιολόγητα και αυτό αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα σε εθνικό επίπεδο» σπεύδουν να υπογραμμίσουν οι αξιωματούχοι του Ελληνικού Πενταγώνου.
Άλλωστε, η Τουρκία αποτελεί μία σύμμαχο χώρα, με την οποία η Ελλάδα συν-επιχειρεί στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Και αναντίρρητα, η ψύχρανση των διμερών σχέσεων δηλητηριάζει και θέτει σε κίνδυνο τόσο τη συνεργασία σε στρατιωτικό επίπεδο, όσο και την προοπτική των διμερών σχέσεων.
Ο απρόβλεπτος Ερντογάν
Πριν μερικές εβδομάδες, σχεδόν κανένας δεν θα μπορούσε να προβλέψει την τρέχουσα εξέλιξη των γεγονότων. Σύλληψη δύο στρατιωτικών, υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, και σε μία περιοχή, όπου μέχρι πρότινος δέσποζε η αρμονική -σε πολλαπλό επίπεδο- συνεργασία Ελλήνων και Τούρκων. Μάλιστα, ενδεικτικές της επικρατούσας κατάστασης στον Έβρο ήταν τόσο οι συχνές επισκέψεις Ελλήνων στην Τουρκία και Τούρκων στην Ελλάδα, όσο και η απουσία οποιασδήποτε απόπειρας αμφισβήτησης των κοινά αποδεκτών συνόρων που καθορίζονται με σαφήνεια από το 1923 και τη Συνθήκη της Λωζάννης.
Ωστόσο, οι αναίτιες ενέργειες της γειτονικής χώρας κατάφεραν να μεταμορφώσουν άρδην το κλίμα, ενώ μια σειρά εμπρηστικών δηλώσεων τόσο του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όσο και έτερων αξιωματούχων της τουρκικής κυβέρνησης, έρχονται να επιβαρύνουν την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, δυσχεραίνοντας μια εκτόνωση της έντασης.
Ο κυκλοθυμικός, νευρικός και απρόβλεπτος χαρακτήρας του «Σουλτάνου», ο οποίος έχει απεμπολήσει τη νηφαλιότητα και την ψυχραιμία προς τέρψιν μιας πιο επιθετικής και αλαζονικής συμπεριφοράς, προξενεί αναμφίβολα ανησυχία στους Έλληνες πολίτες. Ωστόσο, αυτή την ανησυχία φαίνεται πως δεν τη συμμερίζονται οι κάτοικοι των ακριτικών περιοχών.
«Έχουμε μάθει να ζούμε στα σύνορα, δεν υπάρχει κανένας φόβος» υπογραμμίζει ο δήμαρχος Διδυμοτείχου, Παρασκευάς Πατσουρίδης. «Οι άνθρωποι παρακολουθούν τα γεγονότα και παραμένουν ήσυχοι» συμπληρώνει.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο δήμαρχος Σουφλίου, Ευάγγελος Πουλιλιός, ο οποίος εκτιμά ότι «δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρξει ένα νέο “θερμό” επεισόδιο στην περιοχή». Άλλωστε, ο ίδιος θεωρεί ότι «η Τουρκία, παρά τον απρόβλεπτο χαρακτήρα της, δεν πρόκειται να κλιμακώσει την ένταση».
«Πέρα από τον προβληματισμό που υπάρχει σε κάθε Έλληνα, λαμβάνοντας υπόψη τις κινήσεις της Τουρκίας τους τελευταίους μήνες», τονίζει από την πλευρά του ο δήμαρχος Ορεστιάδας, Βασίλης Μαυρίδης, «δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος ανησυχίας αυτήν τη στιγμή και σίγουρα δεν υπάρχει καθόλου φόβος».
Σε εγρήγορση ο Ελληνικός Στρατός
Συνεχείς ένοπλες ασκήσεις, επαυξημένες περιπόλους, επαγρύπνηση προσωπικού συνθέτουν την καθημερινότητα του στρατεύματος τόσο στα χερσαία σύνορα του Έβρου, όσο και στις νησιωτικές περιοχές του Ανατολικού Αιγαίου.
«Η περιοχή είναι μπετόν» διατυμπανίζει ο δήμαρχος Σουφλίου, καθιστώντας σαφές ότι «η παρουσία του στρατού μας επιτρέπει να είμαστε ήσυχοι». Καθησυχαστικός δηλώνει και ο δήμαρχος Διδυμοτείχου, ο οποίος εκφράζει με κάθε σαφήνεια την εμπιστοσύνη του προς τους Έλληνες στρατιώτες και στρατιωτικούς. Άλλωστε είναι πασιφανές ότι για τους τοπικούς φορείς η συνεργασία κατοίκων – στρατού αποτελεί θεμελιώδη λίθο της διαφύλαξης της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας.
Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι πηγές από το ΓΕΣ διαβεβαιώνουν ότι «οι δυνάμεις του στρατού διακατέχονται από υψηλό ηθικό, αισιοδοξία και αποτελεσματικότητα», η οποία απορρέει από το γεγονός ότι «όλα τα σενάρια προκλήσεων είναι γνωστά», με αποτέλεσμα να «έχει σχεδιαστεί και εφαρμοστεί κατ’επανάληψη η αντιμετώπισή τους».
(naftemporiki.gr)
Απρόσμενη η σύλληψη των Στρατιωτικών
Τα όσα έλαβαν χώρα την 1η Μαρτίου, αλλά και τα όσα ακολούθησαν τις επόμενες ημέρες, αναμφίβολα απαρτίζουν μία ασυνήθιστη για την περιοχή του Έβρου, αλληλουχία γεγονότων, η οποία προξενεί εντύπωση στους έχοντες γνώση της κατάστασης των ελληνοτουρκικών. Κατά γενική ομολογία, η περιοχή του Έβρου συνιστά ένα υπόδειγμα καλής γειτνίασης. Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, το γεγονός ότι τα σύνορα Ελλάδας και Τουρκίας είναι εδώ και δεκαετίες σαφώς προκαθορισμένα, ενώ ουδέποτε τέθηκαν υπό καθεστώς αμφισβήτησης.
Τα παραπάνω επιβεβαιώνονται και από τους δημάρχους της περιοχής, οι οποίοι ομοφώνως παραδέχονται ότι οι σχέσεις Ελλήνων - Τούρκων, μέχρι πρότινος, ήταν απολύτως αρμονικές και διέπονταν από συνεργασία και αμοιβαία κατανόηση.
«Οι σχέσεις μας με τους γείτονες είναι πολύ καλές εδώ και χρόνια» σημειώνει στη «Ν» ο δήμαρχος Διδυμοτείχου, Παρασκευάς Πατσουρίδης, εξηγώντας πως «τόσο οι Έλληνες, όσο κυρίως οι Τούρκοι πηγαινοέρχονται καθημερινά». «Συνυπήρχαμε ειρηνικά και αρμονικά και το ίδιο θέλουμε να συνεχίσουμε να κάνουμε» είναι και το μήνυμα του δημάρχου Ορεστιάδας, Βασίλη Μαυρίδη.
Παρεμφερή άποψη εκφράζει στη «Ν» και ο δήμαρχος Σουφλίου, Ευάγγελος Πουλιλιός, ο οποίος επιβεβαιώνει την αρμονική συμβίωση των δύο λαών. «Οι σχέσεις των δύο πλευρών είναι σαν να λέμε πως οι κάτοικοι μοιράζονται ακόμη και τα ψάρια που ψαρεύουν» αναφέρει χαρακτηριστικά, ενώ αποσαφηνίζει ότι «το ζήτημα δεν έχει να κάνει με τους κατοίκους των δύο χωρών, αλλά με κάτι ανώτερο».
«Τέλος» τα ταξίδια στην Τουρκία
Οι Έλληνες Ακρίτες, παρά τη μέχρι πρότινος αρμονική συμβίωση με τους Τούρκους γείτονες, ήταν αδύνατο να μην αντιδράσουν και να μην αναλάβουν πρωτοβουλίες για την επιστροφή των δύο στρατιωτικών. Όπως επισημαίνουν οι ίδιοι, μάλιστα, θεωρούν «υποχρέωση» τη στήριξη προς τις οικογένειες των εμπλεκομένων και την υιοθέτηση δράσεων προς την επιθυμητή κατεύθυνση, δηλαδή την απελευθέρωση και τον επαναπατρισμό των κρατουμένων.
Στο πλαίσιο αυτό, μία από τις πρώτες αυθόρμητες πράξεις -εκτός της συγκέντρωσης της περασμένης Κυριακής (11/3)- ήταν η ελαχιστοποίηση των ημερήσιων ταξιδιών προς την Ανδριανούπολη και τις υπόλοιπες μεθοριακές πόλεις της Τουρκίας. Ο στόχος ήταν απλός, αλλά ουσιώδης: η οικονομική αποδυνάμωση των τουρκικών επιχειρήσεων, η επιβίωση των οποίων εδράζεται -μεταξύ άλλων- και στους Έλληνες επισκέπτες.
«Πρόκειται για ένα μοχλό πίεσης προς τη γειτονική χώρα» εξηγεί αναλυτικά ο κ. Μαυρίδης, διευκρινίζοντας ωστόσο -προς ικανοποίηση της τοπικής κοινωνίας- ότι οι ροές των Τούρκων επισκεπτών προς τον Έβρο συνεχίζονται με ομαλό ρυθμό, δίχως να έχουν επηρεαστεί δυσμενώς. Παρόμοια είναι και η εκτίμηση του δημάρχου Διδυμοτείχου, ο οποίος κάνει λόγο για ένα είδος «τιμωρίας» προς την ηγεσία της γειτονικής χώρας.
Εξάλλου, αξίζει να σημειωθεί ότι η ευρωστία των δύο τοπικών οικονομιών εξαρτάται σε μεγάλο βαθμό από τη διατήρηση των ροών επισκέψεων, ενώ η οικονομική συνεργασία και η συνεχής αλληλεπίδραση συνιστούν αναπόσπαστο τμήμα των ευνοϊκών συνθηκών γειτνίασης των δύο λαών.
Προτεραιότητα η επιστροφή των Στρατιωτικών
Πλέον, με τους Έλληνες Στρατιωτικούς να παραμένουν έγκλειστοι στις φυλακές της Ανδριανούπολης, ο στόχος της Αθήνας πρέπει να είναι σαφής και μονόδρομος: Η επιστροφή των δύο Ελλήνων στην Ελλάδα. Πρόκειται για μία επιβεβλημένη ενέργεια, η οποία οφείλει να θεωρηθεί ως εθνική υπόθεση άμεσης προτεραιότητας.
«Το θέμα των στρατιωτικών, οι οποίοι με απρόκλητο και αδικαιολόγητο τρόπο κρατούνται από μία σύμμαχη χώρα, μας απασχολεί σοβαρά» τονίζουν στη «Ν» πηγές από το Γενικό Επιτελείου Στρατού (ΓΕΣ). «Τα δύο στελέχη, στο πλαίσιο του όρκου προς την πατρίδα και υλοποιώντας την αποστολή τους -προάσπιση των εθνικών και ευρωπαϊκών συνόρων-, κρατούνται αδικαιολόγητα και αυτό αποτελεί κορυφαία προτεραιότητα σε εθνικό επίπεδο» σπεύδουν να υπογραμμίσουν οι αξιωματούχοι του Ελληνικού Πενταγώνου.
Άλλωστε, η Τουρκία αποτελεί μία σύμμαχο χώρα, με την οποία η Ελλάδα συν-επιχειρεί στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ. Και αναντίρρητα, η ψύχρανση των διμερών σχέσεων δηλητηριάζει και θέτει σε κίνδυνο τόσο τη συνεργασία σε στρατιωτικό επίπεδο, όσο και την προοπτική των διμερών σχέσεων.
Ο απρόβλεπτος Ερντογάν
Πριν μερικές εβδομάδες, σχεδόν κανένας δεν θα μπορούσε να προβλέψει την τρέχουσα εξέλιξη των γεγονότων. Σύλληψη δύο στρατιωτικών, υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, και σε μία περιοχή, όπου μέχρι πρότινος δέσποζε η αρμονική -σε πολλαπλό επίπεδο- συνεργασία Ελλήνων και Τούρκων. Μάλιστα, ενδεικτικές της επικρατούσας κατάστασης στον Έβρο ήταν τόσο οι συχνές επισκέψεις Ελλήνων στην Τουρκία και Τούρκων στην Ελλάδα, όσο και η απουσία οποιασδήποτε απόπειρας αμφισβήτησης των κοινά αποδεκτών συνόρων που καθορίζονται με σαφήνεια από το 1923 και τη Συνθήκη της Λωζάννης.
Ωστόσο, οι αναίτιες ενέργειες της γειτονικής χώρας κατάφεραν να μεταμορφώσουν άρδην το κλίμα, ενώ μια σειρά εμπρηστικών δηλώσεων τόσο του Τούρκου προέδρου, Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, όσο και έτερων αξιωματούχων της τουρκικής κυβέρνησης, έρχονται να επιβαρύνουν την περιρρέουσα ατμόσφαιρα, δυσχεραίνοντας μια εκτόνωση της έντασης.
Ο κυκλοθυμικός, νευρικός και απρόβλεπτος χαρακτήρας του «Σουλτάνου», ο οποίος έχει απεμπολήσει τη νηφαλιότητα και την ψυχραιμία προς τέρψιν μιας πιο επιθετικής και αλαζονικής συμπεριφοράς, προξενεί αναμφίβολα ανησυχία στους Έλληνες πολίτες. Ωστόσο, αυτή την ανησυχία φαίνεται πως δεν τη συμμερίζονται οι κάτοικοι των ακριτικών περιοχών.
«Έχουμε μάθει να ζούμε στα σύνορα, δεν υπάρχει κανένας φόβος» υπογραμμίζει ο δήμαρχος Διδυμοτείχου, Παρασκευάς Πατσουρίδης. «Οι άνθρωποι παρακολουθούν τα γεγονότα και παραμένουν ήσυχοι» συμπληρώνει.
Στο ίδιο μήκος κύματος κινείται και ο δήμαρχος Σουφλίου, Ευάγγελος Πουλιλιός, ο οποίος εκτιμά ότι «δεν υπάρχει περίπτωση να υπάρξει ένα νέο “θερμό” επεισόδιο στην περιοχή». Άλλωστε, ο ίδιος θεωρεί ότι «η Τουρκία, παρά τον απρόβλεπτο χαρακτήρα της, δεν πρόκειται να κλιμακώσει την ένταση».
«Πέρα από τον προβληματισμό που υπάρχει σε κάθε Έλληνα, λαμβάνοντας υπόψη τις κινήσεις της Τουρκίας τους τελευταίους μήνες», τονίζει από την πλευρά του ο δήμαρχος Ορεστιάδας, Βασίλης Μαυρίδης, «δεν υπάρχει ιδιαίτερος λόγος ανησυχίας αυτήν τη στιγμή και σίγουρα δεν υπάρχει καθόλου φόβος».
Σε εγρήγορση ο Ελληνικός Στρατός
Συνεχείς ένοπλες ασκήσεις, επαυξημένες περιπόλους, επαγρύπνηση προσωπικού συνθέτουν την καθημερινότητα του στρατεύματος τόσο στα χερσαία σύνορα του Έβρου, όσο και στις νησιωτικές περιοχές του Ανατολικού Αιγαίου.
«Η περιοχή είναι μπετόν» διατυμπανίζει ο δήμαρχος Σουφλίου, καθιστώντας σαφές ότι «η παρουσία του στρατού μας επιτρέπει να είμαστε ήσυχοι». Καθησυχαστικός δηλώνει και ο δήμαρχος Διδυμοτείχου, ο οποίος εκφράζει με κάθε σαφήνεια την εμπιστοσύνη του προς τους Έλληνες στρατιώτες και στρατιωτικούς. Άλλωστε είναι πασιφανές ότι για τους τοπικούς φορείς η συνεργασία κατοίκων – στρατού αποτελεί θεμελιώδη λίθο της διαφύλαξης της εδαφικής ακεραιότητας της χώρας.
Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι πηγές από το ΓΕΣ διαβεβαιώνουν ότι «οι δυνάμεις του στρατού διακατέχονται από υψηλό ηθικό, αισιοδοξία και αποτελεσματικότητα», η οποία απορρέει από το γεγονός ότι «όλα τα σενάρια προκλήσεων είναι γνωστά», με αποτέλεσμα να «έχει σχεδιαστεί και εφαρμοστεί κατ’επανάληψη η αντιμετώπισή τους».
(naftemporiki.gr)
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Οδηγούσε μεθυσμένη με τα παιδιά της στο αυτοκίνητο
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ