2018-03-24 18:34:39
Συγκλονιστική και συνάμα συγκινητική η ιστορία του νεομάρτυρα Ευγένιου Ροντιόνωφ, ο οποίος επέλεξε να μαρτυρήσει παρά να αφαιρέσει τον Σταυρό απ’ το λαιμό του.
Ήταν 19 χρονών. Φοιτητής του πρώτου ή δεύτερου έτους με τα σημερινά δεδομένα. Κι όμως, έδειξε τέτοια ανδρεία και θάρρος, που η κάθε ψυχή, ιδιαίτερα η νεανική, θαυμάζει και υποκλίνεται.
Στις 23 Μαΐου του έτους 1977, στο χωριό Κουρίλοβο, κοντά στη Μόσχα της Ρωσίας, άνοιξε τα μάτια του για πρώτη φορά ο μικρός Ευγένιος. Ήταν το μοναδικό παιδί της οικογένειας και βαπτίστηκε όταν ήταν μικρός. Η γιαγιά του πήρε τον Ευγένιο όταν ήταν 12 χρονών και τον πήγε στην εκκλησία. Εκεί εξομολογήθηκε και μετάλαβε για πρώτη φορά. Πώς να ένιωσε άραγε; Κατά την εξομολόγηση ο ιερέας πρόσεξε ότι το παιδί δεν φορούσε Σταυρό κι έτσι του φόρεσε έναν, τον οποίον ο Ευγένιος από εκείνη τη στιγμή δε θα έβγαζε ποτέ από πάνω του. Η μητέρα του, που ονομάζεται Λιουμπόβ (στα ρωσικά το όνομα αυτό σημαίνει «Αγάπη»), όταν είδε τον Σταυρό, τον συμβούλευσε να τον βγάλει, γιατί, όπως είπε, θα τον κορόιδευαν οι συμμαθητές του. Ο Ευγένιος δεν απάντησε κι ούτε όμως την υπάκουσε.
Σαν τελείωσε τις σπουδές του, άρχισε να εργάζεται ως επιπλοποιός. Στις 25 Ιουνίου του 1995 παρουσιάστηκε στο στρατό και στις 13 Ιανουαρίου του 1996, μετά τη βασική του εκπαίδευση, τοποθετήθηκε στα συνοριακά φυλάκια Τσετσενίας – Ηγκουερίνας. Ένα μήνα μετά, στις 13 Φεβρουαρίου του 1996, καθώς εκτελούσε στρατιωτική υπηρεσία μαζί με άλλους τρεις στρατιώτες, αιχμαλωτίστηκε από Τσετσένους αντάρτες που δρούσαν στην περιοχή.
Η αιχμαλωσία έγινε ως εξής: η στρατιωτική υπηρεσία έστειλε τέσσερις στρατιώτες –μεταξύ των οποίων και τον Ευγένιο– να κάνουν ελέγχους στα αυτοκίνητα που διέρχονταν από έναν συγκεκριμένο δρόμο. Δυστυχώς, οι αρμόδιοι έστειλαν τους στρατιώτες χωρίς να υπάρχει καμιά προηγούμενη οργάνωση (δεν υπήρχε καν φωτισμός) και καμιά ασφάλεια. Από αυτόν τον δρόμο περνούσαν πολύ συχνά Τσετσένοι μεταφέροντας όπλα, αιχμαλώτους και ναρκωτικά. Τη νύχτα εκείνη πέρασε από εκείνο τον δρόμο ένα ασθενοφόρο. Όταν οι στρατιώτες το σταμάτησαν για έλεγχο, ξαφνικά μέσα από αυτό πετάχτηκαν πάνω από δέκα Τσετσένοι, όλοι τους πολύ καλά οπλισμένοι. Ακολούθησε συμπλοκή και οι Τσετσένοι συνέλαβαν και τους τέσσερις στρατιώτες. Αυτό έγινε στις 3 τη νύχτα. Στις 4 η ώρα ήρθαν άλλοι στρατιώτες για την αλλαγή φρουράς· φυσικά δεν τους βρήκαν και κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί. Μετά από λίγες μέρες η υπηρεσία του Στρατού ενημέρωσε τους γονείς των στρατιωτών για την εξαφάνισή τους.
Η μητέρα του Ευγένιου κατάλαβε ότι δεν πρόκειται για εξαφάνιση, αλλά για αιχμαλωσία, και πήγε με κίνδυνο της ζωής της στην Τσετσενία για να βρει το παιδί της. Έφτασε στην πόλη Χαγκαλά και, μετά από πολλές προσπάθειες, ήρθε σε επαφή με τους αρχηγούς διαφόρων αντάρτικων ομάδων της Τσετσενίας, προσπαθώντας να μάθει για την τύχη του Ευγένιου, διότι γνώριζε ότι οι Τσετσένοι δε σκοτώνουν αμέσως τους αιχμαλώτους, αλλά περιμένουν μήπως πάρουν λίτρα και τους ελευθερώσουν. Οι ίδιοι οι Τσετσένοι τής είπαν ότι ο γιος της ζούσε, αλλά ήταν αιχμάλωτος και σιώπησαν με νόημα, προσπαθώντας έτσι να υπολογίσουν πόσα χρήματα θα μπορούσαν να αποσπάσουν από αυτήν. Εκείνον τον καιρό ένας ζωντανός στρατιώτης αιχμάλωτος στοίχιζε 10.000 δολάρια, ενώ ένας αξιωματικός 50.000. Όταν κατάλαβαν ότι δεν πρόκειται να κερδίσουν αρκετά χρήματα, αποφάσισαν να τον σκοτώσουν. Η μητέρα του πήγε παντού για να τον ψάξει, πέρασε από χωριά, από δρόμους με νάρκες, από μέτωπα συγκρούσεων, γνώρισε πολλούς αξιωματικούς Τσετσένους και, όπως η ίδια λέει, «πέρασα από όλους τους κύκλους του άδη» για να μπορέσει, στο τέλος, να αποκτήσει το λείψανο του Ευγένιου και να το θάψει ευλαβώς.
Από την πρώτη μέρα της αιχμαλωσίας του Ευγένιου, αιχμαλωσία που διήρκησε 100 ημέρες, οι αντάρτες, επειδή είδαν ότι φοράει Σταυρό, προσπάθησαν να τον κάμψουν ψυχικά, ώστε να καταφέρουν –αν ήταν δυνατό– να τον αναγκάσουν να αρνηθεί την πίστη του, να βγάλει από πάνω του τον Σταυρό, να γίνει μουσουλμάνος και να τον κάνουν έπειτα κι αυτόν δήμιο και φονιά των άλλων Ρώσων αιχμαλώτων. Ο Ευγένιος, βέβαια, αρνήθηκε όλες τις προτάσεις και, παρά τους συνεχείς ξυλοδαρμούς, τα πάμπολλα βασανιστήρια και τις υποσχέσεις ότι θα ζήσει αν βγάλει τον Σταυρό του, δεν μπόρεσαν να τον κάμψουν.
Στις 23 Μαΐου του 1996 (10 Μαΐου 1996 με το παλαιό ημερολόγιο), δηλαδή ακριβώς τη μέρα των γενεθλίων του, πήραν τους τέσσερις αιχμαλώτους στρατιώτες, μεταξύ των οποίων και τον Ευγένιο, για να τους σκοτώσουν. Πρώτα σκότωσαν τους τρεις συναιχμαλώτους του. Έπειτα, πρότειναν για τελευταία φορά στον Ευγένιο να βγάλει τον Σταυρό του λέγοντας ότι, «ορκιζόμαστε στον αλλάχ ότι θα ζήσεις». Ο Ευγένιος και πάλι αρνήθηκε και τότε υπέστη το φρικτό του μαρτύριο. Τον έσφαξαν με μαχαίρι κόβοντας εντελώς το κεφάλι του, αλλά δεν τόλμησαν να βγάλουν τον Σταυρό από το λαιμό του. Τον έθαψαν μεν με τον Σταυρό, αλλά χωρίς το κεφάλι.
Τελικά, η μητέρα του βρήκε τον γιο της τον Ευγένιο μετά από εννέα μήνες. Και πάλι ζήτησαν οι Τσετσένοι 4.000 δολάρια για να της δώσουν το λείψανο. Της έδωσαν μάλιστα και βιντεοκασέτα με το φρικτό μαρτύριο του γιου της και της διηγήθηκαν οι ίδιοι όλη την πορεία της αιχμαλωσίας του και τα βασανιστήρια που υπέστη. Αργότερα, οι ίδιοι οι αρχηγοί των ανταρτών είπαν στη μητέρα του: «Εάν ο γιος σου γινόταν σαν ένας από μας, δεν θα τον αδικούσαμε». Η μητέρα του Ευγένιου πούλησε το διαμέρισμά της και ό,τι άλλο μπορούσε –μέχρι και ρούχα– για να μπορέσει, αφενός μεν να δώσει τα λίτρα, αφετέρου δε να ανταπεξέλθει στα έξοδα εκταφής, ειδικού φέρετρου, μεταφοράς κλπ., τα οποία δεν ήταν και λίγα. Τελικά, στις 20 Νοεμβρίου του 1996, μετέφερε το λείψανο στο χωριό τους και το έθαψε στο κοιμητήριο. Μετά από λίγες μέρες ο πατέρας του Ευγένιου πέθανε δίπλα στο μνήμα του γιου του από τη βαθιά και αφόρητη λύπη του.
Αμέσως, σε διάφορες περιοχές της Ρωσίας ο άγιος Μάρτυρας Ευγένιος άρχισε να εμφανίζεται και να κάνει θαύματα. Ένα κοριτσάκι που έμενε σε Ορθόδοξο ορφανοτροφείο διηγήθηκε ότι της εμφανίστηκε κάποτε ένας ψηλός στρατιώτης με κόκκινο μανδύα, ο οποίος της είπε ότι είναι ο Ευγένιος, την έπιασε από το χέρι και την οδήγησε στην Εκκλησία. Το κοριτσάκι λέει: «Παραξενεύτηκα που φορούσε κόκκινο μανδύα, διότι οι στρατιώτες δε φορούν σήμερα τέτοιο μανδύα, και σκέφτηκα ότι αυτός πρέπει να είναι ο μανδύας του Μάρτυρα». Σε πολλές Εκκλησίες έχουν δει έναν στρατιώτη με πύρινο μανδύα, ο οποίος βοηθάει τους αιχμαλώτους στην Τσετσενία να δραπετεύσουν από την αιχμαλωσία τους και να διαφύγουν από κάθε κίνδυνο, όπως νάρκες κλπ. Σε ένα νοσοκομείο τραυματιών πολέμου οι τραυματισμένοι στρατιώτες πιστοποιούν ότι ένας άγιος Μάρτυρας Ευγένιος τούς βοηθάει, ειδικά όταν πονάνε πολύ. Όταν κάποιοι από αυτούς πήγαν στον Ναό του Σωτήρος στη Μόσχα, είδαν την εικόνα του Μάρτυρα και στο πρόσωπό του αναγνώρισαν αυτόν που τους βοήθησε. Αυτόν τον στρατιώτη με τον κόκκινο μανδύα τον γνωρίζουν και οι φυλακισμένοι. Κυρίως βοηθάει τους πολύ καταβεβλημένους και συντετριμμένους ψυχικά λόγω της φυλάκισης και του εγκλεισμού τους.
Αλήθεια, πόσο πολύ αγαπούσε και σεβόταν ο άγιος Ευγένιος εκείνον τον Σταυρό που τον είχε περάσει σε ένα χονδρό σκοινί και δεν τον έβγαζε ποτέ από πάνω του; Τι άραγε να σήμαινε για ’κείνον; Ο νους θολώνει σε κάτι τέτοιες σκέψεις και αδυνατεί να απαντήσει. Τι θα λέγαμε εμείς σήμερα, όταν κάποιοι από ’μας ντρεπόμαστε να κάνουμε το σημείο του Σταυρού, όταν περνάμε έξω από την εκκλησία ή πριν γευματίσουμε, γιατί σκεφτόμαστε: «Τι θα πουν όταν με δουν; Μήπως με κοροϊδέψουν;». Ή μήπως δεν κρύβουμε τον Σταυρό μας για να μη δώσουμε αφορμή σε ανεπιθύμητα σχόλια; Μήπως όμως αυτή θα ήταν μία καλή ευκαιρία για ’μας να δώσουμε κι εμείς τη δική μας ομολογία;
Καθώς διαβάζεις τον βίο του αγίου Ευγενίου, αναρωτιέσαι: Κι εγώ που καυχιόμουν για τόσο τιποτένια πράγματα, για τις τόσες ασήμαντες νίκες μου!… Αν ήμουν στη θέση του νεομάρτυρα Ευγενίου, τι θα απαντούσα; Θα έδειχνα την ίδια πίστη και γενναιότητα;
Ένα τραγούδι που γράφτηκε για τον Άγιο, λέει, μεταξύ άλλων, στα ρωσικά: «Ποιος από ’μας, που ολιγοψυχεί, έχει τη δύναμη να πει, “τον Σταυρό μου θα τον βγάλεις, μόνο αν μου κόψεις το κεφάλι”;». Μακάριος εκείνος που μπορεί να παινευτεί για ένα τέτοιο πράγμα. Στον άγιο Ευγένιο πραγματοποιήθηκε αληθινά ο λόγος του αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστή Ιωάννου του Θεολόγου: «Είστε πια ισχυροί νέοι, (γιατί) έχετε νικήσει τον πονηρό» (Α΄ Ιωάν. 2, 14). Πόσο γενναία και θαρραλέα νίκησε και σύντριψε τον πονηρό! Τι αγνή και καθαρή ψυχή πρέπει να είχε! Τι ευγενικά αισθήματα έκρυβε η ταπεινή του καρδιά! Και δεν είχε καν μεγάλες βλέψεις και προσδοκίες για τον εαυτό του. Θα ακολουθούσε το επάγγελμα του επιπλοποιού, ένα επάγγελμα που μας παραπέμπει άμεσα σε εκείνο του Χριστού! Την ευγενική και ευαίσθητη ψυχή του τη φανερώνει κι ένα ποίημα αφιερωμένο προς τη μητέρα του (την οποία βλέπετε στην παρακάτω φωτογραφία δίπλα στον τάφου του γιου της), λίγο πριν το μαρτύριό του, ένα από τα πολλά που είχε γράψει:
«Χρόνια πολλά,
αγαπημένη μου μανουλίτσα!
Σήμερα γιορτάζεις,
αλλά δυστυχώς
δεν μπορώ να σ’ αγκαλιάσω.
Επειδή, να, η μοίρα
με πήρε τόσο μακριά.
Σου εύχομαι
χρόνια πολλά και υγεία.
Να μείνεις
πάντα νέα και όμορφη.
Όπου κι αν είμαι,
τίποτα δεν μας χωρίζει.
Σύντομα θα έρθω σπίτι.
»Από τα βάθη
της ψυχής μου
θα ήθελα
ό,τι πιο πολύτιμο
και ό,τι επιθυμείς να έχεις.
Και εκατό χρονών να είσαι,
για μένα
ποτέ δε θα γεράσεις…».
Το 1997, με ευλογία του Πατριάρχη Αλεξίου εκδόθηκε ένα βιβλίο με τίτλο «Ο νέος Μάρτυς του Χριστού στρατιώτης Ευγένιος». Ένας ιερέας ονόματι Βαντίμ Σκλιαρένσκο, από το Ντνεποπετρόφκ, έστειλε στο Πατριαρχείο μία αναφορά όπου έγραφε ότι το εξώφυλλο του βιβλίου με τη φωτογραφία του αγίου μυροβλύζει.
Μετά από τρία χρόνια και τρεις μήνες ο αρχηγός και όλη η ομάδα των ανταρτών, οι σφαγείς του Μάρτυρα Ευγένιου, σκοτώθηκαν από τους ίδιους τους Τσετσένους μετά από εμφύλιες αντιπαραθέσεις.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, αλλά περισσότερο τη μέρα του μαρτυρίου του, στις 23 Μαΐου, έρχονται για προσκύνημα στο τάφο του πολλοί πιστοί και αναφέρονται πολλά θαύματα. Η Εκκλησία δεν έχει ακόμα κατατάξει επίσημα στο αγιολόγιο τον νεομάρτυρα Ευγένιο, αλλά αναμένεται πως κάτι τέτοιο δε θα αργήσει πολύ.
Άγιε Ευγένιε, χαίρε διότι κέρδισες τους Ουρανούς! Χαίρε, διότι νίκησες τον πονηρό και συμβασιλεύεις τώρα με τον Χριστό! Παρακάλεσέ Τον και για ’μας, που είμαστε αδύναμοι και δειλοί, να κατορθώσουμε κάτι σαν κι εσένα· να μας δίνει ο Κύριος τη δύναμη και τη Χάρη έστω να αγωνιζόμαστε.
Εμείς μονάχα αυτό. Κι Εκείνος όλα τα υπόλοιπα.
※
[Ορθόδοξο Χριστιανικό Περιοδικό Φοιτητών και Επιστημόνων «Η Δράση μας», Έτος Νστ΄, Τεύχος 549, Μάιος 2017, σελ. 197–199, Άρθρο που υπογράφει η Α.Μ., (Φοιτήτρια ΕΚΠΑ), αναφέροντας σαν διαδικτυακές πηγές:
(1) www.saint.gr
(2) www.ahdoni.blogspot.gr.
(3) www.impantokratoros.gr
Επιμέλεια ανάρτησης, επιλογή θέματος και φωτογραφιών, πληκτρολόγηση κειμένου: π. Δαμιανός.]
Πηγή
paraklisi
Ήταν 19 χρονών. Φοιτητής του πρώτου ή δεύτερου έτους με τα σημερινά δεδομένα. Κι όμως, έδειξε τέτοια ανδρεία και θάρρος, που η κάθε ψυχή, ιδιαίτερα η νεανική, θαυμάζει και υποκλίνεται.
Στις 23 Μαΐου του έτους 1977, στο χωριό Κουρίλοβο, κοντά στη Μόσχα της Ρωσίας, άνοιξε τα μάτια του για πρώτη φορά ο μικρός Ευγένιος. Ήταν το μοναδικό παιδί της οικογένειας και βαπτίστηκε όταν ήταν μικρός. Η γιαγιά του πήρε τον Ευγένιο όταν ήταν 12 χρονών και τον πήγε στην εκκλησία. Εκεί εξομολογήθηκε και μετάλαβε για πρώτη φορά. Πώς να ένιωσε άραγε; Κατά την εξομολόγηση ο ιερέας πρόσεξε ότι το παιδί δεν φορούσε Σταυρό κι έτσι του φόρεσε έναν, τον οποίον ο Ευγένιος από εκείνη τη στιγμή δε θα έβγαζε ποτέ από πάνω του. Η μητέρα του, που ονομάζεται Λιουμπόβ (στα ρωσικά το όνομα αυτό σημαίνει «Αγάπη»), όταν είδε τον Σταυρό, τον συμβούλευσε να τον βγάλει, γιατί, όπως είπε, θα τον κορόιδευαν οι συμμαθητές του. Ο Ευγένιος δεν απάντησε κι ούτε όμως την υπάκουσε.
Σαν τελείωσε τις σπουδές του, άρχισε να εργάζεται ως επιπλοποιός. Στις 25 Ιουνίου του 1995 παρουσιάστηκε στο στρατό και στις 13 Ιανουαρίου του 1996, μετά τη βασική του εκπαίδευση, τοποθετήθηκε στα συνοριακά φυλάκια Τσετσενίας – Ηγκουερίνας. Ένα μήνα μετά, στις 13 Φεβρουαρίου του 1996, καθώς εκτελούσε στρατιωτική υπηρεσία μαζί με άλλους τρεις στρατιώτες, αιχμαλωτίστηκε από Τσετσένους αντάρτες που δρούσαν στην περιοχή.
Η αιχμαλωσία έγινε ως εξής: η στρατιωτική υπηρεσία έστειλε τέσσερις στρατιώτες –μεταξύ των οποίων και τον Ευγένιο– να κάνουν ελέγχους στα αυτοκίνητα που διέρχονταν από έναν συγκεκριμένο δρόμο. Δυστυχώς, οι αρμόδιοι έστειλαν τους στρατιώτες χωρίς να υπάρχει καμιά προηγούμενη οργάνωση (δεν υπήρχε καν φωτισμός) και καμιά ασφάλεια. Από αυτόν τον δρόμο περνούσαν πολύ συχνά Τσετσένοι μεταφέροντας όπλα, αιχμαλώτους και ναρκωτικά. Τη νύχτα εκείνη πέρασε από εκείνο τον δρόμο ένα ασθενοφόρο. Όταν οι στρατιώτες το σταμάτησαν για έλεγχο, ξαφνικά μέσα από αυτό πετάχτηκαν πάνω από δέκα Τσετσένοι, όλοι τους πολύ καλά οπλισμένοι. Ακολούθησε συμπλοκή και οι Τσετσένοι συνέλαβαν και τους τέσσερις στρατιώτες. Αυτό έγινε στις 3 τη νύχτα. Στις 4 η ώρα ήρθαν άλλοι στρατιώτες για την αλλαγή φρουράς· φυσικά δεν τους βρήκαν και κατάλαβαν αμέσως τι είχε συμβεί. Μετά από λίγες μέρες η υπηρεσία του Στρατού ενημέρωσε τους γονείς των στρατιωτών για την εξαφάνισή τους.
Η μητέρα του Ευγένιου κατάλαβε ότι δεν πρόκειται για εξαφάνιση, αλλά για αιχμαλωσία, και πήγε με κίνδυνο της ζωής της στην Τσετσενία για να βρει το παιδί της. Έφτασε στην πόλη Χαγκαλά και, μετά από πολλές προσπάθειες, ήρθε σε επαφή με τους αρχηγούς διαφόρων αντάρτικων ομάδων της Τσετσενίας, προσπαθώντας να μάθει για την τύχη του Ευγένιου, διότι γνώριζε ότι οι Τσετσένοι δε σκοτώνουν αμέσως τους αιχμαλώτους, αλλά περιμένουν μήπως πάρουν λίτρα και τους ελευθερώσουν. Οι ίδιοι οι Τσετσένοι τής είπαν ότι ο γιος της ζούσε, αλλά ήταν αιχμάλωτος και σιώπησαν με νόημα, προσπαθώντας έτσι να υπολογίσουν πόσα χρήματα θα μπορούσαν να αποσπάσουν από αυτήν. Εκείνον τον καιρό ένας ζωντανός στρατιώτης αιχμάλωτος στοίχιζε 10.000 δολάρια, ενώ ένας αξιωματικός 50.000. Όταν κατάλαβαν ότι δεν πρόκειται να κερδίσουν αρκετά χρήματα, αποφάσισαν να τον σκοτώσουν. Η μητέρα του πήγε παντού για να τον ψάξει, πέρασε από χωριά, από δρόμους με νάρκες, από μέτωπα συγκρούσεων, γνώρισε πολλούς αξιωματικούς Τσετσένους και, όπως η ίδια λέει, «πέρασα από όλους τους κύκλους του άδη» για να μπορέσει, στο τέλος, να αποκτήσει το λείψανο του Ευγένιου και να το θάψει ευλαβώς.
Από την πρώτη μέρα της αιχμαλωσίας του Ευγένιου, αιχμαλωσία που διήρκησε 100 ημέρες, οι αντάρτες, επειδή είδαν ότι φοράει Σταυρό, προσπάθησαν να τον κάμψουν ψυχικά, ώστε να καταφέρουν –αν ήταν δυνατό– να τον αναγκάσουν να αρνηθεί την πίστη του, να βγάλει από πάνω του τον Σταυρό, να γίνει μουσουλμάνος και να τον κάνουν έπειτα κι αυτόν δήμιο και φονιά των άλλων Ρώσων αιχμαλώτων. Ο Ευγένιος, βέβαια, αρνήθηκε όλες τις προτάσεις και, παρά τους συνεχείς ξυλοδαρμούς, τα πάμπολλα βασανιστήρια και τις υποσχέσεις ότι θα ζήσει αν βγάλει τον Σταυρό του, δεν μπόρεσαν να τον κάμψουν.
Στις 23 Μαΐου του 1996 (10 Μαΐου 1996 με το παλαιό ημερολόγιο), δηλαδή ακριβώς τη μέρα των γενεθλίων του, πήραν τους τέσσερις αιχμαλώτους στρατιώτες, μεταξύ των οποίων και τον Ευγένιο, για να τους σκοτώσουν. Πρώτα σκότωσαν τους τρεις συναιχμαλώτους του. Έπειτα, πρότειναν για τελευταία φορά στον Ευγένιο να βγάλει τον Σταυρό του λέγοντας ότι, «ορκιζόμαστε στον αλλάχ ότι θα ζήσεις». Ο Ευγένιος και πάλι αρνήθηκε και τότε υπέστη το φρικτό του μαρτύριο. Τον έσφαξαν με μαχαίρι κόβοντας εντελώς το κεφάλι του, αλλά δεν τόλμησαν να βγάλουν τον Σταυρό από το λαιμό του. Τον έθαψαν μεν με τον Σταυρό, αλλά χωρίς το κεφάλι.
Τελικά, η μητέρα του βρήκε τον γιο της τον Ευγένιο μετά από εννέα μήνες. Και πάλι ζήτησαν οι Τσετσένοι 4.000 δολάρια για να της δώσουν το λείψανο. Της έδωσαν μάλιστα και βιντεοκασέτα με το φρικτό μαρτύριο του γιου της και της διηγήθηκαν οι ίδιοι όλη την πορεία της αιχμαλωσίας του και τα βασανιστήρια που υπέστη. Αργότερα, οι ίδιοι οι αρχηγοί των ανταρτών είπαν στη μητέρα του: «Εάν ο γιος σου γινόταν σαν ένας από μας, δεν θα τον αδικούσαμε». Η μητέρα του Ευγένιου πούλησε το διαμέρισμά της και ό,τι άλλο μπορούσε –μέχρι και ρούχα– για να μπορέσει, αφενός μεν να δώσει τα λίτρα, αφετέρου δε να ανταπεξέλθει στα έξοδα εκταφής, ειδικού φέρετρου, μεταφοράς κλπ., τα οποία δεν ήταν και λίγα. Τελικά, στις 20 Νοεμβρίου του 1996, μετέφερε το λείψανο στο χωριό τους και το έθαψε στο κοιμητήριο. Μετά από λίγες μέρες ο πατέρας του Ευγένιου πέθανε δίπλα στο μνήμα του γιου του από τη βαθιά και αφόρητη λύπη του.
Αμέσως, σε διάφορες περιοχές της Ρωσίας ο άγιος Μάρτυρας Ευγένιος άρχισε να εμφανίζεται και να κάνει θαύματα. Ένα κοριτσάκι που έμενε σε Ορθόδοξο ορφανοτροφείο διηγήθηκε ότι της εμφανίστηκε κάποτε ένας ψηλός στρατιώτης με κόκκινο μανδύα, ο οποίος της είπε ότι είναι ο Ευγένιος, την έπιασε από το χέρι και την οδήγησε στην Εκκλησία. Το κοριτσάκι λέει: «Παραξενεύτηκα που φορούσε κόκκινο μανδύα, διότι οι στρατιώτες δε φορούν σήμερα τέτοιο μανδύα, και σκέφτηκα ότι αυτός πρέπει να είναι ο μανδύας του Μάρτυρα». Σε πολλές Εκκλησίες έχουν δει έναν στρατιώτη με πύρινο μανδύα, ο οποίος βοηθάει τους αιχμαλώτους στην Τσετσενία να δραπετεύσουν από την αιχμαλωσία τους και να διαφύγουν από κάθε κίνδυνο, όπως νάρκες κλπ. Σε ένα νοσοκομείο τραυματιών πολέμου οι τραυματισμένοι στρατιώτες πιστοποιούν ότι ένας άγιος Μάρτυρας Ευγένιος τούς βοηθάει, ειδικά όταν πονάνε πολύ. Όταν κάποιοι από αυτούς πήγαν στον Ναό του Σωτήρος στη Μόσχα, είδαν την εικόνα του Μάρτυρα και στο πρόσωπό του αναγνώρισαν αυτόν που τους βοήθησε. Αυτόν τον στρατιώτη με τον κόκκινο μανδύα τον γνωρίζουν και οι φυλακισμένοι. Κυρίως βοηθάει τους πολύ καταβεβλημένους και συντετριμμένους ψυχικά λόγω της φυλάκισης και του εγκλεισμού τους.
Αλήθεια, πόσο πολύ αγαπούσε και σεβόταν ο άγιος Ευγένιος εκείνον τον Σταυρό που τον είχε περάσει σε ένα χονδρό σκοινί και δεν τον έβγαζε ποτέ από πάνω του; Τι άραγε να σήμαινε για ’κείνον; Ο νους θολώνει σε κάτι τέτοιες σκέψεις και αδυνατεί να απαντήσει. Τι θα λέγαμε εμείς σήμερα, όταν κάποιοι από ’μας ντρεπόμαστε να κάνουμε το σημείο του Σταυρού, όταν περνάμε έξω από την εκκλησία ή πριν γευματίσουμε, γιατί σκεφτόμαστε: «Τι θα πουν όταν με δουν; Μήπως με κοροϊδέψουν;». Ή μήπως δεν κρύβουμε τον Σταυρό μας για να μη δώσουμε αφορμή σε ανεπιθύμητα σχόλια; Μήπως όμως αυτή θα ήταν μία καλή ευκαιρία για ’μας να δώσουμε κι εμείς τη δική μας ομολογία;
Καθώς διαβάζεις τον βίο του αγίου Ευγενίου, αναρωτιέσαι: Κι εγώ που καυχιόμουν για τόσο τιποτένια πράγματα, για τις τόσες ασήμαντες νίκες μου!… Αν ήμουν στη θέση του νεομάρτυρα Ευγενίου, τι θα απαντούσα; Θα έδειχνα την ίδια πίστη και γενναιότητα;
Ένα τραγούδι που γράφτηκε για τον Άγιο, λέει, μεταξύ άλλων, στα ρωσικά: «Ποιος από ’μας, που ολιγοψυχεί, έχει τη δύναμη να πει, “τον Σταυρό μου θα τον βγάλεις, μόνο αν μου κόψεις το κεφάλι”;». Μακάριος εκείνος που μπορεί να παινευτεί για ένα τέτοιο πράγμα. Στον άγιο Ευγένιο πραγματοποιήθηκε αληθινά ο λόγος του αγίου Αποστόλου και Ευαγγελιστή Ιωάννου του Θεολόγου: «Είστε πια ισχυροί νέοι, (γιατί) έχετε νικήσει τον πονηρό» (Α΄ Ιωάν. 2, 14). Πόσο γενναία και θαρραλέα νίκησε και σύντριψε τον πονηρό! Τι αγνή και καθαρή ψυχή πρέπει να είχε! Τι ευγενικά αισθήματα έκρυβε η ταπεινή του καρδιά! Και δεν είχε καν μεγάλες βλέψεις και προσδοκίες για τον εαυτό του. Θα ακολουθούσε το επάγγελμα του επιπλοποιού, ένα επάγγελμα που μας παραπέμπει άμεσα σε εκείνο του Χριστού! Την ευγενική και ευαίσθητη ψυχή του τη φανερώνει κι ένα ποίημα αφιερωμένο προς τη μητέρα του (την οποία βλέπετε στην παρακάτω φωτογραφία δίπλα στον τάφου του γιου της), λίγο πριν το μαρτύριό του, ένα από τα πολλά που είχε γράψει:
«Χρόνια πολλά,
αγαπημένη μου μανουλίτσα!
Σήμερα γιορτάζεις,
αλλά δυστυχώς
δεν μπορώ να σ’ αγκαλιάσω.
Επειδή, να, η μοίρα
με πήρε τόσο μακριά.
Σου εύχομαι
χρόνια πολλά και υγεία.
Να μείνεις
πάντα νέα και όμορφη.
Όπου κι αν είμαι,
τίποτα δεν μας χωρίζει.
Σύντομα θα έρθω σπίτι.
»Από τα βάθη
της ψυχής μου
θα ήθελα
ό,τι πιο πολύτιμο
και ό,τι επιθυμείς να έχεις.
Και εκατό χρονών να είσαι,
για μένα
ποτέ δε θα γεράσεις…».
Το 1997, με ευλογία του Πατριάρχη Αλεξίου εκδόθηκε ένα βιβλίο με τίτλο «Ο νέος Μάρτυς του Χριστού στρατιώτης Ευγένιος». Ένας ιερέας ονόματι Βαντίμ Σκλιαρένσκο, από το Ντνεποπετρόφκ, έστειλε στο Πατριαρχείο μία αναφορά όπου έγραφε ότι το εξώφυλλο του βιβλίου με τη φωτογραφία του αγίου μυροβλύζει.
Μετά από τρία χρόνια και τρεις μήνες ο αρχηγός και όλη η ομάδα των ανταρτών, οι σφαγείς του Μάρτυρα Ευγένιου, σκοτώθηκαν από τους ίδιους τους Τσετσένους μετά από εμφύλιες αντιπαραθέσεις.
Καθ’ όλη τη διάρκεια του χρόνου, αλλά περισσότερο τη μέρα του μαρτυρίου του, στις 23 Μαΐου, έρχονται για προσκύνημα στο τάφο του πολλοί πιστοί και αναφέρονται πολλά θαύματα. Η Εκκλησία δεν έχει ακόμα κατατάξει επίσημα στο αγιολόγιο τον νεομάρτυρα Ευγένιο, αλλά αναμένεται πως κάτι τέτοιο δε θα αργήσει πολύ.
Άγιε Ευγένιε, χαίρε διότι κέρδισες τους Ουρανούς! Χαίρε, διότι νίκησες τον πονηρό και συμβασιλεύεις τώρα με τον Χριστό! Παρακάλεσέ Τον και για ’μας, που είμαστε αδύναμοι και δειλοί, να κατορθώσουμε κάτι σαν κι εσένα· να μας δίνει ο Κύριος τη δύναμη και τη Χάρη έστω να αγωνιζόμαστε.
Εμείς μονάχα αυτό. Κι Εκείνος όλα τα υπόλοιπα.
※
[Ορθόδοξο Χριστιανικό Περιοδικό Φοιτητών και Επιστημόνων «Η Δράση μας», Έτος Νστ΄, Τεύχος 549, Μάιος 2017, σελ. 197–199, Άρθρο που υπογράφει η Α.Μ., (Φοιτήτρια ΕΚΠΑ), αναφέροντας σαν διαδικτυακές πηγές:
(1) www.saint.gr
(2) www.ahdoni.blogspot.gr.
(3) www.impantokratoros.gr
Επιμέλεια ανάρτησης, επιλογή θέματος και φωτογραφιών, πληκτρολόγηση κειμένου: π. Δαμιανός.]
Πηγή
paraklisi
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Τὸ ραντεβοῦ τοῦ Ὁσίου Πορφυρίου μὲ τὸν Γέροντα Σωφρόνιο τοῦ Ἔσσεξ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
10 δημοφιλή trends για το 2018
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ