2018-04-03 00:35:36
Με μεγάλη ικανοποίηση η Διακοινοβουλευτική Συνέλευση Ορθοδοξίας (Δ.Σ.Ο.) παρουσιάζει στους πολίτες της Βηρυτού και στο φιλειρηνικό και φιλοπρόοδο Λιβανέζικο λαό, σε συνεργασία με τον κυβερνήτη της Βηρυτού κ. Ziad Chebib, την έκθεση αγιορειτικών χαρακτικών με τίτλο: «Παρθένος Μαρία. Εικόνες από το Περιβόλι Της το Άγιον Όρος».
Η έκθεση θα πραγματοποιηθεί στα πλαίσια της διάσκεψης που διοργανώνουμε με το Κοινοβούλιο του Λιβάνου και σε συνεργασία με την Αραβική Διακοινοβουλευτική Ένωση, στις 3 και 4 Απριλίου, με θέμα «Ενότητα στην ποικιλομορφία και θεμελιώδεις αρχές της ελευθερίας των Χριστιανών και των Μουσουλμάνων της Μέσης Ανατολής: Διάσκεψη για τον κοινοβουλευτικό διάλογο».
Ο Θεοτόκος Μαρία, ένα ιστορικό και ιερό πρόσωπο, όχι μόνο για τους Χριστιανούς αλλά και για όλους τους ανθρώπους καλής πίστης, αντιπροσωπεύει διαχρονικά τη φροντίδα και την αγάπη του καθενός που πάσχει, και κατά συνέπεια τις προσπάθειες όλων για τη λύση των
προβλημάτων του σύγχρονου κόσμου και την έλευση της ειρήνης στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Είναι καθήκον κάθε κοινωνικά υπεύθυνου ανθρώπου της εποχής μας να συμβάλλει, μεμονωμένα ή μέσω κοινών πρωτοβουλιών μεταξύ των πολιτών και των κοινοβουλίων, στην εξεύρεση ειρηνικών λύσεων που θα επιδιώκουν την επιβίωση και την ανάπτυξη των φτωχών και αδύναμων ανθρώπων του κόσμου.
Η Δ.Σ.Ο., παρούσα και δραστήρια στον κοινοβουλευτικό κόσμο επί 25 χρόνια, στέκεται στο πλευρό κάθε ανθρώπου που αισθάνεται αδύναμος ενάντια στις απειλές κατά της προσωπικής και οικογενειακής του ειρήνης και ευτυχίας ή ακόμα και κατά της ίδιας του της ζωής. Η Δ.Σ.Ο. τείνει επίσης χέρι συνεργασίας σε κάθε οργανισμό, θρησκευτικού ή κοινωνικού χαρακτήρα, που εργάζεται για την ειρήνη στον κόσμο.
Ευχόμαστε καλή περιήγηση στην έκθεση.
Αθήνα – Βηρυτός, Απρίλιος 2018
Ο Πρόεδρος
της Γενικής Συνέλευσης της Δ.Σ.Ο.
Σεργκέι Πόποφ
Μέλος του Συμβουλίου Ομοσπονδίας
Της Ομοσπονδιακής Συνέλευσης της Ρωσίας
Ο Γενικός Γραμματέας της Δ.Σ.Ο.
Δρ Ανδρέας Μιχαηλίδης
Μέλος του Ελληνικού Κοινοβουλίου
Αγιορειτική Χαλκογραφία
Τόπος, Μνημεία, Εικόνες
Από το τελευταίο τέταρτο του 18ου μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα δημιουργήθηκαν στα εργαστήρια του Αγίου Όρους εκατοντάδες χαρακτικές μήτρες από τις οποίες εκτυ-πώθηκαν σε χαρτί δεκάδες χιλιάδες χαλκογραφίες, με αγιορειτικά, κυρίως, και άλλα θρησκευτικά θέματα. Ήδη από τις αρχές του 18ου αιώνα, πριν αναπτυχθούν εργαστήρια στο Άγιον Όρος, τα μοναστήρια έδιναν παραγγελίες σε κέντρα χαρακτικής της εποχής, κυρίως στη Βενετία. Οι παραγγελίες εκτός Αγίου Όρους δεν σταμάτησαν, αλλά οπωσδήποτε με τον καιρό περιορίστηκαν, ενώ ταυτόχρονα διευρύνθηκε η γεωγραφική ακτίνα τους. Έτσι, βρίσκουμε θέματα χαλκογραφημένα στη Μόσχα στα μέσα του 18ου αιώνα.
Η δραστηριότητα των αγιορειτικών εργαστηρίων παρουσίασε έξαρση σε όλο τον 19ο αιώνα. Ωστόσο, μόλις τα τελευταία χρόνια η έρευνα ανέσυρε την αγιορειτική χαλκογραφία από τη λήθη. Πρωτοπόρος στη μελέτη και δημοσίευση των έργων στάθηκε η Ντόρη Παπαστράτου με τη μνημειώδη έκδοση «Χάρτινες εικόνες. Ορθόδοξα θρησκευτικά χαρακτικά, 1665-1899». Το έργο της συνέχισε η μονή Σιμωνόπετρας με πρωτεργάτες τον ιερομόναχο Ιουστίνο και τον μακαριστό ερευνητή Γιώργο Γκολομπία, οι οποίοι εντόπισαν, κατέγραψαν και μελέτησαν τις αγιορειτικές χαλκογραφίες σε συλλογές ανά τον κόσμο. Καρπός της πολυετούς έρευνάς τους αποτελεί το υπό έκδοση έργο «Αγιορειτική Χαλκογραφία». Παράλληλα, καταρτίστηκε στη μονή η πληρέστερη συλλογή αγιορειτικών χαλκογραφιών σε διεθνές επίπεδο.
Για την περίοδο από τα τέλη του 18ου μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα η έρευνα εντόπισε στο Άγιον Όρος τουλάχιστον πενήντα χαλκογράφους που φιλοτεχνούσαν χάλκινες πλάκες. Εντοπίστηκαν, επίσης, περισσότερα από είκοσι εργαστήρια, κυρίως στις Καρυές, τα οποία εκτύπωναν χαλκογραφίες από τις πλάκες που κατασκεύαζαν οι αγιορείτες χαλκογράφοι.
Οι χάλκινες χαρακτικές πλάκες, λόγω του βάρους τους, διατηρήθηκαν σε μονές και σκήτες όπου στο παρελθόν είχαν λειτουργήσει εργαστήρια. Αντίθετα, οι εκτυπωμένες χαλκογραφίες ταξίδεψαν εκτός Αγίου Όρους, διότι αυτός ήταν ο προορισμός τους, να φέρουν το Άγιον Όρος κοντά στους πιστούς, σε όλο τον ορθόδοξο κόσμο. Η διάθεση των χαλκογραφιών δημιουργούσε μία πνευματική και ψυχική επαφή μεταξύ του μακρινού Άθω και των απανταχού ευσεβών, αλλά και ενίσχυε οικονομικά τις χειμαζόμενες αθωνικές μονές. Πολλές φορές τα μοναστήρια, για να αντιμετωπίσουν έκτακτες περιστάσεις (πυρκαγιές, θεομηνίες, υπερβολική φορολογία, υψηλά χρέη), βρίσκονταν στην ανάγκη να διενεργούν εράνους, με περιοδείες εξουσιοδοτημένων μοναχών σε τόπους μακρινούς. Εφοδιασμένοι με τις κατάλληλες άδειες και συστατικές επιστολές, οι μοναχοί πραγματοποιούσαν μακρόχρονα ταξίδια, για να συγκεντρώσουν ελεημοσύνες από τους πιστούς. Αυτό καταγράφτηκε στην ιστορία με τον όρο «ζητεία». Οι χαλκογραφίες –ή χάρτινες εικόνες– διευκόλυναν τη ζητεία, διότι δίνονταν ως «ευλογία» του μοναστηριού προς τους ευλαβείς πιστούς.
Οι αγιορειτικές χαλκογραφίες έχουν, με ελάχιστες εξαιρέσεις, θρησκευτικό περιεχόμενο. Απεικονίζουν το Άγιον Όρος, τα μοναστήρια και τις σκήτες του, τον Χριστό, την Παναγία, αρχαγγέλους, αγίους και άλλα θέματα. Το Άγιον Όρος απεικονίζεται δίκορφο, με τους αγίους και τα μοναστήρια τοποθετημένα με αφαιρετικό τρόπο στην εικόνα. Ο απεικονιστικός αυτός τρόπος εντοπίζεται ήδη από τον 18ο αιώνα και χρησιμοποιήθηκε επανειλημμένα. Σε αρκετές χάρτινες εικόνες το κεντρικό θέμα είναι ένα μοναστήρι με τους αγίους του. Το μοναστήρι δεν παρουσιάζεται ως αυτόνομο θέμα, δηλαδή ως σύνολο κτηρίων με τον περιβάλλοντα χώρο. Ο χαράκτης δεν ενδιαφερόταν να αποδώσει αρχιτεκτονικές και γεωγραφικές λεπτομέρειες, ούτε να δείξει την ομορφιά του τοπίου. Στο έργο του ήταν μάλλον αδιάφορος για την κοσμική ακρίβεια· αυτό που έκανε πλησίαζε περισσότερο προς την προσευχή. Η αγιορειτική χαρακτική έχει την απλότητα, τον αυθορμητισμό και το λαϊκότροπο ύφος των μεταβυζαντινών εικόνων. Το κάθε μοναστήρι παρουσιάζεται ως ένα λαϊκό θρησκευτικό μήνυμα: με τους αγίους που το προστατεύουν, τους κτήτορες, τους χορηγούς και, βέβαια, τα άγια λείψανα, μαζί με διακριτικά στοιχεία της κτηριακής του εμφάνισης.
Ο προστάτης άγιος της μονής κατείχε κεντρική θέση σε κάθε χαλκογραφία, η οποία λειτουργούσε εν μέρει και ως εικόνα του. Το μήνυμα, λοιπόν, που εξέπεμπε κάθε χαλκογραφία μοναστηριού ήταν εξαιρετικά πυκνό, έτσι ώστε –ανεξαρτήτως της καλλιτεχνικής αξίας της– να αποτελεί την απάντηση στις πνευματικές αναζητήσεις των ευσεβών, οι περισσότεροι των οποίων δεν θα μπορούσαν ποτέ να κάνουν το μακρινό και δαπανηρό ταξίδι προς τον Άθω.
Η έντονη παρουσία του πνευματικού, μη υλικού, κόσμου ήταν η μεγάλη διαφορά της αγιορειτικής από την κοσμική χαλκογραφία της εποχής. Ο ρόλος τής αγιορειτικής χαλκογραφίας ήταν να εντάξει το μοναστήρι στην καθημερινή ζωή χιλιάδων απλών ανθρώπων, όσο μακριά και αν αυτοί κατοικούσαν. Οι δίγλωσσες –ή και τρίγλωσσες μερικές φορές– επεξηγηματικές επιγραφές στο περιθώριο της εικόνας επιβεβαιώνουν ότι αυτός ήταν ο προορισμός και μαρτυρούν τη γεωγραφική ευρύτητα της κυκλοφορίας των χαλκογραφιών.
Αυτός ο χαρακτήρας των χάρτινων εικόνων θεμελιώνει το χαρακτηρισμό «εικόνες των φτωχών» που τους αποδόθηκε. Η ζωγραφισμένη σε ξύλο εικόνα είχε υψηλό κόστος και ήταν απρόσιτη για τη πλειονότητα του πληθυσμού, σε εποχές και περιοχές με πολύ χαμηλό βιοτικό επίπεδο. Αντίθετα, η χάρτινη εικόνα (επειδή αναπαραγόταν σε μεγάλο αριθμό από μία χάλκινη πλάκα) ήταν οικονομικά προσιτή. Ταυτόχρονα, συνέδεε άμεσα το μοναστήρι με τον πιστό, διότι μετέφερε την ευλογία του πρώτου προς τον δεύτερο. Έτσι, το Άγιον Όρος απέκτησε παρουσία στα προσκυνητάρια της ορθόδοξης νότιας και ανατολικής Ευρώπης.
Η μεγαλύτερη ενότητα των χαρακτικών είναι οι χάρτινες θρησκευτικές εικόνες του Ιησού, της Θεοτόκου, των αρχαγγέλων και των αγίων. Οι άγιοι απεικονίζονται είτε μεμονωμένοι είτε μαζί με άλλους (όπως οι άγιοι Δημήτριος και Γεώργιος που εικονίζονται μαζί, θέμα δημοφιλές και επαναλαμβανόμενο). Αξίζει να σημειωθεί ότι στους αγίους περιλαμβάνονται και νεομάρτυρες, που είχαν σχετικά πρόσφατα μαρτυρήσει υπέρ πίστεως, όπως οι άγιοι Κωνσταντίνος ο Υδραίος και Γεώργιος των Ιωαννίνων· η απόδοση τιμής στη μνήμη τους είχε ήδη εξαπλωθεί στο βαλκανικό χώρο.
Η χάλκινη πλάκα ήταν πολύτιμο και ακριβό υλικό και μπορούσε να χρησιμοποιηθεί κατ’ επανάληψη. Ήταν δυνατόν να τροποποιηθεί, να διορθωθεί ή και να ανακαινιστεί. Βρίσκουμε, έτσι, στις χάρτινες εικόνες θέματα με μικρές παραλλαγές μεταξύ τους. Η χαλκογραφική πλάκα με την Παναγία Πορταΐτισσα και τη μονή Ιβήρων φιλοτεχνήθηκε στη Μόσχα το 1838 και ανακαινίστηκε σε αγιορειτικό εργαστήριο μερικά χρόνια αργότερα. Επίσης, οι αγιορείτες χαλκογράφοι δέχονταν παραγγελίες και εκτός Αγίου Όρους, ή δημιουργούσαν θέματα ευρύτερου ορθόδοξου ενδιαφέροντος που θα προσέλκυαν τους προσκυνητές.
Η Ηγουμένη του Άθω
Από τον 5ο αιώνα, με τη σταδιακή καθιέρωση των θεομητορικών εορτών και την ίδρυση ναών αφιερωμένων στην Παναγία, παγιώθηκε πρώτα στην Ανατολή η απόδοση τιμής στο πρόσωπό της. Η θέση της στον χριστιανικό κόσμο προσδιορίστηκε επακριβώς με τη φράση του Ιωάννη Δαμασκηνού (676-749) «μητέρα Θεού τιμώμεν και σέβομεν». Από τις εορτές της Θεοτόκου άλλες σχετίζονται με τη ζωή του Χριστού (Υπαπαντή, Ευαγγελισμός, Σύναξη της Θεοτόκου), άλλες συνδέονται με γεγονότα από τον κατά την παράδοση βίο της (Γενέσιο, Εισόδια, Κοίμηση), και άλλες συνδέονται με θαυμαστά γεγονότα τα οποία η Θεοτόκος επιτέλεσε (εορτές: Ζωοδόχου Πηγής, Τιμίας Εσθήτος και Αγίας Ζώνης).
Σύμφωνα με πολύ παλαιά χριστιανική παράδοση, μετά το τέλος της επίγειας ζωής της η μητέρα του Χριστού τάφηκε κοντά στη Γεσθημανή, αλλά «μετ’ ολίγον το σώμα γέγονεν άφαντον», διότι μετέστη από τον Θεό «είς τινας υπερφώτους και αφθάρτους χώρους των επουρανίων δομών».
Αρχαία παράδοση που καταγράφεται σε αγιορειτικούς κώδικες περιγράφει τη σχέση της Παναγίας με το Άγιον Όρος. Διηγείται ότι –πλέοντας προς την Κύπρο- η Παναγία βρέθηκε εξ αιτίας θαλασσοταραχής στην χερσόνησο του Άθω. Θαυμάζοντας το κάλλος του τόπου, ζήτησε από τον Υιό της τον τόπο αυτόν ως «κλήρο της» για να τον καταστήσει τόπο μετανοίας για όσους ήθελαν να αναχωρήσουν «από τις κοσμικές συγχύσεις», γνωρίζοντας ότι σύντομα ο τόπος αυτός «πλησθήσεται του τάγματος των μοναχών απ’ άκρων έως άκρων αυτού».
Έτσι, στην αγιορειτική παράδοση και πρακτική το Άγιον Όρος κατέστη ο «νοητός της Θεοτόκου και ωραίος παράδεισος», επί το απλούστερο το «Περιβόλι της Παναγίας»· η Θεοτόκος έγινε η «ηγουμένη» του Άθω και οι μοναχοί έγιναν οι εργάτες του έργου της μετανοίας, που την υμνούν και την τιμούν ως πρότυπο αγνότητας και ηθικής τελειότητας και επιπλέον ζητούν τη μεσιτεία της ως Μητέρα Θεού. Επιπλέον η παράκληση της Θεοτόκου στον Υιό της: «δόξασον τον τόπον τούτον υπέρ παντός τόπου», εκπληρώθηκε στην ιστορική πορεία του Αγίου Όρους καθώς αυτό απέκτησε και διατήρησε τον οικουμενικό χαρακτήρα του.
Η σχετική προς την Παρθένο χριστιανική εικονογραφική παράδοση είναι βέβαια τεράστια σε έκταση. Ειδικά οι αγιορείτες μοναχοί την εξέφρασαν με πληθώρα εικονογραφικών τύπων, μερικοί από τους οποίους πήραν το οριστικό σχήμα τους ήδη από τη βυζαντινή περίοδο, ενώ άλλοι δέχθηκαν νεότερες επιδράσεις. Οι ονομασίες ποικίλλουν ανάλογα με τη στάση της Παναγίας στην εικόνα, με τις εορτές της, με τα αποδιδόμενα σε αυτήν θαύματα ή και με τον τόπο με τον οποίο συνδέεται η εικόνα.
Ιδιαίτερα στα αγιορειτικά χαρακτικά απεικονίζονται σκηνές από το βίο της Θεοτόκου, συνδεόμενες με την παράδοση των μονών του Άθω. Στα εκατοντάδες χαρακτικά του Αγίου Όρους ορισμένοι εικονογραφικοί τύποι της Παναγίας είναι κυρίαρχοι: Η Βασίλισσα των Αγγέλων (βρεφοκρατούσα, περιστοιχιζόμενη από αγγέλους)· η Πλατυτέρα των Ουρανών (καθισμένη στο θρόνο, έχοντας στην αγκαλιά της τον Χριστό, με νέφος ως υποπόδιο, είτε σε όρθια στάση με τα χέρια απλωμένα και ανυψωμένα)· η Γαλακτοτροφούσα (τρέφει το Βρέφος με το γάλα της)· η Γλυκοφιλούσα (αγγίζει με το μάγουλό της το μάγουλο του Βρέφους)· η Οδηγήτρια (σε προτομή, ελαφρά στραμμένη δεξιά ως προς το θεατή, κρατά με το αριστερό χέρι τον Ιησού, ο οποίος ευλογεί με το δεξί χέρι)· το Ρόδον το Αμάραντον (καθισμένη με βασιλική περιβολή, κρατώντας στο αριστερό της χέρι τον Ιησού και στο δεξί ένα ρόδο)· το Άξιον Εστί (η Θεοτόκος γέρνει ελαφρά το κεφάλι προς το μέρος του Χριστού και τον υποβαστάζει με το αριστερό χέρι, ενώ με το άλλο πιάνει το δεξί του χέρι που κρατά ειλητάριο) κ.λπ.
Η τιμή και η προσκύνηση των ιερών εικόνων αποτελεί ουσιώδες δόγμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία δέχεται: «εικονικάς ανατυπώσεις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και της Αχράντου Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, των τε τιμίων αγγέλων και πάντων των αγίων προσκυνείν και ασπάζεσθαι».
Σε κάθε βήμα και σε κάθε μοναστήρι του Αγίου Όρους υπάρχει κάποια θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου που μαρτυρεί τη ζωντανή παράδοση για την ορατή παρουσία της. Ενδεικτικά: στο Πρωτάτο βρίσκονται οι εικόνες η Παναγία το Άξιον Εστί και ο Χορός των Αγίων του Άθω· στη Μεγίστη Λαύρα το θαύμα της Παναγίας με τον άγιο Αθανάσιο και η Παναγία της σκήτης του Τιμίου Προδρόμου· στη μονή Βατοπαιδίου ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, η Παναγία η Εσφαγμένη (η ονομασία διασώζει παράδοση βλάβης της εικόνας από μοναχό), και η Παναγία η Βηματάρισσα (εφέστιος εικόνα της μονής, τοποθετημένη στο σύνθρονο του ιερού βήματος του καθολικού της)· στη μονή Ιβήρων η Παναγία Πορταΐτισσα (σε παρεκκλήσι κοντά στην πύλη)· στη μονή Χιλανδαρίου η Παναγία η Τριχερούσα (τύπου Οδηγήτριας, με συναπεικόνιση του κομμένου, λόγω της εικονοφιλίας του, χεριού του Ιωάννη Δαμασκηνού που αποκαταστάθηκε με θαύμα της Παναγίας) και η Παναγία Γαλακτοτροφούσα του Τυπικαριού στις Καρυές· στη μονή Παντοκράτορος η Παναγία η Γερόντισσα (από την παρέμβασή της υπέρ γέροντα ηγουμένου)· στη μονή Φιλοθέου η Παναγία η Γλυκοφιλούσα· στη μονή Διονυσίου η Παναγία των Χαιρετισμών, η αρχαιότερη ίσως του Αγίου Όρους.
Είναι αδύνατο να φανταστούμε τον κόσμο της καθ’ ημάς Ανατολής χωρίς τη μακραίωνη απόδοση τιμής στη Θεοτόκο Μαρία. Η παράδοσή της –ως λόγος αναπαραγόμενος- δεν είναι δυνατόν να διαχωριστεί από την πλούσια εικονογραφία, από τα εκατοντάδες έργα με αναφορά στην Παναγία. Καθώς το Άγιον Όρος έχει πίσω του πάνω από ένδεκα αιώνες συνεχούς μοναστικής ζωής, συσσώρευσε αναλλοίωτες παραδόσεις που αντανακλώνται σε φορητές εικόνες και χαρακτικά της Θεοτόκου· συσσώρευσε και «εικονικάς ανατυπώσεις» που αναβιώνουν αδιάκοπα τις μακραίωνες παραδόσεις. Καμιά φορά ο λαϊκός μελετητής νοιώθει αμηχανία μπροστά σε αυτήν την αλληλεπίδραση, που δεν είναι ίδιο του κοσμικού περιβάλλοντος· αισθάνεται ότι ίσως οι μοναχοί ζουν στο Άγιον Όρος για να δίνουν υπόσταση στις παραδόσεις, ότι ίσως γίνονται οι ζωντανοί φορείς της παλιάς συνέχειας. Άλλωστε, αν ο ανθρώπινος νους δεχτεί το θαύμα της γέννησης του Ιησού από την Παρθένο Μαρία, απογυμνώνεται από αντιφάσεις και μάταια ερωτήματα· τότε, η συνέχεια αποκτά και πάλι το νόημά της. Η παράδοση παύει να έρχεται από το παρελθόν· αναβλύζει μέσα μας, γίνεται η καθημερινή υπόστασή μας.
agioritikesmnimes
Η έκθεση θα πραγματοποιηθεί στα πλαίσια της διάσκεψης που διοργανώνουμε με το Κοινοβούλιο του Λιβάνου και σε συνεργασία με την Αραβική Διακοινοβουλευτική Ένωση, στις 3 και 4 Απριλίου, με θέμα «Ενότητα στην ποικιλομορφία και θεμελιώδεις αρχές της ελευθερίας των Χριστιανών και των Μουσουλμάνων της Μέσης Ανατολής: Διάσκεψη για τον κοινοβουλευτικό διάλογο».
Ο Θεοτόκος Μαρία, ένα ιστορικό και ιερό πρόσωπο, όχι μόνο για τους Χριστιανούς αλλά και για όλους τους ανθρώπους καλής πίστης, αντιπροσωπεύει διαχρονικά τη φροντίδα και την αγάπη του καθενός που πάσχει, και κατά συνέπεια τις προσπάθειες όλων για τη λύση των
προβλημάτων του σύγχρονου κόσμου και την έλευση της ειρήνης στην ευρύτερη περιοχή της Μέσης Ανατολής.
Είναι καθήκον κάθε κοινωνικά υπεύθυνου ανθρώπου της εποχής μας να συμβάλλει, μεμονωμένα ή μέσω κοινών πρωτοβουλιών μεταξύ των πολιτών και των κοινοβουλίων, στην εξεύρεση ειρηνικών λύσεων που θα επιδιώκουν την επιβίωση και την ανάπτυξη των φτωχών και αδύναμων ανθρώπων του κόσμου.
Η Δ.Σ.Ο., παρούσα και δραστήρια στον κοινοβουλευτικό κόσμο επί 25 χρόνια, στέκεται στο πλευρό κάθε ανθρώπου που αισθάνεται αδύναμος ενάντια στις απειλές κατά της προσωπικής και οικογενειακής του ειρήνης και ευτυχίας ή ακόμα και κατά της ίδιας του της ζωής. Η Δ.Σ.Ο. τείνει επίσης χέρι συνεργασίας σε κάθε οργανισμό, θρησκευτικού ή κοινωνικού χαρακτήρα, που εργάζεται για την ειρήνη στον κόσμο.
Ευχόμαστε καλή περιήγηση στην έκθεση.
Αθήνα – Βηρυτός, Απρίλιος 2018
Ο Πρόεδρος
της Γενικής Συνέλευσης της Δ.Σ.Ο.
Σεργκέι Πόποφ
Μέλος του Συμβουλίου Ομοσπονδίας
Της Ομοσπονδιακής Συνέλευσης της Ρωσίας
Ο Γενικός Γραμματέας της Δ.Σ.Ο.
Δρ Ανδρέας Μιχαηλίδης
Μέλος του Ελληνικού Κοινοβουλίου
Αγιορειτική Χαλκογραφία
Τόπος, Μνημεία, Εικόνες
Από το τελευταίο τέταρτο του 18ου μέχρι το τέλος του 19ου αιώνα δημιουργήθηκαν στα εργαστήρια του Αγίου Όρους εκατοντάδες χαρακτικές μήτρες από τις οποίες εκτυ-πώθηκαν σε χαρτί δεκάδες χιλιάδες χαλκογραφίες, με αγιορειτικά, κυρίως, και άλλα θρησκευτικά θέματα. Ήδη από τις αρχές του 18ου αιώνα, πριν αναπτυχθούν εργαστήρια στο Άγιον Όρος, τα μοναστήρια έδιναν παραγγελίες σε κέντρα χαρακτικής της εποχής, κυρίως στη Βενετία. Οι παραγγελίες εκτός Αγίου Όρους δεν σταμάτησαν, αλλά οπωσδήποτε με τον καιρό περιορίστηκαν, ενώ ταυτόχρονα διευρύνθηκε η γεωγραφική ακτίνα τους. Έτσι, βρίσκουμε θέματα χαλκογραφημένα στη Μόσχα στα μέσα του 18ου αιώνα.
Η δραστηριότητα των αγιορειτικών εργαστηρίων παρουσίασε έξαρση σε όλο τον 19ο αιώνα. Ωστόσο, μόλις τα τελευταία χρόνια η έρευνα ανέσυρε την αγιορειτική χαλκογραφία από τη λήθη. Πρωτοπόρος στη μελέτη και δημοσίευση των έργων στάθηκε η Ντόρη Παπαστράτου με τη μνημειώδη έκδοση «Χάρτινες εικόνες. Ορθόδοξα θρησκευτικά χαρακτικά, 1665-1899». Το έργο της συνέχισε η μονή Σιμωνόπετρας με πρωτεργάτες τον ιερομόναχο Ιουστίνο και τον μακαριστό ερευνητή Γιώργο Γκολομπία, οι οποίοι εντόπισαν, κατέγραψαν και μελέτησαν τις αγιορειτικές χαλκογραφίες σε συλλογές ανά τον κόσμο. Καρπός της πολυετούς έρευνάς τους αποτελεί το υπό έκδοση έργο «Αγιορειτική Χαλκογραφία». Παράλληλα, καταρτίστηκε στη μονή η πληρέστερη συλλογή αγιορειτικών χαλκογραφιών σε διεθνές επίπεδο.
Για την περίοδο από τα τέλη του 18ου μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα η έρευνα εντόπισε στο Άγιον Όρος τουλάχιστον πενήντα χαλκογράφους που φιλοτεχνούσαν χάλκινες πλάκες. Εντοπίστηκαν, επίσης, περισσότερα από είκοσι εργαστήρια, κυρίως στις Καρυές, τα οποία εκτύπωναν χαλκογραφίες από τις πλάκες που κατασκεύαζαν οι αγιορείτες χαλκογράφοι.
Οι χάλκινες χαρακτικές πλάκες, λόγω του βάρους τους, διατηρήθηκαν σε μονές και σκήτες όπου στο παρελθόν είχαν λειτουργήσει εργαστήρια. Αντίθετα, οι εκτυπωμένες χαλκογραφίες ταξίδεψαν εκτός Αγίου Όρους, διότι αυτός ήταν ο προορισμός τους, να φέρουν το Άγιον Όρος κοντά στους πιστούς, σε όλο τον ορθόδοξο κόσμο. Η διάθεση των χαλκογραφιών δημιουργούσε μία πνευματική και ψυχική επαφή μεταξύ του μακρινού Άθω και των απανταχού ευσεβών, αλλά και ενίσχυε οικονομικά τις χειμαζόμενες αθωνικές μονές. Πολλές φορές τα μοναστήρια, για να αντιμετωπίσουν έκτακτες περιστάσεις (πυρκαγιές, θεομηνίες, υπερβολική φορολογία, υψηλά χρέη), βρίσκονταν στην ανάγκη να διενεργούν εράνους, με περιοδείες εξουσιοδοτημένων μοναχών σε τόπους μακρινούς. Εφοδιασμένοι με τις κατάλληλες άδειες και συστατικές επιστολές, οι μοναχοί πραγματοποιούσαν μακρόχρονα ταξίδια, για να συγκεντρώσουν ελεημοσύνες από τους πιστούς. Αυτό καταγράφτηκε στην ιστορία με τον όρο «ζητεία». Οι χαλκογραφίες –ή χάρτινες εικόνες– διευκόλυναν τη ζητεία, διότι δίνονταν ως «ευλογία» του μοναστηριού προς τους ευλαβείς πιστούς.
Οι αγιορειτικές χαλκογραφίες έχουν, με ελάχιστες εξαιρέσεις, θρησκευτικό περιεχόμενο. Απεικονίζουν το Άγιον Όρος, τα μοναστήρια και τις σκήτες του, τον Χριστό, την Παναγία, αρχαγγέλους, αγίους και άλλα θέματα. Το Άγιον Όρος απεικονίζεται δίκορφο, με τους αγίους και τα μοναστήρια τοποθετημένα με αφαιρετικό τρόπο στην εικόνα. Ο απεικονιστικός αυτός τρόπος εντοπίζεται ήδη από τον 18ο αιώνα και χρησιμοποιήθηκε επανειλημμένα. Σε αρκετές χάρτινες εικόνες το κεντρικό θέμα είναι ένα μοναστήρι με τους αγίους του. Το μοναστήρι δεν παρουσιάζεται ως αυτόνομο θέμα, δηλαδή ως σύνολο κτηρίων με τον περιβάλλοντα χώρο. Ο χαράκτης δεν ενδιαφερόταν να αποδώσει αρχιτεκτονικές και γεωγραφικές λεπτομέρειες, ούτε να δείξει την ομορφιά του τοπίου. Στο έργο του ήταν μάλλον αδιάφορος για την κοσμική ακρίβεια· αυτό που έκανε πλησίαζε περισσότερο προς την προσευχή. Η αγιορειτική χαρακτική έχει την απλότητα, τον αυθορμητισμό και το λαϊκότροπο ύφος των μεταβυζαντινών εικόνων. Το κάθε μοναστήρι παρουσιάζεται ως ένα λαϊκό θρησκευτικό μήνυμα: με τους αγίους που το προστατεύουν, τους κτήτορες, τους χορηγούς και, βέβαια, τα άγια λείψανα, μαζί με διακριτικά στοιχεία της κτηριακής του εμφάνισης.
Ο προστάτης άγιος της μονής κατείχε κεντρική θέση σε κάθε χαλκογραφία, η οποία λειτουργούσε εν μέρει και ως εικόνα του. Το μήνυμα, λοιπόν, που εξέπεμπε κάθε χαλκογραφία μοναστηριού ήταν εξαιρετικά πυκνό, έτσι ώστε –ανεξαρτήτως της καλλιτεχνικής αξίας της– να αποτελεί την απάντηση στις πνευματικές αναζητήσεις των ευσεβών, οι περισσότεροι των οποίων δεν θα μπορούσαν ποτέ να κάνουν το μακρινό και δαπανηρό ταξίδι προς τον Άθω.
Η έντονη παρουσία του πνευματικού, μη υλικού, κόσμου ήταν η μεγάλη διαφορά της αγιορειτικής από την κοσμική χαλκογραφία της εποχής. Ο ρόλος τής αγιορειτικής χαλκογραφίας ήταν να εντάξει το μοναστήρι στην καθημερινή ζωή χιλιάδων απλών ανθρώπων, όσο μακριά και αν αυτοί κατοικούσαν. Οι δίγλωσσες –ή και τρίγλωσσες μερικές φορές– επεξηγηματικές επιγραφές στο περιθώριο της εικόνας επιβεβαιώνουν ότι αυτός ήταν ο προορισμός και μαρτυρούν τη γεωγραφική ευρύτητα της κυκλοφορίας των χαλκογραφιών.
Αυτός ο χαρακτήρας των χάρτινων εικόνων θεμελιώνει το χαρακτηρισμό «εικόνες των φτωχών» που τους αποδόθηκε. Η ζωγραφισμένη σε ξύλο εικόνα είχε υψηλό κόστος και ήταν απρόσιτη για τη πλειονότητα του πληθυσμού, σε εποχές και περιοχές με πολύ χαμηλό βιοτικό επίπεδο. Αντίθετα, η χάρτινη εικόνα (επειδή αναπαραγόταν σε μεγάλο αριθμό από μία χάλκινη πλάκα) ήταν οικονομικά προσιτή. Ταυτόχρονα, συνέδεε άμεσα το μοναστήρι με τον πιστό, διότι μετέφερε την ευλογία του πρώτου προς τον δεύτερο. Έτσι, το Άγιον Όρος απέκτησε παρουσία στα προσκυνητάρια της ορθόδοξης νότιας και ανατολικής Ευρώπης.
Η μεγαλύτερη ενότητα των χαρακτικών είναι οι χάρτινες θρησκευτικές εικόνες του Ιησού, της Θεοτόκου, των αρχαγγέλων και των αγίων. Οι άγιοι απεικονίζονται είτε μεμονωμένοι είτε μαζί με άλλους (όπως οι άγιοι Δημήτριος και Γεώργιος που εικονίζονται μαζί, θέμα δημοφιλές και επαναλαμβανόμενο). Αξίζει να σημειωθεί ότι στους αγίους περιλαμβάνονται και νεομάρτυρες, που είχαν σχετικά πρόσφατα μαρτυρήσει υπέρ πίστεως, όπως οι άγιοι Κωνσταντίνος ο Υδραίος και Γεώργιος των Ιωαννίνων· η απόδοση τιμής στη μνήμη τους είχε ήδη εξαπλωθεί στο βαλκανικό χώρο.
Η χάλκινη πλάκα ήταν πολύτιμο και ακριβό υλικό και μπορούσε να χρησιμοποιηθεί κατ’ επανάληψη. Ήταν δυνατόν να τροποποιηθεί, να διορθωθεί ή και να ανακαινιστεί. Βρίσκουμε, έτσι, στις χάρτινες εικόνες θέματα με μικρές παραλλαγές μεταξύ τους. Η χαλκογραφική πλάκα με την Παναγία Πορταΐτισσα και τη μονή Ιβήρων φιλοτεχνήθηκε στη Μόσχα το 1838 και ανακαινίστηκε σε αγιορειτικό εργαστήριο μερικά χρόνια αργότερα. Επίσης, οι αγιορείτες χαλκογράφοι δέχονταν παραγγελίες και εκτός Αγίου Όρους, ή δημιουργούσαν θέματα ευρύτερου ορθόδοξου ενδιαφέροντος που θα προσέλκυαν τους προσκυνητές.
Η Ηγουμένη του Άθω
Από τον 5ο αιώνα, με τη σταδιακή καθιέρωση των θεομητορικών εορτών και την ίδρυση ναών αφιερωμένων στην Παναγία, παγιώθηκε πρώτα στην Ανατολή η απόδοση τιμής στο πρόσωπό της. Η θέση της στον χριστιανικό κόσμο προσδιορίστηκε επακριβώς με τη φράση του Ιωάννη Δαμασκηνού (676-749) «μητέρα Θεού τιμώμεν και σέβομεν». Από τις εορτές της Θεοτόκου άλλες σχετίζονται με τη ζωή του Χριστού (Υπαπαντή, Ευαγγελισμός, Σύναξη της Θεοτόκου), άλλες συνδέονται με γεγονότα από τον κατά την παράδοση βίο της (Γενέσιο, Εισόδια, Κοίμηση), και άλλες συνδέονται με θαυμαστά γεγονότα τα οποία η Θεοτόκος επιτέλεσε (εορτές: Ζωοδόχου Πηγής, Τιμίας Εσθήτος και Αγίας Ζώνης).
Σύμφωνα με πολύ παλαιά χριστιανική παράδοση, μετά το τέλος της επίγειας ζωής της η μητέρα του Χριστού τάφηκε κοντά στη Γεσθημανή, αλλά «μετ’ ολίγον το σώμα γέγονεν άφαντον», διότι μετέστη από τον Θεό «είς τινας υπερφώτους και αφθάρτους χώρους των επουρανίων δομών».
Αρχαία παράδοση που καταγράφεται σε αγιορειτικούς κώδικες περιγράφει τη σχέση της Παναγίας με το Άγιον Όρος. Διηγείται ότι –πλέοντας προς την Κύπρο- η Παναγία βρέθηκε εξ αιτίας θαλασσοταραχής στην χερσόνησο του Άθω. Θαυμάζοντας το κάλλος του τόπου, ζήτησε από τον Υιό της τον τόπο αυτόν ως «κλήρο της» για να τον καταστήσει τόπο μετανοίας για όσους ήθελαν να αναχωρήσουν «από τις κοσμικές συγχύσεις», γνωρίζοντας ότι σύντομα ο τόπος αυτός «πλησθήσεται του τάγματος των μοναχών απ’ άκρων έως άκρων αυτού».
Έτσι, στην αγιορειτική παράδοση και πρακτική το Άγιον Όρος κατέστη ο «νοητός της Θεοτόκου και ωραίος παράδεισος», επί το απλούστερο το «Περιβόλι της Παναγίας»· η Θεοτόκος έγινε η «ηγουμένη» του Άθω και οι μοναχοί έγιναν οι εργάτες του έργου της μετανοίας, που την υμνούν και την τιμούν ως πρότυπο αγνότητας και ηθικής τελειότητας και επιπλέον ζητούν τη μεσιτεία της ως Μητέρα Θεού. Επιπλέον η παράκληση της Θεοτόκου στον Υιό της: «δόξασον τον τόπον τούτον υπέρ παντός τόπου», εκπληρώθηκε στην ιστορική πορεία του Αγίου Όρους καθώς αυτό απέκτησε και διατήρησε τον οικουμενικό χαρακτήρα του.
Η σχετική προς την Παρθένο χριστιανική εικονογραφική παράδοση είναι βέβαια τεράστια σε έκταση. Ειδικά οι αγιορείτες μοναχοί την εξέφρασαν με πληθώρα εικονογραφικών τύπων, μερικοί από τους οποίους πήραν το οριστικό σχήμα τους ήδη από τη βυζαντινή περίοδο, ενώ άλλοι δέχθηκαν νεότερες επιδράσεις. Οι ονομασίες ποικίλλουν ανάλογα με τη στάση της Παναγίας στην εικόνα, με τις εορτές της, με τα αποδιδόμενα σε αυτήν θαύματα ή και με τον τόπο με τον οποίο συνδέεται η εικόνα.
Ιδιαίτερα στα αγιορειτικά χαρακτικά απεικονίζονται σκηνές από το βίο της Θεοτόκου, συνδεόμενες με την παράδοση των μονών του Άθω. Στα εκατοντάδες χαρακτικά του Αγίου Όρους ορισμένοι εικονογραφικοί τύποι της Παναγίας είναι κυρίαρχοι: Η Βασίλισσα των Αγγέλων (βρεφοκρατούσα, περιστοιχιζόμενη από αγγέλους)· η Πλατυτέρα των Ουρανών (καθισμένη στο θρόνο, έχοντας στην αγκαλιά της τον Χριστό, με νέφος ως υποπόδιο, είτε σε όρθια στάση με τα χέρια απλωμένα και ανυψωμένα)· η Γαλακτοτροφούσα (τρέφει το Βρέφος με το γάλα της)· η Γλυκοφιλούσα (αγγίζει με το μάγουλό της το μάγουλο του Βρέφους)· η Οδηγήτρια (σε προτομή, ελαφρά στραμμένη δεξιά ως προς το θεατή, κρατά με το αριστερό χέρι τον Ιησού, ο οποίος ευλογεί με το δεξί χέρι)· το Ρόδον το Αμάραντον (καθισμένη με βασιλική περιβολή, κρατώντας στο αριστερό της χέρι τον Ιησού και στο δεξί ένα ρόδο)· το Άξιον Εστί (η Θεοτόκος γέρνει ελαφρά το κεφάλι προς το μέρος του Χριστού και τον υποβαστάζει με το αριστερό χέρι, ενώ με το άλλο πιάνει το δεξί του χέρι που κρατά ειλητάριο) κ.λπ.
Η τιμή και η προσκύνηση των ιερών εικόνων αποτελεί ουσιώδες δόγμα της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία δέχεται: «εικονικάς ανατυπώσεις του Κυρίου ημών Ιησού Χριστού και της Αχράντου Θεοτόκου και αειπαρθένου Μαρίας, των τε τιμίων αγγέλων και πάντων των αγίων προσκυνείν και ασπάζεσθαι».
Σε κάθε βήμα και σε κάθε μοναστήρι του Αγίου Όρους υπάρχει κάποια θαυματουργή εικόνα της Θεοτόκου που μαρτυρεί τη ζωντανή παράδοση για την ορατή παρουσία της. Ενδεικτικά: στο Πρωτάτο βρίσκονται οι εικόνες η Παναγία το Άξιον Εστί και ο Χορός των Αγίων του Άθω· στη Μεγίστη Λαύρα το θαύμα της Παναγίας με τον άγιο Αθανάσιο και η Παναγία της σκήτης του Τιμίου Προδρόμου· στη μονή Βατοπαιδίου ο Ευαγγελισμός της Θεοτόκου, η Παναγία η Εσφαγμένη (η ονομασία διασώζει παράδοση βλάβης της εικόνας από μοναχό), και η Παναγία η Βηματάρισσα (εφέστιος εικόνα της μονής, τοποθετημένη στο σύνθρονο του ιερού βήματος του καθολικού της)· στη μονή Ιβήρων η Παναγία Πορταΐτισσα (σε παρεκκλήσι κοντά στην πύλη)· στη μονή Χιλανδαρίου η Παναγία η Τριχερούσα (τύπου Οδηγήτριας, με συναπεικόνιση του κομμένου, λόγω της εικονοφιλίας του, χεριού του Ιωάννη Δαμασκηνού που αποκαταστάθηκε με θαύμα της Παναγίας) και η Παναγία Γαλακτοτροφούσα του Τυπικαριού στις Καρυές· στη μονή Παντοκράτορος η Παναγία η Γερόντισσα (από την παρέμβασή της υπέρ γέροντα ηγουμένου)· στη μονή Φιλοθέου η Παναγία η Γλυκοφιλούσα· στη μονή Διονυσίου η Παναγία των Χαιρετισμών, η αρχαιότερη ίσως του Αγίου Όρους.
Είναι αδύνατο να φανταστούμε τον κόσμο της καθ’ ημάς Ανατολής χωρίς τη μακραίωνη απόδοση τιμής στη Θεοτόκο Μαρία. Η παράδοσή της –ως λόγος αναπαραγόμενος- δεν είναι δυνατόν να διαχωριστεί από την πλούσια εικονογραφία, από τα εκατοντάδες έργα με αναφορά στην Παναγία. Καθώς το Άγιον Όρος έχει πίσω του πάνω από ένδεκα αιώνες συνεχούς μοναστικής ζωής, συσσώρευσε αναλλοίωτες παραδόσεις που αντανακλώνται σε φορητές εικόνες και χαρακτικά της Θεοτόκου· συσσώρευσε και «εικονικάς ανατυπώσεις» που αναβιώνουν αδιάκοπα τις μακραίωνες παραδόσεις. Καμιά φορά ο λαϊκός μελετητής νοιώθει αμηχανία μπροστά σε αυτήν την αλληλεπίδραση, που δεν είναι ίδιο του κοσμικού περιβάλλοντος· αισθάνεται ότι ίσως οι μοναχοί ζουν στο Άγιον Όρος για να δίνουν υπόσταση στις παραδόσεις, ότι ίσως γίνονται οι ζωντανοί φορείς της παλιάς συνέχειας. Άλλωστε, αν ο ανθρώπινος νους δεχτεί το θαύμα της γέννησης του Ιησού από την Παρθένο Μαρία, απογυμνώνεται από αντιφάσεις και μάταια ερωτήματα· τότε, η συνέχεια αποκτά και πάλι το νόημά της. Η παράδοση παύει να έρχεται από το παρελθόν· αναβλύζει μέσα μας, γίνεται η καθημερινή υπόστασή μας.
agioritikesmnimes
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Πώς απαντά η Άγκυρα στην Ελλάδα για τον «σουλτάνο Ερντογάν»
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ