2018-04-06 15:01:30
Οι αρχαίοι Έλληνες ονόμαζαν "σταυρούς" τους ξύλινους πασσάλους, τους οποίους έμπηγαν στο
έδαφος και χρησίμευαν για περίφραξη (σταύρωση, σταύρωμα) διαφόρων χώρων (οικιών, αυλών, στρατοπέδων, κτημάτων, κήπων, στάβλων ή ναυστάθμων).
Κατά μια άποψη η λέξη "σταυρός" προέρχεται από τη ρίζα "σταF" του ρήματος "ίστημι". Αντίστοιχη είναι στην ινδική σανσκριτική η ρίζα stav– στη λέξη stavaras (σταθερός) και στο γλωσσικό ιδίωμα Zend των Ιρανών στη λέξη stavra (σταθερός, άτεγκτος, αυστηρός, δυνατός). Επίσης στις λατινικές λέξεις stiva και instauro και στη γοτθική sturjan (ιστάναι, μεταφορικά: διαβεβαιώνω).
Σχεδόν ταυτόσημες έγιναν οι έννοιες σταυρός - δένδρο, όταν η ανθρωπότητα, από την πρώιμη κιόλας ιστορία της, χρησιμοποίησε το δένδρο για κάποιου είδους μαρτύριο, του οποίου ο σκοπός ήταν να συνδυάζει όσο το δυνατόν σφοδρότερους πόνους με τον όσο το δυνατόν μεγαλύτερο εξευτελισμό. Το μαρτύριο αυτό ήταν η ανάρτηση προς βαθμιαία θανάτωση. Το πιο πρόχειρο μέσο γι’ αυτό ήταν το δένδρο, ο αρχαίος σταυρός. Σταύρωση από τότε ονομάστηκε η ανάρτηση πάνω σε κορμό δένδρου προς βαθμιαία θανάτωση.
Ως Σταύρωση ορίζεται λοιπόν η μέθοδος εκτέλεσης θανατικής ποινής με κάρφωμα ή και δέσιμο του θύματος επάνω σε πάσσαλο, δένδρο ή σε σταυρό σχήματος T. Ο Ηρόδοτος χρησιμοποιεί τους όρους ανασκολοπίζειν για την τοποθέτηση των θυμάτων εν ζωή και ανασταυρούν για την καθήλωση των πτωμάτων τους, μετά από εκείνον, τα δύο ρήματα γίνονται συνώνυμα και εκφράζονται με τον όρο Σταύρωση-Σταυρώνω.
Η ιστορική προέλευση παραμένει μυστήριο
Η σταύρωση, εφαρμοζόταν από αρκετούς λαούς όπως οι Πέρσες, οι Ιουδαίοι, οι Καρχηδόνιοι οι Ρωμαίοι κ.ά., από τον 6ο π.Χ. αιώνα έως τον 4ο μ.Χ. αιώνα.
Αυτή η μέθοδος εκτέλεσης θανατικής ποινής καταργήθηκε από τον αυτοκράτορα Μ. Κωνσταντίνο το 337 σε ολόκληρη την Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, από σεβασμό προς το σταυρικό μαρτύριο του Ιησού Χριστού.
Πώς ερχόταν ο θάνατος:
Τα καρφιά, τα οποία έχουν διαπεράσει τα χέρια του σταυρωμένου προκαλούν αιμορραγία και πόνο, ωστόσο, ο θάνατος πάνω στον σταυρό έχει μια σειρά από προδιαθετικά αίτια. Ξεκινά από το άγριο φραγγέλλωμα για να ακολουθήσει το κάρφωμα των χεριών και των ποδιών και η καθήλωση στον σταυρό. Αυτού του είδους η καθήλωση καθιστά αδύνατη την ομαλή αναπνοή και επιφέρει αργά και βασανιστικά τον θάνατο στον «επί ξύλου κρεμάμενον».
Το Ευαγγέλιο, όπου περιγράφεται η σταύρωση, αναφέρει ότι οι Ρωμαίοι στρατιώτες χρησιμοποιούσαν με τον αγριότερο τρόπο ένα εργαλείο, το φραγγέλλιο. Ο δήμιος που εκτελούσε τη φραγγέλλωση έπαιρνε ένα χοντρό μαστίγιο με πολλές λουρίδες στην άκρη. Πάνω τους ήταν δεμένες σφαίρες από μολύβι ή μικρά κόκαλα ζώων ή και κότσια από πρόβατο.
Το θύμα βρισκόταν δεμένο σε μια κολόνα ή έναν πάσσαλο. Ο βασανιστής χτυπούσε με δύναμη αυτό το φονικό εργαλείο πάνω στη ράχη του δεσμώτη. Από τα πρώτα κιόλας χτυπήματα το δέρμα αυλακωνόταν. Ύστερα από μερικά πλήγματα ακόμα, έφευγαν οι σάρκες του και απογυμνώνονταν τα κόκαλα.
Οι πρώτοι που χρησιμοποίησαν τη μέθοδο εκτέλεσης
Οι πρώτοι που χρησιμοποίησαν την σταύρωση ως μέθοδο εκτέλεσης και ίσως την εφηύραν κιόλας, ήταν οι Πέρσες. Ο λόγος για τον οποίο την χρησιμοποιούσαν ήταν πιθανόν για να μην έρχεται σε επαφή το σώμα του καταδικασμένου με τη γη και την μολύνει, καθώς ήταν αφιερωμένη στην αρχαία ιρανική θεότητα του Ζωροαστρισμού, τον Αχούρα Μάζντα. Σύμφωνα με τον Ηρόδοτο, το 519 π.X. ο Δαρείος ο Α', βασιλιάς των Περσών, σταύρωσε 3.000 πολιτικούς αντίπαλους του στην Βαβυλώνα.
Άλλες αρχαίες πηγές αναφέρουν τη χρήση της σταύρωσης από τους Ινδούς, τους Ασσυρίους, τους Σκύθες, τους Θράκες. Ο Τάκιτος αναφέρει ότι οι Γερμανοί χρησιμοποιούσαν τη σταύρωση όπως και οι Κέλτες, ενώ ο Σαλλούστιος αναφέρει ότι και οι Νουμίδες χρησιμοποιούσαν αυτόν τον τρόπο εκτέλεσης.
Επίσης, σύμφωνα με αρκετές πηγές, οι Καρχηδόνιοι εφάρμοζαν τη σταύρωση. Από τους Καρχηδόνιους, η σταύρωση πέρασε και στους Ρωμαίους οι οποίοι ονόμαζαν το εκτελεστικό όργανο, crux.
Στον ελληνιστικό κόσμο, οι εγκληματίες συχνά τοποθετούνταν επάνω σε σανίδα όπου γινόταν η διαπόμπευση, ο βασανισμός και η δημόσια εκτέλεσή τους. Η τιμωρία αυτή έμοιαζε με μία μορφή σταύρωσης, αυτή όπου καρφωνόταν το θύμα σε πάσσαλο. Σύμφωνα με τον Διόδωρο Σικελιώτη, ο Διονύσιος Α', τύραννος των Συρακουσών, συνέλαβε και σταύρωσε Έλληνες μισθοφόρους που είχαν στη δούλεψή τους οι Καρχηδόνιοι.
Επίσης, ο Μέγας Αλέξανδρος εφάρμοσε τη σταύρωση. Σύμφωνα με την "Ιστορία του Μεγάλου Αλεξάνδρου" του Κόιντου Κούρτιου Ρούφου, ο Μέγας Αλέξανδρος, σταύρωσε συνολικά 2.000 επιζώντες από την πολιορκία της Τύρου , ενώ είναι χαρακτηριστικό αυτό που αναφέρει ο Αρριανός, πως ο Αλέξανδρος όταν πέθανε ο Ηφαιστίων, διέταξε να σταυρώσουν τον Γλαυκία (το γιατρό του Ηφαιστίωνα), επειδή τον θεώρησε υπαίτιο για τον θάνατο του φίλου του.
H εφαρμογή της σταύρωσης μαρτυρείται στην Ελλάδα και μετά το θάνατο του Αλεξάνδρου. Στα 314 π.Χ. ένας διοικητής του βασιλείου του Αλεξάνδρου, κατέστειλε εξέγερση στην πόλη Συκιώνα κοντά στην Κόρινθο, όπου σταύρωσε 30 από τους κατοίκους. Κατόπιν, στα 303 π.Χ. όταν η Συκιώνα έπεσε στα χέρια του Δημητρίου του Πολιορκητή, σταυρώθηκαν 80 αντίπαλοι στρατιώτες μαζί με τον διοικητή τους.
Στους προρωμαϊκούς χρόνους, στην ελληνόφωνη ανατολή η σταύρωση εφαρμόσθηκε στα πλαίσια του πολέμου ή για τις πράξεις υψίστης προδοσίας. Το 267 π.Χ., στην Ιουδαία που βρισκόταν κάτω από τις διαταγές του Αντιόχου Δ' του Επιφανούς, ο οποίος προσπάθησε να εξαλείψει την ιουδαϊκή θρησκεία, σταυρώνονταν όσοι παρέμεναν πιστοί στον εβραϊκό νόμο. Μετά την εφαρμόγή του ρωμαϊκού δικαίου, η σταύρωση χρησιμοποιήθηκε επίσης ως τιμωρία για τους σκλάβους και τους βίαιους εγκληματίες.
Στους Εβραίους, η σταύρωση εφαρμόσθηκε περιστασιακά κατά τη διάρκεια της ελληνιστικής περιόδου. Το 88 π.Χ. ο Αλέξανδρος Ιανναίος βασιλιάς της Ιουδαίας και αρχιερέας, σταύρωσε 800 Φαρισαιους αντίπαλους του αφού πρώτα τους υποχρέωσε να παρακολουθήσουν τη σφαγή των συζύγων και των παιδιών τους.
Σύμφωνα με τον εβραϊκό νόμο, τα πτώματα των εκτελεσμένων ειδωλολατρών και των βλάσφημων, τα κρεμούσαν σε ένα δέντρο για να δείξουν ότι ήταν καταραμένοι από το Θεό.
Αξίζει δε να σημειωθεί πως τη μέθοδο της σταύρωσης χρησιμοποίησαν τα τελευταία χρόνια μέλη του Ισλαμικού Κράτους για να σοκάρουν τον δυτικό κόσμο.
Η εξέλιξη του σχήματος του σταυρού και οι αντίστοιχοι τρόποι σταύρωσης
1) Ο αρχαιότερος σταυρός ήταν μονόκερως (simplex crux), ξύλο υψηλό κάθετα μπηγμένο στο έδαφος, συνήθως κορμός δένδρου. Όπου δεν υπήρχαν δένδρα, σε μέρη δημόσιας θέας που επιλέγονταν ειδικά για σταυρώσεις, στερέωναν στο έδαφος δοκούς.
Δυο ειδών σταυρώσεις πάνω σε μονόξυλο, του κυρίως «σταυρού», αναφέρονται:
α) Ο ανασκολοπισμός. Όπως έχουμε ήδη αναφέρει, το αιχμηρό στην πάνω κορυφή του μονόξυλο (acuta crux) διατρυπούσε το υπογάστριο και τα εντόσθια του θύματος, με ισχυρά κτυπήματα με τον πέλεκυ διαπερνούσε τα σπλάγχνα και τη θωρακική κοιλότητα κι έβγαινε από τον θώρακα ή τη ράχη. Έπειτα στερεωνόταν στο έδαφος με τον ανασκολοπισμένο πάνω του.
β) Η ανασταύρωση. Η ανάρτηση και η πρόσδεση ή καθήλωση πάνω στον μονόξυλο σταυρό. Άλλοτε αυτόν που σταυρωνόταν τον κρεμούσαν νεκρό, αφού πρώτα είχε θανατωθεί με άλλον τρόπο, οπότε η ανασταύρωση ήταν αύξηση της ατίμωσης και αποσκοπούσε στον παραδειγματισμό των θεατών, άλλοτε πάλι το θύμα κρεμιόταν ζωντανό, για να πεθάνει στο σταυρό με «αργό θάνατο». Τέλος, το θύμα μπορούσε να κρεμαστεί στο σταυρό μόνο για να μαστιγωθεί, μετά το κατέβαζαν και το θανάτωναν με άλλον τρόπο.
2) Ο σύνθετος σταυρός σε σχήμα Τ (crux comissa). Αποτελείτο από ένα κάθετο ξύλο (staticulum) κι ένα οριζόντιο (antemna). Είναι μεταγενέστερη εξέλιξη του σχήματος του σταυρού. Το νέο αυτό σχήμα («ξύλο δίδυμο», «δίγλυφος δοκός») εμφανίζεται στην ακμή του Ρωμαϊκού κράτους, λίγο πριν την εποχή του Χριστού. Πάνω στον κυρίως σταυρό, δηλαδή στο κάθετο ξύλο (lignum, palus, crux) ανάρτησαν και προσάρμοσαν το patibulum, που ο καταδικασμένος πηγαίνοντας προς τον τόπο της σταύρωσης που ήταν έξω από την πόλη, το κουβαλούσε πάνω στους μαστιγωμένους ώμους του, έχοντας τα χέρια του σε έκταση δεμένα πάνω του από τη μια και την άλλη μεριά. Έτσι λοιπόν ο νέος αυτός τύπος του σταυρού σε σχήμα Τ ήταν η σύνθεση του crux και του patibulum (crux patibulata). Στο νέο αυτό σχήμα προσαρμόζεται νέος τρόπος σταύρωσης. Αυτός που κρεμιέται δεν προσδένεται, αλλά καθηλώνεται, δηλαδή καρφώνεται στο σταυρό. Πάνω στο οριζόντιο σκέλος απλώνονται τα χέρια του και στερεώνονται στα άκρα με ένα καρφί στο καθένα. Με τον ίδιο τρόπο καρφώνονται και τα πόδια στο κάθετο ξύλο, με ένα καρφί στο καθένα ή με ένα καρφί και στα δυο.
3) Άλλο σχήμα σταυρού είναι ο σταυρός Χ (crux decussata), ο λεγόμενος και Ανδρεανός (crux Andreana), γιατί σύμφωνα με την παράδοση, σε τέτοιο σταυρό υπέστη το σταυρικό μαρτύριο ο απόστολος Ανδρέας.
4) Σύνθετος σταυρός + (crux immissa). Πάνω στο σταυρό έπρεπε να υπάρχει αναρτημένη πινακίδα (titulus, δελτίο, αιτία, σανίδα), που ανέγραφε την κατηγορία που είχε σαν συνέπεια τη σταύρωση. Γι’ αυτό το λόγο κρίθηκε ότι το κάθετο σκέλος του σταυρού (stipes) έπρεπε να προεξέχει λίγο πάνω από το οριζόντιο. Έτσι προήλθε το νέο σχήμα του σταυρού (crux immissa), το οποίο έκτοτε επικράτησε και το οποίο εμείς σήμερα ονομάζουμε «σταυρό» στην κυριολεξία, και από αυτόν σχηματίσαμε τις λέξεις «διασταυρώνω» και «διασταύρωση». Το σχήμα αυτό είναι το πιο πιθανό να είχε ο σταυρός του Χριστού.
news247.gr
Πηγή:
newadvent.org, history-pages
_
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Τι σημαίνει η τιμωρία του Ιβάν Σαββίδη
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ