2018-04-10 21:22:14
Ο Κωνσταντίνος Σάθας (Σαθόπουλος) μας πληροφορεί στο βιβλίο του “Βιογραφίαι των εν τοις γράμμασι διαλαμψάντων Ελλήνων από της καταλύσεως της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας μέχρι της Ελληνικής Εθνεγερσίας 1453-1821” που εκδόθηκε το 1868, για έναν Έλληνα με πολλές Επικούρειες επιδράσεις, τον Μιχαήλ Μάρουλο Ταρχανιώτη.
Ο Μιχαήλ Μάρουλος υπήρξε εκτός από πολεμιστής και ένας διανοούμενος του 15ου αιώνα. Η οικογένειά του ήταν αξιωματούχοι του θρόνου. Δηλαδή ήταν στην υπηρεσία και της βασιλείας του Κωνσταντίνου ΙΑ του Παλαιολόγου. Γονείς του ήταν ο Μανίλιος (Εμμανουήλ) Μάρουλος και η Ευφροσύνη Ταρχανιώτη.
Το 1453 όταν η Κωνσταντινούπολη έπεφτε στους Τούρκους, η οικογένειά του εγκαταλείπει την Πόλη και μετοικίζει στην Ιταλία. Εκείνο τον καιρό η Ευφροσύνη κυοφορεί τον Μιχαήλ Μάρουλο.
Ο Μιχαήλ Μάρουλος είχε μεγάλη έφεση στα γράμματα. Κάποιος συγγενής του Ζαχαρία Σκορδύλη τον έστειλε στην Βενετία όπου διδάχθηκε τα πρώτα Ελληνικά γράμματα. Παράλληλα σπούδαζε Λατινικά υπό την επίβλεψη κάποιου περιφανή (Υπερήφανου) Σαλλένικου. Ο Σαλλένικο ήταν μέλος της αυλής και προστάτης του Βησσαρίωνα. Αργότερα εστάλη με υποτροφία του Βησσαρίωνα στην Πάδοβα όπου σπούδασε φιλοσοφία.
Μετά τον θάνατο του προστάτη του Βησσαρίωνα, δηλαδή του Σαλλένικο, ο Μιχαήλ διήγε πλάνητα, περιπετειώδη βίο. Με λίγα λόγια, διάλεξε να γίνει stradiota . Πιο συγκεκριμένα, κατετάγη στα τάγματα που ονομάζονταν stradioti, από τη λέξη strada που σημαίνει δρόμος.Έγινε λοιπόν μισθοφόρος του στρατού των Ελλήνων υπό την ηγεσία του οπλαρχηγού Νικόλαου Ράλλη. Θα πολεμήσει στη Νάπολη και την Απουλία. Στη Νάπολη θα γίνει μέλος της Ακαδημίας του Ηδονιστή πολιτικού και ποιητή Ποντάνο. Την γνωστή για την εποχή, Ακαδημία του Ποντάνο. Επιπλέον ο Μάρουλος είχε στενές σχέσεις με κάποιον Σαναζάκο. Ο Σαναζάκος τον υπερασπίστηκε στην διαμάχη που είχε ο Μάρουλος με τον Πολιτιανό πάνω σε ένα Ομηρικό θέμα.
Ο αντισυμβατικός μισθοφόρος θα γίνει γνωστός, εκτός από την στρατιωτική του υπηρεσία, εκτός από την επίδοσή του στην ποίησή και για τα συμπόσια με την αρχαιοελληνική μορφή που διοργανώνονταν την εποχή εκείνη στη Νάπολη και στα οποία πρωταγωνιστεί. Επίσης θα γίνει γνωστός και για τις αμέτρητες ερωτικές και σεξουαλικές περιπέτειες που χαρίζει στις νεαρές κοπέλες της εποχής.
Μετά θα μεταβεί και θα πολεμήσει τους Τούρκους στο Πριγκιπάτο της Θεοδωρούς, την λεγόμενη Γοτθία. Θα πολεμήσει επίσης τους Τούρκους στην Σκυθία, μαζί με το τάγμα των Ελλήνων, κάτω από την ηγεσία των Μολδαβών ηγεμόνων και κάποτε κάτω από την ηγεσία του Βλαντ Ντράκουλα του Παλουκωτή.
Σε ένα διάλειμμα από την στρατιωτική του υπηρεσία θα μεταβεί κάπου ανάμεσα στο 1480 έως το 1490 στην Φλωρεντία. Εκεί φιλοξενήθηκε με ευχαρίστηση από τον Νεοπλατωνικό ηγέτη της Φλωρεντίας, τον Λαυρέντιο των Μεδίκων. Και όταν λέμε με ευχαρίστηση εννοούμε ότι ο Μάρουλος εθεωρείτο, από την τάξη των διανοουμένων, ως ένας από τους πιο κατηρτισμένους Έλληνες λογίους του 15ου αιώνα. Επιπλέον η κατάρτισή του στα Λατινικά, ήταν αντάξια των τότε μορφωμένων Ιταλών διανοητών.
Ο δε Λαυρέντιος υπήρξε προστάτης των τεχνών. Ποιητής ο ίδιος ο Λαυρέντιος και ουμανιστής. Επίσης ήταν και ένας από τους πιο σημαντικούς πολιτικούς της Ιταλικής Αναγέννησης. Στην Φλωρεντία, εκείνη την εποχή, είχαν άνθιση τα Ελληνικά γράμματα. Όντως κατά την εποχή εκείνη στην Φλωρεντία, οι σπουδές της Ελληνικής γλώσσας είχαν φτάσει στο αποκορύφωμα. Άνδρες και γυναίκες ευγενούς καταγωγής και έξοχων προσωπικών κλίσεων πάνω στην τέχνη, επιδίδονταν στην εκμάθηση της Ελληνικής γλώσσας.
Στην Φλωρεντία γνωρίζει την γυναίκα του την Αλεξάνδρα Σκάλα και την παντρεύεται το 1490. Επιπλέον εκεί γνωρίζεται με αναγεννησιακό ζωγράφο, τον Σάντρο Μποτιτσέλι. Ο Μποτιτσέλι, έχοντας διαβάσει το περίφημο ποίημα του Λουκρήτιου, το De Rerum Natura (Περί της Φύσεως των Πραγμάτων), το οποίο εμπεριέχει όλη την Φυσική του Επίκουρου, απεικονίζει μερικούς στίχους του εξαιρετικού ποιήματος αυτού. Συγκεκριμένα ζωγραφίζει – δημιουργεί, εκτός των άλλων έργων του, μερικές από τις εκπληκτικές εικόνες, που περιγράφει ο Λουκρήτιος στο έργο του. Την “Γέννηση της Αφροδίτης” και την “Άνοιξη”.
Γεγονός ήταν ότι ο Μάρουλος ήταν ένας ωραίος άντρας. Επιπλέον είχε έναν ιπποτικό χαρακτήρα. Ο Μποτιτσέλι διέκρινε αυτά τα στοιχεία και του ζωγραφίζει το πορτραίτο του. Ένα πορτραίτο που το ύφος του Μάρουλου δεν μπορεί να αντισταθεί υπαινικτικά στις σεξουαλικές περιπτύξεις οποιασδήποτε γυναίκας. Πολλώ μάλλον, στην πιο ωραιότερη και μορφωμένη γυναίκα της Φλωρεντίας εκείνης της εποχής. Την ερωμένη του και σύζυγό του, Αλεξάνδρα Σκάλα.
Ο Μάρουλος ποτέ δεν απεμπόλησε την Ελληνική του καταγωγή. Όμως το Έλληνας το εννοούσε σύμφωνα με το διανοητικό περιεχόμενο της ουσίας της λέξης Έλληνας. Δηλαδή ήταν ένθερμος φίλος όλων των επιτευγμάτων των Αρχαίων Ελλήνων και δη της Επικούρειας φιλοσοφίας.
Στο περιθώριο των μαχών, γράφει με πάθος παγανιστικά ποιήματα. Όλα όμως όσα γράφει, δεν τα γράφει για την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (Βυζάντιο) στο οποίο οι γονείς του υπηρετούσαν ως αξιωματούχοι του θρόνου, αλλά αυτονομείται και φαντάζεται μία παγκόσμια πατρίδα που θα έχει ως πρότυπο την Αρχαία Ελλάδα. Και όλα τα έργα του είναι γεμάτα, με την νοσταλγία, για μια οικουμενική πατρίδα στα πλαίσια των Αρχαίων Ελληνικών πόλεων.
Το πρώτο πνευματικό ποιητικό του έργο, το αφιερώνει σε μία από τις Νύμφες. Την “Νέαιρα” Η Νύμφη Νέαιρα αντιπροσωπεύει ίσως τον χαρακτήρα του και την περιπετειώδη ζωή του. Την Νύμφη Νέαιρα την μετέτρεψε σε Μούσα. Μια ιδεατή Μούσα του. Αυτή η Μούσα θα εμπνεύσει πολλούς ποιητές της Ευρώπης. Θα εμπνεύσει ερωτικούς ποιητές και ποιητές ερωτευμένους με την φύση. Χαρακτηριστική είναι η φράση που ανέφερε μετά το τέλος της κάθε μάχης
"Όταν σταματάει η κλαγγή της μάχης,παραδίδομαι στην αγκαλιά της Μούσας"
Και η μούσα του, εκτός από την Νέραια, ήταν το να γράφει Παγανιστικά έργα όπου αναφέρονταν στους Αρχαίους Θεούς των Ελλήνων. Έτσι έγραψε σε άψογα Λατινικά, που είχε μάθει από τον Σαλλένικο, τα τέσσερα βιβλία των Επιγραμμάτων του και τα τρία βιβλία Ύμνων του, που τα ονόμασε Φυσικοί Ύμνοι (Hymni Naturales). Οι πανέμορφοι αυτοί Ύμνοι, τους οποίους είχε γράψει κατά την διάρκεια της πολυτάραχης σταδιοδρομίας του, τους είχε εμπνευστεί από τον Λουκρήτιο.
Ο Λουκρήτιος ήταν ο αγαπημένος του ποιητής. Στο δε έργο του Λουκρήτιου De Rerum Natura ο Μάρουλος είχε αφοσιωθεί με ιδιαίτερη επιμονή. Πράγματι το έργο του Λουκρήτιου το “Περί Φύσεως των Πραγμάτων” μετά την ανακάλυψη του σε ένα Γερμανικό Μοναστήρι από το Πότζο Μπρατσολίνι (Poggio Bracciolini) το 1417 είχε εκδοθεί στην Μπολόνια, στο Παρίσι, στην Βενετία. Επιπλέον είχε εκδοθεί και στην Φλωρεντία. Την έκδοση την είχε πραγματοποιήσει ο διακεκριμένος εκδότης Φίλιππο Τζούντι. Όντως το Περί Φύσεως των Πραγμάτων είχε κυκλοφορήσει κάτω από την επιμέλεια του ανθρωπιστή Πιέρ Κάντιντο Ντετσέμπριο. Όμως η έκδοση αυτή του Τζούντι είχε ενσωματώσει τις διορθώσεις που του είχε προτείνει ο Μάρουλος.
Εξ αιτίας των Φυσικών Ύμνων του και των Ύμνων για τους Ελληνικούς Θεούς χαρακτηρίστηκε από τους συγκαιρινούς του και από μεταγενεστέρους ως ειδωλολάτρης, ως εθνικός. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο σύγχρονός του, ο Έρασμος.
Ο Έρασμος ήταν ένας άνθρωπος με ευρύτατες αντιλήψεις, όμως έλεγε για τον Μάρουλο ότι ήταν ειδωλολάτρης. Αλλά ο Έρασμος ενδιαφερόταν πολύ για τον Λουκρήτιο. Τον ανοιχτόμυαλο Έρασμο τον ενδιέφεραν οι τεκμηριωμένες απόψεις που περιείχε το ποίημα αυτό. Τότε ο Έρασμος αποπειράθηκε να κάνει την σύγκλιση του χριστιανισμού με την Επικούρεια Φιλοσοφία. Έτσι έγραψε, εμπνεόμενος από τον Λουκρήτιο, ένα φανταστικό διάλογο με τίτλο “Ο Επικούρειος”.
Ένας από τους χαρακτήρες αυτού του διαλόγου, είναι ο Ηδώνιος. Σ’ αυτόν τον διάλογο επιχειρεί να μας δείξει ότι “κανένας δεν είναι πιο Επικούρειος από τους θεοσεβούμενους χριστιανούς”.
Βέβαια ομολογεί μέσα σ’ αυτόν τον διάλογο, ότι, “οι χριστιανοί που νηστεύουν, θρηνούν για τις αμαρτίες τους και τιμωρούν την σάρκα τους μπορεί να μην μοιάζουν επ’ ουδενί με Ηδονιστές,αλλά προσπαθούν να ζήσουν ενάρετα”, και “κανένας δεν ζει πιο γλυκά από εκείνους που ζουν ενάρετα” Όμως η σύγκληση αυτή μοιάζει με τέχνασμα ταχυδακτυλουργού. Τέτοια τεχνάσματα έκανε πρώτος ο Επίκτητος και ακολούθησαν ο Πιέρ Γκασσεντί, ο Μονταίνιος κ.α. Δυστυχώς τέτοιοι συμψηφισμοί συνεχίζονται και στην εποχή μας, Στον 21ο αιώνα.
Χαρακτηριστικό των συναισθημάτων του Μάρουλου είναι και το παρακάτω ποίημα, που αναφέρεται μάλλον σε κάποιο πεσόντα στην μάχη φίλο του.
Σωριάστηκε συθέμελα και σπίτι και πατρίδα
Και να, και σε, γλυκέ αδελφέ, ο Χάρος μου σε πήρε
Και άγουρο σε έστειλε στ' ανήλιαγα παλάτια.
Αλοιά, κακόμοιρο παιδί, ποια τύχη μου σε πήρε;
Σε ποιόν αφήνεις, φεύγοντας, τα' αραχνιασμένο σπίτι;
Πρώτη η πατρίδα, ύστερα συ, μου τάραξες τα στήθια.
Μαζί σου όλα τάθαψα και πόθους μου κ' ελπίδες,
Όλα μαζί στο σκοτεινό το μνήμα, που σε κρύβει
Όμως αυτό το ποίημα, λες και το έγραψε για τον εαυτό του. Πράγματι το 1500, τον απασχολούσαν τα καινοφανή θέματα του Λουκρήτιου. Όντως είχε προβληματιστεί από το κείμενο “Περί Φύσεως των Πραγμάτων”.
Εκείνη την εποχή βρισκόταν στην Βολτέρρα. Ένα χωριό της Τοσκάνης. Μία νύχτα φόρεσε την πανοπλία του και καβάλα στο άλογό του έφυγε από το χωριό για να πολεμήσει τα στρατεύματα του Καίσαρα Βοργία. Τα στρατεύματα αυτά άρχισαν να συγκεντρώνονται δίπλα στην ακτή κοντά στην πόλη Πιομπίνο.
Την νύχτα εκείνη έβρεχε καταρρακτωδώς και πριν ξεκινήσει, οι χωρικοί τον συμβούλεψαν να μην τολμήσει να διαβεί ένα ρηχό πέρασμα του πλημμυρισμένου ποταμού Τσετσίνα. Όμως αυτός, ως σκληροτράχηλος πολεμιστής, δεν έδωσε την ανάλογη σημασία στα λόγια των χωρικών. Έτσι προσπάθησε να τον περάσει. Αλλά καθώς τον διέσχιζε τον ποταμό, το άλογο του γλίστρησε και τον καταπλάκωσε.
Τότε φημολογείται ότι ο Μάρουλος, την στιγμή που πνιγόταν, αναθεμάτιζε τους Ολύμπιους θεούς. Και τους αναθεμάτιζε, γιατί όπως είχε εκμυστηρευτεί σε κάποιον συστρατιώτη του, όταν ήταν παιδί του είχε πει ένας τσιγγάνος, ότι δεν έπρεπε να φοβάται τον θεό Ποσειδώνα αλλά τον θεό Άρη.
Βέβαια όλη αυτή η ιστορία του θανάτου του Μάρουλου, μπορεί να ήταν ένας μύθος γεννημένος στην φαντασία των κατοίκων της περιοχής. Όμως το γεγονός είναι, ότι πέθανε άδοξα σε ηλικία 47 ετών ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες του 15ου αιώνα, αφήνοντας πάνω απ’ όλα την γυναίκα του την Αλεξάνδρα Σκάλα στην ηλικία των 25 ετών.
Η Αλεξάνδρα που τον υπεραγαπούσε, μετά τον θάνατο του Μάρουλου, κλείστηκε σε ένα μοναστήρι και πέθανε έξι χρόνια αργότερα σε ηλικία 32 ετών. Αργότερα στην τσέπη του νεκρού Μάρουλου, βρέθηκε ένα αντίγραφο του ποιήματος του Λουκρήτιου.
Τα έργα του Μάρουλου, όπως μας τα παρουσιάζει ο Κων/νος Σάθας είναι τα παρακάτω:
Epigrammata Roma 1493 (Μνημονεύεται και προγενεστέρα έκδοση του 1490)
Hymni Naturales: Φυσικοί Ύμνοι (Πρώτα δημοσιεύθηκαν στην Φλωρεντία το 1497 από το παράρτημα του Φάνου – Maruli Neniae; ejusdem epigrammata nunquam alias impressa. Αναδημοσιεύτηκαν στην Μπολόνια το 1504, στο Στρασβούργο το 1509 και στο Παρίσι το 1539). Πιο πλήρης έκδοση των ποιημάτων του Μάρουλου θεωρείται αυτή που έγινε στην Βριξία το 1532, (Epigrammatum libri quatuor. Hymnorum libri quatuor, Neniae quinque et alia quaedam epigrammata), όπου ανατυπώθηκε στο Παρίσι το 1561.
Εκτός των άνω έργων, ο Ταρχανιώτης έγραψε και – De principum Institutione.
Μπάμπης ο Επικούρειος (Πατζόγλου)
Πηγή
Tromaktiko
Ο Μιχαήλ Μάρουλος υπήρξε εκτός από πολεμιστής και ένας διανοούμενος του 15ου αιώνα. Η οικογένειά του ήταν αξιωματούχοι του θρόνου. Δηλαδή ήταν στην υπηρεσία και της βασιλείας του Κωνσταντίνου ΙΑ του Παλαιολόγου. Γονείς του ήταν ο Μανίλιος (Εμμανουήλ) Μάρουλος και η Ευφροσύνη Ταρχανιώτη.
Το 1453 όταν η Κωνσταντινούπολη έπεφτε στους Τούρκους, η οικογένειά του εγκαταλείπει την Πόλη και μετοικίζει στην Ιταλία. Εκείνο τον καιρό η Ευφροσύνη κυοφορεί τον Μιχαήλ Μάρουλο.
Ο Μιχαήλ Μάρουλος είχε μεγάλη έφεση στα γράμματα. Κάποιος συγγενής του Ζαχαρία Σκορδύλη τον έστειλε στην Βενετία όπου διδάχθηκε τα πρώτα Ελληνικά γράμματα. Παράλληλα σπούδαζε Λατινικά υπό την επίβλεψη κάποιου περιφανή (Υπερήφανου) Σαλλένικου. Ο Σαλλένικο ήταν μέλος της αυλής και προστάτης του Βησσαρίωνα. Αργότερα εστάλη με υποτροφία του Βησσαρίωνα στην Πάδοβα όπου σπούδασε φιλοσοφία.
Μετά τον θάνατο του προστάτη του Βησσαρίωνα, δηλαδή του Σαλλένικο, ο Μιχαήλ διήγε πλάνητα, περιπετειώδη βίο. Με λίγα λόγια, διάλεξε να γίνει stradiota . Πιο συγκεκριμένα, κατετάγη στα τάγματα που ονομάζονταν stradioti, από τη λέξη strada που σημαίνει δρόμος.Έγινε λοιπόν μισθοφόρος του στρατού των Ελλήνων υπό την ηγεσία του οπλαρχηγού Νικόλαου Ράλλη. Θα πολεμήσει στη Νάπολη και την Απουλία. Στη Νάπολη θα γίνει μέλος της Ακαδημίας του Ηδονιστή πολιτικού και ποιητή Ποντάνο. Την γνωστή για την εποχή, Ακαδημία του Ποντάνο. Επιπλέον ο Μάρουλος είχε στενές σχέσεις με κάποιον Σαναζάκο. Ο Σαναζάκος τον υπερασπίστηκε στην διαμάχη που είχε ο Μάρουλος με τον Πολιτιανό πάνω σε ένα Ομηρικό θέμα.
Ο αντισυμβατικός μισθοφόρος θα γίνει γνωστός, εκτός από την στρατιωτική του υπηρεσία, εκτός από την επίδοσή του στην ποίησή και για τα συμπόσια με την αρχαιοελληνική μορφή που διοργανώνονταν την εποχή εκείνη στη Νάπολη και στα οποία πρωταγωνιστεί. Επίσης θα γίνει γνωστός και για τις αμέτρητες ερωτικές και σεξουαλικές περιπέτειες που χαρίζει στις νεαρές κοπέλες της εποχής.
Μετά θα μεταβεί και θα πολεμήσει τους Τούρκους στο Πριγκιπάτο της Θεοδωρούς, την λεγόμενη Γοτθία. Θα πολεμήσει επίσης τους Τούρκους στην Σκυθία, μαζί με το τάγμα των Ελλήνων, κάτω από την ηγεσία των Μολδαβών ηγεμόνων και κάποτε κάτω από την ηγεσία του Βλαντ Ντράκουλα του Παλουκωτή.
Σε ένα διάλειμμα από την στρατιωτική του υπηρεσία θα μεταβεί κάπου ανάμεσα στο 1480 έως το 1490 στην Φλωρεντία. Εκεί φιλοξενήθηκε με ευχαρίστηση από τον Νεοπλατωνικό ηγέτη της Φλωρεντίας, τον Λαυρέντιο των Μεδίκων. Και όταν λέμε με ευχαρίστηση εννοούμε ότι ο Μάρουλος εθεωρείτο, από την τάξη των διανοουμένων, ως ένας από τους πιο κατηρτισμένους Έλληνες λογίους του 15ου αιώνα. Επιπλέον η κατάρτισή του στα Λατινικά, ήταν αντάξια των τότε μορφωμένων Ιταλών διανοητών.
Ο δε Λαυρέντιος υπήρξε προστάτης των τεχνών. Ποιητής ο ίδιος ο Λαυρέντιος και ουμανιστής. Επίσης ήταν και ένας από τους πιο σημαντικούς πολιτικούς της Ιταλικής Αναγέννησης. Στην Φλωρεντία, εκείνη την εποχή, είχαν άνθιση τα Ελληνικά γράμματα. Όντως κατά την εποχή εκείνη στην Φλωρεντία, οι σπουδές της Ελληνικής γλώσσας είχαν φτάσει στο αποκορύφωμα. Άνδρες και γυναίκες ευγενούς καταγωγής και έξοχων προσωπικών κλίσεων πάνω στην τέχνη, επιδίδονταν στην εκμάθηση της Ελληνικής γλώσσας.
Στην Φλωρεντία γνωρίζει την γυναίκα του την Αλεξάνδρα Σκάλα και την παντρεύεται το 1490. Επιπλέον εκεί γνωρίζεται με αναγεννησιακό ζωγράφο, τον Σάντρο Μποτιτσέλι. Ο Μποτιτσέλι, έχοντας διαβάσει το περίφημο ποίημα του Λουκρήτιου, το De Rerum Natura (Περί της Φύσεως των Πραγμάτων), το οποίο εμπεριέχει όλη την Φυσική του Επίκουρου, απεικονίζει μερικούς στίχους του εξαιρετικού ποιήματος αυτού. Συγκεκριμένα ζωγραφίζει – δημιουργεί, εκτός των άλλων έργων του, μερικές από τις εκπληκτικές εικόνες, που περιγράφει ο Λουκρήτιος στο έργο του. Την “Γέννηση της Αφροδίτης” και την “Άνοιξη”.
Γεγονός ήταν ότι ο Μάρουλος ήταν ένας ωραίος άντρας. Επιπλέον είχε έναν ιπποτικό χαρακτήρα. Ο Μποτιτσέλι διέκρινε αυτά τα στοιχεία και του ζωγραφίζει το πορτραίτο του. Ένα πορτραίτο που το ύφος του Μάρουλου δεν μπορεί να αντισταθεί υπαινικτικά στις σεξουαλικές περιπτύξεις οποιασδήποτε γυναίκας. Πολλώ μάλλον, στην πιο ωραιότερη και μορφωμένη γυναίκα της Φλωρεντίας εκείνης της εποχής. Την ερωμένη του και σύζυγό του, Αλεξάνδρα Σκάλα.
Ο Μάρουλος ποτέ δεν απεμπόλησε την Ελληνική του καταγωγή. Όμως το Έλληνας το εννοούσε σύμφωνα με το διανοητικό περιεχόμενο της ουσίας της λέξης Έλληνας. Δηλαδή ήταν ένθερμος φίλος όλων των επιτευγμάτων των Αρχαίων Ελλήνων και δη της Επικούρειας φιλοσοφίας.
Στο περιθώριο των μαχών, γράφει με πάθος παγανιστικά ποιήματα. Όλα όμως όσα γράφει, δεν τα γράφει για την Ανατολική Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία (Βυζάντιο) στο οποίο οι γονείς του υπηρετούσαν ως αξιωματούχοι του θρόνου, αλλά αυτονομείται και φαντάζεται μία παγκόσμια πατρίδα που θα έχει ως πρότυπο την Αρχαία Ελλάδα. Και όλα τα έργα του είναι γεμάτα, με την νοσταλγία, για μια οικουμενική πατρίδα στα πλαίσια των Αρχαίων Ελληνικών πόλεων.
Το πρώτο πνευματικό ποιητικό του έργο, το αφιερώνει σε μία από τις Νύμφες. Την “Νέαιρα” Η Νύμφη Νέαιρα αντιπροσωπεύει ίσως τον χαρακτήρα του και την περιπετειώδη ζωή του. Την Νύμφη Νέαιρα την μετέτρεψε σε Μούσα. Μια ιδεατή Μούσα του. Αυτή η Μούσα θα εμπνεύσει πολλούς ποιητές της Ευρώπης. Θα εμπνεύσει ερωτικούς ποιητές και ποιητές ερωτευμένους με την φύση. Χαρακτηριστική είναι η φράση που ανέφερε μετά το τέλος της κάθε μάχης
"Όταν σταματάει η κλαγγή της μάχης,παραδίδομαι στην αγκαλιά της Μούσας"
Και η μούσα του, εκτός από την Νέραια, ήταν το να γράφει Παγανιστικά έργα όπου αναφέρονταν στους Αρχαίους Θεούς των Ελλήνων. Έτσι έγραψε σε άψογα Λατινικά, που είχε μάθει από τον Σαλλένικο, τα τέσσερα βιβλία των Επιγραμμάτων του και τα τρία βιβλία Ύμνων του, που τα ονόμασε Φυσικοί Ύμνοι (Hymni Naturales). Οι πανέμορφοι αυτοί Ύμνοι, τους οποίους είχε γράψει κατά την διάρκεια της πολυτάραχης σταδιοδρομίας του, τους είχε εμπνευστεί από τον Λουκρήτιο.
Ο Λουκρήτιος ήταν ο αγαπημένος του ποιητής. Στο δε έργο του Λουκρήτιου De Rerum Natura ο Μάρουλος είχε αφοσιωθεί με ιδιαίτερη επιμονή. Πράγματι το έργο του Λουκρήτιου το “Περί Φύσεως των Πραγμάτων” μετά την ανακάλυψη του σε ένα Γερμανικό Μοναστήρι από το Πότζο Μπρατσολίνι (Poggio Bracciolini) το 1417 είχε εκδοθεί στην Μπολόνια, στο Παρίσι, στην Βενετία. Επιπλέον είχε εκδοθεί και στην Φλωρεντία. Την έκδοση την είχε πραγματοποιήσει ο διακεκριμένος εκδότης Φίλιππο Τζούντι. Όντως το Περί Φύσεως των Πραγμάτων είχε κυκλοφορήσει κάτω από την επιμέλεια του ανθρωπιστή Πιέρ Κάντιντο Ντετσέμπριο. Όμως η έκδοση αυτή του Τζούντι είχε ενσωματώσει τις διορθώσεις που του είχε προτείνει ο Μάρουλος.
Εξ αιτίας των Φυσικών Ύμνων του και των Ύμνων για τους Ελληνικούς Θεούς χαρακτηρίστηκε από τους συγκαιρινούς του και από μεταγενεστέρους ως ειδωλολάτρης, ως εθνικός. Ένας απ’ αυτούς ήταν και ο σύγχρονός του, ο Έρασμος.
Ο Έρασμος ήταν ένας άνθρωπος με ευρύτατες αντιλήψεις, όμως έλεγε για τον Μάρουλο ότι ήταν ειδωλολάτρης. Αλλά ο Έρασμος ενδιαφερόταν πολύ για τον Λουκρήτιο. Τον ανοιχτόμυαλο Έρασμο τον ενδιέφεραν οι τεκμηριωμένες απόψεις που περιείχε το ποίημα αυτό. Τότε ο Έρασμος αποπειράθηκε να κάνει την σύγκλιση του χριστιανισμού με την Επικούρεια Φιλοσοφία. Έτσι έγραψε, εμπνεόμενος από τον Λουκρήτιο, ένα φανταστικό διάλογο με τίτλο “Ο Επικούρειος”.
Ένας από τους χαρακτήρες αυτού του διαλόγου, είναι ο Ηδώνιος. Σ’ αυτόν τον διάλογο επιχειρεί να μας δείξει ότι “κανένας δεν είναι πιο Επικούρειος από τους θεοσεβούμενους χριστιανούς”.
Βέβαια ομολογεί μέσα σ’ αυτόν τον διάλογο, ότι, “οι χριστιανοί που νηστεύουν, θρηνούν για τις αμαρτίες τους και τιμωρούν την σάρκα τους μπορεί να μην μοιάζουν επ’ ουδενί με Ηδονιστές,αλλά προσπαθούν να ζήσουν ενάρετα”, και “κανένας δεν ζει πιο γλυκά από εκείνους που ζουν ενάρετα” Όμως η σύγκληση αυτή μοιάζει με τέχνασμα ταχυδακτυλουργού. Τέτοια τεχνάσματα έκανε πρώτος ο Επίκτητος και ακολούθησαν ο Πιέρ Γκασσεντί, ο Μονταίνιος κ.α. Δυστυχώς τέτοιοι συμψηφισμοί συνεχίζονται και στην εποχή μας, Στον 21ο αιώνα.
Χαρακτηριστικό των συναισθημάτων του Μάρουλου είναι και το παρακάτω ποίημα, που αναφέρεται μάλλον σε κάποιο πεσόντα στην μάχη φίλο του.
Σωριάστηκε συθέμελα και σπίτι και πατρίδα
Και να, και σε, γλυκέ αδελφέ, ο Χάρος μου σε πήρε
Και άγουρο σε έστειλε στ' ανήλιαγα παλάτια.
Αλοιά, κακόμοιρο παιδί, ποια τύχη μου σε πήρε;
Σε ποιόν αφήνεις, φεύγοντας, τα' αραχνιασμένο σπίτι;
Πρώτη η πατρίδα, ύστερα συ, μου τάραξες τα στήθια.
Μαζί σου όλα τάθαψα και πόθους μου κ' ελπίδες,
Όλα μαζί στο σκοτεινό το μνήμα, που σε κρύβει
Όμως αυτό το ποίημα, λες και το έγραψε για τον εαυτό του. Πράγματι το 1500, τον απασχολούσαν τα καινοφανή θέματα του Λουκρήτιου. Όντως είχε προβληματιστεί από το κείμενο “Περί Φύσεως των Πραγμάτων”.
Εκείνη την εποχή βρισκόταν στην Βολτέρρα. Ένα χωριό της Τοσκάνης. Μία νύχτα φόρεσε την πανοπλία του και καβάλα στο άλογό του έφυγε από το χωριό για να πολεμήσει τα στρατεύματα του Καίσαρα Βοργία. Τα στρατεύματα αυτά άρχισαν να συγκεντρώνονται δίπλα στην ακτή κοντά στην πόλη Πιομπίνο.
Την νύχτα εκείνη έβρεχε καταρρακτωδώς και πριν ξεκινήσει, οι χωρικοί τον συμβούλεψαν να μην τολμήσει να διαβεί ένα ρηχό πέρασμα του πλημμυρισμένου ποταμού Τσετσίνα. Όμως αυτός, ως σκληροτράχηλος πολεμιστής, δεν έδωσε την ανάλογη σημασία στα λόγια των χωρικών. Έτσι προσπάθησε να τον περάσει. Αλλά καθώς τον διέσχιζε τον ποταμό, το άλογο του γλίστρησε και τον καταπλάκωσε.
Τότε φημολογείται ότι ο Μάρουλος, την στιγμή που πνιγόταν, αναθεμάτιζε τους Ολύμπιους θεούς. Και τους αναθεμάτιζε, γιατί όπως είχε εκμυστηρευτεί σε κάποιον συστρατιώτη του, όταν ήταν παιδί του είχε πει ένας τσιγγάνος, ότι δεν έπρεπε να φοβάται τον θεό Ποσειδώνα αλλά τον θεό Άρη.
Βέβαια όλη αυτή η ιστορία του θανάτου του Μάρουλου, μπορεί να ήταν ένας μύθος γεννημένος στην φαντασία των κατοίκων της περιοχής. Όμως το γεγονός είναι, ότι πέθανε άδοξα σε ηλικία 47 ετών ένας από τους σπουδαιότερους Έλληνες του 15ου αιώνα, αφήνοντας πάνω απ’ όλα την γυναίκα του την Αλεξάνδρα Σκάλα στην ηλικία των 25 ετών.
Η Αλεξάνδρα που τον υπεραγαπούσε, μετά τον θάνατο του Μάρουλου, κλείστηκε σε ένα μοναστήρι και πέθανε έξι χρόνια αργότερα σε ηλικία 32 ετών. Αργότερα στην τσέπη του νεκρού Μάρουλου, βρέθηκε ένα αντίγραφο του ποιήματος του Λουκρήτιου.
Τα έργα του Μάρουλου, όπως μας τα παρουσιάζει ο Κων/νος Σάθας είναι τα παρακάτω:
Epigrammata Roma 1493 (Μνημονεύεται και προγενεστέρα έκδοση του 1490)
Hymni Naturales: Φυσικοί Ύμνοι (Πρώτα δημοσιεύθηκαν στην Φλωρεντία το 1497 από το παράρτημα του Φάνου – Maruli Neniae; ejusdem epigrammata nunquam alias impressa. Αναδημοσιεύτηκαν στην Μπολόνια το 1504, στο Στρασβούργο το 1509 και στο Παρίσι το 1539). Πιο πλήρης έκδοση των ποιημάτων του Μάρουλου θεωρείται αυτή που έγινε στην Βριξία το 1532, (Epigrammatum libri quatuor. Hymnorum libri quatuor, Neniae quinque et alia quaedam epigrammata), όπου ανατυπώθηκε στο Παρίσι το 1561.
Εκτός των άνω έργων, ο Ταρχανιώτης έγραψε και – De principum Institutione.
Μπάμπης ο Επικούρειος (Πατζόγλου)
Πηγή
Tromaktiko
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Επίθεση στην Μαρία Κορινθίου.
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ