2018-05-10 23:20:10
Η δεύτερη πιο γερασμένη χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση είναι η Ελλάδα σύμφωνα με τα στοιχεία της Eurostat που δημοσιεύθηκαν χθες.
Eνας στους 3 Έλληνες, το 2017 ήταν ηλικίας άνω των 65 ετών. Στην πρώτη θέση βρίσκεται η Ιταλία, ενώ το χαμηλότερο ποσοστό ηλικιωμένων παρουσιάζει το Λουξεμβούργο.
Η ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία παρουσίασε χθες, τον “δείκτη εξάρτησης ηλικιωμένων” στις χώρες της Ε.Ε. για το 2017, που στην πράξη “φωτογραφίζει” το ποσοστό των ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών επί του συνολικού πληθυσμού και φέρνει τη χώρα μας σε μια από τις πλέον δυσχερείς θέσεις. Ο ελληνικός πληθυσμός γερνάει, με κίνδυνο να εκτινάξει εκ νέου τη συνταξιοδοτική δαπάνη εκτός στόχου, παρά τις δραματικές περικοπές των συντάξεων, παλαιών και νέων, που έχει συμφωνήσει η κυβέρνηση με τους εκπροσώπους των δανειστών κατά τις πρόσφατες ασφαλιστικές μεταρρυθμίσεις. Είναι ενδεικτικό ότι, ενώ κατά μέσο όρο, στην Ευρώπη, τα άτομα άνω των 65 ετών αντιστοιχούν στο 19,4% των ατόμων ηλικίας μεταξύ 15-64 ετών, στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό είναι 33,6%, με την Ιταλία να βρίσκεται σε χειρότερη θέση με 34,8%
. Στην Φινλανδία το 33,2% των ατόμων ηλικίας άνω των 65 εξαρτάται από τον υπόλοιπο, ενεργό πληθυσμό, στην Πορτογαλία το ποσοστό είναι 32,5% ενώ σημαντικό πρόβλημα εμφανίζει και η Γερμανία με 32,4%.
Τα χαμηλότερα ποσοστά σημειώνονται στο Λουξεμβούργο (20,5%), την Ιρλανδία (20,7%) , τη Σλοβακία (21,5%) και στην Κύπρο (22,8%).
Συνολικά, ο πληθυσμός της Ε.Ε. ηλικίας άνω των 65 ετών εκτιμάται σε περίπου 100 εκατ. ανθρώπους, με τον δείκτη εξάρτησης ηλικιωμένων να αυξάνεται δραματικά, τα τελευταία πολλά χρόνια. Είναι ενδεικτικό, ότι πριν από 20 χρόνια, υπήρχαν περίπου 5 άτομα σε παραγωγική ηλικία (μεταξύ 15 και 64 ετών) για κάθε έναν ηλικιωμένο πάνω από τα 65, δέκα χρόνια μετά, ο δείκτης ήταν 4 προς 1 και σήμερα, πλησιάζει σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το 3 προς 1. Στην Ελλάδα το έχει αγγίξει, με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να αναδεικνύει το δημογραφικό ως ένα από τα μεγαλύτερη προβλήματα του μέλλοντος, καθώς εκτιμά πως το 2070 ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων θα εκτοξευθεί στο 63%. Στην πράξη, για κάθε 10 άτομα που θα βρίσκονται στην παραγωγική ηλικία μεταξύ 15 και 64 ετών το όχι και τόσο μακρινό 2070, θα υπάρχουν σχεδόν 7 ηλικιωμένοι, άνω των 65 που θα «εξαρτώνται» από αυτούς.
Κι αυτό, με δεδομένες τόσο τις περικοπές των νέων συντάξεων που επέβαλε ο νόμος Κατρούγκαλου, όσο και των παλαιών, που θα εφαρμοστούν από το 2019.
Όπως μάλιστα επισημαίνει το Ενιαίο Δίκτυο Συνταξιούχων, ο νόμος Κατρούγκαλου που κλείνει πλέον δύο χρόνια από την εφαρμογή του, επέφερε περικοπές στις νέες κύριες συντάξεις έως 30%, στις επικουρικές, στα εφάπαξ, στις συντάξεις χηρείας κ.α. , ενώ αύξησε και τις ασφαλιστικές εισφορές, όταν σήμερα 1,16 εκατ. συνταξιούχοι σήμερα ζουν με κύρια σύνταξη μόλις 364 εύρω.
Παράλληλα ο ίδιος νόμος δημιούργησε σοβαρές αδικίες και ανισότητες σε βάρος ασφαλισμένων που καταβάλλουν μεγάλες εισφορές επί πολλά χρόνια, προς όφελος άλλων που έχουν μικρότερη ασφαλιστική συνεισφορά. Μάλιστα, από το 2019 και μετά, οι συντάξεις του δημόσιου συστήματος ασφάλισης θα είναι υποχρηματοδοτημένες ενώ σωρευτικά, με τα μέτρα που έχουν ψηφιστεί, οι ήδη συνταξιούχοι εκτιμάται ότι θα χάσουν επιπλέον 20 δισ. ευρώ.
Πηγή Tromaktiko
Eνας στους 3 Έλληνες, το 2017 ήταν ηλικίας άνω των 65 ετών. Στην πρώτη θέση βρίσκεται η Ιταλία, ενώ το χαμηλότερο ποσοστό ηλικιωμένων παρουσιάζει το Λουξεμβούργο.
Η ευρωπαϊκή στατιστική υπηρεσία παρουσίασε χθες, τον “δείκτη εξάρτησης ηλικιωμένων” στις χώρες της Ε.Ε. για το 2017, που στην πράξη “φωτογραφίζει” το ποσοστό των ατόμων ηλικίας άνω των 65 ετών επί του συνολικού πληθυσμού και φέρνει τη χώρα μας σε μια από τις πλέον δυσχερείς θέσεις. Ο ελληνικός πληθυσμός γερνάει, με κίνδυνο να εκτινάξει εκ νέου τη συνταξιοδοτική δαπάνη εκτός στόχου, παρά τις δραματικές περικοπές των συντάξεων, παλαιών και νέων, που έχει συμφωνήσει η κυβέρνηση με τους εκπροσώπους των δανειστών κατά τις πρόσφατες ασφαλιστικές μεταρρυθμίσεις. Είναι ενδεικτικό ότι, ενώ κατά μέσο όρο, στην Ευρώπη, τα άτομα άνω των 65 ετών αντιστοιχούν στο 19,4% των ατόμων ηλικίας μεταξύ 15-64 ετών, στην Ελλάδα το ποσοστό αυτό είναι 33,6%, με την Ιταλία να βρίσκεται σε χειρότερη θέση με 34,8%
Τα χαμηλότερα ποσοστά σημειώνονται στο Λουξεμβούργο (20,5%), την Ιρλανδία (20,7%) , τη Σλοβακία (21,5%) και στην Κύπρο (22,8%).
Συνολικά, ο πληθυσμός της Ε.Ε. ηλικίας άνω των 65 ετών εκτιμάται σε περίπου 100 εκατ. ανθρώπους, με τον δείκτη εξάρτησης ηλικιωμένων να αυξάνεται δραματικά, τα τελευταία πολλά χρόνια. Είναι ενδεικτικό, ότι πριν από 20 χρόνια, υπήρχαν περίπου 5 άτομα σε παραγωγική ηλικία (μεταξύ 15 και 64 ετών) για κάθε έναν ηλικιωμένο πάνω από τα 65, δέκα χρόνια μετά, ο δείκτης ήταν 4 προς 1 και σήμερα, πλησιάζει σε ευρωπαϊκό επίπεδο, το 3 προς 1. Στην Ελλάδα το έχει αγγίξει, με τις εκτιμήσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας να αναδεικνύει το δημογραφικό ως ένα από τα μεγαλύτερη προβλήματα του μέλλοντος, καθώς εκτιμά πως το 2070 ο δείκτης εξάρτησης ηλικιωμένων θα εκτοξευθεί στο 63%. Στην πράξη, για κάθε 10 άτομα που θα βρίσκονται στην παραγωγική ηλικία μεταξύ 15 και 64 ετών το όχι και τόσο μακρινό 2070, θα υπάρχουν σχεδόν 7 ηλικιωμένοι, άνω των 65 που θα «εξαρτώνται» από αυτούς.
Κι αυτό, με δεδομένες τόσο τις περικοπές των νέων συντάξεων που επέβαλε ο νόμος Κατρούγκαλου, όσο και των παλαιών, που θα εφαρμοστούν από το 2019.
Όπως μάλιστα επισημαίνει το Ενιαίο Δίκτυο Συνταξιούχων, ο νόμος Κατρούγκαλου που κλείνει πλέον δύο χρόνια από την εφαρμογή του, επέφερε περικοπές στις νέες κύριες συντάξεις έως 30%, στις επικουρικές, στα εφάπαξ, στις συντάξεις χηρείας κ.α. , ενώ αύξησε και τις ασφαλιστικές εισφορές, όταν σήμερα 1,16 εκατ. συνταξιούχοι σήμερα ζουν με κύρια σύνταξη μόλις 364 εύρω.
Παράλληλα ο ίδιος νόμος δημιούργησε σοβαρές αδικίες και ανισότητες σε βάρος ασφαλισμένων που καταβάλλουν μεγάλες εισφορές επί πολλά χρόνια, προς όφελος άλλων που έχουν μικρότερη ασφαλιστική συνεισφορά. Μάλιστα, από το 2019 και μετά, οι συντάξεις του δημόσιου συστήματος ασφάλισης θα είναι υποχρηματοδοτημένες ενώ σωρευτικά, με τα μέτρα που έχουν ψηφιστεί, οι ήδη συνταξιούχοι εκτιμάται ότι θα χάσουν επιπλέον 20 δισ. ευρώ.
Πηγή Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Είναι τελικά φιλόζωοι οι «φιλόζωοι»;
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ