2018-05-16 22:00:19
Σαράντα χρόνια μετά την κίνηση του πατέρα της να εξαγοράσει το περίφημο Château Margaux, η Κορίνα Μεντζελοπούλου προχώρησε ένα βήμα πιο πέρα, μετατρέποντας τον αμπελώνα σε επιχείρηση πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων.
Όταν ο πατέρας της, Ανδρέας Μεντζελόπουλος, έφυγε από τη ζωή το 1980, η Κορίνα κληρονόμησε μια ολόκληρη επιχειρηματική αυτοκρατορία που περιελάμβανε 1.600 σούπερ μάρκετ, 80 κτήρια στο κεντρικό Παρίσι, ένα ξενοδοχείο που ήταν κάποτε η κατοικία του Λουδοβίκου του 14ου και έναν αμπελώνα που η οικογένειά της είχε αγοράσει από μια ιδιοτροπία, τρία νωρίτερα.
Σήμερα, αυτός ακριβώς ο αμπελώνας την έκανε δισεκατομμυριούχο. Πρόκειται φυσικά για το θρυλικό Chateau Margaux, που παράγει ίσως το κορυφαίο και το πιο αριστοκρατικό κρασί του πλανήτη και το οποίο λίγοι και πολύ πλούσιοι έχουν τη ευτυχία να το γεύονται, καθώς οι τιμές στις οποίες πωλείται φτάνουν ακόμα και τα 1.500 ευρώ (ανάλογα με τη χρονιά) η φιάλη.
Βέβαια, εκείνη την εποχή στη δεκαετία του ’70 κανείς στη Γαλλία δεν μπορούσε να πιστέψει ότι το θρυλικό château, που αποτελεί μέρος της ιστορίας της χώρας αυτής, θα μπορούσε να περάσει στα χέρια ενός ανθρώπου που δεν ήταν Γάλλος, καθώς πρόκειται για ένα από τα ελάχιστα ακίνητα που μπορούν να διεκδικήσουν την βραβευμένη ονομασία Premier Cru που απονεμήθηκε από τον Ναπολέοντα τον 3ο το 1855 για τα καλύτερα σημεία παραγωγής κρασιού Μπορντώ.
Για αυτό άλλωστε και η είδηση αυτή είχε προκαλέσει «σοκ» στον οινοπαραγωγικό κόσμο της χώρας, αλλά και στα μεγάλα σαλόνια της Πόλης του Φωτός.
«Το Margaux δεν είναι απλά μια εταιρεία, είναι κάτι τόσο ιδιαίτερο», αναφέρει η κα. Μεντζελοπούλου.
Ο πατέρας της, Έλληνας μεγιστάνας στον τομέα των σούπερ μάρκετ, κατέβαλε τότε το σχετικά μικρό ποσό των 72 εκατ. φράγκων το 1977, αφού είχε βγει στην αγορά πριν δύο χρόνια. Η έκρηξη στη ζήτηση φίνου κρασιού τα τελευταία 40 χρόνια και η ανάδυση μιας νέας γενιάς δισεκατομμυριούχων, πρόθυμων να πληρώσουν πολλά χρήματα για εμβληματικά περιουσιακά στοχεία, σήμαιναν ότι μια επιχείρηση όπως το Margaux θα μπορούσε άνετα να πουληθεί και για ένα 1 δισ. δολ., αν και η κα. Μεντζελοπούλου λέει ότι γι' αυτήν δεν υπάρχει ιδανικός αγοραστής, αφού δεν ενδιαφέρεται να το πουλήσει.
Ακόμα κι έτσι, όμως, γίνεται αυτομάτως μια από τις πιο πλούσιες γυναίκες της Γαλλίας και το Margaux,με μόλις 81 εργαζομένους, μια από τις μικρότερες επιχειρήσεις αξίας 1 δισ. δολ. παγκοσμίως. Τα εδάφη του παράγουν περί τις 280.000 μποτίλιες κρασί ετησίως, με τιμή πώλησης τα 1.000 δολάρια κατά μέσο όρο έκαστο (κι αυτό για τις πιο πρόσφατες σοδειές)..
Εξάλλου, σύμφωνα με τη Barclays Plc, η παραγωγή έξτρα φίνου κρασιού έχει μετατραπεί από ιδιωτικό χόμπι σε δημοφιλή επένδυση με την οποία ασχολείται το 1/4 των πλουσίων παγκοσμίως, ενώ το κρασί έχει αναδειχθεί (χάρη και στην τεράστια ζήτηση από την Κίνα) στο asset πολυτελείας με τη δεύτερη καλύτερη επίδοση, πίσω από τα κλασικά αυτοκίνητα, σύμφωνα με τη Knight Frank.
Αν και η κα. Μεντζελοπούλου αρνείται να αποκαλύψει την οικονομική της κατάσταση, αναλυτές εκτιμούν ότι τα ετήσια έσοδα από το Margaux ανέρχονται σε 100 εκατ. δολάρια, ενώ μερικά από τα κρασιά του πωλούνται εκ των προτέρων, με ένα σύστημα προθεσμιακών συμβολαίων , πράγμα που σημαίνει ότι αγοράζονται και πληρώνονται ενώ είναι ακόμα μέσα στα βαρέλια, ακόμα κι έναν χρόνο πριν την παράδοσή τους.
Τίποτα από αυτά όμως δεν είναι τόσο ελκυστικό για τους δυνητικούς αγοραστές, όσο το γεγονός ότι το Margaux είναι κάτι μοναδικό στον κόσμο.
Όσο για το πώς έφτασε στα χέρια των Μεντελόπουλων; Οταν η Κορίνα ήταν γύρω στα 25, ο πατέρας της παρατήρησε ένα άρθρο σε μια εφημερίδα που ανέφερε πως η οικογένεια που είχε τον αμπελώνα εδώ και 50 χρόνια, προσπαθούσε αν τον πουλήσει. Κάνοντας μια επιτόπια βόλτα εκεί και βλέποντας τον αμπελώνα, τα καλντερίμια και το κτήριο που ήταν χτισμένο στα πρότυπα του Παρθενώνα, συμφώνησε να αγοράσει όλο το ακίνητο με μια χειραψία αντιλαμαβνόμενος ως δαιμόνιος επιχειρηματίας ότι επρόκειτο για κάτι μοναδικό.
Οι Γάλλοι σοκαρίστηκαν. Ο νέος ιδιοκτήτης μετά βίας ήξερε λίγα γαλλικά και έπινε κρασιά αμφιβόλου ποιότητας κι όμως γινόταν ο επόμενος ιδιοκτήτης του ιστορικού ακινήτου, το οποίο ωστόσο είχε και τα μειονεκτήματά του: μέτριας ποιότητας αμπέλια, ένα σκάνδαλο για μια απάτη στις ετικέτες , καθώς και την κατάρρευση των τιμών του κρασιού μετά το κραχ του χρηματιστηρίου το 1973 και την πετρελαϊκή κρίση. Ολα αυτά είχαν αφήσει τους αμπελώνας της Μπορντώ σε μια κατάσταση παραμέλησης, με λίγους πιθανούς αγοραστές. Παράλληλα, τότε οι λεγόμενοι ολιγάρχες δεν υπήρχαν και η Ασία επίσης δεν υπήρχε στον επενδυτικό και οικονομικό χάρτη. Γενικά η οικονομία ήταν σε περιδίνηση.
Οι Μεντζελόπουλοι αποφάσισαν να επενδύσουν μακροπρόθεσμα. Έβαλαν νέα αμπέλια, αγόρασαν νέες δεξαμενές και έφεραν έναν σύμβουλο οίνου που τους βοήθησε να επιλέξουν νέα δρύινα βαρέλια. Έψαξαν και βρήκαν την ιδανική ημερομηνία για τη συλλογή σταφυλιών και επέβλεψαν την επανεισαγωγή ενός άλλου κρασιού, μιας λιγότερο δαπανηρής επιλογής που ονομάζεται Pavillon Rouge.
Η καταγωγή του πατέρα της Ανδρέα Μεντζελόπουλου ήταν από την Πελοπόννησο, από τα Αρφαρά Αιγιαλείας, συγκεκριμένα. Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1915 και ο πατέρας του ήταν ξενοδόχος. Το όνειρό του ήταν τα παιδιά του να πάνε στο εξωτερικό και να αποκτήσουν περιουσία.
Έτσι λοιπόν στα 18 του χρόνια ο Ανδρέας Μεντζελόπουλος έφυγε για τη Γαλλία. Σπουδάζει Λογοτεχνία στην Γκρενόμπλ και μαθαίνει έξι γλώσσες. Έχει κοσμοπολίτικο αέρα και του αρέσει να χρησιμοποιεί πολύ συχνά φράσεις του Ουίνστον Τσόρτσιλ. Μετά τις σπουδές ασχολείται με το εμπόριο των δημητριακών στη Κίνα, στην Ινδία και στο Πακιστάν. Επέστρεψε στο Παρίσι και εξαγοράζει τη «Félix Potin», μια φίρμα που είχε ιδρυθεί το 1844 και είχε 80 παντοπωλεία σε ολόκληρη τη χώρα. Λίγα χρόνια μετά, υπό τη διαχείριση του δαιμόνιου Ελληνα η εταιρεία διέθετε 1.600 σούπερ μάρκετ και παντοπωλεία σε όλη τη χώρα και μια σειρά από ακριβά ακίνητα στο Παρίσι.
Η Κορίνα Μεντζελοπούλου ξέρει ήδη πως θα κληροδοτήσει το Margaux στην δευτερότοκη κόρη της την 32χρονη Αλεξάνδρα, κάτι που τιμά την κληρονομιά που της άφησε ο πατέρας της, και παράλληλα γλιτώνει και τον βαρύ φόρο κληρονομιάς που προβλέπεται στη Γαλλία.
Η Αλεξάνδρα ζει στο Λονδίνο όπου έχει στην ιδιοκτησία της ένα wine bar και εστιατόριο, αλλά επισκέπτεται τη Μπορντώ συχνά σε καίριες περιόδους όπως στη συγκομιδή και την παραγωγή νέου κρασιού.
Και αν η οικογένεια αποφασίσει ποτέ να το πουλήσει κάποια μέρα, υπάρχουν πλεόν περισσότεροι δυνητικοί αγοραστές από ποτέ: μόνο η Κίνα έχει εκατοντάδες δισεκατομμυριούχους, κάποιοι εκ των οποίων καλοβλέπουν τον χώρο της οινοποιίας: ο Jack Ma της Αλί Μπαμπά, έχει έναν αμπελώνα στο Entre-Deux-Mers. Ο Pan Sutong έχει τρεις αμπελώνες: δύο στο Pomerol και ένα στο Saint-Emilion. Ο πλουσιότερος άνθρωπος της Γαλλίας, Bernard Arnault, είναι ιδιοκτήτης του ακινήτου Cheval Blanc μέσω της LVMH. Ο ιδρυτής του Kering έχει το Premier Cru Chateau Latour.
anatakti
Όταν ο πατέρας της, Ανδρέας Μεντζελόπουλος, έφυγε από τη ζωή το 1980, η Κορίνα κληρονόμησε μια ολόκληρη επιχειρηματική αυτοκρατορία που περιελάμβανε 1.600 σούπερ μάρκετ, 80 κτήρια στο κεντρικό Παρίσι, ένα ξενοδοχείο που ήταν κάποτε η κατοικία του Λουδοβίκου του 14ου και έναν αμπελώνα που η οικογένειά της είχε αγοράσει από μια ιδιοτροπία, τρία νωρίτερα.
Σήμερα, αυτός ακριβώς ο αμπελώνας την έκανε δισεκατομμυριούχο. Πρόκειται φυσικά για το θρυλικό Chateau Margaux, που παράγει ίσως το κορυφαίο και το πιο αριστοκρατικό κρασί του πλανήτη και το οποίο λίγοι και πολύ πλούσιοι έχουν τη ευτυχία να το γεύονται, καθώς οι τιμές στις οποίες πωλείται φτάνουν ακόμα και τα 1.500 ευρώ (ανάλογα με τη χρονιά) η φιάλη.
Βέβαια, εκείνη την εποχή στη δεκαετία του ’70 κανείς στη Γαλλία δεν μπορούσε να πιστέψει ότι το θρυλικό château, που αποτελεί μέρος της ιστορίας της χώρας αυτής, θα μπορούσε να περάσει στα χέρια ενός ανθρώπου που δεν ήταν Γάλλος, καθώς πρόκειται για ένα από τα ελάχιστα ακίνητα που μπορούν να διεκδικήσουν την βραβευμένη ονομασία Premier Cru που απονεμήθηκε από τον Ναπολέοντα τον 3ο το 1855 για τα καλύτερα σημεία παραγωγής κρασιού Μπορντώ.
Για αυτό άλλωστε και η είδηση αυτή είχε προκαλέσει «σοκ» στον οινοπαραγωγικό κόσμο της χώρας, αλλά και στα μεγάλα σαλόνια της Πόλης του Φωτός.
«Το Margaux δεν είναι απλά μια εταιρεία, είναι κάτι τόσο ιδιαίτερο», αναφέρει η κα. Μεντζελοπούλου.
Ο πατέρας της, Έλληνας μεγιστάνας στον τομέα των σούπερ μάρκετ, κατέβαλε τότε το σχετικά μικρό ποσό των 72 εκατ. φράγκων το 1977, αφού είχε βγει στην αγορά πριν δύο χρόνια. Η έκρηξη στη ζήτηση φίνου κρασιού τα τελευταία 40 χρόνια και η ανάδυση μιας νέας γενιάς δισεκατομμυριούχων, πρόθυμων να πληρώσουν πολλά χρήματα για εμβληματικά περιουσιακά στοχεία, σήμαιναν ότι μια επιχείρηση όπως το Margaux θα μπορούσε άνετα να πουληθεί και για ένα 1 δισ. δολ., αν και η κα. Μεντζελοπούλου λέει ότι γι' αυτήν δεν υπάρχει ιδανικός αγοραστής, αφού δεν ενδιαφέρεται να το πουλήσει.
Ακόμα κι έτσι, όμως, γίνεται αυτομάτως μια από τις πιο πλούσιες γυναίκες της Γαλλίας και το Margaux,με μόλις 81 εργαζομένους, μια από τις μικρότερες επιχειρήσεις αξίας 1 δισ. δολ. παγκοσμίως. Τα εδάφη του παράγουν περί τις 280.000 μποτίλιες κρασί ετησίως, με τιμή πώλησης τα 1.000 δολάρια κατά μέσο όρο έκαστο (κι αυτό για τις πιο πρόσφατες σοδειές)..
Εξάλλου, σύμφωνα με τη Barclays Plc, η παραγωγή έξτρα φίνου κρασιού έχει μετατραπεί από ιδιωτικό χόμπι σε δημοφιλή επένδυση με την οποία ασχολείται το 1/4 των πλουσίων παγκοσμίως, ενώ το κρασί έχει αναδειχθεί (χάρη και στην τεράστια ζήτηση από την Κίνα) στο asset πολυτελείας με τη δεύτερη καλύτερη επίδοση, πίσω από τα κλασικά αυτοκίνητα, σύμφωνα με τη Knight Frank.
Αν και η κα. Μεντζελοπούλου αρνείται να αποκαλύψει την οικονομική της κατάσταση, αναλυτές εκτιμούν ότι τα ετήσια έσοδα από το Margaux ανέρχονται σε 100 εκατ. δολάρια, ενώ μερικά από τα κρασιά του πωλούνται εκ των προτέρων, με ένα σύστημα προθεσμιακών συμβολαίων , πράγμα που σημαίνει ότι αγοράζονται και πληρώνονται ενώ είναι ακόμα μέσα στα βαρέλια, ακόμα κι έναν χρόνο πριν την παράδοσή τους.
Τίποτα από αυτά όμως δεν είναι τόσο ελκυστικό για τους δυνητικούς αγοραστές, όσο το γεγονός ότι το Margaux είναι κάτι μοναδικό στον κόσμο.
Όσο για το πώς έφτασε στα χέρια των Μεντελόπουλων; Οταν η Κορίνα ήταν γύρω στα 25, ο πατέρας της παρατήρησε ένα άρθρο σε μια εφημερίδα που ανέφερε πως η οικογένεια που είχε τον αμπελώνα εδώ και 50 χρόνια, προσπαθούσε αν τον πουλήσει. Κάνοντας μια επιτόπια βόλτα εκεί και βλέποντας τον αμπελώνα, τα καλντερίμια και το κτήριο που ήταν χτισμένο στα πρότυπα του Παρθενώνα, συμφώνησε να αγοράσει όλο το ακίνητο με μια χειραψία αντιλαμαβνόμενος ως δαιμόνιος επιχειρηματίας ότι επρόκειτο για κάτι μοναδικό.
Οι Γάλλοι σοκαρίστηκαν. Ο νέος ιδιοκτήτης μετά βίας ήξερε λίγα γαλλικά και έπινε κρασιά αμφιβόλου ποιότητας κι όμως γινόταν ο επόμενος ιδιοκτήτης του ιστορικού ακινήτου, το οποίο ωστόσο είχε και τα μειονεκτήματά του: μέτριας ποιότητας αμπέλια, ένα σκάνδαλο για μια απάτη στις ετικέτες , καθώς και την κατάρρευση των τιμών του κρασιού μετά το κραχ του χρηματιστηρίου το 1973 και την πετρελαϊκή κρίση. Ολα αυτά είχαν αφήσει τους αμπελώνας της Μπορντώ σε μια κατάσταση παραμέλησης, με λίγους πιθανούς αγοραστές. Παράλληλα, τότε οι λεγόμενοι ολιγάρχες δεν υπήρχαν και η Ασία επίσης δεν υπήρχε στον επενδυτικό και οικονομικό χάρτη. Γενικά η οικονομία ήταν σε περιδίνηση.
Οι Μεντζελόπουλοι αποφάσισαν να επενδύσουν μακροπρόθεσμα. Έβαλαν νέα αμπέλια, αγόρασαν νέες δεξαμενές και έφεραν έναν σύμβουλο οίνου που τους βοήθησε να επιλέξουν νέα δρύινα βαρέλια. Έψαξαν και βρήκαν την ιδανική ημερομηνία για τη συλλογή σταφυλιών και επέβλεψαν την επανεισαγωγή ενός άλλου κρασιού, μιας λιγότερο δαπανηρής επιλογής που ονομάζεται Pavillon Rouge.
Η καταγωγή του πατέρα της Ανδρέα Μεντζελόπουλου ήταν από την Πελοπόννησο, από τα Αρφαρά Αιγιαλείας, συγκεκριμένα. Γεννήθηκε στην Πάτρα το 1915 και ο πατέρας του ήταν ξενοδόχος. Το όνειρό του ήταν τα παιδιά του να πάνε στο εξωτερικό και να αποκτήσουν περιουσία.
Έτσι λοιπόν στα 18 του χρόνια ο Ανδρέας Μεντζελόπουλος έφυγε για τη Γαλλία. Σπουδάζει Λογοτεχνία στην Γκρενόμπλ και μαθαίνει έξι γλώσσες. Έχει κοσμοπολίτικο αέρα και του αρέσει να χρησιμοποιεί πολύ συχνά φράσεις του Ουίνστον Τσόρτσιλ. Μετά τις σπουδές ασχολείται με το εμπόριο των δημητριακών στη Κίνα, στην Ινδία και στο Πακιστάν. Επέστρεψε στο Παρίσι και εξαγοράζει τη «Félix Potin», μια φίρμα που είχε ιδρυθεί το 1844 και είχε 80 παντοπωλεία σε ολόκληρη τη χώρα. Λίγα χρόνια μετά, υπό τη διαχείριση του δαιμόνιου Ελληνα η εταιρεία διέθετε 1.600 σούπερ μάρκετ και παντοπωλεία σε όλη τη χώρα και μια σειρά από ακριβά ακίνητα στο Παρίσι.
Η Κορίνα Μεντζελοπούλου ξέρει ήδη πως θα κληροδοτήσει το Margaux στην δευτερότοκη κόρη της την 32χρονη Αλεξάνδρα, κάτι που τιμά την κληρονομιά που της άφησε ο πατέρας της, και παράλληλα γλιτώνει και τον βαρύ φόρο κληρονομιάς που προβλέπεται στη Γαλλία.
Η Αλεξάνδρα ζει στο Λονδίνο όπου έχει στην ιδιοκτησία της ένα wine bar και εστιατόριο, αλλά επισκέπτεται τη Μπορντώ συχνά σε καίριες περιόδους όπως στη συγκομιδή και την παραγωγή νέου κρασιού.
Και αν η οικογένεια αποφασίσει ποτέ να το πουλήσει κάποια μέρα, υπάρχουν πλεόν περισσότεροι δυνητικοί αγοραστές από ποτέ: μόνο η Κίνα έχει εκατοντάδες δισεκατομμυριούχους, κάποιοι εκ των οποίων καλοβλέπουν τον χώρο της οινοποιίας: ο Jack Ma της Αλί Μπαμπά, έχει έναν αμπελώνα στο Entre-Deux-Mers. Ο Pan Sutong έχει τρεις αμπελώνες: δύο στο Pomerol και ένα στο Saint-Emilion. Ο πλουσιότερος άνθρωπος της Γαλλίας, Bernard Arnault, είναι ιδιοκτήτης του ακινήτου Cheval Blanc μέσω της LVMH. Ο ιδρυτής του Kering έχει το Premier Cru Chateau Latour.
anatakti
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Οι Αγγελόπουλοι ζήλεψαν τον Αλαφούζο;
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Γυναικείος οργασμός: από τι εξαρτάται
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ