2018-05-17 09:20:19
Το ιστορικό αυτό γεγονός δημοσιεύτηκε στις αρχές του εικοστού αιώνα στο περιοδικό «Μοσκόβοσκιε Βέντομοστι» (Τά χρονικά της Μόσχας). Αργότερα κυκλοφόρησε από την Λαύρα του Όσίου Σεργίου σαν ξεχωριστή έκδοση. Το εκδοτικό τμήμα της Λαύρας επικοινώνησε με τον συγγραφέα του βιβλίου, ο όποιος και επαλήθευσε Το γεγονός Το όποίο, περιγράφεται στο βιβλίο, λέγοντας ταυτόχρονα ότι
Ο Άνθρωπος, στον όποίο το γεγονός αυτό συνέβη, στην συνέχεια έγινε μοναχός.
Η παρούσα έκδοση αποτελεί επανεκτύπωση του κειμένου πού δημοσιεύτηκε στην πόλη Καλούγκα Το 1911.
Α'
Πολλοί άνθρωποι τον αιώνα μας τον αποκαλούν «αιώνα της άρνησης», υποστηρίζοντας ότι ή άρνηση είναι το κυρίαρχο πνεύμα της εποχής μας. Ή άρνηση αυτή ίσως είναι μία επιδημία πού όλους μας ταλαιπωρεί σήμερα. Έκτος όμως από αυτή την γενική άρνηση υπάρχουν και άλλες όχι λίγες αρνήσεις πού φύτρωσαν στο έδαφος της δικής μας επιπολαιότητας
. Πολλές φορές ίσως αρνούμαστε και κάτι το όποιο δεν το γνωρίζουμε καθόλου. Δεν το έχουμε σκεφτεί καν και όμως το αρνούμαστε. Μαζεύονται ένα σωρός ιδέες και θεωρίες, δημιουργώντας στο κεφάλι μας ένα χάος. Ιδέες από διάφορες διδασκαλίες, πολλές φορές αντίθετες μεταξύ τους, κάποιες θεωρίες αλλά τίποτα ορισμένο και συγκεκριμένο. Όλα είναι τόσο επιφανειακά, ασαφή και αόριστα, ώστε δεν υπάρχει καμιά προοπτική κάτι να καταλάβουμε. Ποιοι είμαστε, σε τι πιστεύουμε, ποιο ιδανικό έχουμε στην ψυχή μας, και αν το έχουμε. Αυτά για πολλούς από μας είναι σχεδόν άγνωστα. Το παράξενο όμως είναι ότι ποτέ οί άνθρωποι δεν αρέσκονται τόσο πολύ στο να συζητούν όπως τώρα, στην εποχή των γραμμάτων. Δυστυχώς όμως δεν θέλουν να κατανοήσουν τον εαυτό τους. Το λέω αυτό επειδή το παρατηρώ στους ανθρώπους γύρω μου αλλά και σε μένα τον ίδιο.
Δεν θα περιγράψω όμως εδώ με λεπτομέρειες ολόκληρη τη ζωή μου, επειδή αυτό είναι άσχετο προς το σκοπό μου. Θα προσπαθήσω όμως να περιγράψω τις θρησκευτικές μου πεποιθήσεις. Μεγάλωσα σε μία ορθόδοξη οικογένεια, οι γονείς μου ήταν άνθρωποι ευσεβείς. στο σχολείο οπού πήγαινα ή απιστία δεν θεωρούνταν χαρακτηριστικό γνώρισμα μεγαλοφυΐας. Γι' αυτό και δεν υπήρξα μηδενιστής όπως οι περισσότεροι νέοι της εποχής μου. Ουσιαστικά ήμουν κάτι το απροσδιόριστο: ούτε άθεος ήμουν αλλά ούτε θα μπορούσα να θεωρήσω τον εαυτό μου άνθρωπο λίγο ή πολύ θρησκευόμενο. Επειδή κάτι τέτοιο δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιων δικών μου προσωπικών πεποιθήσεων αλλά διαμορφώθηκε κάτω από την επίδραση του περιβάλλοντος, γι' αυτό θα παρακαλούσα τον αναγνώστη να βρει μόνος του ένα κατάλληλο ορισμό για την προσωπικότητα μου.
Ή ταυτότητα μου έγραφε «χριστιανός ορθόδοξος» αλλά ποτέ μου δεν σκέφτηκα αν έχω ή όχι το δικαίωμα να ονομάζομαι έτσι. Ποτέ δεν μου ήρθε στο μυαλό να ερευνήσω τι απαιτεί από μένα αυτό το όνομα και αν εγώ ανταποκρίνομαι σ' αυτές τις απαιτήσεις. Πάντα έλεγα ότι πιστεύω στον Θεό αλλά αν κάποιος με ρωτούσε πώς πιστεύω και πώς πρέπει να πιστεύουμε σ' Αυτόν σύμφωνα με τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, μέλος της οποίας αποτελούσα και εγώ, αυτό, χωρίς καμιά αμφιβολία, θα με έβαζε σε αμηχανία. "Αν με ρωτούσαν, για παράδειγμα, αν υπήρξε ή όχι σωτήρια για μας ή ενανθρώπηση και τα πάθη του Υιού του Θεού ή πώς βλέπω εγώ την Εκκλησία, αν πιστεύω ή όχι σ' Αυτή και στα μυστήρια της, δεν μπορώ να φανταστώ τι ανοησίες θα μπορούσα να πω. Να και ένα παράδειγμα.
Μια φορά ή γιαγιά μου, πού πάντα τηρούσε αυστηρά τη νηστεία, μου έκανε την παρατήρηση, γιατί εγώ δεν νηστεύω.
- Είσαι γερός και δυνατός, δεν είναι δύσκολο για σένα να νηστεύεις. Πώς ακόμα και ένα τόσο εύκολο πράγμα πού μας ορίζει ή Εκκλησία, δεν θέλεις να το κάνεις;
Ό ορισμός αυτός, γιαγιά μου, δεν έχει νόημα, της απάντησα. Εσείς τρώτε νηστίσιμα επειδή το έχετε συνηθίσει, αλλά συνειδητά δεν το κάνει κανείς από σας.
- Γιατί νομίζεις ότι το να νηστεύεις δεν έχει νόημα;
- τι διαφορά έχει για τον Θεό αν τρώω ζαμπόν ή καπνιστό ψάρι;
Τέτοιες «βαθιές» σκέψεις είχε ένας μορφωμένος άνθρωπος για την ουσία της νηστείας!
- τι είναι αυτά πού λες; συνέχισε ή γιαγιά. Και πώς μπορείς να το χαρακτηρίζεις ανοησία, αν ο ίδιος ο Κύριος μας νήστευε; Αυτό μου έκανε μεγάλη εντύπωση και μόνο με την βοήθεια της γιαγιάς μου μπόρεσα να θυμηθώ ότι πραγματικά έτσι γράφει και στο Ευαγγέλιο. "Όπως βλέπετε αν και είχα δείξει αμέλεια να γνωρίσω το γεγονός, ότι και ο Σωτήρας μας ο ίδιος τηρούσε την νηστεία, επιπλέον είχα και αντιρρήσεις.
Άλλα ας μην σκεφτεί ο αναγνώστης ότι ήμουν λιγότερο σοβαρός από κάποιους άλλους νέους του κύκλου μου. Ακόμα ένα παράδειγμα. Κάποιος ρώτησε έναν γνωστό μου, με τον όποιο εργαζόμασταν μαζί, αν εκείνος πιστεύει στον Χριστό ως Θεάνθρωπο. Εκείνος απάντησε ότι πιστεύει αλλά από τη συνέχεια της συζήτησης έγινε φανερό ότι αρνείται την Ανάσταση του Χριστού.
- Με συγχωρείτε, του είπε μία γυναίκα, αλλά είναι παράξενο αυτό πού λέτε. τι νομίζετε ότι έγινε μετά με τον Χριστό; "Αν εσείς πιστεύετε ότι Αυτός είναι ο Θεός, τότε πώς είναι δυνατόν να λέτε ταυτόχρονα ότι Αυτός πέθανε, δηλαδή με άλλα λόγια ότι έπαψε να υπάρχει; "Όλοι εμείς περιμέναμε ότι θα μας δώσει μία έξυπνη απάντηση, θα μας παρουσιάσει καινούρια θεωρία περί θανάτου ή θα μας δώσει μία νέα ερμηνεία αυτού του γεγονότος. και, όμως, τίποτα παρόμοιο. Απλά μας είπε: «Αχ, δεν το σκέφτηκα!».
Β'
Μία παρόμοια ανοησία είχα και εγώ στο νου μου. Θα μπορούσα νά πω ότι κατά την γνώμη μου πίστευα σωστά στον Θεό. Πίστευα ότι είναι ο Ων, ότι είναι προσωπικός, παντοδύναμος και αιώνιος. Δεχόμουν ότι ο Άνθρωπος πλάστηκε από αυτόν αλλά δεν πίστευα στην μετά θάνατον ζωή. και εγώ, όπως και ο γνωστός μου για τον όποίον μίλησα παραπάνω, δεν καταλάβαινα πως έχω αύτή την εσφαλμένη αντίληψη περί θανάτου μέχρι νά μου Το δείξει ένα περιστατικό. και αυτό αποτελεί ακόμα ένα δείγμα της μη σοβαρής σχέσεώς μας γενικά με τη θρησκεία και ειδικά της δικής μου απροσεξίας σε ότι άφορά την πνευματική ζωή.
Έτυχε νά γνωριστώ με έναν σοβαρό και πολύ μορφωμένο άνθρωπο. Τον συμπαθούσα πολύ. Εκείνος ζούσε μόνος του και συχνά τον επισκεπτόμουν. Μία φορά πού πήγα νά τον δω, τον βρήκα νά κάθεται στο γραφείο του και νά διαβάζει την χριστιανική κατήχηση.
- Τι σημαίνει αυτό, Πρόχορε Άλεξάνδροβιτς (έτσι έλεγαν τον γνωστό μου), θέλετε νά γίνετε δάσκαλος; τον ρώτησα με περιέργεια, κοιτάζοντας πρός το βιβλίο πού διάβαζε εκείνος.
- Όχι, αγαπητέ μου! τι λες, δάσκαλος; Μακάρι νά μπορούσα νά γίνω καλός μαθητής και όχι εγώ νά διδάξω άλλους. Πρέπει νά προετοιμαστώ για τις εξετάσεις. .Ο καιρός πλησιάζει. Βλέπεις, μέρα με τη μέρα ασπρίζουν όλο και περισσότερο τά μαλλιά μου. Κάθε στιγμή μπορεί νά με καλέσουν, μου απάντησε, όπως και πάντα, με ένα χαμόγελο δεν πήρα στα σοβαρά τά λόγια του. Επειδή ήταν άνθρωπος μορφωμένος και πάντα διάβαζε πολύ, νόμιζα ότι άπλά ψάχνει στην κατήχηση κάποιες πληροφορίες. Αυτός όμως ήθελε νά μου εξηγήσει ακριβώς τι εννοούσε και μου είπε:
Διαβάζω πολλά και διάφορα σύγχρονα έργα και συναντώ έκεί πολλές ανοησίες, γι' αυτό και εξετάζω τον εαυτό μου νά μην αποκλείσω από τη σωστή οδό. Γιατί στο τέλος της ζωής μας μας περιμένουν εξετάσεις, πραγματικά δύσκολες εξετάσεις, και επιπλέον δεν Θα υπάρξει ή δυνατότητα νά τις ξαναδώσουμε.
- Πιστεύετε εσείς σ' όλα αυτά;
- Μα πώς μπορώ νά μην τά πιστεύω;
Τι, πέστε μου αληθινά, μπορεί νά μου συμβεί; Άπλά θα διαλυθώ και θα γίνω σκόνη; και αν όχι; Τότε, μήπως θα υπάρξει ή περίπτωση νά κληθώ για νά απολογηθώ για τις πράξεις μου; Δεν είμαι άψυχο ξύλο, έχω θέληση και διάνοια. Συνειδητά έζησα και συνειδητά έπραξα όλες τις αμαρτίες μου...
- Δεν καταλαβαίνω, κύριε Πρόχορε Άλεξάνδροβιτς, πώς φύτρωσε μέσα σας ή πίστη στη μετά θάνατον ζωή; Ή άποψή μου είναι ότι ο άνθρωπος πεθαίνει και όλα τελειώνουν, τελεία και παύλα. τον βλέπεις ακίνητο και άψυχο, νά σαπίζει και νά αποσυντίθεται. Πώς μπορούμε μετά νά μιλάμε για κάποιου είδους ζωή; του είπα εγώ, εκφράζοντας την γνώμη μου.
- Με συγχωρείται, και για τον Λάζαρο, τον Τετραήμερο, τι νά πούμε; Ή ανάσταση του είναι ένα αναμφισβήτητο γεγονός. Ο ίδιος υπήρξε όμοιος με μένα άνθρωπος και πλάστηκε από τον ίδιο πηλό όπως και εγώ.
Τον κοιτούσα και δεν μπορούσα νά αποκρύψω την έκπληξή μου. Είναι δυνατόν ένας τόσο μορφωμένος άνθρωπος νά πιστεύει σ' αυτά τά αδιανόητα πράγματα;
Ο Πρόχορος 'Αλεξάνδροβιτς με την σειρά του με κοίταξε με προσοχή και μετά με ρώτησε, με χαμηλό τόνο:
- Μήπως είστε άπιστος;
- Όχι, γιατί; 'Εγώ πιστεύω στον Θεό, του απάντησα.
- Και όμως στην μετά θάνατον ζωή πού μας από
καλύπτει Το Ευαγγέλιο δεν πιστεύετε. Σήμερα ο καθένας τον Θεό τον καταλαβαίνει διαφορετικά, την θεία αποκάλυψη ο καθένας την κόβει και την ράβει στα μέτρα του. Υπάρχει ακόμα και ή ανθρώπινη αξιολόγηση. Σ' αυτό, λένε πρέπει οπωσδήποτε νά
πιστεύουμε, σ' εκείνο μπορούμε και νά μην πιστεύουμε και σ' ένα τρίτο, λόγου χάρη, δεν Υπάρχει κανένας λόγος νά πιστεύουμε! σαν νά είναι πολλές οι αλήθειες και όχι μία. και δεν καταλαβαίνουν ότι σ' αύτή την περίπτωση πιστεύουν σε κάτι πού είναι
προϊόν της δικής τους σκέψης και της φαντασίας, όπότε δεν μπορούμε πλέον νά μιλάμε για πίστη στο Θεό.
- Μπορούμε, όμως, σε όλα νά πιστεύουμε; Μερικές φορές συναντάμε πολύ παράξενα πράγματα...
- Θέλετε νά πείτε ακατανόητα; Προσπαθήστε να καταλάβετε τον εαυτό σας. δεν Θα μπορέσετε. Πρέπει νά καταλάβετε ότι ή αίτία είστε εσείς ο ίδιος.
Προσπαθήστε νά μιλήσετε με έναν απλό άνθρωπο για τον τετραγωνισμό του κύκλου η για κάποιο άλλο θέμα από τά ανώτερα μαθηματικά. 'Εκείνος δεν Θα καταλάβει τίποτα. αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει νά απορρίψουμε την ίδια την επιστήμη. Βέβαια είναι πιο εύκολο νά απορρίπτουμε κάτι, αλλά τις περισσότερες φορές από αυτό δεν βγαίνει κανένα αποτέλεσμα.
Σκεφτείτε λίγο πόσο παράλογο είναι αυτό πού λέτε. Λέτε ότι πιστεύετε στον Θεό αλλά στη μετά θάνατον ζωή δεν πιστεύετε. 'Ο Θεός όμως δεν είναι Θεός νεκρών αλλά ζώντων. Διαφορετικά τι Θεός είναι Αυτός; Άλλωστε για τη ζωή πέραν του τάφου μίλησε ο ίδιος ο Χριστός. Είναι δυνατόν νά έλεγε ψέματα; Κανείς όμως, ακόμα και οί χειρότεροι εχθροί Του, δεν μπόρεσαν νά τον κατηγορήσουν για το ότι κήρυττε ψέματα. για ποιο λόγο τότε Αυτός ήλθε στη γη και υπέφερε τόσα πάθη; για ποιο λόγο, - σας ρωτάω -, αν εμείς Θα διαλυόμαστε και Θα γινόμαστε σκόνη;
Όχι, δεν μπορείτε νά συνεχίσετε νά σκέφτεστε με αυτόν τον τρόπο. 'Οπωσδήποτε πρέπει νά τον διορθώσετε, είπε με ζήλο. Πρέπει νά κατανοήσετε πόσο σημαντικό είναι κάτι τέτοιο. "Αν αποκτήσετε σωστή αντίληψη πάνω στο θέμα αυτό τότε ή ζωή σας Θα αλλάξει. Θα γίνει μέσα σας μία κατά κάποιον τρόπο ηθική επανάσταση. 'Η πεποίθηση αυτή θα σας στηρίζει και ταυτόχρονα Θα σας παρηγορεί. θα είναι για σας ένα στήριγμα στον καθημερινό σας αγώνα.
Γ'
Έβλεπα πώς σ' αυτό πού λέει ο Πρόχορος Άλεξάνδροβιτς υπάρχει κάποια λογική. Όμως ή σύντομη αυτή συζήτηση δεν μπόρεσε νά με πείσει νά πιστέψω σε ότι συνήθισα νά μην πιστεύω εως τώρα. Το μόνο πού έκανε ήταν νά αποκαλύψει αυτή την συγκεκριμένη γνώμη μου, ή όποία μέχρι εκείνη τη στιγμή παρέμενε κρυμμένη, επειδή δεν έτυχε νά την αναφέρω σε κάποιον, γιατί δεν είχα ποτέ σκεφτεί σοβαρά γι' αυτό το θέμα. τον Πρόχορο 'Αλεξάνδροβιτς όμως τον ανησυχούσε πάρα πολύ αυτή ή στάση μου.
Ξανά και ξανά κατά τη διάρκεια της βραδιάς γύριζε σ' αυτό το θέμα. "Όταν σηκώθηκα για νά φύγω μου έδωσε νά διαβάσω μερικά βιβλία από την πλούσια βιβλιοθήκη του και μου είπε:
- Διαβάστε τα οπωσδήποτε. δεν πρέπει νά παραμείνετε σ' αυτή την κατάσταση. Είμαι σίγουρος ότι με Το μυαλό σας γρήγορα Θα καταλάβετε πώς δεν υπάρχει κανένας λόγος νά μην πιστεύετε στην μετά θάνατον ζωή. Πρέπει όμως νά πιστέψετε όχι μόνο με το νου άλλά και με την καρδιά σας, αλλιώς ή πίστη σας αυτή Θα κρατήσει μία μέρα το πολύ και έπειτα Θα χαθεί. 'Ο νους μας είναι ένα κόσκινο. Διάφορες σκέψεις και ιδέες περνάνε μέσα άπ' αυτόν, έρχονται και φεύγουν. Δεν τά κρατάει ο νους, επειδή ο τόπος όπου αυτά φυλάσσονται βρίσκεται άλλου.
Διάβασα τά βιβλία πού μου είχε δώσει. δεν θυμάμαι αν τά διάβασα όλα. "Όμως ή συνήθεια ήταν πιο ισχυρή από τη λογική. "όλα όσα έγραφαν τά βιβλία αυτά ήταν πολύ πειστικά.
Τά επιχειρήματα δυνατά και εγώ σχεδόν τίποτα δεν μπόρεσα νά αντιπαραθέσω σ' αυτά, Μία και οί γνώσεις μου για τά θέματα θρησκείας ήταν πολύ περιορισμένες. αυτά όμως δεν με έκαναν νά αλλάξω τις πεποιθήσεις μου.
Συνειδητοποιούσα πώς αυτές οί πεποιθήσεις μου ίσως ήταν παράλογες. Πίστεψα απολύτως πώς ήταν αληθινά όλα πού έγραφαν τά βιβλία. και όμως δεν βεβαιώθηκα για την μετά θάνατον ζωή. για μένα ο θάνατος ήταν το οριστικό τέλος της ανθρώπινης ύπαρξης.
Πέρασε λίγος καιρός μετά από τη συζήτηση πού είχα με τον Πρόχορο 'Αλεξάνδροβιτς, για την όποία μιλήσαμε παραπάνω. 'Εγώ δυστυχώς έπρεπε νά φύγω από την πόλη και νά απομακρυνθώ από τον Πρόχορο Άλεξάνδροβιτς. Ποτέ ξανά δεν τον συνάντησα. 'Ίσως Αυτός επειδή ήταν άνθρωπος πιστός, έξυπνος, πολύ συμπαθητικός και με σταθερές αρχές Θα μπορούσε νά με βοηθήσει νά δω διαφορετικά τη ζωή μου και την ανθρώπινη ύπαρξη γενικά και νά αλλάξω την λανθασμένη ιδέα μου περί θανάτου. Αυτός όμως δεν ήταν πια κοντά μου αλλά ούτε και βρέθηκε κάποιος άλλος στη θέση του, πού Θα μπορούσε νά με καθοδηγήσει. 'Επειδή ήμουν νέος και μάλιστα όχι πολύ σοβαρός, όπως Το έχω πει, δεν με απασχολούσαν καθόλου τά προβλήματα αυτά και γρήγορα ξέχασα και αυτά πού μου είπε ο Πρόχορο 'Αλεξάνδροβιτς και αυτόν τον ίδιο...
Δ'
Πέρασαν αρκετά χρόνια. Είναι ντροπή μου και όμως πρέπει νά ομολογήσω πώς δεν άλλαξα πολύ σ' αυτά τά χρόνια. 'Ήμουν ήδη άνθρωπος μέσης ήλικίας και όμως δεν μπορώ νά πω πώς άρχισα νά βλέπω πιο σοβαρά τη ζωή μου. δεν είχα καταλάβει Το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης. Το νά προσπαθήσω νά καταλάβω τον εαυτό μου, ποιος είμαι, ήταν για μένα έκτός πραγματικότητας. Εξακολουθούσα νά βλέπω την ζωή ύπό Το πρίσμα της καθημερινότητας, όπως άλλωστε την έβλεπαν οί περισσότεροι άνθρωποι του περιβάλλοντός μου.
και με την σχέση μου με την θρησκεία γινόταν περίπου Το ίδιο. 'Όπως και στα νεανικά μου χρόνια δεν ήμουν ούτε άθεος αλλά ούτε συνειδητός πιστός.
Μία φορά Το χρόνο πήγαινα στην εκκλησία για νά εξομολογηθώ και νά κοινωνήσω. Τέτοιος πιστός ήμουν. δεν με απασχολούσαν καθόλου τά θέματα της θρησκείας και ούτε μπορούσα νά καταλάβω πώς αυτά είναι δυνατόν νά έχουν και Το παραμικρό ενδιαφέρον για κάποιους. Οί γνώσεις πού είχα περί θρησκείας ήταν ελάχιστες, όμως νόμιζα πώς τά ξέρω όλα και μάλιστα πολύ καλά. "Όλα μου φαίνονταν Τόσο άπλά και κατανοητά και επομένως για κάποιον μορφωμένο άνθρωπο δεν υπήρχε, κατά τη γνώμη μου, καμιά ανάγκη νά κουράζει Το μυαλό του με αυτά. Αύτή ήταν μία άποψη πάρα πολύ απλοποιημένη και όμως ευρέως διαδεδομένη μεταξύ των μορφωμένων ανθρώπων της εποχής μου. Και είναι αυτονόητο πώς με τέτοιες προϋποθέσεις δεν μπόρεσε νά υπάρξει καμιά πρόοδος στην πίστη...
Ε'
Κάποτε από την υπηρεσία μου στάλθηκα στην πόλη Κ. και εκεί αρρώστησα σοβαρά. δεν είχα εκεί κανέναν συγγενή κάποιον πού θα μπορούσε νά με εξυπηρετήσει, και γι' αυτό αναγκάστηκα νά πάω στο νοσοκομείο. Οί γιατροί μου είπαν πώς έχω πνευμονία. τις πρώτες ήμέρες μου στο νοσοκομείο αισθανόμουν αρκετά καλά ώστε άρχισα νά σκέφτομαι πώς για ένα τέτοιο τιποτένιο πράγμα δεν άξιζε ο κόπος νά έλθω στο νοσοκομείο. .Η ασθένεια όμως προχωρούσε και ο πυρετός άρχισε γρήγορα νά ανεβαίνει...
Όσο πιο πολύ πλησίαζε, καταλαβαίνω τώρα, ή κορύφωση της ασθένειάς μου τόσο χειρότερα αισθανόμουν. Υπήρχαν στιγμές πού από τον πυρετό δεν έβλεπα τίποτα γύρω μου. Παρ' όλα αυτά καθ' όλη τη διάρκεια της ασθένειάς μου, ούτε μία φορά δέ σκέφτηκα το θάνατο. Και αυτό, νομίζω, γιατί πάντα θεωρούσα τον εαυτό μου άνθρωπο πολύ γερό και δυνατό. Ποτέ πριν δεν αρρώστησα βαριά και για μένα ήταν άγνωστες εκείνες οί σκέψεις περί θανάτου πού δημιουργούν στους ανθρώπους οί βαριές ασθένειες.
'Ήμουν σίγουρος ότι γρήγορα Θα γίνω καλά και συνεχώς ρωτούσα τον γιατρό, όταν εκείνος μου έβαζε το θερμόμετρο αν ανεβαίνει ή πέφτει ο πυρετός. .Ο πυρετός όμως ανέβηκε μέχρι ένα ορισμένο σημείο, εκεί σταμάτησε και δεν κατέβαινε. Πάντα σαν απάντηση στο ερώτημά μου αυτό ο γιατρός έλεγε: «σαράντα και εννέα δέκατα», «σαράντα ένα», «σαράντα και οκτώ δέκατα».
- Μα είναι δυνατόν, γιατρέ μου, τόσες μέρες Το ίδιο πράγμα, του έλεγα με αγανάκτηση και στη συνέχεια τον ρωτούσα αν και ή ανάρρωσή μου Θα προχωρήσει με τέτοιους αργούς ρυθμούς. Ο γιατρός έβλεπε την ανυπομονησία μου και προσπαθούσε να με παρηγορήσει. Μου έλεγε ότι στην ηλικία μου και με την καλή υγεία πού έχω δεν υπάρχει λόγος νά ανησυχώ. με διαβεβαίωνε ότι με τέτοιες προϋποθέσεις μπορώ πολύ γρήγορα νά γίνω καλά και ότι ή ανάρρωσή μου Θα διαρκέσει μόνο λίγες μέρες. Πίστεψα απολύτως σ' αυτά πού μου είπε ο γιατρός. Περίμενα με ανυπομονησία την κορύφωση της ασθένειάς μου, μετά την όποία, Όπως πίστευα, γρήγορα θα γινόμουν καλά.
Μία νύχτα αισθάνθηκα πάρα πολύ άσχημα: ο πυρετός ανέβηκε υπερβολικά και με δυσκολία μπορούσα νά αναπνέω. 'Αλλά Το πρωί ή κατάστασή μου άλλαξε. Ξαφνικά αισθάνθηκα καλύτερα, και μάλιστα Τόσο καλά ώστε μπόρεσα νά κοιμηθώ. 'Όταν ξύπνησα Το πρώτο πράγμα πού πέρασε από Το μυαλό μου ήταν ή ταλαιπωρία πού πέρασα τη νύχτα. «Μάλλον αυτή ήταν ή κορύφωση της ασθένειας, σκέφτηκα. 'Ίσως τώρα πέσει ο πυρετός και σταματήσει ή δύσπνοια».
Όταν είδα νά μπαίνει στο διπλανό δωμάτιο ένας νέος νοσοκόμος τον φώναξα και τον παρακάλεσα να μου βάλει θερμόμετρο. Φαίνεται, κύριέ μου, πώς σιγά-σιγά συνέρχεστε, -είπε χαμογελώντας, αφού κοίταξε Το θερμόμετρο, - δεν έχετε πυρετό, ή θερμοκρασία είναι κανονική.
- Σοβαρά; - τον ρώτησα χαρούμενος.
- Ορίστε, μπορείτε και μόνος σας νά δείτε: τριάντα εφτά και ένα. Μου φαίνεται πώς και ο βήχας δεν σας ενοχλούσε πολύ κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Πραγματικά, μόνο τότε πρόσεξα ότι κατά τη νύχτα, μετά τά μεσάνυχτα και το πρωί δεν έβηχα παρά το ότι ήπια ζεστό τσάι και κουνιόμουν στο κρεβάτι μου, πράγμα πού άλλες φορές μου προκαλούσε το βήχα.
Στις εννιά ή ώρα ήρθε ο γιατρός. τον πληροφόρησα ότι δεν αισθανόμουν καλά τη νύχτα και ότι, κατά τη γνώμη μου, την περασμένη νύχτα ή ασθένεια μου έφτασε στην κορύφωσή της. του είπα επίσης ότι τώρα αισθάνομαι καλά, τόσο καλά ώστε το πρωί μπόρεσα νά κοιμηθώ λίγες ώρες.
- Πολύ ωραία, - απάντησε εκείνος, πλησιάζοντας το τραπέζι πάνω στο όποίο βρισκόταν κάποια χαρτιά τά όποία ήθελε νά δει
- Συγγνώμη, γιατρέ, νά βάλουμε θερμόμετρο; τον ρώτησε εκείνη τη στιγμή ο νοσοκόμος. Ο κύριος δεν έχει πυρετό, ή θερμοκρασία του είναι κανονική.
- Τι σημαίνει κανονική; - ρώτησε αμέσως ο γιατρός τον νοσοκόμο, σηκώνοντας Το κεφάλι του και παίρνοντας τά μάτια του από τά χαρτιά. Το βλέμμα του ήταν γεμάτο απορία.
- Μάλιστα, μόλις τώρα την μέτρησα.
Ο γιατρός του είπε νά μου βάλει ξανά το θερμόμετρο και μάλιστα ο ίδιος πρόσεξε αν είναι σωστά τοποθετημένο. Αυτή τη φορά ή θερμοκρασία ούτε έφτασε στους τριάντα εφτά βαθμούς: σταμάτησε στους τριάντα έξι και οκτώ δέκατα.
Τότε ο γιατρός έβγαλε από την τσέπη του ένα δικό του θερμόμετρο, το κατέβασε, το κοίταξε προσεκτικά για νά βεβαιωθεί ότι λειτουργεί και μου το έβαλε. Και αυτό το δεύτερο θερμόμετρο έδειξε το ίδιο όπως και το πρωτο.
Πρός μεγάλη μου έκπληξη ο γιατρός δεν χάρηκε καθόλου γι' αυτό το γεγονός, ούτε έκανε τον κόπο νά μου χαμογελάσει έστω και τυπικά. 'Έκανε μερικές σπασμωδικές κινήσεις γύρω από το τραπέζι και βγήκε από το δωμάτιό μου.
ΣΤ'
Σε λίγο ήρθε στο δωμάτιό μου ο γενικός γιατρός του νοσοκομείου. Μαζί με τον δικό μου γιατρό με ακροάστηκαν και με εξέτασαν προσεκτικά. Διέταξαν στους νοσοκόμους νά μου βάλουν αμέσως ένα έμπλαστρο στην πλάτη μου. 'Έγραψαν μία συνταγή και την έστειλαν με έναν νοσοκόμο στο φαρμακεία με την εντολή νά ετοιμάσουν αμέσως Το φάρμακο.
- Γιατί, γιατρέ μου, τώρα πού εγώ αισθάνομαι καλά εσείς καίεται την πλάτη μου με έμπλαστρα; , ρώτησα τον γενικό γιατρό. Μου φάνηκε πώς τον εκνεύρισα μ' αυτή την ερώτησή μου. Μου απάντησε με αγανάκτηση:
- "Αχ, Θεέ μου! δεν μπορούμε νά σας αφήσουμε στην τύχη σας μόνο επειδή αυτή τη στιγμή αισθάνεστε καλύτερα! Πρέπει όλες τις ακαθαρσίες πού μαζεύτηκαν μέσα σας σ' όλο αυτό το διάστημα νά τις βγάλουμε έξω.
Τρεις ώρες αργότερα ο δικός μου γιατρός με επισκέφτηκε ξανά. 'Έλεγξε Το έμπλαστρο στην πλάτη μου και με ρώτησε πόσες φορές πήρα Το φάρμακο. Τρεις – του απάντησα. Βήχατε; 'Όχι, - του απάντησα. - Ούτε Μία φορά; Καθόλου.
- Πέστε μου, παρακαλώ, - ρώτησα τον νοσοκόμο ο όποίος σχεδόν πάντα βρισκόταν δίπλα στο κρεβάτι μου, - τι περιέχει αυτό το φάρμακο; Αυτό μου προκαλεί εμετό. 'Έχει διάφορες αποχρεμπτικές ουσίες, - μου είπε.
Εδώ φέρθηκα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως φέρονται οί σύγχρονοι αρνητές όταν πρόκειται για θέματα πίστεως. Ενώ δεν καταλάβαινα τίποτα κατέκρινα στη σκέψη μου τούς γιατρούς πού μου έδωσαν Το αποχρεμπτικό φάρμακο τη στιγμή πού, κατά τη γνώμη μου, δεν Το χρειαζόμουν καθόλου.
Ζ'
Μιάμιση η δύο ώρες αργότερα μπήκαν στο δωμάτιό μου πάλι γιατροί. Τώρα ήταν Τρεις: οί δύο δικοί μας και ένας τρίτος, ξένος, Άνθρωπος λεβεντόκορμος και σπουδαίος. Πολλή ώρα με εξέταζαν και με στηθοσκοπούσαν. 'Έφεραν και μία φιάλη οξυγόνου. Τι Το χρειάζομαι τώρα, - τούς ρώτησα.
- Αυτό μας χρειάζεται για νά αερίσουμε λίγο τούς πνεύμονές σας. Μου φαίνεται πώς αυτοί ψήθηκαν από τον πυρετό, - είπε ο ξένος γιατρός.
- Πέστε μου, γιατρέ, τι διαπιστώσατε στην πλάτη μου και συνέχεια ασχολείστε μ' αυτή; Τρεις φορές την εξετάσατε και όλη μου την καλύψατε με έμπλαστρο.
Αισθανόμουν πολύ πιο καλά από ότι τις προηγούμενες ήμέρες. από τη σκέψη μου δεν περνούσε τίποτε θλιβερό-θλιβερό. Τίποτα από αυτά πού συνέβαιναν γύρω μου δεν με οδήγησαν στο νά συνειδητοποιήσω την πραγματική μου κατάσταση. Ακόμα και την παρουσία ενός ξένου γιατρού την θεώρησα σαν έλεγχο η κάτι παρόμοιο. Δεν είχα καν σκεφτεί ότι τον κάλεσαν ειδικά για μένα επειδή ή κατάσταση της υγείας μου απαιτούσε σύγκληση ιατρικού συμβουλίου. Την τελευταία αυτή ερώτησή μου την έκανα με τόσο αβίαστο και εύθυμο τόνο ώστε κανένας από τούς γιατρούς μου δεν τόλμησε ούτε με νύξεις νά μου δώσει νά καταλάβω την καταστροφή πού πλησίαζε. και αλήθεια πώς νά εξηγήσεις σε έναν άνθρωπο πού ελπίζει ότι του έμειναν μόνο λίγες ώρες ζωής!
- Μα τώρα ακριβώς υπάρχει απόλυτη ανάγκη νά σας φροντίσουμε, - μου απάντησε ο γιατρός πολύ αόριστα. .
Άλλά και αύτή την απάντησή του την ερμήνευσα θετικά. Σκέφτηκα δηλαδή ότι τώρα αφού πέρασα την κορύφωση της ασθένειας και ή δύναμη της ασθένειας άρχισε σιγά-σιγά νά κλονίζεται είναι ή κατάλληλη στιγμή πού πρέπει νά χρησιμοποιήσουμε όλα τά μέσα για νά διώξουμε οριστικά την ασθένεια και νά βοηθήσουμε τον οργανισμό στην αποκατάσταση της υγείας του.
Η'
Θυμάμαι πώς γύρω στις τέσσερις με έπιασε ρίγος και εγώ για νά ζεσταθώ τυλίχτηκα με μία κουβέρτα. Ξαφνικά αισθάνθηκα πολύ άσχημα.
Φώναξα τον νοσοκόμο. με πλησίασε, σήκωσε το κεφάλι μου από το μαξιλάρι και μου έδωσε την φιάλη με το οξυγόνο. Κάπου χτύπησε το κουδούνι και σε λίγα λεπτά στο δωμάτιό μου μπήκε τρέχοντας ο προϊστάμενος των νοσοκόμων και λίγο αργότερα ο ένας μετά τον άλλον οι δύο γιατροί μας.
'Ίσως κάποια άλλη στιγμή όλη ή ασυνήθιστη αύτη συγκέντρωση όλου σχεδόν του προσωπικού του νοσοκομείου γύρω από το κρεβάτι μου αλλά και ο πολύ λίγος χρόνος πού χρειάστηκε για νά συγκεντρωθούν, αναμφίβολα Θα μου προκαλούσε έκπληξη και ίσως Θα με έφερνε σε αμηχανία. Τώρα όμως έμεινα τελείως αδιάφορος γι' αυτό Το γεγονός σαν νά μην με αφορούσε αυτό.
Μία παράξενη αλλαγή έγινε ξαφνικά μέσα μου!
'Ενώ πριν από ένα λεπτό ήμουν γεμάτος ζωή, τώρα αν και τά έβλεπα όλα και είχα πλήρη συνείδηση αυτών πού συνέβαιναν γύρω μου όμως είχα μία τέτοια αδιαφορία και μία τέτοια αποξένωση πού δεν μπορεί νά περιγραφεί. Αδιανόητη για ένα ζωντανό πλάσμα.
Όλη ή προσοχή μου συγκεντρώθηκε σε μένα τον ίδιο. Και εδώ όμως παρατηρούσα μία παράξενη ιδιομορφία, μία κατά κάποιο τρόπο διχοτόμηση. Είχα πλήρη συνείδηση του εαυτού μου και καθαρές τις αισθήσεις μου και όμως ταυτόχρονα έβλεπα τον εαυτό μου με τόση αδιαφορία σαν νά είχα χάσει τελείως τις φυσικές αισθήσεις.
Είδα, για παράδειγμα, τον γιατρό πού σήκωσε το χέρι μου για νά μετρήσει τον σφυγμό. 'Έβλεπα και κατανοούσα αυτά πού έκανε αλλά δεν αισθανόμουν Το άγγιγμα του.
'Έβλεπα τούς γιατρούς οι όποίοι με σήκωσαν στο κρεβάτι και κάτι έκαναν στην πλάτη μου. 'Εκεί στην πλάτη μου παρουσιάστηκε το οίδημα. τούς έβλεπα και κατανοούσα αυτά πού έκαναν. Όμως δεν αισθανόμουν τίποτα, και όχι γιατί είχα χάσει τις αισθήσεις μου, αλλά γιατί αυτό πού έκαναν δεν με αφορούσε. εγώ κλείστηκα κάπου στο βάθος του εαυτού μου και δεν άκουγα και δεν παρακολουθούσα τίποτα από αυτά πού έκαναν σε μένα σαν νά αποκαλύφτηκαν ξαφνικά μέσα μου δύο υπάρξεις: Η μία, ή πιο σημαντική, ή όποία ήταν κρυμμένη στο βάθος του εαυτού μου και ή άλλη, ή εξωτερική πλευρά της υπάρξεις μου πού ήταν ασφαλώς μικρότερης σημασίας. και τώρα ο συνδετικός κρίκος πού τις ένωνε μεταξύ τους κάηκε ή έλιωσε και αυτές διασπάσθηκαν. Την μία ύπαρξη, την ισχυρότερη, την Αισθανόμουν έντονα, και για την άλλη, την ασθενέστερη, αδιαφορούσα τελείως. Το ασθενέστερο αυτό στοιχείο ήταν το σώμα μου.
Μπορώ νά φανταστώ πώς λίγες μέρες νωρίτερα θα με ξάφνιαζε ή αποκάλυψη του εσωτερικού μου εαυτού, άγνωστου μέχρι τότε, πού όμως κατά πολύ υπερείχε του άλλου μισού, το όποίο, σύμφωνα με τις πεποιθήσεις μου, αποτελούσε τον όλο άνθρωπο και το όποίο τώρα δεν πρόσεχα σχεδόν καθόλου.
Πολύ παράξενη ήταν αυτή ή κατάσταση: Ενώ ήμουν ζωντανός, τά έβλεπα, τά άκουγα και τά κατανοούσα όλα και όμως ταυτόχρονα δεν έβλεπα και δεν κατανοούσα τίποτα, αισθανόμενος αυτή την απόλυτη αποξένωση.
Θ'
Ο γιατρός με ρώτησε κάτι. τον άκουσα και κατάλαβα αυτό πού με ρώτησε αλλά δεν του απάντησα. δεν απάντησα επειδή για μένα δεν υπήρχε λόγος νά μιλήσω μαζί του. Αυτός φρόντιζε και ανησυχούσε για μένα, για εκείνο όμως το μισό του εαυτού μου το όποίο δεν είχε πια για μένα καμιά σημασία.
"Όμως ξαφνικά αυτό Το άλλο μου μισό με έκανε νά Το προσέξω! και αυτό έγινε πολύ απότομα και με έναν τρόπο ασυνήθιστο.
Ξαφνικά αισθάνθηκα ότι κάποια δύναμη με τραβάει δυνατά πρός τά κάτω. Τά πρώτα λεπτά Αισθανόμουν σαν νά ήταν κρεμασμένα σε όλα τά μέλη του σώματός μου μεγάλα βάρη, αργότερα ή δύναμη αυτή αυξήθηκε τόσο πολύ πού ή λέξη βάρος δεν μπορεί νά εκφράσει εκείνη την πίεση πού Αισθανόμουν. Σ' αυτή την περίπτωση λειτουργούσε ένας άλλος νόμος της έλξεως, με δύναμη χίλιες φορές μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη.
Μου φαινόταν πώς Το κάθε μέλος του σώματός μου, κάθε τρίχα, κάθε φλέβα και κάθε κύτταρο έλκονται από κάποια τέτοια δύναμη πού δεν μπορείς νά της αντισταθείς, Όπως ένας πολύ δυνατός μαγνήτης έλκει κομμάτια σιδήρου.
"Όμως αυτή ή αίσθηση όσο δυνατή και νά ήταν δεν με εμπόδιζε νά σκέφτομαι και νά τά καταλαβαίνω όλα. Συνειδητοποιούσα Το παράδοξο αυτής της κατάστασης, είχα και την αίσθηση πραγματικότητας, ότι δηλαδή βρίσκομαι ξαπλωμένος στο κρεβάτι μου, ότι Το δωμάτιό μου βρίσκεται στο δεύτερο όροφο και ότι κάτω από αυτό υπάρχει ένα άλλο δωμάτιο. Ταυτόχρονα όμως ήμουν σίγουρος ότι αν Υπήρχαν κάτω όχι ένα αλλά δέκα δωμάτια Το ένα πάνω στο άλλο Θα άνοιγαν αυτά για νά περάσω... Προς που;
Κάτω στο βάθος της γης.
Ναι, στο βάθος της γης. Γι' αυτό ήθελα νά ξαπλώσω στο πάτωμα και προσπάθησα νά το κάνω.
Ψυχορραγεί, άκουσα νά λέει ο γιατρός. Επειδή δεν μιλούσα και ήμουν συγκεντρωμένος στον εαυτό μου το βλέμμα μου δεν έκφρασε τίποτα και ήταν αδιάφορο. Οί γιατροί νόμισαν ότι έχασα τις αισθήσεις μου και γι' αυτό μιλούσαν ανοιχτά. Εν τω μεταξύ εγώ όλα τά καταλάβαινα πολύ καλά.
- «Ψυχορράγημα! Θάνατος! σκέφτηκα εγώ Όταν άκουσα αυτά πού έλεγε ο γιατρός, - Πραγματικά είναι δυνατόν εγώ νά πεθάνω; έλεγα στον εαυτό μου. - Μα πώς και γιατί;» δεν μπορούσα νά Το εξηγήσω στον εαυτό μου.
Ξαφνικά θυμήθηκα τις σκέψεις κάποιων επιστημόνων, πού είχα διαβάσει κάποτε, αν αληθινά είναι οδυνηρός ο θάνατος. 'Έκλεισα τά μάτια μου και συγκεντρώθηκα σ' αυτά πού γίνονταν μέσα μου.
Σωματικούς πόνους δεν είχα και Όμως υπέφερα και βασανιζόμουν. Γιατί, ποια ήταν ή αιτία του πόνου; 'Ήξερα από ποια ασθένεια πεθαίνω. Μήπως με έπνιγε το οίδημα ή αυτό εμπόδιζε την κανονική λειτουργία της καρδιάς μου και γι' αυτό υπέφερα; Δεν ξέρω ίσως αυτή ήταν, για τούς γιατρούς, ή αιτία του θανάτου πού με πλησίαζε. Άλλά αυτό δεν με απασχολούσε. Ό κόσμος αυτός με τούς γιατρούς του και όλους τούς ανθρώπους ήταν πια ξένος για μένα. Το μόνο πού αισθανόμουν ήταν αυτή ή ανυπέρβλητη έλξη για την όποία μίλησα παραπάνω.
Αισθανόμουν Ότι κάθε στιγμή ή έλξη αυτή δυναμώνει και Ότι γρήγορα πλησιάζω και σχεδόν αγγίζω εκείνο Το μαγνήτη πού με έλκεε. Ήξερα Ότι μόλις Θα τον αγγίξω Θα γίνω ένα μ' αυτόν και καμιά δύναμη στον κόσμο δεν Θα μπορέσει νά με χωρίσει από αυτόν. και όσο πλησίαζε αυτή ή στιγμή τόσο περισσότερο φοβόμουν και τόσο μεγαλύτερο βάρος αισθανόμουν στην ψυχή μου. Όλη ή ύπαρξη μου διαμαρτυρόταν. Αισθανόμουν ότι δεν είναι δυνατόν να ενωθώ εγώ ολόκληρος μ' αυτό, κάτι θα μείνει ελεύθερο και αυτό το κάτι με όλες τις δυνάμεις του προσπαθούσε νά απομακρυνθεί από αυτό το κέντρο έλξεως. Αυτός ακριβώς ο αγώνας πού γινόταν μέσα μου, μου προκαλούσε τον πόνο και με βασάνιζε.
ΙΑ'
Βέβαια ή σημασία της λέξης «ψυχορράγημα» πού άκουσα από τούς γιατρούς μου ήταν γνωστή. Αλλά τώρα όλα μέσα μου άλλαξαν.
Αν άκουγα αυτή τη λέξη τότε όταν, οί τρεις γιατροί με εξέταζαν, σίγουρα Θα τρόμαζα. Επίσης είναι σίγουρο ότι, αν δεν γινόταν μέσα μου ή παράξενη αυτή αλλαγή και εξακολουθούσα νά παραμένω στην προηγούμενη κατάσταση, Θα ερμήνευα διαφορετικά όλα όσα συνέβαιναν μέσα μου τώρα. Τώρα, Όμως, τα λόγια του γιατρού μου προκάλεσαν μεν κάποια έκπληξη αλλά όχι φόβο. Δεν αισθανόμουν φόβο όπως συνήθως αισθάνονται οί άνθρωποι όταν σκέφτονται το θάνατο. 'Η εξήγηση της κατάστασης στην όποία βρισκόμουν δεν ταίριαζε καθόλου με τις πεποιθήσεις πού είχα στην προηγούμενη ζωή μου.
«Αυτό είναι! Είναι ή γη πού με τραβάει κάτι σκέφτηκα, και αυτό το γεγονός ήταν τώρα ξεκάθαρο για μένα. - δεν τραβάει Όμως εμένα αλλά αυτό που μου έδωσε για ένα χρονικό διάστημα. Η γη τραβάει το σώμα η το ίδιο το σώμα από μόνο του θέλει να πάει στη γη;»!
Αυτό πού προηγουμένως μου φαινόταν πολύ φυσικό και σίγουρο, ότι δηλαδή μετά το θάνατο θα διαλυθώ και θα γίνω σκόνη, τώρα μου φαινόταν παράλογο και αντίθετο με τούς νόμους της φύσεως.
«'Όχι, δεν Θα χαθώ ολοκληρωτικά», - φώναξα δυνατά και προσπάθησα νά απαλλαγώ από τη δύναμη πού με έλκυε, και ξαφνικά κατάλαβα ότι δεν αισθάνομαι πια αυτή την έλξη.
'Άνοιξα τά μάτια μου. στην μνήμη μου αποτυπώθηκαν με όλες τις λεπτομέρειες όλα αυτά πού είδε εκείνη τη στιγμή.
Είδα ότι στέκομαι μόνος μου στη μέση του δωματίου. στα δεξιά μου είδα το προσωπικό του νοσοκομείου πού μαζεύτηκε γύρω από το κρεβάτι μου, σχηματίζοντας ημικύκλιο. Κρατώντας τά χέρια πίσω στεκόταν ο γενικός γιατρός του νοσοκομείου και με προσοχή κοίταζε κάτι πού δεν μπόρεσα νά το δω εγώ, επειδή οι άλλοι με εμπόδιζαν. Δίπλα του στεκόταν ένας γέρος νοσοκόμος λίγο σκυμμένος μπρος πού κρατούσε στα χέρια του μία φιάλη οξυγόνου και δεν ήξερε τι νά την κάνει, νά την πάει έξω η νά την κρατήσει επειδή, ίσος, θα μπορούσε νά χρειαστεί. Ένας άλλος νέος νοσοκόμος σκυμμένος κρατούσε κάτι Το όποίο δεν μπόρεσα νά δω διότι με εμπόδιζε ο ώμος του, είδα μόνο λίγο Το μαξιλάρι μου.
Αυτό μου φάνηκε περίεργο. Έκεί πού στεκόταν αυτή ή ομάδα ανθρώπων ήταν Το κρεβάτι μου. Ποίο πράγμα τώρα τραβούσε την προσοχή τους, τι κοίταζαν αυτοί, αν εγώ τώρα δεν ήμουν εκεί, αλλά στεκόμουν στη μέση του δωματίου;
Πλησίασα και κοίταξα εκεί Όπου κοιτούσαν όλοι αυτοί οι άνθρωποι: εκεί πάνω στο κρεβάτι βρισκόμουν εγώ.
ΙΒ'
Δέ φοβήθηκα όταν είδα τον εαυτό μου, απορούσα όμως, πως είναι δυνατόν νά γίνεται κάτι τέτοιο! Αισθάνομαι ότι είμαι εδώ, αλλά και εκεί συγχρόνως.
Κοίταξα τον εαυτό μου. Δέ χωρούσε αμφιβολία,
Ότι αυτός ήμουν εγώ, ακριβώς όπως ήμουν και προηγουμένως.
Ήθελα με το δεξιό μου χέρι νά πιάσω το αριστερό. Το ένα χέρι πέρασε μέσα από Το άλλο. Προσπάθησα νά πιάσω με τά χέρια τη μέση μου, και πάλι τά χέρια μου πέρασαν μέσα από Το σώμα μου σαν νά υπήρχε στη θέση του ένα κενό.
Το γεγονός αυτό μου προξένησε μεγάλη έκπληξη. Ήθελα κάποιος νά με βοηθήσει νά καταλάβω τι γίνεται. "έκανα δύο-τρία βήματα και άπλωσα Το χέρι μου για νά πιάσω Το χέρι του γιατρού. 'Όμως είχα την αίσθηση ότι περπατώ κάπως παράξενα, τά πόδια μου δεν πατούσαν ατό έδαφος. Το χέρι μου παρ' όλη την προσπάθειά μου δεν κατάφερε νά αγγίξει Το χέρι του γιατρού. Δέκα-δεκαπέντε εκατοστά μου έμειναν και όμως δεν μπόρεσα νά τον αγγίξω.
Προσπάθησα νά στηριχτώ καλά στό πάτωμα. Το σώμα μου με υπάκουε και κατέβαινε κάτω, όμως μου ήταν αδύνατο νά σταθώ ατό πάτωμα όπως επίσης και νά πιάσω Το σώμα του γιατρού. και πάλι σ' αυτήν την περίπτωση μου έμεινε μόνο τόσο λίγη απόσταση την όποία όμως με τίποτα δεν μπόρεσα νά καλύψω.
Τότε θυμήθηκα ένα περιστατικό. πριν λίγες μέρες είδα πώς μία νοσοκόμα για νά προφυλάξει το φάρμακό μου έβαλε Το μπουκαλάκι πού περιείχε το φάρμακο μέσα σε μία κανάτα με κρύο νερό. 'όμως επειδή υπήρχε πολύ νερό μέσα στην κανάτα και επειδή Το μπουκαλάκι ήταν πολύ ελαφρό, αμέσως αναδύθηκε. 'Η νοσοκόμα επειδή δεν κατάλαβε τι γίνεται προσπάθησε για δεύτερη φορά και τρίτη φορά νά το βάλει μέσα. Το κρατούσε και με Το δάκτυλό της άλλά μόλις Το σήκωνε, Το μπουκαλάκι αμέσως αναδυόταν.
Το ίδιο προφανώς γινόταν και με μένα στην τωρινή μου κατάσταση. Τώρα για μένα ο αέρας ήταν _ πολύ πυκνός.!
ΙΓ'
Μα τι επιτέλους συμβαίνει;
Φώναξα το γιατρό. 'Όμως ή ατμόσφαιρα γύρω μου ήταν ήδη τελείως διαφορετική: δεν μπορούσε καν νά μεταδώσει τη φωνή μου. Κατάλαβα τότε τον πλήρη αποχωρισμό μου από το περιβάλλον, την παράξενη μοναξιά μου και με έπιασε πανικός. Ήταν πραγματικά φρικτή αυτή ή παράξενη μοναξιά μου. Αν ο άνθρωπος χάνεται στο δάσος η καταποντίζεται στο πέλαγος, αν καίγεται στη φωτιά η βρίσκεται στην απομόνωση, ποτέ δεν χάνει την ελπίδα. Ξέρει ότι μπορεί νά ακουστεί. Ξέρει ότι αν κάποιος Θα ακούσει την κραυγή του μπορεί νά τον βοηθήσει. Ή μοναξιά του θα κρατήσει μόνο μέχρι εκείνη τη στιγμή πού Θα δει κάποιο ζωντανό πλάσμα. Θα μπει ο
φύλακας στο κελί του και αυτός μπορεί νά του μιλήσει, νά του πει αυτό πού θέλει και εκείνος νά τον καταλάβει.
'Αλλά νά βλέπεις γύρω σου ανθρώπους, νά τους ακούς και νά καταλαβαίνεις τι λένε και ταυτόχρονα νά ξέρεις ότι σε καμιά περίπτωση δεν θα ακούσουν τη φωνή σου και ότι δεν μπορείς νά περιμένεις βοήθεια, αν θα χρειαστεί, από τέτοια μοναξιά σηκώνεται ή τρίχα και παγώνει το αίμα στις φλέβες. Προτιμότερο είναι νά βρίσκεσαι σε κάποιο ερημονήσι παρά νά αισθάνεσαι τέτοια μοναξιά. Εκεί με τη φύση
Θα μπορούσες τουλάχιστον νά επικοινωνείς. σε μένα μόνο αυτή ή στέρηση της δυνατότητας νά επικοινωνώ με τον γύρω κόσμο, πού δεν είναι φυσική για τον άνθρωπο, μου προκαλούσε τέτοιο τρόμο και τέτοια αίσθηση αδυναμίας πού σε καμιά άλλη περίπτωση, νομίζω, ο άνθρωπος δεν μπορεί νά αισθανθεί και πού είναι δύσκολα νά την περιγράψω με τά λόγια. Εγώ όμως δεν υποχώρησα: προσπάθησα με διάφορους τρόπους νά τούς κάνω νά με προσέξουν άλλα όλες οί προσπάθειές μου δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα και με οδήγησαν σε πλήρη απελπισία. «ειναι δυνατόν νά μην με βλέπουν;» σκεφτόμουν απελπισμένος. Ξανά και ξανά πλησίαζα τούς ανθρώπους πού στέκονταν γύρω από το κρεβάτι μου. Όμως κανένας από αυτούς δέ γύριζε και δεν με πρόσεχε,' κοιτούσα με απορία τον εαυτό μου και δεν μπορούσα νά καταλάβω γιατί δεν με έβλεπαν, ήμουν ο ίδιος: όπως και προηγουμένως. 'Αλλά, όταν πάλι προσπάθησα νά ψηλαφίσω το σώμα μου, το χέρι μου έσκισε τον αέρα.«δεν είμαι φάντασμα, έχω πλήρη αίσθηση της πραγματικότητας, το σώμα μου ειναι πραγματικό και όχι μία απατηλή οφθαλμαπάτη», σκεφτόμουν και ξανά κοιτούσα με προσοχή τον εαυτό μου. δεν χωρούσε αμφιβολία ότι το σώμα μου ήταν πραγματικό, επειδή καθαρά . Έβλεπα ακόμα και Το πιο λεπτό σημάδι πάνω του. Ή εξωτερική του εμφάνιση έμεινε ή ίδια, πιθανώς όμως άλλαξαν οί ιδιότητές του. Ήταν αδύνατον πλέον νά το αγγίξω και ο γύρω αέρας έγινε πια πολύ πυκνός για το σώμα μου και δεν επέτρεπε την επαφή του με τά πράγματα.
«Πνευματικό σώμα. "έτσι νομίζω λέγεται αυτό, πέρασε από Το μυαλό μου. Γιατί όμως, τι συνέβη με μένα;» αναρωτιόμουν, προσπαθώντας νά θυμηθώ κάτι για. παρόμοιες καταστάσεις και παράξενες αλλαγές στους ασθενείς ανθρώπους...
ΙΔ'
Όχι, δεν μπορούμε νά κάνουμε τίποτα! τελείωσαν όλα! είπε αυτή τη στιγμή ένας από τούς γιατρούς με απελπισία, φεύγοντας από Το κρεβάτι πάνω στο όποίο βρισκόταν ο άλλος μου εαυτός.
Στενοχωριόμουν πολύ για το ότι όλοι αυτοί οί άνθρωποι ασχολούνταν με τον άλλο εαυτό μου, τον όποίο εγώ δεν αισθανόμουν καθόλου και πού για μένα δεν υπήρχε πια, ενώ καθόλου δεν πρόσεχαν τον άλλο, τον πραγματικό εαυτό μου, ο όποίος τά αισθανόταν όλα, βασανιζόταν από το φόβο της αβεβαιότητας και χρειαζόταν την βοήθειά τους.
«Γιατ Tromaktiko
Ο Άνθρωπος, στον όποίο το γεγονός αυτό συνέβη, στην συνέχεια έγινε μοναχός.
Η παρούσα έκδοση αποτελεί επανεκτύπωση του κειμένου πού δημοσιεύτηκε στην πόλη Καλούγκα Το 1911.
Α'
Πολλοί άνθρωποι τον αιώνα μας τον αποκαλούν «αιώνα της άρνησης», υποστηρίζοντας ότι ή άρνηση είναι το κυρίαρχο πνεύμα της εποχής μας. Ή άρνηση αυτή ίσως είναι μία επιδημία πού όλους μας ταλαιπωρεί σήμερα. Έκτος όμως από αυτή την γενική άρνηση υπάρχουν και άλλες όχι λίγες αρνήσεις πού φύτρωσαν στο έδαφος της δικής μας επιπολαιότητας
Δεν θα περιγράψω όμως εδώ με λεπτομέρειες ολόκληρη τη ζωή μου, επειδή αυτό είναι άσχετο προς το σκοπό μου. Θα προσπαθήσω όμως να περιγράψω τις θρησκευτικές μου πεποιθήσεις. Μεγάλωσα σε μία ορθόδοξη οικογένεια, οι γονείς μου ήταν άνθρωποι ευσεβείς. στο σχολείο οπού πήγαινα ή απιστία δεν θεωρούνταν χαρακτηριστικό γνώρισμα μεγαλοφυΐας. Γι' αυτό και δεν υπήρξα μηδενιστής όπως οι περισσότεροι νέοι της εποχής μου. Ουσιαστικά ήμουν κάτι το απροσδιόριστο: ούτε άθεος ήμουν αλλά ούτε θα μπορούσα να θεωρήσω τον εαυτό μου άνθρωπο λίγο ή πολύ θρησκευόμενο. Επειδή κάτι τέτοιο δεν ήταν αποτέλεσμα κάποιων δικών μου προσωπικών πεποιθήσεων αλλά διαμορφώθηκε κάτω από την επίδραση του περιβάλλοντος, γι' αυτό θα παρακαλούσα τον αναγνώστη να βρει μόνος του ένα κατάλληλο ορισμό για την προσωπικότητα μου.
Ή ταυτότητα μου έγραφε «χριστιανός ορθόδοξος» αλλά ποτέ μου δεν σκέφτηκα αν έχω ή όχι το δικαίωμα να ονομάζομαι έτσι. Ποτέ δεν μου ήρθε στο μυαλό να ερευνήσω τι απαιτεί από μένα αυτό το όνομα και αν εγώ ανταποκρίνομαι σ' αυτές τις απαιτήσεις. Πάντα έλεγα ότι πιστεύω στον Θεό αλλά αν κάποιος με ρωτούσε πώς πιστεύω και πώς πρέπει να πιστεύουμε σ' Αυτόν σύμφωνα με τη διδασκαλία της Ορθόδοξης Εκκλησίας, μέλος της οποίας αποτελούσα και εγώ, αυτό, χωρίς καμιά αμφιβολία, θα με έβαζε σε αμηχανία. "Αν με ρωτούσαν, για παράδειγμα, αν υπήρξε ή όχι σωτήρια για μας ή ενανθρώπηση και τα πάθη του Υιού του Θεού ή πώς βλέπω εγώ την Εκκλησία, αν πιστεύω ή όχι σ' Αυτή και στα μυστήρια της, δεν μπορώ να φανταστώ τι ανοησίες θα μπορούσα να πω. Να και ένα παράδειγμα.
Μια φορά ή γιαγιά μου, πού πάντα τηρούσε αυστηρά τη νηστεία, μου έκανε την παρατήρηση, γιατί εγώ δεν νηστεύω.
- Είσαι γερός και δυνατός, δεν είναι δύσκολο για σένα να νηστεύεις. Πώς ακόμα και ένα τόσο εύκολο πράγμα πού μας ορίζει ή Εκκλησία, δεν θέλεις να το κάνεις;
Ό ορισμός αυτός, γιαγιά μου, δεν έχει νόημα, της απάντησα. Εσείς τρώτε νηστίσιμα επειδή το έχετε συνηθίσει, αλλά συνειδητά δεν το κάνει κανείς από σας.
- Γιατί νομίζεις ότι το να νηστεύεις δεν έχει νόημα;
- τι διαφορά έχει για τον Θεό αν τρώω ζαμπόν ή καπνιστό ψάρι;
Τέτοιες «βαθιές» σκέψεις είχε ένας μορφωμένος άνθρωπος για την ουσία της νηστείας!
- τι είναι αυτά πού λες; συνέχισε ή γιαγιά. Και πώς μπορείς να το χαρακτηρίζεις ανοησία, αν ο ίδιος ο Κύριος μας νήστευε; Αυτό μου έκανε μεγάλη εντύπωση και μόνο με την βοήθεια της γιαγιάς μου μπόρεσα να θυμηθώ ότι πραγματικά έτσι γράφει και στο Ευαγγέλιο. "Όπως βλέπετε αν και είχα δείξει αμέλεια να γνωρίσω το γεγονός, ότι και ο Σωτήρας μας ο ίδιος τηρούσε την νηστεία, επιπλέον είχα και αντιρρήσεις.
Άλλα ας μην σκεφτεί ο αναγνώστης ότι ήμουν λιγότερο σοβαρός από κάποιους άλλους νέους του κύκλου μου. Ακόμα ένα παράδειγμα. Κάποιος ρώτησε έναν γνωστό μου, με τον όποιο εργαζόμασταν μαζί, αν εκείνος πιστεύει στον Χριστό ως Θεάνθρωπο. Εκείνος απάντησε ότι πιστεύει αλλά από τη συνέχεια της συζήτησης έγινε φανερό ότι αρνείται την Ανάσταση του Χριστού.
- Με συγχωρείτε, του είπε μία γυναίκα, αλλά είναι παράξενο αυτό πού λέτε. τι νομίζετε ότι έγινε μετά με τον Χριστό; "Αν εσείς πιστεύετε ότι Αυτός είναι ο Θεός, τότε πώς είναι δυνατόν να λέτε ταυτόχρονα ότι Αυτός πέθανε, δηλαδή με άλλα λόγια ότι έπαψε να υπάρχει; "Όλοι εμείς περιμέναμε ότι θα μας δώσει μία έξυπνη απάντηση, θα μας παρουσιάσει καινούρια θεωρία περί θανάτου ή θα μας δώσει μία νέα ερμηνεία αυτού του γεγονότος. και, όμως, τίποτα παρόμοιο. Απλά μας είπε: «Αχ, δεν το σκέφτηκα!».
Β'
Μία παρόμοια ανοησία είχα και εγώ στο νου μου. Θα μπορούσα νά πω ότι κατά την γνώμη μου πίστευα σωστά στον Θεό. Πίστευα ότι είναι ο Ων, ότι είναι προσωπικός, παντοδύναμος και αιώνιος. Δεχόμουν ότι ο Άνθρωπος πλάστηκε από αυτόν αλλά δεν πίστευα στην μετά θάνατον ζωή. και εγώ, όπως και ο γνωστός μου για τον όποίον μίλησα παραπάνω, δεν καταλάβαινα πως έχω αύτή την εσφαλμένη αντίληψη περί θανάτου μέχρι νά μου Το δείξει ένα περιστατικό. και αυτό αποτελεί ακόμα ένα δείγμα της μη σοβαρής σχέσεώς μας γενικά με τη θρησκεία και ειδικά της δικής μου απροσεξίας σε ότι άφορά την πνευματική ζωή.
Έτυχε νά γνωριστώ με έναν σοβαρό και πολύ μορφωμένο άνθρωπο. Τον συμπαθούσα πολύ. Εκείνος ζούσε μόνος του και συχνά τον επισκεπτόμουν. Μία φορά πού πήγα νά τον δω, τον βρήκα νά κάθεται στο γραφείο του και νά διαβάζει την χριστιανική κατήχηση.
- Τι σημαίνει αυτό, Πρόχορε Άλεξάνδροβιτς (έτσι έλεγαν τον γνωστό μου), θέλετε νά γίνετε δάσκαλος; τον ρώτησα με περιέργεια, κοιτάζοντας πρός το βιβλίο πού διάβαζε εκείνος.
- Όχι, αγαπητέ μου! τι λες, δάσκαλος; Μακάρι νά μπορούσα νά γίνω καλός μαθητής και όχι εγώ νά διδάξω άλλους. Πρέπει νά προετοιμαστώ για τις εξετάσεις. .Ο καιρός πλησιάζει. Βλέπεις, μέρα με τη μέρα ασπρίζουν όλο και περισσότερο τά μαλλιά μου. Κάθε στιγμή μπορεί νά με καλέσουν, μου απάντησε, όπως και πάντα, με ένα χαμόγελο δεν πήρα στα σοβαρά τά λόγια του. Επειδή ήταν άνθρωπος μορφωμένος και πάντα διάβαζε πολύ, νόμιζα ότι άπλά ψάχνει στην κατήχηση κάποιες πληροφορίες. Αυτός όμως ήθελε νά μου εξηγήσει ακριβώς τι εννοούσε και μου είπε:
Διαβάζω πολλά και διάφορα σύγχρονα έργα και συναντώ έκεί πολλές ανοησίες, γι' αυτό και εξετάζω τον εαυτό μου νά μην αποκλείσω από τη σωστή οδό. Γιατί στο τέλος της ζωής μας μας περιμένουν εξετάσεις, πραγματικά δύσκολες εξετάσεις, και επιπλέον δεν Θα υπάρξει ή δυνατότητα νά τις ξαναδώσουμε.
- Πιστεύετε εσείς σ' όλα αυτά;
- Μα πώς μπορώ νά μην τά πιστεύω;
Τι, πέστε μου αληθινά, μπορεί νά μου συμβεί; Άπλά θα διαλυθώ και θα γίνω σκόνη; και αν όχι; Τότε, μήπως θα υπάρξει ή περίπτωση νά κληθώ για νά απολογηθώ για τις πράξεις μου; Δεν είμαι άψυχο ξύλο, έχω θέληση και διάνοια. Συνειδητά έζησα και συνειδητά έπραξα όλες τις αμαρτίες μου...
- Δεν καταλαβαίνω, κύριε Πρόχορε Άλεξάνδροβιτς, πώς φύτρωσε μέσα σας ή πίστη στη μετά θάνατον ζωή; Ή άποψή μου είναι ότι ο άνθρωπος πεθαίνει και όλα τελειώνουν, τελεία και παύλα. τον βλέπεις ακίνητο και άψυχο, νά σαπίζει και νά αποσυντίθεται. Πώς μπορούμε μετά νά μιλάμε για κάποιου είδους ζωή; του είπα εγώ, εκφράζοντας την γνώμη μου.
- Με συγχωρείται, και για τον Λάζαρο, τον Τετραήμερο, τι νά πούμε; Ή ανάσταση του είναι ένα αναμφισβήτητο γεγονός. Ο ίδιος υπήρξε όμοιος με μένα άνθρωπος και πλάστηκε από τον ίδιο πηλό όπως και εγώ.
Τον κοιτούσα και δεν μπορούσα νά αποκρύψω την έκπληξή μου. Είναι δυνατόν ένας τόσο μορφωμένος άνθρωπος νά πιστεύει σ' αυτά τά αδιανόητα πράγματα;
Ο Πρόχορος 'Αλεξάνδροβιτς με την σειρά του με κοίταξε με προσοχή και μετά με ρώτησε, με χαμηλό τόνο:
- Μήπως είστε άπιστος;
- Όχι, γιατί; 'Εγώ πιστεύω στον Θεό, του απάντησα.
- Και όμως στην μετά θάνατον ζωή πού μας από
καλύπτει Το Ευαγγέλιο δεν πιστεύετε. Σήμερα ο καθένας τον Θεό τον καταλαβαίνει διαφορετικά, την θεία αποκάλυψη ο καθένας την κόβει και την ράβει στα μέτρα του. Υπάρχει ακόμα και ή ανθρώπινη αξιολόγηση. Σ' αυτό, λένε πρέπει οπωσδήποτε νά
πιστεύουμε, σ' εκείνο μπορούμε και νά μην πιστεύουμε και σ' ένα τρίτο, λόγου χάρη, δεν Υπάρχει κανένας λόγος νά πιστεύουμε! σαν νά είναι πολλές οι αλήθειες και όχι μία. και δεν καταλαβαίνουν ότι σ' αύτή την περίπτωση πιστεύουν σε κάτι πού είναι
προϊόν της δικής τους σκέψης και της φαντασίας, όπότε δεν μπορούμε πλέον νά μιλάμε για πίστη στο Θεό.
- Μπορούμε, όμως, σε όλα νά πιστεύουμε; Μερικές φορές συναντάμε πολύ παράξενα πράγματα...
- Θέλετε νά πείτε ακατανόητα; Προσπαθήστε να καταλάβετε τον εαυτό σας. δεν Θα μπορέσετε. Πρέπει νά καταλάβετε ότι ή αίτία είστε εσείς ο ίδιος.
Προσπαθήστε νά μιλήσετε με έναν απλό άνθρωπο για τον τετραγωνισμό του κύκλου η για κάποιο άλλο θέμα από τά ανώτερα μαθηματικά. 'Εκείνος δεν Θα καταλάβει τίποτα. αυτό όμως δεν σημαίνει ότι πρέπει νά απορρίψουμε την ίδια την επιστήμη. Βέβαια είναι πιο εύκολο νά απορρίπτουμε κάτι, αλλά τις περισσότερες φορές από αυτό δεν βγαίνει κανένα αποτέλεσμα.
Σκεφτείτε λίγο πόσο παράλογο είναι αυτό πού λέτε. Λέτε ότι πιστεύετε στον Θεό αλλά στη μετά θάνατον ζωή δεν πιστεύετε. 'Ο Θεός όμως δεν είναι Θεός νεκρών αλλά ζώντων. Διαφορετικά τι Θεός είναι Αυτός; Άλλωστε για τη ζωή πέραν του τάφου μίλησε ο ίδιος ο Χριστός. Είναι δυνατόν νά έλεγε ψέματα; Κανείς όμως, ακόμα και οί χειρότεροι εχθροί Του, δεν μπόρεσαν νά τον κατηγορήσουν για το ότι κήρυττε ψέματα. για ποιο λόγο τότε Αυτός ήλθε στη γη και υπέφερε τόσα πάθη; για ποιο λόγο, - σας ρωτάω -, αν εμείς Θα διαλυόμαστε και Θα γινόμαστε σκόνη;
Όχι, δεν μπορείτε νά συνεχίσετε νά σκέφτεστε με αυτόν τον τρόπο. 'Οπωσδήποτε πρέπει νά τον διορθώσετε, είπε με ζήλο. Πρέπει νά κατανοήσετε πόσο σημαντικό είναι κάτι τέτοιο. "Αν αποκτήσετε σωστή αντίληψη πάνω στο θέμα αυτό τότε ή ζωή σας Θα αλλάξει. Θα γίνει μέσα σας μία κατά κάποιον τρόπο ηθική επανάσταση. 'Η πεποίθηση αυτή θα σας στηρίζει και ταυτόχρονα Θα σας παρηγορεί. θα είναι για σας ένα στήριγμα στον καθημερινό σας αγώνα.
Γ'
Έβλεπα πώς σ' αυτό πού λέει ο Πρόχορος Άλεξάνδροβιτς υπάρχει κάποια λογική. Όμως ή σύντομη αυτή συζήτηση δεν μπόρεσε νά με πείσει νά πιστέψω σε ότι συνήθισα νά μην πιστεύω εως τώρα. Το μόνο πού έκανε ήταν νά αποκαλύψει αυτή την συγκεκριμένη γνώμη μου, ή όποία μέχρι εκείνη τη στιγμή παρέμενε κρυμμένη, επειδή δεν έτυχε νά την αναφέρω σε κάποιον, γιατί δεν είχα ποτέ σκεφτεί σοβαρά γι' αυτό το θέμα. τον Πρόχορο 'Αλεξάνδροβιτς όμως τον ανησυχούσε πάρα πολύ αυτή ή στάση μου.
Ξανά και ξανά κατά τη διάρκεια της βραδιάς γύριζε σ' αυτό το θέμα. "Όταν σηκώθηκα για νά φύγω μου έδωσε νά διαβάσω μερικά βιβλία από την πλούσια βιβλιοθήκη του και μου είπε:
- Διαβάστε τα οπωσδήποτε. δεν πρέπει νά παραμείνετε σ' αυτή την κατάσταση. Είμαι σίγουρος ότι με Το μυαλό σας γρήγορα Θα καταλάβετε πώς δεν υπάρχει κανένας λόγος νά μην πιστεύετε στην μετά θάνατον ζωή. Πρέπει όμως νά πιστέψετε όχι μόνο με το νου άλλά και με την καρδιά σας, αλλιώς ή πίστη σας αυτή Θα κρατήσει μία μέρα το πολύ και έπειτα Θα χαθεί. 'Ο νους μας είναι ένα κόσκινο. Διάφορες σκέψεις και ιδέες περνάνε μέσα άπ' αυτόν, έρχονται και φεύγουν. Δεν τά κρατάει ο νους, επειδή ο τόπος όπου αυτά φυλάσσονται βρίσκεται άλλου.
Διάβασα τά βιβλία πού μου είχε δώσει. δεν θυμάμαι αν τά διάβασα όλα. "Όμως ή συνήθεια ήταν πιο ισχυρή από τη λογική. "όλα όσα έγραφαν τά βιβλία αυτά ήταν πολύ πειστικά.
Τά επιχειρήματα δυνατά και εγώ σχεδόν τίποτα δεν μπόρεσα νά αντιπαραθέσω σ' αυτά, Μία και οί γνώσεις μου για τά θέματα θρησκείας ήταν πολύ περιορισμένες. αυτά όμως δεν με έκαναν νά αλλάξω τις πεποιθήσεις μου.
Συνειδητοποιούσα πώς αυτές οί πεποιθήσεις μου ίσως ήταν παράλογες. Πίστεψα απολύτως πώς ήταν αληθινά όλα πού έγραφαν τά βιβλία. και όμως δεν βεβαιώθηκα για την μετά θάνατον ζωή. για μένα ο θάνατος ήταν το οριστικό τέλος της ανθρώπινης ύπαρξης.
Πέρασε λίγος καιρός μετά από τη συζήτηση πού είχα με τον Πρόχορο 'Αλεξάνδροβιτς, για την όποία μιλήσαμε παραπάνω. 'Εγώ δυστυχώς έπρεπε νά φύγω από την πόλη και νά απομακρυνθώ από τον Πρόχορο Άλεξάνδροβιτς. Ποτέ ξανά δεν τον συνάντησα. 'Ίσως Αυτός επειδή ήταν άνθρωπος πιστός, έξυπνος, πολύ συμπαθητικός και με σταθερές αρχές Θα μπορούσε νά με βοηθήσει νά δω διαφορετικά τη ζωή μου και την ανθρώπινη ύπαρξη γενικά και νά αλλάξω την λανθασμένη ιδέα μου περί θανάτου. Αυτός όμως δεν ήταν πια κοντά μου αλλά ούτε και βρέθηκε κάποιος άλλος στη θέση του, πού Θα μπορούσε νά με καθοδηγήσει. 'Επειδή ήμουν νέος και μάλιστα όχι πολύ σοβαρός, όπως Το έχω πει, δεν με απασχολούσαν καθόλου τά προβλήματα αυτά και γρήγορα ξέχασα και αυτά πού μου είπε ο Πρόχορο 'Αλεξάνδροβιτς και αυτόν τον ίδιο...
Δ'
Πέρασαν αρκετά χρόνια. Είναι ντροπή μου και όμως πρέπει νά ομολογήσω πώς δεν άλλαξα πολύ σ' αυτά τά χρόνια. 'Ήμουν ήδη άνθρωπος μέσης ήλικίας και όμως δεν μπορώ νά πω πώς άρχισα νά βλέπω πιο σοβαρά τη ζωή μου. δεν είχα καταλάβει Το νόημα της ανθρώπινης ύπαρξης. Το νά προσπαθήσω νά καταλάβω τον εαυτό μου, ποιος είμαι, ήταν για μένα έκτός πραγματικότητας. Εξακολουθούσα νά βλέπω την ζωή ύπό Το πρίσμα της καθημερινότητας, όπως άλλωστε την έβλεπαν οί περισσότεροι άνθρωποι του περιβάλλοντός μου.
και με την σχέση μου με την θρησκεία γινόταν περίπου Το ίδιο. 'Όπως και στα νεανικά μου χρόνια δεν ήμουν ούτε άθεος αλλά ούτε συνειδητός πιστός.
Μία φορά Το χρόνο πήγαινα στην εκκλησία για νά εξομολογηθώ και νά κοινωνήσω. Τέτοιος πιστός ήμουν. δεν με απασχολούσαν καθόλου τά θέματα της θρησκείας και ούτε μπορούσα νά καταλάβω πώς αυτά είναι δυνατόν νά έχουν και Το παραμικρό ενδιαφέρον για κάποιους. Οί γνώσεις πού είχα περί θρησκείας ήταν ελάχιστες, όμως νόμιζα πώς τά ξέρω όλα και μάλιστα πολύ καλά. "Όλα μου φαίνονταν Τόσο άπλά και κατανοητά και επομένως για κάποιον μορφωμένο άνθρωπο δεν υπήρχε, κατά τη γνώμη μου, καμιά ανάγκη νά κουράζει Το μυαλό του με αυτά. Αύτή ήταν μία άποψη πάρα πολύ απλοποιημένη και όμως ευρέως διαδεδομένη μεταξύ των μορφωμένων ανθρώπων της εποχής μου. Και είναι αυτονόητο πώς με τέτοιες προϋποθέσεις δεν μπόρεσε νά υπάρξει καμιά πρόοδος στην πίστη...
Ε'
Κάποτε από την υπηρεσία μου στάλθηκα στην πόλη Κ. και εκεί αρρώστησα σοβαρά. δεν είχα εκεί κανέναν συγγενή κάποιον πού θα μπορούσε νά με εξυπηρετήσει, και γι' αυτό αναγκάστηκα νά πάω στο νοσοκομείο. Οί γιατροί μου είπαν πώς έχω πνευμονία. τις πρώτες ήμέρες μου στο νοσοκομείο αισθανόμουν αρκετά καλά ώστε άρχισα νά σκέφτομαι πώς για ένα τέτοιο τιποτένιο πράγμα δεν άξιζε ο κόπος νά έλθω στο νοσοκομείο. .Η ασθένεια όμως προχωρούσε και ο πυρετός άρχισε γρήγορα νά ανεβαίνει...
Όσο πιο πολύ πλησίαζε, καταλαβαίνω τώρα, ή κορύφωση της ασθένειάς μου τόσο χειρότερα αισθανόμουν. Υπήρχαν στιγμές πού από τον πυρετό δεν έβλεπα τίποτα γύρω μου. Παρ' όλα αυτά καθ' όλη τη διάρκεια της ασθένειάς μου, ούτε μία φορά δέ σκέφτηκα το θάνατο. Και αυτό, νομίζω, γιατί πάντα θεωρούσα τον εαυτό μου άνθρωπο πολύ γερό και δυνατό. Ποτέ πριν δεν αρρώστησα βαριά και για μένα ήταν άγνωστες εκείνες οί σκέψεις περί θανάτου πού δημιουργούν στους ανθρώπους οί βαριές ασθένειες.
'Ήμουν σίγουρος ότι γρήγορα Θα γίνω καλά και συνεχώς ρωτούσα τον γιατρό, όταν εκείνος μου έβαζε το θερμόμετρο αν ανεβαίνει ή πέφτει ο πυρετός. .Ο πυρετός όμως ανέβηκε μέχρι ένα ορισμένο σημείο, εκεί σταμάτησε και δεν κατέβαινε. Πάντα σαν απάντηση στο ερώτημά μου αυτό ο γιατρός έλεγε: «σαράντα και εννέα δέκατα», «σαράντα ένα», «σαράντα και οκτώ δέκατα».
- Μα είναι δυνατόν, γιατρέ μου, τόσες μέρες Το ίδιο πράγμα, του έλεγα με αγανάκτηση και στη συνέχεια τον ρωτούσα αν και ή ανάρρωσή μου Θα προχωρήσει με τέτοιους αργούς ρυθμούς. Ο γιατρός έβλεπε την ανυπομονησία μου και προσπαθούσε να με παρηγορήσει. Μου έλεγε ότι στην ηλικία μου και με την καλή υγεία πού έχω δεν υπάρχει λόγος νά ανησυχώ. με διαβεβαίωνε ότι με τέτοιες προϋποθέσεις μπορώ πολύ γρήγορα νά γίνω καλά και ότι ή ανάρρωσή μου Θα διαρκέσει μόνο λίγες μέρες. Πίστεψα απολύτως σ' αυτά πού μου είπε ο γιατρός. Περίμενα με ανυπομονησία την κορύφωση της ασθένειάς μου, μετά την όποία, Όπως πίστευα, γρήγορα θα γινόμουν καλά.
Μία νύχτα αισθάνθηκα πάρα πολύ άσχημα: ο πυρετός ανέβηκε υπερβολικά και με δυσκολία μπορούσα νά αναπνέω. 'Αλλά Το πρωί ή κατάστασή μου άλλαξε. Ξαφνικά αισθάνθηκα καλύτερα, και μάλιστα Τόσο καλά ώστε μπόρεσα νά κοιμηθώ. 'Όταν ξύπνησα Το πρώτο πράγμα πού πέρασε από Το μυαλό μου ήταν ή ταλαιπωρία πού πέρασα τη νύχτα. «Μάλλον αυτή ήταν ή κορύφωση της ασθένειας, σκέφτηκα. 'Ίσως τώρα πέσει ο πυρετός και σταματήσει ή δύσπνοια».
Όταν είδα νά μπαίνει στο διπλανό δωμάτιο ένας νέος νοσοκόμος τον φώναξα και τον παρακάλεσα να μου βάλει θερμόμετρο. Φαίνεται, κύριέ μου, πώς σιγά-σιγά συνέρχεστε, -είπε χαμογελώντας, αφού κοίταξε Το θερμόμετρο, - δεν έχετε πυρετό, ή θερμοκρασία είναι κανονική.
- Σοβαρά; - τον ρώτησα χαρούμενος.
- Ορίστε, μπορείτε και μόνος σας νά δείτε: τριάντα εφτά και ένα. Μου φαίνεται πώς και ο βήχας δεν σας ενοχλούσε πολύ κατά τη διάρκεια της νύχτας.
Πραγματικά, μόνο τότε πρόσεξα ότι κατά τη νύχτα, μετά τά μεσάνυχτα και το πρωί δεν έβηχα παρά το ότι ήπια ζεστό τσάι και κουνιόμουν στο κρεβάτι μου, πράγμα πού άλλες φορές μου προκαλούσε το βήχα.
Στις εννιά ή ώρα ήρθε ο γιατρός. τον πληροφόρησα ότι δεν αισθανόμουν καλά τη νύχτα και ότι, κατά τη γνώμη μου, την περασμένη νύχτα ή ασθένεια μου έφτασε στην κορύφωσή της. του είπα επίσης ότι τώρα αισθάνομαι καλά, τόσο καλά ώστε το πρωί μπόρεσα νά κοιμηθώ λίγες ώρες.
- Πολύ ωραία, - απάντησε εκείνος, πλησιάζοντας το τραπέζι πάνω στο όποίο βρισκόταν κάποια χαρτιά τά όποία ήθελε νά δει
- Συγγνώμη, γιατρέ, νά βάλουμε θερμόμετρο; τον ρώτησε εκείνη τη στιγμή ο νοσοκόμος. Ο κύριος δεν έχει πυρετό, ή θερμοκρασία του είναι κανονική.
- Τι σημαίνει κανονική; - ρώτησε αμέσως ο γιατρός τον νοσοκόμο, σηκώνοντας Το κεφάλι του και παίρνοντας τά μάτια του από τά χαρτιά. Το βλέμμα του ήταν γεμάτο απορία.
- Μάλιστα, μόλις τώρα την μέτρησα.
Ο γιατρός του είπε νά μου βάλει ξανά το θερμόμετρο και μάλιστα ο ίδιος πρόσεξε αν είναι σωστά τοποθετημένο. Αυτή τη φορά ή θερμοκρασία ούτε έφτασε στους τριάντα εφτά βαθμούς: σταμάτησε στους τριάντα έξι και οκτώ δέκατα.
Τότε ο γιατρός έβγαλε από την τσέπη του ένα δικό του θερμόμετρο, το κατέβασε, το κοίταξε προσεκτικά για νά βεβαιωθεί ότι λειτουργεί και μου το έβαλε. Και αυτό το δεύτερο θερμόμετρο έδειξε το ίδιο όπως και το πρωτο.
Πρός μεγάλη μου έκπληξη ο γιατρός δεν χάρηκε καθόλου γι' αυτό το γεγονός, ούτε έκανε τον κόπο νά μου χαμογελάσει έστω και τυπικά. 'Έκανε μερικές σπασμωδικές κινήσεις γύρω από το τραπέζι και βγήκε από το δωμάτιό μου.
ΣΤ'
Σε λίγο ήρθε στο δωμάτιό μου ο γενικός γιατρός του νοσοκομείου. Μαζί με τον δικό μου γιατρό με ακροάστηκαν και με εξέτασαν προσεκτικά. Διέταξαν στους νοσοκόμους νά μου βάλουν αμέσως ένα έμπλαστρο στην πλάτη μου. 'Έγραψαν μία συνταγή και την έστειλαν με έναν νοσοκόμο στο φαρμακεία με την εντολή νά ετοιμάσουν αμέσως Το φάρμακο.
- Γιατί, γιατρέ μου, τώρα πού εγώ αισθάνομαι καλά εσείς καίεται την πλάτη μου με έμπλαστρα; , ρώτησα τον γενικό γιατρό. Μου φάνηκε πώς τον εκνεύρισα μ' αυτή την ερώτησή μου. Μου απάντησε με αγανάκτηση:
- "Αχ, Θεέ μου! δεν μπορούμε νά σας αφήσουμε στην τύχη σας μόνο επειδή αυτή τη στιγμή αισθάνεστε καλύτερα! Πρέπει όλες τις ακαθαρσίες πού μαζεύτηκαν μέσα σας σ' όλο αυτό το διάστημα νά τις βγάλουμε έξω.
Τρεις ώρες αργότερα ο δικός μου γιατρός με επισκέφτηκε ξανά. 'Έλεγξε Το έμπλαστρο στην πλάτη μου και με ρώτησε πόσες φορές πήρα Το φάρμακο. Τρεις – του απάντησα. Βήχατε; 'Όχι, - του απάντησα. - Ούτε Μία φορά; Καθόλου.
- Πέστε μου, παρακαλώ, - ρώτησα τον νοσοκόμο ο όποίος σχεδόν πάντα βρισκόταν δίπλα στο κρεβάτι μου, - τι περιέχει αυτό το φάρμακο; Αυτό μου προκαλεί εμετό. 'Έχει διάφορες αποχρεμπτικές ουσίες, - μου είπε.
Εδώ φέρθηκα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο όπως φέρονται οί σύγχρονοι αρνητές όταν πρόκειται για θέματα πίστεως. Ενώ δεν καταλάβαινα τίποτα κατέκρινα στη σκέψη μου τούς γιατρούς πού μου έδωσαν Το αποχρεμπτικό φάρμακο τη στιγμή πού, κατά τη γνώμη μου, δεν Το χρειαζόμουν καθόλου.
Ζ'
Μιάμιση η δύο ώρες αργότερα μπήκαν στο δωμάτιό μου πάλι γιατροί. Τώρα ήταν Τρεις: οί δύο δικοί μας και ένας τρίτος, ξένος, Άνθρωπος λεβεντόκορμος και σπουδαίος. Πολλή ώρα με εξέταζαν και με στηθοσκοπούσαν. 'Έφεραν και μία φιάλη οξυγόνου. Τι Το χρειάζομαι τώρα, - τούς ρώτησα.
- Αυτό μας χρειάζεται για νά αερίσουμε λίγο τούς πνεύμονές σας. Μου φαίνεται πώς αυτοί ψήθηκαν από τον πυρετό, - είπε ο ξένος γιατρός.
- Πέστε μου, γιατρέ, τι διαπιστώσατε στην πλάτη μου και συνέχεια ασχολείστε μ' αυτή; Τρεις φορές την εξετάσατε και όλη μου την καλύψατε με έμπλαστρο.
Αισθανόμουν πολύ πιο καλά από ότι τις προηγούμενες ήμέρες. από τη σκέψη μου δεν περνούσε τίποτε θλιβερό-θλιβερό. Τίποτα από αυτά πού συνέβαιναν γύρω μου δεν με οδήγησαν στο νά συνειδητοποιήσω την πραγματική μου κατάσταση. Ακόμα και την παρουσία ενός ξένου γιατρού την θεώρησα σαν έλεγχο η κάτι παρόμοιο. Δεν είχα καν σκεφτεί ότι τον κάλεσαν ειδικά για μένα επειδή ή κατάσταση της υγείας μου απαιτούσε σύγκληση ιατρικού συμβουλίου. Την τελευταία αυτή ερώτησή μου την έκανα με τόσο αβίαστο και εύθυμο τόνο ώστε κανένας από τούς γιατρούς μου δεν τόλμησε ούτε με νύξεις νά μου δώσει νά καταλάβω την καταστροφή πού πλησίαζε. και αλήθεια πώς νά εξηγήσεις σε έναν άνθρωπο πού ελπίζει ότι του έμειναν μόνο λίγες ώρες ζωής!
- Μα τώρα ακριβώς υπάρχει απόλυτη ανάγκη νά σας φροντίσουμε, - μου απάντησε ο γιατρός πολύ αόριστα. .
Άλλά και αύτή την απάντησή του την ερμήνευσα θετικά. Σκέφτηκα δηλαδή ότι τώρα αφού πέρασα την κορύφωση της ασθένειας και ή δύναμη της ασθένειας άρχισε σιγά-σιγά νά κλονίζεται είναι ή κατάλληλη στιγμή πού πρέπει νά χρησιμοποιήσουμε όλα τά μέσα για νά διώξουμε οριστικά την ασθένεια και νά βοηθήσουμε τον οργανισμό στην αποκατάσταση της υγείας του.
Η'
Θυμάμαι πώς γύρω στις τέσσερις με έπιασε ρίγος και εγώ για νά ζεσταθώ τυλίχτηκα με μία κουβέρτα. Ξαφνικά αισθάνθηκα πολύ άσχημα.
Φώναξα τον νοσοκόμο. με πλησίασε, σήκωσε το κεφάλι μου από το μαξιλάρι και μου έδωσε την φιάλη με το οξυγόνο. Κάπου χτύπησε το κουδούνι και σε λίγα λεπτά στο δωμάτιό μου μπήκε τρέχοντας ο προϊστάμενος των νοσοκόμων και λίγο αργότερα ο ένας μετά τον άλλον οι δύο γιατροί μας.
'Ίσως κάποια άλλη στιγμή όλη ή ασυνήθιστη αύτη συγκέντρωση όλου σχεδόν του προσωπικού του νοσοκομείου γύρω από το κρεβάτι μου αλλά και ο πολύ λίγος χρόνος πού χρειάστηκε για νά συγκεντρωθούν, αναμφίβολα Θα μου προκαλούσε έκπληξη και ίσως Θα με έφερνε σε αμηχανία. Τώρα όμως έμεινα τελείως αδιάφορος γι' αυτό Το γεγονός σαν νά μην με αφορούσε αυτό.
Μία παράξενη αλλαγή έγινε ξαφνικά μέσα μου!
'Ενώ πριν από ένα λεπτό ήμουν γεμάτος ζωή, τώρα αν και τά έβλεπα όλα και είχα πλήρη συνείδηση αυτών πού συνέβαιναν γύρω μου όμως είχα μία τέτοια αδιαφορία και μία τέτοια αποξένωση πού δεν μπορεί νά περιγραφεί. Αδιανόητη για ένα ζωντανό πλάσμα.
Όλη ή προσοχή μου συγκεντρώθηκε σε μένα τον ίδιο. Και εδώ όμως παρατηρούσα μία παράξενη ιδιομορφία, μία κατά κάποιο τρόπο διχοτόμηση. Είχα πλήρη συνείδηση του εαυτού μου και καθαρές τις αισθήσεις μου και όμως ταυτόχρονα έβλεπα τον εαυτό μου με τόση αδιαφορία σαν νά είχα χάσει τελείως τις φυσικές αισθήσεις.
Είδα, για παράδειγμα, τον γιατρό πού σήκωσε το χέρι μου για νά μετρήσει τον σφυγμό. 'Έβλεπα και κατανοούσα αυτά πού έκανε αλλά δεν αισθανόμουν Το άγγιγμα του.
'Έβλεπα τούς γιατρούς οι όποίοι με σήκωσαν στο κρεβάτι και κάτι έκαναν στην πλάτη μου. 'Εκεί στην πλάτη μου παρουσιάστηκε το οίδημα. τούς έβλεπα και κατανοούσα αυτά πού έκαναν. Όμως δεν αισθανόμουν τίποτα, και όχι γιατί είχα χάσει τις αισθήσεις μου, αλλά γιατί αυτό πού έκαναν δεν με αφορούσε. εγώ κλείστηκα κάπου στο βάθος του εαυτού μου και δεν άκουγα και δεν παρακολουθούσα τίποτα από αυτά πού έκαναν σε μένα σαν νά αποκαλύφτηκαν ξαφνικά μέσα μου δύο υπάρξεις: Η μία, ή πιο σημαντική, ή όποία ήταν κρυμμένη στο βάθος του εαυτού μου και ή άλλη, ή εξωτερική πλευρά της υπάρξεις μου πού ήταν ασφαλώς μικρότερης σημασίας. και τώρα ο συνδετικός κρίκος πού τις ένωνε μεταξύ τους κάηκε ή έλιωσε και αυτές διασπάσθηκαν. Την μία ύπαρξη, την ισχυρότερη, την Αισθανόμουν έντονα, και για την άλλη, την ασθενέστερη, αδιαφορούσα τελείως. Το ασθενέστερο αυτό στοιχείο ήταν το σώμα μου.
Μπορώ νά φανταστώ πώς λίγες μέρες νωρίτερα θα με ξάφνιαζε ή αποκάλυψη του εσωτερικού μου εαυτού, άγνωστου μέχρι τότε, πού όμως κατά πολύ υπερείχε του άλλου μισού, το όποίο, σύμφωνα με τις πεποιθήσεις μου, αποτελούσε τον όλο άνθρωπο και το όποίο τώρα δεν πρόσεχα σχεδόν καθόλου.
Πολύ παράξενη ήταν αυτή ή κατάσταση: Ενώ ήμουν ζωντανός, τά έβλεπα, τά άκουγα και τά κατανοούσα όλα και όμως ταυτόχρονα δεν έβλεπα και δεν κατανοούσα τίποτα, αισθανόμενος αυτή την απόλυτη αποξένωση.
Θ'
Ο γιατρός με ρώτησε κάτι. τον άκουσα και κατάλαβα αυτό πού με ρώτησε αλλά δεν του απάντησα. δεν απάντησα επειδή για μένα δεν υπήρχε λόγος νά μιλήσω μαζί του. Αυτός φρόντιζε και ανησυχούσε για μένα, για εκείνο όμως το μισό του εαυτού μου το όποίο δεν είχε πια για μένα καμιά σημασία.
"Όμως ξαφνικά αυτό Το άλλο μου μισό με έκανε νά Το προσέξω! και αυτό έγινε πολύ απότομα και με έναν τρόπο ασυνήθιστο.
Ξαφνικά αισθάνθηκα ότι κάποια δύναμη με τραβάει δυνατά πρός τά κάτω. Τά πρώτα λεπτά Αισθανόμουν σαν νά ήταν κρεμασμένα σε όλα τά μέλη του σώματός μου μεγάλα βάρη, αργότερα ή δύναμη αυτή αυξήθηκε τόσο πολύ πού ή λέξη βάρος δεν μπορεί νά εκφράσει εκείνη την πίεση πού Αισθανόμουν. Σ' αυτή την περίπτωση λειτουργούσε ένας άλλος νόμος της έλξεως, με δύναμη χίλιες φορές μεγαλύτερη από τη συνηθισμένη.
Μου φαινόταν πώς Το κάθε μέλος του σώματός μου, κάθε τρίχα, κάθε φλέβα και κάθε κύτταρο έλκονται από κάποια τέτοια δύναμη πού δεν μπορείς νά της αντισταθείς, Όπως ένας πολύ δυνατός μαγνήτης έλκει κομμάτια σιδήρου.
"Όμως αυτή ή αίσθηση όσο δυνατή και νά ήταν δεν με εμπόδιζε νά σκέφτομαι και νά τά καταλαβαίνω όλα. Συνειδητοποιούσα Το παράδοξο αυτής της κατάστασης, είχα και την αίσθηση πραγματικότητας, ότι δηλαδή βρίσκομαι ξαπλωμένος στο κρεβάτι μου, ότι Το δωμάτιό μου βρίσκεται στο δεύτερο όροφο και ότι κάτω από αυτό υπάρχει ένα άλλο δωμάτιο. Ταυτόχρονα όμως ήμουν σίγουρος ότι αν Υπήρχαν κάτω όχι ένα αλλά δέκα δωμάτια Το ένα πάνω στο άλλο Θα άνοιγαν αυτά για νά περάσω... Προς που;
Κάτω στο βάθος της γης.
Ναι, στο βάθος της γης. Γι' αυτό ήθελα νά ξαπλώσω στο πάτωμα και προσπάθησα νά το κάνω.
Ψυχορραγεί, άκουσα νά λέει ο γιατρός. Επειδή δεν μιλούσα και ήμουν συγκεντρωμένος στον εαυτό μου το βλέμμα μου δεν έκφρασε τίποτα και ήταν αδιάφορο. Οί γιατροί νόμισαν ότι έχασα τις αισθήσεις μου και γι' αυτό μιλούσαν ανοιχτά. Εν τω μεταξύ εγώ όλα τά καταλάβαινα πολύ καλά.
- «Ψυχορράγημα! Θάνατος! σκέφτηκα εγώ Όταν άκουσα αυτά πού έλεγε ο γιατρός, - Πραγματικά είναι δυνατόν εγώ νά πεθάνω; έλεγα στον εαυτό μου. - Μα πώς και γιατί;» δεν μπορούσα νά Το εξηγήσω στον εαυτό μου.
Ξαφνικά θυμήθηκα τις σκέψεις κάποιων επιστημόνων, πού είχα διαβάσει κάποτε, αν αληθινά είναι οδυνηρός ο θάνατος. 'Έκλεισα τά μάτια μου και συγκεντρώθηκα σ' αυτά πού γίνονταν μέσα μου.
Σωματικούς πόνους δεν είχα και Όμως υπέφερα και βασανιζόμουν. Γιατί, ποια ήταν ή αιτία του πόνου; 'Ήξερα από ποια ασθένεια πεθαίνω. Μήπως με έπνιγε το οίδημα ή αυτό εμπόδιζε την κανονική λειτουργία της καρδιάς μου και γι' αυτό υπέφερα; Δεν ξέρω ίσως αυτή ήταν, για τούς γιατρούς, ή αιτία του θανάτου πού με πλησίαζε. Άλλά αυτό δεν με απασχολούσε. Ό κόσμος αυτός με τούς γιατρούς του και όλους τούς ανθρώπους ήταν πια ξένος για μένα. Το μόνο πού αισθανόμουν ήταν αυτή ή ανυπέρβλητη έλξη για την όποία μίλησα παραπάνω.
Αισθανόμουν Ότι κάθε στιγμή ή έλξη αυτή δυναμώνει και Ότι γρήγορα πλησιάζω και σχεδόν αγγίζω εκείνο Το μαγνήτη πού με έλκεε. Ήξερα Ότι μόλις Θα τον αγγίξω Θα γίνω ένα μ' αυτόν και καμιά δύναμη στον κόσμο δεν Θα μπορέσει νά με χωρίσει από αυτόν. και όσο πλησίαζε αυτή ή στιγμή τόσο περισσότερο φοβόμουν και τόσο μεγαλύτερο βάρος αισθανόμουν στην ψυχή μου. Όλη ή ύπαρξη μου διαμαρτυρόταν. Αισθανόμουν ότι δεν είναι δυνατόν να ενωθώ εγώ ολόκληρος μ' αυτό, κάτι θα μείνει ελεύθερο και αυτό το κάτι με όλες τις δυνάμεις του προσπαθούσε νά απομακρυνθεί από αυτό το κέντρο έλξεως. Αυτός ακριβώς ο αγώνας πού γινόταν μέσα μου, μου προκαλούσε τον πόνο και με βασάνιζε.
ΙΑ'
Βέβαια ή σημασία της λέξης «ψυχορράγημα» πού άκουσα από τούς γιατρούς μου ήταν γνωστή. Αλλά τώρα όλα μέσα μου άλλαξαν.
Αν άκουγα αυτή τη λέξη τότε όταν, οί τρεις γιατροί με εξέταζαν, σίγουρα Θα τρόμαζα. Επίσης είναι σίγουρο ότι, αν δεν γινόταν μέσα μου ή παράξενη αυτή αλλαγή και εξακολουθούσα νά παραμένω στην προηγούμενη κατάσταση, Θα ερμήνευα διαφορετικά όλα όσα συνέβαιναν μέσα μου τώρα. Τώρα, Όμως, τα λόγια του γιατρού μου προκάλεσαν μεν κάποια έκπληξη αλλά όχι φόβο. Δεν αισθανόμουν φόβο όπως συνήθως αισθάνονται οί άνθρωποι όταν σκέφτονται το θάνατο. 'Η εξήγηση της κατάστασης στην όποία βρισκόμουν δεν ταίριαζε καθόλου με τις πεποιθήσεις πού είχα στην προηγούμενη ζωή μου.
«Αυτό είναι! Είναι ή γη πού με τραβάει κάτι σκέφτηκα, και αυτό το γεγονός ήταν τώρα ξεκάθαρο για μένα. - δεν τραβάει Όμως εμένα αλλά αυτό που μου έδωσε για ένα χρονικό διάστημα. Η γη τραβάει το σώμα η το ίδιο το σώμα από μόνο του θέλει να πάει στη γη;»!
Αυτό πού προηγουμένως μου φαινόταν πολύ φυσικό και σίγουρο, ότι δηλαδή μετά το θάνατο θα διαλυθώ και θα γίνω σκόνη, τώρα μου φαινόταν παράλογο και αντίθετο με τούς νόμους της φύσεως.
«'Όχι, δεν Θα χαθώ ολοκληρωτικά», - φώναξα δυνατά και προσπάθησα νά απαλλαγώ από τη δύναμη πού με έλκυε, και ξαφνικά κατάλαβα ότι δεν αισθάνομαι πια αυτή την έλξη.
'Άνοιξα τά μάτια μου. στην μνήμη μου αποτυπώθηκαν με όλες τις λεπτομέρειες όλα αυτά πού είδε εκείνη τη στιγμή.
Είδα ότι στέκομαι μόνος μου στη μέση του δωματίου. στα δεξιά μου είδα το προσωπικό του νοσοκομείου πού μαζεύτηκε γύρω από το κρεβάτι μου, σχηματίζοντας ημικύκλιο. Κρατώντας τά χέρια πίσω στεκόταν ο γενικός γιατρός του νοσοκομείου και με προσοχή κοίταζε κάτι πού δεν μπόρεσα νά το δω εγώ, επειδή οι άλλοι με εμπόδιζαν. Δίπλα του στεκόταν ένας γέρος νοσοκόμος λίγο σκυμμένος μπρος πού κρατούσε στα χέρια του μία φιάλη οξυγόνου και δεν ήξερε τι νά την κάνει, νά την πάει έξω η νά την κρατήσει επειδή, ίσος, θα μπορούσε νά χρειαστεί. Ένας άλλος νέος νοσοκόμος σκυμμένος κρατούσε κάτι Το όποίο δεν μπόρεσα νά δω διότι με εμπόδιζε ο ώμος του, είδα μόνο λίγο Το μαξιλάρι μου.
Αυτό μου φάνηκε περίεργο. Έκεί πού στεκόταν αυτή ή ομάδα ανθρώπων ήταν Το κρεβάτι μου. Ποίο πράγμα τώρα τραβούσε την προσοχή τους, τι κοίταζαν αυτοί, αν εγώ τώρα δεν ήμουν εκεί, αλλά στεκόμουν στη μέση του δωματίου;
Πλησίασα και κοίταξα εκεί Όπου κοιτούσαν όλοι αυτοί οι άνθρωποι: εκεί πάνω στο κρεβάτι βρισκόμουν εγώ.
ΙΒ'
Δέ φοβήθηκα όταν είδα τον εαυτό μου, απορούσα όμως, πως είναι δυνατόν νά γίνεται κάτι τέτοιο! Αισθάνομαι ότι είμαι εδώ, αλλά και εκεί συγχρόνως.
Κοίταξα τον εαυτό μου. Δέ χωρούσε αμφιβολία,
Ότι αυτός ήμουν εγώ, ακριβώς όπως ήμουν και προηγουμένως.
Ήθελα με το δεξιό μου χέρι νά πιάσω το αριστερό. Το ένα χέρι πέρασε μέσα από Το άλλο. Προσπάθησα νά πιάσω με τά χέρια τη μέση μου, και πάλι τά χέρια μου πέρασαν μέσα από Το σώμα μου σαν νά υπήρχε στη θέση του ένα κενό.
Το γεγονός αυτό μου προξένησε μεγάλη έκπληξη. Ήθελα κάποιος νά με βοηθήσει νά καταλάβω τι γίνεται. "έκανα δύο-τρία βήματα και άπλωσα Το χέρι μου για νά πιάσω Το χέρι του γιατρού. 'Όμως είχα την αίσθηση ότι περπατώ κάπως παράξενα, τά πόδια μου δεν πατούσαν ατό έδαφος. Το χέρι μου παρ' όλη την προσπάθειά μου δεν κατάφερε νά αγγίξει Το χέρι του γιατρού. Δέκα-δεκαπέντε εκατοστά μου έμειναν και όμως δεν μπόρεσα νά τον αγγίξω.
Προσπάθησα νά στηριχτώ καλά στό πάτωμα. Το σώμα μου με υπάκουε και κατέβαινε κάτω, όμως μου ήταν αδύνατο νά σταθώ ατό πάτωμα όπως επίσης και νά πιάσω Το σώμα του γιατρού. και πάλι σ' αυτήν την περίπτωση μου έμεινε μόνο τόσο λίγη απόσταση την όποία όμως με τίποτα δεν μπόρεσα νά καλύψω.
Τότε θυμήθηκα ένα περιστατικό. πριν λίγες μέρες είδα πώς μία νοσοκόμα για νά προφυλάξει το φάρμακό μου έβαλε Το μπουκαλάκι πού περιείχε το φάρμακο μέσα σε μία κανάτα με κρύο νερό. 'όμως επειδή υπήρχε πολύ νερό μέσα στην κανάτα και επειδή Το μπουκαλάκι ήταν πολύ ελαφρό, αμέσως αναδύθηκε. 'Η νοσοκόμα επειδή δεν κατάλαβε τι γίνεται προσπάθησε για δεύτερη φορά και τρίτη φορά νά το βάλει μέσα. Το κρατούσε και με Το δάκτυλό της άλλά μόλις Το σήκωνε, Το μπουκαλάκι αμέσως αναδυόταν.
Το ίδιο προφανώς γινόταν και με μένα στην τωρινή μου κατάσταση. Τώρα για μένα ο αέρας ήταν _ πολύ πυκνός.!
ΙΓ'
Μα τι επιτέλους συμβαίνει;
Φώναξα το γιατρό. 'Όμως ή ατμόσφαιρα γύρω μου ήταν ήδη τελείως διαφορετική: δεν μπορούσε καν νά μεταδώσει τη φωνή μου. Κατάλαβα τότε τον πλήρη αποχωρισμό μου από το περιβάλλον, την παράξενη μοναξιά μου και με έπιασε πανικός. Ήταν πραγματικά φρικτή αυτή ή παράξενη μοναξιά μου. Αν ο άνθρωπος χάνεται στο δάσος η καταποντίζεται στο πέλαγος, αν καίγεται στη φωτιά η βρίσκεται στην απομόνωση, ποτέ δεν χάνει την ελπίδα. Ξέρει ότι μπορεί νά ακουστεί. Ξέρει ότι αν κάποιος Θα ακούσει την κραυγή του μπορεί νά τον βοηθήσει. Ή μοναξιά του θα κρατήσει μόνο μέχρι εκείνη τη στιγμή πού Θα δει κάποιο ζωντανό πλάσμα. Θα μπει ο
φύλακας στο κελί του και αυτός μπορεί νά του μιλήσει, νά του πει αυτό πού θέλει και εκείνος νά τον καταλάβει.
'Αλλά νά βλέπεις γύρω σου ανθρώπους, νά τους ακούς και νά καταλαβαίνεις τι λένε και ταυτόχρονα νά ξέρεις ότι σε καμιά περίπτωση δεν θα ακούσουν τη φωνή σου και ότι δεν μπορείς νά περιμένεις βοήθεια, αν θα χρειαστεί, από τέτοια μοναξιά σηκώνεται ή τρίχα και παγώνει το αίμα στις φλέβες. Προτιμότερο είναι νά βρίσκεσαι σε κάποιο ερημονήσι παρά νά αισθάνεσαι τέτοια μοναξιά. Εκεί με τη φύση
Θα μπορούσες τουλάχιστον νά επικοινωνείς. σε μένα μόνο αυτή ή στέρηση της δυνατότητας νά επικοινωνώ με τον γύρω κόσμο, πού δεν είναι φυσική για τον άνθρωπο, μου προκαλούσε τέτοιο τρόμο και τέτοια αίσθηση αδυναμίας πού σε καμιά άλλη περίπτωση, νομίζω, ο άνθρωπος δεν μπορεί νά αισθανθεί και πού είναι δύσκολα νά την περιγράψω με τά λόγια. Εγώ όμως δεν υποχώρησα: προσπάθησα με διάφορους τρόπους νά τούς κάνω νά με προσέξουν άλλα όλες οί προσπάθειές μου δεν έφεραν κανένα αποτέλεσμα και με οδήγησαν σε πλήρη απελπισία. «ειναι δυνατόν νά μην με βλέπουν;» σκεφτόμουν απελπισμένος. Ξανά και ξανά πλησίαζα τούς ανθρώπους πού στέκονταν γύρω από το κρεβάτι μου. Όμως κανένας από αυτούς δέ γύριζε και δεν με πρόσεχε,' κοιτούσα με απορία τον εαυτό μου και δεν μπορούσα νά καταλάβω γιατί δεν με έβλεπαν, ήμουν ο ίδιος: όπως και προηγουμένως. 'Αλλά, όταν πάλι προσπάθησα νά ψηλαφίσω το σώμα μου, το χέρι μου έσκισε τον αέρα.«δεν είμαι φάντασμα, έχω πλήρη αίσθηση της πραγματικότητας, το σώμα μου ειναι πραγματικό και όχι μία απατηλή οφθαλμαπάτη», σκεφτόμουν και ξανά κοιτούσα με προσοχή τον εαυτό μου. δεν χωρούσε αμφιβολία ότι το σώμα μου ήταν πραγματικό, επειδή καθαρά . Έβλεπα ακόμα και Το πιο λεπτό σημάδι πάνω του. Ή εξωτερική του εμφάνιση έμεινε ή ίδια, πιθανώς όμως άλλαξαν οί ιδιότητές του. Ήταν αδύνατον πλέον νά το αγγίξω και ο γύρω αέρας έγινε πια πολύ πυκνός για το σώμα μου και δεν επέτρεπε την επαφή του με τά πράγματα.
«Πνευματικό σώμα. "έτσι νομίζω λέγεται αυτό, πέρασε από Το μυαλό μου. Γιατί όμως, τι συνέβη με μένα;» αναρωτιόμουν, προσπαθώντας νά θυμηθώ κάτι για. παρόμοιες καταστάσεις και παράξενες αλλαγές στους ασθενείς ανθρώπους...
ΙΔ'
Όχι, δεν μπορούμε νά κάνουμε τίποτα! τελείωσαν όλα! είπε αυτή τη στιγμή ένας από τούς γιατρούς με απελπισία, φεύγοντας από Το κρεβάτι πάνω στο όποίο βρισκόταν ο άλλος μου εαυτός.
Στενοχωριόμουν πολύ για το ότι όλοι αυτοί οί άνθρωποι ασχολούνταν με τον άλλο εαυτό μου, τον όποίο εγώ δεν αισθανόμουν καθόλου και πού για μένα δεν υπήρχε πια, ενώ καθόλου δεν πρόσεχαν τον άλλο, τον πραγματικό εαυτό μου, ο όποίος τά αισθανόταν όλα, βασανιζόταν από το φόβο της αβεβαιότητας και χρειαζόταν την βοήθειά τους.
«Γιατ Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ