2018-05-22 13:44:02
Η καυτή δασκάλα του Λυκείου Χαβαλέ που τα παράτησε όλα στον κολοφώνα της καριέρας της επειδή κουράστηκε Το αχτύπητο sex symbol της δεκαετίας του 1980 αποθεώθηκε στη βιντεοκασέτα και υμνήθηκε όσο λίγες από το ανδρικό κοινό μιας ολόκληρης εποχής.
Όποιος ζούσε εκείνη την περίοδο, δεν μπορεί παρά να τη θυμάται διαχρονικά ως καυτή καθηγήτρια γυμναστικής στο «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα» αλλά και στον ρόλο της «Καριολίνας» στις ανεκδιήγητες περιπέτειες του θρυλικού τσιγγάνου των βιντεκλάμπ!
Η πλέον σέξι σταρ της γενιάς της βιντεοκασέτας σημάδεψε την οικιακή ψυχαγωγία και οι εμφανίσεις της γίνονταν κοινωνικό γεγονός. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τη θρυλική σκηνή στο «Ροκάκιας την ημέρα, το βράδυ καμαριέρα», όταν η Ασίκη θα βρεθεί ολόγυμνη στην μπανιέρα της μπροστά στα μάτια του εμβρόντητου Τζεβελέκου;
Οι χαρακτηριστικοί σέξι και -σχετικά- αποκαλυπτικοί ρόλοι της σε σωρεία βιντεοταινιών, όπως στις «Τροχονόμος Βαρβάρα», «Και ο πρώτος ματάκιας», «Σατανάδες στα σχολεία», «Καμικάζι αγάπη μου», «Λαλάκης ο εισαγόμενος», «Ταμτάκος, ο Μαραντόνα της Αγίας Βαρβάρας» και πολλές ακόμα, δεν αποκάλυπταν βέβαια ποιο ήταν το αγρίμι που είχε βγει στο θέατρο στα πέντε της χρόνια δίπλα στη Λαμπέτη και τον Χορν και στα δέκα της έπαιζε στο Ηρώδειο πλάι στη Συνοδινού!
Η βιντεοκασέτα την τυποποίησε σε αυτό που χρειαζόταν περισσότερο, μια καυτή «βιτρίνα» για να καλύπτονται οι σεναριακές αδυναμίες και οι τσαπατσουλοδουλειές, και η ίδια το γνώριζε αυτό, εκμεταλλευόμενη ένα σύστημα που την εκμεταλλευόταν κι αυτό.
Η Ασίκη έπαιξε σε απερίγραπτες κωμωδίες με το τσουβάλι, μιας και οι σκηνοθέτες την έβρισκαν ακαταμάχητη για τον θηλυκό τρόπο που ερμήνευε τους πιπεράτους ρόλους της: «Οι σκηνοθέτες με προτιμούσαν επειδή μπορούσα να παίζω κωμικά τις ερωτικές σκηνές». Αυτή βέβαια είχε παίξει πλάι σε μεγάλα ονόματα του κινηματόγραφου, όπως ο Βέγγος, ο Γκιωνάκης, ο Ρίζος και ο Βουτσάς, και είχε ατού στη φαρέτρα της που δεν μπορούσαν να διανοηθούν οι παραγωγοί της μεγάλης αρπαχτής των ’80s.
Ήταν ψημένη άλλωστε από τη ζωή και δεν είχε πρόβλημα να δείχνει λίγο μπούτι στη μαγνητοταινία. Στα 16 της όργωνε βλέπεις τα νυχτερινά κέντρα και ήξερε τον κόσμο της showbiz απέξω και ανακατωτά. Το έλεγε και η ίδια καλύτερα, πώς ήξερε δηλαδή να προβάλει σωστά το καλλίγραμμο σώμα της στον φακό, μια ευγενική χορηγία του χορού με τον οποίο ασχολήθηκε για χρόνια, καθηλώνοντας το κοινό της περιόδου.
«Για μένα οι σκηνές αυτές ήταν ξεφτίλα. Δεν με ενδιέφερε να πουλάω τον κ@λο μου, κι ας ήταν ωραίος. Τι τα θες; Μου έλεγαν ‘‘εμείς είμαστε σοβαροί σκηνοθέτες, τι νομίζεις ότι γυρίζουμε, τσόντα;’’ και ότι η κάμερα θα ήταν μακριά. Άμα είσαι μ@λ@κ@ς, μικρός και ματαιόδοξος, την πατάς», αποκάλυψε πρόσφατα σε συνέντευξή της.
Αφού έπαιξε σε καμιά τριανταριά κινηματογραφικές ταινίες και άλλες σαράντα βιντεοταινίες μέχρι τα 25 της, παντρεύτηκε τον χορευτή Ορέστη Δημητρίου και άλλαξε ολότελα ρότα στην καριέρα της! Η χυμώδης γυναικάρα με το μαγνητικό σεξαπίλ απομακρύνθηκε από το προσκήνιο την εποχή ακριβώς που μεσουρανούσε, αφοσιώθηκε στη νέα της ζωή και χρόνια αργότερα ξεπρόβαλλε και πάλι εντελώς αλλαγμένη, παραδίδοντας πια μαθήματα υποκριτικής και χορού σε παιδάκια και ασχολούμενη με τα καλλιτεχνικά δρώμενα του δήμου Λιοσίων.
Σαφώς πολλά περισσότερα απ’ όσα άφηναν να φανεί στην οθόνη οι στερεοτυπικές εμφανίσεις της, η Βίνα Ασίκη είχε τον κόσμο στα πόδια της και τον άφησε εσκεμμένα να φύγει, καθώς αυτή τη showbiz, την «ψυχοφθόρα» όπως λέει, δεν τη θέλησε ποτέ Πρώτα χρόνια
Τα βιογραφικά στοιχεία για τη Βίνα Ασίκη είναι ελλιπή, ξέρουμε πάντως πως συνήθιζε να τρυπώνει κάτω από τα καθίσματα του Εθνικού Θεάτρου πριν καλά καλά καταλάβει τον εαυτό της, μιας και η μητέρα της ήταν ταξιθέτρια εκεί. Με το θέατρο να σφραγίζει λοιπόν τις πρώτες στιγμές της ζωής της, θα βρεθεί στα πέντε της χρόνια πάνω στο σανίδι, ερμηνεύοντας έναν μικρό παιδικό ρόλο στο πλευρό της Λαμπέτη και του Χορν.
Παιδί ακόμα, δέκα χρονών πια, θα πατήσει και στη σπουδαία σκηνή του Ηρωδείου, δίπλα στην Άννα Συνοδινού αυτή τη φορά, ενώ στα 16 της θα ερμηνεύσει έναν κανονικό ρόλο στο πλευρό του μεγάλου Θανάση Βέγγου στο Θέατρο Βέμπο. Χορεύτρια από μικρή, καθώς μαθήματα χορού παρακολουθούσε για πολλά πολλά χρόνια, τέλειωσε κάποια στιγμή τη Δραματική Σχολή Αθηνών του Γιώργου Θεοδοσιάδη.
Μέχρι τότε είχε οργώσει τον κόσμο με περιοδείες και εμφανίσεις, όντας έφηβη ακόμα. Όπως δήλωσε μάλιστα, τον έρωτα τον γνώρισε στα 18 της, αν και είχε στο ενεργητικό της νωρίς νωρίς τρεις εκτρώσεις «λόγω κακής χρήσης των εργαλείων όταν ήμουν ακόμη ελεύθερη»…
Οι βιντεοταινίες
Η Βίνα Ασίκη θα προλάβει τη γέννηση της βιντεοκασέτας από τις πρώτες της στιγμές και θα γίνει ένα από τα αδιαφιλονίκητα βαριά χαρτιά της. Τώρα έτρεχε να κάνει ταινίες τη μία πίσω από την άλλη και έβγαζε πολύ καλά λεφτά, όπως παραδέχτηκε αργότερα, ξεχρεώνοντας σε χρόνο ρεκόρ το σπίτι που είχε μόλις αγοράσει.
Η ίδια είχε τις ακαταμάχητες καμπύλες της να λατρεύονται από παραγωγούς, σκηνοθέτες και κοινό, αν και παρά τις αισθησιακές σκηνές που αποθέωναν το σώμα της, δεν είχε παίξει ποτέ σε τίποτα προκλητικό ή χυδαίο. Παρά το γεγονός ότι την προτιμούσαν για το αποκαλυπτικό των εμφανίσεών της, η Ασίκη ήξερε να χρησιμοποιεί με μέτρο το σεξαπίλ της και να βλέπει το κασέ της να αγγίζει τρελά ποσά!
Τώρα απέρριπτε προτάσεις με το τσουβάλι και είπε μάλιστα πολλές φορές «όχι» σε πιο τολμηρές εμφανίσεις ή ακόμα και σε softcore ερωτικές ταινίες, για τις οποίες τις προσέφεραν ακόμα και 1 εκατ. δραχμές (τη δεκαετία του 1980), μιας και «εδώ δεν έχω κάνει καν αληθινή ερωτική σκηνή».
«Δεν ήμουν πολύ ωραία γυναίκα. Μια κλασική Eλληνίδα, με τα μπουτάκια της, τα βυζ@κια της, τα παχάκια της. Αλλά είχα τσαχπινιά και ήξερα να πουλάω τον εαυτό μου στο φακό», είπε κάνοντας τον απολογισμό γιατί την έβρισκε τόσο ακαταμάχητη το ανδρικό κοινό. Πριν αποφασίσει να τα βροντήξει όλα κάτω και να παντρευτεί τον άντρα της ζωής της!
Οι τριάντα περίπου κινηματογραφικές ταινίες και οι καμιά σαρανταριά βιντεοκασέτες που πήρε μέρος διατρέχουν όλη τη δεκαετία του 1980 και περιλαμβάνουν ταινίες-σταθμούς στο είδος τους, από τον «Τροχονόμο Βαρβάρα» (1981) και τον «Πάτερ Γκομένιο» (1982) μέχρι την αξέχαστη «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα» (1982) και τις συνέχειές της, αλλά και το «Καμικάζι αγάπη μου» (1983), την «Παπαδίστικη κομπανία» (1983) και το «Περάστε, φιλήστε, τελειώσατε» (1986).
Στην εποχή της ήταν η μεγάλη και επίμονη φαντασίωση της Ελλάδας, η ίδια όμως δεν θα αποδεχόταν μάλλον τον τίτλο του sex symbol: «Το μέσα μου δεν είχε καμία σχέση με το έξω μου. Να φανταστείς ότι άρχισα μεγάλη τις ερωτικές σχέσεις. Άρχισα 18 χρονών και γνώρισα τον άντρα μου στα 25. Αν δεν είχα παντρευτεί, θα ήμουν πολύ μεγάλη σταρ τώρα, θιασάρχης, και θα είχα κάνει πολλά λεφτά. Αλλά θα ήμουν δυστυχισμένη. Όπως οι πολύ ωραίες όλων των εποχών που βλέπω»…
Έπαιξε, είτε σε φιλμ είτε στο βίντεο, πλάι στον Βουτσά, τον Γκιωνάκη, τον Μιχαλόπουλο, τον Ρίζο, τον Προύσαλη, τον Λογοθέτη, τον Κωνσταντίνου και τόσους ακόμα, παραμένοντας ένα από τα βασικά μέλη εκείνης της ιδιαίτερης παρέας της βιντεοκασέτας.
Παρά το γεγονός ότι η ηθελημένα σύντομη καριέρα της σφραγίστηκε από τη βιντεοταινία, η Ασίκη πήρε μέρος σε πολλά και διάφορα, όπως για παράδειγμα στην αξέχαστη ταινία του Σταύρου Τσιώλη «Έρωτας στη Χουρμαδιά» (1990), καθώς και σε πλήθος τηλεοπτικών σειρών στη δεκαετία του 1990, από τον «Αστερισμό της γραβάτας» (1990) και την «Πρόβα του νυφικού» (1995) μέχρι και τόσες ακόμα ως τα τέλη της δεκαετίας.
Στα 25 της, στο ανώτατο σημείο της δόξας της, παντρεύτηκε τον χορευτή Ορέστη Δημητρίου και άλλαξε μαγικά προσανατολισμό στη ζωή της…
Τελευταία χρόνια
Το απόλυτο ενδεχομένως sex symbol των ’80s κρατιόταν πια μακριά από τα φλας, τις συνεντεύξεις και τις φωτογραφίσεις, λες και είχε ανάγκη να απαλλαγεί από τη showbiz. H παύση της αυτή κράτησε 20 σχεδόν χρόνια και όταν επανεμφανίστηκε στη δημόσια ζωή, είχε από κοινού με τον σύζυγό της την καλλιτεχνική διεύθυνση του χοροθέατρου «Άμυνα».
Η καθηγήτρια γυμναστικής του αμίμητου Λυκείου Χαβαλέ είχε τώρα την ευθύνη της διδασκαλίας των μικρών της φίλων στο βραβευμένο παιδικό χοροθέατρο που έχει ιδρύσει με τον Δημητρίου στα Λιόσια υπό την αιγίδα του δήμου. Σπανίως μιλά πια στα Μέσα, καθώς επέλεξε να αποτραβηχτεί από τα φώτα της δημοσιότητας για να ασχοληθεί με την υποκριτική διδασκαλία. «Είμαι ερωτευμένη με αυτό που κάνω τώρα. Και δεν ήξερα καν ότι το ήθελα. Αν μου έλεγες στα 20 ότι θα κάτσεις μια ζωή με τον ίδιο άντρα σε ένα σπίτι, να φτιάχνεις πατάτες τηγανιτές και να του πλένεις τα σώβρακα, θα μου φαινόταν απαίσιο και ξενέρωτο». Κι όμως, η προκλητική Ασίκη της οθόνης έδωσε τη θέση της στην πραγματική Ασίκη που επέλεξε την οικογένεια και τη συντροφικότητα από τη φήμη και τα λεφτά.
Με το παιδικό χοροθέατρο ασχολείται τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, διδάσκοντας και προετοιμάζοντας παιδιά όλων των ηλικιών ως την επόμενη καλλιτεχνική φουρνιά του τόπου μας. Πέρασε βέβαια από σαράντα κύματα, παλεύοντας με οικονομικές δυσκολίες και νομικές μάχες, αν και η άρδην αλλαγή της ζωής της μόνο σε καλό της βγήκε.
«Έχουμε επιλέξει να είμαστε ήρεμοι και να κάνουμε ψυχοθεραπεία με τα παιδάκια μας», είχε πει παλιότερα η γνωστή ηθοποιός, σπεύδοντας να σημειώσει ότι δεν έχει μετανιώσει για τις επιλογές της, αφού λατρεύει τα παιδιά. Δικά της παιδιά δεν έχει αποκτήσει, δίνοντας έτσι όλη της την ενέργεια στους μικρούς μαθητές και μυώντας τους στη θεατρική τέχνη.
Από το φυτώριο των μικρών αυτών καλλιτεχνών μάς μεταφέρει και το απαύγασμα της καριέρας της: «Γεύτηκα την ουσία αυτής της δουλειάς, αλλά και το χειροκρότημα και τη δόξα. Μεγαλώνοντας, απομυθοποιήθηκε όλο αυτό. Είναι ακριβώς όπως ο έρωτας: όταν φεύγεις, βλέπεις όλα τα ελαττώματα».
Και συνεχίζει βέβαια δυναμικά…
Tromaktiko
Όποιος ζούσε εκείνη την περίοδο, δεν μπορεί παρά να τη θυμάται διαχρονικά ως καυτή καθηγήτρια γυμναστικής στο «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα» αλλά και στον ρόλο της «Καριολίνας» στις ανεκδιήγητες περιπέτειες του θρυλικού τσιγγάνου των βιντεκλάμπ!
Η πλέον σέξι σταρ της γενιάς της βιντεοκασέτας σημάδεψε την οικιακή ψυχαγωγία και οι εμφανίσεις της γίνονταν κοινωνικό γεγονός. Ποιος μπορεί να ξεχάσει τη θρυλική σκηνή στο «Ροκάκιας την ημέρα, το βράδυ καμαριέρα», όταν η Ασίκη θα βρεθεί ολόγυμνη στην μπανιέρα της μπροστά στα μάτια του εμβρόντητου Τζεβελέκου;
Οι χαρακτηριστικοί σέξι και -σχετικά- αποκαλυπτικοί ρόλοι της σε σωρεία βιντεοταινιών, όπως στις «Τροχονόμος Βαρβάρα», «Και ο πρώτος ματάκιας», «Σατανάδες στα σχολεία», «Καμικάζι αγάπη μου», «Λαλάκης ο εισαγόμενος», «Ταμτάκος, ο Μαραντόνα της Αγίας Βαρβάρας» και πολλές ακόμα, δεν αποκάλυπταν βέβαια ποιο ήταν το αγρίμι που είχε βγει στο θέατρο στα πέντε της χρόνια δίπλα στη Λαμπέτη και τον Χορν και στα δέκα της έπαιζε στο Ηρώδειο πλάι στη Συνοδινού!
Η βιντεοκασέτα την τυποποίησε σε αυτό που χρειαζόταν περισσότερο, μια καυτή «βιτρίνα» για να καλύπτονται οι σεναριακές αδυναμίες και οι τσαπατσουλοδουλειές, και η ίδια το γνώριζε αυτό, εκμεταλλευόμενη ένα σύστημα που την εκμεταλλευόταν κι αυτό.
Η Ασίκη έπαιξε σε απερίγραπτες κωμωδίες με το τσουβάλι, μιας και οι σκηνοθέτες την έβρισκαν ακαταμάχητη για τον θηλυκό τρόπο που ερμήνευε τους πιπεράτους ρόλους της: «Οι σκηνοθέτες με προτιμούσαν επειδή μπορούσα να παίζω κωμικά τις ερωτικές σκηνές». Αυτή βέβαια είχε παίξει πλάι σε μεγάλα ονόματα του κινηματόγραφου, όπως ο Βέγγος, ο Γκιωνάκης, ο Ρίζος και ο Βουτσάς, και είχε ατού στη φαρέτρα της που δεν μπορούσαν να διανοηθούν οι παραγωγοί της μεγάλης αρπαχτής των ’80s.
Ήταν ψημένη άλλωστε από τη ζωή και δεν είχε πρόβλημα να δείχνει λίγο μπούτι στη μαγνητοταινία. Στα 16 της όργωνε βλέπεις τα νυχτερινά κέντρα και ήξερε τον κόσμο της showbiz απέξω και ανακατωτά. Το έλεγε και η ίδια καλύτερα, πώς ήξερε δηλαδή να προβάλει σωστά το καλλίγραμμο σώμα της στον φακό, μια ευγενική χορηγία του χορού με τον οποίο ασχολήθηκε για χρόνια, καθηλώνοντας το κοινό της περιόδου.
«Για μένα οι σκηνές αυτές ήταν ξεφτίλα. Δεν με ενδιέφερε να πουλάω τον κ@λο μου, κι ας ήταν ωραίος. Τι τα θες; Μου έλεγαν ‘‘εμείς είμαστε σοβαροί σκηνοθέτες, τι νομίζεις ότι γυρίζουμε, τσόντα;’’ και ότι η κάμερα θα ήταν μακριά. Άμα είσαι μ@λ@κ@ς, μικρός και ματαιόδοξος, την πατάς», αποκάλυψε πρόσφατα σε συνέντευξή της.
Αφού έπαιξε σε καμιά τριανταριά κινηματογραφικές ταινίες και άλλες σαράντα βιντεοταινίες μέχρι τα 25 της, παντρεύτηκε τον χορευτή Ορέστη Δημητρίου και άλλαξε ολότελα ρότα στην καριέρα της! Η χυμώδης γυναικάρα με το μαγνητικό σεξαπίλ απομακρύνθηκε από το προσκήνιο την εποχή ακριβώς που μεσουρανούσε, αφοσιώθηκε στη νέα της ζωή και χρόνια αργότερα ξεπρόβαλλε και πάλι εντελώς αλλαγμένη, παραδίδοντας πια μαθήματα υποκριτικής και χορού σε παιδάκια και ασχολούμενη με τα καλλιτεχνικά δρώμενα του δήμου Λιοσίων.
Σαφώς πολλά περισσότερα απ’ όσα άφηναν να φανεί στην οθόνη οι στερεοτυπικές εμφανίσεις της, η Βίνα Ασίκη είχε τον κόσμο στα πόδια της και τον άφησε εσκεμμένα να φύγει, καθώς αυτή τη showbiz, την «ψυχοφθόρα» όπως λέει, δεν τη θέλησε ποτέ Πρώτα χρόνια
Τα βιογραφικά στοιχεία για τη Βίνα Ασίκη είναι ελλιπή, ξέρουμε πάντως πως συνήθιζε να τρυπώνει κάτω από τα καθίσματα του Εθνικού Θεάτρου πριν καλά καλά καταλάβει τον εαυτό της, μιας και η μητέρα της ήταν ταξιθέτρια εκεί. Με το θέατρο να σφραγίζει λοιπόν τις πρώτες στιγμές της ζωής της, θα βρεθεί στα πέντε της χρόνια πάνω στο σανίδι, ερμηνεύοντας έναν μικρό παιδικό ρόλο στο πλευρό της Λαμπέτη και του Χορν.
Παιδί ακόμα, δέκα χρονών πια, θα πατήσει και στη σπουδαία σκηνή του Ηρωδείου, δίπλα στην Άννα Συνοδινού αυτή τη φορά, ενώ στα 16 της θα ερμηνεύσει έναν κανονικό ρόλο στο πλευρό του μεγάλου Θανάση Βέγγου στο Θέατρο Βέμπο. Χορεύτρια από μικρή, καθώς μαθήματα χορού παρακολουθούσε για πολλά πολλά χρόνια, τέλειωσε κάποια στιγμή τη Δραματική Σχολή Αθηνών του Γιώργου Θεοδοσιάδη.
Μέχρι τότε είχε οργώσει τον κόσμο με περιοδείες και εμφανίσεις, όντας έφηβη ακόμα. Όπως δήλωσε μάλιστα, τον έρωτα τον γνώρισε στα 18 της, αν και είχε στο ενεργητικό της νωρίς νωρίς τρεις εκτρώσεις «λόγω κακής χρήσης των εργαλείων όταν ήμουν ακόμη ελεύθερη»…
Οι βιντεοταινίες
Η Βίνα Ασίκη θα προλάβει τη γέννηση της βιντεοκασέτας από τις πρώτες της στιγμές και θα γίνει ένα από τα αδιαφιλονίκητα βαριά χαρτιά της. Τώρα έτρεχε να κάνει ταινίες τη μία πίσω από την άλλη και έβγαζε πολύ καλά λεφτά, όπως παραδέχτηκε αργότερα, ξεχρεώνοντας σε χρόνο ρεκόρ το σπίτι που είχε μόλις αγοράσει.
Η ίδια είχε τις ακαταμάχητες καμπύλες της να λατρεύονται από παραγωγούς, σκηνοθέτες και κοινό, αν και παρά τις αισθησιακές σκηνές που αποθέωναν το σώμα της, δεν είχε παίξει ποτέ σε τίποτα προκλητικό ή χυδαίο. Παρά το γεγονός ότι την προτιμούσαν για το αποκαλυπτικό των εμφανίσεών της, η Ασίκη ήξερε να χρησιμοποιεί με μέτρο το σεξαπίλ της και να βλέπει το κασέ της να αγγίζει τρελά ποσά!
Τώρα απέρριπτε προτάσεις με το τσουβάλι και είπε μάλιστα πολλές φορές «όχι» σε πιο τολμηρές εμφανίσεις ή ακόμα και σε softcore ερωτικές ταινίες, για τις οποίες τις προσέφεραν ακόμα και 1 εκατ. δραχμές (τη δεκαετία του 1980), μιας και «εδώ δεν έχω κάνει καν αληθινή ερωτική σκηνή».
«Δεν ήμουν πολύ ωραία γυναίκα. Μια κλασική Eλληνίδα, με τα μπουτάκια της, τα βυζ@κια της, τα παχάκια της. Αλλά είχα τσαχπινιά και ήξερα να πουλάω τον εαυτό μου στο φακό», είπε κάνοντας τον απολογισμό γιατί την έβρισκε τόσο ακαταμάχητη το ανδρικό κοινό. Πριν αποφασίσει να τα βροντήξει όλα κάτω και να παντρευτεί τον άντρα της ζωής της!
Οι τριάντα περίπου κινηματογραφικές ταινίες και οι καμιά σαρανταριά βιντεοκασέτες που πήρε μέρος διατρέχουν όλη τη δεκαετία του 1980 και περιλαμβάνουν ταινίες-σταθμούς στο είδος τους, από τον «Τροχονόμο Βαρβάρα» (1981) και τον «Πάτερ Γκομένιο» (1982) μέχρι την αξέχαστη «Ρόδα, τσάντα και κοπάνα» (1982) και τις συνέχειές της, αλλά και το «Καμικάζι αγάπη μου» (1983), την «Παπαδίστικη κομπανία» (1983) και το «Περάστε, φιλήστε, τελειώσατε» (1986).
Στην εποχή της ήταν η μεγάλη και επίμονη φαντασίωση της Ελλάδας, η ίδια όμως δεν θα αποδεχόταν μάλλον τον τίτλο του sex symbol: «Το μέσα μου δεν είχε καμία σχέση με το έξω μου. Να φανταστείς ότι άρχισα μεγάλη τις ερωτικές σχέσεις. Άρχισα 18 χρονών και γνώρισα τον άντρα μου στα 25. Αν δεν είχα παντρευτεί, θα ήμουν πολύ μεγάλη σταρ τώρα, θιασάρχης, και θα είχα κάνει πολλά λεφτά. Αλλά θα ήμουν δυστυχισμένη. Όπως οι πολύ ωραίες όλων των εποχών που βλέπω»…
Έπαιξε, είτε σε φιλμ είτε στο βίντεο, πλάι στον Βουτσά, τον Γκιωνάκη, τον Μιχαλόπουλο, τον Ρίζο, τον Προύσαλη, τον Λογοθέτη, τον Κωνσταντίνου και τόσους ακόμα, παραμένοντας ένα από τα βασικά μέλη εκείνης της ιδιαίτερης παρέας της βιντεοκασέτας.
Παρά το γεγονός ότι η ηθελημένα σύντομη καριέρα της σφραγίστηκε από τη βιντεοταινία, η Ασίκη πήρε μέρος σε πολλά και διάφορα, όπως για παράδειγμα στην αξέχαστη ταινία του Σταύρου Τσιώλη «Έρωτας στη Χουρμαδιά» (1990), καθώς και σε πλήθος τηλεοπτικών σειρών στη δεκαετία του 1990, από τον «Αστερισμό της γραβάτας» (1990) και την «Πρόβα του νυφικού» (1995) μέχρι και τόσες ακόμα ως τα τέλη της δεκαετίας.
Στα 25 της, στο ανώτατο σημείο της δόξας της, παντρεύτηκε τον χορευτή Ορέστη Δημητρίου και άλλαξε μαγικά προσανατολισμό στη ζωή της…
Τελευταία χρόνια
Το απόλυτο ενδεχομένως sex symbol των ’80s κρατιόταν πια μακριά από τα φλας, τις συνεντεύξεις και τις φωτογραφίσεις, λες και είχε ανάγκη να απαλλαγεί από τη showbiz. H παύση της αυτή κράτησε 20 σχεδόν χρόνια και όταν επανεμφανίστηκε στη δημόσια ζωή, είχε από κοινού με τον σύζυγό της την καλλιτεχνική διεύθυνση του χοροθέατρου «Άμυνα».
Η καθηγήτρια γυμναστικής του αμίμητου Λυκείου Χαβαλέ είχε τώρα την ευθύνη της διδασκαλίας των μικρών της φίλων στο βραβευμένο παιδικό χοροθέατρο που έχει ιδρύσει με τον Δημητρίου στα Λιόσια υπό την αιγίδα του δήμου. Σπανίως μιλά πια στα Μέσα, καθώς επέλεξε να αποτραβηχτεί από τα φώτα της δημοσιότητας για να ασχοληθεί με την υποκριτική διδασκαλία. «Είμαι ερωτευμένη με αυτό που κάνω τώρα. Και δεν ήξερα καν ότι το ήθελα. Αν μου έλεγες στα 20 ότι θα κάτσεις μια ζωή με τον ίδιο άντρα σε ένα σπίτι, να φτιάχνεις πατάτες τηγανιτές και να του πλένεις τα σώβρακα, θα μου φαινόταν απαίσιο και ξενέρωτο». Κι όμως, η προκλητική Ασίκη της οθόνης έδωσε τη θέση της στην πραγματική Ασίκη που επέλεξε την οικογένεια και τη συντροφικότητα από τη φήμη και τα λεφτά.
Με το παιδικό χοροθέατρο ασχολείται τα τελευταία δεκαπέντε χρόνια, διδάσκοντας και προετοιμάζοντας παιδιά όλων των ηλικιών ως την επόμενη καλλιτεχνική φουρνιά του τόπου μας. Πέρασε βέβαια από σαράντα κύματα, παλεύοντας με οικονομικές δυσκολίες και νομικές μάχες, αν και η άρδην αλλαγή της ζωής της μόνο σε καλό της βγήκε.
«Έχουμε επιλέξει να είμαστε ήρεμοι και να κάνουμε ψυχοθεραπεία με τα παιδάκια μας», είχε πει παλιότερα η γνωστή ηθοποιός, σπεύδοντας να σημειώσει ότι δεν έχει μετανιώσει για τις επιλογές της, αφού λατρεύει τα παιδιά. Δικά της παιδιά δεν έχει αποκτήσει, δίνοντας έτσι όλη της την ενέργεια στους μικρούς μαθητές και μυώντας τους στη θεατρική τέχνη.
Από το φυτώριο των μικρών αυτών καλλιτεχνών μάς μεταφέρει και το απαύγασμα της καριέρας της: «Γεύτηκα την ουσία αυτής της δουλειάς, αλλά και το χειροκρότημα και τη δόξα. Μεγαλώνοντας, απομυθοποιήθηκε όλο αυτό. Είναι ακριβώς όπως ο έρωτας: όταν φεύγεις, βλέπεις όλα τα ελαττώματα».
Και συνεχίζει βέβαια δυναμικά…
Tromaktiko
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Η πρόταση της Ένωσης Αθηνών για τις πεζές περιπολίες
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Η πρόταση της Ένωσης Αθηνών για τις πεζές περιπολίες
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ