2012-06-02 12:54:19
από τον Νικόδημο
1. Μετά από καιρό τη συνάντησα στον δρόμο προχθές το πρωί - κα Β, χήρα μεγαλογιατρού. Έχει δύο μεγάλα παιδιά...ένα, υψηλά ιστάμενο σε κάποιο υπουργείο, το άλλο διευθυντικό στέλεχος σε πολυεθνική τροφίμων.
“Είμαι καλά αφού περπατώ όρθια”, είπε όχι δίχως ένταση μετά τις χαιρετούρες. “Μας τα κόψαν όλα, συντάξεις, μισθούς.”
Παράξενη κουβέντα μου φάνηκε. Τη ρώτησα πώς είναι τα παιδιά και η ίδια. Μείωση στους μισθούς των παιδιών, φυσικά όπως παντού, αλλά δόξα τω Θεώ ζούσαν καλά ακόμα. Κι η ίδια έχει το αμάξι της, το σπίτι και την παραδουλεύτρα της (δύο πρωινά την εβδομάδα, 7 ευρώ την ώρα) και τη σύνταξη του μακαρίτη.
“Μας τα κόψαν όλα,” ξανάπε γνωρίζοντας το ουδέτερο ενδιαφέρον μου για τα πολιτικο-οικονομικά. “Είναι και τα χαράτσια. Δεν έχω ξαναδεί τέτοια πείνα.” Είχε γεννηθεί προς το τέλος του Ανταρτοπόλεμου.
“Ο Τσίπρας λέει πως θα τα επαναφέρει όλα,” είπα, ήρεμα για να την παρηγορήσω.
“Ε, αμ τι! Δεν κυβερνούσε ο Τσίπρας. Αυτοί κυβερνούσαν, όχι ο Τσίπρας, μια χαρά παλικάρι. Αυτοί υπέγραψαν, όχι ο Τσίπρας, όχι εγώ....”
“Αυτοί” είναι κυρίως οι κυβερνήσεις του Πασόκ, το οποίο η ίδια, και ο άνδρας της ψήφιζαν επί χρόνια. Κι έξαφνα ο θυμός στην φωνή της φούντωσε. Βιαζόμουνα. Χαιρετιστήκαμε και χωρίσαμε.
2. Το αληθινό πρόβλημα δεν είναι η οργή που οδηγεί στα τυφλά εδώ ή εκεί. Δεν είναι καν ο ίδιος ο κ. Τσίπρας και οι αντιφατικές πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ καθεαυτές. Αυτά είναι επιφανειακά επιφαινόμενα, σαπουνόφουσκες.
Το πρόβλημα είναι πως δεν ακούμε τι λέει ο άλλος. Το μυαλό μας τρέχει, σβουρίζει βίαια, ιδίως όταν υπάρχει συναισθηματική φόρτιση. Στριφογυρίζει σαν ρόδα που τρέχει με 70 χλμ την ώρα, και ό,τι έρχεται να το αγγίξει, το τινάζει μακριά. Δεν έχει την ησυχία που χρειάζεται να επικεντρωθεί κάπου, να ακούσει, να λογαριάσει.
Η κυρία ήταν θυμωμένη με τον εαυτό της που ξεγελάστηκε. Η οργή σιγόκαιγε στην καρδιά της: ήταν δηλαδή ένα μόνιμο υπόστρωμα συναισθηματικής διάθεσης και φούντωνε να εκδηλωθεί μόλις δεχόταν το παραμικρό έναυσμα - οποιαδήποτε νύξη πολιτικο-οικονομική.
Δεν ήταν το Μνημόνιο και, στην περίπτωσή της, οι ανύπαρκτες οικονομικές δυσκολίες που υποδαύλιζαν τον αναβρασμό. Ήταν η εξαπάτηση - η παγερή αδιαφορία προς τον λαό και η αθέτηση των υποσχέσεων που είχαν δώσει οι διάφοροι κυβερνώντες για πολλοστή φορά, για δεκαετίες. Και τώρα δεν μπορούσε να το αγνοήσει πια: άγγιζε το κόκκαλο. Η ίδια, ένας ολόκληρος λαός, είχε συναινέσει σε αυτή την απάνθρωπη απάτη.
Μια σύνταξη, ένας μισθός, 300 ευρώ είναι κάτω από το όριο φτώχειας και η απόγνωση, απελπισία και οργή που νιώθει κάποιος είναι κατανοητή. Αλλά το να μένεις θυμωμένος γιατί μειώθηκε η σύνταξή σου κοντά στα 1800 ευρώ μοιάζει παράλογο. Μα δυστυχώς όλα όσα έλεγε η κυρία ήταν παράλογα. Διότι δεν ήθελε να ακούσει τι της λένε οι άλλοι˙ όχι ότι δεν μπορούσε – δεν ήθελε. Προτιμούσε να νιώθει δυστυχισμένη και οργισμένα φιλόπτωχη όταν παρουσιαζόταν η ευκαιρία. Δυστυχισμένη, οργισμένη χωρίς ουσιαστικό λόγο, το έπαιζε και ηρωίδα φιλάνθρωπος.
Πώς, γιατί διαλέγουμε τέτοιους ρόλους;
Στερημένη ακρόασης, ίσως και άλλων αισθήσεων, η κυρία ήταν πρώτιστα στερημένη εξυπνάδας και λογικής. Αντί να καλλιεργήσει αυτή την προεξέχουσα ιδιότητα του ανθρώπου, προτιμούσε τον εύκολο λαϊκό ρόλο.
Και δεν καταλάβαινε πως παρασερνόταν ορμητικά από ένα τεράστιο ρεύμα με εκατοντάδες χιλιάδες άλλους συμπολίτες της – όλοι εξίσου ανίδεοι.
Τι δύναμη είναι αυτή; Πώς δημιουργείται; Που αδειάζει;
3. Κι όμως πρέπει να λογαριάσουμε κατά που προχωρούμε
όχι καθώς ο πόνος μας το θέλει και τα πεινασμένα παιδιά μας
και το χάσμα της πρόσκλησης των συντρόφων από τον αντίπερα γιαλό
μήτε καθώς το ψιθυρίζει το μελανιασμένο φως στο πρόχειρο νοσοκομείο αλλά με κάποιον άλλο τρόπο.
(Γ. Σεφέρης: Τελευταίος Σταθμός)
Κι όμως “προχωρούμε” αλογάριαστα, όπως το θέλει ο πόνος και οι υπολογισμοί, το συμφέρον και οι συναισθηματισμοί - όχι όπως το ψιθυρίζει το ορθό και το δίκαιο.
Ο εγωισμός στην άγνοιά του γεννά την αλαζονεία με τη ματαιοδοξία και την ανασφάλεια με τις φοβίες της˙ μετά έρχεται η απληστία με τις ορέξεις της που δεν σταματά να συσσωρεύει˙ κι ακολουθεί η νοθεία, η κλεψιά και το ψέμα.
Έτσι βλάπτουμε άθελα και θεληματικά τους άλλους. Μα πρώτα πρώτα την υπόστασή μας στο γνωστό μας σύμπαν.
Γι’ αυτό ποτέ δεν ανησυχούμε για τους άλλους – μόνο για την δική μας ακατανόητα κακόμορφη κατάσταση.
Η αυταπάτη είναι προϊόν έντονης επιθυμίας. Στο σύμπαν όλα κινούνται στην ορθή κατεύθυνση σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους. Είναι μόνο η ελπίδα μας που διαψεύδεται˙ η προσδοκία μας που απογοητεύεται˙ η επιθυμία μας που ματώνει ματαιωμένη.
Μόνο όταν η κα Β. και το μεγάλο ρεύμα των ανθρώπων που κατρακυλούν ορμητικά σε άγνωστη κατεύθυνση για άγνωστο σκοπό, κατανοήσουν πως εμείς από μόνοι μας ξεγελάμε τον εαυτό μας, θα επέλθει αλλαγή προς το καλύτερο.
vigla-watch.blogspot.gr
1. Μετά από καιρό τη συνάντησα στον δρόμο προχθές το πρωί - κα Β, χήρα μεγαλογιατρού. Έχει δύο μεγάλα παιδιά...ένα, υψηλά ιστάμενο σε κάποιο υπουργείο, το άλλο διευθυντικό στέλεχος σε πολυεθνική τροφίμων.
“Είμαι καλά αφού περπατώ όρθια”, είπε όχι δίχως ένταση μετά τις χαιρετούρες. “Μας τα κόψαν όλα, συντάξεις, μισθούς.”
Παράξενη κουβέντα μου φάνηκε. Τη ρώτησα πώς είναι τα παιδιά και η ίδια. Μείωση στους μισθούς των παιδιών, φυσικά όπως παντού, αλλά δόξα τω Θεώ ζούσαν καλά ακόμα. Κι η ίδια έχει το αμάξι της, το σπίτι και την παραδουλεύτρα της (δύο πρωινά την εβδομάδα, 7 ευρώ την ώρα) και τη σύνταξη του μακαρίτη.
“Μας τα κόψαν όλα,” ξανάπε γνωρίζοντας το ουδέτερο ενδιαφέρον μου για τα πολιτικο-οικονομικά. “Είναι και τα χαράτσια. Δεν έχω ξαναδεί τέτοια πείνα.” Είχε γεννηθεί προς το τέλος του Ανταρτοπόλεμου.
“Ο Τσίπρας λέει πως θα τα επαναφέρει όλα,” είπα, ήρεμα για να την παρηγορήσω.
“Ε, αμ τι! Δεν κυβερνούσε ο Τσίπρας. Αυτοί κυβερνούσαν, όχι ο Τσίπρας, μια χαρά παλικάρι. Αυτοί υπέγραψαν, όχι ο Τσίπρας, όχι εγώ....”
“Αυτοί” είναι κυρίως οι κυβερνήσεις του Πασόκ, το οποίο η ίδια, και ο άνδρας της ψήφιζαν επί χρόνια. Κι έξαφνα ο θυμός στην φωνή της φούντωσε. Βιαζόμουνα. Χαιρετιστήκαμε και χωρίσαμε.
2. Το αληθινό πρόβλημα δεν είναι η οργή που οδηγεί στα τυφλά εδώ ή εκεί. Δεν είναι καν ο ίδιος ο κ. Τσίπρας και οι αντιφατικές πολιτικές του ΣΥΡΙΖΑ καθεαυτές. Αυτά είναι επιφανειακά επιφαινόμενα, σαπουνόφουσκες.
Το πρόβλημα είναι πως δεν ακούμε τι λέει ο άλλος. Το μυαλό μας τρέχει, σβουρίζει βίαια, ιδίως όταν υπάρχει συναισθηματική φόρτιση. Στριφογυρίζει σαν ρόδα που τρέχει με 70 χλμ την ώρα, και ό,τι έρχεται να το αγγίξει, το τινάζει μακριά. Δεν έχει την ησυχία που χρειάζεται να επικεντρωθεί κάπου, να ακούσει, να λογαριάσει.
Η κυρία ήταν θυμωμένη με τον εαυτό της που ξεγελάστηκε. Η οργή σιγόκαιγε στην καρδιά της: ήταν δηλαδή ένα μόνιμο υπόστρωμα συναισθηματικής διάθεσης και φούντωνε να εκδηλωθεί μόλις δεχόταν το παραμικρό έναυσμα - οποιαδήποτε νύξη πολιτικο-οικονομική.
Δεν ήταν το Μνημόνιο και, στην περίπτωσή της, οι ανύπαρκτες οικονομικές δυσκολίες που υποδαύλιζαν τον αναβρασμό. Ήταν η εξαπάτηση - η παγερή αδιαφορία προς τον λαό και η αθέτηση των υποσχέσεων που είχαν δώσει οι διάφοροι κυβερνώντες για πολλοστή φορά, για δεκαετίες. Και τώρα δεν μπορούσε να το αγνοήσει πια: άγγιζε το κόκκαλο. Η ίδια, ένας ολόκληρος λαός, είχε συναινέσει σε αυτή την απάνθρωπη απάτη.
Μια σύνταξη, ένας μισθός, 300 ευρώ είναι κάτω από το όριο φτώχειας και η απόγνωση, απελπισία και οργή που νιώθει κάποιος είναι κατανοητή. Αλλά το να μένεις θυμωμένος γιατί μειώθηκε η σύνταξή σου κοντά στα 1800 ευρώ μοιάζει παράλογο. Μα δυστυχώς όλα όσα έλεγε η κυρία ήταν παράλογα. Διότι δεν ήθελε να ακούσει τι της λένε οι άλλοι˙ όχι ότι δεν μπορούσε – δεν ήθελε. Προτιμούσε να νιώθει δυστυχισμένη και οργισμένα φιλόπτωχη όταν παρουσιαζόταν η ευκαιρία. Δυστυχισμένη, οργισμένη χωρίς ουσιαστικό λόγο, το έπαιζε και ηρωίδα φιλάνθρωπος.
Πώς, γιατί διαλέγουμε τέτοιους ρόλους;
Στερημένη ακρόασης, ίσως και άλλων αισθήσεων, η κυρία ήταν πρώτιστα στερημένη εξυπνάδας και λογικής. Αντί να καλλιεργήσει αυτή την προεξέχουσα ιδιότητα του ανθρώπου, προτιμούσε τον εύκολο λαϊκό ρόλο.
Και δεν καταλάβαινε πως παρασερνόταν ορμητικά από ένα τεράστιο ρεύμα με εκατοντάδες χιλιάδες άλλους συμπολίτες της – όλοι εξίσου ανίδεοι.
Τι δύναμη είναι αυτή; Πώς δημιουργείται; Που αδειάζει;
3. Κι όμως πρέπει να λογαριάσουμε κατά που προχωρούμε
όχι καθώς ο πόνος μας το θέλει και τα πεινασμένα παιδιά μας
και το χάσμα της πρόσκλησης των συντρόφων από τον αντίπερα γιαλό
μήτε καθώς το ψιθυρίζει το μελανιασμένο φως στο πρόχειρο νοσοκομείο αλλά με κάποιον άλλο τρόπο.
(Γ. Σεφέρης: Τελευταίος Σταθμός)
Κι όμως “προχωρούμε” αλογάριαστα, όπως το θέλει ο πόνος και οι υπολογισμοί, το συμφέρον και οι συναισθηματισμοί - όχι όπως το ψιθυρίζει το ορθό και το δίκαιο.
Ο εγωισμός στην άγνοιά του γεννά την αλαζονεία με τη ματαιοδοξία και την ανασφάλεια με τις φοβίες της˙ μετά έρχεται η απληστία με τις ορέξεις της που δεν σταματά να συσσωρεύει˙ κι ακολουθεί η νοθεία, η κλεψιά και το ψέμα.
Έτσι βλάπτουμε άθελα και θεληματικά τους άλλους. Μα πρώτα πρώτα την υπόστασή μας στο γνωστό μας σύμπαν.
Γι’ αυτό ποτέ δεν ανησυχούμε για τους άλλους – μόνο για την δική μας ακατανόητα κακόμορφη κατάσταση.
Η αυταπάτη είναι προϊόν έντονης επιθυμίας. Στο σύμπαν όλα κινούνται στην ορθή κατεύθυνση σύμφωνα με τους φυσικούς νόμους. Είναι μόνο η ελπίδα μας που διαψεύδεται˙ η προσδοκία μας που απογοητεύεται˙ η επιθυμία μας που ματώνει ματαιωμένη.
Μόνο όταν η κα Β. και το μεγάλο ρεύμα των ανθρώπων που κατρακυλούν ορμητικά σε άγνωστη κατεύθυνση για άγνωστο σκοπό, κατανοήσουν πως εμείς από μόνοι μας ξεγελάμε τον εαυτό μας, θα επέλθει αλλαγή προς το καλύτερο.
vigla-watch.blogspot.gr
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Ραντεβού στις 7 Ιουνίου
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Όλα όσα πρέπει να ξέρετε για τα παγωτά
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ