2012-06-02 22:21:54
Του Πάνου Σταθόπουλου, εκλογικού Αναλυτή
Η δεύτερη συνεχόμενη προεκλογική περίοδος που διέρχεται η χώρα έφτασε πλέον στο τελευταίο στάδιο. Στο «κλειστό» διάστημα δηλαδή των 15 ημερών όπου, χωρίς τη δημοσίευση δημοσκοπήσεων, οι πολίτες θα σκεφτούν οριστικά τι θα πράξουν. Χωρίς αμφιβολία, οι επικείμενες εκλογές δεν είναι μόνο καθοριστικά κρίσιμες, αλλά ίσως και οι πιο «πολιτικές» που έχουν διεξαχθεί εδώ και πολλά χρόνια. Το διακύβευμα της διαχείρισης της οικονομικής κρίσης δεν περιγράφει κατά τα φαινόμενα όλο το σκηνικό. Είτε με την έννοια της ρεαλιστικής επαναδιαπραγμάτευσης των όρων της δανειακής σύμβασης όπως το θέτει η Ν.Δ., ή της περίπου «καταγγελίας» και μη αποδοχής των όρων αυτών όπως το θέτει ο ΣΥΡΙΖΑ, συμπληρώνεται εκ των πραγμάτων και με όρους «κλασικής πολιτικής».
Για «κυβέρνηση της Aριστεράς» μιλάει ο Αλέξης Τσίπρας, με την ενιαία «Ευρωπαϊκή, πατριωτική παράταξη» απαντά ο Αντώνης Σαμαράς. Οι δύο κόσμοι, η Δεξιά και η Αριστερά, συγκρούονται ξανά, όσο κι αν μοιάζει απρόοπτο σε σχέση με όσα είχαμε συνηθίσει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια της μεταπολιτευτικής περιόδου, όπου το δίπολο Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ διαγκωνιζόταν περισσότερο να αναδείξει τη διαχειριστική ικανότητα του ενός ή του άλλου, παρά τις (υποτίθεται) ακρογωνιαίες πολιτικές τους διαφορές.
Με την έννοια αυτή, θα έλεγε κανείς ότι η προεκλογική περίοδος αρχίζει ουσιαστικά μόλις τώρα, δεδομένου άλλωστε ότι οι βασικές αρχές της οικονομικής διαχείρισης που θα επιχειρήσουν τα δύο κόμματα τέθηκαν μόλις τις τελευταίες ημέρες, χωρίς φυσικά ο απόηχός τους να έχει συμπεριληφθεί στα δεδομένα των δημοσκοπήσεων που θα δούμε στη συνέχεια. Δεδομένα, που προδιαγράφουν πάντως μία μάλλον αμφίρροπη εκλογική αναμέτρηση, αν και η Νέα Δημοκρατία φαίνεται να αποκτά για την ώρα ένα προβάδισμα στο σύνολο τουλάχιστον των περισσοτέρων δημοσκοπήσεων που έχουν διεξαχθεί.
8+2 Δημοσκοπήσεις
Στις 8 τελευταίες έρευνες των γνωστότερων εταιριών που δημοσιεύουν συχνά τα ευρήματά τους, η Ν.Δ. φαίνεται να διαθέτει ένα προβάδισμα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ κατά μέσο όρο της τάξης του 1,5%, με κύριο χαρακτηριστικό τη σημαντική άνοδο και των δύο κομμάτων σε σχέση με το αποτέλεσμα των προηγούμενων εκλογών. Παράλληλα, τα υπόλοιπα πέντε από τα επτά κόμματα που μπόρεσαν να κερδίσουν έδρες στην προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση φαίνεται ότι μπορούν να επαναλάβουν την εκπροσώπησή τους και στη νέα Βουλή, με ζητούμενο όμως το αν θα το επιτύχουν με μεγαλύτερο ή όχι εκλογικό ποσοστό. Ζητούμενο είναι, τέλος, αν στη διάταξη αυτή θα μπορούσε να προστεθεί ένα ακόμη κόμμα (ο συνασπισμός της Δημιουργίας Ξανά με τη Δράση) σε ένα περιβάλλον πάντως που δεν δείχνει να ευνοεί τα μικρότερα κόμματα που δεν κέρδισαν έδρες την προηγούμενη φορά, δεδομένου ότι το συνολικά 19% που δεν εκπροσωπήθηκε στις 6 Μαΐου φαίνεται σήμερα να συρρικνώνεται σημαντικά.
Από την άλλη, στην αποτύπωση των τελευταίων δημοσκοπήσεων συμπεριλαμβάνονται και οι δύο έρευνες των εταιριών VPRC και Public Issue οι οποίες δεν δημοσιεύουν τα ακριβή στοιχεία των δημοσκοπήσεων που διεξάγουν, αλλά μόνο την εκτίμηση ψήφου που προκύπτει από αυτά. Και οι δύο συγκεκριμένες εταιρίες συμφωνούν ότι το προβάδισμα δεν ανήκει στη Ν.Δ. αλλά στον ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα με αξιόλογη διαφορά. Όπως και να έχει, ας σημειωθεί ότι τέτοια διαφοροποίηση στα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, ή έστω στις εκτιμήσεις των εταιριών, δεν έχει παρατηρηθεί άλλη φορά στις ελληνικές εκλογές ούτε καν το 2000 όταν είχαν διεξαχθεί οι πιο αμφίρροπες εκλογές.
Ευνοούν τη Ν.Δ. τα ποιοτικά χαρακτηριστικά
Ποιο είναι όμως το γενικότερο υπόβαθρο μέσα στο οποίο θα διεξαχθούν οι εκλογές; Τι προκύπτει δηλαδή από τα λεγόμενα «ποιοτικά» ευρήματα των δημοσκοπήσεων που αποκαλύπτουν τις γενικότερες διαθέσεις του κοινού; Σύμφωνα με τις απαντήσεις που δόθηκαν στις έρευνες τις εταιρίας Rass, οι οποίες δημοσιεύθηκαν στον «Ε.Τ.» πριν από τις προηγούμενες εκλογές, αλλά και πρόσφατα, με διαφορά ουσιαστικά μεταξύ τους 40 ημερών, ένα πρώτο σημαντικό εύρημα έχει να κάνει με μία αξιόλογη μεταβολή στο καίριο ερώτημα αν θα πρέπει να προχωρήσει η Ελλάδα με το οικονομικό πρόγραμμα που υπάρχει ή αν θα πρέπει να το απορρίψει ακόμα και με τον κίνδυνο της χρεοκοπίας. Ενώ πριν από τις προηγούμενες εκλογές εμφανιζόταν περίπου «ισοπαλία», με το 46% να απαντά «να προχωρήσουμε» και το 44% «να το απορρίψουμε», σήμερα τα αντίστοιχα ποσοστά καταγράφονται στο 54% και 37%. Σχεδόν με δέκα ποσοστιαίες μονάδες το εκλογικό σώμα φαίνεται να αλλάζει στάση, προτιμώντας την τρέχουσα δανειακή σύμβαση μπροστά στον κίνδυνο της χρεοκοπίας.
Παράλληλα, με δεδομένο ότι το 88,9% δηλώνει υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στο ευρώ, με μόνο το 9,5% να έχει αντίθετη γνώμη, έχουν ιδιαίτερη σημασία οι απαντήσεις στο ερώτημα «ποιο κόμμα μπορεί να διασφαλίσει την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ», όπου η κυριαρχία της Ν.Δ. με 37,5% έναντι του 13,4% που επιλέγουν τον ΣΥΡΙΖΑ είναι αρκετά σημαντική.
Αντίστοιχα, με δεδομένο ότι το 76,4% επιλέγει την επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου σε σχέση με την πολιτική επιλογή της καταγγελίας του (22,3%), όσοι απαντούν υπέρ της επαναδιαπραγμάτευσης επιλέγουν τον Αντώνη Σαμαρά με 52,4% έναντι 30,8% που συγκεντρώνει ο Αλέξης Τσίπρας ως καταλληλότερο να κάνει τη διαπραγμάτευση αυτή. Η σαφής αυτή συγκριτική υπεροχή άλλωστε του αρχηγού της Ν.η:Δ. βεβαιώνεται και από το πολύ κρίσιμο ερώτημα της γενικότερης εμπιστοσύνης (ποιον εμπιστεύεστε για το μέλλον το δικό σας και της οικογένειάς σας) όπου ο Α. Σαμαράς συγκεντρώνει το 43% των προτιμήσεων έναντι 35,8% που επιλέγει τον Α. Τσίπρα.
Η διαφορά αυτή άλλωστε στην εμπιστοσύνη του κοινού φαίνεται να συνδέεται και με μία γενικότερη αμφιβολία ως προς το πόσο συγκεκριμένη και σαφής είναι η πολιτική πρόταση που καταθέτει ο ΣΥΡΙΖΑ. Στο ερώτημα που διερευνά κατά πόσο συμφωνούν ή όχι οι πολίτες με την κατηγορία που αποδίδεται στον ΣΥΡΙΖΑ ότι «δεν έχει σαφές σχέδιο για τη διακυβέρνηση της χώρας» το 71,7% συμμερίζεται την άποψη αυτή έναντι μόλις του 25,4% που διαφωνεί.
Συνολικά επομένως, από τις απαντήσεις αυτές προκύπτει ένα μάλλον προφανές γενικότερο υπόβαθρο που ευνοεί τη Ν.Δ. έναντι του ΣΥΡΙΖΑ και εν κατακλείδι δικαιολογεί το προβάδισμα που καταγράφεται στη πρόθεση ψήφου των δημοσκοπήσεων.
Κλειδί η συσπείρωση των όμορων δυνάμεων
Παρ’ όλα αυτά, η τελική υπεροχή της Ν.Δ. στις επικείμενες εκλογές θα εξαρτηθεί από το βαθμό με τον οποίο θα μπορέσει να συσπειρώσει τις κατά τεκμήριο «όμορες» δυνάμεις που εμφανίστηκαν με σημαντική διασπορά στις εκλογές της 6ης Μαϊου. Τόσο στην ηλικιακή διασπορά της ψήφου όσο και στην καταγραφή της ψήφου στις 13 Περιφέρειες της χώρας, που παρουσιάζονται εδώ ενδεικτικά, είναι φανερά τα περιθώρια που υπάρχουν, αλλά και τα όρια μέσα στα οποία η Ν.Δ. θα πρέπει να αναζητήσει άθροιση δυνάμεων.
πηγη:ΕΤ
liberals10
Η δεύτερη συνεχόμενη προεκλογική περίοδος που διέρχεται η χώρα έφτασε πλέον στο τελευταίο στάδιο. Στο «κλειστό» διάστημα δηλαδή των 15 ημερών όπου, χωρίς τη δημοσίευση δημοσκοπήσεων, οι πολίτες θα σκεφτούν οριστικά τι θα πράξουν. Χωρίς αμφιβολία, οι επικείμενες εκλογές δεν είναι μόνο καθοριστικά κρίσιμες, αλλά ίσως και οι πιο «πολιτικές» που έχουν διεξαχθεί εδώ και πολλά χρόνια. Το διακύβευμα της διαχείρισης της οικονομικής κρίσης δεν περιγράφει κατά τα φαινόμενα όλο το σκηνικό. Είτε με την έννοια της ρεαλιστικής επαναδιαπραγμάτευσης των όρων της δανειακής σύμβασης όπως το θέτει η Ν.Δ., ή της περίπου «καταγγελίας» και μη αποδοχής των όρων αυτών όπως το θέτει ο ΣΥΡΙΖΑ, συμπληρώνεται εκ των πραγμάτων και με όρους «κλασικής πολιτικής».
Για «κυβέρνηση της Aριστεράς» μιλάει ο Αλέξης Τσίπρας, με την ενιαία «Ευρωπαϊκή, πατριωτική παράταξη» απαντά ο Αντώνης Σαμαράς. Οι δύο κόσμοι, η Δεξιά και η Αριστερά, συγκρούονται ξανά, όσο κι αν μοιάζει απρόοπτο σε σχέση με όσα είχαμε συνηθίσει στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια της μεταπολιτευτικής περιόδου, όπου το δίπολο Ν.Δ. – ΠΑΣΟΚ διαγκωνιζόταν περισσότερο να αναδείξει τη διαχειριστική ικανότητα του ενός ή του άλλου, παρά τις (υποτίθεται) ακρογωνιαίες πολιτικές τους διαφορές.
Με την έννοια αυτή, θα έλεγε κανείς ότι η προεκλογική περίοδος αρχίζει ουσιαστικά μόλις τώρα, δεδομένου άλλωστε ότι οι βασικές αρχές της οικονομικής διαχείρισης που θα επιχειρήσουν τα δύο κόμματα τέθηκαν μόλις τις τελευταίες ημέρες, χωρίς φυσικά ο απόηχός τους να έχει συμπεριληφθεί στα δεδομένα των δημοσκοπήσεων που θα δούμε στη συνέχεια. Δεδομένα, που προδιαγράφουν πάντως μία μάλλον αμφίρροπη εκλογική αναμέτρηση, αν και η Νέα Δημοκρατία φαίνεται να αποκτά για την ώρα ένα προβάδισμα στο σύνολο τουλάχιστον των περισσοτέρων δημοσκοπήσεων που έχουν διεξαχθεί.
8+2 Δημοσκοπήσεις
Στις 8 τελευταίες έρευνες των γνωστότερων εταιριών που δημοσιεύουν συχνά τα ευρήματά τους, η Ν.Δ. φαίνεται να διαθέτει ένα προβάδισμα έναντι του ΣΥΡΙΖΑ κατά μέσο όρο της τάξης του 1,5%, με κύριο χαρακτηριστικό τη σημαντική άνοδο και των δύο κομμάτων σε σχέση με το αποτέλεσμα των προηγούμενων εκλογών. Παράλληλα, τα υπόλοιπα πέντε από τα επτά κόμματα που μπόρεσαν να κερδίσουν έδρες στην προηγούμενη εκλογική αναμέτρηση φαίνεται ότι μπορούν να επαναλάβουν την εκπροσώπησή τους και στη νέα Βουλή, με ζητούμενο όμως το αν θα το επιτύχουν με μεγαλύτερο ή όχι εκλογικό ποσοστό. Ζητούμενο είναι, τέλος, αν στη διάταξη αυτή θα μπορούσε να προστεθεί ένα ακόμη κόμμα (ο συνασπισμός της Δημιουργίας Ξανά με τη Δράση) σε ένα περιβάλλον πάντως που δεν δείχνει να ευνοεί τα μικρότερα κόμματα που δεν κέρδισαν έδρες την προηγούμενη φορά, δεδομένου ότι το συνολικά 19% που δεν εκπροσωπήθηκε στις 6 Μαΐου φαίνεται σήμερα να συρρικνώνεται σημαντικά.
Από την άλλη, στην αποτύπωση των τελευταίων δημοσκοπήσεων συμπεριλαμβάνονται και οι δύο έρευνες των εταιριών VPRC και Public Issue οι οποίες δεν δημοσιεύουν τα ακριβή στοιχεία των δημοσκοπήσεων που διεξάγουν, αλλά μόνο την εκτίμηση ψήφου που προκύπτει από αυτά. Και οι δύο συγκεκριμένες εταιρίες συμφωνούν ότι το προβάδισμα δεν ανήκει στη Ν.Δ. αλλά στον ΣΥΡΙΖΑ και μάλιστα με αξιόλογη διαφορά. Όπως και να έχει, ας σημειωθεί ότι τέτοια διαφοροποίηση στα ευρήματα των δημοσκοπήσεων, ή έστω στις εκτιμήσεις των εταιριών, δεν έχει παρατηρηθεί άλλη φορά στις ελληνικές εκλογές ούτε καν το 2000 όταν είχαν διεξαχθεί οι πιο αμφίρροπες εκλογές.
Ευνοούν τη Ν.Δ. τα ποιοτικά χαρακτηριστικά
Ποιο είναι όμως το γενικότερο υπόβαθρο μέσα στο οποίο θα διεξαχθούν οι εκλογές; Τι προκύπτει δηλαδή από τα λεγόμενα «ποιοτικά» ευρήματα των δημοσκοπήσεων που αποκαλύπτουν τις γενικότερες διαθέσεις του κοινού; Σύμφωνα με τις απαντήσεις που δόθηκαν στις έρευνες τις εταιρίας Rass, οι οποίες δημοσιεύθηκαν στον «Ε.Τ.» πριν από τις προηγούμενες εκλογές, αλλά και πρόσφατα, με διαφορά ουσιαστικά μεταξύ τους 40 ημερών, ένα πρώτο σημαντικό εύρημα έχει να κάνει με μία αξιόλογη μεταβολή στο καίριο ερώτημα αν θα πρέπει να προχωρήσει η Ελλάδα με το οικονομικό πρόγραμμα που υπάρχει ή αν θα πρέπει να το απορρίψει ακόμα και με τον κίνδυνο της χρεοκοπίας. Ενώ πριν από τις προηγούμενες εκλογές εμφανιζόταν περίπου «ισοπαλία», με το 46% να απαντά «να προχωρήσουμε» και το 44% «να το απορρίψουμε», σήμερα τα αντίστοιχα ποσοστά καταγράφονται στο 54% και 37%. Σχεδόν με δέκα ποσοστιαίες μονάδες το εκλογικό σώμα φαίνεται να αλλάζει στάση, προτιμώντας την τρέχουσα δανειακή σύμβαση μπροστά στον κίνδυνο της χρεοκοπίας.
Παράλληλα, με δεδομένο ότι το 88,9% δηλώνει υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στο ευρώ, με μόνο το 9,5% να έχει αντίθετη γνώμη, έχουν ιδιαίτερη σημασία οι απαντήσεις στο ερώτημα «ποιο κόμμα μπορεί να διασφαλίσει την παραμονή της Ελλάδας στο ευρώ», όπου η κυριαρχία της Ν.Δ. με 37,5% έναντι του 13,4% που επιλέγουν τον ΣΥΡΙΖΑ είναι αρκετά σημαντική.
Αντίστοιχα, με δεδομένο ότι το 76,4% επιλέγει την επαναδιαπραγμάτευση του Μνημονίου σε σχέση με την πολιτική επιλογή της καταγγελίας του (22,3%), όσοι απαντούν υπέρ της επαναδιαπραγμάτευσης επιλέγουν τον Αντώνη Σαμαρά με 52,4% έναντι 30,8% που συγκεντρώνει ο Αλέξης Τσίπρας ως καταλληλότερο να κάνει τη διαπραγμάτευση αυτή. Η σαφής αυτή συγκριτική υπεροχή άλλωστε του αρχηγού της Ν.η:Δ. βεβαιώνεται και από το πολύ κρίσιμο ερώτημα της γενικότερης εμπιστοσύνης (ποιον εμπιστεύεστε για το μέλλον το δικό σας και της οικογένειάς σας) όπου ο Α. Σαμαράς συγκεντρώνει το 43% των προτιμήσεων έναντι 35,8% που επιλέγει τον Α. Τσίπρα.
Η διαφορά αυτή άλλωστε στην εμπιστοσύνη του κοινού φαίνεται να συνδέεται και με μία γενικότερη αμφιβολία ως προς το πόσο συγκεκριμένη και σαφής είναι η πολιτική πρόταση που καταθέτει ο ΣΥΡΙΖΑ. Στο ερώτημα που διερευνά κατά πόσο συμφωνούν ή όχι οι πολίτες με την κατηγορία που αποδίδεται στον ΣΥΡΙΖΑ ότι «δεν έχει σαφές σχέδιο για τη διακυβέρνηση της χώρας» το 71,7% συμμερίζεται την άποψη αυτή έναντι μόλις του 25,4% που διαφωνεί.
Συνολικά επομένως, από τις απαντήσεις αυτές προκύπτει ένα μάλλον προφανές γενικότερο υπόβαθρο που ευνοεί τη Ν.Δ. έναντι του ΣΥΡΙΖΑ και εν κατακλείδι δικαιολογεί το προβάδισμα που καταγράφεται στη πρόθεση ψήφου των δημοσκοπήσεων.
Κλειδί η συσπείρωση των όμορων δυνάμεων
Παρ’ όλα αυτά, η τελική υπεροχή της Ν.Δ. στις επικείμενες εκλογές θα εξαρτηθεί από το βαθμό με τον οποίο θα μπορέσει να συσπειρώσει τις κατά τεκμήριο «όμορες» δυνάμεις που εμφανίστηκαν με σημαντική διασπορά στις εκλογές της 6ης Μαϊου. Τόσο στην ηλικιακή διασπορά της ψήφου όσο και στην καταγραφή της ψήφου στις 13 Περιφέρειες της χώρας, που παρουσιάζονται εδώ ενδεικτικά, είναι φανερά τα περιθώρια που υπάρχουν, αλλά και τα όρια μέσα στα οποία η Ν.Δ. θα πρέπει να αναζητήσει άθροιση δυνάμεων.
πηγη:ΕΤ
liberals10
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Περιοδεία Σαμαρά στη Ρόδο
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Σε γάμο στο Αγρίνιο ο Αλέξης Τσίπρας
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ