2018-07-03 01:04:19
ΡΟΥΛΑ ΣΑΛΟΥΡΟΥ - kathimerini.gr
Η υψηλή ανεργία που πλήττει τη χώρα τα τελευταία χρόνια, οι χαμηλοί μισθοί αλλά και οι υπέρογκες εισφορές και οι φόροι που καθηλώνουν την επιχειρηματικότητα, παγιωμένες παραβατικές συμπεριφορές σε συνδυασμό με έναν ελλιπή ελεγκτικό μηχανισμό, και κυρίως το έλλειμμα ανταποδοτικότητας που χαρακτηρίζει τον ασφαλιστικό νόμο Κατρούγκαλου, δημιουργούν ισχυρότατο πλέγμα με αντικίνητρα ασφάλισης. Είναι χαρακτηριστικό ότι κάποιος που δέχεται να ασφαλίζεται μόνο για 15 χρόνια, και μόνο με τον κατώτατο μισθό, θα λάβει σύνταξη 452 ευρώ, μόλις 78 ευρώ μικρότερη από κάποιον που πλήρωνε εισφορές για 20 χρόνια.
Το νέο ασφαλιστικό σύστημα φαίνεται ότι αυτοϋπονομεύεται στην πράξη, καθώς ενσωματώνει αδικίες και αντι-ασφαλιστικές αρχές, διαμέσου των νέων συντελεστών αναπλήρωσης, βάσει των οποίων υπολογίζονται οι ανταποδοτικές συντάξεις. Δημιουργεί έτσι αντικίνητρα για την παραμονή κάποιου στην εργασία μετά το 25ο έτος ασφάλισης, ενώ οι εξοντωτικές εισφορές που επιβάλλονται και η μετατροπή του συστήματος από ασφαλιστικό σε προνοιακό, με τις συντάξεις να μην ξεπερνούν τα 500-600 ευρώ, δημιουργούν τεράστιες ανισότητες και αδικίες, με αποτέλεσμα να αποτελούν ισχυρά κίνητρα για φοροδιαφυγή, εισφοροδιαφυγή και αδήλωτη εργασία
. Αυτό έχει ως συνέπεια σημαντικές απώλειες στα έσοδα του ΕΦΚΑ, και κατ’ επέκταση του κράτους, με άμεση επίπτωση στη βιωσιμότητα του ασφαλιστικού.
Ακόμη και στον «εθνικό πρωταθλητή» της οικονομίας, τον κλάδο του τουρισμού, που στην αιχμή του απασχολεί πλέον περισσότερο από το 17% του εργατικού δυναμικού της χώρας και αποτελεί πλέον έναν από τους μεγαλύτερους τομείς σε αριθμό απασχολουμένων (μαζί με το εμπόριο και το σύνολο του πρωτογενούς τομέα), φαινόμενα όπως η ανασφάλιστη, η υποαμειβόμενη και η μερικώς ασφαλισμένη εργασία αποτελούν συνηθισμένες πρακτικές, με αρνητικές συνέπειες στον ανταγωνισμό αλλά και τα δημόσια οικονομικά.
Με πρακτικές όπως η ασφάλιση για 100 έως 140 ημέρες τον χρόνο των εργαζομένων στα ξενοδοχεία και ένταξή τους για τον υπόλοιπο χρόνο στο ταμείο ανεργίας του ΟΑΕΔ, αλλά και υλοποίηση προγραμμάτων με «μαθητευόμενους» των 300 ευρώ και ασφάλιση μόλις 1% για τον κίνδυνο εργατικού ατυχήματος, διάφοροι «επιτήδειοι» του κλάδου καλύπτουν ανάγκες για 6 ακόμη και 8 μήνες, με το ασφαλιστικό σύστημα να χάνει εκατοντάδες εκατ. ευρώ. Μόνο από τα προγράμματα μαθητείας, που κατ’ εκτίμηση αφορούν περίπου 30.000 εργαζομένους, οι οποίοι στην πράξη καλύπτουν πραγματικές ανάγκες σε μικρά ξενοδοχεία ανά την Ελλάδα, εκτιμάται ότι ο ΕΦΚΑ χάνει περίπου 50 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Αλλα 100 εκατ. ευρώ τον χρόνο χάνει το Ταμείο από την εικονική απόλυση του 70% με 80% του προσωπικού των ξενοδοχείων, κατά το τέλος Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου, όταν στην πραγματικότητα η σεζόν τελειώνει λίγο πριν από τα Χριστούγεννα. Στις απώλειες θα πρέπει να συνυπολογιστούν και 80 εκατ. ευρώ που εκτιμάται ότι πληρώνει ο ΟΑΕΔ σε επιδόματα ανεργίας, παρότι οι «απολυμένοι» εξακολουθούν να εργάζονται στο πόστο τους.
«Μεγάλο πάρτι» φαίνεται ότι γίνεται και στον τομέα του επισιτισμού, με τους εργαζομένους να καταγγέλλουν ότι στη συντριπτική τους πλειονότητα οι εργαζόμενοι δηλώνονται ότι αμείβονται με τον κατώτατο, ώστε να είναι χαμηλές οι ασφαλιστικές εισφορές και λαμβάνουν επιπλέον χρήματα «μαύρα», ή δηλώνονται ως μερικώς απασχολούμενοι, με 4ωρα και στην πραγματικότητα δουλεύουν 10ωρα, ενώ σχεδόν ένας στους τρεις δεν δηλώνεται καθόλου και εργάζεται ανασφάλιστος. Ο ΕΦΚΑ εκτιμάται ότι χάνει περί τα 300 εκατ. ευρώ από τους ανασφάλιστους, περίπου 180 εκατ. ευρώ από τους μερικώς δηλωμένους (με λιγότερο από τον πραγματικό χρόνο εργασίας) και επιπλέον 80 εκατ. ευρώ από τους εργαζομένους που εμφανίζονται να λαμβάνουν χαμηλότερες αποδοχές από τις πραγματικές.
Το μεγάλο δίλημμα χιλιάδων Ελλήνων εργαζομένων
Αντιμέτωποι με το δίλημμα άνεργος ή δουλειά χωρίς ένσημα βρίσκονται καθημερινά χιλιάδες εργαζόμενοι, κυρίως στους κλάδους που, σύμφωνα και με τους δειγματοληπτικούς ελέγχους του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ), βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της παραβατικότητας σε σχέση με την ανασφάλιστη εργασία. Την απόφασή τους να πουν ναι, διευκολύνει, βέβαια, το γεγονός ότι ο νόμος Κατρούγκαλου δημιούργησε ένα εξωφρενικά άδικο ασφαλιστικό σύστημα, με συντάξεις οι οποίες είναι πολύ χαμηλότερες από τις εισφορές που θα καταβληθούν. Ετσι, από ένα σύστημα όπου οι συντάξεις ήταν υπερχρηματοδοτημένες, με την κοινωνία, μέσω της φορολογίας, να πληρώνει τις συντάξεις όχι μόνο αυτών που έπαιρναν ποσά κοντά στο όριο της φτώχειας, αλλά ακόμη και της πλειονότητας των δημοσίων υπαλλήλων, περνάμε σε ένα σύστημα όπου από το 2019 και μετά, οι συντάξεις του δημόσιου συστήματος ασφάλισης θα είναι υποχρηματοδοτημένες. Δηλαδή οι εισφορές που καταβάλλονται θα είναι πολύ υψηλότερες από τις τελικές συντάξεις Με τη βοήθεια του πρώην υπουργού Εργασίας και γνώστη του ασφαλιστικού στην Ελλάδα Γιώργου Κουτρουμάνη, η «Κ» παρουσιάζει σήμερα απλά παραδείγματα που αποδεικνύουν ότι η... «μερική ασφάλιση» και η αποδοχή δήλωσης μικρότερης αμοιβής από την πραγματική, για λίγα χρόνια, συμφέρει, τελικά, και τον εργαζόμενο. Ή έστω δεν τον οδηγεί σε σημαντικές απώλειες όταν, τελικά, θα συνταξιοδοτηθεί.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ένας εργαζόμενος που δέχεται να αμείβεται με τον κατώτατο μισθό των 586 ευρώ μεικτά (σήμερα) και να ασφαλίζεται γι’ αυτά μόνο 15 χρόνια, θα λάβει σύνταξη 452 ευρώ, και συγκεκριμένα 414 ευρώ κύρια και 38 ευρώ επικουρική. Κάποιος άλλος, που δεν υποκύπτει στις πιέσεις των εργοδοτών και δηλώνει το σύνολο της αμοιβής που λαμβάνει, ήτοι ασφαλίζεται για 1.132 ευρώ μέσο μισθό, επίσης όμως για 15 χρόνια, θα πάρει σύνταξη 554 ευρώ, δηλαδή μόλις 102 ευρώ παραπάνω, πληρώνοντας διπλές εισφορές για τα ίδια χρόνια ασφάλισης. Στα 401 ευρώ διαμορφώνεται η σύνταξη (κύρια και επικουρική) για κάποιον που είτε από επιλογή είτε από ανάγκη βρεθεί να ασφαλίζεται μόνο για 15 χρόνια και να παίρνει κατά μέσον όρο 300 ευρώ μισθό, για 4ωρη δηλωμένη, μερική απασχόληση.
Με τον κατώτατο μισθό και 20 χρόνια ασφάλισης, η σύνταξη διαμορφώνεται σε 530 ευρώ.
Για 30 χρόνια ασφάλισης και αμοιβή επίσης 586 ευρώ, η σύνταξη θα διαμορφωθεί στα 619 ευρώ, ήτοι μόλις 170 ευρώ επιπλέον, για 15 ολόκληρα χρόνια επιπλέον δουλειάς...
Αντικίνητρα στην ασφάλιση δημιουργούν, επίσης, οι δραματικές μειώσεις στις συντάξεις όσων συνταξιούχων επιλέξουν να εργαστούν, με αποτέλεσμα να αποτελεί πρώτιστη επιλογή η «μαύρη» ανασφάλιστη απασχόληση. Εκτός συστήματος φαίνεται ότι επιλέγουν να είναι και δεκάδες χιλιάδες (κάποιοι εκτιμούν ότι είναι πάνω από 250.000), κυρίως γυναίκες, Ελληνίδες αλλά και μετανάστριες, που εργάζονται ως οικιακοί βοηθοί. Σε αυτήν την περίπτωση, η λήψη κάποιου επιδόματος, όπως το ΚΕΑ, ή η ύπαρξη κάποιας σύνταξης χηρείας ή ακόμα και χρέη προς τράπεζες και η ένταξη στον νόμο Κατσέλη, παράλληλα με τον νόμο Κατρούγκαλου, λειτουργούν ως ισχυρό ανάχωμα σε όποια δυνατότητα ασφάλισης.
medispin
Η υψηλή ανεργία που πλήττει τη χώρα τα τελευταία χρόνια, οι χαμηλοί μισθοί αλλά και οι υπέρογκες εισφορές και οι φόροι που καθηλώνουν την επιχειρηματικότητα, παγιωμένες παραβατικές συμπεριφορές σε συνδυασμό με έναν ελλιπή ελεγκτικό μηχανισμό, και κυρίως το έλλειμμα ανταποδοτικότητας που χαρακτηρίζει τον ασφαλιστικό νόμο Κατρούγκαλου, δημιουργούν ισχυρότατο πλέγμα με αντικίνητρα ασφάλισης. Είναι χαρακτηριστικό ότι κάποιος που δέχεται να ασφαλίζεται μόνο για 15 χρόνια, και μόνο με τον κατώτατο μισθό, θα λάβει σύνταξη 452 ευρώ, μόλις 78 ευρώ μικρότερη από κάποιον που πλήρωνε εισφορές για 20 χρόνια.
Το νέο ασφαλιστικό σύστημα φαίνεται ότι αυτοϋπονομεύεται στην πράξη, καθώς ενσωματώνει αδικίες και αντι-ασφαλιστικές αρχές, διαμέσου των νέων συντελεστών αναπλήρωσης, βάσει των οποίων υπολογίζονται οι ανταποδοτικές συντάξεις. Δημιουργεί έτσι αντικίνητρα για την παραμονή κάποιου στην εργασία μετά το 25ο έτος ασφάλισης, ενώ οι εξοντωτικές εισφορές που επιβάλλονται και η μετατροπή του συστήματος από ασφαλιστικό σε προνοιακό, με τις συντάξεις να μην ξεπερνούν τα 500-600 ευρώ, δημιουργούν τεράστιες ανισότητες και αδικίες, με αποτέλεσμα να αποτελούν ισχυρά κίνητρα για φοροδιαφυγή, εισφοροδιαφυγή και αδήλωτη εργασία
Ακόμη και στον «εθνικό πρωταθλητή» της οικονομίας, τον κλάδο του τουρισμού, που στην αιχμή του απασχολεί πλέον περισσότερο από το 17% του εργατικού δυναμικού της χώρας και αποτελεί πλέον έναν από τους μεγαλύτερους τομείς σε αριθμό απασχολουμένων (μαζί με το εμπόριο και το σύνολο του πρωτογενούς τομέα), φαινόμενα όπως η ανασφάλιστη, η υποαμειβόμενη και η μερικώς ασφαλισμένη εργασία αποτελούν συνηθισμένες πρακτικές, με αρνητικές συνέπειες στον ανταγωνισμό αλλά και τα δημόσια οικονομικά.
Με πρακτικές όπως η ασφάλιση για 100 έως 140 ημέρες τον χρόνο των εργαζομένων στα ξενοδοχεία και ένταξή τους για τον υπόλοιπο χρόνο στο ταμείο ανεργίας του ΟΑΕΔ, αλλά και υλοποίηση προγραμμάτων με «μαθητευόμενους» των 300 ευρώ και ασφάλιση μόλις 1% για τον κίνδυνο εργατικού ατυχήματος, διάφοροι «επιτήδειοι» του κλάδου καλύπτουν ανάγκες για 6 ακόμη και 8 μήνες, με το ασφαλιστικό σύστημα να χάνει εκατοντάδες εκατ. ευρώ. Μόνο από τα προγράμματα μαθητείας, που κατ’ εκτίμηση αφορούν περίπου 30.000 εργαζομένους, οι οποίοι στην πράξη καλύπτουν πραγματικές ανάγκες σε μικρά ξενοδοχεία ανά την Ελλάδα, εκτιμάται ότι ο ΕΦΚΑ χάνει περίπου 50 εκατ. ευρώ τον χρόνο. Αλλα 100 εκατ. ευρώ τον χρόνο χάνει το Ταμείο από την εικονική απόλυση του 70% με 80% του προσωπικού των ξενοδοχείων, κατά το τέλος Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου, όταν στην πραγματικότητα η σεζόν τελειώνει λίγο πριν από τα Χριστούγεννα. Στις απώλειες θα πρέπει να συνυπολογιστούν και 80 εκατ. ευρώ που εκτιμάται ότι πληρώνει ο ΟΑΕΔ σε επιδόματα ανεργίας, παρότι οι «απολυμένοι» εξακολουθούν να εργάζονται στο πόστο τους.
«Μεγάλο πάρτι» φαίνεται ότι γίνεται και στον τομέα του επισιτισμού, με τους εργαζομένους να καταγγέλλουν ότι στη συντριπτική τους πλειονότητα οι εργαζόμενοι δηλώνονται ότι αμείβονται με τον κατώτατο, ώστε να είναι χαμηλές οι ασφαλιστικές εισφορές και λαμβάνουν επιπλέον χρήματα «μαύρα», ή δηλώνονται ως μερικώς απασχολούμενοι, με 4ωρα και στην πραγματικότητα δουλεύουν 10ωρα, ενώ σχεδόν ένας στους τρεις δεν δηλώνεται καθόλου και εργάζεται ανασφάλιστος. Ο ΕΦΚΑ εκτιμάται ότι χάνει περί τα 300 εκατ. ευρώ από τους ανασφάλιστους, περίπου 180 εκατ. ευρώ από τους μερικώς δηλωμένους (με λιγότερο από τον πραγματικό χρόνο εργασίας) και επιπλέον 80 εκατ. ευρώ από τους εργαζομένους που εμφανίζονται να λαμβάνουν χαμηλότερες αποδοχές από τις πραγματικές.
Το μεγάλο δίλημμα χιλιάδων Ελλήνων εργαζομένων
Αντιμέτωποι με το δίλημμα άνεργος ή δουλειά χωρίς ένσημα βρίσκονται καθημερινά χιλιάδες εργαζόμενοι, κυρίως στους κλάδους που, σύμφωνα και με τους δειγματοληπτικούς ελέγχους του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας (ΣΕΠΕ), βρίσκονται στην πρώτη γραμμή της παραβατικότητας σε σχέση με την ανασφάλιστη εργασία. Την απόφασή τους να πουν ναι, διευκολύνει, βέβαια, το γεγονός ότι ο νόμος Κατρούγκαλου δημιούργησε ένα εξωφρενικά άδικο ασφαλιστικό σύστημα, με συντάξεις οι οποίες είναι πολύ χαμηλότερες από τις εισφορές που θα καταβληθούν. Ετσι, από ένα σύστημα όπου οι συντάξεις ήταν υπερχρηματοδοτημένες, με την κοινωνία, μέσω της φορολογίας, να πληρώνει τις συντάξεις όχι μόνο αυτών που έπαιρναν ποσά κοντά στο όριο της φτώχειας, αλλά ακόμη και της πλειονότητας των δημοσίων υπαλλήλων, περνάμε σε ένα σύστημα όπου από το 2019 και μετά, οι συντάξεις του δημόσιου συστήματος ασφάλισης θα είναι υποχρηματοδοτημένες. Δηλαδή οι εισφορές που καταβάλλονται θα είναι πολύ υψηλότερες από τις τελικές συντάξεις Με τη βοήθεια του πρώην υπουργού Εργασίας και γνώστη του ασφαλιστικού στην Ελλάδα Γιώργου Κουτρουμάνη, η «Κ» παρουσιάζει σήμερα απλά παραδείγματα που αποδεικνύουν ότι η... «μερική ασφάλιση» και η αποδοχή δήλωσης μικρότερης αμοιβής από την πραγματική, για λίγα χρόνια, συμφέρει, τελικά, και τον εργαζόμενο. Ή έστω δεν τον οδηγεί σε σημαντικές απώλειες όταν, τελικά, θα συνταξιοδοτηθεί.
Είναι χαρακτηριστικό ότι ένας εργαζόμενος που δέχεται να αμείβεται με τον κατώτατο μισθό των 586 ευρώ μεικτά (σήμερα) και να ασφαλίζεται γι’ αυτά μόνο 15 χρόνια, θα λάβει σύνταξη 452 ευρώ, και συγκεκριμένα 414 ευρώ κύρια και 38 ευρώ επικουρική. Κάποιος άλλος, που δεν υποκύπτει στις πιέσεις των εργοδοτών και δηλώνει το σύνολο της αμοιβής που λαμβάνει, ήτοι ασφαλίζεται για 1.132 ευρώ μέσο μισθό, επίσης όμως για 15 χρόνια, θα πάρει σύνταξη 554 ευρώ, δηλαδή μόλις 102 ευρώ παραπάνω, πληρώνοντας διπλές εισφορές για τα ίδια χρόνια ασφάλισης. Στα 401 ευρώ διαμορφώνεται η σύνταξη (κύρια και επικουρική) για κάποιον που είτε από επιλογή είτε από ανάγκη βρεθεί να ασφαλίζεται μόνο για 15 χρόνια και να παίρνει κατά μέσον όρο 300 ευρώ μισθό, για 4ωρη δηλωμένη, μερική απασχόληση.
Με τον κατώτατο μισθό και 20 χρόνια ασφάλισης, η σύνταξη διαμορφώνεται σε 530 ευρώ.
Για 30 χρόνια ασφάλισης και αμοιβή επίσης 586 ευρώ, η σύνταξη θα διαμορφωθεί στα 619 ευρώ, ήτοι μόλις 170 ευρώ επιπλέον, για 15 ολόκληρα χρόνια επιπλέον δουλειάς...
Αντικίνητρα στην ασφάλιση δημιουργούν, επίσης, οι δραματικές μειώσεις στις συντάξεις όσων συνταξιούχων επιλέξουν να εργαστούν, με αποτέλεσμα να αποτελεί πρώτιστη επιλογή η «μαύρη» ανασφάλιστη απασχόληση. Εκτός συστήματος φαίνεται ότι επιλέγουν να είναι και δεκάδες χιλιάδες (κάποιοι εκτιμούν ότι είναι πάνω από 250.000), κυρίως γυναίκες, Ελληνίδες αλλά και μετανάστριες, που εργάζονται ως οικιακοί βοηθοί. Σε αυτήν την περίπτωση, η λήψη κάποιου επιδόματος, όπως το ΚΕΑ, ή η ύπαρξη κάποιας σύνταξης χηρείας ή ακόμα και χρέη προς τράπεζες και η ένταξη στον νόμο Κατσέλη, παράλληλα με τον νόμο Κατρούγκαλου, λειτουργούν ως ισχυρό ανάχωμα σε όποια δυνατότητα ασφάλισης.
medispin
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΕΦΚΑ: Παράταση πήρε η καταβολή εισφορών Μαΐου 2018
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ