2018-08-10 08:21:23
Το πιο γνωστό Β-29 από όλα τα Superfortresses που κατασκευάσθηκαν, το «Enola Gay» του Συνταγματάρχη... Paul Tibbets, είχε την αμφιλεγόμενη διάκριση να είναι το πρώτο ατομικό βομβαρδιστικό στην Ιστορία ρίχνοντας ένα νέο, πρωτοφανούς καταστροφικής ισχύος όπλο, πάνω από την ιαπωνική βιομηχανική πόλη Χιρόσιμα. Τρεις ημέρες μετά, ένα άλλο ειδικά τροποποιημένο Β-29 έπληξε το Ναγκασάκι.
Ρωτήστε όποιον θέλετε για το όνομα του αεροπλάνου που έριξε την πρώτη ατομική βόμβα και το πιθανότερο είναι να πάρετε μια σωστή απάντηση. Πόσοι γνωρίζουν όμως το «άλλο» ατομικό βομβαρδιστικό; Το αεροπλάνο που πραγματοποίησε την δεύτερη και τελευταία ατομική επίθεση στις 9 Αυγούστου 1945 ήταν το Β-29 με αριθμό σειράς «44-27297» με κυβερνήτη τον Ταγματάρχη Charles W. Sweeney. Όμως θα έμενε για πάντα στην σκιά του «Enola Gay».
Κατασκευασμένο όπως και το αεροπλάνο του Συνταγματάρχη Tibbets από την Glenn L
. Martin Co, στο Μπέλβιου της Νεμπράσκα, το συγκεκριμένο B-29-36-MO ήταν ένα από τα ειδικά τροποποιημένα «Υπερφρούρια» του προγράμματος Silverplate. Το όνομα αυτό ήταν η κωδική αναφορά της συμμετοχής της USAAF στο Σχέδιο Manhattan και αφορούσε το πρόγραμμα τροποποιήσεων που θα επέτρεπαν σε ένα βομβαρδιστικό Β-29 να ρίξει ένα ατομικό όπλο. Το Silver Plated Project όπως ήταν αρχικά γνωστό, κατέληξε να προσδιορίζει τόσο την εκπαίδευση όσο και τις επιχειρησιακές πτυχές του προγράμματος ενώ η συνεχής χρήση του ονόματος είχε ως αποτέλεσμα την σύντμησή του σε «Silverplate».
Το πρωτότυπο Silverplate B-29 με το όνομα «Pullman» άρχισε τις δοκιμές αέρος στην απομονωμένη βάση Muroc του Στρατού, στην έρημο της Καλιφόρνια, τον Μάρτιο του 1944. Τα αποτελέσματα κατέδειξαν ότι απαιτούντο και άλλες τροποποιήσεις σε όπλα και αεροσκάφη.
Τον Αύγουστο του ιδίου έτους, ο αμερικανικός Στρατός παρήγγειλε 17 αεροσκάφη Silverplate παραγωγής για να εκπαιδευθούν τα πληρώματα του 509th Composite Group στον τύπο με τον οποίο θα πετούσαν σε επιχειρήσεις και να δοκιμασθούν οι διάφορες διαμορφώσεις των βομβών. Τον Φεβρουάριο του 1945 ακολούθησε η παραγγελία 28 ακόμη βομβαρδιστικών για επιχειρησιακή χρήση από το 509th Composite Group. Σε αυτήν την παρτίδα ανήκαν τα δύο αεροσκάφη που έπληξαν την Χιρόσιμα και το Ναγκασάκι τον Αύγουστο του ’45.
Συμπεριλαμβανομένου του πρωτοτύπου δοκιμών Β-29 «Pullman» κατασκευάσθηκαν συνολικά 46 βομβαρδιστικά Silverplate κατά την διάρκεια του πολέμου και μετά την λήξη του. Δέκα εννέα επιπλέον αεροσκάφη τα οποία παραγγέλθηκαν τον Ιούλιο του 1945 και παραδόθηκαν το διάστημα από το τέλος του πολέμου έως τα τέλη του 1947 ανεβάζουν τον αριθμό των ατομικών Β-29 σε 65 αεροσκάφη.
Το 1945 ένα «Υπερφρούριο» κόστιζε 782.000 δολάρια. Το κόστος των τροποποιήσεων που απαιτούσε ένα αεροπλάνο Silverplate ανερχόταν σε 814.000, 53 εκατ. δολάρια για 65 «ειδικά» βομβαρδιστικά, συν 7 εκατ. δολάρια κόστος υποστήριξης. Ο πόλεμος είναι ακριβό πράγμα αλλά η νίκη είναι ανεκτίμητη.
Τα B-29 του προγράμματος Silverplate διέφεραν σε αρκετά σημεία από τα στάνταρντ αεροσκάφη παραγωγής. Ήταν ελαφρύτερα κατά 6.000 λίβρες (2.722 κιλά) καθώς δεν διέθεταν θωράκιση ενώ στην οπίσθια αποθήκη βομβών είχαν τοποθετηθεί επιπλέον δεξαμενές καυσίμου.
Οι καταπακτές των αποθηκών βομβών ενεργοποιούντο ταχέως με πνευματικά συστήματα, ο δε μηχανισμός άφεσης βομβών στην πρόσθια αποθήκη αντικαταστάθηκε από ένα μονό σύστημα (single-point release mechanism) όπως στα ειδικά τροποποιημένα Lancaster της RAF. Επίσης, στο κόκπιτ προστέθηκε ο σταθμός ελέγχου του υπεύθυνου για το ατομικό όπλο απ’ όπου θα παρακολουθούσε τα συστήματα ενεργοποίησής του.
Το Β-29 «Bockscar» (s/n 44-27297) που χρησιμοποιήθηκε για την ρίψη της δεύτερης ατομικής βόμβας παραδόθηκε στις 19 Μαρτίου 1945 και υπηρέτησε από τον Απρίλιο του ’45 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1946. Διέθετε τέσσερεις αερόψυκτους 18κύλινδρους αστεροειδείς Wright R-3350-41 (Cyclone 18 787C18BA3) εφοδιασμένους με υπερσυμπιεστή οι οποίοι απέδιδαν ισχύ 2.000 ίππων έκαστος στις 2.400 στροφές και 2.200 ίππων στις 2.800 σ.α.λ κατά την απογείωση. Οι βάρους 2.725 λιβρών (1.236 κιλά) Cyclones περιέστρεφαν τετράφυλλες έλικες μεταβλητού βήματος της Curtiss Electric διαμέτρου 5,08 μέτρων και θεωρούντο πιο αξιόπιστοι.
Ο αμυντικός οπλισμός –τέσσερεις τηλεχειριζόμενοι πυργίσκοι πολυβόλων των 0,50– είχε αφαιρεθεί, το ίδιο και τα σκοπευτικά τους, με εξαίρεση τα όπλα του οπίσθιου πολυβολητή (το «Enola Gay» πέταξε την αποστολή του με 1.000 βλήματα για κάθε ένα από τα δύο εναπομείναντα Browning AN-M2 στην ουρά) καθιστώντας τα αεροσκάφη Silverplate ταχύτερα και με γρηγορότερο βαθμό ανόδου από τα συνηθισμένα Β-29. Το «Bockscar» μπορούσε να πιάσει 365 μίλια την ώρα (587 χλμ/ώρα) με τις μανέτες στο φουλ, είχε επιχειρησιακή οροφή 31.850 ποδών (9.708 μ) ενώ η ακτίνα δράσης του ήταν 2.900 μίλια (4.667 χλμ).
Με χαρακτηριστικό κλήσης «Victor 7» το συγκεκριμένο Β-29 ήταν το αεροσκάφος του Λοχαγού Frederick C. Bock. Ο Ταγματάρχης Sweeney και το πλήρωμα του πετούσαν συνήθως το «Υπερφρούριο» με το όνομα «Great Artiste» το οποίο ήταν το Β-29 με τα όργανα καταγραφής που έλαβε μέρος στην αποστολή κατά της Χιρόσιμα. Επειδή δεν υπήρχε χρόνος να αφαιρεθεί ο σχετικός εξοπλισμός από το αεροσκάφος και να τοποθετηθεί στο Β-29 του Λοχαγού Bock, αποφασίσθηκε να αλλάξουν τα πληρώματα αεροπλάνο.
Για επιχειρησιακούς λόγους ασφαλείας, ο αριθμός αναγνώρισης στην άτρακτο του «Bockscar» άλλαξε από «7» σε «77» και το βέλος μέσα σε κύκλο στο κάθετο σταθερό που ξεχώριζε τα αεροσκάφη του 509th Composite Group αντικαταστάθηκε από το χαρακτηριστικό «Triangle N» μιας άλλης μονάδας. Αυτές οι αλλαγές της τελευταίας στιγμής είχαν ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί σύγχυση στις αναφορές της εποχής για την ταυτότητα του αεροπλάνου που έριξε την ατομική βόμβα «Fat Man» στο Ναγκασάκι. Σημειωτέον ότι το αεροπλάνο απέκτησε nose art μετά την αποστολή της 9ης Αυγούστου.
Το όπλο που μετέφερε στην πρόσθια αποθήκη βομβών το «Bockscar» ήταν εντελώς διαφορετικό και πολύ πιο πολύπλοκο από το «Little Boy» (Mark I) που έριξε το «Enola Gay» στις 6 Αυγούστου στην Χιρόσιμα. Το ωοειδές Mark III ζύγιζε 10.213 λίβρες (4.632 κιλά) και περιείχε μια σφαίρα πλουτωνίου Pu 239 βάρους 6,2 κιλών περιτριγυρισμένη από εκρηκτικά, σχεδιασμένα να φέρουν με την έκρηξή τους το πλουτώνιο σε «κρίσιμη μάζα».
Στις 03:47 πμ της 9ης Αυγούστου 1945, το «Bockscar» άφηνε τον διάδρομο του North Field στο Τινιάν με προορισμό την Ιό Τζιμά όπου θα συναντούσε τα B-29 «The Great Artiste» και «Big Stink» τα οποία θα ήταν τα αεροσκάφη καταγραφής και φωτογράφισης της αποστολής. Παρά τις ρητές διαταγές του Διοικητή του 509th Composite Group Συνταγματάρχη Tibbets να μην περιμένει στο ραντεβού πάνω από 15 λεπτά, όταν το «Big Stink» καθυστέρησε να φθάσει στην ώρα του ο Sweeney αποφάσισε να περιμένει 30΄ακόμη.
Εν τω μεταξύ, τα Β-29 «Enola Gay» και «Laggin’ Dragon» που εκτελούσαν αναγνώριση καιρού βρίσκονταν ήδη πάνω από την Κοκούρα –τον κύριο στόχο– και το Ναγκασάκι που είχε ορισθεί ως εναλλακτικός. Ο καιρός πάνω και από τις δύο πόλεις ήταν εντός παραμέτρων, όμως τα 45΄που το «Bockscar» περίμενε το αργοπορημένο «Big Stink» οι καιρικές συνθήκες στην Κοκούρα επιδεινώθηκαν.
Όταν το βομβαρδιστικό έφθασε στον κύριο στόχο, η πόλη είχε καλυφθεί από σύννεφα. Τα επόμενα 50΄ο Ταγματάρχης Sweeney προσπάθησε τρεις φορές να βομβαρδίσει τον στόχο αλλά και τις τρείς ο βομβαρδιστής δεν είχε οπτική επαφή. Μια ώρα και 20΄εκτός χρονοδιαγράμματος, το βομβαρδιστικό κατευθύνθηκε προς τον εναλλακτικό στόχο. Η Κοκούρα είχε σωθεί. Το Ναγκασάκι ήταν καταδικασμένο.
Η ρίψη του «Fat Man» πραγματοποιήθηκε από ύψος 30.000 ποδών (9.144 μ) στις 11:01 πμ. Μετά από πτώση 43 δευτερολέπτων, το όπλο εξερράγη στα 1.950 πόδια (594,4 μ) πάνω από την κοιλάδα Ουράκαμί, μεταξύ του εργοστασίου της Mitsubishi και του εργοστασίου πυρομαχικών Ουράκαμί, με απόκλιση από το προκαθορισμένο σημείο στόχευσης σχεδόν κατά 2,4 χλμ.
Η έκρηξη ήταν ισχύος 21 κιλοτόννων, μεγαλύτερη περίπου κατά 20% από αυτήν στην Χιρόσιμα. Παρόλο που τα γύρω υψώματα περιόρισαν τα αποτελέσματα της ατομικής έκρηξης προστατεύοντας ένα μεγάλο μέρος της πόλης, το 44% του Ναγκασάκι δεν γλύτωσε και 35.000 άνθρωποι βρήκαν τον θάνατο ενώ 60.000 τραυματίσθηκαν. Μέχρι τον Δεκέμβριο του 1945, τουλάχιστον 80.000 από τους 250.000 κατοίκους της πόλης είχαν πεθάνει από την ραδιενέργεια.
Με την κατάσταση καυσίμου πλέον σε κρίσιμο σημείο και αδυνατώντας να φθάσει στο εναλλακτικό αεροδρόμιο της Ιό Τζιμά, ο Sweeney κατευθύνθηκε προς την Οκινάουα. Πιάνοντας διάδρομο στο Γιόντάν, ένας από τους κινητήρες του «Bockscar» έσβησε λόγω έλλειψης καυσίμου. Βγαίνοντας από τον διάδρομο έσβησε και δεύτερος… Πέντε ημέρες μετά ο Αυτοκράτορας ανακοίνωνε ότι η Ιαπωνία συνθηκολογούσε. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε τελειώσει.
To 1946 το αεροσκάφος τέθηκε σε αποθήκευση στην βάση Davis-Monthan, στην Αριζόνα. Στις 26 Σεπτεμβρίου 1961 μεταφέρθηκε στο Μουσείο της USAF στην αεροπορική βάση Wright-Patterson όπου βρίσκεται στην συλλογή των ιστορικών αεροσκαφών του Μουσείου –πάντα στην σκιά του «Enola Gay».
Πηγή
Tromaktiko
Ρωτήστε όποιον θέλετε για το όνομα του αεροπλάνου που έριξε την πρώτη ατομική βόμβα και το πιθανότερο είναι να πάρετε μια σωστή απάντηση. Πόσοι γνωρίζουν όμως το «άλλο» ατομικό βομβαρδιστικό; Το αεροπλάνο που πραγματοποίησε την δεύτερη και τελευταία ατομική επίθεση στις 9 Αυγούστου 1945 ήταν το Β-29 με αριθμό σειράς «44-27297» με κυβερνήτη τον Ταγματάρχη Charles W. Sweeney. Όμως θα έμενε για πάντα στην σκιά του «Enola Gay».
Κατασκευασμένο όπως και το αεροπλάνο του Συνταγματάρχη Tibbets από την Glenn L
Το πρωτότυπο Silverplate B-29 με το όνομα «Pullman» άρχισε τις δοκιμές αέρος στην απομονωμένη βάση Muroc του Στρατού, στην έρημο της Καλιφόρνια, τον Μάρτιο του 1944. Τα αποτελέσματα κατέδειξαν ότι απαιτούντο και άλλες τροποποιήσεις σε όπλα και αεροσκάφη.
Τον Αύγουστο του ιδίου έτους, ο αμερικανικός Στρατός παρήγγειλε 17 αεροσκάφη Silverplate παραγωγής για να εκπαιδευθούν τα πληρώματα του 509th Composite Group στον τύπο με τον οποίο θα πετούσαν σε επιχειρήσεις και να δοκιμασθούν οι διάφορες διαμορφώσεις των βομβών. Τον Φεβρουάριο του 1945 ακολούθησε η παραγγελία 28 ακόμη βομβαρδιστικών για επιχειρησιακή χρήση από το 509th Composite Group. Σε αυτήν την παρτίδα ανήκαν τα δύο αεροσκάφη που έπληξαν την Χιρόσιμα και το Ναγκασάκι τον Αύγουστο του ’45.
Συμπεριλαμβανομένου του πρωτοτύπου δοκιμών Β-29 «Pullman» κατασκευάσθηκαν συνολικά 46 βομβαρδιστικά Silverplate κατά την διάρκεια του πολέμου και μετά την λήξη του. Δέκα εννέα επιπλέον αεροσκάφη τα οποία παραγγέλθηκαν τον Ιούλιο του 1945 και παραδόθηκαν το διάστημα από το τέλος του πολέμου έως τα τέλη του 1947 ανεβάζουν τον αριθμό των ατομικών Β-29 σε 65 αεροσκάφη.
Το 1945 ένα «Υπερφρούριο» κόστιζε 782.000 δολάρια. Το κόστος των τροποποιήσεων που απαιτούσε ένα αεροπλάνο Silverplate ανερχόταν σε 814.000, 53 εκατ. δολάρια για 65 «ειδικά» βομβαρδιστικά, συν 7 εκατ. δολάρια κόστος υποστήριξης. Ο πόλεμος είναι ακριβό πράγμα αλλά η νίκη είναι ανεκτίμητη.
Τα B-29 του προγράμματος Silverplate διέφεραν σε αρκετά σημεία από τα στάνταρντ αεροσκάφη παραγωγής. Ήταν ελαφρύτερα κατά 6.000 λίβρες (2.722 κιλά) καθώς δεν διέθεταν θωράκιση ενώ στην οπίσθια αποθήκη βομβών είχαν τοποθετηθεί επιπλέον δεξαμενές καυσίμου.
Οι καταπακτές των αποθηκών βομβών ενεργοποιούντο ταχέως με πνευματικά συστήματα, ο δε μηχανισμός άφεσης βομβών στην πρόσθια αποθήκη αντικαταστάθηκε από ένα μονό σύστημα (single-point release mechanism) όπως στα ειδικά τροποποιημένα Lancaster της RAF. Επίσης, στο κόκπιτ προστέθηκε ο σταθμός ελέγχου του υπεύθυνου για το ατομικό όπλο απ’ όπου θα παρακολουθούσε τα συστήματα ενεργοποίησής του.
Το Β-29 «Bockscar» (s/n 44-27297) που χρησιμοποιήθηκε για την ρίψη της δεύτερης ατομικής βόμβας παραδόθηκε στις 19 Μαρτίου 1945 και υπηρέτησε από τον Απρίλιο του ’45 μέχρι τον Σεπτέμβριο του 1946. Διέθετε τέσσερεις αερόψυκτους 18κύλινδρους αστεροειδείς Wright R-3350-41 (Cyclone 18 787C18BA3) εφοδιασμένους με υπερσυμπιεστή οι οποίοι απέδιδαν ισχύ 2.000 ίππων έκαστος στις 2.400 στροφές και 2.200 ίππων στις 2.800 σ.α.λ κατά την απογείωση. Οι βάρους 2.725 λιβρών (1.236 κιλά) Cyclones περιέστρεφαν τετράφυλλες έλικες μεταβλητού βήματος της Curtiss Electric διαμέτρου 5,08 μέτρων και θεωρούντο πιο αξιόπιστοι.
Ο αμυντικός οπλισμός –τέσσερεις τηλεχειριζόμενοι πυργίσκοι πολυβόλων των 0,50– είχε αφαιρεθεί, το ίδιο και τα σκοπευτικά τους, με εξαίρεση τα όπλα του οπίσθιου πολυβολητή (το «Enola Gay» πέταξε την αποστολή του με 1.000 βλήματα για κάθε ένα από τα δύο εναπομείναντα Browning AN-M2 στην ουρά) καθιστώντας τα αεροσκάφη Silverplate ταχύτερα και με γρηγορότερο βαθμό ανόδου από τα συνηθισμένα Β-29. Το «Bockscar» μπορούσε να πιάσει 365 μίλια την ώρα (587 χλμ/ώρα) με τις μανέτες στο φουλ, είχε επιχειρησιακή οροφή 31.850 ποδών (9.708 μ) ενώ η ακτίνα δράσης του ήταν 2.900 μίλια (4.667 χλμ).
Με χαρακτηριστικό κλήσης «Victor 7» το συγκεκριμένο Β-29 ήταν το αεροσκάφος του Λοχαγού Frederick C. Bock. Ο Ταγματάρχης Sweeney και το πλήρωμα του πετούσαν συνήθως το «Υπερφρούριο» με το όνομα «Great Artiste» το οποίο ήταν το Β-29 με τα όργανα καταγραφής που έλαβε μέρος στην αποστολή κατά της Χιρόσιμα. Επειδή δεν υπήρχε χρόνος να αφαιρεθεί ο σχετικός εξοπλισμός από το αεροσκάφος και να τοποθετηθεί στο Β-29 του Λοχαγού Bock, αποφασίσθηκε να αλλάξουν τα πληρώματα αεροπλάνο.
Για επιχειρησιακούς λόγους ασφαλείας, ο αριθμός αναγνώρισης στην άτρακτο του «Bockscar» άλλαξε από «7» σε «77» και το βέλος μέσα σε κύκλο στο κάθετο σταθερό που ξεχώριζε τα αεροσκάφη του 509th Composite Group αντικαταστάθηκε από το χαρακτηριστικό «Triangle N» μιας άλλης μονάδας. Αυτές οι αλλαγές της τελευταίας στιγμής είχαν ως αποτέλεσμα να δημιουργηθεί σύγχυση στις αναφορές της εποχής για την ταυτότητα του αεροπλάνου που έριξε την ατομική βόμβα «Fat Man» στο Ναγκασάκι. Σημειωτέον ότι το αεροπλάνο απέκτησε nose art μετά την αποστολή της 9ης Αυγούστου.
Το όπλο που μετέφερε στην πρόσθια αποθήκη βομβών το «Bockscar» ήταν εντελώς διαφορετικό και πολύ πιο πολύπλοκο από το «Little Boy» (Mark I) που έριξε το «Enola Gay» στις 6 Αυγούστου στην Χιρόσιμα. Το ωοειδές Mark III ζύγιζε 10.213 λίβρες (4.632 κιλά) και περιείχε μια σφαίρα πλουτωνίου Pu 239 βάρους 6,2 κιλών περιτριγυρισμένη από εκρηκτικά, σχεδιασμένα να φέρουν με την έκρηξή τους το πλουτώνιο σε «κρίσιμη μάζα».
Στις 03:47 πμ της 9ης Αυγούστου 1945, το «Bockscar» άφηνε τον διάδρομο του North Field στο Τινιάν με προορισμό την Ιό Τζιμά όπου θα συναντούσε τα B-29 «The Great Artiste» και «Big Stink» τα οποία θα ήταν τα αεροσκάφη καταγραφής και φωτογράφισης της αποστολής. Παρά τις ρητές διαταγές του Διοικητή του 509th Composite Group Συνταγματάρχη Tibbets να μην περιμένει στο ραντεβού πάνω από 15 λεπτά, όταν το «Big Stink» καθυστέρησε να φθάσει στην ώρα του ο Sweeney αποφάσισε να περιμένει 30΄ακόμη.
Εν τω μεταξύ, τα Β-29 «Enola Gay» και «Laggin’ Dragon» που εκτελούσαν αναγνώριση καιρού βρίσκονταν ήδη πάνω από την Κοκούρα –τον κύριο στόχο– και το Ναγκασάκι που είχε ορισθεί ως εναλλακτικός. Ο καιρός πάνω και από τις δύο πόλεις ήταν εντός παραμέτρων, όμως τα 45΄που το «Bockscar» περίμενε το αργοπορημένο «Big Stink» οι καιρικές συνθήκες στην Κοκούρα επιδεινώθηκαν.
Όταν το βομβαρδιστικό έφθασε στον κύριο στόχο, η πόλη είχε καλυφθεί από σύννεφα. Τα επόμενα 50΄ο Ταγματάρχης Sweeney προσπάθησε τρεις φορές να βομβαρδίσει τον στόχο αλλά και τις τρείς ο βομβαρδιστής δεν είχε οπτική επαφή. Μια ώρα και 20΄εκτός χρονοδιαγράμματος, το βομβαρδιστικό κατευθύνθηκε προς τον εναλλακτικό στόχο. Η Κοκούρα είχε σωθεί. Το Ναγκασάκι ήταν καταδικασμένο.
Η ρίψη του «Fat Man» πραγματοποιήθηκε από ύψος 30.000 ποδών (9.144 μ) στις 11:01 πμ. Μετά από πτώση 43 δευτερολέπτων, το όπλο εξερράγη στα 1.950 πόδια (594,4 μ) πάνω από την κοιλάδα Ουράκαμί, μεταξύ του εργοστασίου της Mitsubishi και του εργοστασίου πυρομαχικών Ουράκαμί, με απόκλιση από το προκαθορισμένο σημείο στόχευσης σχεδόν κατά 2,4 χλμ.
Η έκρηξη ήταν ισχύος 21 κιλοτόννων, μεγαλύτερη περίπου κατά 20% από αυτήν στην Χιρόσιμα. Παρόλο που τα γύρω υψώματα περιόρισαν τα αποτελέσματα της ατομικής έκρηξης προστατεύοντας ένα μεγάλο μέρος της πόλης, το 44% του Ναγκασάκι δεν γλύτωσε και 35.000 άνθρωποι βρήκαν τον θάνατο ενώ 60.000 τραυματίσθηκαν. Μέχρι τον Δεκέμβριο του 1945, τουλάχιστον 80.000 από τους 250.000 κατοίκους της πόλης είχαν πεθάνει από την ραδιενέργεια.
Με την κατάσταση καυσίμου πλέον σε κρίσιμο σημείο και αδυνατώντας να φθάσει στο εναλλακτικό αεροδρόμιο της Ιό Τζιμά, ο Sweeney κατευθύνθηκε προς την Οκινάουα. Πιάνοντας διάδρομο στο Γιόντάν, ένας από τους κινητήρες του «Bockscar» έσβησε λόγω έλλειψης καυσίμου. Βγαίνοντας από τον διάδρομο έσβησε και δεύτερος… Πέντε ημέρες μετά ο Αυτοκράτορας ανακοίνωνε ότι η Ιαπωνία συνθηκολογούσε. Ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος είχε τελειώσει.
To 1946 το αεροσκάφος τέθηκε σε αποθήκευση στην βάση Davis-Monthan, στην Αριζόνα. Στις 26 Σεπτεμβρίου 1961 μεταφέρθηκε στο Μουσείο της USAF στην αεροπορική βάση Wright-Patterson όπου βρίσκεται στην συλλογή των ιστορικών αεροσκαφών του Μουσείου –πάντα στην σκιά του «Enola Gay».
Πηγή
Tromaktiko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ