2012-06-06 21:09:19
Γράφει ο Αλέξανδρος Πιστοφίδης
Εχω ζήσει στη Γερμανία από το 1973 μέχρι το 1994 και έχω στη κατοχή μου αποκόμματα των δυο πιο έγκριτων συντηρητικών γερμανικών εφημερίδων, των ( Die Welt & Frankfurter Allgemeine), από το 1953, τα οποία αναφέρονται στην Ελλάδα. Μ’ εξαίρεση τις φυσικές ομορφιές τις χώρας μας και τη φιλοξενία των Ελλήνων, σπανίως βρίσκεις κάτι θετικό για τη χώρα μας. Τα σχόλια και οι κριτικές χαρακτηρίζονται από στερεότυπα, που έχει και ο... μέσος Γερμανός ή ο μέσος Βορειοευρωπαίος γενικώς για τους Νοτιοευρωπαίους (τεμπέληδες, ανοργάνωτοι, απείθαρχοι και ολίγον απατεωνίσκοι). Ακόμη και πολλοί αριστεροί, που υποτίθεται πως (θεωρητικώς γιατί δεν το επιτρέπει η ιδεολογία τους) είναι πιο ανεκτικοί προς τους διαφορετικούς, δεν έχουν απελευθερωθεί από συγκεκριμένα αρνητικά στερεότυπα, που εκδηλώνονται με κάποιο ειρωνικό και εμμέσως υποτιμητικό τρόπο. «Συμπαθέστατοι οι Ελληνες σαν άτομα αλλά σαν λαός, δεν είναι να τους παίρνεις και πολύ στα σοβαρά». Όταν στους Ολυμπιακούς της Ατλάντα ο Μελισσανίδης κέρδισε το χρυσό μετάλλιο, ο σχολιαστής της Frankfurter Allgemeine, δεν μπορούσε να κρύψει την έκπληξή του: «Πως είναι δυνατόν σε ένα άθλημα που απαιτεί ιδιαίτερη εσωτερική πειθαρχία, επιμονή, υπομονή και αυτοσυγκράτηση ένας νεαρός Ελληνας να πάρει την πρώτη θέση»!
Εδώ και μερικές εβδομάδες, το κλίμα στα Γερμανικά ΜΜΕ αλλά και στη Γερμανική κοινή γνώμη έχει αλλάξει άρδην. Μετά το εκλογικό αποτέλεσμα, η περιφρόνηση των πολλών και ο οίκτος των λίγων προς τους Ελληνες, μετατράπηκαν σε οργή και φόβο. «Ποιοι είναι αυτοί οι μέχρι χθες ασήμαντοι ζήτουλες, που τολμούν και απειλούν όλο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα» είναι η συνήθης απορία των Γερμανικών Μέσων και του Μέσου Γερμανού.
Εκείνοι, που επειδή μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ταπεινώθηκαν και υποχρεώθηκαν σε αποζημιώσεις αιματοκύλησαν ολόκληρη την Ευρώπη και την ανθρωπότητα, απορούν γιατί εμείς, «ένας υποδεέστερος λαός», τολμούμε να αμφισβητήσουμε την ηγεμονία τους και την υποτέλειά μας, απειλώντας τους έμμεσα να τους συμπαρασύρουμε σε έναν οικονομικό όλεθρο, που δεν συγκρίνεται σε τίποτα με τις δικές τους θηριωδίες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Εκείνοι που έκαναν επιστήμη τα αποφθέγματα του Μακιαβέλι: «Καλύτερα να σε φοβούνται παρά να σε σέβονται», «Το Συμφέρον είναι το κίνητρο. Η Βία και ο Δόλος τα μέσα Επιτυχίας» και το «Στην τέχνη της πολιτικής πράξης, η επιτυχία δεν αξιολογείται με κριτήριο το Καλό ή το Κακό, αλλά με κριτήριο το Αποτελεσματικό ή το Αναποτελεσματικό Μέσο»,
μας κατηγορούν για κυνισμό!
Ο όρος « Realpolitik» που κυριάρχησε μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και ακούγεται τόσο συχνά και στις μέρες μας είναι Γερμανικός. Πρωτοειπώθηκε από το Σιδερένιο Καγκελάριο της Γερμανίας Οττο φον Μπίσμαρκ, όταν εκείνος το 1866 συμμάχησε με την Ιταλία για να κατατροπώσει την πρώην σύμμαχο Αυστρία και τα γερμανικά κρατίδια που ήταν μαζί της. Ο Μπίσμαρκ δεν είχε εδαφικές αξιώσεις ούτε απαίτησε αποζημιώσεις. Απλώς ήθελε το βασιλιά της Αυστρίας μαζί του στον επόμενο πόλεμο που σχεδίαζε εναντίον του κυρίου αντιπάλου του των γάλλων. Στο βασιλιά της Αυστρίας Βίλχελμ τον Ι είπε μετά τη νίκη του : «Δεν ήρθαμε εδώ σαν δικαστές αλλά για να κάνουμε Γερμανική Πολιτική (Deutsche Politik)». Το κύριο χαρακτηριστικό της λεγόμενης «ρεαλιστικής πολιτικής» στηρίζεται στη βασική υπόθεση ότι αξίες και μέσα δεν είναι απόλυτες έννοιες αλλά διαπραγματεύσιμες και διευθετούμενες ώστε να επιτευχθεί ο στόχος, διότι «όποιος χαρίζει την άνεσή του και την καλοπέρασή του σε άλλους, χάνει τη δική του, δίχως ποτέ ν’ ακούσει ένα ευχαριστώ»( Επιστολή του Μακιαβέλι στο φίλο του. Βετόρι10 Δεκεμβρίου 1513)
Η τελευταία που θα μπορούσε να μας δώσει μαθήματα ηθικής είναι το πρώην άγνωστο κοριτσόπουλο από την Ανατολική Γερμανία, που με απίστευτες ίντριγκες κατόρθωσε αναρριχηθεί στην εξουσία.
Το κύριο καθήκον ενός ηγέτη είναι να εμπνέει το λαό του και να του παρέχει τους τρόπους και τα μέσα με τα οποία οι φιλοδοξίες του (του λαού) να μπορούν να βρίσκουν διέξοδο κι αυτό θα πρέπει να το αναγνωρίσουμε στην κ. Μέρκελ. Έναν παρόμοιο ηγέτη χρειαζόμαστε κι εμείς, αδίστακτο προς τους ξένους και όχι προς τον ίδιο το λαό του.
Εκεί που φτάσαμε, στο χείλος τους γκρεμού, το μοναδικό δίλημμα θα πρέπει να είναι «αν θέλουμε να είμαστε αμνοί ή λύκοι», ή όπως το έθεσε καλύτερα ο Γερμανός φιλόσοφος Γκαίτε: «αν θέλουμε να είμαστε σφύρα ή άκμων».
«Μεταξύ των κρατών δεν υπάρχει εθνικό δίκαιο παρά μόνο εθνικό συμφέρον» έλεγε ο Ελευθέριος Βενιζέλος και το απέδειξε στην πράξη. Οι υποκλίσεις υποτέλειας προς την «εξοχοτάτη» μακιαβελίστρια και τους τοκογλύφους μας και οι παλικαρισμοί προς τον ίδιο το λαό από μικρόψυχους πολιτικούς μας, οδηγούν στον πραγματικό όλεθρό μας.
Kafeneio
Εχω ζήσει στη Γερμανία από το 1973 μέχρι το 1994 και έχω στη κατοχή μου αποκόμματα των δυο πιο έγκριτων συντηρητικών γερμανικών εφημερίδων, των ( Die Welt & Frankfurter Allgemeine), από το 1953, τα οποία αναφέρονται στην Ελλάδα. Μ’ εξαίρεση τις φυσικές ομορφιές τις χώρας μας και τη φιλοξενία των Ελλήνων, σπανίως βρίσκεις κάτι θετικό για τη χώρα μας. Τα σχόλια και οι κριτικές χαρακτηρίζονται από στερεότυπα, που έχει και ο... μέσος Γερμανός ή ο μέσος Βορειοευρωπαίος γενικώς για τους Νοτιοευρωπαίους (τεμπέληδες, ανοργάνωτοι, απείθαρχοι και ολίγον απατεωνίσκοι). Ακόμη και πολλοί αριστεροί, που υποτίθεται πως (θεωρητικώς γιατί δεν το επιτρέπει η ιδεολογία τους) είναι πιο ανεκτικοί προς τους διαφορετικούς, δεν έχουν απελευθερωθεί από συγκεκριμένα αρνητικά στερεότυπα, που εκδηλώνονται με κάποιο ειρωνικό και εμμέσως υποτιμητικό τρόπο. «Συμπαθέστατοι οι Ελληνες σαν άτομα αλλά σαν λαός, δεν είναι να τους παίρνεις και πολύ στα σοβαρά». Όταν στους Ολυμπιακούς της Ατλάντα ο Μελισσανίδης κέρδισε το χρυσό μετάλλιο, ο σχολιαστής της Frankfurter Allgemeine, δεν μπορούσε να κρύψει την έκπληξή του: «Πως είναι δυνατόν σε ένα άθλημα που απαιτεί ιδιαίτερη εσωτερική πειθαρχία, επιμονή, υπομονή και αυτοσυγκράτηση ένας νεαρός Ελληνας να πάρει την πρώτη θέση»!
Εδώ και μερικές εβδομάδες, το κλίμα στα Γερμανικά ΜΜΕ αλλά και στη Γερμανική κοινή γνώμη έχει αλλάξει άρδην. Μετά το εκλογικό αποτέλεσμα, η περιφρόνηση των πολλών και ο οίκτος των λίγων προς τους Ελληνες, μετατράπηκαν σε οργή και φόβο. «Ποιοι είναι αυτοί οι μέχρι χθες ασήμαντοι ζήτουλες, που τολμούν και απειλούν όλο το ευρωπαϊκό οικοδόμημα» είναι η συνήθης απορία των Γερμανικών Μέσων και του Μέσου Γερμανού.
Εκείνοι, που επειδή μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ταπεινώθηκαν και υποχρεώθηκαν σε αποζημιώσεις αιματοκύλησαν ολόκληρη την Ευρώπη και την ανθρωπότητα, απορούν γιατί εμείς, «ένας υποδεέστερος λαός», τολμούμε να αμφισβητήσουμε την ηγεμονία τους και την υποτέλειά μας, απειλώντας τους έμμεσα να τους συμπαρασύρουμε σε έναν οικονομικό όλεθρο, που δεν συγκρίνεται σε τίποτα με τις δικές τους θηριωδίες στα στρατόπεδα συγκέντρωσης.
Εκείνοι που έκαναν επιστήμη τα αποφθέγματα του Μακιαβέλι: «Καλύτερα να σε φοβούνται παρά να σε σέβονται», «Το Συμφέρον είναι το κίνητρο. Η Βία και ο Δόλος τα μέσα Επιτυχίας» και το «Στην τέχνη της πολιτικής πράξης, η επιτυχία δεν αξιολογείται με κριτήριο το Καλό ή το Κακό, αλλά με κριτήριο το Αποτελεσματικό ή το Αναποτελεσματικό Μέσο»,
μας κατηγορούν για κυνισμό!
Ο όρος « Realpolitik» που κυριάρχησε μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο και ακούγεται τόσο συχνά και στις μέρες μας είναι Γερμανικός. Πρωτοειπώθηκε από το Σιδερένιο Καγκελάριο της Γερμανίας Οττο φον Μπίσμαρκ, όταν εκείνος το 1866 συμμάχησε με την Ιταλία για να κατατροπώσει την πρώην σύμμαχο Αυστρία και τα γερμανικά κρατίδια που ήταν μαζί της. Ο Μπίσμαρκ δεν είχε εδαφικές αξιώσεις ούτε απαίτησε αποζημιώσεις. Απλώς ήθελε το βασιλιά της Αυστρίας μαζί του στον επόμενο πόλεμο που σχεδίαζε εναντίον του κυρίου αντιπάλου του των γάλλων. Στο βασιλιά της Αυστρίας Βίλχελμ τον Ι είπε μετά τη νίκη του : «Δεν ήρθαμε εδώ σαν δικαστές αλλά για να κάνουμε Γερμανική Πολιτική (Deutsche Politik)». Το κύριο χαρακτηριστικό της λεγόμενης «ρεαλιστικής πολιτικής» στηρίζεται στη βασική υπόθεση ότι αξίες και μέσα δεν είναι απόλυτες έννοιες αλλά διαπραγματεύσιμες και διευθετούμενες ώστε να επιτευχθεί ο στόχος, διότι «όποιος χαρίζει την άνεσή του και την καλοπέρασή του σε άλλους, χάνει τη δική του, δίχως ποτέ ν’ ακούσει ένα ευχαριστώ»( Επιστολή του Μακιαβέλι στο φίλο του. Βετόρι10 Δεκεμβρίου 1513)
Η τελευταία που θα μπορούσε να μας δώσει μαθήματα ηθικής είναι το πρώην άγνωστο κοριτσόπουλο από την Ανατολική Γερμανία, που με απίστευτες ίντριγκες κατόρθωσε αναρριχηθεί στην εξουσία.
Το κύριο καθήκον ενός ηγέτη είναι να εμπνέει το λαό του και να του παρέχει τους τρόπους και τα μέσα με τα οποία οι φιλοδοξίες του (του λαού) να μπορούν να βρίσκουν διέξοδο κι αυτό θα πρέπει να το αναγνωρίσουμε στην κ. Μέρκελ. Έναν παρόμοιο ηγέτη χρειαζόμαστε κι εμείς, αδίστακτο προς τους ξένους και όχι προς τον ίδιο το λαό του.
Εκεί που φτάσαμε, στο χείλος τους γκρεμού, το μοναδικό δίλημμα θα πρέπει να είναι «αν θέλουμε να είμαστε αμνοί ή λύκοι», ή όπως το έθεσε καλύτερα ο Γερμανός φιλόσοφος Γκαίτε: «αν θέλουμε να είμαστε σφύρα ή άκμων».
«Μεταξύ των κρατών δεν υπάρχει εθνικό δίκαιο παρά μόνο εθνικό συμφέρον» έλεγε ο Ελευθέριος Βενιζέλος και το απέδειξε στην πράξη. Οι υποκλίσεις υποτέλειας προς την «εξοχοτάτη» μακιαβελίστρια και τους τοκογλύφους μας και οι παλικαρισμοί προς τον ίδιο το λαό από μικρόψυχους πολιτικούς μας, οδηγούν στον πραγματικό όλεθρό μας.
Kafeneio
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Γυναικεία κακή ψυχολογία - 5 τρόποι βελτίωσης της ψυχικής υγείας
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Διάσημοι ηθοποιοί στην πρώτη τους εμφάνιση
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ