2018-10-14 11:12:28
Φωτογραφία για Ανάλυση εισαγωγή της Πόλας Ρούπα και του Νίκου Μαζιώτη-μελών του Επαναστατικού Αγώνα με αφορμή την επανέκδοση του βιβλίου με τις προκηρύξεις του Ε.Α.
Προσεχώς Β' έκδοση των προκηρύξεων του Επαναστατικού Αγνώνα

Το παρακάτω κείμενο είναι η ανάλυση-εισαγωγή της δεύτερης έκδοσης του βιβλίου των προκηρύξεων της ένοπλης αναρχικής οργάνωσης Επαναστατικός Αγώνας. Περιλαμβάνει τις αναλήψεις ευθύνης – αναλύσεις για όλες τις επιθέσεις της οργάνωσης, ενέργειες αντάρτικου κι απαλλοτριώσεις τραπεζών στο διάστημα από το 2003 έως 2016, από την πρώτη βομβιστική επίθεση στα δικαστήρια της οδού Ευελπίδων τον Σεπτέμβριο του 2003 ως την απόπειρα απόδρασης με ελικόπτερο που επιχείρησε η Πόλα Ρούπα τον Φεβρουάριο του 2016 και την απαλλοτρίωση της Εθνικής Τράπεζας στη Μαλεσίνα Φθιώτιδας τον Σεπτέμβριο του 2016. Το βιβλίο θα εκδοθεί από τον αναρχικό εκδοτικό οίκο ‘‘Ελεύθερος Τύπος’’.

 ΕΙΣΑΓΩΓΗ - ΑΝΑΛΥΣΗ

 Από την πρώτη έκδοση έως σήμερα

Έχουν περάσει έξι χρόνια από την πρώτη έκδοση του βιβλίου με τις προκηρύξεις της οργάνωσης Επαναστατικός Αγώνας, το οποίο περιλάμβανε τις προκηρύξεις που αφορούσαν σε ενέργειες από το 2003, οπότε και ξεκίνησε την δράση της η οργάνωση, έως το 2009
. Το 2010, καθώς η χώρα εισερχόταν στο μακρύ σκοτεινό δρόμο των ‘‘μνημονίων’’, τις ίδιες ημέρες που προετοιμαζόταν η πρώτη δανειακή σύμβαση των κρατών της Ε.Ε και του ΔΝΤ προς το ελληνικό κράτος, ο σύντροφος Λάμπρος Φούντας, μέλος του Επαναστατικού Αγώνα έπεφτε νεκρός στην Δάφνη στις 10/3/2010 ύστερα από συμπλοκή με μπάτσους. Συμμετείχε σε απόπειρα απαλλοτρίωσης οχήματος που θα χρησίμευε για την οργάνωση ενέργειας ενάντια στην αναμενόμενη είσοδο της χώρας στο καθεστώς της δικτατορίας των δανειστών και της τρόικας.

Ήταν δεδομένο για μια ένοπλη οργάνωση όπως ο Επαναστατικός Αγώνας πως η οικονομική κρίση και η επιβολή των πιο ακραίων μορφών εξουσίας και υποτέλειας, όπως αυτά εκφράζονται με τις επονείδιστες δανειακές συμβάσεις, θα αποτελούσαν την αιχμή της δράσης της, με σαφή στρατηγική κατεύθυνση να συμβάλει με όλες της τις δυνάμεις ώστε να δημιουργήσει τα μέγιστα δυνατά προβλήματα στην προσπάθεια του καθεστώτος να τις επιβάλει πάνω στην κοινωνία. Ο σύντροφος Λάμπρος Φούντας ως ένας επαναστάτης που συμμετείχε σε αυτό το πολιτικό σχέδιο, έπεσε στον αγώνα ενάντια στα μνημόνια, τις εξευτελιστικές για τους ανθρώπους αυτού του τόπου δανειακές συμβάσεις με τους πρωτοφανείς όρους υποτέλειας και ισόβιας σκλαβιάς και τα μέτρα οικονομικής βίας που ασκούνται τα τελευταία οκτώ χρόνια και θα συνεχίσουν να επιβάλλονται για όσο υπάρχει …ελληνικό χρέος. Δηλαδή, για πάντα.

Ένα μήνα μετά την δολοφονία του συντρόφου από τον ένοπλο φρουρό του κράτους, στις 10/4/2010, έγινε το πρώτο κατασταλτικό χτύπημα εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα, μια μέρα πριν την απόφαση για την ‘‘παροχή βοήθειας’’ στην Ελλάδα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και την τελική διαμόρφωση του πλαισίου οικονομικής και πολιτικής υποτέλειας που έπρεπε να αποδεχτεί η ελληνική κυβέρνηση και να επιβάλει στην κοινωνία.

Λόγω της ιστορικής συγκυρίας που έγινε το πρώτο κατασταλτικό χτύπημα εναντίον της οργάνωσης και ενώ ο Επαναστατικός Αγώνας είχε ήδη από το 2008 αποφασίσει να δράσει ολόψυχα και αποφασιστικά ενάντια στο νέο καθεστώς στην χώρα που θα διαμόρφωνε η κρίση και οι προσπάθειες σωτηρίας του χρηματοπιστωτικού συστήματος και του καπιταλισμού συνολικά, η πολιτική σημασία αυτού του χτυπήματος ήταν μεγάλη. Και αυτό γιατί ποτέ δεν εκλάβαμε είτε τον θάνατο του συντρόφου μας είτε το χτύπημα στην οργάνωση και τις φυλακίσεις μας, μόνο ως χτυπήματα σε μια οργάνωση, σε αγωνιστές – πρόσωπα, αλλά ως χτύπημα σε ένα πολιτικό σχέδιο σαμποταρίσματος ενός σχεδίου εξόντωσης ολόκληρων τμημάτων της κοινωνίας για την επιβίωση του συστήματος από την οικονομική κρίση.

Συνεχίσαμε και μέσα από την φυλακή να κρατάμε ζωντανό τον στόχο της μέγιστης δυνατής αντίστασης στα μνημόνια και της οργάνωσης μιας αντεπίθεσης στο καθεστώς. Κρατούσαμε πάντα ψηλά την ‘‘σημαία’’ της επανάστασης, αναλύοντας και προτάσσοντας την επανα-στατική προοπτική ως τη μόνη ρεαλιστική απάντηση στην κρίση και το καθεστώς της ισόβιας σκλαβιάς στα ‘‘μνημόνια’’ και τα μέτρα κοινωνικής εξόντωσης. Ακόμα και μέσα από την φυλακή προσπαθούσαμε να διαχέουμε τον λόγο μας και τα προτάγματά μας – ήμασταν η μόνη ένοπλη επαναστατική οργάνωση που το έκανε –, στα αγωνιστικά  κοινωνικά κομμάτια που εκείνη την εποχή βρίσκονταν στους δρόμους ενάντια στα ‘‘μνημόνια’’.

Κείμενα της οργάνωσης*(*βλέπε: ‘‘Κείμενα από την Φυλακή’’)  μοιράζονταν κατά χιλιάδες σε κινητοποιήσεις και απεργίες την περίοδο 2010- 2011 όπως αυτή για την ασφαλιστική μεταρρύθμιση τον Ιούνιο του 2010 με τίτλο ‘‘Η μόνη απάντηση στον σύγχρονο ολοκληρωτισμό είναι η κοινωνική Επανάσταση’’, στις γενικές απεργίες της 15ης Δεκεμβρίου του 2010 και 23ης Φεβρουαρίου 2011 με τίτλο ‘‘Ας κάνουμε στην Ελλάδα την αρχή για μια παγκόσμια κοινωνική Επανάσταση’’ ενώ στις γενικές απεργίες της 11ης Μαΐου,15ης Ιουνίου και την ημέρα συζήτησης του Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος στις 28 Ιουνίου 2011 μοιράστηκε κείμενο του Επαναστατικού Αγώνα με τίτλο ‘‘Καμία επιμήκυνση στο χρόνο ζωής του συστήματος’’.

Αποφυλακιστήκαμε με την έλευση του 18μηνου – του ανώτατου ορίου για την προφυλάκιση – και για εφτά μήνες παραμείναμε στη ‘‘νομιμότητα’’. Μια περίοδος σύντομη, όμως καθ’ όλα δημιουργική αφού προσπαθήσαμε να την αξιοποιήσουμε στο μέγιστο βαθμό ώστε να επικοινωνήσουμε την στρατηγική και τους στόχους του Επαναστατικού Αγώνα με πιο άμεσο

τρόπο. Σε αυτό το διάστημα εκδώσαμε το πρώτο βιβλίο με τις προκηρύξεις της οργάνωσης και πραγματοποιήσαμε δύο εκδηλώσεις σε συνεργασία με την ‘‘Συνέλευση για την υπόθεση του Επαναστατικού Αγώνα’’: Ένα διήμερο στο Πολυτεχνείο τον Μάρτη του 2012 με δύο θεματικές, η μία για την οργάνωση Επαναστατικός Αγώνας και η άλλη για τις διώξεις και την αλληλεγγύη. Η άλλη μεγάλη εκδήλωση διεθνούς χαρακτήρα που έγινε στην Πάντειο τον Ιούνιο του 2012 είχε ως κεντρικό τίτλο ‘‘Για τον Αγώνα και την Επανάσταση’’ με καλεσμένους ομιλητές συντρόφισσες/ους από την Ευρώπη που ήταν μέλη ένοπλων οργανώσεων – RAF, 2 Ιούνη, Μαχόμενοι Κομμουνιστικοί Πυρήνες (CCC) – και από την Ελλάδα (ΕΛΑ), αλλά και αναρχικούς οι οποίοι είχαν αποδεχθεί το διεθνές κάλεσμα αλληλεγγύης που είχε κάνει ο Επαναστατικός Αγώνας μέσα από την φυλακή για να είναι πολιτικοί μάρτυρες υπεράσπισης στην δίκη μας που ήταν ήδη σε εξέλιξη.

Το χρονικό διάστημα που είμαστε στην φυλακή, αλλά και μέχρι το καλοκαίρι του 2012 οπότε και περάσαμε στην ‘‘παρανομία’’ για να συνεχίσουμε την δράση του Επαναστατικού Αγώνα, ήταν ιδιαίτερα καθοριστικό και κρίσιμο τόσο για την επιβολή των δανειακών συμβάσεων και των πακέτων με τα μέτρα κοινωνικής ληστείας και αφαίμαξης των κοινωνικά αδύναμων όσο και για τις αντιστάσεις στο ‘‘μνημονικό καθεστώς’’. Ένα διάστημα όπου ο πολιτικός χρόνος ήταν πολύ πυκνός, αλλά αντιθέτως, για τον α/α χώρο ο πολιτικός αυτός χρόνος δεν είχε την ίδια βαρύτητα. Πολλά γεγονότα είχαν ήδη συμβεί όταν απο-φυλακιστήκαμε και η κοινωνική αντίσταση είχε ‘‘δρομολογηθεί’’ να βρει τα όριά της, όπως και έγινε.

Παράλληλα και ενώ είχε αρχίσει η πρώτη δίκη εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα, παραβρισκόμαστε στην δικαστική αίθουσα όπου δίναμε σταθερά και με συνέπεια τη μάχη για την υπεράσπιση μία προς μία των ενεργειών της οργάνωσης, αλλά και του συνολικού του σχεδίου αγώνα τόσο πριν από την έναρξη της κρίσης όσο και εν όψει της εκδήλωσης κρίσης χρέους στην Ελλάδα και της επιβολής των ‘‘μνημονίων’’.

Θέλαμε εκείνη η δίκη να είναι ένα σημαντικό ιστορικό κεφάλαιο για τον επαναστατικό αγώνα στην Ελλάδα και όχι μόνο. Το ίδιο προσδοκούσαμε συνολικά για την δράση της οργάνωσης και την στάση μας απέναντι στην καταστολή. Ως ένα βαθμό εκείνη την περίοδο, τα καταφέραμε. Ο λόγος και η δράση του Επαναστατικού Αγώνα έχει καταγραφεί πλέον ανεξίτηλα όχι μόνο στην εγχώρια, αλλά και στην διεθνή επαναστατική ιστορία. Όσο για την κοινωνική ‘‘σφραγίδα’’ που άφησε ο Επαναστατικός Αγώνας, αυτή αναγνωρίζεται πλέον από πολλούς ανθρώπους, πέρα και αρκετά μακριά από τα στενά όρια του α/α χώρου, καθώς αφήνει τα πολιτικά του χνάρια στο κοινωνικό πεδίο αυτού του τόπου, κυρίως ως μια οργάνωση που σήκωσε με μεγάλο κόστος τη σημαία της κοινωνικής αλληλεγγύης και της ακούραστης σύγκρουσης με την δικτατορία των δανειστών, της τρόικας, του κεφαλαίου.

Όμως η πλειοψηφία της κοινωνίας στην χώρα έχει βυθιστεί στην ανέχεια ή στην αναμονή να περάσει στο κατώφλι της φτώχειας και ο ‘‘αγώνας’’ για την επιβίωση την έχει εξαντλήσει. Παράλληλα δεν υπάρχει ένα ζωντανό πνεύμα αγώνα και απελευθέρωσης από τον ζυγό του καθεστώτος και των αλλεπάλληλων μέτρων που εντείνουν την φτώχεια ώστε να βγει η κοινωνία από την ηττοπάθεια και να αγωνιστεί. Τα όριά του ο α/α χώρος τα ‘‘συνάντησε’’ πριν ακόμα την εκδήλωση της κρίσης στην χώρα και δεν κατάφερε να αξιοποιήσει τις ευκαιρίες που του δόθηκαν. Ελπίζουμε – και θα αγωνιστούμε – ώστε αυτή η ‘‘εμπειρία’’, αντί για τροχοπέδη και βαρίδι στον αγώνα, να γίνει εφαλτήριο πολιτικών υπερβάσεων. Αυτό προσδοκούσαμε καθ’ όλο το διάστημα της δράσης μας. Αυτό προσδοκούσαμε μέσα στην φυλακή. Αυτό προσδοκούμε και σήμερα.

Τον Ιούνιο του 2012 και ενώ είχαμε ολοκληρώσει την υπεράσπιση των ενεργειών της οργάνωσης, αφήσαμε την ζωή στη ‘‘νομιμότητα’’ για να περάσουμε στην ελεύθερη ‘‘παρανομία’’ και να συνεχίσουμε να αγωνιζόμαστε. Τα πολιτικά ‘‘στοιχήματα’’ για τον Επαναστατικό Αγώνα ήταν όλα σε ισχύ: Τα ‘‘μνημόνια’’ δεν έβρισκαν αντίσταση, η κοινωνική πλειοψηφία λύγιζε κάτω από το βάρος των μέτρων λιτότητας, η ηττοπάθεια ενίσχυε την αυτοπεποίθηση του καθεστώτος και το ‘‘αδιέξοδο’’ φαινόταν να γίνεται ανυπέρβλητο. Οι προκλήσεις για τον Επαναστατικό Αγώνα ήταν ίδιες και η ένοπλη επαναστατική δράση γινόταν ακόμα πιο επιτακτική.

Τον Απρίλιο του 2014, τέσσερα ακριβώς χρόνια μετά το πρώτο κατασταλτικό χτύπημα εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα, έγινε η μεγάλη επίθεση – απάντηση  στις δανειακές συμβάσεις και την τρόικα. Ο Επαναστατικός Αγώνας ανατίναξε με 75 κιλά εκρηκτικά το κτίριο της Διεύθυνσης Εποπτείας της Τράπεζας της Ελλάδας και του γραφείου του Διεθνούς Νομισματικού Γραφείου που στεγαζόταν στο ίδιο κτίριο. Η επίθεση αυτή έγινε την ίδια ημέρα που το ελληνικό κράτος, σε μια θεαματική κίνηση για την ανάδειξη της ‘‘επιτυχίας’’ του ‘‘προγράμματος στήριξης’’, βγήκε στις αγορές να δανειστεί.. Καθώς η κίνηση αυτή ήταν από καιρό προγραμματισμένη, η πώληση ομολόγων ολοκληρώθηκε με το ‘‘φιλικό’’ επιτόκιο που προσέγγιζε το 5%. Ένα επιτόκιο που παρά τις περί αντιθέτου διαβεβαιώσεις, αντανακλούσε την έλλειψη εμπιστοσύνης για την βιωσιμότητα του ελληνικού χρέους, για την σταθερότητα του καθεστώτος και για την προοπτική επιστροφής του σε μια συνθήκη σχετικής ομαλοποίησης, στην οποία έλλειψη εμπιστοσύνης συγκαταλεγόταν πάντα η έλλειψη πίστης στην διασφάλιση της πολιτικής σταθερότητας και της ‘‘κοινωνικής ειρήνης’’ στον τόπο. Την επομένη 11/4/2014, αναμενόταν η έλευση της Α. Μέρκελ στην Αθήνα σε μια επίσκεψη που επίσης, στόχευε στην ανάδειξη της ‘‘επιτυχίας των προγραμμάτων στήριξης’’ και φυσικά, στην προετοιμασία για τα επόμενα ‘‘μνημόνια’’.

Το ελληνικό κράτος μας είχε ήδη επικηρύξει με το ποσό του 1 εκ. ευρώ τον καθένα ενώ παράλληλα, είχε ήδη ξεκινήσει μια προσπάθεια μέσω των ΜΜΕ να διαμορφωθεί ένα πλαίσιο γύρω μας όπου θα μας ανήγαγε σε πρωταγωνιστές διαφόρων ένοπλων ενεργειών – πολιτικών  ή μη – ανά την επικράτεια. Στόχος του καθεστώτος και της τότε κυβέρνησης ΝΔ – ΠΑΣΟΚ, αλλά και της επόμενης, ήταν να δημιουργηθεί ένα όσο το δυνατόν πιο ασφυκτικό πλέγμα πίεσης γύρω μας το οποίο προοπτικά θα μπορούσε να μετεξελιχθεί σε νέες διώξεις. Μας παρουσίαζαν ως κεντρικά πρόσωπα οργανώσεων και δράσεων που λάμβαναν χώρα κατά το επίμαχο χρονικό διάστημα και με τις οποίες εμείς δεν είχαμε καμία σχέση, μας ‘‘καταδίκαζαν’’ ως διευθυντές για υποθέσεις μακράν της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα, σχεδόν για κάθε ένοπλη δραστηριότητα, ενώ τον Επαναστατικό Αγώνα τον παρουσίαζαν ως μια ‘‘πολυδαίδαλη και πολυπλόκαμη οργάνωση με διάφορα ονόματα και θυγατρικές, αλλά με συγκεκριμένο διευθυντήριο που βρίσκεται πίσω από όλα αυτά’’: Εμάς.

Το παραπάνω μακροχρόνιο σχέδιο βρήκε υλική εφαρμογή μετά τις συλλήψεις μας. Μάλιστα μία από τις δίκες που διεξάγεται αυτή τη περίοδο, η 4η κατά σειρά εναντίον της οργάνωσης, αφορά ληστείες τραπεζών συν την απόπειρα απαγωγής του εφοπλιστή Μαρτίνου, υποθέσεις άσχετες με τον Επαναστατικό Αγώνα, σε μια προσπάθεια να εμφανιστεί ο Επαναστατικός Αγώνας ως μια οργάνωση – ομπρέλα για ληστείες τραπεζών έτσι ώστε να επιχειρηθεί, ανεπιτυχώς βέβαια η πολιτική αποδόμηση και απονοηματοδότηση της οργάνωσης.

Η νέα προκήρυξη της οργάνωσης που περιλαμβάνεται σε αυτό το βιβλίο, είναι αυτή με την οποία ο Επαναστατικός Αγώνας ανέλαβε την ευθύνη για την επίθεση στην Τράπεζα της Ελλάδας και το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Την ενέργεια αυτή την είχαμε αφιερώσει στον σύντροφό μας Λάμπρο Φούντα και η υπογραφή της είχε το όνομά του. Καθώς η επίθεση αυτή συνιστούσε μια κεντρικής πολιτικής σημασίας ενέργεια ενάντια στις δανειακές συμβάσεις, την τρόικα, το καθεστώς των ‘‘μνημονίων’’ και εκπορεύτηκε από τον πυρήνα της στρατηγικής της οργάνωσης, έτσι όπως αυτή χαράχτηκε και μπήκε σε εφαρμογή το 2009 ως μια πορεία αγώνα ενάντια στους υπαίτιους της κρίσης και τα εξοντωτικά για την κοινωνική πλειοψηφία σχέδια των κυρίαρχων για την έξοδο του συστήματος από την κρίση, ήταν μια ενέργεια που ανήκε και στον σύντροφο Λάμπρο Φούντα.

Ο σύντροφος Λάμπρος Φούντας έδωσε τη ζωή του για να μην περάσουν οι δανειακές συμβάσεις και η δικτατορία των δανειστών, της τρόικας, του εγχώριου καθεστώτος. Και παραμένει ως αγωνιστής ζωντανός, όσο ο αγώνας αυτός συνεχίζεται.

Τόσο ο σύντροφος Λάμπρος όσο και κάθε ένοπλος αγωνιστής πεθαίνουν πραγματικά μόνο κάτω από την ‘‘ταφόπλακα’’ της ήττας και της παραίτησης από τον αγώνα που αυτός ο αγωνιστής επέλεξε να διεξάγει.   

Στις 16/7/2014 ύστερα από συμπλοκή με αστυνομικούς στο Μοναστηράκι συνελήφθη ο Νίκος Μαζιώτης. Ο σύντροφος είχε τραυματιστεί από μπάτσο στο χέρι, το οποίο γλίτωσε ύστερα από δύο χειρουργικές επεμβάσεις. Στόχος του μπάτσου που τον πυροβόλησε δεν ήταν ο τραυματισμός του, αλλά ο θάνατός του, ο οποίος από τύχη δεν έγινε.         

Ο συγκεκριμένος ένοπλος φρουρός του κράτους παρασημοφορήθηκε για την ‘‘προσφορά του’’ στο καθεστώς, αφού συνέλαβε τον Μαζιώτη. Όμως δύο χρόνια αργότερα με το ίδιο όπλο που πυροβόλησε τον σύντροφο, πυροβόλησε και σκότωσε έναν ταξιτζή στην Καστοριά για 200 ευρώ. Το γεγονός αυτό αναδεικνύει την ‘‘ηθικότητα’’ που διέπει τους ‘‘ήρωες’’ του καθεστώτος που κυνηγάνε και πυροβολούν ‘‘τρομοκράτες’’.

Της σύλληψης του συντρόφου ακολούθησε μακρά ανταλλαγή συγχαρητηρίων τηλεγραφημάτων και δημόσιων μηνυμάτων από το αμερικάνικο και από ευρωπαϊκά κράτη προς την ελληνική κυβέρνηση. Η επιτυχία της σύλληψης του συντρόφου ήταν μεγάλη για το εγχώριο καθεστώς των δοσίλογων στο υπερεθνικό κεφάλαιο, τους δανειστές, την τρόικα, και φυσικά, την αμερικάνικη υπερδύναμη. Αυτά ανέδειξε η κυβέρνηση καθώς συνέδεσε την σύλληψή του και την αντιμετώπιση του Επαναστατικού Αγώνα με την ‘‘πολιτική σταθερότητα που έχει ανάγκη το καθεστώς για να βγει από την κρίση’’. Λέγοντας ‘‘να βγει από την κρίση’’, εννοεί την επανάκτηση ‘‘της εμπιστοσύνης των αγορών’’ και την ‘‘ομαλή διεξαγωγή της μνημονικής πορείας της χώρας’’.

Η συντρόφισσα Πόλα Ρούπα, παρά το γεγονός ότι γινόταν ακόμα πιο δύσκολη η παραμονή και η δράση στην ‘‘παρανομία’’  και παρά τις διάφορες εκτιμήσεις από κρατικούς παράγοντες ότι ‘‘δεν θα μπορέσει να σταθεί στην παρανομία και θα παραδοθεί, δεδομένου ότι έχει μαζί της και ένα παιδί’’, παρέμενε ελεύθερη. Τις όποιες ‘‘ελπίδες’’ υπήρχαν περί παράδοσής της, τις διασκέδασε ανακοινώνοντας πως ματαίως περιμένουν κάτι τέτοιο και πως θα συνεχίσει τον αγώνα. Παρέμεινε στην ‘‘παρανομία’’ για δυόμισι ακόμα χρόνια και επιχείρησε τον Φεβρουάριο του 2016 την απελευθέρωση με ελικόπτερο του Νίκου Μαζιώτη και άλλων κρατουμένων από τις φυλακές Κορυδαλλού. Η απόδραση αυτή δεν ολοκληρώθηκε, καθώς εξελίχτηκε σε συμπλοκή στον αέρα με τον πιλότο, πρώην μπάτσο, του ελικοπτέρου. Τελικά, η συντρόφισσα έφυγε ασφαλής και παρέμεινε στην παρανομία για έναν ακόμα χρόνο. Μέχρι που έγινε το τρίτο κατασταλτικό χτύπημα εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα στις 5/1/2017.

Μέσα στο χρονικό διάστημα που παραμείναμε στην ‘‘παρανομία’’ καταζητούμενοι και επικηρυγμένοι, πραγματοποιήθηκαν τέσσερις απαλλοτριώσεις τραπεζών στα πλαίσια συνέχισης της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα, αλλά και της επιβίωσής μας στις συγκεκριμένες συνθήκες,  για τις οποίες έγινε ανάληψη ευθύνης ενώ είμαστε στην φυλακή.

Οι απαλλοτριώσεις τραπεζών, αν και είναι πάντα μια συμπληρωματική πρακτική που γίνεται απαραίτητη λόγω της ανάγκης άντλησης οικονομικών πόρων, η οποία αναζητείται από επαναστατικές οργανώσεις και γίνεται πάντα μόνο μέσα από τις ‘‘πηγές’’ του μεγάλου κεφαλαίου, πιστεύουμε πως είναι αναγκαίο πολιτικά να εξηγούμαστε ως οργάνωση και γι’ αυτές τις πρακτικές, ώστε να αναδεικνύεται η διακριτή διαφορά μεταξύ αυτών που προχωρούν σε τέτοιες πρακτικές για λόγους αποκλειστικά βιοποριστικούς και σε αυτούς που το κάνουν στα πλαίσια δράσης μιας ένοπλης οργάνωσης και για την οποία οργάνωση βρέθηκαν στην ‘‘παρανομία’’.

Το πολιτικό νόημα της καταστολής εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα και τα ‘‘μνημόνια’’

Το τρίτο κατασταλτικό χτύπημα εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα είχε μια μοναδική ιδιαιτερότητα, καθώς στο επίκεντρο της κρατικής βίας και τρομοκρατίας βρέθηκε το εξάχρονο παιδί μας που ‘‘συνελήφθη’’ μαζί με τη μητέρα του. Το παιδί μας αφού έζησε την βίαιη εισβολή των ΕΚΑΜ στο σπίτι τα ξημερώματα της 5ης Ιανουαρίου 2017 (πραγματοποίησαν συνειδητά αυτού του είδους την εισβολή ενώ όπως οι ίδιοι οι διωκτικοί μηχανισμοί της ΔΑΕΕΒ είχαν δηλώσει δημόσια, γνώριζαν πως αφού η Ρούπα ήταν μαζί με το παιδί, δεν θα αντιδρούσε), έφθασε στην ΓΑΔΑ μαζί με τη μητέρα του όπου και απήχθη από αστυνομικούς της ΔΑΕΕΒ. Για ώρες ήταν αγνοούμενο από τους οικείους του κατόπιν εντολής της εισαγγελίας του Αρείου Πάγου και της κυβέρνησης. Κρατήθηκε για ώρες στην ΓΑΔΑ, στον 3ο (Υποδιεύθυνση Ασφαλείας Ανηλίκων) και στον 13ο όροφο. Ανακρίθηκε και φακελώθηκε ενώ στην συνέχεια, το απόγευμα της ίδιας ημέρας, μεταφέρθηκε ‘‘υπό άκρα μυστικότητα’’ στην κλειστή ψυχιατρική κλινική του νοσοκομείου Παίδων ‘‘Αγία Σοφία’’, όπου κρατήθηκε φρουρούμενο από μπάτσους και με εντολή από την εισαγγελέα ανηλίκων να μην έρθει σε επικοινωνία με κανέναν.

Η αντιμετώπιση που είχε το παιδί μας από το κράτος, μοναδική σε σύλληψη γυναίκας με ανήλικο παιδί, ξεσήκωσε πολιτικές και κοινωνικές αντιδράσεις, ακόμα και στον χώρο της καθεστωτικής αντιπολίτευσης. Τελικά, το παιδί μας απελευθερώθηκε από το ψυχιατρείο όπου το κρατούσαν στις 8/1 το απόγευμα, ύστερα από σχεδόν τέσσερις ημέρες απεργίας πείνας και δίψας που κάναμε, με αίτημα να απελευθερωθεί το παιδί και να δοθεί στους συγγενείς μας, οι οποίοι το διεκδικούσαν από το κράτος που το είχε αιχμάλωτο.

Το τρίτο κατασταλτικό χτύπημα εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα είχε μια ιδιαίτερη και μοναδική ιστορικά βιαιότητα, καθώς στόχος του κράτους έγινε ένα εξάχρονο παιδί, προκειμένου μέσω αυτού να χτυπήσει τον Επαναστατικό Αγώνα και ειδικά την Πόλα Ρούπα. Ήταν στην ουσία μια κίνηση αδιεξόδου του κράτους που το ίδιο είχε επέλθει όσον αφορά τις μεθοδεύσεις του να αντιμετωπίσει με κάποιον αποτελεσματικό τρόπο τον Επαναστατικό Αγώνα, να τον απαξιώσει πολιτικά, να τον πλήξει καίρια.  Όμως και σε αυτή την απόπειρα, τα σχέδιά του ναυάγησαν. Από την άλλη, αυτό δεν αναιρεί το γεγονός ότι το 3ο κατασταλτικό χτύπημα εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα θα μείνει στην ιστορία ως το πιο βίαιο, αλλά και το πιο επαίσχυντο κατασταλτικό χτύπημα στην σύγχρονη ιστορία. Και αυτό καταγράφηκε ως μια ‘‘επιτυχία’’ της κυβέρνησης Σύριζα – ΑΝΕΛ.

Η εκδικητικότητα του κράτους απέναντι στον Επαναστατικό Αγώνα ‘‘ξεδιπλώθηκε’’ με τις δίκες για την επίθεση του Επαναστατικού Αγώνα εναντίον της ΤτΕ και του ΔΝΤ, τη μεγαλύτερη και μοναδική επίθεση εναντίον της τρόικας και του καθεστώτος των μνημονίων στην χώρα, καθώς η ποινή που επιβλήθηκε και στους δυο μας, ήταν αυτή των ισοβίων.

Εν τω μεταξύ, το καλοκαίρι του 2015 είχε ξεκινήσει το εφετείο της πρώτης δίκης εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα. Η δίκη αυτή είχε λήξει τον Απρίλιο του 2013 και είχαμε καταδικαστεί σε 50 χρόνια κάθειρξη για τις ενέργειες της οργάνωσης από το 2003 έως το 2009.

Στο εφετείο αυτής της δίκης είχαμε την δυσάρεστη εξέλιξη, πρώην μέλος της οργάνωσης που είχε αναλάβει την ευθύνη κατά τις συλλήψεις το 2010, να πρωτοστατεί σε επίθεση εναντίον μας μέσα στην αίθουσα του δικαστηρίου, αφού είχε πραγματοποιήσει δήλωση στην οποία αναφερόταν ‘‘στην ήττα του Επαναστατικού Αγώνα το 2010’’, ενώ για τον εαυτό του είπε πως ‘‘ποτέ δεν είχε δηλώσει επαναστάτης’’, ανακαλώντας σειρά κειμένων και δηλώσεων που είχαμε και οι τρεις υπογράψει. Η ανάκληση μιας τέτοιας πολιτικής επιλογής και οι αναφορές σε ‘‘ήττα’’ της οργάνωσης σημαίνουν την εγκατάλειψη μπροστά στον εχθρό της πολιτικής στόχευσης μιας οργάνωσης όπως ο Επαναστατικός Αγώνας, που δεν είναι άλλη από την ανατροπή του καθεστώτος και την κοινωνική Επανάσταση. Σημαίνουν την κατάδειξη του ‘‘πτώματος’’ της οργάνωσης μπροστά στο κράτος και της ρητής δήλωσης της ‘‘αποτυχίας’’ τέτοιων εγχειρημάτων.

Στην οργάνωση αυτής της επίθεσης εναντίον του ζωντανού και μη ηττημένου Επαναστατικού Αγώνα συμμετείχαν και διάφοροι από τον α/α χώρο, τόσο εντός όσο και εκτός της δικαστικής αίθουσας.

Εκτός από την πολιτική δημόσια επίθεση που απέβλεπε αυτή η κίνηση στο εφετείο της α΄ δίκης στις 30/6/2017, είχε ως επόμενο άμεσο στόχο να τεθεί σε καθεστώς απομόνωσης ο Νίκος Μαζιώτης, πράγμα που κατάφερε ο μετανοημένος σε συνεργασία με τους λοιπούς κρατούμενους που τότε βρίσκονταν στο υπόγειο των γυναικείων φυλακών Κορυδαλλού.

Το καθεστώς απομόνωσης του Νίκου Μαζιώτη κράτησε πέντε μήνες και έληξε κατόπιν απεργίας πείνας που κάναμε, η οποία έφτασε τις 35 ημέρες. Η απεργία αυτή που είχε ως αιτήματα την άρση του καθεστώτος απομόνωσης του Μαζιώτη, την απόσυρση του άρθρου 11 του νέου σωφρονιστικού κώδικα που εισήγαγε την επαναφορά των φυλακών τύπου Γ΄ και την διευθέτηση των ωρών στα επισκεπτήριά μας με το παιδί μας καθώς και μεταξύ μας, δέχθηκε μεγάλη πολεμική, με στόχο να απομονωθούμε και να βρεθεί η απεργία σε αδιέξοδο, γεγονός που έθετε σε κίνδυνο την ίδια μας την ζωή. Η δυναμική της ήττας και της πολεμικής εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα και εναντίον εμάς σαν πρόσωπα έδειξε μια μη αναμενόμενη ένταση και έκταση. Υποδείκνυε όμως την διάχυση της ήττας εντός του α/α χώρου που υπέβοσκε τα τελευταία χρόνια και αιτία της οποίας ήταν η καταστολή και οι φυλακίσεις, αλλά κυρίως ήταν η πολιτική ανεπάρκεια του α/α χώρου στα ιστορικά γεγονότα που έλαβαν χώρα στην Ελλάδα τα τελευταία χρόνια και η πολιτική ανεπάρκεια ως προς την επιλογή της ένοπλης δράσης, την οποία και χτύπησε η καταστολή από το 2010 και μετά.

Χρειάστηκε να φτάσουμε στα όριά μας με αυτή την απεργία πείνας, για να γίνουν δεκτά δύο από τα τρία αιτήματά μας, αυτά των επισκεπτηρίων και της άρσης της απομόνωσης του Νίκου Μαζιώτη. Η συνέχεια συνιστούσε την κορύφωση αυτής της μακράς πολεμικής μεθόδευσης εναντίον μας από κρατούμενους για ένοπλες δραστηριότητες και από μερίδα του α/α χώρου: Καθώς ο Μαζιώτης για πρώτη φορά μετά από χρόνια σε καθεστώς ειδικής κράτησης βρέθηκε σε ‘‘ανοιχτή φυλακή’’ στην Ε΄ πτέρυγα των φυλακών Κορυδαλλού, δέχθηκε επίθεση από ποινικούς – εντολοδόχους ‘‘πολιτικών’’ κρατουμένων που είχαν επιληφθεί από το καλοκαίρι του 2017 την ‘‘εξασφάλιση’’ μιας τέτοιας επίθεσης στην περίπτωση που ο Μαζιώτης έβγαινε από την απομόνωση.

Αυτά τα ντροπιαστικά για την αναρχία και την ιστορία της στον τόπο γεγονότα είναι πραγματικά πρωτόγνωρα. Συνεπώς εμείς, δεδομένου ότι είχαμε να αντιμετωπίσουμε την πολιτική ήττα και στο εσωτερικό της οργάνωσής μας, αφού ένα πρώην μέλος της οργάνωσης δήλωσε μετάνοια μπροστά στους δικαστές για την επιλογή του, είχαμε να παλέψουμε και κατά ενός εσωτερικού ‘‘μετώπου’’ πλέον που επιχειρούσαν ορισμένοι να συγκροτηθεί εναντίον του Επαναστατικού Αγώνα και εναντίον μας, το οποίο ‘‘μέτωπο’’ έπαιζε τον ρόλο ενός ‘‘προκεχωρημένου φυλακίου’’ του εχθρού εντός των ‘‘γραμμών’’ μας στον α/α χώρο, με στόχο να μας απομονώσει και να μας καταστήσει όσο το δυνατόν πιο ευάλωτους στα κατασταλτικά σχέδια εξόντωσής μας. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη προσφορά που θα μπορούσαν να προσφέρουν στο καθεστώς: Να αντιμετωπίσουν αυτοί, οι ‘‘σύντροφοι’’, τον Επαναστατικό Αγώνα και να επιχειρήσουν να καταφέρουν όσα δεν κατάφεραν τρία κατασταλτικά χτυπήματα, ο θάνατος ενός συντρόφου, και σειρά μεθοδεύσεων και διώξεων.

Φυσικά και αυτού του είδους οι λυκοφιλίες δεν έχουν προοπτική και ‘‘εξανεμίζονται’’ μπροστά στην αντίσταση που θα συναντήσουν. Όμως καθώς βρήκαν αρκετά ‘‘ευήκοα ώτα’’ στον α/α χώρο, απόρροια αυτών των τακτικών ήταν να μεγαλώσει το έλλειμμα αλληλεγγύης το οποίο υπήρχε πολύ πριν τις συλλήψεις μας και στο οποίο έλλειμμα το κράτος ‘‘είδε’’ έναν επιπλέον βαθμό ελευθερίας να εκδηλώσει την εκδικητικότητά του αβίαστα τόσο απέναντι στο παιδί μας όσο και απέναντι σε εμάς τους ίδιους επιβάλλοντάς μας την ποινή των ισοβίων για την Επίθεση εναντίον της Τράπεζας της Ελλάδας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου.

Το κυρίως ζήτημα, πλάι στη μοναδική στα χρονικά δικών για ένοπλη δράση απόφαση καταδίκης σε ισόβια κάθειρξη για έκρηξη με δύο προειδοποιητικά τηλεφωνήματα και χωρίς καν σοβαρούς τραυματισμούς, είναι ότι στην δίκη που δικαζόταν η Πόλα Ρούπα, το κράτος, δια μέσω του εισαγγελέα της έδρας, αναγνώρισε δημόσια πως η ποινή των ισοβίων είναι απόρροια της αποτελεσματικότητας της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα, αλλά και ειδικά της συγκεκριμένης επίθεσης, να επιφέρει την κατάρρευση, την ανατροπή του καθεστώτος. Διαπίστωση και ομολογία που δείχνει την πολιτική σημασία που έχει για το καθεστώς και την εύρυθμη λειτουργία του η αποτελεσματική αντιμετώπιση του Επαναστατικού Αγώνα.

Αφενός, λοιπόν, έχουμε δύο δικαστήρια που επιβάλουν την εσχάτη των ποινών σε υπόθεση που νομικά είναι αναντίστοιχη με αυτήν την απόφαση, την οποία επιβάλουν κατ’ εντολή προϊσταμένων τους και κατόπιν πολιτικών αποφάσεων και στοχεύσεων, γεγονός που επιδιώκει σαφώς, την εμπέδωση της κρατικής ισχύος απέναντι σε μια πολιτική αντι-καθεστωτική δράση. Αφετέρου οι αποφάσεις αυτές συνοδεύονται από μια ομολογία του ίδιου του κράτους ότι το πολιτικό και οικονομικό σύστημα είναι ιδιαιτέρως ευάλωτο και τρωτό απέναντι σε αυτή την πολιτική απειλή. Και ρητώς αναφέρθηκε στο δικαστήριο που δικαζόταν η Πόλα Ρούπα πως τελικά, η ποινή των ισοβίων επεβλήθη σε αναλογία με το μέγεθος της απειλής που συνιστά η δράση του Επαναστατικού Αγώνα για την σταθερότητα του καθεστώτος. Δεδομένου επίσης, ότι ο κρατικός μηχανισμός, το πολιτικό κατεστημένο και το καθεστώς των ΜΜΕ καθ’ όλη την περίοδο που βρισκόμαστε στην ‘‘παρανομία’’ μας είχαν ταυτίσει ως  φυσικά πρόσωπα με την οργάνωση, διαμορφώνοντας εκ των προτέρων το προφίλ των ‘‘αρχηγών’’ που αποτέλεσε και την βάση για την ‘‘εδραίωση των κατηγοριών’’ εναντίον μας, τα δύο δικαστήρια κατέληξαν στην ίδια ‘‘ταυτοποίηση’’: Η δράση του Επαναστατικού Αγώνα ‘‘είναι η δράση του Μαζιώτη και της Ρούπα’’ και είναι αυτή που συνιστά άμεση απειλή για το καθεστώς. Εμείς από την άλλη, και πριν βγουν αυτές οι αποφάσεις, πολύ πριν το δικαστήριο που δίκαζε την Πόλα Ρούπα δια στόματος του εισαγγελέα της έδρας ομολογήσει με τον πλέον ειλικρινή τρόπο το πόσο ευάλωτο είναι το καθεστώς που υπηρετεί μπροστά στη δράση του Επαναστατικού Αγώνα, είχαμε εντάξει στην πολιτική μας στρατηγική εντός των δικαστικών αιθουσών και έξω από αυτές την υπεράσπιση όχι μόνο του δίκαιου αγώνα της οργάνωσης, αλλά και την προσφορότητά της ως προς το επιζητούμενο αποτέλεσμα που έχει διαχρονικά η ένοπλη δράση να προκαλεί τις μέγιστες δυνατές αναταράξεις στις συστημικές λειτουργίες και να μπορεί να επιφέρει την καθεστωτική κατάρρευση. Αυτή την κατεύθυνση την ακολουθούσαμε ασχέτως του πιθανού κόστους που μπορεί να είχε αυτή η στάση σε ποινικό επίπεδο.

Ο λόγος δεν είναι ούτε η περιαυτολογία – όπως πολλοί κακεντρεχείς μπορεί να ισχυρίζονται – ούτε ζήτημα πολιτικού εγωισμού. Είναι συνειδητή απόφαση που στοχεύει να συμβάλει στην ανατροπή της καθεστωτικής θεωρίας ότι το σύστημα είναι πανίσχυρο και άτρωτο, ότι τίποτα δεν μπορεί ουσιαστικά να το πλήξει και να το κλονίσει. Είναι συνειδητή πολιτική απόφαση που στοχεύει να συμβάλει στην ανατροπή αντιδραστικών θέσεων για τη ματαιότητα της ένοπλης δράσης. Είναι συνειδητή πολιτική απόφαση που θέλει να συμβάλει στην ανατροπή των σχέσεων κυριαρχίας, προωθώντας την θέση ‘‘μπορούμε να ρίξουμε το καθεστώς’’. Αυτή η θέση γίνεται πράξη με την ίδια την δράση του Επαναστατικού Αγώνα και επίσης, ομολογείται ως ορθή από τους ίδιους τους κρατικούς και κυβερνητικούς παράγοντες.

Όταν έχεις μια τέτοια ευκαιρία, η αναγωγή της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα στο επίπεδο της μετριότητας και της ‘‘ένοπλης διαμαρτυρίας’’, μόνο το καθεστώς βοηθά. Τουλάχιστον εμείς δεν θα συναινούσαμε ποτέ σε κάτι τέτοιο, παρά το όποιο κόστος έχει αυτό πάνω μας.

Τα παραπάνω είναι η βασική αιτία που υπαγορεύει τις μεθόδους τις οποίες εφαρμόζει το καθεστώς πάνω μας – δεδομένης   φυσικά και της πολιτικής στάσης μας όλα αυτά τα χρόνια, της σταθερότητάς μας στην συνέχιση της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα κάτω από οποιεσδήποτε συνθήκες –, είτε  αυτό αφορά την κρατική βία πάνω στο παιδί μας είτε αφορά τις δικαστικές αποφάσεις και την δεδομένη κατά πώς φαίνεται στόχευση του κράτους να παρατείνει όσο γίνεται περισσότερο την φυλάκισή μας. Ένας στόχος που είναι αποκλειστικά και μόνο πολιτικός.

Αυτή η στόχευση λαμβάνει ακόμα μεγαλύτερη σημασία για το καθεστώς εν μέσω της εποχής που διανύουμε. Η δράση του Επαναστατικού Αγώνα από το 2009, η εποχή των ‘‘μνημονίων’’ και της έντασης της οικονομικής και πολιτικής βίας πάνω στην κοινωνία καθώς και η ένταση της καταστολής που ασκείται πάνω μας, βρίσκονται σε μια μόνιμη πολιτικά διαλεκτική σχέση.

Για την στρατηγική του Επαναστατικού Αγώνα έτσι όπως αυτή διαμορφώθηκε συλλογικά από το 2008 και τέθηκε σε εφαρμογή πριν η χώρα μας μπει στην περίοδο των ‘‘μνημονίων’’, έχουμε μιλήσει αναλυτικά στην εισαγωγή της πρώτης έκδοσης αυτού του βιβλίου.

Η επίθεση εναντίον της Τράπεζας της Ελλάδας και του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου είχε ένα σημαντικό χαρακτηριστικό: Στράφηκε ευθέως ενάντια στους εμπνευστές και διαμορφωτές των δανειακών συμβάσεων, του πλέγματος δηλαδή, των κειμένων που περιείχαν όλους τους ειδεχθείς όρους υποτέλειας της κοινωνίας στο μεγάλο κεφάλαιο και της πρωτοφανούς οικονομικής και πολιτικής βίας που ασκήθηκε, ασκείται και θα ασκείται πάνω της. Γι’ αυτό και ήταν μια κεντρικής πολιτικής σημασίας ενέργεια, η μοναδική μεγάλη ένοπλη ενέργεια που χτύπησε την τρόικα.

Ένας ακόμα σημαντικός λόγος για τον οποίο ‘‘έπρεπε να μας επιβληθεί η ποινή των ισοβίων’’ για πολιτικούς λόγους, είναι η διάσταση της επίθεσης και η κεντρική πολιτική της σημασία. Ενώ ένα ολόκληρο πολιτικό, κρατικό πλέγμα τοπικής εξουσίας έχει ενσωματώσει και ταυτίσει με την ίδια του την ύπαρξη την άσκηση μιας ακραίας οικονομικής βίας πάνω στην κοινωνική πλειοψηφία του τόπου κατ’ εντολή μιας υπερεθνικής οικονομικής ελίτ, την στιγμή μάλιστα, που έχει αποδεχθεί την κατάλυση θεμελιωδών αρχών του κυρίαρχου πολιτικού πλαισίου που έφεραν οι συμβάσεις δανεισμού ενώ παράλληλα καμία ουσιαστική κοινωνική αντίδραση δεν εκδηλώθηκε ώστε να εμποδίσει την εφαρμογή τους, η επιμονή μιας και μόνο πολιτικής συλλογικότητας να πολεμάει εναντίον τους και εναντίον του καθεστώτος συνολικά, και μάλιστα με ‘‘πρόσφορο τρόπο’’ ως προς το τελικό ζητούμενο, την καθεστωτική αποσταθεροποίηση – όπως ομολογείται από τους ίδιους τους κρατικούς φορείς –, είναι παράγοντες που συνιστούν ένα ενιαίο πολιτικό σύνολο το οποίο και τελικά ανάγει τον Επαναστατικό Αγώνα ως σημαντικό πολιτικό αντίπαλο του συστήματος που πρέπει να έχει και την ‘‘ανάλογη αντιμετώπιση’’. Ακόμα και αν αυτή η ‘‘αντιμετώπιση’’ υπερβαίνει τα υπάρχοντα νομικά και θεσμικά πλαίσια  όπως έγινε με την αρπαγή και τη παράνομη κράτηση του 6χρονου γιου μας στο ψυχιατρικό τμήμα του νοσοκομείου Παίδων. Αυτή την υπέρβαση την έχουμε αναδείξει μέσα στις δικαστικές αίθουσες. Για να μπορέσει όμως να ‘‘σταθεί’’ η ποινή των ισοβίων υπάρχει και μία ακόμα προϋπόθεση: Η καταδίκη μας με αυθαίρετες αλχημείες ως αργηγούς του Επαναστατικού Αγώνα.

Η μεγάλη ιστορική παραβίαση των υπαρχόντων θεσμικών και νομικών πλαισίων του πολιτικού καθεστώτος έγινε με τις δανειακές συμβάσεις. Στην πραγματικότητα η πολιτική, η δικαστική και η εκτελεστική εξουσία – με την συμμετοχή των ΜΜΕ – αποδέχτηκαν τους ειδεχθείς όρους υποτέλειας της χώρας που υπήρχαν στις συμβάσεις και οι οποίοι όροι ποτέ δεν προσβλήθηκαν.

Αυτοί οι όροι είναι μια σημαντική παράμετρος των λεγόμενων ‘‘μνημονίων’’ που ακόμα και σήμερα δεν είναι ευρέως γνωστοί, όπως δεν είναι γνωστό ούτε το ίδιο το περιεχόμενο των συμβάσεων που έχουν επιβληθεί, παρ’ όλο που έχουν ήδη μια ηλικία οκτώ ετών ενώ φαίνεται πως θα αποτελούν μόνιμη συνθήκη υποτέλειας της κοινωνίας, παρά τις διαβεβαιώσεις περί ‘‘του τέλους των μνημονίων’’.

Η σημασία αυτής της επίθεσης εναντίον της Τράπεζας της Ελλάδας και του ΔΝΤ, αλλά και της συνολικής στρατηγικής του Επαναστατικού Αγώνα από το 2009 που στόχευε στην υποδαύλιση της συστημικής αστάθειας, την οποία αποκάλυπτε η οικονομική κρίση και επιδείνωναν σε πολιτικό πλέον επίπεδο οι δανειακές συμβάσεις καθιστώντας στην ουσία παράνομα με βάση το ίδιο το ισχύον νομικό πλαίσιο, τόσο τα ‘‘μνημόνια’’ όσο και την εγχώρια εξουσία που τα αποδέχτηκε και τα επέβαλε, παραμένει και θα παραμείνει πολύ μεγάλη. Στον πυρήνα αυτής της επίθεσης ήταν η αναγκαιότητα ανατροπής ενός επαίσχυντου καθεστώτος που έλαβε στην χώρα την πιο ολοκληρωτική του μορφή έως σήμερα, έτσι όπως αυτή επεβλήθη με τα ‘‘μνημόνια’’.

Η αναγκαιότητα για άμεση μετωπική σύγκρουση με το καθεστώς χωρίς εξαιρέσεις, η αναγκαιότητα για την ανατροπή του οικονομικού και πολιτικού κατεστημένου που θέλει να κρατά ισοβίως στην σκλαβιά την κοινωνική πλειοψηφία του τόπου, ήταν και είναι η μόνη διέξοδος για την κοινωνία.

Και ενώ η συστημική κρίση ετοιμάζεται να δείξει ένα ακόμα πιο άγριο πρόσωπο και παράλληλα τα μέτρα υποτέλειας θα γίνονται όλο και πιο σφιχτή θηλιά στο λαιμό της κοινωνίας και κυρίως των πιο αδύναμων στρωμάτων της, η σημασία της ένοπλης ανατρεπτικής δράσης, της δράσης του Επαναστατικού Αγώνα, της επίθεσης εναντίον της τρόικας και της άμεσης εκδίωξης των υπερεθνικών θεσμών εξουσίας από τον τόπο όπως αυτή αποτυπώνεται με την επίθεση εναντίον της ΤτΕ και του ΔΝΤ, η αναγκαιότητα μιας κοινωνικής Επανάστασης θα γίνεται όλο και πιο επίκαιρη.

Το περιεχόμενο των δανειακών συμβάσεων

Κατά το παρελθόν έχουμε αναφερθεί τόσο σε κείμενα όσο και στις αίθουσες των δικαστηρίων στο περιεχόμενο και τους όρους των συμβάσεων δανεισμού. Η διάρρηξη του κυρίαρχου πολιτικού και θεσμικού πλαισίου που αυτές έφεραν στο καθεστώς της αντιπροσωπευτικής δημοκρατίας και η επικύρωση αυτής της διάρρηξης από το πολιτικό, μιντιακό και δικαστικό κατεστημένο στην χώρα, έχει καταστήσει ανεπιστρεπτί παντελώς ανυπόληπτο το εγχώριο καθεστώς εν γένει.

Είμαστε σίγουροι πως κάποιοι θα αναρωτηθούν, πώς μια οργάνωση όπως ο Επαναστατικός Αγώνας, όπως εμείς ως αναρχικοί αναφερόμαστε και επικαλούμαστε την παραβίαση του κυρίαρχου θεσμικού πλαισίου από τις συμβάσεις δανεισμού. Όμως, όπως έγινε το ’10 έτσι και σήμερα τα όπλα που μας προσφέρει το ίδιο το σύστημα να το χτυπήσουμε στην ίδια του την καρδιά, ελάχιστοι αναγνώρισαν ότι θα πρέπει να τα πάρουμε και να τα χρησιμοποιήσουμε εναντίον του. Οι περισσότεροι από τον χώρο της αντικαθεστωτικής δράσης ούτε καν έδωσαν σημασία. Και μια ευκαιρία που το ίδιο το εγχώριο καθεστώς μας πρόσφερε για να αποσπάσουμε τη μέγιστη δυνατή κοινωνική και πολιτική συναίνεση στον πόλεμο εναντίον του, την άφησαν και την αφήνουν οι περισσότεροι ανεκμετάλλευτη.

Οι συμβάσεις δανεισμού με τους λεόντειους και επονείδιστους όρους πο bloko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ