2018-10-14 18:43:17
Φωτογραφία για Ο φιλέλληνας Ταχσίν Πασάς - Του Κωνσταντίνου Τζέκη
Ο Χασάν Ταχσίν Πασάς (1845-1918) ήταν ανώτερος στρατιωτικός αξιωματούχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Γόνος της ευγενούς αλβανικής οικογενείας των Μεσαρέ. Γεννήθηκε στο ομώνυμο χωριό Μεσαρέ της Αλβανίας (κοντά στη σημερινή Ερσέκα) [1]και σπούδασε στη Ζωσιμαία Σχολή των Ιωαννίνων.[2] Μιλούσε άπταιστα ελληνικά.

Ως αξιωματικός του οθωμανικού στρατού υπηρέτησε για σαράντα χρόνια στην Κρήτη, τη Θεσσαλία, την Κωνσταντινούπολη, την Ήπειρο, την Αλβανία, τη Συρία και την Υεμένη.[3]

  Έγινε πασάς κερδίζοντας τον τίτλο στα πεδία των μαχών και όχι στα σαλόνια και τους διαδρόμους του Τοπ Καπί, όπως ήταν το σύνηθες στην Οθωμανική αυτοκρατορία. Όμως δεν ήταν φανατικός εθνικιστής και λόγω της καταγωγής του ένιωθε περισσότερο Οθωμανός παρά Τούρκος. Η διαφορά είναι αρκετά σημαντική. Οι Οθωμανοί είχαν πολυπολιτισμική κουλτούρα, ήταν πιο ανεκτικοί και πιο μορφωμένοι, ενώ οι Τούρκοι πολεμούσαν για την εθνική τους επικράτηση, έναντι της πολυεθνικής ταυτότητας που εκ των πραγμάτων είχε η χώρα τους.


 Ο πασάς δεν μισούσε τους Έλληνες, παρότι είχε πολεμήσει εναντίον τους πολλές φορές με όλο του το σθένος. Αυτή τη φορά, αν και βίωνε τη μια ήττα μετά την άλλη, δεν ήθελε από εκδίκηση και μόνο να καταστρέψει κάτι που θεωρούσε χαμένο

Είχε ξεσπάσει ο Α΄ Βαλκανικός πόλεμος  μεταξύ της Τουρκίας από τη μια και των δυνάμεων της Ελλάδας, της Βουλγαρίας και της Σερβίας, από την άλλη.

Για τη διεξαγωγή των επιχειρήσεων στο μέτωπο προς την Ελλάδα, διορίστηκε αρχιστράτηγος τω Τουρκικών δυνάμεων, ο Αλβανός Χασάν Ταχσίν πασάς, ο οποίος γύρω στα μέσα Σεπτεμβρίου αφίχθη στην Κοζάνη.  . Μοιραία λοιπόν τα πράγματα έβαιναν προς σύγκρουση και στις αρχές Οκτωβρίου άρχισαν οι πολεμικές επιχειρήσεις στο νότιο μέτωπο (5 Οκτωβρίου), ενώ προς την κατεύθυνση του βορρά οι εχθροπραξίες είχαν ήδη ξεκινήσει.

  Ενώ συνέβαιναν αυτά, στις παραμεθόριες περιοχές συνελήφθησαν οι τοπικοί πρόκριτοι, οδηγήθηκαν στα Σέρβια και κρατήθηκαν ως όμηροι· αυτοί ανέρχονταν σε 73 άντρες, ανάμεσα στους οποίους βρίσκονταν κάποιοι ιερείς και δάσκαλοι. Μετά την έναρξη των εχθροπραξιών, οι Τούρκοι, αφού προέβαλαν μικρή αντίσταση στα σύνορα, οχυρώθηκαν στο Σαραντάπορο, όπου έγινε στις 9 Οκτωβρίου σοβαρή μάχη και οι πυροβολισμοί της ακούγονταν μέχρι την Κοζάνη. Ύστερα από πείσμονα αντίσταση, οι Οθωμανοί εγκατέλειψαν 24 πυροβόλα και πλούσια λεία στο πεδίο της μάχης, υποχώρησαν και επειδή αδυνατούσαν να σταθμεύσουν στα Σέρβια, κατέλαβαν άλλη αμυντική γραμμή, πάνω από τον ποταμό Αλιάκμονα,   αφού πρώτα φόνευσαν  άσπλαχνα και χωρίς οίκτο    τους ομήρους που κρατούσαν.

 . Το πρωινό της 11ης Οκτωβρίου, ημέρα Πέμπτη, σε πολεμικό συμβούλιο του τουρκικού επιτελείου, ο μισέλληνας  επιτελής Ομέρ μπέης υποστήριξε τον βομβαρδισμό της Κοζάνης, ενώ και άλλοι δύο ήταν οπαδοί της ίδιας γνώμης. Ευτυχώς, η σύνεση του Ταχσίν πασά και η ευμενής κατάθεση του Αλβανού Μουνίρ βέη, ο οποίος κλήθηκε να γνωματεύσει για τους Κοζανίτες, ματαίωσαν τα σχέδια περί καταστροφής της πόλης· κρίθηκε μάλιστα αναγκαίο να συνεχιστεί η υποχώρηση των Τούρκων προς τη Βέροια .

Ο πρώτος βαλκανικός πόλεμος καθόρισε σε μεγάλο βαθμό τα σημερινά σύνορα της Ελλάδας και αποτελεί κομβικό σημείο στην νεώτερη ιστορία.  . Ο στρατηγός Χασάν Ταχσίν πασάς έχει πολεμήσει με όλες τους τις δυνάμεις τον ελληνικό στρατό, αλλά δεν μπορεί να σταματήσει την προέλασή του. Ο Χασάν Ταχσίν Πασάς οχυρωμένος πια στη Θεσσαλονίκη, της οποίας είναι διοικητής, βρίσκεται αντιμέτωπος με ένα ιστορικό δίλημμα: να συνεχίσει να αντιστέκεται ή να παραδώσει αμαχητί και άθικτη την πόλη, όπως τον πιέζουν οι πρεσβευτές των μεγάλων δυνάμεων αλλά και επιφανείς Θεσσαλονικείς.  Από την απόφασή του εξαρτώνται πολλά. Διαθέτει 30.000 στρατό και αν γίνει μάχη, η πόλη θα βομβαρδιστεί και θα καταστραφούν οι υποδομές της, το λιμάνι, οι γέφυρες, το υδραγωγείο, τα ιστορικά κτίρια και πολλά σπίτια. Αν παραδοθεί χωρίς να πολεμήσει στη γενέτειρα του Κεμάλ τους «γκιαούρηδες», δεν θα μπορεί να σταθεί πουθενά στην Αυτοκρατορία, όπου το κίνημα των Νεότουρκων έχει αρχίσει να δείχνει το φανατικά ανθελληνικό του πρόσωπο .

 Γι’ αυτό έλαβε την πιο κρίσιμη απόφαση της ζωής του: παρέδωσε αμαχητί της Θεσσαλονίκη στους Έλληνες. Φέρεται μάλιστα να είπε της εξής φράση: «Από τους Έλληνες την πήραμε και στους Έλληνες θα την παραδώσουμε». . Όμως οι Βούλγαροι δεν είχαν πει την τελευταία τους λέξη. Ο Βούλγαρος πρεσβευτής παρουσίασε στον Ταχσίν Πασά το έσχατο μέσο πειθούς που διέθεταν. Μια επιταγή αγγλικής τράπεζας, όπου αναγραφόταν ένα τεράστιο ποσό. Ο Ταχσίν απάντησε ως στρατιωτικός: «Εμείς πολεμήσαμε με τους Έλληνες επί 20 μέρες. Βούλγαρους στρατιώτες δεν συνάντησα πουθενά. Νικήθηκα από Έλληνες και σε εκείνους παραδίδω την πόλη. Πώς τολμάτε να μου ζητάτε να υπογράψω πρωτόκολλο και με εσάς». Οι Βούλγαροι δεν του συγχώρησαν ποτέ τη στάση του. Αργότερα, όταν είχαν την ευκαιρία, λεηλάτησαν το σπίτι του και τρομοκράτησαν την οικογένειά του. 

Για τη στάση του Ταχσίν Πασά , η Τουρκία τον κατηγόρησε για προδοσία και τον καταδίκασε σε θάνατο. Ο Ταχσίν Πασάς έζησε το υπόλοιπο της ζωής του στην Ευρώπη με χορηγία της Ελλάδας, όπου και απεβίωσε.

Γιός του ζει σήμερα στην Αθήνα, χριστιανός παντρεμένος με Ελληνίδα και ασκεί το επάγγελμα του Αρχιτέκτονα.

 Ήταν ένας πραγματικός στρατιώτης και γιατί όχι, κρινόμενος από τα γεγονότα, πρωταγωνιστής υπέρ των Ελληνικών δικαίων.

Η πολιτεία τον περιέθαλψε και τον αγκάλιασε, αλλά αυτό μόνο φτάνει;

Του αφιέρωσε η Θεσσαλονίκη μία οδό; Η Ελλάς από ευγνωμοσύνη τον μνημονεύει; Φοβάμαι πως όχι. Όπως τόσους και τόσους που πέθαναν για την Ελλάδα και δεν δοξάσθηκαν.
_
bloko
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ
ΑΚΟΛΟΥΘΗΣΤΕ ΤΟ NEWSNOWGR.COM
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΑ ΑΡΘΡΑ