2018-10-25 13:44:48
Εὐριπίδης Ἀντωνίου, Ἀντιπρόεδρος τοῦ Ἀρείου Πάγου ἐ.τ.
Ο Δημήτριος γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το έτος 280, από επιφανή μακεδονική οικογένεια και έτυχε επιμελημένης παιδείας και χριστιανικής διαπαιδαγώγησης. Είναι μία από τις δημοφιλέστερες μορφές στο αγιολόγιο της Ελληνικής και της καθόλου Ορθοδοξίας.
Κατετάγη στον ρωμαϊκό στρατό και νέος ακόμη ανήλθε στα ανώτερα στρατιωτικά και πολιτικά αξιώματα Ο Αύγουστος και συνάρχοντας του Διοκλητιανού Μαξιμιανός(245-310), που είχε κάνει γαμπρό τον Μεγάλο Κωνσταντίνο δίδοντάς του την θυγατέρα του Φαύστα, εκτιμώντας τα προσόντα του Δημητρίου τον έκαμε πρώτο συγκλητικό της Θεσσαλονίκης και μετέπειτα ανθύπατο. Ο νέος ύπατος των Ρωμαίων εξουσίαζε προφανώς την Μακεδονία που άρχιζε από τις ακτές της Αδριατικής και εκτεινόταν μέχρι τον Έβρο και την Θεσσαλία.
Την κοσμική εξουσία που του ανατέθηκε ο Δημήτριος την ασκούσε δίκαια προς όλους τους πολίτες, ειδωλολάτρες και χριστιανούς
. Συγχρόνως όμως ο Δημήτριος αναδείχθηκε και έξοχος διδάσκαλος της χριστιανικής πίστης, προικισμένος με ένθεο σοφία. Δίδασκε στους νέους την χριστιανική πίστη και οι συγκεντρώσεις του γινόταν στην «Χαλκευτική Στοά» κάτω από τις υπόγειες καμάρες κοντά στα δημόσια λουτρά της πόλεως της Θεσσαλονίκης. Είναι η εποχή κατά την οποία έχει εκδοθεί Αυτοκρατορικό διάταγμα να διώκονται αυτοί, οι οποίοι ομολογούν ότι είναι χριστιανοί. Τα σχετικά με την διδασκαλία του Αγίου Δημητρίου πληροφορήθηκε ο Μαξιμιανός, που εκείνη την εποχή έμεινε στην Θεσσαλονίκη και διέταξε να τον συλλάβουν και να τον οδηγήσουν ενώπιόν του. Ο Δημήτριος μπροστά στον Μαξιμιανό ομολόγησε την πίστη του στον Χριστό και την ιδιότητα του διδασκάλου και έμεινε άκαμπτος σ’ όλες τις προτροπές αυτού να αρνηθεί τον Χριστό και να προσκυνήσει τα είδωλα. Ο Μαξιμιανός, επειδή δεν ήθελε να χάσει τον Δημήτριο διέταξε να τον φυλακίσουν για να μετανοήσει. Έτσι ο Δημήτριος οδηγήθηκε σε μια υπόγεια στοά που χρησίμευε ως φυλακή κοντά στο στάδιο της πόλης και στα δημόσια λουτρά αυτής.
Εκείνη την εποχή τελούνταν στην Θεσσαλονίκη δημόσιοι αγώνες στο στάδιο της πόλης και κάποιος εθνικός - ειδωλολάτρης ονομαζόμενος Λυαίος εκαυχάτο για την ρώμη του και προκαλούσε τους πολίτες να έλθουν στο στίβο και να αναμετρηθούν μαζί του. Τότε κάποιος νέος χριστιανός φίλος του Δημητρίου, ονομαζόμενος Νέστορας μεταβαίνει στην φυλακή και ζήτησε την γνώμη του Δημητρίου εάν πρέπει να αγωνισθεί εναντίον του Λυαίου. Ο Δημήτριος τον ενεθάρρυνε και «τω σημείω του σταυρού κατασφραγίσας το μέτωπον αυτού», με πολλές ευχές και ελπίδες τον έστειλε να αγωνισθεί εναντίον του Λυαίου. Ο Nέστορας πολύ ενθαρρύνθηκε από την ευλογία του Δημητρίου, πήγε στο στάδιο, αγωνίσθηκε εναντίον του Λυαίου και τον φόνευσε. Τότε ο Μαξιμιανός που ήταν παρών τόσο πολύ λυπήθηκε για τον θάνατο του Λυαίου και την νίκη του Νέστορα που διέταξε τον μεν Νέστορα να φονεύσουν επί τόπου, τον δε στην φυλακή ευρισκόμενο Δημήτριο, στο χριστιανικό σύλλογο του οποίου ανήκε ο Νέστορας, να φονευθεί και αυτός. «Λόγχη τρωθείς την πλευράν». Το σώμα του Δημητρίου το πήραν χριστιανοί και το έθαψαν. Ο τάφος του Δημητρίου μεταβλήθηκε σε βαθύ πηγάδι, από το οποίο ανάβλυζε μύρο και εξ αιτίας του γεγονότος αυτού αποκλήθηκε «Μυροβλύτης». Με την ανάδοση του μύρου συνδυάζονται και τα περισσότερα θαύματα του Αγίου Δημητρίου. (1)
Ο Άγιος Δημήτριος πρέπει να μαρτύρησε μίαν 26 Οκτωβρίου μεταξύ των ετών 303, οπότε εκδόθηκε το πρώτον διάταγμα του Διοκλητιανού περί διωγμού των Χριστιανών και 311 μ. χ. οπότε εκδόθηκε το διάταγμα του Βαλέριου περί ανεξιθρησκείας, το οποίον έπαυσε επισήμως τουλάχιστον τον διωγμό των Χριστιανών(2). Η γενέτειρα πόλη της Θεσσαλονίκης ανακήρυξε τον Δημήτριο Πολιούχο της.
Προς τιμήν του Αγίου Δημητρίου κτίσθηκε στην Θεσσαλονίκη τον πέμπτο αιώνα η ωραιότερη και μεγαλοπρεπέστερη Βασιλική της Ανατολής. Αυτή που διατηρήθηκε έκτοτε και υπήρξε το προπύργιο της λατρείας των χριστιανών, καταστράφηκε κατά την μεγάλη πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης στις 5 και 6 Αυγούστου το έτος 1917, η οποία αποτέφρωσε τα τρία τέταρτα της πόλης. Η δυσχερέστατη αναστήλωση του ναού άρχισε το 1926 για να διακοπεί μετά από λίγο και να αρχίσει ξανά το έτος 1945, οπότε συστάθηκε αυτόνομος οργανισμός για την ανοικοδόμηση του μνημείου. Το έτος 1948 εκδόθηκε και ειδικό γραμματόσημο από την πώληση του οποίου και από άλλους πόρους συγκεντρώθηκε το μεγάλο ποσό για την αποπεράτωσή του(3). Η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου παραδόθηκε στους πιστούς στις 26-10-1949 και τα επίσημα εγκαίνια έγιναν το έτος 1958. Τα λείψανα του Αγίου Δημητρίου επέστρεψαν το έτος 1978 από το Αββαείο του Αγίου Λαυρεντίου στο Κάμπο της Ιταλίας και τοποθετήθηκαν σε αργυρή λάρνακα μέσα στο ναό, οπού και φυλάσσονται μέχρι σήμερα. Από το 1988 το υπόγειο λειτουργεί ως εκθεσιακός χώρος, όπου εκτίθενται συλλογή γλυπτών, κιονόκρανων, θωρακίων και αγγείων από το ναό του Αγίου Δημητρίου. Στην κρύπτη του ναού λειτουργεί μουσειακή έκθεση με τη γλυπτή διακόσμηση του ναού στις διάφορες φάσεις της ιστορίας του. Το 1988 ο ναός ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την UNESCΟ.
Ως πολιούχος και προστάτης της Θεσσαλονίκης με αυξημένη λατρεία ο Άγιος Δημήτριος εμφανίζεται από τον έκτο αιώνα, όταν η πόλη έζησε σε αγωνία επί μακρόν εξ αιτίας των επανειλημμένων επιθέσεων των Αβαροσλάβων και των Σλάβων κατά των τειχών της. Κατά τους μετά τον έβδομο αιώνα χρόνους ο Άγιος δεν θα μείνει ο μάρτυρας με τον λευκό χιτώνα, αλλά υπό την επίδραση του στρατιωτικού και ηρωικού πολεμικού πνεύματος των βυζαντινών ακριτών, θα γίνει βυζαντινός οπλίτης με ασπίδα και δόρυ, θα γίνει καβαλάρης βυζαντινός Ακρίτας με χαλύβδινη πανοπλία με ξίφος και ασπίδα. Στα τελευταία βιβλία των θαυμάτων του παρουσιάζεται ενδεδυμένος με πανοπλία στρατιωτική, έφιππος, ξιφηφόρος, νέος και χαριέστατος και έτσι πλέον θα τον παριστάνουν οι ζωγράφοι της εποχής αυτής (4).
Οι Θεσσαλονικείς απέδωσαν κατά καιρούς την διάσωση της πόλης τους από τις επιδρομές των βαρβάρων στον Άγιο Δημήτριο. Κατά την πρώτη υπό των Αβάρων πολιορκία της Θεσσαλονίκης(583) εθεάθη ο Δημήτριος όχι ως οπτασία, αλλά ως ζωντανός στρατιώτης με πανοπλία και φόνευσε τον πρώτο επιδρομέα, ο οποίος επιχείρησε να αναρριχηθεί επί του τείχους και έτσι λύθηκε προσωρινά η πολιορκία της πόλης. Οι Άβαροι ήλθαν εκ νέου εναντίον της πόλης της Θεσσαλονίκης με 100.000 στρατό βοηθούμενοι και από το γένος των Σκλαβίνων, που ήταν «Θηριώδες». Και εκ νέου όμως τράπηκαν σε φυγή νύχτα, επειδή είδαν ένα μεγαλοπρεπή άνδρα πάνω σε κατάλευκο άλογο με λαμπρό ιμάτιο, ο οποίος ηγείτο μυριάδων στρατού. Άλλοτε πάλι όταν η Θεσσαλονίκη πολιορκήθηκε από την ξηρά και την θάλασσα από τα στίφη των Δραγουβίνων- Σαγουδατών- Βελεγιζιτών και άλλων βαρβάρων εθεάθη ο Άγιος Δημήτριος να φέρει λευκή χλαμύδα και να περιτρέχει το τείχος και στη συνέχεια να βαδίζει πάνω στην θάλασσα ως εάν βάδιζε πάνω στην ξηρά και έτρεπε σε φυγή τα στίφη των επιδρομέων. Σε άλλη περίσταση, όταν επέδραμε εναντίον της πόλης ο Χαχάνος των Αράβων, ακολουθούμενος από πλήθος Βουλγάρων και κατασκεύασε έξω από την Θεσσαλονίκη ξύλινους Πύργους υψηλότερους από τα τείχη ο Άγιος Δημήτριος έρριψε εναντίον των πολιορκητικών μηχανών λίθο επί του οποίου είχε χαράξει το όνομά του. Ο λίθος αυτός κατάστρεψε τις πολιορκητικές μηχανές των βαρβάρων, οι οποίοι τράπηκαν σε φυγή. Έκτοτε επεκράτησε να ορκίζονται οι Θεσσαλονικείς στον Άγιο Δημήτριο λέγοντες τον ισχυρότερο από κάθε άλλο όρκο «Μα τον σον και ημών απάντων Δημήτριον τον κηδεμόνα της Θεσσαλονίκης και πολιούχον». Αναφέρεται ότι ο Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος, ο οποίος είχε εγκαταστήσει το στρατηγείο του στη Θεσσαλονίκη προσευχόταν στον τάφο του Αγίου Δημητρίου και επικαλείτο την βοήθειά του κάθε φορά που εκστράτευε εναντίον των βαρβάρων. Κατά τον 13ο αιώνα ο Άγιος φέρεται να πλήττει με το δόρυ του τον βασιλιά των Βουλγάρων Ιωάννη, ο οποίος για την σκληρότητά του ονομάσθηκε Σκυλογιάννης και έσωσε την πόλη της Θεσσαλονίκης για μία ακόμη φορά από τους επιδρομείς της(5). Το έτος 1082 η Θεσσαλική Λάρισα πολιορκείται από τον Βοημούνδο υιό του Νορμανδού ηγεμόνα της Κάτω Ιταλίας Ροβέρτου Γυϊσκάρδου. Ο Αλέξιος Ο Κομνηνός Αυτοκράτορας του Βυζαντίου σπεύδει σε βοήθεια. Οι στρατιωτικές του όμως δυνάμεις που διαθέτει είναι πολύ ασθενέστερες από του Βοημούνδου και με περίσκεψη σχεδιάζει την απόκρουση των Νορμανδών. Η Άννα η Κομνηνή στην Αλεξιάδα της (6) περιγράφει ως εξής την βοήθεια που δέχθηκε ο Αλέξιος Ο Κομνηνός από τον Άγιο Δημήτριο. Όταν βασίλεψε ο ήλιος ο βασιλιάς κουρασμένος από τον ολοήμερο μόχθο του, παραδόθηκε στον ύπνο και είδε το εξής όνειρο: Του φάνηκε πώς στεκόταν μέσα στον ιερό ναό του μεγαλομάρτυρα Δημητρίου και άκουσε μία φωνή να του λέγει: Μη λυπάσαι, μη στενάζεις, αύριο νικάς. Ή φωνή πού έφτασε στα αυτιά του νόμισε πώς έβγαινε από μια εικόνα του μεγαλομάρτυρα Δημητρίου πού ήταν κρεμασμένη στον τοίχο της Εκκλησίας. Ξύπνησε καταχαρούμενος για την προφητεία του ονείρου και άρχισε να προσεύχεται τάζοντας στον Μάρτυρα, αν ευδοκούσε να του χαρίσει την νίκη κατά των εχθρών, να πάει στον Ναό του με τα πόδια, πολλά στάδια πριν εισέλθει στην Θεσσαλονίκη, θα ξεπέζευε και θα πήγαινε πεζός να προσκυνήσει την χάρη του. Συγκεντρώνει αμέσως τούς δικούς του και τούς ανακοινώνει το σχέδιο ενέδρας πού μόλις είχε εμπνευστεί με τον φωτισμό του Αγίου· Εκείνη την ώρα όλα τα άλογα του στρατοπέδου των Ρωμαίων ακούστηκαν αίφνης να χρεμετίζουν, πράγμα πού θεωρήθηκε από όλους ως καλός οιωνός. Το σχέδιο τίθεται σε ενέργεια· οι Κέλτες σκοτισμένοι κυνηγούν ακάθεκτοι ένα τμήμα των βυζαντινών πού φαίνεται να υποχωρεί φοβισμένο από την περιοχή· Ο κρυμμένος μέχρι τότε βασιλιάς με το υπόλοιπο μέρος τού στρατού του επιτίθεται εναντίον τού εχθρικού στρατοπέδου, σκοτώνει πολλούς πανικόβλητους Λατίνους πού βρίσκονταν ακόμη εκεί και συναποκομίζει τα λάφυρα. Όταν ό Βοημούνδος αντιλαμβάνεται το πάθημά του, είναι πλέον αργά. Ή νίκη ανήκει ήδη στους βυζαντινούς, οι οποίοι ανακτούν μαζί με την Λάρισα από τούς Νορμανδούς όλη την Θεσσαλία. Χωρίς καθυστέρηση ό ευσεβής Αλέξιος άφησε τότε την Λάρισα και σπεύδει στην Θεσσαλονίκη, για να εκπληρώσει την υπόσχεσή του στον υπέρμαχο μεγαλομάρτυρα Δημήτριο.
Στις συλλογές των θαυμάτων του ' Αγ. Δημητρίου, από τα γνωστά Αctα, του Migne(βιβλίο Γ', τ. 116, στ. 1393-1396) στα θαύματα του «μυρορρόα μεγαλομάρτυρος Δημητρίου», μεταφερμένο σε απλή εκκλησιαστική γλώσσα, βρίσκεται η αφήγηση ενός θαύματος του Αγίου, το όποιο συνέβηκε σ' ένα αξιωματούχο του βυζαντινού κράτους. Σύμφωνα με την παλαιότερη γνωστή αφήγηση του θαύματος, πού χρονολογικά ανάγεται οπωσδήποτε κάτω από τον 10ο αιώνα ό αξιωματούχος είχε αρρωστήσει με αποτέλεσμα να πάθει γενική παράλυση και να μείνει κατάκοιτος. Απελπισμένος από τις μάταιες προσπάθειες των γιατρών να τον θεραπεύσουν ήλθε στη Θεσσαλονίκη και, κατά την παραγγελία του Άγίου πού του παρουσιάστηκε στον ύπνο του επισκέφθηκε τη μονή του Aγίου Δημητρίου, έξω από την πόλη. Κοντά στη μονή αυτή, μέσα από ένα σχίσμα βράχου έτρεχε γλυκό, καθαρό και μέτρια ψυχρό νερό. Με το νερό αυτό ή, καλύτερα, με το άγιασμα αυτό ράντισε ό αξιωματούχος τις αρθρώσεις του πού είχαν πάψει να λειτουργούν και άρχισε να κινεί τα χέρια του, έπειτα τα πόδια του, σηκώθηκε και άρχισε να βαδίζει διακηρύσσοντας το θαύμα. Απ' αυτό το θαύμα ό μεγαλομάρτυρας Δημήτριος πήρε το επίθετο«Αρμογένης», δηλαδή ό άγιος πού θεραπεύει τούς αρμούς, τις κλειδώσεις. Το κείμενο αυτό γράφεται από άγνωστο συγγραφέα μετά τον 8ο αιώνα, αφηγείται θαύμα που έγινε σε εποχή που δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί. Ο συγγραφέας το έχει ακούσει και δεν μνημονεύει καθόλου το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε ως τα χρόνια του. Η Μονή αυτή Αγίου Δημητρίου του Αρμογένη, όλες οι πιθανότητες συγκλίνουν ότι υψωνόταν στη θέση του παλαιού καφενείου του Σέϊχ Σου Θεσσαλονίκης(7).
¨Ένα άλλο θαύμα αξίζει να σημειωθεί που έγινε στο Ποσκώφ της Ρωσίας τον Οκτώβριο μήνα το έτος 1965, για το οποίο και ο τότε ελεγχόμενος τύπος της Ρωσίας το ανέφερε. Η αφήγηση του θαύματος αυτού περιέχεται σε επιστολή που στάλθηκε τότε από την Σοβιετική ένωση. Να τι λέγει η επιστολή: «..Στις 26 τού 'Οκτωβρίου αρχίσαμε προετοιμασίες για τούς εορτασμούς της 'Οκτωβριανής Επαναστάσεως, γιατί θα έρχονταν πολλοί επίσημοι από διάφορα μέρη εδώ, για να επισκεφθούν τα μνημεία των πεσόντων στον πόλεμο. Δουλέψαμε όλοι εθελοντικά και καθαρίσαμε τα ξηρά χόρτα και στρώσαμε τα δρομάκια με ψιλές πέτρες. Το βράδυ κοιμηθήκαμε στην λέσχη τού χωριού, κάπου 45 γυναίκες, από τα γύρω χωριά. Πέσαμε σαν σκοτωμένες από την κούραση. Την νύκτα ξυπνά μία από μας και φωνάζει: Βοήθεια, συντρόφισσες. Βλέπω εφιάλτες. Τί είδες; τί είδες; ρωτήσαμε όλες.
Είδα έναν αστραφτερό νέο επάνω σε άλογο πού βαστούσε στα χέρια του ένα χρυσό ποτήριο. Ό καβαλάρης μού είπε: "Κοίταξε αυτό το άγιο ποτήριο, πού είναι γεμάτο από το αίμα τού Χριστού, πού θα σας φωτίση όλους και θα φέρει την αγάπη και την ειρήνη. Θέλησα να τον ερωτήσω: ποιός είσαι; Μα δεν μπόρεσα. Αλλά αυτός το κατάλαβε και μού είπε: "Να σκάψετε εκεί, στο τάδε σημείο και θα μάθεις ποιός είμαι!" Το όνειρο ήταν ολοφάνερο. Ύστερα ξαναπέσαμε να κοιμηθούμε. Αύτη την φορά το ίδιο όνειρο το είδαν 17 γυναίκες και κορίτσια (από αυτές 11 είναι κομματικά μέλη). Πάλι ό καβαλάρης! Πάλι το χρυσό ποτήριο πού έλαμπε στα χέρια του! Και πάλι πρόσταζε: "Να σκάψετε εκεί, να μάθετε ποιός είμαι εγώ!!" Κάναμε συμβούλιο, τί να πράξουμε. Στην περιοχή μας δεν υπάρχει ούτε ένας παπάς. Σκεφτήκαμε να πάμε στο Λένιγκραντ. Πήγαμε. Αλλά παντού μάς έκλεισαν τις πόρτες και μάς θεωρούσαν για τρελές και υστερικές. Τελικά κάποιος είπε να πάμε σε αρχαιολόγους. Πήγαμε. Αυτοί μάς είπαν πώς μέχρι τώρα κάνεις δεν έκαμε ανασκαφές βάσει ονείρων και πώς τα χρήματα τού δημοσίου δεν ήταν για πέταμα. Γυρίσαμε απελπισμένες στο ξενοδοχείο μας. Στις 4 το πρωί κτυπά το τηλέφωνο. Οι αρχαιολόγοι μάς ζητούν! Με φωνές πού τρέμουν μάς λέγουν να πάμε να τούς ξαναβρούμε με το πρώτο λεωφορείο. Ξαναπάμε. Αυτοί ήταν άνω κάτω. Είδαν το ίδιο όνειρο! Επάνω στο χρυσό ποτήριο ήταν ή μορφή τού Χριστού. Το πράγμα διαδόθηκε πλατιά. Σχόλια στον τύπο. Χλευασμοί, κοροϊδίες. Τα καταφέραμε όμως! Έφυγε αποστολή από εργάτες και εθελοντές μαζί με αρχαιολόγους. Ύστερα από τρείς ημέρες βρέθηκαν τα πρώτα ερείπια. Ένα ολόκληρο συγκρότημα, κάπου 40 Εκκλησίες. Κάθε μέρα στον ύπνο τους όλοι έβλεπαν τον °Άγιο καβαλάρη πού πρόσταζε: "Σκάψετε! Σκάψετε! Σκάψετε!" Την τετάρτη νύκτα όλοι, κατόπιν συνεννοήσεως, τον ερώτησαν: Ποιός είσαι; Αγρίεψε ό Άγιος και φώναξε δυνατά:
Μα δεν με ξέρετε; Είμαι ό ΝΤΙΜΙΤΡΙ ΣΑΛΟΥΝΣΚΙ (Δημήτριος της Θεσσαλονίκης) και με έστειλε ό Χριστός κοντά σας, να σάς φέρω και πάλι αγάπη και ειρήνη. Την 13η ημέρα σκάβοντας βρήκαμε επιτέλους τον μεγαλοπρεπή ναό του, την εικόνα του, καθώς και το άγιο ποτήριο πού βαστούσε στο χέρι... Σάλος! Μεγάλος σάλος! Ακόμη και ο τύπος έγραψε περί αυτού. Στεγνά όμως. Παραμορφωμένα. Αλλά όλοι μας τώρα ξέρουμε την αλήθεια…»(8)
Μετά τον θάνατο του Αγίου Δημητρίου θαύματα ενεργούσε και ο υπηρέτης του μάρτυρα Λούπος με το αίμα που είχε περιμαζέψει από το μαρτύριο του Αγίου και το δακτυλίδι αυτού.
Η τιμή στον Άγιο δεν θα μείνει τοπική, θα επεκταθεί πέραν της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας, στα Βαλκάνια, στην Κωνσταντινούπολη, στην Μ. Ασία και μέχρι τη Καππαδοκία. Η τιμή αυτή στον κόσμο των Βαλκανίων διαδραμάτισε μεγάλο πολιτιστικό ρόλο. Παρατηρείται μέγα πλήθος εγκωμίων στην Βυζαντινή πεζογραφία, μέγα πλήθος εικόνων στην Βυζαντινή τέχνη και μέγα πλήθος προσκυνητών στην Βυζαντινή Θεσσαλονίκη. Κατά τον Οκτώβριο μήνα κάθε έτους γινόταν πολυήμερος εμπορική πανήγυρη του Αγίου, έξω του δυτικού κάστρου της πόλης της Θεσσαλονίκης στην μεταξύ των τειχών και δη της Χρυσόπορτας και του Αξιού πεδιάδα με θρησκευτικές τελετές και αγρυπνίες(9). Ο Αρμενόπουλος λέγει ότι η συρροή του πλήθους κατά την εορτή έδιδε την εντύπωση, ότι αυτή ήταν οικουμενική. Κατά την περίοδο των εορτών δημιουργούνταν μία πρόσθετη πόλη, λίαν εκτεταμένη και θαυμάσια σχεδιασμένη και ρυμοτομημένη. Στα περίπτερα που σχηματίζονταν στην πόλη αυτή εκτίθονταν προς πώληση προϊόντα εγχώρια και ξένα ποικίλων βιοτεχνιών(10).
Άξιος θαυμασμού και προσκύνησης ο Άγιος Δημήτριος ο Μυροβλύτης. Υπέρμαχος πράγματι της Θεσσαλονίκης και όλης της οικουμένης. Προς τιμή του το Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης έχει στην σφραγίδα του την εικόνα του και μεγάλη ολόσωμη απεικόνιση του Αγίου δεσπόζει στην αίθουσα τελετών του.
Κάθε πανηγυρική εκδήλωση του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης αρχίσει με το τροπάριο του Αγίου Δημητρίου. Στον Άγιο Δημήτριο αποδίδουν οι Θεσσαλονικείς την είσοδο των Ελληνικών στρατευμάτων στην πόλη της Θεσσαλονίκης την ημέρα της εορτής του κατά τους Βαλκανικούς πολέμους και θρυλούνταν από τους έλληνες πολεμιστές των βαλκανικών αγώνων, ότι μπροστά από τα ελληνικά στρατεύματα σε κάθε μάχη ήταν επικεφαλής η οπτασία του Αγίου Δημητρίου.
Βιβλιογραφία:
(1)Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία : τομ. Δ. λήμμα, Δημήτριος σελ. 1054 .
(2)Γεωργίου. Θεοχαρίδου: Ιστορία της Μακεδονίας Κατά τους Μέσους Χρόνους(285-1354) Θεσσαλονίκη(1980) σελ. 61.
(3)Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ηλίου: τομ. Α σελ. 276.
(4)Γεωργίου. Θεοχαρίδου: Ιστορία της Μακεδονίας Κατά τους Μέσους Χρόνους(285-1354) Θεσσαλονίκη(1980) σελ. 81.
(5)Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ηλίου: τομ. Ε σελ. 928.
(6) Άννης Κομνηνής «Αλεξιάς» βιβλ. Ε κεφ. V αριθ. 6 επομ.
(7)Αποστόλου Βακαλόπουλου: Παγκάρπια Μακεδονικής Γης-Τιμητική Προσφορά της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών στον συγγραφέα (1980), σελ. 315.
(8)Ο Άγιος Δημήτριος Ο Μυροβλύτης: Υπο του Ιερού Κελλίου Αγίου Νικολάου Μπουραζέρη- Άγιον Όρος Β έκδοση σελ. 115.
(9)Γεωργίου. Θεοχαρίδου: Ιστορία της Μακεδονίας Κατά τους Μέσους Χρόνους(285-1354) Θεσσαλονίκη(1980) σελ. 81.
(10)Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία: τομ. Δ. λήμμα, Δημήτριος σελ. 1054.
Ιερά Μητρόπολις Μάνης
paraklisi
Ο Δημήτριος γεννήθηκε στην Θεσσαλονίκη το έτος 280, από επιφανή μακεδονική οικογένεια και έτυχε επιμελημένης παιδείας και χριστιανικής διαπαιδαγώγησης. Είναι μία από τις δημοφιλέστερες μορφές στο αγιολόγιο της Ελληνικής και της καθόλου Ορθοδοξίας.
Κατετάγη στον ρωμαϊκό στρατό και νέος ακόμη ανήλθε στα ανώτερα στρατιωτικά και πολιτικά αξιώματα Ο Αύγουστος και συνάρχοντας του Διοκλητιανού Μαξιμιανός(245-310), που είχε κάνει γαμπρό τον Μεγάλο Κωνσταντίνο δίδοντάς του την θυγατέρα του Φαύστα, εκτιμώντας τα προσόντα του Δημητρίου τον έκαμε πρώτο συγκλητικό της Θεσσαλονίκης και μετέπειτα ανθύπατο. Ο νέος ύπατος των Ρωμαίων εξουσίαζε προφανώς την Μακεδονία που άρχιζε από τις ακτές της Αδριατικής και εκτεινόταν μέχρι τον Έβρο και την Θεσσαλία.
Την κοσμική εξουσία που του ανατέθηκε ο Δημήτριος την ασκούσε δίκαια προς όλους τους πολίτες, ειδωλολάτρες και χριστιανούς
Εκείνη την εποχή τελούνταν στην Θεσσαλονίκη δημόσιοι αγώνες στο στάδιο της πόλης και κάποιος εθνικός - ειδωλολάτρης ονομαζόμενος Λυαίος εκαυχάτο για την ρώμη του και προκαλούσε τους πολίτες να έλθουν στο στίβο και να αναμετρηθούν μαζί του. Τότε κάποιος νέος χριστιανός φίλος του Δημητρίου, ονομαζόμενος Νέστορας μεταβαίνει στην φυλακή και ζήτησε την γνώμη του Δημητρίου εάν πρέπει να αγωνισθεί εναντίον του Λυαίου. Ο Δημήτριος τον ενεθάρρυνε και «τω σημείω του σταυρού κατασφραγίσας το μέτωπον αυτού», με πολλές ευχές και ελπίδες τον έστειλε να αγωνισθεί εναντίον του Λυαίου. Ο Nέστορας πολύ ενθαρρύνθηκε από την ευλογία του Δημητρίου, πήγε στο στάδιο, αγωνίσθηκε εναντίον του Λυαίου και τον φόνευσε. Τότε ο Μαξιμιανός που ήταν παρών τόσο πολύ λυπήθηκε για τον θάνατο του Λυαίου και την νίκη του Νέστορα που διέταξε τον μεν Νέστορα να φονεύσουν επί τόπου, τον δε στην φυλακή ευρισκόμενο Δημήτριο, στο χριστιανικό σύλλογο του οποίου ανήκε ο Νέστορας, να φονευθεί και αυτός. «Λόγχη τρωθείς την πλευράν». Το σώμα του Δημητρίου το πήραν χριστιανοί και το έθαψαν. Ο τάφος του Δημητρίου μεταβλήθηκε σε βαθύ πηγάδι, από το οποίο ανάβλυζε μύρο και εξ αιτίας του γεγονότος αυτού αποκλήθηκε «Μυροβλύτης». Με την ανάδοση του μύρου συνδυάζονται και τα περισσότερα θαύματα του Αγίου Δημητρίου. (1)
Ο Άγιος Δημήτριος πρέπει να μαρτύρησε μίαν 26 Οκτωβρίου μεταξύ των ετών 303, οπότε εκδόθηκε το πρώτον διάταγμα του Διοκλητιανού περί διωγμού των Χριστιανών και 311 μ. χ. οπότε εκδόθηκε το διάταγμα του Βαλέριου περί ανεξιθρησκείας, το οποίον έπαυσε επισήμως τουλάχιστον τον διωγμό των Χριστιανών(2). Η γενέτειρα πόλη της Θεσσαλονίκης ανακήρυξε τον Δημήτριο Πολιούχο της.
Προς τιμήν του Αγίου Δημητρίου κτίσθηκε στην Θεσσαλονίκη τον πέμπτο αιώνα η ωραιότερη και μεγαλοπρεπέστερη Βασιλική της Ανατολής. Αυτή που διατηρήθηκε έκτοτε και υπήρξε το προπύργιο της λατρείας των χριστιανών, καταστράφηκε κατά την μεγάλη πυρκαγιά της Θεσσαλονίκης στις 5 και 6 Αυγούστου το έτος 1917, η οποία αποτέφρωσε τα τρία τέταρτα της πόλης. Η δυσχερέστατη αναστήλωση του ναού άρχισε το 1926 για να διακοπεί μετά από λίγο και να αρχίσει ξανά το έτος 1945, οπότε συστάθηκε αυτόνομος οργανισμός για την ανοικοδόμηση του μνημείου. Το έτος 1948 εκδόθηκε και ειδικό γραμματόσημο από την πώληση του οποίου και από άλλους πόρους συγκεντρώθηκε το μεγάλο ποσό για την αποπεράτωσή του(3). Η εκκλησία του Αγίου Δημητρίου παραδόθηκε στους πιστούς στις 26-10-1949 και τα επίσημα εγκαίνια έγιναν το έτος 1958. Τα λείψανα του Αγίου Δημητρίου επέστρεψαν το έτος 1978 από το Αββαείο του Αγίου Λαυρεντίου στο Κάμπο της Ιταλίας και τοποθετήθηκαν σε αργυρή λάρνακα μέσα στο ναό, οπού και φυλάσσονται μέχρι σήμερα. Από το 1988 το υπόγειο λειτουργεί ως εκθεσιακός χώρος, όπου εκτίθενται συλλογή γλυπτών, κιονόκρανων, θωρακίων και αγγείων από το ναό του Αγίου Δημητρίου. Στην κρύπτη του ναού λειτουργεί μουσειακή έκθεση με τη γλυπτή διακόσμηση του ναού στις διάφορες φάσεις της ιστορίας του. Το 1988 ο ναός ανακηρύχθηκε Μνημείο Παγκόσμιας Πολιτιστικής Κληρονομιάς από την UNESCΟ.
Ως πολιούχος και προστάτης της Θεσσαλονίκης με αυξημένη λατρεία ο Άγιος Δημήτριος εμφανίζεται από τον έκτο αιώνα, όταν η πόλη έζησε σε αγωνία επί μακρόν εξ αιτίας των επανειλημμένων επιθέσεων των Αβαροσλάβων και των Σλάβων κατά των τειχών της. Κατά τους μετά τον έβδομο αιώνα χρόνους ο Άγιος δεν θα μείνει ο μάρτυρας με τον λευκό χιτώνα, αλλά υπό την επίδραση του στρατιωτικού και ηρωικού πολεμικού πνεύματος των βυζαντινών ακριτών, θα γίνει βυζαντινός οπλίτης με ασπίδα και δόρυ, θα γίνει καβαλάρης βυζαντινός Ακρίτας με χαλύβδινη πανοπλία με ξίφος και ασπίδα. Στα τελευταία βιβλία των θαυμάτων του παρουσιάζεται ενδεδυμένος με πανοπλία στρατιωτική, έφιππος, ξιφηφόρος, νέος και χαριέστατος και έτσι πλέον θα τον παριστάνουν οι ζωγράφοι της εποχής αυτής (4).
Οι Θεσσαλονικείς απέδωσαν κατά καιρούς την διάσωση της πόλης τους από τις επιδρομές των βαρβάρων στον Άγιο Δημήτριο. Κατά την πρώτη υπό των Αβάρων πολιορκία της Θεσσαλονίκης(583) εθεάθη ο Δημήτριος όχι ως οπτασία, αλλά ως ζωντανός στρατιώτης με πανοπλία και φόνευσε τον πρώτο επιδρομέα, ο οποίος επιχείρησε να αναρριχηθεί επί του τείχους και έτσι λύθηκε προσωρινά η πολιορκία της πόλης. Οι Άβαροι ήλθαν εκ νέου εναντίον της πόλης της Θεσσαλονίκης με 100.000 στρατό βοηθούμενοι και από το γένος των Σκλαβίνων, που ήταν «Θηριώδες». Και εκ νέου όμως τράπηκαν σε φυγή νύχτα, επειδή είδαν ένα μεγαλοπρεπή άνδρα πάνω σε κατάλευκο άλογο με λαμπρό ιμάτιο, ο οποίος ηγείτο μυριάδων στρατού. Άλλοτε πάλι όταν η Θεσσαλονίκη πολιορκήθηκε από την ξηρά και την θάλασσα από τα στίφη των Δραγουβίνων- Σαγουδατών- Βελεγιζιτών και άλλων βαρβάρων εθεάθη ο Άγιος Δημήτριος να φέρει λευκή χλαμύδα και να περιτρέχει το τείχος και στη συνέχεια να βαδίζει πάνω στην θάλασσα ως εάν βάδιζε πάνω στην ξηρά και έτρεπε σε φυγή τα στίφη των επιδρομέων. Σε άλλη περίσταση, όταν επέδραμε εναντίον της πόλης ο Χαχάνος των Αράβων, ακολουθούμενος από πλήθος Βουλγάρων και κατασκεύασε έξω από την Θεσσαλονίκη ξύλινους Πύργους υψηλότερους από τα τείχη ο Άγιος Δημήτριος έρριψε εναντίον των πολιορκητικών μηχανών λίθο επί του οποίου είχε χαράξει το όνομά του. Ο λίθος αυτός κατάστρεψε τις πολιορκητικές μηχανές των βαρβάρων, οι οποίοι τράπηκαν σε φυγή. Έκτοτε επεκράτησε να ορκίζονται οι Θεσσαλονικείς στον Άγιο Δημήτριο λέγοντες τον ισχυρότερο από κάθε άλλο όρκο «Μα τον σον και ημών απάντων Δημήτριον τον κηδεμόνα της Θεσσαλονίκης και πολιούχον». Αναφέρεται ότι ο Βασίλειος ο Βουλγαροκτόνος, ο οποίος είχε εγκαταστήσει το στρατηγείο του στη Θεσσαλονίκη προσευχόταν στον τάφο του Αγίου Δημητρίου και επικαλείτο την βοήθειά του κάθε φορά που εκστράτευε εναντίον των βαρβάρων. Κατά τον 13ο αιώνα ο Άγιος φέρεται να πλήττει με το δόρυ του τον βασιλιά των Βουλγάρων Ιωάννη, ο οποίος για την σκληρότητά του ονομάσθηκε Σκυλογιάννης και έσωσε την πόλη της Θεσσαλονίκης για μία ακόμη φορά από τους επιδρομείς της(5). Το έτος 1082 η Θεσσαλική Λάρισα πολιορκείται από τον Βοημούνδο υιό του Νορμανδού ηγεμόνα της Κάτω Ιταλίας Ροβέρτου Γυϊσκάρδου. Ο Αλέξιος Ο Κομνηνός Αυτοκράτορας του Βυζαντίου σπεύδει σε βοήθεια. Οι στρατιωτικές του όμως δυνάμεις που διαθέτει είναι πολύ ασθενέστερες από του Βοημούνδου και με περίσκεψη σχεδιάζει την απόκρουση των Νορμανδών. Η Άννα η Κομνηνή στην Αλεξιάδα της (6) περιγράφει ως εξής την βοήθεια που δέχθηκε ο Αλέξιος Ο Κομνηνός από τον Άγιο Δημήτριο. Όταν βασίλεψε ο ήλιος ο βασιλιάς κουρασμένος από τον ολοήμερο μόχθο του, παραδόθηκε στον ύπνο και είδε το εξής όνειρο: Του φάνηκε πώς στεκόταν μέσα στον ιερό ναό του μεγαλομάρτυρα Δημητρίου και άκουσε μία φωνή να του λέγει: Μη λυπάσαι, μη στενάζεις, αύριο νικάς. Ή φωνή πού έφτασε στα αυτιά του νόμισε πώς έβγαινε από μια εικόνα του μεγαλομάρτυρα Δημητρίου πού ήταν κρεμασμένη στον τοίχο της Εκκλησίας. Ξύπνησε καταχαρούμενος για την προφητεία του ονείρου και άρχισε να προσεύχεται τάζοντας στον Μάρτυρα, αν ευδοκούσε να του χαρίσει την νίκη κατά των εχθρών, να πάει στον Ναό του με τα πόδια, πολλά στάδια πριν εισέλθει στην Θεσσαλονίκη, θα ξεπέζευε και θα πήγαινε πεζός να προσκυνήσει την χάρη του. Συγκεντρώνει αμέσως τούς δικούς του και τούς ανακοινώνει το σχέδιο ενέδρας πού μόλις είχε εμπνευστεί με τον φωτισμό του Αγίου· Εκείνη την ώρα όλα τα άλογα του στρατοπέδου των Ρωμαίων ακούστηκαν αίφνης να χρεμετίζουν, πράγμα πού θεωρήθηκε από όλους ως καλός οιωνός. Το σχέδιο τίθεται σε ενέργεια· οι Κέλτες σκοτισμένοι κυνηγούν ακάθεκτοι ένα τμήμα των βυζαντινών πού φαίνεται να υποχωρεί φοβισμένο από την περιοχή· Ο κρυμμένος μέχρι τότε βασιλιάς με το υπόλοιπο μέρος τού στρατού του επιτίθεται εναντίον τού εχθρικού στρατοπέδου, σκοτώνει πολλούς πανικόβλητους Λατίνους πού βρίσκονταν ακόμη εκεί και συναποκομίζει τα λάφυρα. Όταν ό Βοημούνδος αντιλαμβάνεται το πάθημά του, είναι πλέον αργά. Ή νίκη ανήκει ήδη στους βυζαντινούς, οι οποίοι ανακτούν μαζί με την Λάρισα από τούς Νορμανδούς όλη την Θεσσαλία. Χωρίς καθυστέρηση ό ευσεβής Αλέξιος άφησε τότε την Λάρισα και σπεύδει στην Θεσσαλονίκη, για να εκπληρώσει την υπόσχεσή του στον υπέρμαχο μεγαλομάρτυρα Δημήτριο.
Στις συλλογές των θαυμάτων του ' Αγ. Δημητρίου, από τα γνωστά Αctα, του Migne(βιβλίο Γ', τ. 116, στ. 1393-1396) στα θαύματα του «μυρορρόα μεγαλομάρτυρος Δημητρίου», μεταφερμένο σε απλή εκκλησιαστική γλώσσα, βρίσκεται η αφήγηση ενός θαύματος του Αγίου, το όποιο συνέβηκε σ' ένα αξιωματούχο του βυζαντινού κράτους. Σύμφωνα με την παλαιότερη γνωστή αφήγηση του θαύματος, πού χρονολογικά ανάγεται οπωσδήποτε κάτω από τον 10ο αιώνα ό αξιωματούχος είχε αρρωστήσει με αποτέλεσμα να πάθει γενική παράλυση και να μείνει κατάκοιτος. Απελπισμένος από τις μάταιες προσπάθειες των γιατρών να τον θεραπεύσουν ήλθε στη Θεσσαλονίκη και, κατά την παραγγελία του Άγίου πού του παρουσιάστηκε στον ύπνο του επισκέφθηκε τη μονή του Aγίου Δημητρίου, έξω από την πόλη. Κοντά στη μονή αυτή, μέσα από ένα σχίσμα βράχου έτρεχε γλυκό, καθαρό και μέτρια ψυχρό νερό. Με το νερό αυτό ή, καλύτερα, με το άγιασμα αυτό ράντισε ό αξιωματούχος τις αρθρώσεις του πού είχαν πάψει να λειτουργούν και άρχισε να κινεί τα χέρια του, έπειτα τα πόδια του, σηκώθηκε και άρχισε να βαδίζει διακηρύσσοντας το θαύμα. Απ' αυτό το θαύμα ό μεγαλομάρτυρας Δημήτριος πήρε το επίθετο«Αρμογένης», δηλαδή ό άγιος πού θεραπεύει τούς αρμούς, τις κλειδώσεις. Το κείμενο αυτό γράφεται από άγνωστο συγγραφέα μετά τον 8ο αιώνα, αφηγείται θαύμα που έγινε σε εποχή που δεν είναι δυνατόν να καθοριστεί. Ο συγγραφέας το έχει ακούσει και δεν μνημονεύει καθόλου το χρονικό διάστημα που μεσολάβησε ως τα χρόνια του. Η Μονή αυτή Αγίου Δημητρίου του Αρμογένη, όλες οι πιθανότητες συγκλίνουν ότι υψωνόταν στη θέση του παλαιού καφενείου του Σέϊχ Σου Θεσσαλονίκης(7).
¨Ένα άλλο θαύμα αξίζει να σημειωθεί που έγινε στο Ποσκώφ της Ρωσίας τον Οκτώβριο μήνα το έτος 1965, για το οποίο και ο τότε ελεγχόμενος τύπος της Ρωσίας το ανέφερε. Η αφήγηση του θαύματος αυτού περιέχεται σε επιστολή που στάλθηκε τότε από την Σοβιετική ένωση. Να τι λέγει η επιστολή: «..Στις 26 τού 'Οκτωβρίου αρχίσαμε προετοιμασίες για τούς εορτασμούς της 'Οκτωβριανής Επαναστάσεως, γιατί θα έρχονταν πολλοί επίσημοι από διάφορα μέρη εδώ, για να επισκεφθούν τα μνημεία των πεσόντων στον πόλεμο. Δουλέψαμε όλοι εθελοντικά και καθαρίσαμε τα ξηρά χόρτα και στρώσαμε τα δρομάκια με ψιλές πέτρες. Το βράδυ κοιμηθήκαμε στην λέσχη τού χωριού, κάπου 45 γυναίκες, από τα γύρω χωριά. Πέσαμε σαν σκοτωμένες από την κούραση. Την νύκτα ξυπνά μία από μας και φωνάζει: Βοήθεια, συντρόφισσες. Βλέπω εφιάλτες. Τί είδες; τί είδες; ρωτήσαμε όλες.
Είδα έναν αστραφτερό νέο επάνω σε άλογο πού βαστούσε στα χέρια του ένα χρυσό ποτήριο. Ό καβαλάρης μού είπε: "Κοίταξε αυτό το άγιο ποτήριο, πού είναι γεμάτο από το αίμα τού Χριστού, πού θα σας φωτίση όλους και θα φέρει την αγάπη και την ειρήνη. Θέλησα να τον ερωτήσω: ποιός είσαι; Μα δεν μπόρεσα. Αλλά αυτός το κατάλαβε και μού είπε: "Να σκάψετε εκεί, στο τάδε σημείο και θα μάθεις ποιός είμαι!" Το όνειρο ήταν ολοφάνερο. Ύστερα ξαναπέσαμε να κοιμηθούμε. Αύτη την φορά το ίδιο όνειρο το είδαν 17 γυναίκες και κορίτσια (από αυτές 11 είναι κομματικά μέλη). Πάλι ό καβαλάρης! Πάλι το χρυσό ποτήριο πού έλαμπε στα χέρια του! Και πάλι πρόσταζε: "Να σκάψετε εκεί, να μάθετε ποιός είμαι εγώ!!" Κάναμε συμβούλιο, τί να πράξουμε. Στην περιοχή μας δεν υπάρχει ούτε ένας παπάς. Σκεφτήκαμε να πάμε στο Λένιγκραντ. Πήγαμε. Αλλά παντού μάς έκλεισαν τις πόρτες και μάς θεωρούσαν για τρελές και υστερικές. Τελικά κάποιος είπε να πάμε σε αρχαιολόγους. Πήγαμε. Αυτοί μάς είπαν πώς μέχρι τώρα κάνεις δεν έκαμε ανασκαφές βάσει ονείρων και πώς τα χρήματα τού δημοσίου δεν ήταν για πέταμα. Γυρίσαμε απελπισμένες στο ξενοδοχείο μας. Στις 4 το πρωί κτυπά το τηλέφωνο. Οι αρχαιολόγοι μάς ζητούν! Με φωνές πού τρέμουν μάς λέγουν να πάμε να τούς ξαναβρούμε με το πρώτο λεωφορείο. Ξαναπάμε. Αυτοί ήταν άνω κάτω. Είδαν το ίδιο όνειρο! Επάνω στο χρυσό ποτήριο ήταν ή μορφή τού Χριστού. Το πράγμα διαδόθηκε πλατιά. Σχόλια στον τύπο. Χλευασμοί, κοροϊδίες. Τα καταφέραμε όμως! Έφυγε αποστολή από εργάτες και εθελοντές μαζί με αρχαιολόγους. Ύστερα από τρείς ημέρες βρέθηκαν τα πρώτα ερείπια. Ένα ολόκληρο συγκρότημα, κάπου 40 Εκκλησίες. Κάθε μέρα στον ύπνο τους όλοι έβλεπαν τον °Άγιο καβαλάρη πού πρόσταζε: "Σκάψετε! Σκάψετε! Σκάψετε!" Την τετάρτη νύκτα όλοι, κατόπιν συνεννοήσεως, τον ερώτησαν: Ποιός είσαι; Αγρίεψε ό Άγιος και φώναξε δυνατά:
Μα δεν με ξέρετε; Είμαι ό ΝΤΙΜΙΤΡΙ ΣΑΛΟΥΝΣΚΙ (Δημήτριος της Θεσσαλονίκης) και με έστειλε ό Χριστός κοντά σας, να σάς φέρω και πάλι αγάπη και ειρήνη. Την 13η ημέρα σκάβοντας βρήκαμε επιτέλους τον μεγαλοπρεπή ναό του, την εικόνα του, καθώς και το άγιο ποτήριο πού βαστούσε στο χέρι... Σάλος! Μεγάλος σάλος! Ακόμη και ο τύπος έγραψε περί αυτού. Στεγνά όμως. Παραμορφωμένα. Αλλά όλοι μας τώρα ξέρουμε την αλήθεια…»(8)
Μετά τον θάνατο του Αγίου Δημητρίου θαύματα ενεργούσε και ο υπηρέτης του μάρτυρα Λούπος με το αίμα που είχε περιμαζέψει από το μαρτύριο του Αγίου και το δακτυλίδι αυτού.
Η τιμή στον Άγιο δεν θα μείνει τοπική, θα επεκταθεί πέραν της Θεσσαλονίκης και της Μακεδονίας, στα Βαλκάνια, στην Κωνσταντινούπολη, στην Μ. Ασία και μέχρι τη Καππαδοκία. Η τιμή αυτή στον κόσμο των Βαλκανίων διαδραμάτισε μεγάλο πολιτιστικό ρόλο. Παρατηρείται μέγα πλήθος εγκωμίων στην Βυζαντινή πεζογραφία, μέγα πλήθος εικόνων στην Βυζαντινή τέχνη και μέγα πλήθος προσκυνητών στην Βυζαντινή Θεσσαλονίκη. Κατά τον Οκτώβριο μήνα κάθε έτους γινόταν πολυήμερος εμπορική πανήγυρη του Αγίου, έξω του δυτικού κάστρου της πόλης της Θεσσαλονίκης στην μεταξύ των τειχών και δη της Χρυσόπορτας και του Αξιού πεδιάδα με θρησκευτικές τελετές και αγρυπνίες(9). Ο Αρμενόπουλος λέγει ότι η συρροή του πλήθους κατά την εορτή έδιδε την εντύπωση, ότι αυτή ήταν οικουμενική. Κατά την περίοδο των εορτών δημιουργούνταν μία πρόσθετη πόλη, λίαν εκτεταμένη και θαυμάσια σχεδιασμένη και ρυμοτομημένη. Στα περίπτερα που σχηματίζονταν στην πόλη αυτή εκτίθονταν προς πώληση προϊόντα εγχώρια και ξένα ποικίλων βιοτεχνιών(10).
Άξιος θαυμασμού και προσκύνησης ο Άγιος Δημήτριος ο Μυροβλύτης. Υπέρμαχος πράγματι της Θεσσαλονίκης και όλης της οικουμένης. Προς τιμή του το Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης έχει στην σφραγίδα του την εικόνα του και μεγάλη ολόσωμη απεικόνιση του Αγίου δεσπόζει στην αίθουσα τελετών του.
Κάθε πανηγυρική εκδήλωση του Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης αρχίσει με το τροπάριο του Αγίου Δημητρίου. Στον Άγιο Δημήτριο αποδίδουν οι Θεσσαλονικείς την είσοδο των Ελληνικών στρατευμάτων στην πόλη της Θεσσαλονίκης την ημέρα της εορτής του κατά τους Βαλκανικούς πολέμους και θρυλούνταν από τους έλληνες πολεμιστές των βαλκανικών αγώνων, ότι μπροστά από τα ελληνικά στρατεύματα σε κάθε μάχη ήταν επικεφαλής η οπτασία του Αγίου Δημητρίου.
Βιβλιογραφία:
(1)Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία : τομ. Δ. λήμμα, Δημήτριος σελ. 1054 .
(2)Γεωργίου. Θεοχαρίδου: Ιστορία της Μακεδονίας Κατά τους Μέσους Χρόνους(285-1354) Θεσσαλονίκη(1980) σελ. 61.
(3)Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ηλίου: τομ. Α σελ. 276.
(4)Γεωργίου. Θεοχαρίδου: Ιστορία της Μακεδονίας Κατά τους Μέσους Χρόνους(285-1354) Θεσσαλονίκη(1980) σελ. 81.
(5)Εγκυκλοπαιδικό Λεξικό Ηλίου: τομ. Ε σελ. 928.
(6) Άννης Κομνηνής «Αλεξιάς» βιβλ. Ε κεφ. V αριθ. 6 επομ.
(7)Αποστόλου Βακαλόπουλου: Παγκάρπια Μακεδονικής Γης-Τιμητική Προσφορά της Εταιρείας Μακεδονικών Σπουδών στον συγγραφέα (1980), σελ. 315.
(8)Ο Άγιος Δημήτριος Ο Μυροβλύτης: Υπο του Ιερού Κελλίου Αγίου Νικολάου Μπουραζέρη- Άγιον Όρος Β έκδοση σελ. 115.
(9)Γεωργίου. Θεοχαρίδου: Ιστορία της Μακεδονίας Κατά τους Μέσους Χρόνους(285-1354) Θεσσαλονίκη(1980) σελ. 81.
(10)Θρησκευτική και Ηθική Εγκυκλοπαιδεία: τομ. Δ. λήμμα, Δημήτριος σελ. 1054.
Ιερά Μητρόπολις Μάνης
paraklisi
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
Η αγία Ταβιθά η ελεήμων (25 Οκτωβρίου)
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ