2018-11-11 19:39:47
1) Επιστολή
Η αγάπη του ουρανίου Πατρός ημών είη μετά των υμετέρων ψυχών, ίνα δια ταύτης ζωογονούμενοι ποιήσητε καρπόν υπακοής εις τας ζωοπαρόχους Αυτού εντολάς. «Οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται» ( Τιμ. 3,12 ).
Εφ’ όσον δι’ αφοσιώσεώς σας εις το αγγελικόν πολίτευμα ακολουθήσατε τον Σωτήρα Χριστόν, καθήκον μέγιστόν εστιν το υπομείναι τας θλίψεις είτε εκ φύσεως προέρχονται είτε εκ ραθυμίας είτε εξ αμαρτημάτων είτε εξ ανθρώπων.
Εφ’ όσον θέλομεν ζήσαι την κατά Χριστόν ζωήν, οφείλομεν υποταγήναι τω θείω θελήματι, διότι τα πάντα εκ Θεού έρχονται, και εφ’ όσον εκ Θεού, άρα θείον θέλημα, ο Πατήρ ο ουράνιος διατάζει, ουχ υπακούσωμεν; Δεν θα αναφωνήσωμεν μετά του μακαρίου Ιώβ «ως έδοξε τω Κυρίω, ούτω και εγένετο, είη το όνομα το όνομα Κυρίου ευλογημένον»; (Ιώβ 1,21 ).
Δια της υπομονής λοιπόν και της ευχαριστίας της προς τον Θεόν δεικνύομεν υπακοήν εις το θείον θέλημα και ο υπακούων ουκ αξιωθήσεται αποκτήσαι απ’ εντεύθεν την αιώνιον ζωήν εν εαυτώ; Ναι, ζήσεται εις τους αιώνας των αιώνων!
Λοιπόν αγωνισθώμεν, ακονίσωμεν τας ψυχάς μας εις το ακόνι της υπομονής, όπως εκφέρωμεν έργον ευάρεστον τω Θεώ, θλίψεις, αρρώστειαι, στενοχωρίαι, πειρασμοί, ουδέν των τοιούτων θα χωρίση ημάς από της αγάπης του Χριστού, διότι εκ των προτέρων έχομεν διδαχθή και λάβει γνώσιν, ότι στενή
και τεθλιμμένη η οδός, η οδηγούσα τους βαδίζοντας αυτήν εις την άλυπον ζωήν. Άκανθοι και τρίβολοι δεξιά και αριστερά τέθεινται εις την οδόν, άρα έχομεν ανάγκην προσοχής πολλής.
Εις την τεθλιμμένην οδόν, την δοκιμασίαν της ασθενείας κ.λ.π., έρχεται το αγκάθι της ολιγοπιστίας, της ανυπομονησίας, της δειλίας, να ξεσχίση το ένδυμα της ψυχής, χρεία λοιπόν εξαγκυλώσαι τούτο δια της πίστεως και της ελπίδος και της υπομονής, έχοντας ως πρότυπον τον Ιησούν Χριστόν, ο Οποίος εις όλην την επίγειον ζωήν Του είχε πολλάς θλίψεις και πολλά αγκάθια κατέθλιψαν την παναγίαν ψυχήν Του, διο ανεφώνει, «Εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς υμών» (Λουκ. 21,19 ).
Δια των ασθενειών και εν γένει των θλιβερών, ο Θεός ως Πατήρ διατίθεται ημίν, διότι ζητεί τρόπους δια να μεταδώση την αγιότητα Αυτού, «Τις εστιν υιός, ον ου παιδεύει πατήρ; Ει δε χωρίς εστε παιδείας, άρα νόθοι εστέ και ουχ υιοί» (Εβρ.12,8 ). Βαβαί! Ώστε, όταν υποφέρωμεν, τότε φαίνεται καθαρά ότι είμεθα παιδιά του Θεού. Και τις άράγε δεν θέλει να είναι παιδί του Θεού; Άρα εάν θέλης παιδί του Θεού να είσαι, υπόμεινον μετ’ ευχαριστίας και πίστεως και ελπίδος τας υπό του Θεού στελλομένας θλίψεις και πειρασμούς. Και οι εξ ανθρώπων πειρασμοί και αυτοί εκ του Θεού εισι, όπως αποκτήσωμεν ανεκτικότητα, μακροθυμίαν, συμπάθειαν, υπομονήν, διότι πάντα ταύτα είναι χαρακτήρες θείοι, καθώς μας λέγει ο Κύριος: «Ανατέλει τον ήλιον αυτού επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους» (Ματθ. 5,45 ). Δια τούτο οφείλομεν αγάπην εις όλους τους ανθρώπους, ουδέ ίχνος μίσους ή κακίας να ευρίσκεται εις τας ψυχάς μας, όπως κληθώμεν τέκνα Θεού. Ουκ άξια τα παθήματα της όλης ζωής μας απέναντι των ασυλλήπτων αγαθών, όπου έχει ετοιμάσει ο Θεός δια τας ψυχάς εκείνας, όπου θα σηκώσουν τον σταυρόν, ο οποίος έχει κατασκευασθή είτε εκ φύσεως είτε εξ ανθρώπων είτε εκ του διαβόλου. Διότι οιονδήποτε πάθος ή αδυναμία μας πολεμεί, όταν το αντιπολεμώμεν, τότε μας γίνεται αιτία να αξιωθώμεν του μακαρισμού: «Μακάριος ανήρ, ος υπομένει πειρασμόν, ότι δόκιμος γενόμενος λήψεται τον στέφανον της ζωής» (Ιακ. 1,12 ).
Δια τούτο, παιδί μου, υπομείνατε τα πάντα, διότι αοράτως πλέκεται στέφανος εις εκάστου κεφαλήν, διότι δριμύς ο χειμών, γλυκύς ο παράδεισος, υπομένετε τον παγετόν των δοκιμασιών, ίνα χαίρων χορεύη ο πους υμών εις τον ουρανόν.
2η ) Επιστολή
Πολλά μας θλίβουν, παιδί μου, πλήν μακάριος όστις μεθ’ υπομονής και ευχαριστίας διέρχεται τα θλιβερά της παρούσης ζωής. Ναι, οφείλομεν να ευχαριστώμεν τον Θεόν, όστις δια των τοιούτων θλιβερών, μας προπαρασκευάζει την αθάνατον ψυχήν μας, να γίνη των αιωνίων αγαθών της βασιλείας των ουρανών κληρονόμος!
«Παιδεύει ο Κύριος επί το συμφέρον, εις το μεταλαβείν της αγιότητος Αυτού» ( Εβρ. 12,10 ). Δια των ποικίλων θλίψεων κατεργάζεται εν ημίν αιώνιον βάρος δόξης!
Δια τούτο δεν χρειάζεται ούτε συμφέρει να αγανακτώμεν εν καιρώ παιδείας Κυρίου, αλλ’ εκάστου το ψυχικόν συμφέρον είναι τελεία υπακοή εις τον Ιατρόν των ψυχών και των σωμάτων ημών, όστις εν καιρώ των ποικίλων θλιβερών εγχειρίζει εκάστου την αφανή ψυχικήν πληγήν με το άγιον σκοπόν, να του χαρίση την υγείαν, ήτοι την καρδιακήν κάθαρσιν εκ των ατίμων παθών.
Εις τον τοιούτον πάνσοφον πνευματικόν Ιατρόν έχομεν απαραίτητον χρέος να προσφέρωμεν αδιαλείπτους ευχαριστίας εμπράκτως, κατά τρόπον ώστε να μη Τον λυπώμεν εν ουδενί πταίσματι.
Όλοι οι άγιοι διήλθον την ζωήν των με θλίψεις και πολλαπλά βάσανα, παρ’ ότι η αμαρτία δεν είχε κανένα δικαίωμα να τους θλίψη, και όμως η ζωή αυτών υπήρξε πολλάκις ένα σωστόν μαρτύριον. Τώρα τι απολογίαν θα προβάλωμεν ημείς, οι εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσόντες και ενασχολούμενοι, ώστε να έχωμεν το δικαίωμα να διέλθωμεν την ζωήν μας άνευ θλίψεων; Χωρίς θλίψεις και βάσανα; Επακριβώς ημείς είμεθα υπεύθυνοι δια την αμαρτίαν, και επομένως χρειαζόμεθα την μάστιγα της σωτηριώδους παιδείας του Κυρίου, όπως τύχωμεν ευτυχούς διασώσεως εις την βασιλείαν των ουρανών, χάριτι των οικτιρμών του φιλανθρώπου ημών Θεού.
Οίδα, παιδί μου, το πόσον σε αγαπά ο Θεός δια των συχνών επισκέψεών Του, επίσης την κραταιάν υπομονήν σου εις αυτάς και τας αδιαλείπτους ευχαριστίας σου προς τον μέγαν Ιατρόν, τον Θεόν.
3η ) Επιστολή
Ίνα τι είσαι περίλυπος και σκυθρωπάζεις πορευόμενος την οδόν του Θεού; Να λυπούνται χωρίς χαράν εκείνοι, οι οποίοι ελησμόνησαν τον Θεόν, εκείνοι, που δεν έχουν καμμίαν ελπίδα εις την ζώσαν και αέναον πηγήν του Θεού. Ημείς δε που πιστεύομεν εις τον ζώντα Θεόν και η ελπίς μας επ’ Αυτώ κρέμαται, πρέπει να χαίρωμεν, διότι έχομεν τοιούτον Πατέρα εις τους ουρανούς, όπου μας αγαπά υπέρ
πάντας τους πατέρας και τας μητέρας και έχει άπειρον μέριμναν, όπως μας καταστήση αξίους Εαυτού.
Μα σφάλλομεν κάθε στιγμήν! Ναι, δεν το αρνούμαι, αλλά ξέρομεν ότι η φύσις μας είναι εκ πηλού και την γην ποθεί και τα χαμερπή ζητεί, ότι η διάνοια του ανθρώπου «έγκειται επί τα πονηρά εκ νεότητος αυτού», και ότι βλέπομεν εντός μας νόμον, που επιδιώκει να αιχμαλωτίση την ελευθέραν θέλησιν, να την υποτάξη και δούλην της αμαρτίας να την καταστήση.
Εν πάσι τούτοις όμως θριαμβεύει η καλή θέλησις. Μας έδωκεν ο Θεός πνευματικά όπλα, με τα οποία αντιπολεμούμε την κάθε σατανικήν επίθεσιν, με την ένδοξον σημαίαν του σταυρού της ελπίδος, με την ζωντανήν ελπίδα εις Εκείνον, που είπε: «Ου μη σε ανώ, ουδ’ ου μη σε εγκαταλίπω», με την ελπίδα εις τον Χριστόν μας, όπου εκρεμάσθη εις τον Σταυρόν και πας ο εμβλέπων και ελπίζων επ’ Αυτόν ου μη καταισχυνθή.
Το πανάχραντον Αίμα το εκχυθέν επί του Σταυρού εσυγχώρησε τας αμαρτίας της ανθρωπότητος και
επήγασε την ζωήν. «Μακάριος ο ελπίζων επ’ Αυτόν».
Θάρσει, παιδί μου, αύτη η λύπη σου εις χαράν γενήσεται, η λύπη αύτη μέγα καλόν σου προξενεί σε περιτειχίζει ως σιδηρούς θώραξ, ίνα μη τα πονηρά βέλη της προσηλώσεως επί των γηϊνων, σου αποσπάσουν τον νουν από την μέριμναν των ουρανίων και της αθανάτου ψυχής σου. Την χαράν θα την διαδέχεται η λύπη και την λύπην η χαρά, καθώς η νύκτα την ημέραν. Ούτως ωρίσθη εκ του Πατρός των φώτων η οδός των σωζομένων. Μόνον υπομονή και ελπίδα, αυτά εγχάραξον εις τα βάθη της καρδίας, εκ τούτων θα αντιμετωπισθούν πάντα τα εναντία.
Κρεμάσου εις τον γλυκύν μας Ιησούν. Φώναζε Αυτόν εις τας θλίψεις σου, ανάθεσον εις Αυτόν την μέριμναν των θλιβερών και Αυτός ευ σοι ποιήσει, καθώς η Άννα, η μήτηρ του προφήτου Σαμουήλ, σφόδρα λυπημένη δια την στείρωσίν της, προσέπιπτεν ενώπιον Κυρίου εκχέουσα την ψυχήν αυτής ως εξεστηκυία. Και όμως ουκ απέτυχε του αιτήματος αυτής. Τις ήλπισεν επί τον Θεόν και κατησχύνθη; Βεβαίως ελπίδα ενεργουμένην, όχι ελπίδα μεμπτήν, δηλαδή ελπίδα με την κατά δύναμιν εργασίαν πνευματικήν, διαφορετικά δεν είναι ελπίς, αλλά μυκτηρισμός. Εκ της τοιαύτης πανούργου ελπίδος ρύσαι ημάς ο Θεός.
4η) Επιστολή
Πόσον ζημιώνεται ο άνθρωπος, όταν δεν σκέπτεται πως παιδεύεται ως τέκνον Θεού και έχει λησμοσύνην της υιότητος! Απόλυτον καθήκον και απαραίτητον επιβάλλει η αγάπη των γνησίων γονέων, να ασκήσουν επί των ιδίων τέκνων την παιδείαν. Εφ’ όσον λοιπόν ο Θεός είναι πατέρας μας, παιδεύει τα ίδιά Του τέκνα προς παιδαγωγικήν μόρφωσιν, ίνα μεταλάβουν της αγιότητος Αυτού. «Υιέ μου μη ολιγώρει παιδείας Κυρίου, μηδέ εκλύου υπ’ αυτού ελεγχόμενος» ( Παροιμίαι 3,11 ). Η λησμοσύνη λοιπόν των Χριστιανών επί του ιδίου αυτών Πατρός, του Θεού, είναι μέγα κακόν, διότι, όταν η πατρική ράβδος τους κτυπήση ( πόνος, θλίψεις, πειρασμοί, κ.λ.π. ), απελπίζονται, τους κυριεύουν μύριοι λογισμοί και η παιδεία των γίνεται λίαν επίμοχθος χωρίς καμμίαν παράκλησιν.
Πόσον ωραία, μας λέγει ο Απόστολος Παύλος: « Εκλέλησθε, λέγει, της παρακλήσεως, ήτις υμίν ως υιοίς διαλέγεται» ( Εβρ. 12,5 ), ελησμονήσαμεν, λέγει, την παρήγορον συμβουλήν, ότι ως παιδιά Του ο Θεός διαλέγεται προς ημάς. Είναι αναπόφευκτος η παιδεία Κυρίου προς τα ίδιά Του παιδιά, τα οποία Αυτός γνωρίζει. Ο Θεός δεν χαρίζει, ο Θεός υπό νοσηράς αγάπης-την οποίαν πολλοί ανόητοι γονείς ασκούν επί των ιδίων των τέκνων και η οποία νοσηρά αγάπη κατόπιν θα επιφέρη εις τα αγαπώμενα την καταστροφήν των και την αιώνιον κόλασίν των-δεν κλέπτεται, ως απαθής και άγιος, ούτως ώστε, δια να μη λυπήση τα αγαπώμενα τέκνα Του, να παραβλέψη τας παρεκτροπάς των και την αμορφωσύνην των. Όχι μύρια όχι! Είναι Θεός έχων γνησίαν αγάπην προς τα παιδιά Του, θα τα παιδεύση, θα τα νουθετήση, θα δεσμεύση την ελευθερίαν των και θα τα επιπλήξη κατά διαφόρους τρόπους, δια να μορφώση τους κακούς χαρακτήρας προς τους ιδίους Του αγίους χαρακτήρας προς δόξαν και έπαινον εν Χριστώ Ιησού.
Και ο Χριστός, όταν ήτο επί της γης, Τέκνον ηγαπημένον του Πατρός, εξησκήθη εις την παιδείαν Κυρίου, όχι, ότι είχε χρείαν ο αναμάρτητος Θεός, αλλά προς σωτηρίαν του ανθρώπου και προς ημετέραν νουθεσίαν και παράδειγμα, ίνα ακολουθήσωμεν τοις ίχνεσιν Αυτού, « ει δυνατόν εστι παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο, ουχ ως εγώ θέλω, αλλ’ ως Συ, γενηθήτω το θέλημά Σου»
( Ματθ. 26,39 ).
5) Επιστολή
Εις όλας τας περιστάσεις άνω έχε το νοερόν όμμα της ψυχής, όθεν και η βοήθεια θα έλθη. Μην απελπίζου ό,τι και αν συμβή, κατά τον πειρασμόν και η έκβασις ακολουθεί. Ποτέ δεν αφήνει ο Θεός ή μάλλον δεν φορτώνει περισσότερον από ό,τι δύναται να σηκώση ο άνθρωπος. Εάν οι άνθρωποι τούτο ποιούσι, πόσον μάλλον ο αγαθός Θεός, ο Οποίος δια τον άνθρωπον έχυσε το Πανάγιόν Του Αίμα επί του Σταυρού! Δια των θλίψεων των προσκαίρων, τας οποίας υπομένουν οι χριστιανοί η αλήθεια είναι ότι εξαγοράζουν την μελλοντικήν, την αιώνιον χαράν και ανάπαυσιν. Ποτέ, ποτέ να μη μακαρίζωμεν εκείνους τους ανθρώπους, που έχουν εδώ εις την γην αναφαίρετον χαράν και ειρήνην, μάλλον να τους λυπούμεθα, διότι η πρόσκαιρος χαρά, θα τους γίνη πρόσκομμα δια την μέλλουσαν ζωήν. Ο Θεός είναι ελεήμων μα και δίκαιος, ελεήμων δια την παρούσαν ζωήν, μετά θάνατον δικαιοκρίτης, δεν δύναται τους θλιβομένους χριστιανούς-μα χριστιανούς τη αληθεία, όχι με όνομα μόνον- να τους δώση και αιώνιον στενοχωρίαν, αλλά εκεί θα τους δώση χαράν αναφαίρετον, την οποίαν ουδείς θα δυνηθή να τους την αφαιρέση, δεν ημπορεί από κόλασιν εις κόλασιν να εμβάλη ο Θεός τον άνθρωπον. Χαίρε λοιπόν εσύ μάλλον, παρά να λυπήσαι, διότι σε ηξίωσεν ο Θεός να πάσχης πρόσκαιρα, δια να σε αναπαύση αιώνια.
Η αιώνιος χαρά επιφυλάσσεται μόνον δια τους λυπημένους χριστιανούς. Ο Κύριος εις το ιερόν Ευαγγέλιον λέγει περί του πλουσίου και του Λαζάρου: «είπεν Αβραάμ προς τον πλούσιον: τέκνον,
μνήσθητι ότι απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου και Λάζαρος ομοίως τα κακά, νυν δε ώδε παρακαλείται, συ δε οδυνάσαι!» ( Λουκ. 16,25 ). Προσωποληψίαν ποτέ δεν ποιεί ο Θεός, αλλά κατά δίκαιον λόγον, ούτω θα ποιήση. Εάν θα ρίψης ένα βλέμμα εις τους βίους των αγίων, θα ίδης όλο πειρασμούς, θλίψεις, στενοχωρίας, ούτω διήνυσαν την ζωήν των. Ουδείς τρυφηλός θα εισέλθη εις την κατοικίαν την αιώνιον, όπου είναι πεπληρωμένη ανεκλαλήτου χαράς, αλλά όσοι εθλίβησαν και υπέμειναν δια τον Θεόν, ίνα φυλάξωσιν τας εντολάς Του.
Λέγει ο Κύριος: «Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον» ( Ιωάν. 16,33 ). Ένας Θεός όπου ήλθεν εις την γην, εις όλην την ζωήν Του είχε κόπους και πόνους, και τέλος που κατέληξε; Επί Σταυρού κρεμάμενος, ως επικατάρατος, ίνα τον φραγμόν της κατάρας καταρρίψη.
Αι φοβεραί οδύναι εστένωσαν την καρδίαν του Θεανθρώπου και έκραζε: « Θεέ μου, Θεέ μου, ίνα τι με εγκατέλιπες»! Η γη εσείετο, και το καταπέτασμα του Ναού εσχίσθη εις το μέσον αισθητώς βλεπόμενα, αλλά νοερώς εσείετο και κατεκρημνίζετο εις τέλος το απόρθητον τείχος της κατάρας, το αναμέσον Θεού και ανθρώπου, και εκπνεύσας ο Ιησούς, ηνώθησαν τα πριν διεστώτα και ο άνθρωπος έγινεν όχι απλώς φίλος Θεού, αλλά έλαβε συγγένειαν, έλαβε την χάριν της υιοθεσίας, «κληρονόμος μεν Θεού, συγκληρονόμος δε Χριστού». Διότι ο άνθρωπος έδωκε την Παναγίαν Παρθένον εις Μητέρα προς τον Υιόν, αλλά και ο Χριστός εξ αγνών αιμάτων της έλαβε σάρκα και αύτη η ανθρωπίνη σάρκα θεωθείσα εκάθισε δεξιά του Θεού και Πατρός, και οράται ο Θεός εις τους ουρανούς και προσκυνείται και υπό ανθρωπίνην φύσιν από τους αγγέλους. Βλέπεις που ανέβη το ανθρώπινον γένος; Κατά χάριν θεοί! Και χωρίς στενοχωρίας δύναται κανείς να φθάση εκεί; Θα στενοχωρηθώμεν, θα θλιβώμεν, αλλά μίαν ημέραν θα λήξουν και θα λησμονηθούν όλα, αμέσως η αιώνιος Χαρά θα ανοίξη διάπλατα τας τρυφεράς αγκάλας και θα φωνάξη: «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι (θλίψεων ), καγώ αναπαύσω υμάς» ( Ματθ. 11,28 ). Εις κάθε σου πράξιν και ενέργειαν ή εν λόγω ή κατά διάνοιαν, σκέψου ότι παρών ευρίσκεται ο Θεός, ο Οποίος τας βλέπει και μίαν ημέραν θα τας κρίνη. Από αυτήν την σωτήριον μελέτην γεννάται ο θείος φόβος, ο οποίος προξενεί μεγίστην ωφέλειαν, «προωρώμην τον Κύριον ενώπιόν μου δια παντός, ότι εκ δεξιών μου εστίν, ίνα μη σαλευτώ», έλεγεν ο προφήτης Δαυίδ (Ψαλμ. 15,8 ). «Λύχνος τοις ποσί μου ο Νόμος σου και φως ταις τρίβοις μου» (Ψαλμ. 118,105 ). Προξενεί δε και ταπείνωσιν. Ώστε η ταπεινοφροσύνη δεν γεννάται μόνον εκ πειρασμών και δοκιμασιών, αλλά γεννάται και από την πνευματικήν μελέτην και από την επίγνωσιν της ασθενείας μας. Σκέπτεται κανείς πόσον αδύνατος είναι ο άνθρωπος, ώστε να μη δύναται να ποιή το αγαθόν, καίτοι υπάρχει εσπαρμένον μέσα εις την φύσιν του, το κακόν αντιθέτως πολύ εύκολα το ποιεί, καίτοι υπάρχει παρείσακτον. Ο άνθρωπος θέλει να ευαρεστήση εις τον Θεόν, αλλά εάν δεν συνεργήση η χάρις του Θεού, το καλόν που κάνει δεν είναι καλόν, και, αν θελήση να κοπιάση, εάν δεν βοηθήση ο Θεός, εις μάτην η θέλησις και ο κόπος. Σκεπτόμενος ο άνθρωπος το παρελθόν του, όταν δεν εγνώριζε τον Θεόν, πόσον ημάρτανε, συντρίβεται, ταπεινώνεται, κλαίει, ζητεί συγχώρησιν και διαλογίζεται: «Εάν και τώρα με αφήση η χάρις του Θεού, δύναμαι να πράξω χειρότερα», οπότε ένας φόβος αναμεμειγμένος με ταπείνωσιν περιτειχίζει την ψυχήν. Αύτη η μελέτη λέγεται επίγνωσις της ασθενείας του ανθρώπου, οπότε καρπούται ταπείνωσιν και ωφέλειαν, άνευ κόπου και θλίψεων.
Ναι, έρχονται αι δικιμασίαι, αλλά αι περισσότεραι πέμπονται δια την υπερηφάνειαν, όταν κανείς ευρίσκεται εις κατάστασιν ταπεινώσεως, θα είναι ολιγώτεραι και ελαφραί. Αλλά ο άνθρωπος πρέπει να είναι έτοιμος ως καπετάνιος, που περιμένει μετά την γαλήνην, τρικυμίαν. Όταν κανείς προσδοκά κάτι, δεν του φαίνεται παράδοξον, όταν έλθη, διότι το επερίμενε, ούτω πρέπει να είναι έτοιμος ο άνθρωπος πάντοτε, ίνα, όταν έλθη, μη στενοχωρηθή. Αλλά είναι δυνατόν, παιδί μου, να μη δοκιμάσωμε στενοχωρίαν, αφού από την στενοχωρίαν, από την θλίψιν αυτήν θα κληρονομήσωμεν τα αιώνια, τα ατελεύτητα αγαθά «α οφθαλμός ουκ είδεν και ους ουκ ήκουσεν και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν Αυτόν»; ( Α΄ Κορ. 2,9 ).
6) Επιστολή
Ας μη λησμονώμεν, τέκνον μου, ότι όλοι οι άγιοι διήλθον αυτό το καμίνι των θλίψεων υπό διαφόρους μορφάς, συμφώνως έκαστος προς ο εκλήθη επάγγελμα. Εάν ρίψωμε μία ματιά εις τον πολυθρύλητον βίον και πολιτείαν της αγίας Αυγούστης Θεοφανούς, θα ίδωμεν συσσωρευμένας τας θλίψεις, την μίαν κατόπιν της άλλης, καθ’ όλην την πολυβασανισμένην ζωήν της.
Έπασχε πολύ, παντοιοτρόπως προσεπάθει, ίνα δια μέσου νουθεσιών και προσευχών και δακρύων και παραδειγμάτων επιστρέψη τον εξοκείλαντα εις την αμαρτίαν αυτοκράτορα, τον σοφόν Λέοντα, τον νόμιμον σύζυγόν της. Αυτός ήτο καθ’ ολοκληρίαν ο σταυρός της αγίας αυτής ψυχής, καθ’ όλην την ζωήν της. Και αυτά τα βάσανα με τα καλά έργα της, την αγίασαν. Κάνε λοιπόν υπομονήν, προσεύχου, νουθέτει, ελπίζοντας εις τον Κύριον, « Μακάριος ανήρ ος ελπίζει επ’ αυτόν» ( Ψαλμ. 33,8 ). Ούτως εχαράχθη του ανθρώπου ο βίος επί της γης, εφ’ όσον εξέπεσεν από την αθανασίαν, τρυγά τώρα τους καρπούς, ους εγέννησεν η παρακοή.
Όσον και αν θελήση κανείς, όσον και αν προσπαθήση και νομίση ότι θα ζήση άνευ θλίψεων, δεν θα ημπορέση να το κατορθώση, διότι ο πειράζων εμπεριπατών την υπ’ ουρανόν και περιελθών την γην, πάντας κοσκινίζει και ποτίζει το φαρμάκι των θλίψεων της κατάρας του νόμου. Όπου και αν κοιτάξης, όποιον και αν ερωτήσης, όλοι ως εξ ενός στόματος θα ομολογήσουν ότι κάποιο αγκάθι
τους κεντά και πονούν. Υπάρχει όμως διαφορά θλίψεως από θλίψιν, θλίβονταί τινες, διότι δεν ημπορούν να απολαύσουν αθεμίτους πράξεις, τούτο ένοχος θλίψις. Θλίβονται άλλοι νομίμως και ευλόγως, τούτο φυσικόν αποτέλεσμα. Όταν όμως υπάρχη και η πνευματική γνώσις, αι θλίψεις εμβολιάζονται εις τον υπομένοντα προς αγιασμόν. Τούτο ακριβώς διεπράχθη και εις την αγίαν Θεοφανώ, νομίμως έπασχε,
διότι ο σύζυγός της εξηπάτα αυτήν, εκείνη όμως με πνευματικάς γνώσεις και νουθεσίας και χριστιανικόν παράδειγμα, υπομένουσα, κλαίουσα, προσευχόμενη ανέθετε τα πάντα μετ’ ελπίδος εις τον Θεόν. Και δια ταύτα πάντα εκεντρίσθη εις το νόμιμον η αγιότης. Δια τούτο υπόμεινον ταύτα πάντα, αγιάζου δια μέσου των θλίψεων, ευχαρίστει τον Θεόν, όπου σε παιδεύει προσκαιρα, ίνα σε αναπαύση αιώνια! Εγώ εάν ίδω, ή ακούσω ότι ο τάδε ζη άνευ θλίψεων και ευημερεί κατά πάντα τα θελήματα αυτού, τούτο το θεωρώ ως εγκατάλειψιν Θεού! Εμάς ας μας κατατάξη ο Θεός με τους πάσχοντας, ίνα
γραφή το όνομά μας εις την βίβλιον της ζωής και μη μείνωμεν έξω του Θείου Νυμφώνος του Χριστού. Όσον και αν θλιβώμεν, μίαν ημέραν όλα θα λήξουν και θα ξεχασθούν, μόνον είτε κακόν είτε καλόν, τούτο θα μείνη, δια να ακολουθήση την ψυχήν μέχρι του κριτηρίου, όπου θα ακούση την μεγάλην απόφασιν. Τούτο πολλάκις με αλλοιώνει και κλαίω, το τι θα απολογηθώ εις το κριτήριον του Χριστού εγώ ο ανάξιος ιερεύς. Να εύχεσαι δι’ εμέ να μη καταδικασθώ.
7) Επιστολή
Αγαπητέ μου εν Χριστώ αδελφέ…, η χάρις της Κυρίας ημών Θεοτόκου να σε διαφυλάττη από κάθε τι, που θα λερώση την ψυχούλα σου. Αμήν.
«Θλίψεις και ανάγκαι εύροσάν με…, αι εντολαί Σου μελέτη μου…» ( Ψαλμ. 118,143 ).
Αι θλίψεις διαδέχονται η μία την άλλην, έχομεν ανάγκην υπομονής. Μελετώντας δε τον θείον Νόμον, φωτιζόμεθα πώς να τας υπομένωμεν, διατί έρχονται, ποίον σκοπόν έχουν. Έρχονται δια να μας διδάξουν το να γίνωμεν φερέπονοι, δόκιμοι αγωνισταί, οπαδοί Εκείνου, που εσταυρώθη δι’ ημάς, αδελφοί όλων των Αγίων, που εβάδισαν την ακανθώδη οδόν του Σταυρού, οι μάρτυρες με το μαρτύριον, οι όσιοι με την άσκησιν, οι Χριστιανοί με την τήρησιν των αγίων εντολών και τους ποικίλους πειρασμούς, που γεννά ο κόσμος, ο διάβολος και η σάρκα. Ουδείς εσώθη εν ανέσει και άνευ πειρασμών. Άρα έπεται ότι, εάν και ημείς υποφέρωμεν πειρασμούς, πρέπει να χαιρώμεθα, διότι έτσι εβάδισαν όσοι εσώθησαν. Και εφ’ όσον και ημείς θέλομεν να σωθώμεν, άλλος δρόμος δεν υπάρχει, ει μη αι θλίψεις!
Αι θλίψεις έρχονται με τον σκοπόν να μας φέρουν πλησιέστερα προς τον Θεόν. Διότι αι θλίψεις θλίβουν, στενοχωρούν την καρδίαν και ακολουθεί κατόπιν το να απαλυνθή και να ταπεινωθεί. Όταν δε ταπεινωθή, επιβλέπει προς αυτήν ο Θεός: « Καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει», « Επί τίνα επιβλέψω, ει μη
ασμών στενοχωρείται και λυπείται, καθ’ ον χρόνον έπρεπε να χαίρεται, διότι βαδίζει τον δρόμον του ιερού Γολγοθά και των Αγίων.
Η χάρις του Θεού, η τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα, ας βοηθήση όλους μας να κάμνωμεν υπομονήν εις όλα, ίνα αξιωθώμεν της βασιλείας του Θεού. Αμήν.
8) Επιστολή
Δια πολλών θλίψεων θα σωθώμεν, παιδί μου, επί τον ταπεινόν και ησύχιον και τρέμοντα τους λόγους μου;». Αι θλίψεις ελευθερώνουν τον άνθρωπον, που τας υπομένει μετά χαράς και γνώσεως, από τας αμαρτίας του και τον κανόνα αυτών, δημιουργείται και πνευματικός χαρακτήρ, γίνεται ο άνθρωπος ελεήμων, ταπεινός, πράος κ.λ.π.
Εκείνος που δεν έχει αληθινήν γνώσιν των πειρδιότι ποίος άγιος ηγίασε ή άνθρωπος εσώθη, χωρίς να περάση από το καμίνι των διαφόρων πικριών; Αν εδώ πικρανθώμεν, εκεί, εις το άλλον κόσμον, ο Χριστός μας, θα μας γλυκάνη με την τόσον όμορφον βασιλείαν Του.
Όταν σου έρχεται η θλίψις, να παρηγορήσαι ότι και πάλιν θα σου έλθη η χαρά και η γαλήνη. Συνεχώς ενθυμού τον θάνατον, αυτή η μνήμη θα σου δίδη πολύ κουράγιο εις τα λυπηρά του ματαίου τούτου βίου και θα γεμίζη η ψυχή σου παρηγορίαν. Τα βάσανα της ζωής μίαν ημέραν, παιδί μου, θα λήξουν, διότι ο κόσμος παρέρχεται, μόνον ό,τι πράξη κανείς δια την δόλια του ψυχήν, εκείνο αιώνια θα μείνη ή προς ύψος ή προς βάθος και απώλειαν.
9) Επιστολή
Δεν γνωρίζεις, παιδί μου, ότι δωρεάν σώζει τον άνθρωπον ο Θεός; Βεβαίως οι κόποι δείχνουν την προαίρεσιν του ανθρώπου και όχι αυτοί καθ’ εαυτοί δύνανται να απαλλάξουν τον άνθρωπον εκ των παθών του, αλλά δια να μάθωμεν να ελπίζωμεν εις τον Θεόν και όχι εις τους κόπους μας, επιτρέπει ο Θεός μετά από κόπον να μην έχωμεν φυλαχθή από το κακόν. Συν τω κόπω να λέμε λοιπόν ότι, εάν δεν φυλάξη ο Θεός τον άνθρωπον, τα έργα του είναι άνεμος και φεύγουν κούφια.
10) Επιστολή
Πως λοιπόν θα δικαιολογηθώμεν, όταν σκεφθώμεν ότι ο Χριστός μας έπαθε τόσα φοβερά παθήματα, χωρίς να πράξη κανένα αμάρτημα, διότι ήτο Θεός; Σκέψου την φοβεράν συγκατάβασιν του απείρου Θεού, να γίνη άνθρωπος και να πάθη τόσα αισχύνης γέμοντα πάθη χάριν ημών των αμαρτωλών, των ενόχων και κατακρίτων! Να ραπισθή εις το πρόσωπον, να Τον μαστιγώσουν, να Τον υβρίσουν, να Τον σταυρώσουν, να αποθάνη με τον πιο κακόν θάνατον, «επικατάρατος πας ο κρεμάμενος επί ξύλου» ( Γαλ. 3,13 ). Αυτός ως Θεός δι’ ημάς τους αμαρτωλούς έπαθε τόσα, τι έχομεν να απολογηθώμεν, εάν δεν υπομένωμεν ένα πειρασμόν δια την αγάπην Του, ή έστω και δια τας αμαρτίας μας;
Δια των θλίψεων σώζεται ο άνθρωπος, χωρίς θλίψεις κανείς δεν εσώθη. Ο δρόμος που πηγαίνει εις τον Θεόν είναι στενός και ακανθώδης και όποιος θέλει να τον περιπατήση, στενοχωρείται και ματώνει και ιδρώνει. Αυτόν ας περιπατήσωμεν, δια να πάμε εις την αιώνιον ζωήν.
11) Επιστολή
Μη φοβού, μηδέ δειλιάτω η καρδία σου, ο Χριστός μας αοράτως σε βοηθεί κρυφία χειρί, σε δοκιμάζει δια να σου δώση την χάριν Του.
Όσον γεωργείται η γη της καρδίας και όσον πιο βαθειά ο γεωργός βάζει το αλέτρι, τόσον περισσότερον καρπόν θα δώση το χωράφι εις τον καιρόν του. Ούτω κάνει και ο μέγας γεωργός, ο Θεός, την ψυχήν μας. Μας αφήνει να έρχονται πειρασμοί και θλίψεις και πόνος και στενοχωρία, να εισέρχωνται βαθειά εις την καρδίαν και πολλάκις να ευρισκώμεθα εις αδιέξοδον, το πώς θα τα καταφέρωμεν με αυτόν ή εκείνον τον πειρασμόν, και πάσχει και οδυνάται ο άνθρωπος, αλλά εις τους
αγαπώντας τον Θεόν, συνεργεί ο Θεός να γίνωνται εις αγαθήν έκβασι.
12) Επιστολή
Εύχομαι εις τον Θεόν να μας δώση υπομονήν και ηθικόν σθένος, να περάσωμεν και αυτήν την δοκιμασίαν, που μας έδωκεν ο άγιος Θεός προς ωφέλειάν μας. Κάμνετε υπομονήν, ούτως επιτρέπει ο Θεός εις τα γνήσια παιδιά Του, πειρασμούς και θλίψεις, αυτός είναι ο δρόμος που τελειοποιείται η ψυχή, ο πόνος εξαγνίζει την ψυχήν, την κάνει ταπεινήν, πονετικήν, αγαθήν και ούτω καταστρώνεται το έδαφος δια την θείαν επίσκεψιν.
Μην αποκάμνετε εις τους πειρασμούς, διότι δια των πειρασμών προχωρούμεν εις την θείαν κατάκτησιν, οι πειρασμοί, μας γνωστοποιούν ότι είμεθα παιδιά του Θεού και μέλλομεν να κληρονομήσωμεν τον Θεόν.
13) Επιστολή
Τους κακούς λογισμούς, παιδί μου, να τους διώκης, διότι ο διάβολος ποτέ δεν θέλει το καλόν του ανθρώπου. Του παρουσιάζει διαφόρους δυσκολίας, δια να τον πείση πως δεν κάνει τίποτε εις τον μοναχισμόν. Και τούτο διότι τον καίει το μαύρο ράσο, που φανερώνει τον στρατιώτην του Χριστού. Ας έχωμεν πειρασμούς και θλίψεις, και ο Χριστός θλίψεις είχε και με φοβερούς πόνους παρέδωκε την τεθεωμένη ψυχήν Του επάνω εις τον Σταυρόν. Ο Χριστός μας, κρεμάμενος επάνω εις τον Σταυρόν, γυμνός, έρημος, εγκαταλελειμένος, υβριζόμενος από χιλιάδας κόσμου και τόσα άλλα τα υπέμεινε με χαράν δι’ ημάς τους αχαρίστους και ημείς, λοιπόν παιδί μου, να μην υποφέρωμεν ολίγην θλίψιν και πόνον; Ο Χριστός μας, θα μας δείξη εις την δευτέραν παρουσίαν Του τα παθήματα της σαρκός Του ως αποδείξεις της προς ημάς αγάπης, τότε και ημείς, παιδί μου, θα του δείξωμεν την πονεμένην και ματωμένην καρδίαν μας από θλίψεις δια την αγάπην Του. Όλοι οι άγιοι πολύ επόνεσαν, οι μάρτυρες τι και τι δεν υπέφεραν. Δια τούτο έχε υπομονήν και προσεύχου και ο Θεός δεν θα μας αφήση να πονέσωμεν περισσότερον των δυνάμεών μας.
14) Επιστολή
Παρήγορον πολύ είναι, παιδί μου, το ότι ο καθείς θα πληρωθή βάσει των κόπων, που κατέβαλε δια την αγάπην του Χριστού. Έχει πολύν κόπον το πράγμα, όταν κανείς σηκώνη ψυχάς της σημερινής εποχής, που διέπει ο εγωϊσμός και το ίδιον θέλημα.
Ας μη χάνωμεν το θάρρος μας, διότι αοράτως πάρεστιν ο Ιησούς, που θα επιτιμήση την τρικυμιώσαν θάλασσαν των πειρασμών και θα φέρη την γαλήνην της χάριτος.
Αγωνίζου επάνω εις τα αφρισμένα κύματα, εσύ επικαλού τον μόνον παντοδύναμον Θεόν: «Κύριε, κύριε, επίβλεψον εξ ουρανού, και είδε τους πειρασμούς μου και κατάρτισε την ψυχή μου εις το ποιείν
Το θέλημά Σου, ότι Συ ει ο Θεός μου».
15) Επιστολή
Εύχομαι η γλυκειά μας Παναγία να σε κάνη καλά κατ’ άμφω, να μετριάζη το πνεύμα της λύπης σου, να σου το αντικαθιστά με το πνεύμα της παρακλήσεως δι’ Αγίου Πνεύματος. Όλα τα λυπηρά, μας αποστέλλονται, χωρίς πάσης αμφιβολίας, δια θεραπείαν της νοσούσης ψυχής μας, όπως δια των θλίψεων εμέση το φαρμάκι της ηδυπαθείας και παντός πάθους. Κυρίως δια των θλίψεων καταφαίνεται η αγάπη του ουρανίου Πατρός εις τα ιδικά Του παιδιά, όπως μεταλάβουν της αγιότητος Αυτού και προστεθή αιώνιον βάρος δόξης! Όσον και αν θλιβώμεν εις αυτόν τον εφήμερον κόσμον, μίαν ημέραν θα παύσουν τα θλίβοντα ημάς. Από τα θλιβερά εκείνα τα μετά θάνατον, την κόλασιν, κ.λ.π. να μας λυτρώση καθ’ ολοκληρίαν ο Χριστός μας και η Παναγία μας, να μη τα ίδουν τα μάτια μας, διότι, εάν μόνον η σκέψις της κολάσεως είναι κάτι τρομερόν, πόσον μάλλον, όταν κανείς καταδικασθή αιώνια να βιώση εν αυτή!
Ας παρακαλώμεν να μας λυπηθή ο Θεός, και ας μας αξιώση πάντα με ταπείνωσιν να ζητώμεν το θείον Του έλεος και την συγχώρησιν, διότι είπεν Αυτός δια του Αγίου Του Υιού: «Πάντα όσα εάν αιτήσητε εν τη προσευχή πιστεύοντες, λήψεσθε» ( Ματθ. 21,22 ) και «αιτείτε και δοθήσεται». Ναι, αιτούμεν κάθε ημέραν και στιγμήν Αυτόν, όπως μας ελεήση και παραβλέψη τα εν γνώσει και αγνοία πεπραγμένα μας και ελπίζομεν εις τους θείους Του λόγους ότι θα ποιήση έλεος μετά της ταπεινώσεως ημών. Αμήν.
16) Επιστολή
Δόξα τω μόνω σοφώ Θεώ, όπου γνωρίζει από το πικρόν να εξάγη γλυκύ και ούτω να πλουτίζη τας γνώσεις μας εκ της περί ημάς απεράντου αγάπης Του. Μας μαστίζει δια των θλίψεων και των πειρασμών, ίνα δυνηθή να μας ελκύση κοντά Του, διότι γνωρίζει ότι δια των θλιβερών της παρούσης ζωής ο άνθρωπος παραμένει κοντά Του και σώζεται.
Η άνετος ζωή λίαν επικίνδυνος δια την αιώνιον σωτηρίαν και εις τους εν ανέσει ζώντας ου το του Θεού Πνεύμα κατοικεί, αλλά το του διαβόλου, κατά την έκφρασιν των πατέρων.
Δια τούτο εις τα θλιβερά της ζωής αυτής χρειαζόμεθα να έχωμεν υπομονήν και ευχαριστίαν, διότι λίαν ευχαριστείται ο Θεός εις αμφοτέρας τας αρετάς ταύτας. Είθε ο Κύριος να μας δώση πολλήν υπομονήν εις τα θλιβερά της ζωής μας, δια να ευχαριστώμεν εις όλα τον αγαθοδότην Προνοητήν μας.
17) Επιστολή
Δια την λύπην όπου σε βασανίζει, πολλάκις σοι είπον, ότι είναι ο σταυρός σου, όπου σοι εδόθη από τον Ιησούν μας, ίνα γίνης Αυτού μιμητής και μην ευρεθής ξένος της προς Αυτόν αγάπης. Διότι όποιος αγαπά ειλικρινά, Τον ακολουθεί όχι μόνον εις το Θαβώριον όρος, όπου εφάνη η δόξα της Αυτού Θεότητος, δηλαδή εν καιρώ επισκέψεώς Του δια της γλυκείας Του χάριτος και χαράς, αλλά Τον ακολουθεί και εις τον ανήφορον του ιερού Γολγοθά και εις την Σταύρωσιν Αυτού ακόμη, δηλαδή και εις την στέρησιν της χάριτός Του και εις τα επερχόμενα λυπηρά, που προξενούν στενοχωρίαν, πόνους, απόγνωσιν, απορίαν, κόπον και ιδρώτας. Τότε ακριβώς ελέγχεται ο έσω άνθρωπος τις εστι, κίβδηλος ή αληθής, έμπειρος ή άπειρος, καπετάνιος ή ναύτης. Τότε ακριβώς δοκιμάζεται η προαίρεσις εκάστου και ο ανδρειωθείς και υπομείνας βραβεύεται έσωθεν δια της επισκέψεως του Θεού με την προσθήκην της χάριτος. Τοιουτοτρόπως εξασκείται ο Χριστιανός τοις κατά Θεόν παλαίσμασιν, έως ότου φθάση εις το τέρμα και καταπαύση. Αγωνίζου μετά φιλοσοφίας δια της υπομονής σήκωνε χαίρων τον σταυρόν σου, έως ου τον φέρης εις τον Κρανίου τόπον, εις τον τάφον, δια να σου χαρίση ο Ιησούς μας την ανάστασιν!
Ο υπομείνας τον σταυρόν αυτού δια την αγάπην του Χριστού, θα αναστηθή υπό του Κυρίου εν τη
εσχάτη ημέρα. Πόσος θα είναι ο βίος μας; Άδηλος ο θάνατος, ενώ η υπομονή θα βραβευθή αιωνίως.
Ο σταυρός αυτός της λύπης πόσα και πόσα σου έχει χαρίσει και πόσα ακόμη θα σου χαρίση! Και όμως εσύ δεν τα βλέπεις, διότι ο Θεός οικονομικώς σου τα κρύβει προς ωφέλειάν σου επίσης.
Να παρακαλής τον Θεόν ίνα σου δώση υπομονήν και να Τον ευχαριστής μετά γνώσεως και τότε μετά χαράς θα υπομένης προσδοκώντας δι’ αυτών την σωτηρίαν σου.
18) Επιστολή
Ο βίος του ανθρώπου είναι μαρτύριον, καθ’ ην στιγμήν εξεπέσαμεν εκ της αληθινής ευτυχίας, τώρα τρυγούμεν τον καρπόν της παρακοής, «ακάνθας και τριβόλους ανατελεί σοι η γη» ( Γεν. 3,18 ) και η γη της καρδίας. Πως θα γνωρίσωμεν ότι είμεθα εξόριστοι, ει μη εκ των θλίψεων και των βασάνων;
Δεν υπάρχει άνθρωπος, που να μην έχη και κάτι που να τον θλίβη. Θλίβονται και οι ευσεβείς χριστιανοί, μα έχουν εις το βάθος της ψυχής των και την ελπίδα ότι μίαν ημέραν αι θλίψεις αι πολλαί θα τους προξενήσουν και την μακαρίαν ανάπαυσιν. Χωρίς θλίψεις και βάσανα ας μη περιμένη κανείς ανάπαυσιν εις την πέραν του τάφου ζωήν, η ζωή εκείνη είναι των κοπιασάντων και των πεφορτισμένων το βάρος της παρούσης ζωής. Ένας όσιος Πατήρ ήτο πάντοτε φιλάσθενος και όταν ετύγχανε να υγιαίνη και να παρατείνεται η υγεία, έλεγεν εις τον Θεόν: «διατί, Θεέ μου, με εγκατέλειψες και ζω με ευτυχίαν; Δεν είμαι άξιος της αγάπης Σου, να πάσχω μικρόν δια την αγάπην Σου;».
Βέβαια είχαν οι άγιοι και πολλήν χάριν και δύναμιν ψυχής και έχαιρον θλιβόμενοι, αλλά ημείς, πρώτος εγώ, υποφέρομεν, ενίοτε σπάζει και η υπομονή, αλλά ας έχη δόξαν ο Θεός, που μας φωτίζει και μετανοούμεν και διορθωνόμεθα. «Το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σάρξ ασθενής»
( Ματθ. 26,41 )
19) Επιστολή
Δια την λύπην που έχεις εις την ψυχήν σου ένεκεν των αμαρτιών, καλόν είναι και ωφέλιμον. Μόνον όταν σε οδηγή εις την απόγνωσιν, τότε είναι καθαρώς δαιμονικόν. Αμέσως να στρέφεσαι προς την ελπίδα και να λέγης: «Εφ’ όσον μετανοώ δι’ όλα, ελπίζω ότι όλα μου είναι συγκεχωρημένα. Δεν υπάρχει αμάρτημα νικών την ευσπλαχνίαν του Θεού. Όσον μεγάλα και αν είναι τα αμαρτήματα, αφού προσεγγίσουν τη μετανοία, διελύθησαν. Ω βάθος ταπεινώσεως, ανεξικακίας και ευσπλαχνίας του Κυρίου».
Ας λάβουν θάρρος, όλοι όσοι υπάρχουν βαρυποινίται, ότι υπάρχει Θεός, ο οποίος ου λογίζεται ό,τι κακόν και αν πράξωμεν προς Αυτόν, συγχωρεί πάσαν αμαρτίαν, μόνον να μετανοήσωμεν ειλικρινά. Υπόμεινε, παιδί μου, τας δοκιμασίας και ευ σοι γένηται, υπομονή, ναι, υπομονή, και αύτη θα μας ανοίξη τας πύλας του παραδείσου.
20) Επιστολή
Μέσα εις τας θλίψεις υπάρχει ο Χριστός και εις την ανάπαυσιν το πνεύμα του διαβόλου. Εις αυτήν την τραγικήν δοκιμασίαν που επέρασεν ο Γέροντάς μου Ιωσήφ, πόσον ησθάνετο τον Χριστόν! Ενώ εις άλλους η ώρα της προσεγγίσεως του θανάτου προξενεί τρόμον και φόβον, αυτός τω έρωτι του Χριστού διετέλει. Τι θαύμα τούτο! «Ο Χριστός χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» (Εβρ.13,8 )
21) Επιστολή
Η θλίψις είναι όργανον, εργαλείον, το οποίον κρατεί ο Θεός εις το χέρι Του, και Αυτός μόνος το εργάζεται, καθώς Του υπαγορεύει η άπειρος σοφία Του. Εις τον κάθε άνθρωπον διαφοροτρόπως
το εργάζεται, αναλόγως της ανάγκης που έχει έκαστος. Η θλίψις με την ποικιλομορφία της εξαγνίζει και αγιάζει τον άνθρωπον εκείνον, που με σοφίαν και γνώσιν την δέχεται.
Δηλαδή κάθε θλίψις του χριστιανού είναι θεία επίσκεψις έχουσαν σκοπόν την σωτηρίαν αυτού και την αποστέλλει η γλυκυτάτη δεξιά του ουρανίου μας Πατρός, αν και απαρέσκεται η φύσις μας εις την τοιαύτην, καθώς και τα πικρά φάρμακα απαρέσκουν εις τον ασθενούντα. Εάν η θλίψις δεν έχει καμμίαν σχέσιν με ημάς, πάντως θα είχαμε την μοίραν του εωσφόρου, διότι και εκείνος ευρισκόμενος εις το ύψος της δόξης και της αναπαύσεως, ελησμόνησε την μεγαλειότητα του Θεού και την εαυτού σμικρότητα και αδυναμίαν, « στήσω τον θρόνον μου επί των νεφελών και έσομαι όμοιος τω Υψίστω».
Και ταύτα διανοηθέντα, κάτω τον έρρψεν ο Θεός, και ο πρώτος ανατέλλων φωτεινότατος άγγελος, γέγονε δαίμων, Σατανάς, διάβολος, το βρωμερώτερον εκ των δημιουργημάτων του Θεού, ουχί τη φύσει, διότι ο Θεός όλα λιαν καλά τα εποίησεν, αλλά τη προαιρέσει πονηρός και αντάρτης!
Ο διάβολος διασπείρει μέσα εις τας οικογενείας την μεμψιμοιρίαν, την απαρέσκειαν, την ζήλειαν, την ισχυρογνωμοσύνην, κ.λ.π. και ούτω υπάρχει εις πολλάς οικογενείας ένα πρόσωπον, που θα διαταράσση την ειρήνην, την γαλήνην και την χαράν της οικογενείας. Αυτή η κακή σπορά δεν έλειψε και μέσα εις την του Κυρίου ιεράν οικογένειαν, όπου είχε δημιουργήσει επί της γης δια την μέλλουσαν σωτηρίαν, δηλαδή εν μέσω των ιερών μαθητών Του, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, σπόρος θεοκτόνος! Ο διάβολος σπείρει τον σπόρον εν μέσω του σίτου, και εις τας συνοδείας των μοναχών το τοιούτον υπάρχει, όχι ότι το πρόσωπον αυτό είναι κακόν, αλλά έχοντας τας αδυναμίας αυτάς, μεμψιμοιρίαν, ζήλειαν κ.λ.π., γίνεται ένα όργανον, δια να διαταράσση την ειρήνην και ησυχίαν των άλλων.
Όλα αυτά μαρτυρούν ότι είμεθα εξόριστοι της αληθινής πατρίδος μας, ευρισκόμενοι εις τα
σωφρονιστήρια, ένθα εξασκείται η παιδεία Κυρίου, και όσοι ευρεθούν δια της παιδείας ευδόκιμοι, εισάγονται πάλιν εις την ουράνιον κληρονομίαν λαμβάνοντες και πάλιν την χαθείσαν υιοθεσίαν των, άξιοι να κληρονομήσουν τον Θεόν.
Όσοι μείνουν απαίδευτοι, ως εγώ, και δεν αναγνωρίζουν την παιδείαν, αλλά δια των έργων των αναδειχθούν νόθοι, αποδιώκονται ως ανάξιοι της υιοθεσίας, εις ην απέβλεπεν η παιδεία Κυρίου και καταδικάζονται. Ο αγαθός Θεός και Πατήρ ημών να μας αξιώση μετά των ευδοκίμων, των
λαβόντων την υιοθεσίαν, εις αιώνας αιώνων. Αμήν.
22) Επιστολή
Παιδί μου, κάνε υπομονήν εις όλα, διότι ο μισθός πολύς. Μη κοιτάζης το βάρος των θλίψεων, αλλά αναμέτρα την ανταπόδοσιν, το μικρόν της θλίψεως, αιώνιον βάρος δόξης σου επιφυλάσσει εις τους ουρανούς. Δια τούτο έδει σε χαίρειν και όχι θλίβεσθαι. Ευχαρίστει τον καλόν μας Θεόν εις πάντα και μη δείχνης εις τον εχθρόν μας ανυπομονησίαν, διότι περισσότερον επιπίπτει κατά σου, όπως το τείχος της υπομονής εις το τέλος κατεδαφίση.
23) Επιστολή
Δια την εσωτερικήν σου λύπην και το πένθος, αν είναι ωφέλιμα ή όχι, σου λέγω: είναι λίαν ωφέλιμα, διότι σε συγκρατούν από την αμαρτίαν, ιδίως από την προσπάθειαν και ηδονήν του κόσμου, ως αλλότρια του Θεού. Ναι, αλλά και εδώ χρειάζεται διάκρισις, να μη βγαίνουν έξω του ορίου, διότι κατόπιν γίνονται βλαβερά. Ιδού ένα σημείον: Όταν πενθής αναλογιζόμενος τας παλαιάς αμαρτίας σου και το πένθος εξέλθη του κανονικού ορίου, καταλήγει εις την απόγνωσιν και κατόπιν θεωρείς τον Θεόν αδυσώπητον τιμωρόν, όπερ άτοπον, διότι ο Θεός παιδεύει ως πατέρας και το εννοεί ούτως ο χριστιανός, όταν δεν βγη έξω του ορίου. Δια τούτο υπέρ πάντων η διάκρισις, διότι μας απαλλάσσει από υπερβολάς και από ελλείψεις. Όταν σε καταλαμβάνη απόγνωσις, γύριζε το φύλλον και αναλογίζου: Εάν ο Θεός εκέλε paraklisi
Η αγάπη του ουρανίου Πατρός ημών είη μετά των υμετέρων ψυχών, ίνα δια ταύτης ζωογονούμενοι ποιήσητε καρπόν υπακοής εις τας ζωοπαρόχους Αυτού εντολάς. «Οι θέλοντες ευσεβώς ζην εν Χριστώ Ιησού διωχθήσονται» ( Τιμ. 3,12 ).
Εφ’ όσον δι’ αφοσιώσεώς σας εις το αγγελικόν πολίτευμα ακολουθήσατε τον Σωτήρα Χριστόν, καθήκον μέγιστόν εστιν το υπομείναι τας θλίψεις είτε εκ φύσεως προέρχονται είτε εκ ραθυμίας είτε εξ αμαρτημάτων είτε εξ ανθρώπων.
Εφ’ όσον θέλομεν ζήσαι την κατά Χριστόν ζωήν, οφείλομεν υποταγήναι τω θείω θελήματι, διότι τα πάντα εκ Θεού έρχονται, και εφ’ όσον εκ Θεού, άρα θείον θέλημα, ο Πατήρ ο ουράνιος διατάζει, ουχ υπακούσωμεν; Δεν θα αναφωνήσωμεν μετά του μακαρίου Ιώβ «ως έδοξε τω Κυρίω, ούτω και εγένετο, είη το όνομα το όνομα Κυρίου ευλογημένον»; (Ιώβ 1,21 ).
Δια της υπομονής λοιπόν και της ευχαριστίας της προς τον Θεόν δεικνύομεν υπακοήν εις το θείον θέλημα και ο υπακούων ουκ αξιωθήσεται αποκτήσαι απ’ εντεύθεν την αιώνιον ζωήν εν εαυτώ; Ναι, ζήσεται εις τους αιώνας των αιώνων!
Λοιπόν αγωνισθώμεν, ακονίσωμεν τας ψυχάς μας εις το ακόνι της υπομονής, όπως εκφέρωμεν έργον ευάρεστον τω Θεώ, θλίψεις, αρρώστειαι, στενοχωρίαι, πειρασμοί, ουδέν των τοιούτων θα χωρίση ημάς από της αγάπης του Χριστού, διότι εκ των προτέρων έχομεν διδαχθή και λάβει γνώσιν, ότι στενή
και τεθλιμμένη η οδός, η οδηγούσα τους βαδίζοντας αυτήν εις την άλυπον ζωήν. Άκανθοι και τρίβολοι δεξιά και αριστερά τέθεινται εις την οδόν, άρα έχομεν ανάγκην προσοχής πολλής.
Εις την τεθλιμμένην οδόν, την δοκιμασίαν της ασθενείας κ.λ.π., έρχεται το αγκάθι της ολιγοπιστίας, της ανυπομονησίας, της δειλίας, να ξεσχίση το ένδυμα της ψυχής, χρεία λοιπόν εξαγκυλώσαι τούτο δια της πίστεως και της ελπίδος και της υπομονής, έχοντας ως πρότυπον τον Ιησούν Χριστόν, ο Οποίος εις όλην την επίγειον ζωήν Του είχε πολλάς θλίψεις και πολλά αγκάθια κατέθλιψαν την παναγίαν ψυχήν Του, διο ανεφώνει, «Εν τη υπομονή υμών κτήσασθε τας ψυχάς υμών» (Λουκ. 21,19 ).
Δια των ασθενειών και εν γένει των θλιβερών, ο Θεός ως Πατήρ διατίθεται ημίν, διότι ζητεί τρόπους δια να μεταδώση την αγιότητα Αυτού, «Τις εστιν υιός, ον ου παιδεύει πατήρ; Ει δε χωρίς εστε παιδείας, άρα νόθοι εστέ και ουχ υιοί» (Εβρ.12,8 ). Βαβαί! Ώστε, όταν υποφέρωμεν, τότε φαίνεται καθαρά ότι είμεθα παιδιά του Θεού. Και τις άράγε δεν θέλει να είναι παιδί του Θεού; Άρα εάν θέλης παιδί του Θεού να είσαι, υπόμεινον μετ’ ευχαριστίας και πίστεως και ελπίδος τας υπό του Θεού στελλομένας θλίψεις και πειρασμούς. Και οι εξ ανθρώπων πειρασμοί και αυτοί εκ του Θεού εισι, όπως αποκτήσωμεν ανεκτικότητα, μακροθυμίαν, συμπάθειαν, υπομονήν, διότι πάντα ταύτα είναι χαρακτήρες θείοι, καθώς μας λέγει ο Κύριος: «Ανατέλει τον ήλιον αυτού επί πονηρούς και αγαθούς και βρέχει επί δικαίους και αδίκους» (Ματθ. 5,45 ). Δια τούτο οφείλομεν αγάπην εις όλους τους ανθρώπους, ουδέ ίχνος μίσους ή κακίας να ευρίσκεται εις τας ψυχάς μας, όπως κληθώμεν τέκνα Θεού. Ουκ άξια τα παθήματα της όλης ζωής μας απέναντι των ασυλλήπτων αγαθών, όπου έχει ετοιμάσει ο Θεός δια τας ψυχάς εκείνας, όπου θα σηκώσουν τον σταυρόν, ο οποίος έχει κατασκευασθή είτε εκ φύσεως είτε εξ ανθρώπων είτε εκ του διαβόλου. Διότι οιονδήποτε πάθος ή αδυναμία μας πολεμεί, όταν το αντιπολεμώμεν, τότε μας γίνεται αιτία να αξιωθώμεν του μακαρισμού: «Μακάριος ανήρ, ος υπομένει πειρασμόν, ότι δόκιμος γενόμενος λήψεται τον στέφανον της ζωής» (Ιακ. 1,12 ).
Δια τούτο, παιδί μου, υπομείνατε τα πάντα, διότι αοράτως πλέκεται στέφανος εις εκάστου κεφαλήν, διότι δριμύς ο χειμών, γλυκύς ο παράδεισος, υπομένετε τον παγετόν των δοκιμασιών, ίνα χαίρων χορεύη ο πους υμών εις τον ουρανόν.
2η ) Επιστολή
Πολλά μας θλίβουν, παιδί μου, πλήν μακάριος όστις μεθ’ υπομονής και ευχαριστίας διέρχεται τα θλιβερά της παρούσης ζωής. Ναι, οφείλομεν να ευχαριστώμεν τον Θεόν, όστις δια των τοιούτων θλιβερών, μας προπαρασκευάζει την αθάνατον ψυχήν μας, να γίνη των αιωνίων αγαθών της βασιλείας των ουρανών κληρονόμος!
«Παιδεύει ο Κύριος επί το συμφέρον, εις το μεταλαβείν της αγιότητος Αυτού» ( Εβρ. 12,10 ). Δια των ποικίλων θλίψεων κατεργάζεται εν ημίν αιώνιον βάρος δόξης!
Δια τούτο δεν χρειάζεται ούτε συμφέρει να αγανακτώμεν εν καιρώ παιδείας Κυρίου, αλλ’ εκάστου το ψυχικόν συμφέρον είναι τελεία υπακοή εις τον Ιατρόν των ψυχών και των σωμάτων ημών, όστις εν καιρώ των ποικίλων θλιβερών εγχειρίζει εκάστου την αφανή ψυχικήν πληγήν με το άγιον σκοπόν, να του χαρίση την υγείαν, ήτοι την καρδιακήν κάθαρσιν εκ των ατίμων παθών.
Εις τον τοιούτον πάνσοφον πνευματικόν Ιατρόν έχομεν απαραίτητον χρέος να προσφέρωμεν αδιαλείπτους ευχαριστίας εμπράκτως, κατά τρόπον ώστε να μη Τον λυπώμεν εν ουδενί πταίσματι.
Όλοι οι άγιοι διήλθον την ζωήν των με θλίψεις και πολλαπλά βάσανα, παρ’ ότι η αμαρτία δεν είχε κανένα δικαίωμα να τους θλίψη, και όμως η ζωή αυτών υπήρξε πολλάκις ένα σωστόν μαρτύριον. Τώρα τι απολογίαν θα προβάλωμεν ημείς, οι εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσόντες και ενασχολούμενοι, ώστε να έχωμεν το δικαίωμα να διέλθωμεν την ζωήν μας άνευ θλίψεων; Χωρίς θλίψεις και βάσανα; Επακριβώς ημείς είμεθα υπεύθυνοι δια την αμαρτίαν, και επομένως χρειαζόμεθα την μάστιγα της σωτηριώδους παιδείας του Κυρίου, όπως τύχωμεν ευτυχούς διασώσεως εις την βασιλείαν των ουρανών, χάριτι των οικτιρμών του φιλανθρώπου ημών Θεού.
Οίδα, παιδί μου, το πόσον σε αγαπά ο Θεός δια των συχνών επισκέψεών Του, επίσης την κραταιάν υπομονήν σου εις αυτάς και τας αδιαλείπτους ευχαριστίας σου προς τον μέγαν Ιατρόν, τον Θεόν.
3η ) Επιστολή
Ίνα τι είσαι περίλυπος και σκυθρωπάζεις πορευόμενος την οδόν του Θεού; Να λυπούνται χωρίς χαράν εκείνοι, οι οποίοι ελησμόνησαν τον Θεόν, εκείνοι, που δεν έχουν καμμίαν ελπίδα εις την ζώσαν και αέναον πηγήν του Θεού. Ημείς δε που πιστεύομεν εις τον ζώντα Θεόν και η ελπίς μας επ’ Αυτώ κρέμαται, πρέπει να χαίρωμεν, διότι έχομεν τοιούτον Πατέρα εις τους ουρανούς, όπου μας αγαπά υπέρ
πάντας τους πατέρας και τας μητέρας και έχει άπειρον μέριμναν, όπως μας καταστήση αξίους Εαυτού.
Μα σφάλλομεν κάθε στιγμήν! Ναι, δεν το αρνούμαι, αλλά ξέρομεν ότι η φύσις μας είναι εκ πηλού και την γην ποθεί και τα χαμερπή ζητεί, ότι η διάνοια του ανθρώπου «έγκειται επί τα πονηρά εκ νεότητος αυτού», και ότι βλέπομεν εντός μας νόμον, που επιδιώκει να αιχμαλωτίση την ελευθέραν θέλησιν, να την υποτάξη και δούλην της αμαρτίας να την καταστήση.
Εν πάσι τούτοις όμως θριαμβεύει η καλή θέλησις. Μας έδωκεν ο Θεός πνευματικά όπλα, με τα οποία αντιπολεμούμε την κάθε σατανικήν επίθεσιν, με την ένδοξον σημαίαν του σταυρού της ελπίδος, με την ζωντανήν ελπίδα εις Εκείνον, που είπε: «Ου μη σε ανώ, ουδ’ ου μη σε εγκαταλίπω», με την ελπίδα εις τον Χριστόν μας, όπου εκρεμάσθη εις τον Σταυρόν και πας ο εμβλέπων και ελπίζων επ’ Αυτόν ου μη καταισχυνθή.
Το πανάχραντον Αίμα το εκχυθέν επί του Σταυρού εσυγχώρησε τας αμαρτίας της ανθρωπότητος και
επήγασε την ζωήν. «Μακάριος ο ελπίζων επ’ Αυτόν».
Θάρσει, παιδί μου, αύτη η λύπη σου εις χαράν γενήσεται, η λύπη αύτη μέγα καλόν σου προξενεί σε περιτειχίζει ως σιδηρούς θώραξ, ίνα μη τα πονηρά βέλη της προσηλώσεως επί των γηϊνων, σου αποσπάσουν τον νουν από την μέριμναν των ουρανίων και της αθανάτου ψυχής σου. Την χαράν θα την διαδέχεται η λύπη και την λύπην η χαρά, καθώς η νύκτα την ημέραν. Ούτως ωρίσθη εκ του Πατρός των φώτων η οδός των σωζομένων. Μόνον υπομονή και ελπίδα, αυτά εγχάραξον εις τα βάθη της καρδίας, εκ τούτων θα αντιμετωπισθούν πάντα τα εναντία.
Κρεμάσου εις τον γλυκύν μας Ιησούν. Φώναζε Αυτόν εις τας θλίψεις σου, ανάθεσον εις Αυτόν την μέριμναν των θλιβερών και Αυτός ευ σοι ποιήσει, καθώς η Άννα, η μήτηρ του προφήτου Σαμουήλ, σφόδρα λυπημένη δια την στείρωσίν της, προσέπιπτεν ενώπιον Κυρίου εκχέουσα την ψυχήν αυτής ως εξεστηκυία. Και όμως ουκ απέτυχε του αιτήματος αυτής. Τις ήλπισεν επί τον Θεόν και κατησχύνθη; Βεβαίως ελπίδα ενεργουμένην, όχι ελπίδα μεμπτήν, δηλαδή ελπίδα με την κατά δύναμιν εργασίαν πνευματικήν, διαφορετικά δεν είναι ελπίς, αλλά μυκτηρισμός. Εκ της τοιαύτης πανούργου ελπίδος ρύσαι ημάς ο Θεός.
4η) Επιστολή
Πόσον ζημιώνεται ο άνθρωπος, όταν δεν σκέπτεται πως παιδεύεται ως τέκνον Θεού και έχει λησμοσύνην της υιότητος! Απόλυτον καθήκον και απαραίτητον επιβάλλει η αγάπη των γνησίων γονέων, να ασκήσουν επί των ιδίων τέκνων την παιδείαν. Εφ’ όσον λοιπόν ο Θεός είναι πατέρας μας, παιδεύει τα ίδιά Του τέκνα προς παιδαγωγικήν μόρφωσιν, ίνα μεταλάβουν της αγιότητος Αυτού. «Υιέ μου μη ολιγώρει παιδείας Κυρίου, μηδέ εκλύου υπ’ αυτού ελεγχόμενος» ( Παροιμίαι 3,11 ). Η λησμοσύνη λοιπόν των Χριστιανών επί του ιδίου αυτών Πατρός, του Θεού, είναι μέγα κακόν, διότι, όταν η πατρική ράβδος τους κτυπήση ( πόνος, θλίψεις, πειρασμοί, κ.λ.π. ), απελπίζονται, τους κυριεύουν μύριοι λογισμοί και η παιδεία των γίνεται λίαν επίμοχθος χωρίς καμμίαν παράκλησιν.
Πόσον ωραία, μας λέγει ο Απόστολος Παύλος: « Εκλέλησθε, λέγει, της παρακλήσεως, ήτις υμίν ως υιοίς διαλέγεται» ( Εβρ. 12,5 ), ελησμονήσαμεν, λέγει, την παρήγορον συμβουλήν, ότι ως παιδιά Του ο Θεός διαλέγεται προς ημάς. Είναι αναπόφευκτος η παιδεία Κυρίου προς τα ίδιά Του παιδιά, τα οποία Αυτός γνωρίζει. Ο Θεός δεν χαρίζει, ο Θεός υπό νοσηράς αγάπης-την οποίαν πολλοί ανόητοι γονείς ασκούν επί των ιδίων των τέκνων και η οποία νοσηρά αγάπη κατόπιν θα επιφέρη εις τα αγαπώμενα την καταστροφήν των και την αιώνιον κόλασίν των-δεν κλέπτεται, ως απαθής και άγιος, ούτως ώστε, δια να μη λυπήση τα αγαπώμενα τέκνα Του, να παραβλέψη τας παρεκτροπάς των και την αμορφωσύνην των. Όχι μύρια όχι! Είναι Θεός έχων γνησίαν αγάπην προς τα παιδιά Του, θα τα παιδεύση, θα τα νουθετήση, θα δεσμεύση την ελευθερίαν των και θα τα επιπλήξη κατά διαφόρους τρόπους, δια να μορφώση τους κακούς χαρακτήρας προς τους ιδίους Του αγίους χαρακτήρας προς δόξαν και έπαινον εν Χριστώ Ιησού.
Και ο Χριστός, όταν ήτο επί της γης, Τέκνον ηγαπημένον του Πατρός, εξησκήθη εις την παιδείαν Κυρίου, όχι, ότι είχε χρείαν ο αναμάρτητος Θεός, αλλά προς σωτηρίαν του ανθρώπου και προς ημετέραν νουθεσίαν και παράδειγμα, ίνα ακολουθήσωμεν τοις ίχνεσιν Αυτού, « ει δυνατόν εστι παρελθέτω απ’ εμού το ποτήριον τούτο, ουχ ως εγώ θέλω, αλλ’ ως Συ, γενηθήτω το θέλημά Σου»
( Ματθ. 26,39 ).
5) Επιστολή
Εις όλας τας περιστάσεις άνω έχε το νοερόν όμμα της ψυχής, όθεν και η βοήθεια θα έλθη. Μην απελπίζου ό,τι και αν συμβή, κατά τον πειρασμόν και η έκβασις ακολουθεί. Ποτέ δεν αφήνει ο Θεός ή μάλλον δεν φορτώνει περισσότερον από ό,τι δύναται να σηκώση ο άνθρωπος. Εάν οι άνθρωποι τούτο ποιούσι, πόσον μάλλον ο αγαθός Θεός, ο Οποίος δια τον άνθρωπον έχυσε το Πανάγιόν Του Αίμα επί του Σταυρού! Δια των θλίψεων των προσκαίρων, τας οποίας υπομένουν οι χριστιανοί η αλήθεια είναι ότι εξαγοράζουν την μελλοντικήν, την αιώνιον χαράν και ανάπαυσιν. Ποτέ, ποτέ να μη μακαρίζωμεν εκείνους τους ανθρώπους, που έχουν εδώ εις την γην αναφαίρετον χαράν και ειρήνην, μάλλον να τους λυπούμεθα, διότι η πρόσκαιρος χαρά, θα τους γίνη πρόσκομμα δια την μέλλουσαν ζωήν. Ο Θεός είναι ελεήμων μα και δίκαιος, ελεήμων δια την παρούσαν ζωήν, μετά θάνατον δικαιοκρίτης, δεν δύναται τους θλιβομένους χριστιανούς-μα χριστιανούς τη αληθεία, όχι με όνομα μόνον- να τους δώση και αιώνιον στενοχωρίαν, αλλά εκεί θα τους δώση χαράν αναφαίρετον, την οποίαν ουδείς θα δυνηθή να τους την αφαιρέση, δεν ημπορεί από κόλασιν εις κόλασιν να εμβάλη ο Θεός τον άνθρωπον. Χαίρε λοιπόν εσύ μάλλον, παρά να λυπήσαι, διότι σε ηξίωσεν ο Θεός να πάσχης πρόσκαιρα, δια να σε αναπαύση αιώνια.
Η αιώνιος χαρά επιφυλάσσεται μόνον δια τους λυπημένους χριστιανούς. Ο Κύριος εις το ιερόν Ευαγγέλιον λέγει περί του πλουσίου και του Λαζάρου: «είπεν Αβραάμ προς τον πλούσιον: τέκνον,
μνήσθητι ότι απέλαβες συ τα αγαθά σου εν τη ζωή σου και Λάζαρος ομοίως τα κακά, νυν δε ώδε παρακαλείται, συ δε οδυνάσαι!» ( Λουκ. 16,25 ). Προσωποληψίαν ποτέ δεν ποιεί ο Θεός, αλλά κατά δίκαιον λόγον, ούτω θα ποιήση. Εάν θα ρίψης ένα βλέμμα εις τους βίους των αγίων, θα ίδης όλο πειρασμούς, θλίψεις, στενοχωρίας, ούτω διήνυσαν την ζωήν των. Ουδείς τρυφηλός θα εισέλθη εις την κατοικίαν την αιώνιον, όπου είναι πεπληρωμένη ανεκλαλήτου χαράς, αλλά όσοι εθλίβησαν και υπέμειναν δια τον Θεόν, ίνα φυλάξωσιν τας εντολάς Του.
Λέγει ο Κύριος: «Εν τω κόσμω θλίψιν έξετε, αλλά θαρσείτε, εγώ νενίκηκα τον κόσμον» ( Ιωάν. 16,33 ). Ένας Θεός όπου ήλθεν εις την γην, εις όλην την ζωήν Του είχε κόπους και πόνους, και τέλος που κατέληξε; Επί Σταυρού κρεμάμενος, ως επικατάρατος, ίνα τον φραγμόν της κατάρας καταρρίψη.
Αι φοβεραί οδύναι εστένωσαν την καρδίαν του Θεανθρώπου και έκραζε: « Θεέ μου, Θεέ μου, ίνα τι με εγκατέλιπες»! Η γη εσείετο, και το καταπέτασμα του Ναού εσχίσθη εις το μέσον αισθητώς βλεπόμενα, αλλά νοερώς εσείετο και κατεκρημνίζετο εις τέλος το απόρθητον τείχος της κατάρας, το αναμέσον Θεού και ανθρώπου, και εκπνεύσας ο Ιησούς, ηνώθησαν τα πριν διεστώτα και ο άνθρωπος έγινεν όχι απλώς φίλος Θεού, αλλά έλαβε συγγένειαν, έλαβε την χάριν της υιοθεσίας, «κληρονόμος μεν Θεού, συγκληρονόμος δε Χριστού». Διότι ο άνθρωπος έδωκε την Παναγίαν Παρθένον εις Μητέρα προς τον Υιόν, αλλά και ο Χριστός εξ αγνών αιμάτων της έλαβε σάρκα και αύτη η ανθρωπίνη σάρκα θεωθείσα εκάθισε δεξιά του Θεού και Πατρός, και οράται ο Θεός εις τους ουρανούς και προσκυνείται και υπό ανθρωπίνην φύσιν από τους αγγέλους. Βλέπεις που ανέβη το ανθρώπινον γένος; Κατά χάριν θεοί! Και χωρίς στενοχωρίας δύναται κανείς να φθάση εκεί; Θα στενοχωρηθώμεν, θα θλιβώμεν, αλλά μίαν ημέραν θα λήξουν και θα λησμονηθούν όλα, αμέσως η αιώνιος Χαρά θα ανοίξη διάπλατα τας τρυφεράς αγκάλας και θα φωνάξη: «Δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι (θλίψεων ), καγώ αναπαύσω υμάς» ( Ματθ. 11,28 ). Εις κάθε σου πράξιν και ενέργειαν ή εν λόγω ή κατά διάνοιαν, σκέψου ότι παρών ευρίσκεται ο Θεός, ο Οποίος τας βλέπει και μίαν ημέραν θα τας κρίνη. Από αυτήν την σωτήριον μελέτην γεννάται ο θείος φόβος, ο οποίος προξενεί μεγίστην ωφέλειαν, «προωρώμην τον Κύριον ενώπιόν μου δια παντός, ότι εκ δεξιών μου εστίν, ίνα μη σαλευτώ», έλεγεν ο προφήτης Δαυίδ (Ψαλμ. 15,8 ). «Λύχνος τοις ποσί μου ο Νόμος σου και φως ταις τρίβοις μου» (Ψαλμ. 118,105 ). Προξενεί δε και ταπείνωσιν. Ώστε η ταπεινοφροσύνη δεν γεννάται μόνον εκ πειρασμών και δοκιμασιών, αλλά γεννάται και από την πνευματικήν μελέτην και από την επίγνωσιν της ασθενείας μας. Σκέπτεται κανείς πόσον αδύνατος είναι ο άνθρωπος, ώστε να μη δύναται να ποιή το αγαθόν, καίτοι υπάρχει εσπαρμένον μέσα εις την φύσιν του, το κακόν αντιθέτως πολύ εύκολα το ποιεί, καίτοι υπάρχει παρείσακτον. Ο άνθρωπος θέλει να ευαρεστήση εις τον Θεόν, αλλά εάν δεν συνεργήση η χάρις του Θεού, το καλόν που κάνει δεν είναι καλόν, και, αν θελήση να κοπιάση, εάν δεν βοηθήση ο Θεός, εις μάτην η θέλησις και ο κόπος. Σκεπτόμενος ο άνθρωπος το παρελθόν του, όταν δεν εγνώριζε τον Θεόν, πόσον ημάρτανε, συντρίβεται, ταπεινώνεται, κλαίει, ζητεί συγχώρησιν και διαλογίζεται: «Εάν και τώρα με αφήση η χάρις του Θεού, δύναμαι να πράξω χειρότερα», οπότε ένας φόβος αναμεμειγμένος με ταπείνωσιν περιτειχίζει την ψυχήν. Αύτη η μελέτη λέγεται επίγνωσις της ασθενείας του ανθρώπου, οπότε καρπούται ταπείνωσιν και ωφέλειαν, άνευ κόπου και θλίψεων.
Ναι, έρχονται αι δικιμασίαι, αλλά αι περισσότεραι πέμπονται δια την υπερηφάνειαν, όταν κανείς ευρίσκεται εις κατάστασιν ταπεινώσεως, θα είναι ολιγώτεραι και ελαφραί. Αλλά ο άνθρωπος πρέπει να είναι έτοιμος ως καπετάνιος, που περιμένει μετά την γαλήνην, τρικυμίαν. Όταν κανείς προσδοκά κάτι, δεν του φαίνεται παράδοξον, όταν έλθη, διότι το επερίμενε, ούτω πρέπει να είναι έτοιμος ο άνθρωπος πάντοτε, ίνα, όταν έλθη, μη στενοχωρηθή. Αλλά είναι δυνατόν, παιδί μου, να μη δοκιμάσωμε στενοχωρίαν, αφού από την στενοχωρίαν, από την θλίψιν αυτήν θα κληρονομήσωμεν τα αιώνια, τα ατελεύτητα αγαθά «α οφθαλμός ουκ είδεν και ους ουκ ήκουσεν και επί καρδίαν ανθρώπου ουκ ανέβη, α ητοίμασεν ο Θεός τοις αγαπώσιν Αυτόν»; ( Α΄ Κορ. 2,9 ).
6) Επιστολή
Ας μη λησμονώμεν, τέκνον μου, ότι όλοι οι άγιοι διήλθον αυτό το καμίνι των θλίψεων υπό διαφόρους μορφάς, συμφώνως έκαστος προς ο εκλήθη επάγγελμα. Εάν ρίψωμε μία ματιά εις τον πολυθρύλητον βίον και πολιτείαν της αγίας Αυγούστης Θεοφανούς, θα ίδωμεν συσσωρευμένας τας θλίψεις, την μίαν κατόπιν της άλλης, καθ’ όλην την πολυβασανισμένην ζωήν της.
Έπασχε πολύ, παντοιοτρόπως προσεπάθει, ίνα δια μέσου νουθεσιών και προσευχών και δακρύων και παραδειγμάτων επιστρέψη τον εξοκείλαντα εις την αμαρτίαν αυτοκράτορα, τον σοφόν Λέοντα, τον νόμιμον σύζυγόν της. Αυτός ήτο καθ’ ολοκληρίαν ο σταυρός της αγίας αυτής ψυχής, καθ’ όλην την ζωήν της. Και αυτά τα βάσανα με τα καλά έργα της, την αγίασαν. Κάνε λοιπόν υπομονήν, προσεύχου, νουθέτει, ελπίζοντας εις τον Κύριον, « Μακάριος ανήρ ος ελπίζει επ’ αυτόν» ( Ψαλμ. 33,8 ). Ούτως εχαράχθη του ανθρώπου ο βίος επί της γης, εφ’ όσον εξέπεσεν από την αθανασίαν, τρυγά τώρα τους καρπούς, ους εγέννησεν η παρακοή.
Όσον και αν θελήση κανείς, όσον και αν προσπαθήση και νομίση ότι θα ζήση άνευ θλίψεων, δεν θα ημπορέση να το κατορθώση, διότι ο πειράζων εμπεριπατών την υπ’ ουρανόν και περιελθών την γην, πάντας κοσκινίζει και ποτίζει το φαρμάκι των θλίψεων της κατάρας του νόμου. Όπου και αν κοιτάξης, όποιον και αν ερωτήσης, όλοι ως εξ ενός στόματος θα ομολογήσουν ότι κάποιο αγκάθι
τους κεντά και πονούν. Υπάρχει όμως διαφορά θλίψεως από θλίψιν, θλίβονταί τινες, διότι δεν ημπορούν να απολαύσουν αθεμίτους πράξεις, τούτο ένοχος θλίψις. Θλίβονται άλλοι νομίμως και ευλόγως, τούτο φυσικόν αποτέλεσμα. Όταν όμως υπάρχη και η πνευματική γνώσις, αι θλίψεις εμβολιάζονται εις τον υπομένοντα προς αγιασμόν. Τούτο ακριβώς διεπράχθη και εις την αγίαν Θεοφανώ, νομίμως έπασχε,
διότι ο σύζυγός της εξηπάτα αυτήν, εκείνη όμως με πνευματικάς γνώσεις και νουθεσίας και χριστιανικόν παράδειγμα, υπομένουσα, κλαίουσα, προσευχόμενη ανέθετε τα πάντα μετ’ ελπίδος εις τον Θεόν. Και δια ταύτα πάντα εκεντρίσθη εις το νόμιμον η αγιότης. Δια τούτο υπόμεινον ταύτα πάντα, αγιάζου δια μέσου των θλίψεων, ευχαρίστει τον Θεόν, όπου σε παιδεύει προσκαιρα, ίνα σε αναπαύση αιώνια! Εγώ εάν ίδω, ή ακούσω ότι ο τάδε ζη άνευ θλίψεων και ευημερεί κατά πάντα τα θελήματα αυτού, τούτο το θεωρώ ως εγκατάλειψιν Θεού! Εμάς ας μας κατατάξη ο Θεός με τους πάσχοντας, ίνα
γραφή το όνομά μας εις την βίβλιον της ζωής και μη μείνωμεν έξω του Θείου Νυμφώνος του Χριστού. Όσον και αν θλιβώμεν, μίαν ημέραν όλα θα λήξουν και θα ξεχασθούν, μόνον είτε κακόν είτε καλόν, τούτο θα μείνη, δια να ακολουθήση την ψυχήν μέχρι του κριτηρίου, όπου θα ακούση την μεγάλην απόφασιν. Τούτο πολλάκις με αλλοιώνει και κλαίω, το τι θα απολογηθώ εις το κριτήριον του Χριστού εγώ ο ανάξιος ιερεύς. Να εύχεσαι δι’ εμέ να μη καταδικασθώ.
7) Επιστολή
Αγαπητέ μου εν Χριστώ αδελφέ…, η χάρις της Κυρίας ημών Θεοτόκου να σε διαφυλάττη από κάθε τι, που θα λερώση την ψυχούλα σου. Αμήν.
«Θλίψεις και ανάγκαι εύροσάν με…, αι εντολαί Σου μελέτη μου…» ( Ψαλμ. 118,143 ).
Αι θλίψεις διαδέχονται η μία την άλλην, έχομεν ανάγκην υπομονής. Μελετώντας δε τον θείον Νόμον, φωτιζόμεθα πώς να τας υπομένωμεν, διατί έρχονται, ποίον σκοπόν έχουν. Έρχονται δια να μας διδάξουν το να γίνωμεν φερέπονοι, δόκιμοι αγωνισταί, οπαδοί Εκείνου, που εσταυρώθη δι’ ημάς, αδελφοί όλων των Αγίων, που εβάδισαν την ακανθώδη οδόν του Σταυρού, οι μάρτυρες με το μαρτύριον, οι όσιοι με την άσκησιν, οι Χριστιανοί με την τήρησιν των αγίων εντολών και τους ποικίλους πειρασμούς, που γεννά ο κόσμος, ο διάβολος και η σάρκα. Ουδείς εσώθη εν ανέσει και άνευ πειρασμών. Άρα έπεται ότι, εάν και ημείς υποφέρωμεν πειρασμούς, πρέπει να χαιρώμεθα, διότι έτσι εβάδισαν όσοι εσώθησαν. Και εφ’ όσον και ημείς θέλομεν να σωθώμεν, άλλος δρόμος δεν υπάρχει, ει μη αι θλίψεις!
Αι θλίψεις έρχονται με τον σκοπόν να μας φέρουν πλησιέστερα προς τον Θεόν. Διότι αι θλίψεις θλίβουν, στενοχωρούν την καρδίαν και ακολουθεί κατόπιν το να απαλυνθή και να ταπεινωθεί. Όταν δε ταπεινωθή, επιβλέπει προς αυτήν ο Θεός: « Καρδίαν συντετριμμένην και τεταπεινωμένην ο Θεός ουκ εξουδενώσει», « Επί τίνα επιβλέψω, ει μη
ασμών στενοχωρείται και λυπείται, καθ’ ον χρόνον έπρεπε να χαίρεται, διότι βαδίζει τον δρόμον του ιερού Γολγοθά και των Αγίων.
Η χάρις του Θεού, η τα ασθενή θεραπεύουσα και τα ελλείποντα αναπληρούσα, ας βοηθήση όλους μας να κάμνωμεν υπομονήν εις όλα, ίνα αξιωθώμεν της βασιλείας του Θεού. Αμήν.
8) Επιστολή
Δια πολλών θλίψεων θα σωθώμεν, παιδί μου, επί τον ταπεινόν και ησύχιον και τρέμοντα τους λόγους μου;». Αι θλίψεις ελευθερώνουν τον άνθρωπον, που τας υπομένει μετά χαράς και γνώσεως, από τας αμαρτίας του και τον κανόνα αυτών, δημιουργείται και πνευματικός χαρακτήρ, γίνεται ο άνθρωπος ελεήμων, ταπεινός, πράος κ.λ.π.
Εκείνος που δεν έχει αληθινήν γνώσιν των πειρδιότι ποίος άγιος ηγίασε ή άνθρωπος εσώθη, χωρίς να περάση από το καμίνι των διαφόρων πικριών; Αν εδώ πικρανθώμεν, εκεί, εις το άλλον κόσμον, ο Χριστός μας, θα μας γλυκάνη με την τόσον όμορφον βασιλείαν Του.
Όταν σου έρχεται η θλίψις, να παρηγορήσαι ότι και πάλιν θα σου έλθη η χαρά και η γαλήνη. Συνεχώς ενθυμού τον θάνατον, αυτή η μνήμη θα σου δίδη πολύ κουράγιο εις τα λυπηρά του ματαίου τούτου βίου και θα γεμίζη η ψυχή σου παρηγορίαν. Τα βάσανα της ζωής μίαν ημέραν, παιδί μου, θα λήξουν, διότι ο κόσμος παρέρχεται, μόνον ό,τι πράξη κανείς δια την δόλια του ψυχήν, εκείνο αιώνια θα μείνη ή προς ύψος ή προς βάθος και απώλειαν.
9) Επιστολή
Δεν γνωρίζεις, παιδί μου, ότι δωρεάν σώζει τον άνθρωπον ο Θεός; Βεβαίως οι κόποι δείχνουν την προαίρεσιν του ανθρώπου και όχι αυτοί καθ’ εαυτοί δύνανται να απαλλάξουν τον άνθρωπον εκ των παθών του, αλλά δια να μάθωμεν να ελπίζωμεν εις τον Θεόν και όχι εις τους κόπους μας, επιτρέπει ο Θεός μετά από κόπον να μην έχωμεν φυλαχθή από το κακόν. Συν τω κόπω να λέμε λοιπόν ότι, εάν δεν φυλάξη ο Θεός τον άνθρωπον, τα έργα του είναι άνεμος και φεύγουν κούφια.
10) Επιστολή
Πως λοιπόν θα δικαιολογηθώμεν, όταν σκεφθώμεν ότι ο Χριστός μας έπαθε τόσα φοβερά παθήματα, χωρίς να πράξη κανένα αμάρτημα, διότι ήτο Θεός; Σκέψου την φοβεράν συγκατάβασιν του απείρου Θεού, να γίνη άνθρωπος και να πάθη τόσα αισχύνης γέμοντα πάθη χάριν ημών των αμαρτωλών, των ενόχων και κατακρίτων! Να ραπισθή εις το πρόσωπον, να Τον μαστιγώσουν, να Τον υβρίσουν, να Τον σταυρώσουν, να αποθάνη με τον πιο κακόν θάνατον, «επικατάρατος πας ο κρεμάμενος επί ξύλου» ( Γαλ. 3,13 ). Αυτός ως Θεός δι’ ημάς τους αμαρτωλούς έπαθε τόσα, τι έχομεν να απολογηθώμεν, εάν δεν υπομένωμεν ένα πειρασμόν δια την αγάπην Του, ή έστω και δια τας αμαρτίας μας;
Δια των θλίψεων σώζεται ο άνθρωπος, χωρίς θλίψεις κανείς δεν εσώθη. Ο δρόμος που πηγαίνει εις τον Θεόν είναι στενός και ακανθώδης και όποιος θέλει να τον περιπατήση, στενοχωρείται και ματώνει και ιδρώνει. Αυτόν ας περιπατήσωμεν, δια να πάμε εις την αιώνιον ζωήν.
11) Επιστολή
Μη φοβού, μηδέ δειλιάτω η καρδία σου, ο Χριστός μας αοράτως σε βοηθεί κρυφία χειρί, σε δοκιμάζει δια να σου δώση την χάριν Του.
Όσον γεωργείται η γη της καρδίας και όσον πιο βαθειά ο γεωργός βάζει το αλέτρι, τόσον περισσότερον καρπόν θα δώση το χωράφι εις τον καιρόν του. Ούτω κάνει και ο μέγας γεωργός, ο Θεός, την ψυχήν μας. Μας αφήνει να έρχονται πειρασμοί και θλίψεις και πόνος και στενοχωρία, να εισέρχωνται βαθειά εις την καρδίαν και πολλάκις να ευρισκώμεθα εις αδιέξοδον, το πώς θα τα καταφέρωμεν με αυτόν ή εκείνον τον πειρασμόν, και πάσχει και οδυνάται ο άνθρωπος, αλλά εις τους
αγαπώντας τον Θεόν, συνεργεί ο Θεός να γίνωνται εις αγαθήν έκβασι.
12) Επιστολή
Εύχομαι εις τον Θεόν να μας δώση υπομονήν και ηθικόν σθένος, να περάσωμεν και αυτήν την δοκιμασίαν, που μας έδωκεν ο άγιος Θεός προς ωφέλειάν μας. Κάμνετε υπομονήν, ούτως επιτρέπει ο Θεός εις τα γνήσια παιδιά Του, πειρασμούς και θλίψεις, αυτός είναι ο δρόμος που τελειοποιείται η ψυχή, ο πόνος εξαγνίζει την ψυχήν, την κάνει ταπεινήν, πονετικήν, αγαθήν και ούτω καταστρώνεται το έδαφος δια την θείαν επίσκεψιν.
Μην αποκάμνετε εις τους πειρασμούς, διότι δια των πειρασμών προχωρούμεν εις την θείαν κατάκτησιν, οι πειρασμοί, μας γνωστοποιούν ότι είμεθα παιδιά του Θεού και μέλλομεν να κληρονομήσωμεν τον Θεόν.
13) Επιστολή
Τους κακούς λογισμούς, παιδί μου, να τους διώκης, διότι ο διάβολος ποτέ δεν θέλει το καλόν του ανθρώπου. Του παρουσιάζει διαφόρους δυσκολίας, δια να τον πείση πως δεν κάνει τίποτε εις τον μοναχισμόν. Και τούτο διότι τον καίει το μαύρο ράσο, που φανερώνει τον στρατιώτην του Χριστού. Ας έχωμεν πειρασμούς και θλίψεις, και ο Χριστός θλίψεις είχε και με φοβερούς πόνους παρέδωκε την τεθεωμένη ψυχήν Του επάνω εις τον Σταυρόν. Ο Χριστός μας, κρεμάμενος επάνω εις τον Σταυρόν, γυμνός, έρημος, εγκαταλελειμένος, υβριζόμενος από χιλιάδας κόσμου και τόσα άλλα τα υπέμεινε με χαράν δι’ ημάς τους αχαρίστους και ημείς, λοιπόν παιδί μου, να μην υποφέρωμεν ολίγην θλίψιν και πόνον; Ο Χριστός μας, θα μας δείξη εις την δευτέραν παρουσίαν Του τα παθήματα της σαρκός Του ως αποδείξεις της προς ημάς αγάπης, τότε και ημείς, παιδί μου, θα του δείξωμεν την πονεμένην και ματωμένην καρδίαν μας από θλίψεις δια την αγάπην Του. Όλοι οι άγιοι πολύ επόνεσαν, οι μάρτυρες τι και τι δεν υπέφεραν. Δια τούτο έχε υπομονήν και προσεύχου και ο Θεός δεν θα μας αφήση να πονέσωμεν περισσότερον των δυνάμεών μας.
14) Επιστολή
Παρήγορον πολύ είναι, παιδί μου, το ότι ο καθείς θα πληρωθή βάσει των κόπων, που κατέβαλε δια την αγάπην του Χριστού. Έχει πολύν κόπον το πράγμα, όταν κανείς σηκώνη ψυχάς της σημερινής εποχής, που διέπει ο εγωϊσμός και το ίδιον θέλημα.
Ας μη χάνωμεν το θάρρος μας, διότι αοράτως πάρεστιν ο Ιησούς, που θα επιτιμήση την τρικυμιώσαν θάλασσαν των πειρασμών και θα φέρη την γαλήνην της χάριτος.
Αγωνίζου επάνω εις τα αφρισμένα κύματα, εσύ επικαλού τον μόνον παντοδύναμον Θεόν: «Κύριε, κύριε, επίβλεψον εξ ουρανού, και είδε τους πειρασμούς μου και κατάρτισε την ψυχή μου εις το ποιείν
Το θέλημά Σου, ότι Συ ει ο Θεός μου».
15) Επιστολή
Εύχομαι η γλυκειά μας Παναγία να σε κάνη καλά κατ’ άμφω, να μετριάζη το πνεύμα της λύπης σου, να σου το αντικαθιστά με το πνεύμα της παρακλήσεως δι’ Αγίου Πνεύματος. Όλα τα λυπηρά, μας αποστέλλονται, χωρίς πάσης αμφιβολίας, δια θεραπείαν της νοσούσης ψυχής μας, όπως δια των θλίψεων εμέση το φαρμάκι της ηδυπαθείας και παντός πάθους. Κυρίως δια των θλίψεων καταφαίνεται η αγάπη του ουρανίου Πατρός εις τα ιδικά Του παιδιά, όπως μεταλάβουν της αγιότητος Αυτού και προστεθή αιώνιον βάρος δόξης! Όσον και αν θλιβώμεν εις αυτόν τον εφήμερον κόσμον, μίαν ημέραν θα παύσουν τα θλίβοντα ημάς. Από τα θλιβερά εκείνα τα μετά θάνατον, την κόλασιν, κ.λ.π. να μας λυτρώση καθ’ ολοκληρίαν ο Χριστός μας και η Παναγία μας, να μη τα ίδουν τα μάτια μας, διότι, εάν μόνον η σκέψις της κολάσεως είναι κάτι τρομερόν, πόσον μάλλον, όταν κανείς καταδικασθή αιώνια να βιώση εν αυτή!
Ας παρακαλώμεν να μας λυπηθή ο Θεός, και ας μας αξιώση πάντα με ταπείνωσιν να ζητώμεν το θείον Του έλεος και την συγχώρησιν, διότι είπεν Αυτός δια του Αγίου Του Υιού: «Πάντα όσα εάν αιτήσητε εν τη προσευχή πιστεύοντες, λήψεσθε» ( Ματθ. 21,22 ) και «αιτείτε και δοθήσεται». Ναι, αιτούμεν κάθε ημέραν και στιγμήν Αυτόν, όπως μας ελεήση και παραβλέψη τα εν γνώσει και αγνοία πεπραγμένα μας και ελπίζομεν εις τους θείους Του λόγους ότι θα ποιήση έλεος μετά της ταπεινώσεως ημών. Αμήν.
16) Επιστολή
Δόξα τω μόνω σοφώ Θεώ, όπου γνωρίζει από το πικρόν να εξάγη γλυκύ και ούτω να πλουτίζη τας γνώσεις μας εκ της περί ημάς απεράντου αγάπης Του. Μας μαστίζει δια των θλίψεων και των πειρασμών, ίνα δυνηθή να μας ελκύση κοντά Του, διότι γνωρίζει ότι δια των θλιβερών της παρούσης ζωής ο άνθρωπος παραμένει κοντά Του και σώζεται.
Η άνετος ζωή λίαν επικίνδυνος δια την αιώνιον σωτηρίαν και εις τους εν ανέσει ζώντας ου το του Θεού Πνεύμα κατοικεί, αλλά το του διαβόλου, κατά την έκφρασιν των πατέρων.
Δια τούτο εις τα θλιβερά της ζωής αυτής χρειαζόμεθα να έχωμεν υπομονήν και ευχαριστίαν, διότι λίαν ευχαριστείται ο Θεός εις αμφοτέρας τας αρετάς ταύτας. Είθε ο Κύριος να μας δώση πολλήν υπομονήν εις τα θλιβερά της ζωής μας, δια να ευχαριστώμεν εις όλα τον αγαθοδότην Προνοητήν μας.
17) Επιστολή
Δια την λύπην όπου σε βασανίζει, πολλάκις σοι είπον, ότι είναι ο σταυρός σου, όπου σοι εδόθη από τον Ιησούν μας, ίνα γίνης Αυτού μιμητής και μην ευρεθής ξένος της προς Αυτόν αγάπης. Διότι όποιος αγαπά ειλικρινά, Τον ακολουθεί όχι μόνον εις το Θαβώριον όρος, όπου εφάνη η δόξα της Αυτού Θεότητος, δηλαδή εν καιρώ επισκέψεώς Του δια της γλυκείας Του χάριτος και χαράς, αλλά Τον ακολουθεί και εις τον ανήφορον του ιερού Γολγοθά και εις την Σταύρωσιν Αυτού ακόμη, δηλαδή και εις την στέρησιν της χάριτός Του και εις τα επερχόμενα λυπηρά, που προξενούν στενοχωρίαν, πόνους, απόγνωσιν, απορίαν, κόπον και ιδρώτας. Τότε ακριβώς ελέγχεται ο έσω άνθρωπος τις εστι, κίβδηλος ή αληθής, έμπειρος ή άπειρος, καπετάνιος ή ναύτης. Τότε ακριβώς δοκιμάζεται η προαίρεσις εκάστου και ο ανδρειωθείς και υπομείνας βραβεύεται έσωθεν δια της επισκέψεως του Θεού με την προσθήκην της χάριτος. Τοιουτοτρόπως εξασκείται ο Χριστιανός τοις κατά Θεόν παλαίσμασιν, έως ότου φθάση εις το τέρμα και καταπαύση. Αγωνίζου μετά φιλοσοφίας δια της υπομονής σήκωνε χαίρων τον σταυρόν σου, έως ου τον φέρης εις τον Κρανίου τόπον, εις τον τάφον, δια να σου χαρίση ο Ιησούς μας την ανάστασιν!
Ο υπομείνας τον σταυρόν αυτού δια την αγάπην του Χριστού, θα αναστηθή υπό του Κυρίου εν τη
εσχάτη ημέρα. Πόσος θα είναι ο βίος μας; Άδηλος ο θάνατος, ενώ η υπομονή θα βραβευθή αιωνίως.
Ο σταυρός αυτός της λύπης πόσα και πόσα σου έχει χαρίσει και πόσα ακόμη θα σου χαρίση! Και όμως εσύ δεν τα βλέπεις, διότι ο Θεός οικονομικώς σου τα κρύβει προς ωφέλειάν σου επίσης.
Να παρακαλής τον Θεόν ίνα σου δώση υπομονήν και να Τον ευχαριστής μετά γνώσεως και τότε μετά χαράς θα υπομένης προσδοκώντας δι’ αυτών την σωτηρίαν σου.
18) Επιστολή
Ο βίος του ανθρώπου είναι μαρτύριον, καθ’ ην στιγμήν εξεπέσαμεν εκ της αληθινής ευτυχίας, τώρα τρυγούμεν τον καρπόν της παρακοής, «ακάνθας και τριβόλους ανατελεί σοι η γη» ( Γεν. 3,18 ) και η γη της καρδίας. Πως θα γνωρίσωμεν ότι είμεθα εξόριστοι, ει μη εκ των θλίψεων και των βασάνων;
Δεν υπάρχει άνθρωπος, που να μην έχη και κάτι που να τον θλίβη. Θλίβονται και οι ευσεβείς χριστιανοί, μα έχουν εις το βάθος της ψυχής των και την ελπίδα ότι μίαν ημέραν αι θλίψεις αι πολλαί θα τους προξενήσουν και την μακαρίαν ανάπαυσιν. Χωρίς θλίψεις και βάσανα ας μη περιμένη κανείς ανάπαυσιν εις την πέραν του τάφου ζωήν, η ζωή εκείνη είναι των κοπιασάντων και των πεφορτισμένων το βάρος της παρούσης ζωής. Ένας όσιος Πατήρ ήτο πάντοτε φιλάσθενος και όταν ετύγχανε να υγιαίνη και να παρατείνεται η υγεία, έλεγεν εις τον Θεόν: «διατί, Θεέ μου, με εγκατέλειψες και ζω με ευτυχίαν; Δεν είμαι άξιος της αγάπης Σου, να πάσχω μικρόν δια την αγάπην Σου;».
Βέβαια είχαν οι άγιοι και πολλήν χάριν και δύναμιν ψυχής και έχαιρον θλιβόμενοι, αλλά ημείς, πρώτος εγώ, υποφέρομεν, ενίοτε σπάζει και η υπομονή, αλλά ας έχη δόξαν ο Θεός, που μας φωτίζει και μετανοούμεν και διορθωνόμεθα. «Το μεν πνεύμα πρόθυμον, η δε σάρξ ασθενής»
( Ματθ. 26,41 )
19) Επιστολή
Δια την λύπην που έχεις εις την ψυχήν σου ένεκεν των αμαρτιών, καλόν είναι και ωφέλιμον. Μόνον όταν σε οδηγή εις την απόγνωσιν, τότε είναι καθαρώς δαιμονικόν. Αμέσως να στρέφεσαι προς την ελπίδα και να λέγης: «Εφ’ όσον μετανοώ δι’ όλα, ελπίζω ότι όλα μου είναι συγκεχωρημένα. Δεν υπάρχει αμάρτημα νικών την ευσπλαχνίαν του Θεού. Όσον μεγάλα και αν είναι τα αμαρτήματα, αφού προσεγγίσουν τη μετανοία, διελύθησαν. Ω βάθος ταπεινώσεως, ανεξικακίας και ευσπλαχνίας του Κυρίου».
Ας λάβουν θάρρος, όλοι όσοι υπάρχουν βαρυποινίται, ότι υπάρχει Θεός, ο οποίος ου λογίζεται ό,τι κακόν και αν πράξωμεν προς Αυτόν, συγχωρεί πάσαν αμαρτίαν, μόνον να μετανοήσωμεν ειλικρινά. Υπόμεινε, παιδί μου, τας δοκιμασίας και ευ σοι γένηται, υπομονή, ναι, υπομονή, και αύτη θα μας ανοίξη τας πύλας του παραδείσου.
20) Επιστολή
Μέσα εις τας θλίψεις υπάρχει ο Χριστός και εις την ανάπαυσιν το πνεύμα του διαβόλου. Εις αυτήν την τραγικήν δοκιμασίαν που επέρασεν ο Γέροντάς μου Ιωσήφ, πόσον ησθάνετο τον Χριστόν! Ενώ εις άλλους η ώρα της προσεγγίσεως του θανάτου προξενεί τρόμον και φόβον, αυτός τω έρωτι του Χριστού διετέλει. Τι θαύμα τούτο! «Ο Χριστός χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας» (Εβρ.13,8 )
21) Επιστολή
Η θλίψις είναι όργανον, εργαλείον, το οποίον κρατεί ο Θεός εις το χέρι Του, και Αυτός μόνος το εργάζεται, καθώς Του υπαγορεύει η άπειρος σοφία Του. Εις τον κάθε άνθρωπον διαφοροτρόπως
το εργάζεται, αναλόγως της ανάγκης που έχει έκαστος. Η θλίψις με την ποικιλομορφία της εξαγνίζει και αγιάζει τον άνθρωπον εκείνον, που με σοφίαν και γνώσιν την δέχεται.
Δηλαδή κάθε θλίψις του χριστιανού είναι θεία επίσκεψις έχουσαν σκοπόν την σωτηρίαν αυτού και την αποστέλλει η γλυκυτάτη δεξιά του ουρανίου μας Πατρός, αν και απαρέσκεται η φύσις μας εις την τοιαύτην, καθώς και τα πικρά φάρμακα απαρέσκουν εις τον ασθενούντα. Εάν η θλίψις δεν έχει καμμίαν σχέσιν με ημάς, πάντως θα είχαμε την μοίραν του εωσφόρου, διότι και εκείνος ευρισκόμενος εις το ύψος της δόξης και της αναπαύσεως, ελησμόνησε την μεγαλειότητα του Θεού και την εαυτού σμικρότητα και αδυναμίαν, « στήσω τον θρόνον μου επί των νεφελών και έσομαι όμοιος τω Υψίστω».
Και ταύτα διανοηθέντα, κάτω τον έρρψεν ο Θεός, και ο πρώτος ανατέλλων φωτεινότατος άγγελος, γέγονε δαίμων, Σατανάς, διάβολος, το βρωμερώτερον εκ των δημιουργημάτων του Θεού, ουχί τη φύσει, διότι ο Θεός όλα λιαν καλά τα εποίησεν, αλλά τη προαιρέσει πονηρός και αντάρτης!
Ο διάβολος διασπείρει μέσα εις τας οικογενείας την μεμψιμοιρίαν, την απαρέσκειαν, την ζήλειαν, την ισχυρογνωμοσύνην, κ.λ.π. και ούτω υπάρχει εις πολλάς οικογενείας ένα πρόσωπον, που θα διαταράσση την ειρήνην, την γαλήνην και την χαράν της οικογενείας. Αυτή η κακή σπορά δεν έλειψε και μέσα εις την του Κυρίου ιεράν οικογένειαν, όπου είχε δημιουργήσει επί της γης δια την μέλλουσαν σωτηρίαν, δηλαδή εν μέσω των ιερών μαθητών Του, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, σπόρος θεοκτόνος! Ο διάβολος σπείρει τον σπόρον εν μέσω του σίτου, και εις τας συνοδείας των μοναχών το τοιούτον υπάρχει, όχι ότι το πρόσωπον αυτό είναι κακόν, αλλά έχοντας τας αδυναμίας αυτάς, μεμψιμοιρίαν, ζήλειαν κ.λ.π., γίνεται ένα όργανον, δια να διαταράσση την ειρήνην και ησυχίαν των άλλων.
Όλα αυτά μαρτυρούν ότι είμεθα εξόριστοι της αληθινής πατρίδος μας, ευρισκόμενοι εις τα
σωφρονιστήρια, ένθα εξασκείται η παιδεία Κυρίου, και όσοι ευρεθούν δια της παιδείας ευδόκιμοι, εισάγονται πάλιν εις την ουράνιον κληρονομίαν λαμβάνοντες και πάλιν την χαθείσαν υιοθεσίαν των, άξιοι να κληρονομήσουν τον Θεόν.
Όσοι μείνουν απαίδευτοι, ως εγώ, και δεν αναγνωρίζουν την παιδείαν, αλλά δια των έργων των αναδειχθούν νόθοι, αποδιώκονται ως ανάξιοι της υιοθεσίας, εις ην απέβλεπεν η παιδεία Κυρίου και καταδικάζονται. Ο αγαθός Θεός και Πατήρ ημών να μας αξιώση μετά των ευδοκίμων, των
λαβόντων την υιοθεσίαν, εις αιώνας αιώνων. Αμήν.
22) Επιστολή
Παιδί μου, κάνε υπομονήν εις όλα, διότι ο μισθός πολύς. Μη κοιτάζης το βάρος των θλίψεων, αλλά αναμέτρα την ανταπόδοσιν, το μικρόν της θλίψεως, αιώνιον βάρος δόξης σου επιφυλάσσει εις τους ουρανούς. Δια τούτο έδει σε χαίρειν και όχι θλίβεσθαι. Ευχαρίστει τον καλόν μας Θεόν εις πάντα και μη δείχνης εις τον εχθρόν μας ανυπομονησίαν, διότι περισσότερον επιπίπτει κατά σου, όπως το τείχος της υπομονής εις το τέλος κατεδαφίση.
23) Επιστολή
Δια την εσωτερικήν σου λύπην και το πένθος, αν είναι ωφέλιμα ή όχι, σου λέγω: είναι λίαν ωφέλιμα, διότι σε συγκρατούν από την αμαρτίαν, ιδίως από την προσπάθειαν και ηδονήν του κόσμου, ως αλλότρια του Θεού. Ναι, αλλά και εδώ χρειάζεται διάκρισις, να μη βγαίνουν έξω του ορίου, διότι κατόπιν γίνονται βλαβερά. Ιδού ένα σημείον: Όταν πενθής αναλογιζόμενος τας παλαιάς αμαρτίας σου και το πένθος εξέλθη του κανονικού ορίου, καταλήγει εις την απόγνωσιν και κατόπιν θεωρείς τον Θεόν αδυσώπητον τιμωρόν, όπερ άτοπον, διότι ο Θεός παιδεύει ως πατέρας και το εννοεί ούτως ο χριστιανός, όταν δεν βγη έξω του ορίου. Δια τούτο υπέρ πάντων η διάκρισις, διότι μας απαλλάσσει από υπερβολάς και από ελλείψεις. Όταν σε καταλαμβάνη απόγνωσις, γύριζε το φύλλον και αναλογίζου: Εάν ο Θεός εκέλε paraklisi
ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
ΜΟΙΡΑΣΤΕΙΤΕ
ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ
ΠΡΟΗΓΟΥΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
ΟΙ ΤΕΛΕΥΤΑΙΕΣ ΣΤΙΓΜΕΣ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΜΑΚΡΗ ΠΡΙΣ ΠΕΣΕΙ ΝΕΚΡΟΣ
ΕΠΟΜΕΝΟ ΑΡΘΡΟ
21 Δεκεμβρίου το φινάλε...
ΣΧΟΛΙΑΣΤΕ